από parapoda
Το ζήτημα των Παλαιστινίων Προσφύγων αφορά
ολόκληρη την ανθρωπότητα. Το Ισραήλ επιδιώκει να δώσει ένα νέο ορισμό στην
έννοια “πρόσφυγας”, αντίθετο από αυτόν που έχει καθιερωθεί στο Διεθνές Δίκαιο.
“Πρόσφυγες”, θεωρεί το Ισραήλ, μόνο τους πρώτης γενιάς εκδιωχθέντες, “μερικές
χιλιάδες”. Εύκολα γίνεται αντιληπτό πως αν αυτός ο ορισμός επικρατήσει, δεν
είναι μόνο το ζήτημα των Παλαιστινίων Προσφύγων που δεν θα λυθεί, αλλά και όλων
των άλλων ανοιχτών συγκρούσεων (π.χ. Κυπριακό) που προκάλεσαν πρόσφυγες. Κυρίως,
όμως, και των μελλοντικών. Αν επικρατήσει ο ορισμός που δίνει το Ισραήλ, τότε,
οι εκτοπίσεις πληθυσμών θα είναι ακόμα πιο μεγάλες και δυναμικές, καθώς μόνο ο
παράγοντας “χρόνος” θα αρκεί για να “λύνει” το εκάστοτε προσφυγικό ζήτημα που
θα ανακύπτει.
Το ελληνικό κράτος, με τη συνεργασία του με το
εθνοκαθαρτικό σιωνιστικό κράτος, δεν υπονομεύει μόνο το δικαίωμα της επιστροφής
των ζώντων ελλήνων προσφύγων (στην Κύπρο ή την Τουρκία), και το δικαίωμα
εκτοπισμένων πολιτών του σε πιθανές μελλοντικές συγκρούσεις, αλλά, γενικότερα,
υπονομεύει το βασικό όπλο της χώρας αυτή τη στιγμή, το Διεθνές Δίκαιο.
To “σχέδιο” Τραμπ περί δήθεν “επίλυσης” του
Παλαιστινιακού, η επονομαζόμενη “Συμφωνία του Αιώνα”, που πρόκειται σύντομα να
ανακοινωθεί, αφήνει “εκτός συζήτησης” το θέμα της Ιερουσαλήμ, αλλά και των
Παλαιστινίων Προσφύγων. Σε αντίθεση ακόμα και με τις συμφωνίες του Όσλο που
μετέθεταν χρονικά τη συζήτηση του ζητήματος (και το οποίο πάντως συζητήθηκε, με
το Ισραήλ να δέχεται κατ'αρχήν την επιστροφή, έστω, απροσδιόριστου αριθμού
προσφύγων), εδώ το ζήτημα δεν λύνεται καθόλου.
Παρ' όλα αυτά, οι υγιείς φωνές, μέσα σε ένα όλο
και πιο νοσηρό κλίμα στην ισραηλινή κοινωνία δεν σταματούν. Ίσως για πρώτη
φορά, μετά την φραστική έστω αναγνώριση της αναγκαιότητας του ΚΚ Ισραήλ για “αλλαγή
καθεστώτος” το 1952-53 (όταν παράλληλα η ΕΣΣΔ, ζώντος του Στάλιν, διέκοπτε τιςδιπλωματικές σχέσεις με τη φιλοϊμπεριαλιστική σιωνιστική οντότητα), ισραηλινή
οργάνωση αμφισβητεί το θρησκευτικό χαρακτήρα του κράτους του Ισραήλ και
επιδιώκει να προετοιμάσει με εκπαιδευτικά προγράμματα και συγκεκριμένες
προτάσεις την ισραηλινή κοινωνία για τη μόνη εφικτή (ακόμα και “στενά”
οικονομικά) λύση: την επιστροφή των Παλαιστινίων Προσφύγων στη γη τους, που
συνιστά το βασικό σκέλος του παλαιστινιακού προβλήματος (και όχι η “Κατοχή” του
'67, στην οποία έχει μεταφερθεί το βάρος της συζήτησης, ακόμα και από διάφορους
αριστερούς). Είναι η οργάνωση “Ζοχρότ” (Δακιράτ-“Αναμνήσεις”).
Παρακάτω υπάρχει ένα περσινό κείμενο από δύο
στελέχη του ισραηλινού κινήματος για την επιστροφή των Παλαιστινίων Προσφύγων,
στο οποίο πραγματεύονται την εξέλιξη της διαχείρισης του όρου και της συζήτησης
για την παλαιστινιακή “Νάκμπα” από το Ισραήλ.
