ΒΕΡΣΑΛΛΙΕΣ 1919 – ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ 2015

του Πέτρου Παπακωνσταντίνου

«Εγίναμεν η χλεύη των ηττημένων», είχε πει ο Γ. Παπανδρέου το 1965, τη χρονιά του ανακτορικού πραξικοπήματος, της αποστασίας και των Ιουλιανών.

Κάπως έτσι πρέπει να αισθάνονται, τούτες τις πικρές ώρες, όχι μόνο τα μέλη και οι οπαδοί του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ολόκληρη η Ελλάδα του «ΟΧΙ», που άντεξε στο καμίνι μιας άνευ προηγουμένου τρομοκρατίας, πέτυχε μια μεγάλη νίκη στις 5 Ιουλίου, για να εισπράξει την πιο εξευτελιστική συνθηκολόγηση από εκείνους που καλούνταν να διαχειριστούν την εντολή της.

Το είπαν στις 20 Φεβρουαρίου, το επαναλαμβάνουν, χωρίς περίσκεψη, χωρίς αιδώ, την αποφράδα 13η Ιουλίου
 
Υποχωρήσαμε, αλλά έτσι ματαιώσαμε το σενάριο της αριστερής παρένθεσης.

 Έχουν δίκιο κατά το ήμισυ. Ματαίωσαν το «αριστερή», ματώνοντας την καρδιά όλων των αριστερών αγωνιστών. Όσο για την «παρένθεση», απλώς την τράβηξαν λίγο πιο δεξιά, μέχρι να μπει το «τελεία, παράγραφος».

Κι αυτό, μάλλον δεν θα αργήσει.

Σε κάθε περίπτωση, ένα είναι το βέβαιο: στις επόμενες εκλογές, εφόσον ψηιστεί από τη Βουλή η άθλια συμφωνία, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα κατέβει με σημαία έστω το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης. Το πρόγραμμά του θα είναι το Μνημόνιο που υπέγραψε στις Βρυξέλλες, με τις βούλες του Γιούνκερ, του Ντάιζελμπλουμ και του Τουσκ.

Τούτο το Τρίτο Μνημόνιο αποτελεί τη (μέχρι στιγμής) κορύφωση της ελληνικής τραγωδίας, που άρχισε στο Καστελόριζο, το 2010.

Δεν είναι μόνο ότι ξεπερνάει, στο μέγεθος και στο βάθος της αφαίμαξης, τα δύο προηγούμενα.

Αφαιρεί με σαδιστική μεθοδικότητα κάθε φύλλο συκής της κυβέρνησης, επιβάλλοντάς της τα πιο σκληρά μέτρα ακριβώς εκεί που εκείνη θα ήθελε να χαράξει κάποιες στοιχειώδεις «κόκκινες γραμμές»: ομαδικές απολύσεις, (αντι)συνδικαλιστικός νόμος, μη επαναφορά συλλογικών συμβάσεων, ουσιαστική κατάργηση επικουρικών συντάξεων, «ημιαυτόματοι» (sic) ακρωτηριασμοί δημοσίων δαπανών, σαρωτικές ιδιωτικοποιήσεις.

Και το «Μνημόνιο» και η επιτήρηση της τρόικα, γραμμένα φαρδιά- πλατειά, κατ” επανάληψη, για να εμπεδώνονται.

 Και για να γίνει ο εξευτελισμός της αποικίας χρέους τέλειος, νάσου και το διαβόητο fund που θα αναλάβει τη ρευστοποίηση της δημόσιας περιουσίας για την αποπληρωμή του χρέους.

Ό,τι πήγε να κάνει ο Σαιξπηρικός Σάυλοκ στον άτυχο οφειλέτη του, το κάνει η συμμορία Μέρκελ, Σόιμπλε και CIA σε ένα ολόκληρο έθνος: Αν δεν έχεις λεφτά, θα σου πάρω μια λίβρα κρέας!

Ακόμη χειρότερα: Το νέο τουρμπο- Μνημόνιο θα υλοποιείται από μια «αριστερή» κυβέρνηση, με τη στήριξη των χθεσινών αντιπάλων και νυν συμμάχων της.

Οι αγώνες των τελευταίων πέντε χρόνων, από τις πλατείες και τις απεργίες μέχρι το δημοψήφισμα, οδήγησαν στο πολιτικό λιντσάρισμα των παλιού πολιτικού κόσμου.

 Με τη συμφωνία- παράδοση των Βρυξελλών, μπήκε και ο ΣΥΡΙΖΑ στο ίδιο κάδρο.

Μιλάμε πλέον για μια εκρηκτική κρίση πολιτικής έκφρασης των χτυπημένων από την κρίση εργατικών και μικροαστικών στρωμάτων.

Αν δεν δοθεί γρήγορα μια καινούργια, ριζοσπαστική πολιτική έκφραση σ’αυτόν τον κόσμο, στην Ελλάδα του ΟΧΙ, υπάρχει ο πολύ πραγματικός κίνδυνος να διογκωθεί σε επικίνδυνο βαθμό η Χρυσή Αυγή ή κάποιο άλλο ακραία εθνικιστικό, αντιδραστικό ρεύμα.

Το φάντασμα της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, που μέχρι χθες ήταν ρητορική υπερβολή, ίσως να μη βρίσκεται τόσο μακριά όσο θέλουμε να πιστεύουμε.

Όπως με τη συνθήκη των Βερσαλλιών, οι νικητές του Α” Παγκοσμίου Πολέμου έσπειραν τον πόνο και την ταπείνωση στο γερμανικό έθνος, για να θερίσουν το μίσος και την άγρια αντεκδίκηση, έτσι και οι σημερινές, γερμανικές ελίτ εξευτελίζουν και εξανδραποδίζουν την Ελλάδα, για να εισπράξουν- ελπίζει κανείς, με άλλο τρόπο- την αγανάκτηση και την αποστροφή των λαών της Ευρώπης και του κόσμου.

Όχι μόνο οι αριστεροί, όχι μόνο όσοι ψήφισαν ΟΧΙ στο δημοψήφισμα, αλλά μια ευρύτατη λαϊκή πλειοψηφία, ακόμη και πάρα πολλοί από αυτούς που σκέφτονται ότι «δεν μπορούσαμε να κάνουμε αλλιώς, σ” αυτή τη φάση», έχουν πια πειστεί, όχι από θεωρητικολογίες, αλλά από την οδυνηρά αποκτημένη πείρα, για ένα πράγμα: ότι αυτοί δεν είναι εταίροι, είναι γκάνγκστερ, οικονομικοί δολοφόνοι και τρομοκράτες!

Οτι η Ε.Ε. είναι η ένωση των διεθνών τοκογλύφων, η σύγχρονη φυλακή των λαών κι ότι πρέπει από αύριο κιόλας να αρχίσουμε να προετοιμαζόμαστε πολύ σοβαρά, επίμονα και μεθοδικά για τη μεγάλη απόδραση!

Ακριβώς ο εμμονικός ευρωπαϊσμός ήταν το καθοριστικό στοιχείο που χαντάκωσε το επιτελείο που περιστοίχιζε τον Α. Τσίπρα- πράγμα που δεν θα ήταν τόσο τραγικό, αν αυτό το χρεοκοπημένο, πολιτικά και στρατηγικά, επιτελείο δεν είχε πάρει στο λαιμό του ένα λαό ολόκληρο.

Το 2015 αποτέλεσε για τους εμμονικούς ευρωπαϊστές του ΣΥΡΙΖΑ ό,τι ήταν το 1989 για τους οπαδούς του «υπαρκτού σοσιαλισμού»: η στιγμή της αλήθειας, που διέλυσε βίαια το κοσμοείδωλό τους, αποκαλύπτοντας τη φρικιαστική πραγματικότητα της «υπαρκτής Ευρώπης».

Αντί για μια θαρραλέα «επανίδρυση», ωστόσο, αυτοί οι άνθρωποι επέμειναν δογματικά στη φαντασίωσή τους, εξακολουθώντας να βλέπουν μόνο αυτό που ζούσε μόνο στη φαντασία τους κι όχι αυτό που υπήρχε μπροστά στη μύτη τους.

