Διεύρυνση ανισοτήτων λόγω κορονωϊού


Ο νέος κορωνοϊός δεν αποτέλεσε εξαίρεση σε σύγκριση με τον οικονομικό αντίκτυπο άλλων επιδημιών, με αποτέλεσμα τους τελευταίους μήνες μεγάλος αριθμός βαθύπλουτων  να βλέπει τον πλούτο του να αυξάνεται εν μέσω της πανδημίας, ενώ οι χαμηλές εισοδηματικές τάξεις δέχονται ισχυρό πλήγμα. Οπως συνήθως συμβαίνει με τις πανδημίες και τις παγκόσμιες οικονομικές κρίσεις, ο νέος κορωνοϊός και τα μέτρα για την ανάσχεσή του έχουν προκαλέσει διεύρυνση των εισοδηματικών ανισοτήτων. 

Σύμφωνα με στοιχεία της Federal Reserve, το 40% των Αμερικανών απασχολούμενων σε κακοπληρωμένα επαγγέλματα χαμηλής ειδίκευσης έχασε τη θέση εργασίας του εξαιτίας της πανδημίας. Την ίδια στιγμή, όμως, ιδρυτές και διευθύνοντες σύμβουλοι κολοσσών πολλαπλασίαζαν τις περιουσίες τους.

Αρκεί να ρίξει κανείς μια ματιά στην έρευνα που εκπόνησαν προσφάτως συνεργάτες του ΔΝΤ  σχετικά με τις πανδημίες και τον οικονομικό τους αντίκτυπο στις διάφορες εισοδηματικές κατηγορίες του πληθυσμού. Θα διαπιστώσει πως όσες επιδημίες  έχουν εκδηλωθεί μέσα στην τελευταία εικοσαετία, μεταξύ των οποίων και η γρίπη των χοίρων το 2009, η άτυπη πνευμονία SARS το 2003 ακόμη και ο ιός Εμπολα στην Αφρική, έχουν όλες διευρύνει την εισοδηματική ανισότητα ανεξαρτήτως από το αν προσέλαβαν διαστάσεις πανδημίας ή παρέμειναν περιορισμένες γεωγραφικά και αριθμητικά. Κι αυτό γιατί περιορίζουν δραματικά τις δυνατότητες ανεύρεσης εργασίας για όσους έχουν χαμηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης και επαγγελματικής κατάρτισης.

Εκείνο που εκπλήττει, όμως, είναι ότι τα προγράμματα των κυβερνήσεων όχι μόνον δεν κατορθώνουν να αποτρέψουν τη διεύρυνση των ανισοτήτων αλλά ενίοτε ενισχύουν την ανισότητα. Εχουν πολύ πιο εύκολη πρόσβαση σε αυτά όσοι έχουν καλές σχέσεις με τις τράπεζες, καλύτερο οικονομικό προφίλ και καλύτερη κατάρτιση. Οπως, άλλωστε, προέκυψε από αποκαλυπτικά ρεπορτάζ αμερικανικών εφημερίδων, δεν ήσαν λίγες οι μεγάλες και κερδοφόρες επιχειρήσεις των ΗΠΑ που εκμεταλλεύτηκαν το πρόγραμμα Τραμπ για τη στήριξη των χειμαζόμενων μικρών επιχειρήσεων.

Στις ΗΠΑ τα στοιχεία φέρουν τις εθνικές μειονότητες να αντιπροσωπεύουν δυσανάλογα μεγάλο ποσοστό των θανάτων από τον κορωνοϊό και τις κοινωνικές ομάδες χαμηλού εισοδήματος να δέχονται καίριο οικονομικό πλήγμα από την πανδημία. Η δημοσιοποίηση αυτών των στοιχείων συνέπεσε χρονικά με το κύμα διαμαρτυρίας που σάρωσε την Αμερική  μετά τον θάνατο του Αφροαμερικανού Τζορτζ Φλόιντ και λειτούργησε ως καταλύτης για να προκαλέσει την αντίδραση τραπεζικών και επιχειρηματικών κολοσσών στην κοινωνική πίεση.