***
Ισραήλ & Νάκμπα: από την αναγνώριση στην
άρνησή της
των Εϊτάν Μπρονστάιν Απαρισιό και Ελεονόρ Μέρζα
Μπρονστάιν
Το Ισραήλ γιορτάζει την 70ή επέτειο της ίδρυσής
του. Για τους Παλαιστίνιους, αυτό σηματοδοτεί κυρίως τη Νάκμπα, την καταστροφή
που τους έπληξε και τους υποχρέωσε σε εξορία. Αν και η Νάκμπα αναγνωριζόταν από
πολλούς ισραηλινούς αξιωματούχους και διανοουμένους τα πρώτα χρόνια ύπαρξης του
νεαρού κράτους, ακολούθως αμφισβητήθηκε επισήμως, την ίδια ώρα που πλήθαιναν οι
αποδείξεις για τις ακρότητες που διέπραξε ο ισραηλινός στρατός την περίοδο
1947-1949 και για την εθνοκάθαρση της οποίας υπήρξαν θύματα οι Παλαιστίνιοι.
Απομεινάρια του παλαιστινιακού χωριού Λίφτα, κοντά
στην Ιερουσαλήμ, το οποίο εκκενώθηκε το 1948 από τους κατοίκους του, στους
οποίους δεν επιτράπηκε από το Ισραήλ να επιστρέψουν (φωτό 2013, Μίριαμ Μετζέρα)
Παρά την έκπληξη που μπορεί να προκαλεί, οι πρώτοι
που χρησιμοποίησαν τον όρο “Νάκμπα” (καταστροφή) αναφορικά με την παλαιστινιακή
καταστροφή ήταν οι ισραηλινοί στρατιωτικοί. Το 1948, ο ισραηλινός στρατός
απευθύνεται, με τρικάκια, στους άραβες κατοίκους της Τίρα της Χάιφα που
αντιστέκονταν στην κατοχή. Σε έξοχα αραβικά, τους καλεί να παραδοθούν με τους
ακόλουθους όρους: “Αν θέλετε να γλυτώσετε από τη Νάκμπα, να αποφύγετε μια
καταστροφή, μια αναπόφευκτη εξολόθρευση, παραδοθείτε”.
Τον Αύγουστο του 1948, ο σύριος διανοούμενος
Κονσταντίν Ζουρέικ στο δοκίμιό του “Η Σημασία της Καταστροφής”, γράφει ότι “η
ήττα των Αράβων στην Παλαιστίνη δεν είναι απλά μια επιστροφή προς τα πίσω ή μια
βραχυπρόθεσμων επιπτώσεων θηριωδία. Πρόκειται για Νάκμπα (καταστροφή) με την
κυριολεκτική σημασία του όρου”. Κατ' αυτόν, συνεπώς, η Νάκμπα πλήττει ολόκληρο
τοναραβικό κόσμο και δεν μπορεί να περιοριστεί μόνο στους Παλαιστινίους.
Ο
Νάθαν Άλτερμαν δημοσιεύει στις 19 Νοέμβρη 1948 το ποίημά του “Αλ Ζοτ”
(“Αναφορικά με αυτό εκεί”) στην εφημερίδα “Νταβάρ” (σ.parapoda: εβραιόφωνη
εφημερίδα της Παλαιστίνης που κυκλοφορούσε από το 1925 ως το 1996, της
σιωνιστοκρατούμενης ΓΣΕΕ, Χίσταντρουτ), και ο Νταβίντ Μπεν Γκουριόν διατάζει να
διανεμηθεί σε όλους τους στρατιώτες.
Αυτό το ποίημα περιγράφει τη σφαγή των ανυπεράσπιστων
Παλαιστίνίων, και πιθανώς αναφέρεται στα εγκλήματα πολέμου που διαπράχτηκαν στη
Λίντα (σ.parapoda: πόλη 15 χλμ νοτιοανατολικά του Τελ Αβίβ. Το 1945, στους
16.780 κατοίκους, μόλις 20 ήταν εβραίοι. Βάσει του ψηφίσματος της ΓΣ του ΟΗΕ
της 29/11/1947 για πολιτική διχοτόμηση και οικονομική ενοποίηση της
Παλαιστίνης, θα ανήκε στο αραβικό κράτος.