Όμως δεν είναι η ώρα να γλύφουμε τις πληγές μας και να βγάζουμε το άχτι μας.

Είναι η ώρα να κάνουμε την οδύνη πείσμα, τα παθήματα μαθήματα, τις ματαιωμένες ελπίδες απόφαση μιας καινούργιας στράτευσης.

 Είμαστε πολλοί, μπορούμε να γίνουμε πολύ περισσότεροι.

Ένα μεγάλο και ισχυρό ρεύμα αγωνιστών και στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, που, προς τιμήν τους, δεν υπογράφουν τη συμφωνία- σφαγείο, κι έδωσαν το παρόν σε όλους τους μεγάλους αγώνες, από τις πλατείες μέχρι το δημοψήφισμα.

 Δεν είναι μόνο το ούτως ή άλλως ισχυρό και συγκροτημένο ρεύμα της Αριστερής Πλατφόρμας.

Μπορεί κι ένας εξωτερικός παρατηρητής να διαπιστώσει ότι η αγανάκτηση για την ταπεινωτική παράδοση τείνει να αποκτήσει χαρακτηριστικά χιονοστιβάδας, από κάτω μέχρι πάνω, έτσι που τίποτα να μην είναι προδιαγεγραμμένο και όλα- ακόμη και τα φαινομενικά πιο απίθανα σενάρια- να είναι ενδεχόμενα το αμέσως προσεχές διάστημα.

Πέρα από τους πληγωμένους, αλλά ριζοσπαστικά ανήσυχους ανθρώπους του ΣΥΡΙΖΑ, υπάρχει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ- ΜΑΡΣ και πολλοί αγωνιστές μέσα και γύρω από το ΚΚΕ, που έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους σε όλες τις μάχες του προηγούομενου διαστήματος, με ουσιώδη συμβολή στην επεξεργασία ενός εναλλακτικού προγράμματος ανατροπής.

Αλλά και ένας ολόκληρος κόσμος, πέρα από κομματικά καλούπια και περιχαρακώσεις. Ταξικές συνδικαλιστικές κινήσεις, αντιφασιστικές συσπειρώσεις, δημοτικά και περιφερειακά σχήματα, πρωτοβουλίες κοινωνικής αλληλεγγύης- ό,τι καλύτερο έβγαλε αυτή η πενταετία των σκληρών αγώνων και των πολύμορφων πρωτοβουλιών.

Είναι οι επιτροπές αγώνα και στήριξης του ΟΧΙ, που πολλαπλασιάζονται πανελλαδικά, με την πρωτοποριακή συμμετοχή μιας νέας γενιάς που εισέβαλε ορμητικά στο προσκήνιο και ωρίμασε πολιτικά μέσα σε λίγες μέρες όσο θα ωρίμαζε σε κάμποσα χρόνια «ήσυχης» ζωής.

Ένας ολόκληρος κύκλος έκλεισε οριστικά τη Δευτέρα, 13 Ιουλίου. Τώρα είναι μια καινούργια μέρα, που μας καλεί σε μια καινούργια προσπάθεια.

 Ό,τι χάθηκε σε χρόνο, μπορεί να κερδηθεί σε γνώση και βούληση.
Είναι στο χέρι μας, αρκεί να κινηθούμε γρήγορα και αποφασιστικά, για ένα ευρύ, μαχόμενο πολιτικό μέτωπο της λαϊκής επιβίωσης, της υπεράσπισης της δημοκρατίας και της εθνικής κυριαρχίας.

 Χωρίς μεγαλοστομίες και μικροηγεμονισμούς, αγκυλώσεις και ιδεολογισμούς, να δώσουμε έμπνευση, πρόγραμμα μάχης και προοπτική νίκης σ’αυτό το πλατύ, λαϊκό «Κίνημα της 5ης Ιουλίου» που συγκίνησε τον κόσμο όλο.

Σ’αυτή την προσπάθεια δεν περισσεύει κανείς και πάνω σ” αυτήν θα κριθούμε όλοι.

[--->]

Το συμβάν της 5ης Ιουλίου και η ακαριαία ακύρωσή του

 

 

 Συντάκτης: Βίκη Σκούμπη*

Για ποια εμπιστοσύνη μιλάμε; 

Οι κύριοι Σαπέν, Μοσκοβισί και Γιουνκέρ, οι υποτιθέμενοι δηλαδή σύμμαχοι μας στο τελευταίο Eurogroupe, δεν σταματούν να επαναλαμβάνουν ότι η Ελλάδα οφείλει να επανακτήσει την εμπιστοσύνη των εταίρων της.

 Για αυτό καλείται η κυβέρνηση και η Βουλή να ψηφίσει σε fast truck διαδικασία μέτρα που καμία μνημονική κυβέρνηση δεν τόλμησε να περάσει μέχρι τώρα.

Διότι η διαδικασία του δημοψηφίσματος σόκαρε τους πιστωτές και δημιούργησε έλλειμμα εμπιστοσύνης.

 Για να επανακτήσει λοιπόν το κεφάλαιο εμπιστοσύνης που απώλεσε, η κυβέρνηση ποδοπατά όλες τις προεκλογικές αλλά και τις προ του δημοψηφίσματος δεσμεύσεις της.

Και έτσι χάνει οριστικά και αμετάκλητα την εμπιστοσύνη του κόσμου που την ψήφισε ενάντια στην τρομολαγνική προπαγάνδα καναλαρχών και ευρωπαίων ηγετών.

Η επιλογή τίθεται εδώ με όρους αποκλειστικής διάζευξης: ή την εμπιστοσύνη του λαού διατηρείς, ή αυτήν των δανειστών. 

Μέση οδός δεν υπάρχει.

Ούτε περιθώριο για ‘έντιμο συμβιβασμό’. Οι συμβιβασμοί εξ ορισμού είναι άτιμοι, και στην προκειμένη περίπτωση αποδεικνύονται  ατιμωτικοί.

 

Πραξικόπημα

Μας λένε σήμερα ορισμένοι ότι πρέπει να υπερασπίσουμε την κυβέρνηση, όποια πολιτική κι αν εφαρμόζει,  για να μην περάσει το χρηματοπιστωτικό πραξικόπημα. Κάπως αργά άνοιξαν τα μάτια τους.

 Περίμεναν άραγε να διαπιστώσουν αν αυτός που θα χτυπήσει την πόρτα το πρωί θα είναι ο γαλατάς για να αφυπνιστούν;

Το πραξικόπημα, όπως το ξέρουμε όλοι,  διαδραματίζεται μπροστά στα μάτια μας, τουλάχιστον από  τις αρχές Φλεβάρη, όταν η ΕΚΤ σταμάτησε ξαφνικά να δέχεται ως waiver  τα ελληνικά ομόλογα  για να δανείζει στις τράπεζες. Το έκανε τη στιγμή ακριβώς που άρχιζαν οι διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης με τους πιστωτές.

Τότε βγήκαμε στους δρόμους καταγγέλλοντας χρηματιστικό πραξικόπημα. Από εκείνη τη στιγμη μέχρι σήμερα, μια μεθοδευμένη κλιμάκωση της  στρατηγικής της χρηματοπιστωτικής ασφυξίας εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια μας.

Αναφέρω μόνο το προτελευταίο στάδιο της, την έντεχνα ενορχηστρωμένη φυγή κεφαλαίων που υπό την μορφή της αυτοεκπληρούμενης προφητείας κατέληξε να πάρει διαστάσεις bank run.

