Οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδος το δίμηνο Μαρτίου – Απριλίου.

Οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδος   τους δύο επόμενους μήνες του 2015, διαμορφώνονται ως εξής:

Τον Μάρτιο , η Ελλάδα πρέπει να αποπληρώσει  συνολικές υποχρεώσεις  2,496 δις ευρώ.

Τον Απρίλιο αντίστοιχα συνολικές υποχρεώσεις 0,8 δις ευρώ.

Συγκεκριμένα οι υποχρεώσεις για το Μάρτιο αφορούν:

Στην αποπληρωμή δανείων  συνολικού  ύψους  1,59 δις ευρώ προς το ΔΝΤ, εκ των οποίων  1,416 δις ευρώ  αφορούν στην αποπληρωμή κεφαλαίου και  0,174 δις ευρώ για αποπληρωμή τόκων. Η αποπληρωμή προβλέπεται να πραγματοποιηθεί σε τέσσερεις δόσεις, 6/3 : 0,31 δις ευρώ, 13/3: 0,35 δις ευρώ , 16/3: 0,58 δις ευρώ  και 20/3: 0,35 δις ευρώ.

Την αποπληρωμή  των ομολόγων που δεν υπήχθησαν στο PSI   , ύψους 80 εκατομμυρίων ευρώ την 01/03/2015.

Αποπληρωμή τόκων ύψους 674 εκατομμυρίων ευρώ.

Αποπληρωμή άλλων υποχρεώσεων ύψους 200 εκατομμυρίων ευρώ.

Επίσης έχει να αναχρηματοδοτήσει Έντοκα Γραμμάτια του Δημοσίου που λήγουν την περίοδο αυτή.

Τον Μάρτιο:
02/03/2015 ΕΓ εξάμηνης διάρκειας ύψους 1137,5 εκατομμυρίων ευρώ.
10/03/2015 ΕΓ τρίμηνης διάρκειας ύψους 1600 εκατομμυρίων ευρώ.
17/03/2015 ΕΓ τρίμηνης διάρκειας ύψους 1300 εκατομμυρίων ευρώ.

Τον  Απρίλιο :
08/04/2015 ΕΓ εξάμηνης διάρκειας ύψους 1137,5 εκατομμυρίων ευρώ.
Η πίεση για την  εξυπηρέτηση  των υποχρεώσεων είναι σημαντική και φαίνεται ότι η επιστροφή των 1,9 δις ευρώ από τα κέρδη της ΕΚΤ , τα οποία διεκδικεί η Ελλάδα, αποτελεί ,χωρίς άλλο, μάννα εξ ουρανού.
 Όμως αυτό προϋποθέτει  αξιολόγηση του προγράμματος των μεταρρυθμιστικών  προτάσεων που θα καταθέσει η ελληνική κυβέρνηση  με τελική ημερομηνία την 28 Απριλίου 2015.    

Tα ψέματα του φον Σόιμπλε


Αποστομωτική απάντηση για τον κατώτατο μισθό στην Ελλάδα από έρευνα του ΙΝΕ της ΓΣΕΕ

Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα με το οποίο έχει έρθει αντιμέτωπη η νέα ελληνική κυβέρνηση στο περιθώριο της εκβιαστικής διαπραγμάτευσης είναι η σκληρή επικοινωνιακή πολιτική των δανειστών, που στηρίζεται μεταξύ άλλων και σε ευφυώς δομημένα στερεότυπα για τους Έλληνες πολίτες.

Στερεότυπα για έναν λαό κακομαθημένο, που αποτελεί την επιτομή των καλοπληρωμένων τεμπέληδων. Έναν λαό που, αφού βγήκε από το κώμα με το υστέρημα των Ευρωπαίων, τώρα ζητά, ως συνώνυμο του μπαταχτσή, να του χαρίσουν τα χρέη και να του παραχωρηθούν προνόμια, δήθεν, αδιανόητα για τους άλλους λαούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Είναι χαρακτηριστικό της ωμής παραπληροφόρησης και της συνολικής δυσφήμισης που επιχειρείται ότι ακόμα και η πρόθεση της κυβέρνησης για την αύξηση του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ, ένα μέτρο αυτονόητο και αναγκαίο με οικονομικούς και κοινωνικούς όρους, χρησιμοποιείται ως «όπλο» για τη συντήρηση της παραμορφωτικής εικόνας που έχει δημιουργηθεί.

Δεν είναι άλλωστε καθόλου τυχαίο ότι το μέτρο αυτό χρησιμοποιήθηκε για να εκφραστεί η δυσαρέσκεια στελεχών της ισπανικής και της πορτογαλικής κυβέρνησης και πρωτίστως του ίδιου του Σόιμπλε.

Ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας δήλωσε σε τηλεοπτικό σταθμό της πατρίδας του: «Αν η Ελλάδα αυξήσει πάλι τον κατώτατο μισθό πάνω από το επίπεδο άλλων ευρωπαϊκών χωρών, θα είναι δύσκολο να εξηγήσεις στους φορολογούμενους σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες ότι αυτό πρέπει να το χρηματοδοτήσεις εις βάρος του δικού σου προϋπολογισμού».

Αλήθεια, όμως, τι εξηγήσεις να δώσουμε; Έχουμε τον υψηλότερο κατώτερο μισθό της Ευρώπης και η όποια αύξησή του θα επιβαρύνει τους άλλους λαούς της Ευρώπης; Και όταν ο Σόιμπλε λέει ότι θα αυξήσουμε «πάλι» τον κατώτατο μισθό, είμαστε σίγουροι ότι αναφέρεται στην Ελλάδα;

Τα στοιχεία που παρουσίασε το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ στην ετήσια έκθεση του 2014 «Η ελληνική οικονομία και η απασχόληση» είναι καταλυτικά και αποστομώνουν κάθε κακοπροαίρετο.