Στις 11 Ιούλη 1948, οι εισβάλλουσες
ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις διατάχθηκαν να πυροβολούν “οποιονδήποτε βρουν στο
δρόμο”. Οι ισραηλινοί έδιωξαν τους κατοίκους, που μαζί με τους εσωτερικούς
πρόσφυγες είχαν φτάσει τους 50.000, και εκατοντάδες πέθαναν στο δρόμο της
προσφυγιάς από εξάντληση και αφυδάτωση).
Οι Χανάν Χέβερ και Ιτζχάκ Λαόρ
ισχυρίζονται ότι η κριτική του γεγονότος δεν είναι τόσο ευκρινής όσο θα μπορούσε
να φαίνεται εκ πρώτης όψεως. Παρότι έχουν δίκιο, και παρότι το ποίημα τελειώνει
με ένα ξεκάθαρο κάλεσμα: “Μη φοβάστε” και “Μην το αφηγηθείτε στο Γκαθ...”
(σ.σ.μια από τις πέντε πόλεις-κράτη των Φιλισταίων που ιδρύθηκαν από το 12ο
αι.π.Χ και μετά), το ποίημα αυτό περιγράφει γεγονότα, που αν δημοσιοποιούνταν
σήμερα, θα προκαλούσαν τεράστια αναταραχή στο ισραηλινό κοινό και στις τάξεις
των ηγετών του, όπως δείχνει για παράδειγμα ο σεισμός που προκλήθηκε από τις
αποκαλύψεις της ΜΚΟ “Σπάζοντας τη Σιωπή” το 2016.
Το 1948, ο Σ.Γιζχάρ (σ.σ. φιλολογικό ψευδώνυμο του
Γιζχάρ Σμιλάνσκι), ένας από τους μεγαλύτερους ισραηλινούς συγγραφείς, γράφει το
Χασάβουι (“Το θήραμα”) στο οποίο περιγράφει τη βάναυση συμπεριφορά των
ισραηλινών στρατιωτών έναντι των νικημένων Παλαιστινίων. Πολλά βιβλία του που
δημοσιεύτηκαν τα επόμενα χρόνια, όπως το “Γιεμέι Ζικλάγκ” (“Οι μέρες του
Ζικλάγκ”)(σ.parapoda: βιβλική ονομασία πόλης στη νότια περιοχή της Παλαιστίνης,
στη Νεγκέβ) και το “Χιρμπέτ Χίζα” αφηγούνται ευθέως τις θηριωδίες που διέπραξαν
οι στρατιώτες κατά τη Νάκμπα. Το “Χιρμπετ Χίζα” μάλιστα φιγουράρει στα επίσημα
προγράμματα του υπουργείου Παιδείας και έχει έκτοτε διαβαστεί από χιλιάδες
μαθητές.
Η “αφέλεια” των πρώτων συζητήσεων
Στα τέλη της δεκαετίας του '40 επικρατεί ένα είδος
αφέλειας στις συζητήσεις για τη Νάκμπα. Παρότι ο όρος αυτός καθ'εαυτός δεν
αναφέρεται, τα γεγονότα, συμπεριλαμβανομένων των θηριωδιών που διέπραξαν οι
σιωνιστές στρατιώτες έναντι των Παλαιστινίων, περιγράφονται απλά, όπως ήταν,
χωρίς αφηγητικά φίλτρα ή εξαγνισμό. Το πρώτο βιβλίο για την “Κατάκτηση της
Γιάφα” (σ.parapoda: παλαιστινιακή πόλη που δίπλα της φύτρωσε το Τελ Αβίβ. Με
βάση το προαναφερθέν ψήφισμα της ΓΣ του ΟΗΕ, θα ανήκε στο αραβικό κράτος. Πριν καν
την ίδρυση του Ισραήλ δεχόταν επιθέσεις από σιωνιστικές τρομοκρατικές ομάδες,
κι έτσι μισό μήνα πριν την ίδρυση, είχε μείνει μόλις το 1/3 των κατοίκων.
Μόνο
3.800 από τους 60.000 κατοίκους απέμειναν, περιορισμένοι σε συγκεκριμένη
συνοικία από τους εισβολείς) ονομάστηκε έτσι από τον συγγραφέα του, Χαΐμ Λαζάρ,
το 1951. Αργότερα, η λέξη “Κατάκτηση” αντικαταστάθηκε με τον όρο
“Απελευθέρωση”. Ο Λαζάρ χρησιμοποιεί επίσης τον όρο “εκκαθάριση” για να
περιγράψει αυτό που οι σιωνιστικές πολιτοφυλακές έκαναν στη Γιάφα. Όταν ο
ερευνητής πολιτικών επιστημών Μερόν Μπενβενίστι και ο ιστορικός Ιλάν Παπέ θα
χρησιμοποιήσουν αργότερα τον ίδιο όρο, αυτό θα θεωρηθεί ως πραγματική πρόκληση.