Ούτε τότε υποψιάστηκαν κάτι τα κυβερνητικά επιτελεία;  Κι αν υποψιάστηκαν, πως και δεν στρώθηκαν στην δουλειά για να επεξεργαστούν ένα εναλλακτικό σχέδιο που θα απελευθέρωνε την κοινωνία από την μέγγενη των στυγνών εκβιασμών;

Μήπως ήδη από τις αρχές Φλεβάρη δεν είχε πει ο Ντάισελμπλουμ στον Γιάνη, πως, αν τυχόν δεν υπογραφεί αμέσως νέο μνημόνιο, οι πιστωτές θα καταστρέψουν την ελληνική οικονομία ωθώντας το τραπεζικό σύστημα σε χρεοκοπία;

Ο ευφυέστατος τέως υπουργός Οικονομικών, τι συμπέρασμα έβγαλε άραγε μετά από μια τόσο ωμή και απροκάλυπτη δήλωση προθέσεων; Βγήκε και το κατήγγειλε στους ευρωπαϊκούς λαούς;

Κάλεσε άραγε την κυβέρνηση να αποκαλύψει αυτά τα σχέδια στην Βουλή και στο  Ευρωκοινοβούλιο;

Ή έστω έβγαλε ο ίδιος ή κάποιος άλλος από  το κυβερνητικό επιτελείο τα συμπεράσματα που επιβάλλονταν σε ότι αφορά τις διαπραγματεύσεις;

Γιατί όλοι εκ των υστέρων παραδέχονται ότι  πραγματικές διαπραγματεύσεις δεν έγιναν ποτέ, και έτσι φτάσαμε με τα αποθεματικά της Ελλάδας είχαν εξαντληθεί, τη χώρα εκτός προγράμματος και τις τράπεζες κλειστές στην τελευταία διάσκεψη κορυφής.

Ο πρωθυπουργός, ο κύριος Βαρουφάκης και η υπόλοιπη κυβέρνηση συνέχισαν επί πέντε μήνες να διαπραγματεύονται μέχρι να τους κολλήσουν στον τοίχο χαλκομανία,  ελπίζοντας στον περιβόητο ‘έντιμο συμβιβασμό’ και την ‘αμοιβαία επωφελή’ συμφωνία..

Τόση αφέλεια πια;  

 Και τέλος πάντων πως δικαιολογείται μια τέτοια ‘αφέλεια’, για να μην χρησιμοποιήσω έναν πιο απρεπή όρο, όταν υπάρχουν τα προηγούμενα ανάλογων χρηματοπιστωτικών πραξικοπημάτων στην Ιρλανδία τον Νοέμβρη του 2010 και στην Κύπρο του 2013;

Όταν όλοι ξέρουμε πως οργανώθηκε  η φυγή κεφαλαίων ανάμεσα τις δύο εκλογικές αναμετρήσεις στην Ελλάδα το 2012;

Άρα όλοι μας ξέραμε πολύ καλά τι μας περιμένει.

Επομένως πίστευε η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα ότι θα πείσει τους «εταίρους» με λογικά επιχειρήματα και επιστημονικές αναλύσεις;

Ή μήπως βασίστηκε στην οικονομίστικη υπόθεση σύμφωνα με την οποία ο δανειστής είναι ο πρώτος που μεριμνά για την οικονομική ευρωστία του οφειλέτη για να εξασφαλίσει την πλήρη και τακτική πληρωμή των οφειλών;

Είναι δυνατόν όσοι μας κυβερνούν εδώ και πέντε μήνες να μην έχουν δει ότι το πρόγραμμα των δανειστών για την Ευρώπη δεν είναι πρωτίστως οικονομικό αλλά πολιτικό;

Και ότι η αιχμή του δόρατος αυτού του σχεδίου συνολικής αναδιαμόρφωσης των ευρωπαϊκών κοινωνιών είναι η παραδειγματική συντριβή της κυβέρνησης Πρώτη φορά αριστερά;

Το συμβάν της 5ης Ιουλίου 

Την προηγούμενη Κυριακή στην Ελλάδα συνέβη κάτι το πρωτόγνωρο. Τα φτωχά και μεσαία στρώματα απελευθερώθηκαν από το καθεστώς του χρεωμένου ανθρώπου με μια λυτρωτική χειρονομία αποδέσμευσης από τον φόβο αλλά και από την μέριμνα των στενά εννοούμενων βιοτικών συμφερόντων.

 Ο κόσμος που ψήφισε Όχι χειραφετήθηκε από  την κυρίαρχη αφήγηση και την ηγεμονία των ΜΜΕ της διαπλοκής.

Ταυτόχρονα όμως λυτρώθηκε και από την λογική που επιβάλλει να φροντίζουμε κατά προτεραιότητα για τα ‘ καλά και συμφέροντα’.

Η αβεβαιότητα της επόμενης μέρας του Όχι  ήταν πλήρης, παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις της κυβέρνησης.

Και παρ’ όλα αυτά, παρά τις κλειστές τράπεζες και την πλήρη παράλυση της οικονομίας, ο κόσμος τόλμησε το μέγα Όχι.

Και αντίθετα με ό, τι αρκετά εύκολα λέγεται δεν το διακινδύνευσαν μόνον όσοι και όσες  δεν έχουν τίποτα πια να χάσουν μετά από πέντε χρόνια μνημονιακής λαίλαπας.

Αλλά και πολλοί από αυτούς που έχουν ακόμη κάτι να περισώσουν, έστω και ένα πετσοκομμένο μισθό, μια μισή σύνταξη, ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι τους ή ένα πενιχρό κομπόδεμα για ώρα ανάγκης στην τράπεζα.

Η 5η  Ιουλίου σηματοδοτεί την στιγμή ανάδυσης ενός εν τη γενέσει πολιτικού υποκειμένου που δεν καθορίζεται από μια καθαρά οικονομίστικη λογική προάσπισης των άμεσων συμφερόντων του. Πρόκειται για μια εξαιρετικά θαρραλέα αποδέσμευση από το εκβιαστικό δίλημμα « τα λεφτά σου ή την ζωή σου».

Ο κόσμος με απίστευτη γενναιότητα δεν έθεσε υπεράνω όλων τα λίγα λεφτουδάκια που είχε περισώσει καθώς κατάλαβε ότι και οι δύο πλευρές της διάζευξης ήταν υποθηκευμένες.

Το καλούσαν να συναινέσει σε μια διπλή απώλεια, και των λεφτών του δηλαδή που θα εξανεμιζόντουσαν με τα καινούργια μέτρα, και της ήδη ρημαγμένης ζωής του.

 Έτσι απάντησε  στο πολιτικό σχέδιο των δανειστών με μια πολιτική πράξη που απελευθερώνει το μέλλον, αυτό δηλαδή που η εξυπηρέτηση του χρέους κρατά εξορισμού δέσμιο.

 Αυτήν ακριβώς την δυνατότητα για ένα άλλο μέλλον διατρανώνει το απίστευτο 61,3%. Αποδεικνύει πως  σε εξαιρετικές συνθήκες είμαστε σε θέση να υπερβούμε τον εαυτό μας και να δράσουμε ενάντια στον ετερό-καθορισμό μας ως απλοί homo economicus.

Αυτή η στιγμή εκκόλαψης ενός πολιτικού υποκειμένου αποτελούσε μέγιστη απειλή για τα σχέδια των Ευρωπαίων ηγετών.

Πόσω μάλλον που είχε ένα πρωτοφανή αντίκτυπο στην Ευρώπη αλλά και σε όλο τον κόσμο. Ήταν λοιπόν επείγον να συντριβεί εν τη γενέσει του ό,τι  διαφάνηκε σαν δυνατότητα την 5η Ιουλίου.

 Κινητοποιήθηκαν τα μεγάλα μέσα  - οι τράπεζες, το κούρεμα καταθέσεων, τι άλλο;- για να επανεγκλωβιστεί ο αιρετικός οφειλέτης στην παγίδα της αέναης και αιώνια επαυξανόμενης εξόφλησης.

 ΄Έτσι φτάσαμε στο πρωί της 13ης Ιουλίου όπου το πολιτικό υποκείμενο ανακλήθηκε στην τάξη του χρεωμένου υποζυγίου.

 Εδώ πρέπει να ομολογήσουμε πως ό, τι διαμείφθηκε σε επίπεδο κυβερνητικών χειρισμών την εβδομάδα που πέρασε, οδηγούσε κατ’ ευθείαν στην πλήρη και άνευ όρων συνθηκολόγηση.

