Η «gig economy» και το τέλος της εργασίας






Από τα «ελαστικά» ωράρια 
στην «εργασία του τηλεφωνήματος»






Μέχρι πρόσφατα η λέξη «gig» ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με τη ροκ μουσική: τα gigs δεν ήταν άλλο από ευκαιρίες για συναυλίες, κυρίως για νέα και ανερχόμενα συγκροτήματα - οι «μεγάλοι» του χώρου έδιναν «κονσέρτα».



Ωστόσο τα τελευταία χρόνια, σε συνδυασμό κυρίως με την ταχεία ανάπτυξη των δικτύων της κινητής τηλεφωνίας και γενικότερα της πληροφορικής, ο όρος της... μόδας, ιδίως στις ΗΠΑ, είναι  «gig economy», ή «κατά παραγγελία» (on demand) εργασία, και πολλοί οικονομολόγοι και εργατολόγοι εκτιμούν - και ανησυχούν... - ότι οι «gig» δουλειές είναι το μέλλον της εργασίας και το τέλος της μισθωτής εργασίας.

Τι είναι η gig οικονομία
Σύμφωνα με το λεξικό του Κέμπριτζ, «η gig οικονομία είναι μια μέθοδος εργασίας που βασίζεται στη λογική ότι οι εργαζόμενοι έχουν προσωρινές δουλειές ή κάνουν διαφορετικά κομμάτια μιας δουλειάς και πληρώνονται χωριστά, αντί να έχουν σχέση μισθωτής εργασίας».

Για να γίνει πλήρως κατανοητό το νόημα της gig οικονομίας, το καλύτερο παράδειγμα μας το δίνει η εταιρεία Uber. H Uber, αν το δούμε με πολύ «στενή» προσέγγιση, δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια διαδικτυακή εφαρμογή που φέρνει σε επαφή ανθρώπους με αυτοκίνητα και ανθρώπους που χρειάζονται κάποιον να τους πάει κάπου.

Ωστόσο η εταιρεία αυτή είναι μια από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες επιχειρήσεις στον κόσμο, γι’ αυτήν «εργάζονται» χιλιάδες άνθρωποι και έχει βρεθεί και στα πρωτοσέλιδα του παγκόσμιου Τύπου, καθώς η σταδιακή επέκτασή της και εκτός ΗΠΑ έχει προκαλέσει αναταραχή στα απανταχού συνδικάτα ταξί.

Πολύ χοντρικά, η Uber λειτουργεί ως εξής: Κάτοχος αυτοκινήτου ελέγχεται από την εταιρεία αν καλύπτει κάποια βασικά χαρακτηριστικά και στη συνέχεια καταχωρίζεται στο «μητρώο» της εταιρείας. Όποτε αυτός το επιθυμεί ή και όποτε τον βολεύει, μέσω της διαδικτυακής εφαρμογής της Uber μετατρέπει το ιδιωτικό του αυτοκίνητο σε «ταξί» αντί αμοιβής, ενώ και οι χρήστες της εφαρμογής ανά πάσα στιγμή μπορούν να δουν ποιοι συνεργάτες της εταιρείας είναι κοντά τους και μπορούν να τους μεταφέρουν στον προορισμό τους.

Η Uber δεν είναι εργοδότης αυτού που προσφέρει το αυτοκίνητό του για τη μεταφορά άλλων ανθρώπων: αυτό που κάνει, είναι να διαχειρίζεται την παροχή και ζήτηση μεταφορικών υπηρεσιών και να καθορίζει το κόμιστρο, το οποίο χρεώνεται απευθείας στην πιστωτική κάρτα του επιβάτη. Ο οδηγός, επίσης, δεν λαμβάνει μισθό, αλλά επίσης δεν είναι υποχρεωμένος να εργαστεί για συγκεκριμένο χρόνο - π.χ. οκτάωρο -, αλλά μόνο όσο ο ίδιος επιθυμεί.