Οι Παλαιστίνιοι που κατέστησαν πολίτες του Ισραήλ
βρίσκονται ακόμα υπό το σοκ και τραυματισμένοι, υφίστανται ένα στρατιωτικό
καθεστώς που δεν τους επιτρέπει καμία μορφή διαμαρτυρίας. Οι παλαιστίνιοι
πρόσφυγες περιμένουν απονομή δικαιοσύνης και μια υποστήριξη από τις αραβικές
χώρες και τη διεθνή κοινότητα, όμως καμία σημαντική βοήθεια δεν θα έρθει.
Το 1951, το Ανώτατο Δικαστήριο εκδίδει ένα
διάταγμα που έγινε διάσημο, αφού αποφάσιζε ότι στους κατοίκους του Ικρίτ και
του Μπίρεμ (σ.parapoda: χριστιανικά χωριά στη βόρεια Παλαιστίνη, κοντά στα
σύνορα με το Λίβανο, βάσει του ψηφίσματος της ΓΣ του ΟΗΕ, θα ανήκαν στο αραβικό
κράτος) που είχαν εκδιωχτεί από τα χωριά τους, επιτρεπόταν να επιστρέψουν,
καθώς αυτό τους είχε δοθεί ως υπόσχεση την ημέρα που εκδιώχτηκαν. Και την
ακόλουθη χρονιά, το Ανώτατο Δικαστήριο αποδέχεται το αίτημα των κατοίκων της Τζαλάρ
που ζητούσαν να επιστρέψουν. Όμως κάτοικοι του κιμπούτζ Λαχαβότ Χαβίβα που
εγκαταστάθηκαν στα εδάφη του χωριού ανατίναξαν με εκρηκτικά τα σπίτια του,
εμποδίζοντας έτσι την επιστροφή των κατοίκων του.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, η επιστροφή των
προσφύγων παρεμποδίστηκε από το στρατό, του οποίου οι αποφάσεις υπερίσχυαν
εκείνων της Δικαιοσύνης, Έκτοτε, ουδεμία παρόμοια δικαστική απόφαση ελήφθη.
“Μια καταστροφή σύμφωνα με τη δική τους οπτική
γωνία”
Καθώς τα γεγονότα καθίσταντο πιο μακρινά, και το
νέο έθνος πάσχιζε εντατικά να οικοδομηθεί, να εγκαταστήσει νέους αφιχθέντες και
να εμποδίσει την επιστροφή των παλαιστινίων προσφύγων, ο αφελής τρόπος
προσέγγισης της Νάκμπα ανοιχτά εγκαταλείφθηκε. Εντοπίζεται ξεκάθαρα αυτή η
αλλαγή στο γεγονός ότι οι πρόσφυγες που αποπειρώνται να επιστρέψουν
μετατρέπονται αίφνης σε “παρεισφρήσαντες”. Παύουν να είναι ντόπιοι που
εκδιώθηκαν και προσπαθούν να επιστρέψουν σπίτι τους, και γίνονται έκτοτε ξένοι,
παράτυποι και λαθραίοι. Μια πραγματική άβυσσος χωρίζει έναν “πρόσφυγα” από έναν
“παρεισφρήσαντα”. Ο πρώτος είναι ξεριζωμένος, είναι ένα θύμα, νικήθηκε και
είναι τραυματισμένος. Ο δεύτερος δεν είναι από εδώ, θέλει το κακό μας, είναι
ένας κλέφτης, διασχίζει ένα γεωγραφικό σύνορο. Αργότερα, ο παλαιστίνιος
παρεισφρήσας καθίσταται “φενταγίν”, ολοκληρώνοντας έτσι τον πλήρη
μετασχηματισμό ενός πρόσφυγα που έγινε παράνομος μετανάστης και ακολούθως
τρομοκράτης.