Από την ‘εθνική συναίνεση’ μέχρι τα ανοίγματα στα ποταμίσια ρεύματα, όλες οι κυβερνητικές κινήσεις συνέκλιναν στην πλήρη ακύρωση της 5ης Ιουλίου.

Καταλήξαμε μοιραία να μας σώζει ο πρωθυπουργός από την χρεωκοπία των τραπεζών και της χώρας, αποδεχόμενος την πλήρη ηθική και πολιτική χρεωκοπία της παράταξής του αλλά και της κοινωνίας ολάκερης.

Θα κούρευαν λέει αλλιώς τελείως  τις καταθέσεις οι ‘εταίροι’, θα τις μηδένιζαν.

Δεν είχε άραγε περάσει ένα ανάλογο ενδεχόμενο από το μυαλό όσων ψήφισαν Όχι;

Μην μας υποτιμάτε  και τόσο! Ο λαϊκός κόσμος που αρνήθηκε την συνθηκολόγηση είχε συναίσθηση ότι έμπαινε σε ζώνη αβεβαιότητας και θα υπήρχε κόστος. Δεν ήξερε κανένας ποιο ακριβώς θα ήταν αυτό, αλλά ουδείς ήλπιζε ότι η λαϊκή ετυμηγορία θα γινόταν σεβαστή χωρίς αντίτιμο από τους δανειστές.

Αν το δίλημμα είναι οι καταθέσεις μας ή η ζωή μας ρωτήστε μας τουλάχιστον.

Αφήστε μας ένα περιθώριο να διαλέξουμε εμείς και όχι εσείς στην θέση μας, ανάμεσα στις οικονομίες μας, και στην ελευθερία μας και την αυτοδιάθεσή μας.

Την μία και μοναδική φορά που μας ρωτήσετε, πήρατε την απάντηση.

 Και τώρα τι; 

Το μόνο που απομένει σε αυτήν την κυβέρνηση είναι να αρνηθεί να εφαρμόσει ένα οικονομικό και κοινωνικό πρόγραμμα εξόντωσης που βρίσκεται στους αντίποδες της εντολής που έλαβε, και να παραιτηθεί.
Δεν χρησιμοποίησε το μόνο όπλο που σύμφωνα με όλους τους διεθνείς αναλυτές θα μπορούσε να μετρήσει έστω και την τελευταία στιγμή στις διαπραγματεύσεις και που δεν ήταν άλλο από την ύπαρξη ενός εναλλακτικού σχεδίου που θα απεγκλώβιζε την Ελλάδα από τα εκβιαστικά διλήμματα.

Ένα τέτοιο σχέδιο δεν υπήρξε ποτέ και έτσι η κυβέρνηση παγιδεύτηκε η ίδια στο ‘Ευρώ πάση θυσία’.

Τουλάχιστον ας μην προσυπογράψει, έστω και την ύστατη στιγμή, την  εκχώρηση  εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας και το πρόγραμμα εξόντωσης περιττών πληθυσμών που επιβάλλουν οι δανειστές.

Επιτρέψτε μου να θέσω ένα συγκεκριμένο ερώτημα: τι ακριβώς ασημικά έχει ακόμη να εκποιήσει η Ελλάδα που να έχουν αξία  50 δις για το περίφημο ταμείο γερμανικής κοπής; Τίποτα άλλο από τις μετοχές των τραπεζών που κατέχει το ελληνικό δημόσιο.

Ναι, για τις μετοχές πρόκειται που έχουν χρυσοπληρώσει οι πολίτες και που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛΛ. δεν τόλμησε  να μετατρέψετε σε προνομιούχες για να πάρει έτσι τον έλεγχο των συστημικών τραπεζών οι οποίες  ανήκουν δικαιωματικά σε εμάς που τις ανακεφαλαιοποιήσαμε.

Αυτές είναι τα τελευταία περιουσιακά στοιχεία που καλούμαστε να εκποιήσουμε ως χρεωμένοι άνθρωποι και υποδουλωμένη κοινωνία. Θα το δεχτεί και αυτό η κυβέρνηση;

Δικαιούμαι άραγε να διατυπώνω αυτή την κριτική τέτοιες κρίσιμες ώρες;

Υπενθυμίζω ότι υπήρξα από τους πρώτους, που κατήγγειλαν το χρηματιστικό πραξικόπημα, το οποίο  ευοδώθηκε εξαιτίας των δολοπλοκιών των δανειστών, αλλά και χάρη στους κυβερνητικούς χειρισμούς.

 Προσθέτω ότι παρά μια όχι ιδιαίτερα ευτυχή εμπειρία από το σύντομο πέρασμα μου από τον Σύριζα Παρισιού, έκανα τα αδύνατα δυνατά για να προασπίσω το ‘Πρώτη φορά αριστερά’ στον διεθνή και στον εσωτερικό χώρο.

Κι αν τυχόν αναρωτιέστε γιατί δεν εξαπολύω μύδρους ενάντια στην ποταπή τακτική των δανειστών, σας υπενθυμίζω ότι το έκανα, όταν είχε νόημα. Έγκαιρα και όχι κατόπιν εορτής.

Τελείως ενδεικτικά αναφέρω:

Αντίσταση 

Ορισμένοι, ενάντια σε κάθε λογική, ισχυρίζονται πως, στο βαθμό που  ο Τσίπρας παραμένει πρωθυπουργός, το πραξικόπημα απέτυχε.

 Εν ολίγοις η παραμονή του Σύριζα ή ενός τμήματός του στην κυβέρνηση,  θα αποτελούσε αυτή καθαυτή νίκη ενάντια στις μηχανορραφίες των δανειστών, ακόμα κι όταν αυτή η ίδια κυβέρνηση αναλάβει να εφαρμόσει ένα κανονικό πρόγραμμα εξόντωσης της ελληνικής κοινωνίας.

Ο κύριος Σούλτς δεν έχει ακριβώς αυτή την γνώμη.

Ενώ πριν το δημοψήφισμα δήλωνε ότι πρέπει επί τέλους να τελειώνουμε με την εποχή Σύριζα, τώρα μας διαβεβαιώνει ότι ο μόνος πολιτικός που μπορεί να επιβάλλει πραγματικές   μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα – δηλαδή αντιμεταρρυθμίσεις που να ικανοποιούν τις απαιτήσεις των δανειστών – είναι ο Αλέξης Τσίπρας.

Φάσκει και αντιφάσκει άραγε, σε μια ακόμη άσκηση διγλωσσίας σαν αυτές που μας έχει συνηθίσει;

Ή μήπως λέει εδώ κάτι πολύ πιο αποκαλυπτικό;

Μήπως η αυλαία τέλους στην εποχή Σύριζα θα πέσει, όταν ακριβώς χρησιμοποιηθεί ευφυώς το πολιτικό κεφάλαιο του Τσίπρα για να περάσουν ειδεχθή μέτρα που θα έριχναν  οποιανδήποτε άλλη κυβέρνηση; Με ένα σμπάρο, δυο τρυγόνια.

Ο Τσίπρας περνάει ότι αντιμεταρρυθμίσεις θέλουμε και φθείρεται μέχρι τελικής πτώσεως. Έτσι η εποχή Σύριζα λήγει οριστικά και αμετάκλητα.

Ας μην βαυκαλιζόμαστε λοιπόν ανάγοντας σε πράξη αντίστασης την παραμονή του Σύριζα στην κυβέρνηση με οποιοδήποτε κόστος.

Είναι αλήθεια πράξη αντίστασης στους δανειστές να ανακαλέσει η κυβέρνηση τα ελάχιστα μέτρα που πρόλαβε να πάρει και τα οποία θεωρούνται ‘μονομερείς ενέργειες’; 

Είτε μας αρέσει, είτε όχι, το πραξικόπημα των ταλιμπάν του νεοφιλελευθερισμού πέτυχε, και μάλιστα με τον καλύτερο για αυτούς τρόπο.

