« Όταν είδα το στιγμιότυπο που είχα στα χέρια μου, ανατρίχιασα.
Επειδή φορούσα την μάσκα και το κράνος την ώρα που έριχνα τα
«κλικ» δεν καταλάβαινα ότι τον είχαν ξεγυμνώσει ή ότι του τράβαγαν τα εσώρουχα. Το είδα όταν στάθηκα σε μια γωνία και έβγαλα την μάσκα για να δω τι έχω τραβήξει.
Πρέπει να ήταν γύρω στις 22.00, μετά το τέλος της πορείας , μιας πορείας με μεγάλο όγκο, άκρως ειρηνικής και πολύ καλά περιφρουρημένης.
Το περιστατικό ξεκίνησε όταν κάποια στιγμή όρμησαν στην πλατεία τρεις διμοιρίες που βγήκαν από Σπυρίδωνος Τρικούπη και Σολωμού και άρχισαν να μάς πνίγουν στα δακρυγόνα. Οι αστυνομικοί ξεκίνησαν τότε να μαζεύουν όποιον έβρισκαν μπροστά τους.
Σε εκείνη την φάση εντοπίζω έναν νεαρό διαδηλωτή, το πολύ 25 χρόνων και βλέπω μια ολόκληρη διμοιρία να τον περικυκλώνει και να πέφτει πάνω του.
Έκαναν κανονικό κλοιό γύρω του. Άρχισαν να τον τραβάνε δεξιά κι αριστερά και μετά τον πέταξαν κάτω. Τον ...τραβολογούσαν επί 10 λεπτά. Έπεφτε πολύ ξύλο. Ήταν ο απόλυτος εξευτελισμός του ανθρώπου.
Το παιδί να φωνάζει: «Αφήστε με δεν έχω κάνει τίποτα, δεν έχω κάνει τίποτα». Ένας γιατρός από τις ομάδες συμπαράστασης των γιατρών και δικηγόρων που είναι παρόντες σε τέτοια γεγονότα έκανε την εκτίμηση ότι έτσι όπως είδε μετά τον μικρό κάτω και πισθάγκωνα να ουρλιάζει από τον πόνο, πριν τον προσαγάγουν, πρέπει οι αστυνομικοί να του είχαν βγάλει την κλείδα.
Ο κόσμος άρχισε να βγαίνει στα μπαλκόνια και να ωρύεται να αφήσουν το παιδί ήσυχο.
Πέσαμε κι οι φωτορεπόρτερ γύρω να απαθανατίσουμε το γεγονός αλλά άρχισαν να μας απωθούν οι αστυνομικοί με τις ασπίδες και να μας λένε «μην τραβάτε- φύγετε».
Αφού τον πήραν και του έκαναν προσαγωγή είδαμε ότι πίσω στην πλατεία είχαν μείνει κάποια από τα ρούχα του, το ένα από τα δύο παπούτσια του, το μπουφάν, το κινητό του και κάποια άλλα προσωπικά του αντικείμενα. Τα συγκεντρώσαμε και τα δώσαμε στους φίλους του να του τα δώσουν».
[---->]
Επειδή φορούσα την μάσκα και το κράνος την ώρα που έριχνα τα
«κλικ» δεν καταλάβαινα ότι τον είχαν ξεγυμνώσει ή ότι του τράβαγαν τα εσώρουχα. Το είδα όταν στάθηκα σε μια γωνία και έβγαλα την μάσκα για να δω τι έχω τραβήξει.
Πρέπει να ήταν γύρω στις 22.00, μετά το τέλος της πορείας , μιας πορείας με μεγάλο όγκο, άκρως ειρηνικής και πολύ καλά περιφρουρημένης.
Το περιστατικό ξεκίνησε όταν κάποια στιγμή όρμησαν στην πλατεία τρεις διμοιρίες που βγήκαν από Σπυρίδωνος Τρικούπη και Σολωμού και άρχισαν να μάς πνίγουν στα δακρυγόνα. Οι αστυνομικοί ξεκίνησαν τότε να μαζεύουν όποιον έβρισκαν μπροστά τους.
Σε εκείνη την φάση εντοπίζω έναν νεαρό διαδηλωτή, το πολύ 25 χρόνων και βλέπω μια ολόκληρη διμοιρία να τον περικυκλώνει και να πέφτει πάνω του.
Έκαναν κανονικό κλοιό γύρω του. Άρχισαν να τον τραβάνε δεξιά κι αριστερά και μετά τον πέταξαν κάτω. Τον ...τραβολογούσαν επί 10 λεπτά. Έπεφτε πολύ ξύλο. Ήταν ο απόλυτος εξευτελισμός του ανθρώπου.
Το παιδί να φωνάζει: «Αφήστε με δεν έχω κάνει τίποτα, δεν έχω κάνει τίποτα». Ένας γιατρός από τις ομάδες συμπαράστασης των γιατρών και δικηγόρων που είναι παρόντες σε τέτοια γεγονότα έκανε την εκτίμηση ότι έτσι όπως είδε μετά τον μικρό κάτω και πισθάγκωνα να ουρλιάζει από τον πόνο, πριν τον προσαγάγουν, πρέπει οι αστυνομικοί να του είχαν βγάλει την κλείδα.
Ο κόσμος άρχισε να βγαίνει στα μπαλκόνια και να ωρύεται να αφήσουν το παιδί ήσυχο.
Πέσαμε κι οι φωτορεπόρτερ γύρω να απαθανατίσουμε το γεγονός αλλά άρχισαν να μας απωθούν οι αστυνομικοί με τις ασπίδες και να μας λένε «μην τραβάτε- φύγετε».
Αφού τον πήραν και του έκαναν προσαγωγή είδαμε ότι πίσω στην πλατεία είχαν μείνει κάποια από τα ρούχα του, το ένα από τα δύο παπούτσια του, το μπουφάν, το κινητό του και κάποια άλλα προσωπικά του αντικείμενα. Τα συγκεντρώσαμε και τα δώσαμε στους φίλους του να του τα δώσουν».
[---->]