ΠΑΤΡΙΩΤΙΣΜΟΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΥ

 

H έννοια του εθνικισμού, περιγράφει και δικαιολογεί την προκατάληψη που ενθαρρύνει τα άτομα να αγαπούν το δικό τους έθνος περισσότερο από τα άλλα ή ακόμη και να περιφρονούν ή να μισούν τους άλλους λαούς.

Αν θέλουμε να αντιταχθούμε στον εθνικισμό πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τον λόγο του δημοκρατικού πατριωτισμού, που σέβεται την εθνική κουλτούρα και τα θεμιτά εθνικά συμφέροντα, αλλά θέλει να εξυψώσει και την μεν και τα δε στα ιδεώδη της ελεύθερης και πολιτισμένης ζωής.


του Θανάση Γιαλκέτση

 

Το καλύτερο και πιο ισχυρό αντίδοτο στην απειλητική άνοδο των εθνικισμών στον σύγχρονο κόσμο είναι ο δημοκρατικός πατριωτισμός. Αυτό υποστηρίζει ο Μαουρίτσιο Βίρολι στο τελευταίο βιβλίο του με τίτλο «Nazionalisti e patrioti» (Laterza 2019). Σύμφωνα με τον Ιταλό στοχαστή, που είναι ομότιμος καθηγητής Πολιτικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Πρίνστον, υπάρχει ουσιώδης διαφορά και αντίθεση ανάμεσα στον δημοκρατικό πατριωτισμό και τον εθνικισμό, ανάμεσα στην ιδέα της πατρίδας νοούμενης ως κοινότητας ελεύθερων πολιτών και την ιδέα του έθνους νοούμενου ως πολιτισμικά ομοιογενούς κοινότητας.

 

H έννοια του εθνικισμού, όπως υιοθετήθηκε αρχικά από τον Χέρντερ, περιγράφει και δικαιολογεί την προκατάληψη που ενθαρρύνει τα άτομα να αγαπούν το δικό τους έθνος περισσότερο από τα άλλα ή ακόμη και να περιφρονούν ή να μισούν τους άλλους λαούς. Η γλώσσα του εθνικισμού γεννιέται για να καταπολεμηθούν πρωτίστως ο κοσμοπολιτισμός και ο ρεπουμπλικανικός πατριωτισμός που συναντάμε στην πολιτική σκέψη του Διαφωτισμού.

 

Ο ρεπουμπλικανικός πατριωτισμός, όπως εκφράζεται για παράδειγμα από τον Ρουσό, υποστηρίζει την αγάπη και την αφοσίωση στην πατρίδα νοούμενη ως ελεύθερη ένωση πολιτών που έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις. Εγκωμιάζει επομένως και υπερασπίζεται την πολιτική ελευθερία και τη δικαιοσύνη και υπαγορεύει τον σεβασμό προς όλους τους λαούς. Αληθινοί πατριώτες δεν είναι εκείνοι που περιφρουρούν την εθνική και θρησκευτική «καθαρότητα» των λαών, αλλά εκείνοι που συμμετέχουν ενεργά στη δημόσια ζωή υπερασπιζόμενοι το κοινό καλό και είναι αφοσιωμένοι στην αξία της αλληλεγγύης τόσο εντός όσο και εκτός των εθνικών συνόρων. Ο Τζουζέπε Ματσίνι ήταν εκείνος που, στον καιρό του, κατανόησε καλύτερα την αντίθεση μεταξύ πατριωτισμού και εθνικισμού.

 

Ο Ματσίνι συνέδεε την αγάπη για την πατρίδα με την αγάπη για την ανθρωπότητα και έδινε στην έννοια του πατριωτισμού μια ερμηνεία που ενσωμάτωνε τις αξίες της πολιτικής ελευθερίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Υποστήριζε επομένως ότι δεν χρειάζεται να απαρνηθούμε τον πατριωτισμό προκειμένου να υπερασπιστούμε την υπόθεση της συναδελφωμένης ανθρωπότητας. Το κείμενο που ακολουθεί είναι απόσπασμα από το βιβλίο του Μαουρίτσιο Βίρολι «Nazionalisti e patrioti».