Διότι ο ευτελισμός και η πλήρης αναξιοπιστία μιας κυβέρνησης στα μάτια αυτών που την εξέλεξαν, αποτελεί πιο ισοπεδωτικό θρίαμβο από την ανατροπή της.

 Όταν ανατρέπεις μια εκλεγμένη κυβέρνηση, οποιανδήποτε στιγμή μπορεί με μια αλλαγή συσχετισμού δυνάμεων να επανέλθει στο προσκήνιο.

 Όταν όμως την εξευτελίζεις κάνοντας την να χάσει κάθε αξιοπιστία, τότε δεν υπάρχει δρόμος επιστροφής. Επιστέγασμα αυτή της στρατηγικής θα είναι η κυβερνητική σύμπλευση της προεδρικής ομάδας του Σύριζα με τα γνωστά Πασοκοπόταμα.

Όπως είπε και ο Σταύρος, ο ‘στόχος επετεύχθη’, αναμένουμε στο ακουστικό μας για την σωτηρία της πατρίδος.

Θα ήταν επομένως πραγματική στρεψοδικία να αντιτάξει κάποιος ότι αν τυχόν παραιτηθεί ο Τσίπρας θα μπει δοτή κυβέρνηση στη θέση του.

Είναι προτιμότερο να επιτελέσει το έργο δοτής κυβέρνησης η σημερινή κυβέρνηση, απαλλαγμένη από όσους διαφωνούν και εμπλουτισμένη με τους γνωστούς πρόθυμους;

Να γίνει δηλαδή δοτή μια κυβέρνηση που εκλέχθηκε σε συνθήκες ιδεολογικού και επικοινωνιακού πολέμου και ενσάρκωσε μέχρι πρότινος τις ελπίδες των λαών της  Ευρώπης;

Έχουμε συναίσθηση που θα εκτιναχτεί το ποσοστό της Χρυσής Αυγής σε μια τέτοια περίπτωση;

Ας παραιτηθεί λοιπόν η κυβέρνηση τώρα και ας αναλάβουν οι όποιοι Παπαδήμοι, για να έχουμε και μια κυβέρνηση να ρίξουμε.

Διότι η παραμονή του Σύριζα ή ενός μέρος του στην κυβέρνηση δρα ανασχετικά στις λαϊκές κινητοποιήσεις ενάντια στο τρίτο και επαχθέστερο μνημόνιο.

Είναι σωστό να κατέβει κανείς στους δρόμους ενάντια στην κυβέρνηση που θέλει να ρίξει ο Σόιμπλε, αναρωτιούνται αρκετοί και διστάζουν να βγουν στους δρόμους. 

 Εξάλλου η άρνηση της κυβέρνησης να εφαρμόσει ένα καθολικό πρόγραμμα εξόντωσης, είναι ο μόνος τρόπος για να διατηρηθεί η ήδη επισφαλής ενότητα του Σύριζα.

Γιατί, αν αυτή η κυβέρνηση στη προσεχή «αναβαθμισμένη» εκδοχή της, μετατραπεί σε διαχειριστή του ολέθρου που επιβάλλουν οι δανειστές, όχι μόνο ο Σύριζα θα διαλυθεί εις τα εξ ων συνετέθη,  αλλά και ο κόσμος θα βρεθεί αργά ή γρήγορα στους δρόμους και ενδεχομένως με πολύ άγριες διαθέσεις.

Σε αυτήν την περίπτωση, σκοπεύει ο κύριος Πανούσης να μας ψεκάσει ληγμένα χημικά και να μας λιανίσει με  επιδρομές Δελτάδων; 

Το  Όχι της 5ης Ιουλίου δεν ακυρώνεται τόσο εύκολα. Σήμερα, αύριο ή σε λίγους μήνες, θα βγούμε στους δρόμους  για να πάρουμε τις ζωές μας στα  χέρια μας.

 Και αν χρειαστεί, θα το κάνουμε και ενάντια στον Σύριζα.
*αρχισυντάκτρια του περιοδικού αληthεια 
[--->]

Καμία λύπηση, το λογαριασμό θα τον πληρώσουμε εμείς και μόνο εμείς


Ρωμανιάς: 80% η μείωση συντάξεων στο νομοσχέδιο για την πρόωρη συνταξιοδότηση

"Aς έρθουν να το εφαρμόσουν αυτοί που το έφτιαξαν!". 



Ο κ. Ρωμανιάς ξεκαθάρισε την θέση του λέγοντας: "Ένα τέτοιο νομοσχέδιο δεν μπορεί να με κρατήσει στο υπουργείο Εργασίας".

"Έχω μείνει κατάπληκτος! Δεν ξέρω ποιοι το έφτιαξαν αυτό το σχέδιο αλλά δεν διστάζω να το χαρακτηρίσω τερατούργημα" σημείωσε. 

Τελικά :
Στο ν/σ που κατατέθηκε έχουν αποσυρθεί διατάξεις για τις προωρες συνταξεις κ για την αύξηση φόρου από 26% σε 29% για ελ.επαγγελματίες

Από την «ανατροπή» στον «ιστορικό συμβιβασμό»

Την δική του κριτική στην πορεία του ΣΥΡΙΖΑ και την συμφωνία της ελληνικής κυβέρνησης στην τελευταία σύνοδο κορυφής κάνει ο Γιάννης Μηλιός μέσω άρθρου στην προσωπική του ιστοσελίδα.

Ένας απολογισμός της μετεξέλιξης του ΣΥΡΙΖΑ με αυτοβιογραφικά στοιχεία

Από την «ανατροπή» στον «ιστορικό συμβιβασμό» (και από το «οι κοινωνικές ανάγκες πάνω από τα κέρδη» στην «παραγωγική ανασυγκρότηση»).
Η συμφωνία της ελληνικής κυβέρνησης στη Σύνοδο Κορυφής της 12ης Ιουλίου 2015 εγκαινιάζει μια νέα φάση για την ελληνική κοινωνία, την Αριστερά και τον ΣΥΡΙΖΑ. 
Είναι σίγουρο, όπως συνομολογείται από πολλές μεριές, ότι «ο αγώνας συνεχίζεται». 

Μπορεί όμως ο αγώνας των λαϊκών τάξεων για βελτίωση της ζωής τους και αλλαγή της κοινωνίας να έχει ως κέντρο, ως «Γενικό Επιτελείο», μια κυβέρνηση που συνομολόγησε και υποχρεώνεται να υλοποιήσει το 3ο Μνημόνιο, δηλαδή ένα πρόγραμμα οικονομικών και κοινωνικών μετασχηματισμών ενταγμένο απόλυτα στο νεοφιλελεύθερο πλαίσιο εμπέδωσης των συμφερόντων του κεφαλαίου; 

Έχει περιθώρια μια τέτοια κυβέρνηση να ξεφύγει από το ασφυκτικό πλαίσιο της «συνέχειας» ενός κράτους, που επί πέντε χρόνια θεσμοθετεί ψαλιδίζοντας τα εισοδήματα της κοινωνικής πλειοψηφίας, διαλύοντας τους θεσμούς κοινωνικής προστασίας, ιδιωτικοποιώντας τα δημόσια αγαθά, καταστέλλοντας τα κοινωνικά κινήματα;

Και ποιο ρόλο μπορεί να παίξει το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, της κύριας κυβερνητικής δύναμης μέχρι σήμερα;

Στα ερωτήματα αυτά απαιτούνται συλλογικές απαντήσεις. Προηγουμένως, ή μάλλον παράλληλα, θεωρώ ότι ένας απολογισμός για το πώς φτάσαμε έως εδώ, είναι πολλαπλά χρήσιμος.

1. Επιλογή θέσης μάχης
Όταν στις 29/12/2014 ο τότε Πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς ανακοίνωσε ότι θα προκηρύξει βουλευτικές εκλογές (της 25/1/2015), επιδίωξα άμεση συνάντηση με τον Πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα και του ανακοίνωσα την απόφασή μου να μην είμαι υποψήφιος βουλευτής, αλλά ούτε και να αναλάβω θέση στην επερχόμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.