Οι ερευνητές του ΙΝΕ ΓΣΕΕ, για να συγκρίνουν τους κατώτατους μισθούς ανάμεσα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εξέτασαν τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία της Εurostat, που αφορούν τους κατώτατους μηνιαίους μισθούς των εργαζομένων με πλήρη απασχόληση το α’ εξάμηνο του 2014.

Από τα στοιχεία προκύπτει ότι ο κατώτατος μηνιαίος μεικτός μισθός στην Ελλάδα, δηλαδή πριν από την αφαίρεση του φόρου εισοδήματος και των κοινωνικών εισφορών που καταβάλλουν οι εργαζόμενοι, ανέρχεται πλέον σε 684 ευρώ σε 12μηνη βάση (από 863 ευρώ το 2010 και 877 ευρώ με την ΕΓΣΣΕ πριν από το μνημόνιο 2) και είναι χαμηλότερος των αντίστοιχων μισθών στη Σλοβενία (789 ευρώ), στην Ισπανία (753 ευρώ) και στη Μάλτα (718 ευρώ), ενώ έχει μειωθεί σημαντικά η απόσταση από τον κατώτατο μισθό της Πορτογαλίας (566 ευρώ).

Πιο συγκεκριμένα, ο κατώτατος μηνιαίος μισθός σε απόλυτα μεγέθη κυμαίνεται:

• Μεταξύ 1.217 και 1.921 ευρώ σε μία πρώτη ομάδα χωρών που αποτελείται από το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γαλλία, την Ιρλανδία, την Ολλανδία, το Βέλγιο και το Λουξεμβούργο.
• Μεταξύ 566 και 789 ευρώ σε μία δεύτερη ομάδα χωρών που αποτελείται από την Πορτογαλία, τη Μάλτα, την Ελλάδα, την Ισπανία και τη Σλοβενία.
• Μεταξύ 174 και 405 ευρώ στην τρίτη ομάδα χωρών όπου βρίσκονται τα υπόλοιπα νέα κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δηλαδή Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία, Ουγγαρία, Πολωνία, Σλοβακία, Τσεχία, Βουλγαρία, Ρουμανία.

Όπως συμπεραίνουν οι ερευνητές του ΙΝΕ ΓΣΕΕ, «ο κατώτατος μηνιαίος μισθός σε ευρώ στην Ελλάδα αποκλίνει πλέον σημαντικά και υστερεί κάθε φορά περισσότερο έναντι των κατώτατων μισθών των πλουσιότερων χωρών - μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στις οποίες υπάρχει θεσμοθετημένος κατώτατος μισθός σε εθνικό επίπεδο και ξεπερνά τα 1.200 ευρώ), δεδομένου ότι μετά τη μείωση κατά 22% τον Φεβρουάριο του 2012 ανέρχεται πλέον μόλις στο 46% του αντίστοιχου κατώτατου μισθού της πρώτης ομάδας χωρών».

Αντίθετα ακόμα και μετά τη δραστική μείωση κατά 22% που έγινε με το μνημόνιο 2, ο κατώτατος μηνιαίος μισθός στην Ελλάδα συνεχίζει να είναι μεγαλύτερος από τον αντίστοιχο μισθό που ισχύει στην πλειονότητα των νέων κρατών - μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης με εξαίρεση τη Σλοβενία και τη Μάλτα.

Πόσο μειώθηκαν οι μισθοί
Σύμφωνα με την έκθεση, στη διάρκεια των ετών 2010-2013, σε τρέχουσες τιμές, οι αποδοχές εργασίας μισθωτών και αυτοαπασχολούμενων μειώθηκαν κατά 41 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπου επιβλήθηκε ονομαστική μείωση 22% στον κατώτατο μισθό και ημερομίσθιο και 32% αντίστοιχα για τους νέους ηλικίας κάτω των 25 ετών.

Η πραγματική μείωση του κατώτατου μισθού και ημερομισθίου εκτοξεύεται όμως εάν υπολογιστεί η συντριπτική πτώση της αγοραστικής δύναμης. Όπως επισημαίνουν οι ερευνητές, «παράλληλα, η καθίζηση της αγοραστικής δύναμης (25 εκατοστιαίες μονάδες χαμηλότερα από τα επίπεδα του 1984) του κατώτατου μισθού στην Ελλάδα, δεν επιδέχεται σύγκρισης με καμία άλλη περίπτωση ευρωπαϊκής χώρας, δεδομένου ότι, και την ίδια περίοδο 2010-2013, ο πραγματικός κατώτερος μισθός μειώθηκε κατά 25,9% και κατά 35,4% για τους νέους κάτω των 25 ετών».

Τα έγκυρα και απολύτως τεκμηριωμένα στοιχεία που παρέθεσε στην έκθεσή της το ΙΝΕ ΓΣΕΕ μαρτυρούν τους πραγματικούς λόγους για τους οποίους εταίροι και δανειστές προβάλουν αναληθή στοιχεία προκειμένου να κινητοποιήσουν τα κοινωνικά αντανακλαστικά λαών της Ευρώπης. Και όπως σημειώνεται στην έκθεση, «ο κατώτατος μισθός, από εργαλείο προστασίας των χαμηλά αμειβόμενων, μετατρέπεται σε εργαλείο για την επιτάχυνση της διαδικασίας γενικευμένης μείωσης των μισθών στον ιδιωτικό τομέα, που αποτελεί κεντρικό στόχο της πολιτικής της εσωτερικής υποτίμησης».   [--->]