 

Γιατί ο εθνικισμός είναι επικίνδυνος και πρέπει να τον καταπολεμάμε με απόλυτη αδιαλλαξία; Επειδή δεν γεννιέται ως ένας λόγος που εγκωμιάζει την ελευθερία, αλλά ως ένας λόγος που εξαίρει την εθνική ή πολιτισμική ομοιογένεια. Δεν διδάσκει τον σεβασμό για το ανθρώπινο πρόσωπο, αλλά δικαιολογεί την περιφρόνηση για όποιον δεν ανήκει στο δικό μας έθνος.

 

Τα εγκλήματα εναντίον της ανθρωπότητας που διαπράχθηκαν στο όνομα του εθνικισμού δεν ήταν λάθη, αλλά λογικές συνέπειες των αρχών αυτής της διδασκαλίας. Οποιος έζησε τις απαρχές της εθνικιστικής επίθεσης στις πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα δεν φανταζόταν βέβαια τη φρίκη των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης. Ποτέ δεν μπορούν να τεθούν όρια στη μοχθηρία και τη σκληρότητα των ανθρώπινων υπάρξεων που έχουν δηλητηριαστεί από τις ιδεολογίες του μίσους και του φόβου. Αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι, αν συνεχίσει να νικάει, ο εθνικισμός θα μας οδηγήσει σε μια μισαλλόδοξη και βάρβαρη δημοκρατία. Στη σημαία του θα αναγράφεται: «Πρώτα οι Ιταλοί».

 

Ποιοι Ιταλοί όμως; Οι Ιταλοί όπως ο Μουσολίνι ή όπως ο Κάρλο Ροσέλι; Οπως ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι ή όπως ο Στέφανο Ροντοτά; Οι διεφθαρμένοι Ιταλοί ή οι έντιμοι Ιταλοί; Πρώτα η αξιοπρέπεια των προσώπων, αυτή πρέπει να είναι η αρχή της δημοκρατίας μας· όλων των προσώπων, των Ιταλών και των μη Ιταλών που ζουν μαζί μας. Την αξιοπρέπεια του προσώπου την υπερασπίζουμε προστατεύοντας με αυστηρή αδιαλλαξία την ασφάλεια και την ελευθερία όλων. Ο νόμος πρέπει να ισχύει και για τους Ιταλούς και για τους μετανάστες, όποιο και αν είναι το χρώμα του δέρματός τους, χωρίς εξαιρέσεις. Το Σύνταγμά μας -αξίζει τον κόπο να το θυμίσουμε σε όσους το λησμόνησαν και σε όσους ποτέ δεν το κατανόησαν- δηλώνει ότι «η Ιταλία είναι μια δημοκρατική πολιτεία» και όχι ότι «η Ιταλία είναι η πολιτεία των Ιταλών».

 

Η Ιστορία διδάσκει ότι, εναντίον του εθνικισμού, δεν χρησιμεύει και πολύ να υψώνουμε τη σημαία του κοσμοπολιτισμού, ενός ευγενούς ιδεώδους που πείθει τον λόγο αλλά δεν αγγίζει τα πάθη και υπήρξε πάντα και θα είναι πάντα η αρχή περιορισμένων διανοητικών ελίτ. Δεν χρησιμεύει πολύ, αντίθετα μάλιστα βλάπτει, το να εγκωμιάζουμε το όραμα της ευρωπαϊκής πατρίδας, διαχωρισμένης από την ιταλική πατρίδα. Γεννημένη την επαύριον του πολέμου εναντίον των ολοκληρωτισμών, που ήταν τέκνα του εθνικισμού, η Ευρώπη είναι ένα ιδεώδες το οποίο ανήκει σε έναν μακρινό και λησμονημένο καιρό. Πολλοί πολίτες των ευρωπαϊκών κρατών βλέπουν ήδη την Ευρωπαϊκή Ενωση ως έκφραση μιας μακρινής και καταπιεστικής εξουσίας. Σύμφωνα με τα εθνικιστικά κόμματα, η λεγόμενη «παγκοσμιοποίηση» ωφελεί μόνο μια τεχνοκρατική ελίτ, που κηρύσσει έναν κοσμοπολιτισμό των προνομιούχων.