 Αμέσως μετά ενημέρωσα την Πολιτική Γραμματεία του Κόμματος, της οποίας ήμουν μέλος ως Υπεύθυνος Οικονομικής Πολιτικής, και προχώρησα σε μια σχετική δημόσια δήλωση.1 Εντούτοις, στις 26/1/2015 ο Πρόεδρος του Κόμματος και ήδη νέος πρωθυπουργός μου πρότεινε να αναλάβω χαρτοφυλάκιο αναπληρωτή υπουργού. Αρνήθηκα την τιμητική αυτή πρόταση, όπως και άλλες που ακολούθησαν, για τοποθέτησή μου σε διεθνείς Οργανισμούς.
Το ίδιο έπραξα και προ ολίγων ημερών, όταν μου προτάθηκε να αναλάβω θέση αναπληρωτή υπουργού εξωτερικών, μετά την απόφαση του Νίκου Χουντή να παραιτηθεί από μέλος της κυβέρνησης και βουλευτής, για να αναλάβει Ευρωβουλευτής, ύστερα από την παραίτηση από το Ευρωκοινοβούλιο του Μανώλη Γλέζου.

Η στάση που επέλεξα, ήδη από τα μέσα του 2014, και την οποία διατηρώ μέχρι σήμερα, στηρίζεται σε δύο διαπιστώσεις και μια εκτίμηση:
α) Η πρώτη διαπίστωση είναι ότι μετά το 2012 και ιδίως μετά τις Ευρωεκλογές του 2014 ο ΣΥΡΙΖΑ έχει υιοθετήσει μια στρατηγική «ιστορικού συμβιβασμού», δηλαδή ασκεί πολιτική στο πνεύμα ενός κόμματος και μιας κυβέρνησης «εθνικής ενότητας»: Εξομάλυνση και άμβλυνση των κοινωνικών αντιθέσεων, με «κοινό για όλους» «εθνικό στόχο» την ανάπτυξη της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας (καπιταλιστική ανάπτυξη που κατ’ ευφημισμό ονομάζεται «παραγωγική ανασυγκρότηση») και την προστασία των θυμάτων εκείνων των μνημονιακών πολιτικών, που βρέθηκαν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας («αντιμετώπιση ανθρωπιστικής κρίσης»).

β) Η δεύτερη διαπίστωση είναι ότι η στρατηγική του «ιστορικού συμβιβασμού», δηλαδή η αντίληψη τελικά πως η Ελλάδα μετά την κρίση του 2008 μπορεί να κυβερνηθεί με τον προκρισιακό τρόπο, αποτελεί αυταπάτη, που συνέπειά της μπορεί να είναι μόνο η ήττα της αριστερής στρατηγικής και ο μετασχηματισμός της Αριστεράς σε καθεστωτική δύναμη. 

Διότι η κρίση ανέδειξε ως μοναδική στρατηγική των κυρίαρχων κεφαλαιοκρατικών τάξεων τη λιτότητα και τη διάλυση του κοινωνικού κράτους, πράγμα που σημαίνει ότι η αριστερή πολιτική μπορεί να είναι μόνο συγκρουσιακή, πολιτική ρήξεων με το κεφάλαιο, πολιτική αναδιανομής υπέρ της εργασίας: Αναδιανομής πλούτου, εισοδήματος και ισχύος (συνδικαλιστικά δικαιώματα, δημοκρατικοί θεσμοί, πλαίσιο συνεργατικής-αλληλέγγυας αναδιοργάνωσης τομέων της οικονομίας, κλπ.).

γ) Η εκτίμηση είναι ότι σαν αποτέλεσμα της στροφής του ΣΥΡΙΖΑ προς τον «ιστορικό συμβιβασμό», η πλέον πρόσφορη στάση για τον μέχρι τη στιγμή εκείνη Υπεύθυνο Οικονομικής Πολιτικής του Κόμματος ήταν να συμβολοποιήσει με την απουσία του από τη Βουλή και την κυβέρνηση το πρόβλημα: 

Διατηρώντας την ανεξαρτησία μου από την κυβερνητική εξουσία, να ασκήσω ανοικτά την εποικοδομητική εκείνη κριτική, που μέσα από τις εσωκομματικές διαδικασίες αλλά και τον δημόσιο διάλογο θα συμβάλλει στην αλλαγή πορείας: 

Για την αφύπνιση του ριζοσπαστικού δυναμικού που περιέχει ο ΣΥΡΙΖΑ, για την επαναφορά της απολύτως απαραίτητης κοινωνικής μεροληψίας που πρέπει να περιέχει η πολιτική της Αριστεράς: 

Υπεράσπιση των συμφερόντων της εργασίας και της κοινωνικής πλειοψηφίας, σε σύγκρουση με τα συμφέροντα του κεφαλαίου, σε έναν κοινωνικό πόλεμο που έτσι κι αλλιώς μαίνεται αδυσώπητος, ιδιαίτερα μετά το 2010.2

2. Ιδεολογική και πολιτική παρέμβαση για αλλαγή πορείας
Ήδη στις 9/6/2014, σε άρθρο που συνυπογράφαμε με τον Σπύρο Λαπατσιώρα3επισημαίναμε μεταξύ άλλων:
«Μετά τις εκλογές του 2012, υιοθετήθηκε μία στρατηγική που [… χαρακτηρίζεται από] τη σχετική υποχώρηση του αιτήματος για “αναδιανομή” / “να πληρώσουν οι πλούσιοι” , ως οργανωτικού στοιχείου του λόγου του ΣΥΡΙΖΑ, υπέρ του αιτήματος για “παραγωγική ανασυγκρότηση” ως κύριου οργανωτικού στοιχείου.

 Η μετατόπιση αυτή αντανακλά επίσης την προσπάθεια διεύρυνσης των κοινωνικών συμμαχιών προς τμήματα του επιχειρηματικού κόσμου που έχουν πληγεί από την κρίση […] 

Μια υποχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ μπροστά στη δύναμη του συστήματος, ειδικά στις σημερινές συνθήκες, θα άφηνε τη δυνατότητα να καταστεί δύναμη διακυβέρνησης μόνο με βάση την απελπισία (και όχι την ελπίδα ή πολύ περισσότερο τη συστράτευση) των κατώτερων τάξεων – και αυτό δεν πάει πολύ μακριά. […] 
Η Αριστερά δεν έχει κανένα λόγο να επιχειρήσει μία φυγή από το κοινωνικό πρόβλημα και την αυξανόμενη κοινωνική πόλωση. Δεν έχει κανένα λόγο να επικαλείται τον πατριωτισμό για να συσσωρεύει ένα ανεξόφλητο κοινωνικό χρέος, όπως έκανε σε προηγούμενες δεκαετίες το ΠΑΣΟΚ. […] Απαιτείται το κόμμα να οργανώσει τις αντιστάσεις της κοινωνίας, να ανοιχτεί στα στρώματα που πλήττονται, προτάσσοντας την αναδιανομή υπέρ των πολλών και οργανώνοντας τα λαϊκά αιτήματα γύρω από αυτόν τον πυρήνα, μετασχηματίζοντας τις διεκδικήσεις σε ένα πρόγραμμα αλλαγής της ελληνικής κοινωνίας».

Λίγες μέρες αργότερα, στην τοποθέτησή μου στην Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ (21/6/2014), επισήμανα ότι το κρίσιμο ζήτημα της περιόδου που σηματοδοτεί τη στροφή του ΣΥΡΙΖΑ προς τον «ιστορικό συμβιβασμό», δηλαδή επιταχύνει τη συστημική μετάλλαξη της πολιτικής του, είναι η προσέγγιση με τις δυνάμεις της Κεντροαριστεράς και ιδιαίτερα με τη «μνημονιακή» ΔΗΜΑΡ.
Μια συμμαχία με τη ΔΗΜΑΡ θα λειτουργούσε ως άλλοθι για την απεμπόλιση του ριζοσπαστικού Προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ, στο όνομα μιας «συμφωνίας εθνικού χαρακτήρα με ευρωπαϊκό προσανατολισμό» (Δ. Βίτσας, Γραμματέας ΣΥΡΙΖΑ, 3/10/2014, Χαιρετισμός στο Συνέδριο της ΔΗΜΑΡ4 ). Για τον λόγο αυτό καταψήφισα (μαζί με τον Σπύρο Λαπατσιώρα) την Απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής. 