Τρομοκράτες της Χαγκάνα εκδιώκουν πριν καν την
ανακήρυξη του Κράτους του Ισραήλ Παλαιστινίους τον Απρίλη του 1948 από τη Χάιφα
(φωτό AFP)
Η δημοσιογραφική κάλυψη των μυθιστορημάτων που
περιγράφουν ανοιχτά αυτό που εξελίχτηκε το 1948 αναγκάζει την κυβέρνηση να
δημιουργήσει ένα μετα-αφήγημα που δικαιολογούσε τις θηριωδίες που διέπραξαν “τα
παλικάρια μας”. Καθίσταται έτσι δύσκολο για το νέο κράτος να συνεχίσει να
περιγράφει το κακό που διέπραξαν οι Ισραηλινοί έναντι των Παλαιστινίων χωρίς
μια διαμεσολάβηση ενός λόγου που υπερασπίζεται “την πλευρά μας”. Η Νάκμπα
γίνεται “μια καταστροφή σύμφωνα με τη δική τους οπτική γωνία”(των Παλαιστινίων)
και έτσι δύο ιστορίες δημιουργούνται: η δική μας και η δική τους.
Η Νάκμπα καθίσταται συστατικό τμήμα του αφηγήματος
που επιδιώκει να δικαιολογήσει τη δημιουργία του Κράτους του Ισραήλ μετά τη
γενοκτονία των εβραίων της Ευρώπης. Η πρώτη φορά που χρησιμοποιήθηκε η θεωρία
περί “ανυπαρξίας άλλης επιλογής” στην ιστορία του κράτους εμφανίζεται έκτοτε:
δεν είχαμε άλλη επιλογή παρά να κάνουμε ό,τι κάναμε το 1948. Και, έπειτα από
αυτή την “ανυπαρξία άλλης επιλογής”, έρχεται και η “αγνότητα των όπλων”, σύμφωνα
με την οποία, οι στρατιώτες μας δεν διέπραξαν θηριωδίες, κι αν τέτοιες
διαπράχτηκαν, δεν επρόκειτο παρά μόνο περί μεμονωμένων φαινομένων.
1967: Προτεραιοποίηση της Κατοχής
Η πίεση που ασκήθηκε στο Ισραήλ από το Μοσέ
Νταγιάν και άλλους για ένα “δεύτερο γύρο” προκαλεί τον πόλεμο του 1967, που θα
επιφέρει τη μεγαλύτερη εδαφική επέκταση του σιωνιστικού σχεδίου στη Μέση
Ανατολή. Θα αποδώσει στο Ισραήλ μια έκταση τέσσερις φορές μεγαλύτερη από αυτή
που κατείχε πριν τον πόλεμο. Η Δυτική Όχθη και η Γάζα, τα Υψώματα του Γκολάν
και η χερσόνησος του Σινά κατακτώνται. Οι Παλαιστίνιοι της Δ.Όχθης και της
Γάζας ζουν έκτοτε υπό ένα στρατιωτικό καθεστώς και ο αριθμός των προσφύγων
αυξάνει κατά 1/4 του εκατομμυρίου: κάποιοι εξ αυτών γίνονται πρόσφυγες για
δεύτερη φορά μετά το 1948.
Στο Ισραήλ, η οικονομία που ανθεί, η ευφορία και η
αλαζονία, που διαδέχονται τη μεγάλη στρατιωτική νίκη επί των αραβικών
στρατευμάτων σε έξι ημέρες, γεννούν μια αντιδικία αναφορικά αν πρέπει να
ελέγχονται οι κατεχόμενες περιοχές και να παραμείνουμε εκεί. Μπορεί κανείς να
ισχυριστεί πλέον ότι εκείνη η συζήτηση δεν είχε ποτέ, στην πραγματικότητα
επίδικο και δεν υπήρχε καμία περίπτωση να αποφασιστεί μια αποχώριση από τα
κατακτημένα εδάφη της Δ.Όχθης και της Λωρίδας της Γάζας. Όμως, εκείνη την εποχή,
η συζήτηση ανάμεσα στους οπαδούς της παραμονής και τους αντιπάλους τους ήταν
πραγματική και είχε ακόμα ένα νόημα.
Με την τεράστια αποικιακή επέκταση, η Νάκμπα
εξαφανίζεται πλήρως εντός του Ισραήλ. Η κατοχή και οι εκδιώξεις του 1948
εξαλείφονται από τη συλλογική μνήμη μετά τις νέες κατακτήσεις. “Η κατοχή”
καθίσταται μια έννοια που συνδέεται αποκλειστικά με την επέκταση του 1967, και
είναι αυτή η οπτική που η ισραηλινή αριστερά, σχεδόν στην ολότητά της, υιοθετεί
ακόμα και σήμερα. Η σιωνιστική αριστερά συνεχίζει να μιλά για 48 - και σύντομα
50 - χρόνια κατοχής ενώ θα έπρεπε να προσθέσει σε αυτά, πρακτικά, άλλα 20, για
να είναι δίκαιη ιστορικά. Η στρατιωτική επέκταση και η αποικιοποίηση της
Δ.Όχθης που αρχίζουν τη δεκαετία του '70 δημιουργούν νέες συγκρούσεις που
εξαλείφουν τη Νάκμπα από την ισραηλινή συνείδηση.