 

Αν θέλουμε να αντιταχθούμε στον εθνικισμό, που στηρίζεται στα τοπικά συμφέροντα, στη γλώσσα, στην κουλτούρα, στις μνήμες και στην εθνότητα, πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τον λόγο του δημοκρατικού πατριωτισμού, που σέβεται την εθνική κουλτούρα και τα θεμιτά εθνικά συμφέροντα, αλλά θέλει να εξυψώσει και την μεν και τα δε στα ιδεώδη της ελεύθερης και πολιτισμένης ζωής.

 

Η εθνικιστική ρητορική υπήρξε πάντοτε και είναι μέχρι τώρα ιδιαίτερα αποτελεσματική στους φτωχούς, στους άνεργους, στους απογοητευμένους διανοούμενους και στην παρακμάζουσα μεσαία τάξη. Με την ένταξή τους στο έθνος, τα κοινωνικά ταπεινωμένα και δυσαρεστημένα πρόσωπα βρίσκουν ένα νέο αίσθημα αξιοπρέπειας και υπερηφάνειας: «Είμαι φτωχός, αλλά τουλάχιστον είμαι Αμερικανός (ή Γερμανός ή Ιταλός)». Με αυτόν τον τρόπο σημαντικές κοινωνικές δυνάμεις, που θα μπορούσαν να συμβάλουν στην υπόθεση της δημοκρατικής Αριστεράς, πέρασαν -και ακόμα περνούν- στο στρατόπεδο της Δεξιάς. Γι’ αυτόν τον λόγο, εκτός από τους ιδεολογικούς λόγους, η Αριστερά θα έπρεπε να αντιτάσσεται στον εθνικισμό με τον λόγο του πατριωτισμού.

 

Αντίθετα, η Αριστερά σχεδόν πάντοτε άφηνε στη Δεξιά το μονοπώλιο αυτού του λόγου. Η Αριστερά ήταν διεθνιστική και καλλιεργούσε έναν πατριωτισμό βασιζόμενο στην αφοσίωση στο κόμμα ή στο συνδικάτο. Εκτός από λίγες αξιέπαινες εξαιρέσεις, οι αριστεροί διανοούμενοι δεν εργάστηκαν για να θεμελιώσουν έναν λόγο του πατριωτισμού ικανό να νικήσει τον εθνικισμό. Είναι επείγουσα ανάγκη να θεραπεύσουμε αυτή τη διανοητική και πολιτική αδυναμία. Η δημοκρατική Αριστερά οφείλει να αντιμετωπίσει τον εθνικισμό στο ίδιο το δικό του πεδίο.

 

Οφείλει να ανταποκριθεί στην ανάγκη εθνικής ταυτότητας, αλλά η δική της απάντηση πρέπει να είναι διαφορετική από εκείνη του εθνικισμού. Αν αξιοποιηθεί όπως πρέπει, ο πατριωτισμός μπορεί να υποστηρίξει και σήμερα διάφορες μορφές πάλης για τη χειραφέτηση και την αναγνώριση. Μπορεί να μας βοηθήσει ακόμη να ανακαλύψουμε ξανά και να ζήσουμε την πολιτική στράτευση στο πιο υψηλό και αυθεντικό της νόημα, ως τέχνη της δημοκρατικής ζωής. Χρειαζόμαστε έναν πατριωτισμό που θα κρατάει ενωμένες την πατρίδα και την ανθρωπότητα, το έθνος, την πολιτική ελευθερία και την κοινωνική δικαιοσύνη. Μακάρι να κάνω λάθος, αλλά νομίζω ότι είναι ακόμη λίγοι εκείνοι που κατανοούν αυτό το τόσο απλό μάθημα της Ιστορίας. Θα το κατανοήσουμε ίσως όταν θα είναι πάρα πολύ αργά.