Στην ομιλία μου στην Κεντρική Επιτροπή επισήμαινα:
«Σήμερα καλούμαστε να ψηφίσουμε ένα κείμενο που αποτιμά την πολιτική μας και επαναφέρει άξονες των προγραμματικών μας θέσεων. Αν το ζήτημα ήταν αυστηρά το κείμενο αυτό, δεν θα είχα λόγους να μην το ψηφίσω. Δυστυχώς όμως το κείμενο δεν αντιστοιχεί στο γενικότερο μήνυμα που εκπέμπουμε προς την κοινωνία […] μου είναι αδύνατο να το υποστηρίξω, διότι θα ήταν σαν να εθελοτυφλώ μπροστά στον κίνδυνο που βρίσκεται μπροστά μας, να χάσουμε το στοίχημα της ανατροπής.

[…] Εμείς είμαστε αυτοί που μιλούν για την ανατροπή της λιτότητας και της κοινωνικής καταστροφής, όχι για μια μικρή διόρθωσή τους, με διατήρηση όσων κεκτημένων εξασφάλισαν οι κυρίαρχες τάξεις επί δεκαετίες και ιδίως τα τέσσερα τελευταία χρόνια […] Για μας η εξουσία είναι απλώς μέσο, για να έρθουν στο προσκήνιο τα συμφέροντα της κοινωνικής πλειοψηφίας, για μια κοινωνία και οικονομία των κοινωνικών αναγκών […] Όταν […] μιλάς για δήθεν συμμαχίες με τα φιλομνημονιακά κόμματα και πρόσωπα, […] είναι σαν να λες στο ακροατήριό σου: Δεν γίνεται να εφαρμοστούν οι αλλαγές που ευαγγελιζόμαστε εμείς, γι’ αυτό φρενάρουμε».5

Καίτοι η προσέγγιση με τη ΔΗΜΑΡ δεν προχώρησε, λόγω αφενός της εκλογικής εξαφάνισης του κόμματος αυτού στις Ευρωεκλογές και αφετέρου, ιδίως, λόγω των αντιστάσεων εκ μέρους της μεγάλης πλειοψηφίας των στελεχών και μελών του ΣΥΡΙΖΑ, εντούτοις η στρατηγική του «ιστορικού συμβιβασμού» παρέμεινε και εκφράστηκε ποικιλοτρόπως, μεταξύ άλλων με τα πρόσωπα που επιλέχθηκαν, πολύ χρόνο πριν τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου, για να στελεχώσουν κρίσιμες υπουργικές και άλλες θέσεις της οικονομικής πολιτικής στην επερχόμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.

Εντούτοις, και αυτό είναι το σημαντικό, η επιλογή των προσώπων δεν έπαιξε ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο, καθώς δεν ήταν η αιτία αλλά το αποτέλεσμα και το σύμπτωμα της μεταστροφής προς τον ιστορικό συμβιβασμό. Η παραγκώνιση των ομάδων εργασίας του Κόμματος και της δουλειάς τους, η αγνόηση των επεξεργασιών και προτάσεων του Τμήματος Οικονομικής Πολιτικής κλπ., δεν συνιστούν παρά υλοποίηση της στρατηγικής του «ιστορικού συμβιβασμού» προς την οποία είχε προσανατολιστεί το επιτελείο του Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, και προπάντων ο σημερινός αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, ως επικεφαλής του «κυβερνητικού Προγράμματος» του ΣΥΡΙΖΑ, πολύ καιρό πριν την 25η Ιανουαρίου.
Η παγίωση αυτής της πορείας με οδήγησαν στο να υιοθετήσω τη συγκεκριμένη «επιλογή θέσης μάχης» που περιέγραψα στην προηγούμενη ενότητα αυτού του κειμένου: Να παραμείνω εκτός Βουλής και Κυβέρνησης.

Παρά την κριτική μου προς την πορεία του ΣΥΡΙΖΑ μέσα στις εσωκομματικές διαδικασίες ή σε θεωρητικά και πολιτικά κείμενα ή συγκεντρώσεις οργανώσεων και πρωτοβουλιών του ΣΥΡΙΖΑ, συνέχιζα να εμφανίζομαι στα ΜΜΕ (τηλεοράσεις, ραδιόφωνα και σχετικές ιστοσελίδες), όπου έκανα ό, τι έχει την υποχρέωση να κάνει κάθε στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ που εμφανίζεται στα ΜΜΕ: Υπερασπιζόμουν την επίσημη γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ, όποια κι αν ήταν αυτή.

Στα ΜΜΕ έπαψα να εμφανίζομαι μετά τη Συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου 2015, όταν πλέον μου ήταν αδύνατο να υπερασπιστώ την ήδη προδιαγεγραμμένη πορεία προς αυτό που έχουμε σήμερα, το 3ο Μνημόνιο (βλ. στα επόμενα).
Μετά την 20ή Φεβρουαρίου έδωσα πλέον όλο το βάρος των παρεμβάσεών μου στο να δείξω στους συντρόφους μου ότι απαιτείται άμεσα μια ριζική αλλαγή πορείας, πριν εξαντληθούν όλοι οι πόροι του ελληνικού Δημοσίου αλλά και οι αντοχές της κοινωνικής πλειοψηφίας που μας στήριζαν. 

Σε θεωρητικό επίπεδο επιχειρηματολογούσα ότι τα Μνημόνια δεν αποτελούν «λάθος πολιτική», αλλά πολιτική αντιλαϊκή: Τα μνημόνια συμπυκνώνουν τις κομβικές επιλογές των κυρίαρχων τάξεων, της ολιγαρχίας, αλλάζουν βιαίως την κοινωνία και επιβάλλουν ένα νέο κοινωνικό καθεστώς παντοκρατορίας του κεφαλαίου και των αγορών

Την ανάλυση αυτή εμβάθυνα με σειρά μελετών και άρθρων στα οποία θεμελίωσα την άποψη ότι η λιτότητα αποτελεί την πλέον προσήκουσα πολιτική για την αντιμετώπιση της πτώσης της κεφαλαιακής κερδοφορίας (της «κρίσης του κεφαλαίου»), καθώς αποτελεί συνιστώσα της ευρύτερης στρατηγικής για μείωση του κόστους ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος.


 Οι στρατηγικές μείωσης του κόστους είναι εξ ορισμού πάντα πολιτικές συρρίκνωσης της ζήτησης και ως εκ τούτου αρχικά παράγουν αποτελέσματα ύφεσης, προσβλέποντας όμως σε μια μελλοντική ανάπτυξη μέσω της αυξημένης κερδοφορίας.
 
Εντούτοις, με δεδομένο πως ό, τι αποτελεί «εργασιακό κόστος» για το κεφάλαιο συνιστά το επίπεδο διαβίωσης των εργαζομένων και κατ’ επέκταση της κοινωνικής πλειοψηφίας, τα Μνημόνια αποτελούν ταξικές πολιτικές, που στοχεύουν σε μια ανάκαμψη της (καπιταλιστικής) οικονομίας με κοινωνικά «άδικο» τρόπο, δηλαδή σε βάρος της ζωής των πολλών.6
Παρά την κομματικότητα της στάσης μου, δηλαδή το γεγονός ότι υπερασπίστηκα στα ΜΜΕ την «επίσημη γραμμή» του ΣΥΡΙΖΑ μέχρι τη χρονική στιγμή (20ή Φεβρουαρίου) που δεν μπορούσα να την υπερασπίζομαι πλέον, εντούτοις έπεσα θύμα επαναλαμβανόμενων χυδαίων «παροπολιτικών», τα περισσότερα από τα οποία, όπως με πληροφόρησαν, είχαν εσωκομματικές προελεύσεις.
Ξαφνικά στον πολυτασικό και δημοκρατικό ΣΥΡΙΖΑ κάποιοι θεώρησαν σκόπιμο να συκοφαντούν με «παραπολιτικές» κακοήθειες όσους ασκούν κριτική. 