Συσπειρώνονται, έτσι, οι επικεφαλής των 27 ηχηρότερων ονομάτων του επιχειρηματικού και τραπεζικού κόσμου των ΗΠΑ προκειμένου να δρομολογήσουν μέσα σε μια δεκαετία 100.000 προσλήψεις ατόμων από εθνικές μειονότητες, μαύρους, ισπανόφωνες και Ασιάτες. Πρωτεργάτες της ιδιότυπης αυτής πρωτοβουλίας είναι μεταξύ άλλων οι διευθύνοντες σύμβουλοι της JPMorgan Chase Τζέιμι Ντίμον, της IBM Αρβιντ Κρίσνα, της Amazon Τζεφ Μπέζος, της Microsoft Σάτια Ναντέλα, της Google Σοντάρ Πιτσάι, της BlackRock Λάρι Φινκ, και της Goldman Sachs, Ντέιβιντ Σόλομον. Ανάμεσά τους και ο Καρμίν ντι Σίμπιο, διευθύνων σύμβουλος της ΕΥ ο οποίος μιλώντας στην εφημερίδα BusinessInsider τόνισε πως τα κυβερνητικά προγράμματα δεν επαρκούν για την αντιμετώπιση της εισοδηματικής ανισότητας για αυτό και παίρνουν στα χέρια τους το παιχνίδι οι επιχειρήσεις.

Η κίνηση επικαιροποιεί παλαιότερη κίνηση διευθυνόντων συμβούλων αλλά και επιχειρηματιών που είχαν ζητήσει να φορολογηθούν περισσότερο και να υπάρξουν πολιτικές αναδιανομής πλούτου και ευκαιριών. Εκδηλώθηκε στη διάρκεια του 2019 όταν κανείς δεν περίμενε μια πανδημία που θα έφερνε στην επιφάνεια πιο ανάγλυφα από ποτέ το διευρυνόμενο χάσμα της ανισότητας.


Κύμα πτωχεύσεων σε επιχειρήσεις μειονοτήτων

Την περασμένη εβδομάδα το παράρτημα της Federal Reserve στη Νέα Υόρκη έδωσε στη δημοσιότητα μελέτη που σκιαγραφεί ανάγλυφα πόσο διαφορετικά χτυπάει η πανδημία τις διαφορετικές εισοδηματικές, εθνικές, και κοινωνικές ομάδες στις ΗΠΑ. Τα πορίσματά της καθιστούν σαφές πόσο πιο βαρύτερο είναι το πλήγμα για τους πιο ευάλωτους. Προκύπτει συγκεκριμένα πως το ποσοστό των επιχειρήσεων που πτώχευσαν εξαιτίας της πανδημίας ήταν 17% μεταξύ όσων ανήκαν σε λευκούς Αμερικανούς και 26% μεταξύ όσων ανήκαν σε Ασιάτες. 

Τα αντίστοιχα ποσοστά, όμως, μεταξύ επιχειρήσεων που ανήκαν σε ισπανόφωνους και σε μαύρους επιχειρηματίες εκτινάσσονται στο 32% και στο 41% αντιστοίχως. Παρουσιάζοντας τα πορίσματα της έρευνας, η Fed επισήμανε πως «οι επιχειρήσεις των μαύρων συχνότατα βρίσκονται σε περιοχές που παρουσιάζουν  μεγάλη έξαρση του κορωνοϊού». 

Προσέθεσε μάλιστα πως το ποσοστό των κρουσμάτων αλλά και των θανάτων μεταξύ Αφροαμερικανών και ισπανόφωνων είναι πολύ υψηλότερο, καθώς τα μέλη αυτών των μειονοτήτων είναι συνήθως φτωχότερα, ζουν μαζί με πολλούς άλλους, δεν έχουν πρόσβαση σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και εργάζονται σε τομείς επιρρεπείς στην πανδημία. 

Παράλληλα, όμως, οι επιχειρήσεις τους είναι πολύ πιο ευάλωτες εφόσον είναι πριν από την κρίση σε μειονεκτική θέση από οικονομικής απόψεως. Οπως τόνισε η Fed, «ακόμη και οι υγιέστερες από τις επιχειρήσεις των μαύρων είναι σε μειονεκτική οικονομική κατάσταση, καθώς έχουν λιγότερη ρευστότητα, λιγότερες και ασθενέστερες σχέσεις με τις τράπεζες και συνήθως χρηματοδοτικό κενό».

Εν ολίγοις έχουν πολύ μικρότερα αποθέματα για να προστατευθούν από μια κρίση. Το χειρότερο όλων είναι, όμως, πως ακόμη και το πρόγραμμα στήριξης των μικρών επιχειρήσεων της κυβέρνησης Τραμπ δεν βρήκε τον στόχο του. Στη διάρκεια του δεύτερου τριμήνου, το εν λόγω πρόγραμμα χορήγησε δάνεια συνολικού ύψους 521 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε 4,9 εκατομμύρια μικρές επιχειρήσεις που αντιπροσωπεύουν το 17% του συνόλου. Οπως προκύπτει, όμως, από στοιχεία της εταιρείας ερευνών Brookings, τα χρήματα δεν κατέληξαν σε εκείνους που τα είχαν περισσότερο ανάγκη. 