[---->]

Το δήθεν "ΟΧΙ" και το ξέπλυμα ενός φασίστα δικτάτορα

 


"Το δήθεν "ΟΧΙ" και το ξέπλυμα ενός φασίστα δικτάτορα": 30 Οκτωβρίου 1940, δύο μέρες από την έναρξη του πολέμου, η εφημερίδα "Ελληνικό Μέλλον" κατασκευάζει την προπαγάνδα του δήθεν "ΟΧΙ" της δικτατορίας του Μεταξά.

H δικτατορία, που ελέγχει ολοκληρωτικά τον τύπο και έχει μπουκώσει τους εκδότες με προνόμια, την μετατρέπει σε βασικό προπαγανδιστικό σλόγκαν της (που συνοδεύεται απο πρόσθετους ύμνους προς τον φασίστα Μεταξά, ο οποίος υποτίθεται ότι προετοίμασε την άμυνα της χώρας κ.α)

Έτσι, αρχίζει η ιστορία ενός απο τους διαχρονικούς μύθους των αστικών μηχανισμών στην Ελλάδα, που, παρά το ότι όλα τα ιστορικά στοιχεία τον έχουν καταρρίψει εδώ και χρόνια, αναπαράγεται μέχρι σήμερα σε διάφορες εκδοχές και συμπυκνώνεται στο σύνθημα της εγκληματικής ναζιστικής Χρυσής Αυγής: "Τα ΟΧΙ θέλουν Μεταξάδες".

Όπως είναι γνωστό, όταν, 28 Οκτώβρη 1940, λίγο πριν τις 3 τα ξημερώματα, ο Ιταλός πρεσβευτής Γκράτσι ανακοίνωσε την κήρυξη πολέμου της φασιστικής Ιταλίας στην Ελλάδα, στην συνάντηση ύπηρχαν δύο παρόντες: Ο ίδιος και ο Μεταξάς. Και οι δύο έχουν αφήσει γραπτές μαρτυρίες που δεν αναφέρουν λέξη για κάποιο "ΌΧΙ" του δικτάτορα.

Ο Γκράτσι, στο βιβλίο του "Η αρχή του τέλους," γράφει ότι ο Μεταξάς έτρεμε και και αφου απλά είχε αναγνωρίσει την κήρυξη πολέμου("Alors, c’est la guerre"-ώστε έχουμε πόλεμο),έλεγε ότι "και αν θα ήθελε να ενδώσει, δεν μπορούσε να βρει μέσα σε τρεις ώρες τον καιρό.." και "αν τουλάχιστον μπορούσα  να του δείξω ποια ήταν τα στρατηγικά σημεία που ήθελε να καταλάβει η ιταλική κυβέρνηση".

Ο ίδιος ο Μεταξάς, στο προσωπικό του ημερολόγιο, με ημερομηνία 28 Οκτώβρη 1940, γράφει:"Νύκτα στις τρείς με ξύπνουν..έρχεται ο Grazzi. Πόλεμος!" (Ι.Μεταξά: "Ημερολόγιο", τόμος Δ', σελ. 516). Ούτε ό ίδιος δηλαδή γράφει για κάποιο "ΌΧΙ".