Ακόμα κι αν η κριτική ασκείται με εποικοδομητική διάθεση, για τη διόρθωση της «επίσημης γραμμής», και ασκείται μάλιστα στο εσωκομματικό πεδίο και μέσα από θεωρητικά κείμενα. Ο καθείς και τα όπλα του …

[--->]

Πραξικόπημα ναι,αλλά ο Τσίπρας ''αντιστέκεται'' με Μνημόνια


Θεσμοί αίματος

[...] Ανασκουμπώνομαι. Λιομαζώματα στ' Απεράθου της Νάξου· προπολεμικά. Ψηλά στα δέντρα οι άντρες ραβδίζουν και τα γυναικόπαιδα χάμω συγκεντρώνουν τον καρπό. Ξάφνου σπάει ένα κλαρί κι ο Γερμάνος πέφτει με πάταγο στο έδαφος. Αναστάτωση. Συντρέχουν οι πάντες να τον βοηθήσουν. Γερό κόκαλο, όμως, δεν μασάει από ατυχήματα και βρίσκεται μετ' ολίγον πάλι στη θέση του.

Γελαστός ο Μπεολοθέτης, όστις, καθ' όλο το διάστημα που μεσολάβησε, έμεινε σιωπηλός και ατάραχος στη διπλανή ελιά, κάνει τότε σκωπτικά στον Γερμάνο: «Αφού ήτονε να ξανανεβείς, ήντα 'θελες κι ήρχουσου κάτω;». Τουτέστιν, αφού ρε Καραμήτρο επρόκειτο να υπογράψεις ταπεινωτική συμφωνία, προς τι οι κόνξες πεντέμισι μήνες τώρα; Αν δεν ήξερες, ας ρώταγες. Η πολιτική, δυστυχώς, είναι αμείλικτη και κρίνεται από το αποτέλεσμα.

Ηττα οικτρή, και όχι μόνο για τον ελληνικό λαό, αποτελεί τούτη η συνθηκολόγηση. Το να καθορίζει τους όρους του ο ισχυρός στον αδύνατο σε μια διαπραγμάτευση είναι σύνηθες. Δεν ματάγινε, εν τούτοις, να επιλέγει και τους εκπροσώπους του στο τραπέζι. (Περίπτωση Βαρουφάκη). Ούτε να εκδιώκεις τον Φλεβάρη τον Τόμσεν, ως ειδεχθή τροϊκανό, και να ζητάς την τεχνική του συνδρομή τον Ιούλιο, στη διατύπωση της πρότασής σου προς τους θεσμούς... αίματος. Αχ πού 'σαι νιότη που 'δειχνες...

Δημήτρης Νανούρης
[--->]

Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΧΡΥΣΩΝΕΙ ΤΟ ΧΑΠΙ ΤΟΥ ΜΝΗΜΟΝΙΟΥ ΩΣ ΔΗΘΕΝ …ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ!

[...] Και στη διαχείριση μάλιστα της δημοσιονομικής κρίσης οι ομοιότητες με το παρελθόν περισσεύουν, καθώς το νέο δάνειο από το ευρωπαϊκό ΔΝΤ, τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, που θα αντιμετωπίσει κατά ένα σημαντικό μέρος την αποπληρωμή λήξεων στο ΔΝΤ και την ΕΚΤ, θα αυξήσει τη συνολική υπερχρέωση. Το δημόσιο χρέος έτσι θα αυξηθεί περαιτέρω!

Η υποταγή του ΣΥΡΙΖΑ στις πιέσεις των πιστωτών αντιμετωπίζονται ωστόσο από την ηγεσία του σαν ένας τακτικός ελιγμός.
 Σαν μια μικρή υποχώρηση που θα του επιτρέψει να παραμείνει στην εξουσία και εν ευθέτω χρόνο, όταν δηλαδή θα έχουμε απαλλαγεί από το βάρος των δανειακών υποχρεώσεων, τότε ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορέσει να ανακτήσει το χαμένο έδαφος, να κλείσει το ρήγμα που δημιουργήθηκε και, μετά απ’ όλα αυτά, να εφαρμόσει το αριστερό του πρόγραμμα, σύμφωνα με την αφήγηση πολλών κυβερνητικών στελεχών… 

Είναι το σενάριο της μνημονιακής παρένθεσης, που επιχειρεί να χρυσώσει το χάπι του τρίτου μνημονίου. 
Προς επίρρωση μάλιστα επικαλούνται το παράδειγμα της Βραζιλίας, που κατόπιν ορισμένων συμβιβασμών στην αρχή και χάρη σε αυτούς, το (εκφυλισμένο) Κόμμα Εργατών μπόρεσε να παραμείνει στην κυβέρνηση περισσότερο από μια δεκαετία. 

Αρχικά, οποιαδήποτε σύγκριση με τη Βραζιλία είναι το λιγότερο άστοχη, καθώς πρόκειται για μη συγκρίσιμα μεγέθη. Η Βραζιλία είναι η οικονομική υπερδύναμη της Λατινικής Αμερικής, αντίθετα με την Ελλάδα, που είναι ο τελευταίος τροχός της ευρωπαϊκής αμάξης, αν αφήσουμε έξω τις ανατολικοευρωπαϊκές χώρες. 

Αυτή η οικονομική υπεροχή, προσέφερε στη Βραζιλία και τις δυνατότητες οικονομικής ανάπτυξης με τον Λούλα αρχικά και τη Ρουσέφ στη συνέχεια να γίνονται ο πολιτικός εκφραστής των αστικών οικονομικών δυνάμεων που πήραν τα ηνία στη μετα–ΔΝΤ εποχή.

Κι αυτή ωστόσο η «επιτυχία» θεμελιώθηκε επάνω στην προδοσία των λαϊκών στρωμάτων που στήριξαν τον Λούλα με το αρχικό φιλολαϊκό του πρόγραμμα να συρρικνώνεται (σε βαθμό εξαφανίσεως) στην αντιμετώπιση της ακραίας φτώχειας. 

Αν αυτό είναι το όραμα του ΣΥΡΙΖΑ, μπορεί να το φέρει καλύτερα σε πέρας η ΕΕ με τα σχετικά προγράμματα που ήδη χρηματοδοτεί…

Στην Ελλάδα, οι πολιτικές εξελίξεις θα τρέξουν με ραγδαίους ρυθμούς, με αφορμή την απώλεια της δεδηλωμένης, όπως φάνηκε από τους 145 ψήφους που συγκέντρωσε το τρίτο μνημόνιο εκ μέρους της κυβερνητικής πλειοψηφίας, σε ένα σύνολο 251 θετικών ψήφων. 

Το δημοσκοπικό προβάδισμα 20 ποσοστιαίων μονάδων του ΣΥΡΙΖΑ έναντι της ΝΔ, όπως καταγραφόταν προχθές και ήταν μάλιστα από τις πρώτες ειδήσεις στον ιστότοπο της Αυγής, σύντομα θα είναι γλυκιά ανάμνηση για όσους κυβερνητικούς έχουν την αυταπάτη ότι θα συνεχίσουν να απολαμβάνουν τα οφέλη της εξουσίας μετά την προδοσία των λαϊκών προσδοκιών για ανατροπή της λιτότητας και του καθεστώτος υποτέλειας. 

Τις ίδεις αυταπάτες καλλιεργούσαν ΠΑΣΟΚ και ΝΔ τα προηγούμενα χρόνια, επικαλούμενοι μάλιστα το ίδιο επιχείρημα (της ανυπαρξίας αντιπολίτευσης) μέχρι που κατρακύλησαν στα Τάρταρα της ανυποληψίας, από τους ίδιους τους ψηφοφόρους τους
 
*Πηγή: prin.gr 


[--->]
[-[-[->]