από τον ζωγραφικό χώρο στον λαϊκό χορό


                                    


Το εγχείρημα να προσδιορίσουμε χαρακτηριστικά του λαϊκού 
τραγουδιού μάς οδηγεί συμπτωματικά αλλά όχι τυχαία στο πεδίο της
βυζαντινής αγιογραφίας. Απόσπασμα από το βιβλίο "Η χρωματική 
δομή στις Μορφές του Θεοφάνη του Κρητός" του Γεωργίου Κόρδη: 
"...στα πλαίσια της βυζαντινής ζωγραφικής δεν κυριαρχεί η 
αυτονόμηση και η αντικειμενικότητα των μορφών, αλλά η
σχετικότητά τους ως προς τον θεατή. Η επιδίωξη του βυζαντινού
τεχνίτη δεν είναι να δημιουργήσει μορφές ζωγραφικές που να 
υπάρχουν ανεξάρτητα από την αίσθηση του θεατή και να 
διακρίνονται για την αντικειμενικότητά τους και την αυθυπαρξία
 τους. Στόχος του είναι να πλάσει μορφές που να υπάρχουν ως προς
το θεατή, να φαίνονται σ' αυτόν. Μορφές που μέτρο της ορθοτητάς 
τους να μην έχουν άλλο από την αίσθηση του θεατή". Και εξηγεί ο
συγγραφέας πως στη δυτική τέχνη ο χώρος του πίνακα, εξαιτίας της
γραμμικής προοπτικής, είναι αποκομμένος από εκείνον του θεατή.
Αντίθετα στη βυζαντινή αγιογραφία δεν υπάρχει αυτόνομος
 ζωγραφικός χώρος, καθώς όλες οι μορφές, λόγω της "σχετικής
 προοπτικής" κινούνται προς την πλευρά του θεατή.

Αυτό που καταλύει την αυτονομία των ήχων στο λαϊκό τραγούδι,εν
αντιθέσει προς άλλα είδη μουσικής, είναι ο χορός του κοινού και
μάλιστα το αίτημα ενός χορού που οφείλει να είναι σημαίνων-με όλα
όσα ανακαλεί η λέξη- και όχι μια αυτιστική εκδήλωση εκτόνωσης.Το
λαϊκό τραγούδι μοιράζεται το κέφι και τη λύπη του με τον χορό των
θεατών. Δεν υπάρχει λαϊκός καλλιτέχνης που να απολαμβάνει να 
παίζει σε πελάτες που αρνούνται να χορέψουν. Και όταν το τραγούδι 
είναι σοβαρό, ο χορός επίσης οφείλει να είναι. Αλλά αν ο χορευτής
δεν είναι σοβαρός, και είναι λίγο καραγκιοζάκος, μπαλαρίνα,
ψεύτικος ή ξέκωλον, τότε και το τραγούδι ακολουθεί τα βήματά του:
άλλοτε συμβαδίζοντας με την ανεπάρκεια του χορευτή, άλλοτε
αποκαλύπτοντάς τη ώσπου να τον "ξαποστείλει". Πριν από κάμποσα
χρόνια σε ένα μαγαζί με δημοτικά, γύρω στις έξι το πρωί, ανέβηκε
μια παρέα, δυο γυναίκες και ένας άντρας, να χορέψουν. Προκλητικοί 
όλοι, ο καθένας με τον τρόπο του. Και οι μουσικοί, που μέχρι τότε
ήταν άψογοι, άρχισαν να "κοροϊδεύουν". Κάνανε σόλα εκεί που θα
έπρεπε να τραγουδάνε, τραγουδάγανε εκεί που έπρεπε να σολάρουν,
και ό,τι άλλο μπορούσαν, χωρίς να προδώσουν εμφανώς το κομμάτι 
αλλά και μέχρι να υποχρεώσουν τους ανεπιθύμητους να κατέβουν 
από το πάλκο. Είναι κάτι που δε θα ζήσουμε ποτέ στο Μέγαρο 
Μουσικής...Κάτι από αυτά εννοούσα στο παρακάτω κείμενο...