Και δεν θα μπορούσε αφού η συνάντηση ήταν-στην ουσία-τυπική υπόθεση,δεδομένου ότι οι απαιτήσεις των Ιταλών ήταν εξωφρενικές,αόριστα διατυπωμένες,ενώ έδιναν περιθώριο μόλις 3 ωρών. Η επίθεση ήταν προαποφασισμένη και ο πόλεμος, όπως έγραψε και ο Γκράτσι στο βιβλίο του, αναπόφευκτος. Δεν υπήρξε κανένα πραγματικό αίτημα για παραχωρήσεις (στο οποίο υποτίθεται "αντιστάθηκε" με το δήθεν "ΟΧΙ" ο δικτάτορας) αλλά ανακοίνωση κήρυξης πολέμου.

Ο ίδιος ο Μεταξάς, στην πρώτη ανακοίνωσητου μετά την συνάντηση, που περιλαμβάνεται στις εφημερίδες της 28.10.1940, ξεκαθαρίζει ποιό ήταν το περιεχόμενο της χωρίς να υπάρχει-φυσικά-λέξη για κάποιο "ΟΧΙ". "Απήντησα ότι θεωρώ το αίτημα αυτό καθ’ εαυτό και τον τρόπον με τον οποίον γίνεται κήρυξιν πολέμου κατά της Ελλάδος".

Τα ίδια επαναλαμβάνουν ρητά και οι τίτλοι των εφημερίδων τις επόμενες μέρες: "Η Ιταλία εκήρυξε τον πόλεμον κατά της Ελλάδος" ("Ο Τύπος", 28.10.1940), "Κήρυξις πολέμου εκ μέρους της Ιταλίας" ("Ελεύθερον Βήμα", 29.10.1940) κ.α.

Όμως, 30 Οκτώβρη 1940, όταν έχει γίνει ξεκάθαρο ότι -κόντρα στα καταστροφικά σχέδια της δικτατορίας του Μεταξά και του Γενικού του Επιτελείου και τις προβλέψεις τους-η Ιταλική επίθεση βρίσκει σφοδρή αντίσταση και ο λαός έχει ξεσηκωθεί, οι προπαγανδιστικοί μηχανισμοί κινούνται γρήγορα προς άλλη κατεύθυνση: Τότε εμφανίζεται το δήθεν "ΟΧΙ" του δικτάτορα αλλά και άλλα παρόμοια προπαγανδιστικά κατασκευάσματα.

Γιατί όμως ο φασίστας Μεταξάς δεν είπε  και δεν θα μπορούσε ποτέ να πεί ποτέ "ΟΧΙ";

Η βασική αιτία βρίσκεται στο ίδιο το αστικό καθεστώς στην Ελλάδα και την φασιστική δικτατορία που υποστήριζε.Η εμπλοκή

της Ελληνικής αστικής τάξης στον πόλεμο δεν ήταν παρά η συνέχεια της εκμεταλλευτικής πολιτικής-με την οποία είχε επιβάλλει δικτατορία στο εσωτερικό της χώρας-και της προσπάθειας της να διαφυλάξει την εξουσία με την συμμετοχή της στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς.  Σκοπός δεν ήταν η υπεράσπιση του λαού στον οποίο εξάλλου επιβάλλει μια διεφθαρμένη φασιστική τυραννία.

Την "πατρίδα" για την οποία θα πολεμούσε ο Μεταξάς την είχε περιγράψει ξεκάθαρα ο ίδιος:"Είμεθα ουδέτεροι εφ' όσον χρόνον η Αγγλία θέλει να είμεθα ουδέτεροι. Τίποτα δεν κάνομε χωρίς συνεννόησιν με την Αγγλία και,τις περισσότερες φορές ό,τι κάνομε γίνεται κατά σύστασιν ή παράκλησιν της Αγγλίας. Η Ελλάς είναι ζωτικό τμήμα της αγγλικ.αυτοκρατορικής αμύνης". ("Τα Μυστικά Αρχεία του Φόρεϊν Οφφις", εκδ,Πάπυρος, σελ. 76).

