Τύπος ιστιοφόρου. Χρησιμοποιήθηκε πολύ γιά ανίχνευση, μετάδοση μηνυμάτων, πειρατεία και ρήξη αποκλεισμού.
ΑΦΗΣΤΕ ΑΥΤΑ (τα λίγα και παλιά) ΠΟΥ ΞΕΡΕΤΕ.
Γιώργος Μπλάνας
Για όποιον διατηρεί -μέσα στον παραλογισμό των ημερών μας- την πίστη του στην χρησιμότητα της λογικής, αυτό που έγινε σήμερα αποδεικνύει πως σωστά τα πολιτικά κόμματα (και πλήθος Ελλήνων) θεωρούσαν ότι η στάση της κυβέρνησης απέναντι στο ενδεχόμενο πορείας προς την αμερικανική πρεσβεία δεν είχε σχέση με την προστασία της δημόσιας υγείας, αλλά με την βήμα προς βήμα κατάργηση της επετείου.
Μπροστά στο ενδεχόμενο να πληγεί ο υπερφίαλος και επικίνδυνος
καισαρισμός του πρωθυπουργού, το υπέρτατο αγαθό της ζωής, πήγε περίπατο. Η
κατάσταση που δημιούργησε η αστυνομία (αλλά και η κατάσταση στην οποία
εκτέθηκε) αποτελεί εστία μετάδοσης του Κορονοϊού, με πιθανά θύματα τόσο τους
διαδηλωτές, όσο και τους αστυνομικούς.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης,
η εφιαλτική αυτή μετενσάρκωση των πολιτικών προσώπων, που προετοίμασαν
το έδαφος για το Πραξικόπημα του 1967, ο πολιτικός τυχοδιώκτης που μεταμόρφωσε
ένα συντηρητικό φιλελεύθερο κόμμα όπως η Νέα Δημοκρατία σε φωλιά ακροδεξιών -αν
όχι απροκάλυπτα φασιστικών- στοιχείων, φαίνεται πως είναι έτοιμος να θυσιάσει
τα πάντα στον βωμό της μειοψηφικής εξουσίας του.
Αν υπολόγιζε το αγαθό της ζωής δεν θα μετέβαλλε μιαν εκδήλωση,
η οποία τηρούσε όλα τα μέσα προστασίας, σε χάος.
Πρόκειται για έναν αδίστακτο τυχοδιώκτη, που εκμεταλλεύτηκε
την τραυματική -το λιγότερο- αδυναμία της προηγούμενης κυβέρνησης να δείξει
ήθος, σθένος, ευφυΐα αριστερού κόμματος.
Στρατολόγησε τα πιο αντικοινωνικά, ανεύθυνα, θρασύδειλα
στοιχεία από όλες της σφαίρες της κοινωνίας και τους έδωσε την εξουσία να
ενεργούν παράλογα, ανήθικα, άσχημα, να καταστρέφουν τα -ομολογουμένως ρηχά και
πολύ ευάλωτα- θεμέλια της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Ναι, ήθελε -με την ευκαιρία- να τελειώνει με το θέμα του
Πολυτεχνείου, το οποίο ήδη έμμισθες πέννες: μετανοούσες Μαγδαληνές των Τεχνών,
των Γραμμάτων και των Επιστημών, προσπαθούσαν από καιρό να «απομυθοποιήσουν».
Και, παρεμπιπτόντως, σε αυτούς συγκαταλέγονται πολλοί που έχουν κάνει
ιδεολογικό στίγμα τους την «απομυθοποίηση» του 1821.
Του 1821, του οποίου τον μη εορτασμό έκανε τάχα σπουδαίο, δημοφιλές, επιχείρημα, αναζωπυρώνοντας -ο βλαξ, ερασιτέχνης Καίσαρας- την ιδέα, που επί 200 χρόνια υπάρχει στο βάθος της ταλαιπωρημένης σκέψης των Ελλήνων: πως τα αιτήματα του 1821 δεν ικανοποιήθηκαν όλα, όπως και του Πολυτεχνείου. Αυτή είναι μια τεράστιας σημασίας ομοιότητα ανάμεσα στα δύο εθνικά ορόσημα.
Υπάρχει
όμως και μια διαφορά. Το 1821 είναι πάνδημα καταξιωμένο. Κάθε Έλληνας -από την
δική του άποψη- το θεωρεί προϋπόθεση της ύπαρξής του. Το Πολυτεχνείο -όπως και
η Εθνική Αντίσταση- απαξιώνονται επίμονα από τμήμα του ελληνικού λαού, δεν
θεωρούν αυτά τα ορόσημα προϋποθέσεις της ύπαρξής τους, ενώ είναι και με το
παραπάνω. Συνεπώς η επέτειοί τους δεν έχουν μόνον χαρακτήρα τελετουργικό, μιας
ευκαιρίας για την ανανέωση της ψυχικής συμμετοχής μας στην εθνική κοινότητα,
αλλά και χαρακτήρα αγωνιστικό, πρακτικό: οι Έλληνες πρέπει να μάθουν πως επίσης
δεν θα υπήρχαν -τουλάχιστον σαν ελεύθεροι, πολιτισμένοι άνθρωποι- χωρίς αυτά τα
γεγονότα. Το αν αυτά τα γεγονότα έχουν αριστερή -εν πολλοίς κομμουνιστική-
απόχρωση είναι ζήτημα της Ιστορίας. Οι κοινωνίες, τα έθνη, οι λαοί,
παρουσιάζουν πάνω την απόχρωση που τους κρατάει ζωντανούς κι ελεύθερους. Όση
πηχτή μπογιά κι αν πέσει πάνω τους, κάποτε ξεφτίζει.
Τα χάλια μας έχουμε σαν κοινωνία, αλλά φοβόμαστε την λήθη. Δεν
θέλουμε να ξεχνάμε ό,τι μας κρατά ζωντανούς. Άλλη μια τραγική αρετή, που
υπερβαίνει κατά πολύ συμβάντα όπως την περιστασιακή άνοδο στην εξουσία ενός
τυχοδιώκτη.
Ας αφήσουν, λοιπόν, αυτά τα αραχνιασμένα που ξέρουν. Το μέλλον
κρύβει πολλές εκπλήξεις.