Προς τα τέλη της δεκαετίας του '80, ο ιστορικός
Μπένι Μόρις διατυπώνει ένα νέο όρο, αυτόν των “νέων ιστορικών”, για να
περιγράψει αυτούς που, μαζί με αυτόν, αναθεωρούν σε βάθος την ισραηλινή ιστοριογραφία του 1948. Το έργο του “Μια νέα οπτική στη δημιουργία του
Προβλήματος των Παλαιστινίων Προσφύγων” (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κέμπριτζ,
1988), αποτελεί μια σημαντική τομή για την αμφισβήτηση του ισραηλινού
αφηγήματος. Εν ολίγοις, κατά τον Μόρις, δεν υπήρχε άλλη επιλογή από τη
δημιουργία ενός εβραϊκού κράτους το 1948, ένα αναπόφευκτο τίμημα που οι
Παλαιστίνιοι έπρεπε να πληρώσουν και, έτσι, ανήθικες θηριωδίες διαπράχτηκαν από
τις σιωνιστικές ένοπλες δυνάμεις.
Οι συνεισφορές ή οι “αναθεωρήσεις” των νεών
ιστορικών προκαλούν μια πολύ έντονη διαμάχη εντός των ισραηλινών
πανεπιστημιακών κύκλων (και σε όλο τον κόσμο), προκαλώντας έτσι ένα βάρος από
δριμείες κριτικές, παρά ενθαρρύνσεις για να συνεχίζουν οι πανεπιστημιακοί το
έργο τους.
Από τις Συμφωνίες του Όσλο στη 2η Ιντιφάντα
Οι συμφωνίες του Όσλο συνιστούσαν ένα σημαντικό
πλήγμα για τους παλαιστίνιους πρόσφυγες. Η συμφωνία ειρήνης που υπογράφτηκε από
το Ιτζχάκ Ράμπιν και το Γιάσερ Αραφάτ αναφέρει ότι δύο κράτη θα δημιουργηθούν
κατά μήκος της “πράσινης γραμμής” (σ.parapoda: η γραμμή ανακωχής 1949-1967). Οι
συζητήσεις για μια επίλυση του προβλήματος των προσφύγων μετατίθονταν χρονικά
για μια μεταγενέστερη φάση. Αυτοί οι όροι ήταν προφανώς απαράδεκτοι για τους
πρόσφυγες και πολλές οργανώσεις δημιουργήθηκαν σε απάντηση αυτής της εξέλιξης.
Η “Μπαντίλ”) (“Εναλλακτική”) στη Βηθλεέμ και η Ένωση για την Υπεράσπιση των
Δικαιωμάτων των Εκτοπισμένων (“Αντρίντ”) στο Ισραήλ είναι τα δύο
χαρακτηριστικότερα παραδείγματα. Η Αντρίντ θα πολιτικοποιήσει το ζήτημα των
Παλαιστινίων που εκτοπίστηκαν εντός του Ισραήλ.
Το 1997, η Αντρίντ οργανώνει την πρώτη “πορεία της
επιστροφής”, την επέτειο της ανεξαρτησίας του Ισραήλ. Αυτό το γεγονός
καθίσταται παράδοση έκτοτε και η σημαντικότερη και πιο ορατή αναγνώριση της
Νάκμπα στο Ισραήλ. Κάθε χρόνο, χιλιάδες παλαιστινίων πολιτών του Ισραήλ
διαδηλώνουν μαζικά εκείνη τη μέρα, υψώνουν παλαιστινιακές σημαίες και
διεκδικούν το δικαίωμά τους στην επιστροφή. Κάθε χρόνο, η πορεία λαμβάνει χώρα
σε ένα από τα πολλά χωριά που καταστράφηκαν από το Ισραήλ το 1948.