Αυτή η πολιτική καθόρισε και την "πολεμική προετοιμασία" και τα καταστροφικά σχέδια του Γενικού Επιτελείου του Μεταξά.

Έτσι, οι υπέρογκοι πολεμικοί εξοπλισμοί της δικτατορίας ήταν μέσο εμπλοκής στα ιμπεριαλιστικά σχέδια (και πάρε δώσε με "προμήθειες") και δεν είχαν παρά ελάχιστη σχέση με την άμυνα της χώρας.

Ολόκληρα δισ έφυγαν απο το υστέρημα του λαού για τα φαραωνικά οχυρά της "Γραμμής Μεταξά" (τα οποία μέχρι την γερμανική επίθεση δεν είχαν ολοκληρωθεί) η ελληνοαλβανική μεθόριος εγκαταλείφθηκε και μέτρα όπως ο δήθεν "έρανος υπέρ Βασιλικής Αεροπορίας" που διαφήμιζε ο διάδοχος Παύλος Γλύξμπουργκ, με το οποίο το διεφθαρμένο καθεστώς του Μεταξά άρπαξε δισεκατομμύρια-υποτίθεται-για να αποκτήσει η χώρα πολεμικά αεροπλάνα τα οποία δεν παραδόθηκαν ποτέ, γενικεύτηκαν.

Αποτέλεσμα ήταν το ότι, παραμονές του πολέμου, η στρατιά Ηπείρου δεν διέθετε ούτε καν αντιαρματικά όπλα, το δε απόσπασμα της Πίνδου (απόσπασμα Δαβάκη) το πρωί της 28ης Οκτωβρίου "ευρέθη άνευ εφεδρικών πυρομαχικών"!

Όπως οι εξοπλισμοί ήταν προσανατολισμένοι στα πάρε δώσε με τους ιμπεριαλιστές, στις ρεμούλες και την μιλιταριστική προπαγάνδα, έτσι και τα σχέδια του Γενικού Επιτελείου της φασιστικής δικτατορίας σε περίπτωση Ιταλικής επίθεσης,ήταν η μετατροπή του Ελληνικού στρατού σε "εμπροσθοφυλακή" των Άγγλων,που θα ρίξει "μερικές τουφεκιές για την τιμή των όπλων", θα εγκαταλείψει ολόκληρες περιοχές της χώρας στους εισβολείς και θα καταφύγει στην...Αιτωλοακαρνανία και την Λαμία.

Όπως έχει αποκαλυφθεί απο ντοκουμέντα, που έχουν δημοσιευτεί στην επίσημη ιστορία του ΓΕΣ παραμονές του πολέμου, το επιτελείο του Μεταξά ζητούσε απο τους Ηπειρώτες και Μακεδόνες που ήταν η πλειοψηφία στις Μεραρχίες στο Αλβανικό Μέτωπο, να εγκαταλείψουν τα χωριά τους στους Ιταλούς φασίστες σε περίπτωση Επίθεσης και να πολεμήσουν απο το Μεσσολόγγι η την Λαμία!

Μάλιστα, 24 Αυγούστου 1940, ο αρχηγός ΓΕΣ, Παπάγος, έστειλε αεροπορικώς στα Ιωάννινα ως προσωπικό του απεσταλμένο, τον μετέπειτα γνωστό φασίστα και τότε ταγματάρχη Πεζικού και Γ.Γρίβα για να δώσει οδηγίες για αυτό το Σχέδιο.

Όμως, τα πράγματα δεν πήγαν όπως τα σχεδίαζε ο φασίστας Μεταξάς και η δικτατορία του. Οι μονάδες στην Ήπειρο αρνήθηκαν να υπακούσουν, το απόσπασμα Πίνδου- εγκαταλελειμμένο, παρά τις εκκλήσεις του Δαβάκη-καταφέρνει να κρατήσει τις θέσεις του, ο λαός ξεσηκώνεται,οι στρατιώτες και αξιωματικοί δεν φεύγουν τρέχοντας για το Αγρίνιο και την Λαμία (όπως ήθελε το επιτελείο του Μεταξά) αλλά αντιστέκονται στην εισβολή.

