[ΟΙ ΙΕΡΕΜΙΕΣ ΤΗΣ ΑΝΟΗΣΙΑΣ] Του Γιώργου Μπλάνα

 


Κάθε εποχή έχει τους Ιερεμίες της. Αναλαμβάνουν να θρηνήσουν τον παλιό-καλό κόσμο που γκρεμίστηκε και να προφητεύσουν δεινά ανυπολόγιστα στα ερείπια του χαμένου παραδείσου τους. Γι’ αυτούς κάθε μέλλον είναι πάντα χειρότερο από το παρελθόν. Η θεολογία τους είναι παλιά όσο και ο άνθρωπος ή μάλλον όσο το θηλαστικό, που κάποια στιγμή έγινε άνθρωπος. Ξέρουμε περί τίνος πρόκειται – ο Φρόιντ το αποκάλυψε: ο τρόμος του πατέρα, για τον θάνατο από το χέρι του παιδιού. Ήδη από την Ιλιάδα, ο Νέστορας, γκρινιάζει πως «οι σημερινοί νέοι δεν είναι σαν τους παλιούς ημίθεους άνδρες».

 

Η δική μας εποχή έχει κι αυτή του Ιερεμίες της. Είναι αυτοί που κοιτάζουν πίσω και βλέπουν τα ερείπια της κανονικότητας. Οι νέοι του Μεταπολέμου γκρέμισαν τα πάντα «ταρακούνησαν ολοκληρωτικά την παραδοσιακή ισορροπία των κοινωνιών μας», όπως λέει σε συνέντευξή του ένας Καναδός συγγραφέας. Αυτοί οι νέοι, η «λυρική γενιά» όπως τους χαρακτηρίζει, εισέβαλαν κατακλυσμικά στο προσκήνιο της ιστορίας και ταρακούνησαν ολοκληρωτικά την παραδοσιακή ισορροπία των κοινωνιών μας. «Επιρροή, εξουσία, σεβασμός και αυθεντία μετατοπίστηκαν από τους πιο ηλικιωμένους ανθρώπους και παλιότερους θεσμούς στους νέους θεούς, οι οποίοι ήταν παιδιά της Ντίσνεϊ της δεκαετίας του 1950, στη συνέχεια των τινέιτζερ και των φοιτητών στα ‘ένδοξα εξήντα’ και τελικά των γονέων, ιδιοκτητών σπιτιών και υπερκαταναλωτών στις δεκαετίες του ’80 και του ’90. Στον βαθμό που δεν είχαν αντιμετωπίσει ποτέ καμία πραγματική αντίσταση από τους προγενέστερους, αυτοί οι νέοι αφέντες του κόσμου επέβαλαν εύκολα τις αξίες τους και τα πρότυπά τους σε ολόκληρη την κοινωνία. Φυσικά, ισχυρίστηκαν ότι η «πρόοδος» για την οποία αγωνίζονταν ήταν για το καλύτερο και ότι η απόρριψη, αν όχι η καταστροφή, του βαρέος και καταπιεστικού ‘παλιού’ κόσμου θα έφερνε ευτυχία και ελευθερία σε όλους».

 


Όμως -τι κρίμα!- κατέστρεψαν μιαν ισορροπία, μια κανονικότητα. Ποιαν ισορροπία, ποια κανονικότητα; Αυτή που οδήγησε στο σφαγείο του 20ού αιώνα;

 Πόσο ανόητος -ναι ανόητος!- μπορεί να είναι ένας «συγγραφέας» για να βλέπει έναν παράδεισο στην κόλαση; Για να μην βλέπει μπροστά του πως η ασημαντότητα, η αθλιότητα, των ημερών μας είναι η αντεπίθεση της βαρβαρότητας στην εξέγερση της ζωής κατά του θανάτου, που έσπειρε ο προηγούμενος αιώνας;

 Οι σκελετοί που βγήκαν από τις ντουλάπες, δεν είναι ομοιώματα για πανεπιστημιακές αίθουσες διδασκαλίας – είναι βρικόλακες πραγματικοί!

 Ας θρηνήσουν, λοιπόν. Κι ας είναι τα ερείπια του παραδείσου τους θεμέλια μιας νέας κόλασης. Τώρα μπορούν τουλάχιστον να βγάλουν το ψωμί τους -έστω παξιμάδι- από τον θρήνο τους.

 Ας το «χάψουν» γρήγορα όμως – πριν καταλάβουν πως είναι βουτηγμένο στο αίμα. Γιατί και τα κείμενα ματώνουν, όταν δεν μπορούν να διακρίνουν ανάμεσα στο θύμα και στον θύτη.

 

artworks : Μάριος Λώλος 




[------->]