Υπό το στρατιωτικό καθεστώς, η ημέρα της
ανεξαρτησίας ήταν η μοναδική στιγμή κατά την οποία οι Παλαιστίνιοι μπορούσαν
ελεύθερα να κυκλοφορούν χωρίς να ζητούν άδεια από το στρατιωτικό διοικητή. Η
πορεία μεγαλώνει σε συμμετοχή από χρόνο σε χρόνο και καθίσταται όλο και πιο
δύσκολο για τα ισραηλινά ΜΜΕ να την αγνοούν. Κατά την πλειοψηφία του ισραηλινού
πληθυσμού, η Νάκμπα είναι μια καταστροφή των Παλαιστινίων, ένα αφήγημα των
Παλαιστινίων, μια ιστορία των Παλαιστινίων. Από την πλευρά μας, εμείς οι
Ισραηλινοί, έχουμε την Ημέρα της Ανεξαρτησίας. Ακόμα και εντός της πλειοψηφίας
της σημερινής ισραηλινής αριστεράς, η Νάκμπα γίνεται αντιληπτή ως καταστροφή
μόνο για το 1/5 του ισραηλινού πληθυσμού.
Τον Οκτώβρη του 2000, έχουμε το ξέσπασμα της 2ης
Ιντιφάντα: οι σχέσεις ανάμεσα στους εβραίους και τους Άραβες στο Ισραήλ
βρίσκονται στο χειρότερο σημείο. Η πλειοψηφία των εβραίων ισραηλινών
(συμπεριλαμβανομένης της αριστεράς) υιοθετεί τότε την επίσημη εκδοχή για τα γεγονότα:
το άνοιγμα πυρ εναντίον των διαδηλωτών αποτελούσε απόλυτη αναγκαιότητα, καθώς η
ζωή των μελών των δυνάμεων της τάξης απειλούταν. Οι παλαιστινιακές διαψεύσεις
αναφορικά με τις απειλές για τη ζωή των μελών των δυνάμεων της τάξης, καθώς και
η ενδελεχής επίσημη έρευνα από την κυβερνητική επιτροπή Ορ που θα συμπεράνει,
τρία χρόνια αργότερα, ότι σε καμία περίπτωση δεν διακινδύνευσε η ζωή των
δυνάμεων της τάξης, δεν θα αρκέσουν για να μεταβάλουν το γενικό αίσθημα.
-------------------------------------------------------------------------------------------------
Βλέποντας αυτά τα γεγονότα από μακριά, χιλιάδες
εβραίων ισραηλινών αντιλαμβάνονται ότι αυτή είναι η ίδια η ουσία του “εβραϊκού
κράτους”: οι Άραβες, εξ ορισμού, δεν μπορούν να είναι πολίτες με πλήρη
δικαιώματα. Αυτοί οι εβραίοι απομακρύνονται λοιπόν από τη σιωνιστική ιδεολογία
που τους εμποτιζόταν από τα παιδικά τους χρόνια. Έκτοτε, ένας αριθμός
ισραηλινών πολιτών δήλωσαν δημοσίως και χωρίς ντροπή ότι είναι μη σιωνιστές ή
αντισιωνιστές.
Για πρώτη φορά, δημιουργήθηκε μια οργάνωση που αμφισβητεί τα
ίδια τα θεμέλια του Κράτους του Ισραήλ, με στόχο να ευαισθητοποιήσει και να
εκπαιδεύσει, στα εβραϊκά, την ισραηλινή κοινωνία των πολιτών. Η “Ζοχρότ”
(“Αναμνήσεις”) επιδιώκει να καταστήσει γνωστή τη Νάκμπα στο εβραϊκό ισραηλινό
κοινό και υποστηρίζει το δικαίωμα των παλαιστινίων προσφύγων στην επιστροφή.
Πρόκειται
για την πρώτη οργάνωση που ιδρύθηκε από Ισραηλινούς που προέρχονται από τα πιο
προνομιούχα στρώματα, από τα σύμβολα αυτής της κοινωνίας: πρόκειται για πρώην
μέλη κιμπούτζ και στρατιωτικούς, που αμφισβητούν σε βάθος την ταυτότητά τους. Η
Ζοχρότ άλλαξε τη συζήτηση για τη Νάκμπα στο Ισραήλ. Η αποτελεσματικότητά της
αναγνωρίζεται ακόμα και από τους συκοφάντες της.