Όσο για τον Μεταξά,28 Οκτώβρη 1940,μέρα που αρχίζει ο πόλεμος, δείχνει έκπληκτος("Φανατισμός του λαού αφάνταστος") και την επομένη αρχίζει να..ανησυχεί που ο λαός ξεσηκώνεται("Με ανησυχεί η υπεραισιόδοξος Κοινή Γνώμη"). Με την απόκρουση των Ιταλών, μεγαλώνει ο φόβος του για τους..Έλληνες.5/12/1940 γράφει:"Συνεχείς νίκαι προχωρήσεως. Ανησυχίαι για το μέλλον μου; Είναι σωστό αυτό;Εκ μέρους μου;"

Η ίδια γραμμή της κυρίαρχης τάξης θα συνεχιστεί και όλη την επόμενη περίοδο: Άρνηση απελευθέρωσης πολιτ.κρατουμένων που ζητούσαν να πολεμήσουν (και αργότερα παράδοση τους στους κατακτητές), άρνηση εξοπλισμού των Κρητικών, δωσιλογισμός,δραπέτευση για Κάιρο κα.

Τέτοια μαύρη ιστορία των κυρίαρχων δεν θα μπορούσε να δικαιολογηθεί χωρίς προπαγάνδα που να ξεπλένει τον ρόλο της κυρίαρχης τάξης και του φασισμού στην Ελλάδα. Εδώ βρίσκεται η σημασία της διαχρονικής προπαγάνδας για τον Μεταξά και τις δήθεν "εθνικές ενότητες"με τους εκμεταλλευτές του λαού.




Πηγές/Βιβλιογραφία: Εμμανουελε Γκράτσι, "Η αρχή του τέλους-η επιχείρηση κατα της Ελλάδος", Ιωάννης Μεταξάς, "Προσωπικό Ημερολόγιο,τόμος Δ, Σπ. Λιναρδάτος, "Η εξωτερική πολιτική της 4ης Αυγούστου", Σπ. Λιναρδάτος, "Ο Ιωάννης Μεταξάς και οι μεγάλες δυνάμεις", Νίκος Πηγαδάς, "Το ΌΧΙ της Ρωμιοσύνης" Αθανάσιος Κοροζής,"Οι πόλεμοι 1940-41 επιτυχίαι και ευθύναι". Νεόκοσμος Γρηγοριάδης, "Ο παγκόσμιος πόλεμος1939-1945, Α. Παπάγος: "Ο πόλεμος της Ελλάδος 1940 - 1941".Χαράλαμπος Κατσιμήτρος, "Η Ηπειρος Προμαχούσα, η δράση της VIII Μεραρχίας στον πόλεμο 1940-41".

[----->]

Πρωινές σημειώσεις για μια ανθρωπολογία του σύγχρονου πολέμου σχετική με την 28η Οκτωβρίου 1940

  

Ξέρω ότι αυτό που θα γράψω μπορεί να παρεξηγηθεί αλλά η εμπειρία μου μου λέει ότι ισχύει.Πιστευω ότι η στάση των ανθρώπων και των λαϊκών κινημάτων απέναντι σε κάθε συγκεκριμένο πόλεμο ειδικά και όχι γενικά τον πόλεμο είναι αυτό που μετράει.

Ξεκινω λοιπόν από την εκτίμηση ότι η ενεργή συμμετοχή του απλού λαού και όχι των ιδιοκτητριων τάξεων στον ελληνοϊταλικό πόλεμο ήταν πολύ σωστή και σοφη και δεν ήταν έκφραση ενός εθνικιστικού παραληρήματος ,όπως ισχυρίζονται ορισμένες " διεθνιζουσες" απόψεις στην Αριστερά, που τώρα είναι (ακόμη) μειοψηφικες, αλλά παλιότερα ήταν τελείως περιθωριακές. 

