Η ενέργεια
είναι ένα όπλο. Και από τότε που το παγκόσμιο βιομηχανικό σύστημα πέρασε από
τον άνθρακα στο πετρέλαιο (και στο φυσικό αέριο) οι χώρες που παράγουν πετρέλαιο
συμμετέχουν με όλα τα μέσα σε έναν πόλεμο.
Η σύνοδος κορυφής του ΟΠΕΚ, που ήταν να
καταλήξει σε συμφωνία με τη Ρωσία για τη μείωση της παραγωγής της απέτυχε, παρά
την δηλωμένη υποστήριξη δύο μελών του
ΟΠΕΚ μεγάλου ειδικού βάρους, όπως το Ιράν και η Βενεζουέλα. Έτσι, η αυριανή
Ολομέλεια δεν θα πάρει κατά τα φαινόμενα
καμία νέα απόφαση. Ωστόσο, η κατάσταση στην αγορά από την πλευρά των παραγωγών
είναι ανησυχητική: οι τιμές του πετρελαίου έπεσαν κατακόρυφα (από τα 100 και
πάνω δολάρια το βαρέλι, στα μόλις 74 για την ποιότητα WTI), οι προβλέψεις για
ζήτηση σε ελαφρά μείωση (-200 000 βαρέλια την ημέρα λιγότερα, το 2015,
δεδομένου ότι η παγκόσμια οικονομία δεν αναπτύσσεται), η παραγωγή αυξήθηκε λόγω του σχιστολιθικού
πετρελαίου στις ΗΠΑ
και στην μέτρια επιστροφή στην παραγωγή χωρών κατεστραμένων όπως το Ιράκ και η
Λιβύη (μέλη του ΟΠΕΚ).
Η Σαουδική Αραβία, που εξακολουθεί να θεωρείται ως ο παίκτης που μπορεί να
αποφασίζει την τάση της αγοράς, αρνείται να μειώσει την παραγωγή της,
συνεχίζοντας έτσι τη συμπίεση των τιμών. Για ποιο λόγο το κάνει; Από μια
αυστηρά οικονομική πλευρά αυτή η επιλογή δεν έχει νόημα, γεωπολιτικά αντίθετα
υπάρχει μια εξήγηση αρκετά εύκολη, αλλά τρομακτικά ατελής: εάν η τιμή εξακολουθήσει
να παραμένει σε χαμηλά επίπεδα αυτό θα είναι καταστροφικό για τρεις μεγάλους αντιπάλους
των Ηνωμένων Πολιτειών, όπως η Ρωσία, η Βενεζουέλα και το «σιιτικό Ιράν (ο ορκισμένος
εχθρός των Σαουδαράβων,των ηγετών του σουνίτικου φονταμενταλισμού).
Η Ρωσία από μόνη της παράγει περισσότερα από 10 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα, η
Σαουδική Αραβία περίπου 9,6 εκατ. και η Βενεζουέλα – αν και παράγει μόνο 2,3
εκατομμύρια - εξακολουθεί να έχει τα μεγαλύτερα αποθέματα πετρελαίου στον
κόσμο. Η πρόταση της Ρωσίας που δεν είναι μέλος του παγκόσμιου καρτέλ
πετρελαίου, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, ήταν να μειώσει την παραγωγή της κατά
300 χιλιάδες βαρέλια την ημέρα, εάν ο ΟΠΕΚ τη μείωνε κατά 1,4 εκατομμύρια
βαρέλια. Στην καλύτερη περίπτωση, η περικοπή μπορεί να ήταν ένα εκατομμύριο
αντί για τα σχεδόν δύο της ρωσικής πρότασης, κάτι που δεν θα ανέβαζε αρκετά τις
τιμές του πετρελαίου. Οι τρέχουσες εκτιμήσεις κάνουν λόγο για μια σταθερή
υπερπαραγωγή του πετρελαίου κατά περίπου 2 εκατομμύρια βαρέλια (η αγορά αυτή
βασίζεται σε οριακές διαφορές μεταξύ προσφοράς και ζήτησης, ώστε ακόμη και ένα
εκατομμύριο βαρέλια την ημέρα λιγότερο ή περισσότερο να μπορεί να κάνει μια
μεγάλη διαφορά στην τιμή).
Από την άλλη πλευρά, οι χώρες εκτός ΟΠΕΚ αύξησαν την παραγωγή τους φέτος
ακριβώς κατά 2 εκατομμύρια βαρέλια, με τις ΗΠΑ να έχουν επιστρέψει μετά από
δεκαετίες και να παράγουν περίπου 9 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα και να
ανακοινώνουν μια αύξηση στην εξόρυξη σχιστολιθικού πετρελαίου σε σύντομο
χρονικό διάστημα. Αυτή είναι μια άλλη επιλογή οικονομικά ανεξήγητη, αν πιστέψουμε
ότι η παραγωγή των ΗΠΑ υπακούει σε μια «πολιτική εντολή», αφού το κόστος
εξόρυξης του σχιστολιθικού είναι πολύ υψηλό και ήδη ασύμφορο (γύρω στα 70
δολάρια το βαρέλι, επικίνδυνα κοντά στο όριο της τιμής του πετρελαίου τις
τελευταίες εβδομάδες).