Τα υπέρ...
Οι «Ηρακλείς» αυτής της μορφής εργασίας υποστηρίζουν ότι ουσιαστικά απελευθερώνει τον εργαζόμενο από τη ρουτίνα του υποχρεωτικού ωραρίου και του δίνει τη δυνατότητα να εργάζεται όπου αυτός θέλει, όσο θέλει και όπως θέλει. 
Ταυτόχρονα υποστηρίζουν ότι και οι επιχειρήσεις δεν επιβαρύνονται με μόνιμο προσωπικό, το οποίο ενδεχομένως να μην είναι διαρκώς απαραίτητο, αλλά ανά πάσα στιγμή απευθύνονται στην αγορά εργασίας για ανθρώπους που επιθυμούν και είναι καλοί σε μια συγκεκριμένη εργασία, την οποία η επιχείρηση χρειάζεται σε μια δεδομένη στιγμή και, όταν η εργασία ολοκληρωθεί, τελειώνουν και τα συμβόλαια των ανθρώπων αυτών.

Τονίζουν δε ότι η «gig economy» αλλάζει συνολικά τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν οι επιχειρήσεις, από την ανάγκη για εγκαταστάσεις (γραφεία, αποθήκες, υποδομές κ.λπ.) μέχρι και τις αμοιβές προς τους εργαζομένους (αφού δεν υπάρχει προκαθορισμένος σταθερός μισθός, συχνά μια επιχείρηση που χρειάζεται προσωπικό για ένα συγκεκριμένο project δίνει καλύτερες αμοιβές, ώστε να φέρει τους καλύτερους).

...και τα κατά
Από την άλλη πλευρά, όσοι ασκούν κριτική στην «gig οικονομία» επισημαίνουν ότι στην ουσία «καταστρέφει» ό,τι έχει απομείνει από τις κατακτήσεις των εργαζομένων: ελαστικοποιεί πλήρως την εργασία, μετατρέποντάς τη σε «δουλειά κατά παραγγελία», καταργεί την έννοια του μισθού (πλέον η αμοιβή σε μεγάλο βαθμό εξαρτάται από τον... ίδιο τον εργαζόμενο) και απομυζά τεράστιους ασφαλιστικούς πόρους, αφού στην «gig economy» ο εργαζόμενος αντιμετωπίζεται λίγο - πολύ σαν... εργολάβος.

Παράλληλα εργατολόγοι και κοινωνιολόγοι επισημαίνουν ότι με τη μορφή αυτήν απασχόλησης ο εργαζόμενος αποσυνδέεται πλήρως από την εργασία του και χάνεται η έννοια της «καριέρας», ενώ, ταυτόχρονα, τονίζουν ότι, ακριβώς επειδή η «gig economy» στηρίζεται πολύ στη νέα τεχνολογία, όσοι δεν την κατέχουν απολύτως κινδυνεύουν να μείνουν γενικώς εκτός οικονομίας, gig ή κανονικής. 

Τέλος, εκτιμάται ότι η «gig οικονομία», αν και προσφέρει ευκαιρίες εργασίας (δεν είναι τυχαίο ότι αναπτύχθηκε ραγδαία από το 2009 και εντεύθεν, δηλαδή μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008), στην ουσία δεν αναιρεί την αβεβαιότητα για τη μακροημέρευση της θέσης αυτής.

Η κυρίαρχη τάση
Ούτως ή άλλως, πάντως, σήμερα περίπου το 30% του εργατικού δυναμικού στις ΗΠΑ εργάζεται στην «gig economy» και υπολογίζεται ότι ο αριθμός αυτός θα φθάσει το 40% έως το 2020. Σταδιακά η τάση αυτή απλώνεται και στην Ευρώπη, όπου από παλιά είχε επιχειρηθεί να εισαχθεί η έννοια της εργασιακής «ευελφάλειας», δηλαδή της ευελιξίας στην αγορά εργασίας με ταυτόχρονη ασφάλεια για τους εργαζομένους.

Φυσικά από το project έμεινε μόνο η ευελιξία, με τη σταθερή εργασία να μπαίνει σταδιακά στο «χρονοντούλαπο της Ιστορίας» και τους μισθούς να συμπιέζονται διαρκώς. Ωστόσο η ανάπτυξη της «gig economy» φαίνεται ότι θα μετατρέψει τη μισθωτή εργασία σε είδος προς εξαφάνιση.