Μια πληγή που παραμένει πάντοτε ανοιχτή
Βλέποντας τη συζήτηση για τη Νάκμπα να ξεφεύγει
από κάθε έλεγχο, το καθεστώς αποφασίζει να υιοθετήσει ένα νομικό οπλοστάσιο για
να αντιμετωπίσει αυτή τη νέα κατάσταση. Η πρώτη εκδοχή αυτού που συνηθίζεται να
αποκαλείται “ο νόμος περί Νάκμπα” είναι τόσο δρακόντιος που ακόμα και τα μέλη
του κόμματος που τον προωθεί, όπως ο Μπένι Μπεγκίν, αντιτίθενται σε αυτόν. Το
Μάρτη του 2011, ο νόμος ψηφίζεται, σε μια πιο επιχρυσωμένη εκδοχή του, όμως ο
στόχος του είναι ξεκάθαρα να εμποδίσει η Νάκμπα να μελετάται και να
αναγνωρίζεται στο Ισραήλ. Απειλούνται οι οργανώσεις που λαμβάνουν κυβερνητικές
χορηγίες με ελαχιστοποίηση αυτών, αν συμμετέχουν σε εκδηλώσεις για τη Νάκμπα
την Ημέρα της Ανεξαρτησίας. Οι καθηγητές φοβούνται ότι η καριέρα τους μπορεί να
υπονομευθεί αν συμμετέχουν σε διαδηλώσεις, ή έστω αν αναφέρουν τη Νάκμπα.
Την ίδια στιγμή, και σε συντονισμό με τις νομοθετικές
απόπειρες, η οργάνωση Ιμ Τιρζού ξεκινά καμπάνια για να επανεπιβάλει την πλήρη
άρνηση της Νάκμπα στο Ισραήλ. Η οργάνωση συντάσσει και διανέμει μια μπροσούρα
με τίτλο “Νάκμπα Χάρτα” (“Νάκμπα: ανοησίες...”), ανασυνθέτοντας όλα τα
ισραηλινά επιχειρήματα περί “ψέματος της Νάκμπα”: αυτή είναι απλώς το
αποτέλεσμα ενός πολέμου κατά τον οποίο όλοι οι Άραβες ήθελαν να μας εκδιώξουν
το 1948 και να γιατί είναι φυσιολογικό να πληρώσουν το τίμημα. Ο νόμος και αυτή
η καμπάνια, προσφέρουν ωστόσο, σημαντικές υπηρεσίες προβολής του ζητήματος της
Νάκμπα. Στα ΜΜΕ, η λέξη “Νάκμπα” χρησιμοποιείται από όλους στα εβραϊκά.
Πολιτικοί και πολλοί άλλλι τη χρησιμοποιούν για να περιγράψουν διάφορες
καταστροφές ή συγκρούσεις.
Σήμερα, ο όρος δείχνει χαρακτηριστικά την πόλωση
της ισραηλινής κοινωνίας και τη συζήτηση σε αυτή. Στη μη σιωνιστική αριστερά, η
κεντρική θέση της Νάκμπα στη δημιουργία της σύγκρουσης και η εφικτότητα της
επίλυσής της αναγνωρίζονται πλήρως. Εξάλλου, οι πληροφορίες για τη Νάκμπα είναι
πλέον διαθέσιμες, ελεύθερα προσβάσιμες και όλο και περισσότερες. Από την άλλη,
η μάχη που διεξάγει το ισραηλινό καθεστώς για να εμποδίσει όσο περισσότερο
γίνεται τη συζήτηση προκαλεί οργή.
Παραδόξως, αυτές οι απόπειρες για να καταπνίξουν
τη Νάκμπα την καθιστούν φλέγον ζήτημα που απαιτεί απάντηση. Μια πληγή ανοιχτή
που συνεχίζει να αιμορραγεί.
Ο Εϊτάν Μπρονστάιν Απαρισιό είναι ιδρυτής
της ΜΚΟ “Ζοχρότ”, συνιδρυτής και συνδιευθυντής του ερευνητικού εργαστηρίου “Ο
Αποαποικιοποιητής” (De-Colonizer). Συγγραφέας του “Η Νάκμπα στα εβραϊκά: Η
γνώση των Ισραλινών-Εβραίων για την Καταστροφή των Παλαιστινίων και των
Εσωτερικά Εκτοπισμένων” (εκδ. Μασάλα) και του “Παλαιστίνη, Ισραήλ και οι
Εσωτερικοί Πρόσφυγες” (Zed Books, 2005)
Η Ελεονόρ Μέρζα Μπρονστάιν είναι
ανθρωπολόγος, ερευνήτρια στο Εθνικό Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών της Γαλλίας.
Οι έρευνές της επικεντρώνονται στους τρόπους ζωής στην ισραηλινή κοινωνία, την
κατασκευή ταυτοτήτων και την αναδόμηση και επιστράτευσή τους, καθώς και τη
φιγούρα του “Άλλου” ως απειλή. Το 2015 συνίδρυσε το De-Colonizer και το
συνδιευθύνει.
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στα γαλλικά εδώ.