Πρέπει, ωστόσο, να πάρουμε υπόψη μας ότι όλες οι εταιρείες πετρελαιοειδών που
δραστηριοποιούνται στον τομέα του σχιστολιθικού είναι 100% ιδιωτικές οπότε ακολουθούν μια λογική ατομικιστική μεγιστοποίησης των κερδών ακόμη και αν – σε γενικές γραμμές η έρευνα αυτή ίσως να είναι αυτοκαταστροφική μακροπρόθεσμα.
Για παράδειγμα :
Η Devon Energy, η οποία άντλησε το τρίτο τρίμηνο κατά μέσο όρο 136 χιλιάδες
βαρέλια την ημέρα, ανακοίνωσε μια αύξηση 25% το 2015, η Continental Resources, με
128 χιλιάδες βαρέλια την ημέρα, μία αύξηση της τάξης του 29%, η Pioneer, με 293 χιλιάδες βαρέλια την ημέρα μια
αύξηση της παραγωγής της κατά 21%. Και η Halcon, αν και μείωσε τις εγκαταστάσεις
της από 11 σε 6 , εκτιμάται ότι θα αυξήσει την παραγωγή της για το επόμενο έτος
κατά 20%.
Επιπλέον. Όπως εξηγεί το πρακτορείο Bloomberg, πολλές από αυτές τις εταιρείες είναι
καταχρεωμένες ( για να χρηματοδοτήσουν τις επενδύσεις τους δανείστηκαν διαθέτοντας
στην αγορά εταιρικά χρεόγραφα, και τώρα θα πρέπει ταυτόχρονα να εξυπηρετούν τα
παλιά δάνεια, να καταβάλουν τους τόκους για αυτά τα περιουσιακά τους στοιχεία
και να χρηματοδοτήσουν νέα, οπότε θα πρέπει να πουλήσουν όσο το δυνατόν
περισσότερο πετρέλαιο, τώρα). Όπως εξηγεί ο Μαρξ, αν όλοι κάνουν το ίδιο πράγμα
την ίδια στιγμή, αυξάνοντας την προσφορά σε μια ήδη κορεσμένη αγορά, η τιμή του
θα συνεχίσει να πέφτει. Δεν πρόκειται, λοιπόν, απλά για μια γεωπολιτική
επιλογή, αλλά κυρίως για μια παράλογη και αντιοικονομική επικράτηση των ιδιωτικών
συμφερόντων (με την κυριολεκτική έννοια του όρου: των ατομικών).
Αντίθετα, σε παγκόσμιο επίπεδο, η Σαουδική Αραβία δεν είναι διατεθειμένη να
μειώσει την παραγωγή της,αν δεν κάνουν το ίδιο, και οι Ηνωμένες Πολιτείες (οι
οποίες, όπως είπαμε πριν, το αμερικανικό δημόσιο δεν έχει τον έλεγχο των εταιρειών
παραγωγής ) και επομένως, η μείωση της τιμής κάτω από το κόστος παραγωγής είναι
ο μόνος "πειστικός" τρόπος για να επιτευχθεί ο στόχος. Αρα, από την άποψη αυτή, είναι ένα παιχνίδι για τρεις
και όχι για δύο (φιλοαμερικανοί εναντίον αντιαμερικανών).
Παρά τις άγριες διχογνωμίες, στην πραγματικότητα, οι χώρες του ΟΠΕΚ έχουν ένα
κοινό στόχο ανεξάρτητα από τη θέληση τους: να μην επιτρέψουν στις ΗΠΑ να
αναλάβει και την ηγεσία της παγκόσμιας αγοράς μαύρου χρυσού. Έτσι, μια μείωση
της παραγωγής θα μπορούσε να συμφέρει
και τους Σαουδάραβες. Ανώνυμες πηγές, "κοντά στον ΟΠΕΚ", αναφέρουν
ότι αύριο ίσως να υπάρξει κάποια
συμφωνία , εξαιρουμένου του Ιράκ, του Ιράν και της Λιβύης. Τρεις χώρες που όλες
μαζί εξάγουν μόλις 7 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα - 30% λιγότερο από ό, τι τις
καλές εποχές - και οι οποίες αντιμετωπίζουν διαφορετικού τύπου κρίσεις η
καθεμία τους (από οικονομική μέχρι στρατιωτική), αλλά όλες πολύ σοβαρές.