Ήταν η στάση ενός αγωνιζόμενου λαού και δεν θα επικαλεστώ εδώ ούτε τον Ζαχαριάδη ούτε καμία άλλη αριστερή αυθεντία αλλά τις μαρτυρίες των απλών ανθρωπων..Αν ο λαός είχε ρίξει τα όπλα και είχε πει " περάστε" ,όπως σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες ,στους Ιταλούς φασίστες και στους Γερμανούς ναζί , δεν θα είχε ακολουθήσει σε καμία περίπτωση το μεγαλειώδες εαμικο λαϊκό κίνημα ( που ήταν εθνικό και κοινωνικό και δημοκρατικό ταυτόχρονα) αλλά η σιωπή ενός υποταγμένου λαού και ο γενικός δωσιλογισμος..

Ακομη παραπάνω, θα ισχυριστώ ότι όποιος λαός δέχεται να κατακτηθεί άδικα - κι εδώ οι συνθήκες ήταν ριζικά διαφορετικές από τον Α Πόλεμο ,όπου δεν υπήρχε ο παράγων του φασισμού ούτε η ύπαρξη της ΕΣΣΔ- δεν κάνει και καμία απολύτως κοινωνική επανάσταση.Επειδη έχουμε πήξει στην φραστική και βερμπαλιστικη επαναστασιολογια, θέλω να θυμίσω ότι τις πραγματικές ιστορικές επαναστάσεις ,κοινωνικές,σοσιαλιστικές,αναρχικές ,μαρξιστικές η αντιιμπεριαλιστικες, τις έκαναν σκληροτράχηλοι άνθρωποι,άντρες και γυναίκες, που ήξεραν την σκληρή εργασία, τον μόχθο, την βία, την πείνα, την αξία της κοινότητας, τον αλληλοσεβασμό,τα απλά συναισθήματα, , την αυτοθυσία, και δεν ήταν φοβισμένα ατομικιστικα ανθρωπάρια ούτε ασχολούνταν συνέχεια με την diversity η την πολλαπλότητα των κοινωνικών φύλων η τα πρότυπα της τηλεόρασης .

 Επίσης, άνθρωποι που είχαν ζήσει αρκετά τις πρώτες μορφές καταπίεσης του καπιταλισμού, για να αποκτήσουν κοινωνική συνείδηση αλλά δεν είχαν ζήσει αρκετά μακροχρόνια τον καπιταλισμό ώστε να αγαπήσουν τις πειθαρχιες του και τις " παροχές" του..Ειναι η θεωρία του ιστορικου Μεσοδιαστήματος που όλο και περισσότερο βρίσκω αναλυτικά ορθή.Αυτο δεν σημαίνει ότι σήμερα οι επαναστάσεις αποκλείονται αλλά ότι κοινωνικά και πολιτισμικά είναι πολύ δυσκολότερες από ο,τι στον εικοστό αιώνα .Η πάλη των τάξεων δεν οδηγεί αναγκαστικά στην επανάσταση. Αυτος ήταν ο λόγος λοιπόν που στον εικοστό αιώνα οι άνθρωποι έκαναν πολλές επαναστάσεις και σήμερα φτάνουν μέχρι την βραχύβια εξέγερση που δεν έχει καθολικά αλλά συγκυριακά χαρακτηριστικα,ακόμη και όταν είναι αξιόλογη. 


Ακομη και τα πρόσωπα των ανθρώπων είναι πολύ πιο εύγλωττα από τις δικές μας φωτογραφίες.Που συνήθως είναι φωτογραφίες κατανάλωσης εμπορευμάτων και ανθρώπων. Καλό ξημέρωμα και τρία ζητώ για την στάση του λαού μας στον ελληνοϊταλικό πόλεμο.

 

 [----->]