Η ΧΑΜΕΝΗ ΑΘΩΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΜΥΘΙΩΝ

 

Το τελευταίο «παραμύθι» του Ε. Τριβιζά, που διανέμεται στα σχολεία μαζί με την οπτικοποιημένη εκδοχή του από τη Λυρική Σκηνή, είναι μέρος της δυστοπίας και της πανδημ-ωρυχίας  που βιώνουμε, στη βάση πως όλα – ακόμη και τα παραμύθια – έχουν εργαλειοποιηθεί.

Όσο γι αυτούς που έκαψαν ένα παραμύθι σε τενεκέ, επιχειρώντας έτσι να διατυπώσουν τις αντιρρήσεις τους, ούτε λέξη. Το κάψιμο ενός βιβλίου διεγείρει, πάντα και δικαιολογημένα, αρνητικά αντανακλαστικά  που παραπέμπουν σε Μεσαίωνα, ναζιστικές πυρές και δικτατορικές πρακτικές.

Εξάλλου, δεν είναι τυχαίο που τα «φώτα της δημοσιότητας», έπεσαν άπλετα πάνω στη γελοία ενέργεια, αποσπώντας την προσοχή από τα τελευταία γεγονότα που αθροίζονται στη δυστοπία.

Επί της ουσίας. Το αν ο Τριβιζάς έγραψε αυθόρμητα ή κατά παραγγελία της καντηλανάφτισσας υπουργού το συγκεκριμένο «παραμύθι» δεν το ξέρουμε ούτε και απασχολεί. Το σίγουρο είναι πως αδικεί το συγγραφέα, όχι μόνο γιατί είναι ανέμπνευστο και τρομολαγνικό αλλά κυρίως γιατί πρόκειται για να ένα «παραμύθι» - ωμό εργαλείο διαπαιδαγώγησης φοβικών παιδιών, που πριν την ώρα τους ενσωματώνουν την αποστασιοποίηση, τον εγκλεισμό, την καχυποψία, την «ατομική ευθύνη», την αυτοενοχοποίηση και όσα χαρακτηριστικά μετατρέπουν ένα παιδί, σ’ ένα μικρομέγαλο, παθητικό αποδέκτη ηλίθιων εντολών.

Πάντα τα παραμύθια είχαν στόχο τη διαπαιδαγώγηση, στην κατεύθυνση της κυρίαρχης στερεοτυπίας κάθε εποχής. Δεν ήταν ποτέ όλα τα παραμύθια και όλα τα παιχνίδια διασκεδαστικά ή «αθώα» και συμβατά με την παιδικότητα.

Η «Caravan Barbie», που ονομαζόταν Rugbie, ήταν μια φτηνή κούκλα με τα χαρακτηριστικά της ανορεξικής Μπάρμπυ, ντυμένης όμως με κουρέλια και μια ταμπέλα κρεμασμένη στο λαιμό, που έγραφε, «ο πατέρας σου το κάνει με τη μητέρα μου». Η κούκλα για τα φτωχά παιδιά των καταυλισμών με τροχόσπιτα, όπου ζουν οι άνεργοι Αμερικάνοι, επιχειρούσε με πρόστυχο και τάχα αστείο τρόπο, να υποβάλλει την ιδέα εκφυλισμένων ηθών στiς φαβέλες των φτωχοποιημένων.

Τα ηλεκτρονικά παιχνίδια, όπου νικητής αναδεικνύεται αυτός που θα πατήσει τους περισσότερους γέρους στο δρόμο ή θα εξολοθρεύσει τους περισσότερους πρόσφυγες, είναι εργαλεία ωμής διαπαιδαγώγησης του παιδιού σε κτήνος.

Η Σταχτοπούτα που διασκευάστηκε απ’ τους Ναζί, με τη μητριά να απορρίπτεται ως «φυλετικά ακάθαρτη», η Κοκκινοσκουφίτσα με τον αγκυλωτό σταυρό στην πλάτη της κάπας της και το λύκο να εξολοθρεύεται από αξιωματούχο της Βέρμαχτ - και πολλά συναφή που αναφέρονται στο βιβλίο του Jack Zipes, «Τα παραμύθια και η τέχνη της υπονόμευσης» - ήταν διαπαιδαγώγηση στη ναζιστική θηριωδία, με παραμυθικούς όρους.

Στην τωρινή δυστοπία και την, με όλους τους όρους, διαπαιδαγώγηση ενός φοβικού, καχύποπτου και αποστασιοποιημένου ανθρώπου, καλό θα ήταν οι εκπαιδευτικές συλλογικότητες να έχουν λιγότερη αφωνία στο ζήτημα και ο Ε. Τριβιζάς να συνεκτιμήσει τη λαϊκή θυμοσοφία του «τα στερνά τιμούν τα πρώτα».

Ας επανεκτιμήσουν τις στάσεις τους, πάνω στη φράση του Χιλιανού σκηνοθέτη, Alejandro Jodorowsky, «το πουλί που γεννήθηκε στο κλουβί νομίζει ότι το πέταγμα είναι αρρώστια» και τους στίχους του Χαλίλ Γκιμπράν «Το αηδόνι δεν φτιάχνει τη φωλιά του  σε κλουβί γιατί δε θέλει η σκλαβιά να είναι η μοίρα των μικρών του».