Και εδώ πολύ σύντομα θα υπάρξουν προβλήματα. Το Ιράκ θα κλείσει το 2014 με ένα
μέσο όρο 3,2 εκατομμύρια βαρέλια, αν και το Isis ελέγχει τμήμα του εδάφους της
και των πετρελαιοπηγών. Αλλά σκοπεύει να διπλασιάσει το ποσοστό αυτό μέσα σε
τρία χρόνια, διαταράσσοντας την ισορροπία που με τόσο κόπο επιτεύχθηκε στο καρτέλ
πετρελαίου και τις αγορές.
Το Ιράν, από την πλευρά του, έχει μειώσει την παραγωγή (από 3.6000000 σε
2.8000000 βαρέλια), εξαιτίας των δυτικών κυρώσεων (που μόνο ένα μέρος τους το απορρόφησε
η αύξηση της ζήτησης από την Κίνα). Αλλά αν ήταν να επιτευχθεί κάποια συμφωνία
για το πυρηνικό, η Τεχεράνη θα απαιτήσει να επιστρέψει στα προηγούμενα επίπεδα.
Για όλους αυτούς τους λόγους, μια ενδεχόμενη μείωση της παραγωγής πετρελαίου θα αφορούσε μόνο δέκα χώρες και θα έχει μικρή
επίδραση στις τιμές μεσοπρόθεσμα. Αν και η συνολική παραγωγή του αργού
πετρελαίου έχει σταθεροποιηθεί εδώ και αρκετά
χρόνια γύρω στα 90 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα, και παρά το ότι είναι ένας
πόρος που δεν μπορεί να αναπαραχθεί και ορισμένες χώρες εδώ και πολύ καιρό έχουν
ξεπεράσει το ανώτατο επίπεδο άντλησης των κοιτασμάτων τους, παρά το ότι μια ολοένα
και μεγαλύτερη ποσότητα πετρελαίου αντλείται από "μη συμβατικά κοιτάσματα" και πολύ
περιορισμένης διάρκειας, οι προβλέψεις για τις τιμές του πετρελαίου δείχνουν προς
τα κάτω τουλάχιστον για τα επόμενα 4-5 χρόνια. Αν η πραγματική οικονομία παγκόσμια, δεν αναπτυχθεί
με ταχύτερους ρυθμούς από ό, τι η εξοικονόμηση ενέργειας, στην πραγματικότητα,
η ζήτηση δεν μπορεί να αυξηθεί και, επομένως, να επηρεάσει τις τιμές του.
Θα καταφέρουν οι "αντιαμερικανικές" χώρες να αντέξουν όλο αυτό το
διάστημα; Η Ρωσία, όπως είδαμε χθες, επέλεξε να φορτώσει στο δολάριο πολλές από
τις αρνητικές επιπτώσεις της παρατεταμένης πτώσης των τιμών (-30% της τιμής του
πετρελαίου, στην οποία προστίθεται μια ακόμα υποτίμηση του ρουβλίου κατά 30%). Η
Βενεζουέλα και το Ιράν θα μπορούσαν να κάνουν το ίδιο, αλλά με πολύ μεγαλύτερα
ρίσκα (είναι μικρότερες χώρες και στρατιωτικά δεν μπορούν να συγκριθούν με
εκείνη της Ρωσίας, και ως εκ τούτου πιο αδύναμες απέναντι στην αμερικανική
επιθετικότητα). Είδικά η Βενεζουέλα υπό την ηγεσία του Maduro με μια πλειοψηφία όλο και πιο περιορισμένη.
Αν η τιμή του πέσει κάτω από τα 70 δολάρια το βαρέλι χρεοκοπεί συνολικά ο τομέας
του σχιστολιθικού πετρελαίου των ΗΠΑ, αλλά με χρεοκοπία κινδυνεύουν και ορισμένες πετρελαιοπαραγωγικές χώρες .Θα επιβιώσει
η Σαουδική Αραβία, και θα κερδίσει η Κίνα
. Κρατώντας τις τιμές ανάμεσα στα 70 και 80 δολάρια - η πρώτη εγγυάται την
επιβίωση του σχιστολιθικού πετρελαίου των ΗΠΑ, η δεύτερη θα πλήξει σοβαρά τις
χώρες που η Ουάσινγκτον θέλει να λυγίσει – αυτό είναι το κοινό στοίχημα ΗΠΑ και Σαουδαράβων. Οσο για το δολάριο: θα
μπορέσει να διατηρήσει την παγκόσμια αξιοπιστία του ως νόμισμα, αν οι
περισσότερες από τις συναλλαγές για τις πρώτες ύλες δεν θα γίνονται πλέον υπό
τον έλεγχό του;
Κατά συνέπεια, το παιχνίδι είναι πολύ επικίνδυνο, ειδικά επειδή θα πρέπει να παιχτεί
αρκετά γρήγορα.