ΜΕΡΑ25: Διεκδικώντας μια γωνίτσα στο νέο πολιτικό σκηνικό



03/06/2019

Του Λεωνίδα Βατικιώτη / www.kommon.gr

Η έκπληξη των ευρωεκλογών ήταν το ποσοστό του ΜΕΡΑ 25 (Μετώπου Ευρωπαϊκής Ρεαλιστικής Ανυπακοής), που αν κι έφτασε σχεδόν το 3% δεν κατάφερε να εκλέξει ευρωβουλευτή μόλις για 400 ψήφους. Αυτή η επίδοσή του ωστόσο το καθιστά πλέον υπολογίσιμη πολιτική δύναμη. Πολύ περισσότερο αν λάβουμε υπ’ όψη μας την υποχώρηση της Αριστεράς σε όλες τις εκδοχές της: από τη συστημική νεοφιλελεύθερη Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, μέχρι την εξωκοινοβουλευτική της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

Η συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε ο ιδρυτής του κόμματος Γιάνης Βαρουφάκης την Τετάρτη 29 Μαΐου αντανακλούσε αν όχι τη νέα πραγματικότητα, τουλάχιστον τις φιλοδοξίες του νεοπαγούς κόμματος. Ήταν ταυτόχρονα ασυνήθιστα αποκαλυπτική για το πολιτικό πρόγραμμα του κόμματος που ίδρυσε ο πρώτος υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης Τσίπρα. 

Σε αδρές γραμμές, επιδίωξή του είναι να ενταχθεί στο πολιτικό mainstream, αποτελώντας μία σταθερά του νέου, πολύ πιο δεξιού, πολιτικού σκηνικού που διαμορφώνεται με την εκλογική συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ και την άνοδο της ΝΔ.

Με βάση τα ρεπορτάζ του Τύπου, συνάγεται ότι ο ιδρυτής του ΜΕΡΑ 25 ακόμη και σήμερα, τέσσερα χρόνια μετά την ήττα της περιβόητης διαπραγμάτευσης, δεν έχει καταλάβει γιατί ηττήθηκε. Ερωτηθείς αν το κάλεσμα συνεργασίας που διατύπωσε απευθύνεται και στη Λαϊκή Ενότητα ξεκαθάρισε ότι «Δεν είμαι υπέρ του Grexit ούτε υπέρ του Brexit. Εμείς είμαστε Ευρωπαίοι διεθνιστές. Θα έπρεπε να μην έχουμε μπει στο ευρώ αλλά η έξοδος έχει μεγάλο κόστος. Είμαστε στο ευρώ, θέλουμε να μείνουμε στο ευρώ υπό τους όρους που θέτουμε».

Wolfgang Streeck: Οι τέσσερις λόγοι της αποτυχίας της Αριστεράς στις ευρωεκλογές

Η αποτυχία των κομμάτων του κέντρου στις ευρωεκλογές δείχνει ότι η κρίση της ΕΕ δεν έχει σε καμία περίπτωση περάσει. Ωστόσο, η έλλειψη στρατηγικής και ταυτότητας της Αριστεράς έχει πλήξει την ικανότητά της να προτείνει μια εναλλακτική λύση.

Σε κανένα, σχεδόν, από τα αμέτρητα σχόλια για τα αποτελέσματα των ευρωπαϊκών εκλογών δεν γίνεται αναφορά στη ριζοσπαστική Αριστερά, σε αντίστιξη με τη σοσιαλδημοκρατική αριστερά. Αυτή είναι μια έκφραση περιφρόνησης που της αξίζει απόλυτα.

Πριν πέντε χρόνια, στην ηγεσία της Αριστεράς, υπό την δύσχρηστη ετικέτα GUE/NGL (Συνομοσπονδιακή Ομάδας Ευρωπαϊκή Ενωτική Αριστερά / Βόρεια Πράσινη Αριστερά, δεν ήταν άλλος από τον Αλέξη Τσίπρα. Αργότερα, ως Έλληνας πρωθυπουργός, έγινε ο αγαπημένος μαθητής της Ανγκελα Μέρκελ στην τέχνη της προδοσίας.

Με την πάροδο του χρόνου και με τη συμμετοχή διαφόρων μικροομάδων, η Ομάδα GUE / NGL συγκέντρωσε συνολικά πενήντα δύο έδρες, λίγο λιγότερο από το 7% των 751 βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Τώρα, το 2019, κατέληξε να έχει τριάντα οκτώ, με απώλειες πάνω από το ένα τέταρτο.

Η συντριπτική ήττα της ευρωπαϊκής αριστεράς - ή ακριβέστερα της εκπροσώπησής της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο – συνέπεσε με τη δραματική αποτυχία των παλαιών κομμάτων της κεντροαριστεράς και της κεντροδεξιάς. Ολοι μαζί, οι τελευταίοι κέρδισαν μόνο 329 έδρες: το 44% του συνόλου.

Η απώλεια εβδομήντα πέντε εδρών έθεσε τέρμα στην κοινοβουλευτική πλειοψηφία της Μεγάλης Συμμαχίας και συνέπεσε με την αλματώδη αύξηση των ψήφων διάφορων κόμματων μιας νέας, αν όχι εντελώς νέας, εθνικιστικής δεξιάς (114 έδρες, μια αύξηση τριάντα έξι εδρών). Εντυπωσιακά τα κέρδη και για τους Πράσινους, οι οποίοι από τις πενήντα δύο έφτασαν τις εβδομήντα έδρες, σχεδόν διπλάσιες από αυτές τις Αριστεράς.


Αυτή είναι, λοιπόν, η στιγμή για γρήγορες αλλαγές πολιτικών θέσεων. Αλλά πότε η αριστερά θα πρεπε να περιμένει να αυξηθεί η εκλογική της δύναμης μεταξύ των ευρωπαίων εργαζομένων και των ρεφορμιστικών τμημάτων της μεσαίας τάξης, αν όχι τώρα; Υπάρχει επείγουσα ανάγκη να εξηγηθεί η καταστροφική αποτυχία της αριστεράς. Στο μυαλό μου έρχονται τέσσερις λόγοι – σίγουρα,όμως, υπάρχουν περισσότεροι.