Το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών αποφάσισε να διανείμει τα χρήματα μέσω των τραπεζών και το αποτέλεσμα ήταν να καταλήξουν στις τσέπες όσων είχαν καλύτερες διασυνδέσεις με τράπεζες. Το αποτέλεσμα ήταν, σύμφωνα με τα πορίσματα της έρευνας της Fed, ότι οι περιοχές στις οποίες κατεγράφη ο μεγαλύτερος αριθμός εταιρειών με μεγάλες ζημίες ήσαν εκείνες που πήραν το μικρότερο ποσοστό δανείων από το πρόγραμμα της κυβέρνησης Τραμπ.

Και βέβαια δεν έλειψαν οι επιτήδειοι που επωφελήθηκαν από το πρόγραμμα ενώ επρόκειτο για μεγάλες και προσοδοφόρες επιχειρήσεις. Ακραία περίπτωση εκείνη της μεγαλύτερης επενδυτικής εταιρείας στον κόσμο, της PIMCO, που κατόρθωσε να πάρει δάνειο ύψους 13,1 εκατομμυρίων δολαρίων από πρόγραμμα της Fed μέσω συνδεδεμένης εταιρείας.




Ο πλούτος των Αμερικανών κροίσων αυξήθηκε κατά 282 δισ. δολ.

Οι πλούσιοι, πολλώ δε μάλλον οι βαθύπλουτοι, δεν δυσκολεύτηκαν ποτέ να αντεπεξέλθουν στις παγκόσμιες κρίσεις, είτε αυτές ήταν οικονομικής φύσεως, είτε υγειονομικής φύσεως, είτε και τα δύο, όπως συμβαίνει τώρα. Η τρέχουσα συγκυρία έχει, όμως, αποδειχθεί εξαιρετικά ευνοϊκή για τους σύγχρονους μεγιστάνες που είδαν τα πλούτη τους να αυξάνονται, σε ορισμένες περιπτώσεις εν μια νυκτί.

Οχι ως σχήμα λόγου, αλλά ως κυριολεξία ίσχυσε αυτό για τον Τζεφ Μπέζος, ιδρυτή και επικεφαλής της Amazon, του κολοσσού του ηλεκτρονικού εμπορίου.  Αναμφίβολα ευνοήθηκε από την πανδημία και την αναστολή της οικονομικής δραστηριότητας, που οδήγησε τους καταναλωτές στις ηλεκτρονικές αγορές. Την ώρα που έκλειναν επιχειρήσεις ή πολλές απέλυαν μαζικά τους υπαλλήλους τους ή ανέστελλαν προσωρινά τις συμβάσεις τους αφήνοντάς τους εξαρτημένους από την αρωγή των κυβερνήσεων, η Amazon προσελάμβανε προσωπικό. Στη συνέχεια έδωσε αυξήσεις στους υπαλλήλους της, χωρίς αυτό να συνεπάγεται απαραιτήτως ότι τους μεταχειρίζεται σωστά. Ο ίδιος ο Μπέζος, όμως, είδε την περιουσία του να αυξάνεται κατά 31 δισεκατομμύρια δολάρια σε σύγκριση με το τέλος του 2019, αλλά και κατά 13 δισ. δολάρια μέσα σε μία ημέρα, όταν η μετοχή της εταιρείας του ανέβηκε στα ύψη λόγω πανδημίας.

Κάτι ανάλογο έγινε και με τον Ερικ Γιούαν, ιδρυτή της Zoom, επίσης στον τομέα της τεχνολογίας, που εν μέσω πανδημίας είδε την περιουσία του να αυξάνεται φέτος κατά 140%, στα 8,5 δισεκατομμύρια δολάρια. Επίσης, το ίδιο ακριβώς συνέβη και με τον Τιμ Κουκ, διευθύνοντα σύμβουλο της Apple, που είδε προ ημερών τον πλούτο του να αυξάνεται ευθέως ανάλογα με την αξία του κολοσσού των ηλεκτρονικών υπολογιστών, που αγγίζει πλέον τα 2 τρισ. δολάρια.

Τα ιλιγγιώδη ποσά και η θεαματική αύξηση του πλούτου των μεγιστάνων δεν περιορίζονται στους επικεφαλής τεχνολογικών κολοσσών. Σύμφωνα με έκθεση του αμερικανικού Ινστιτούτου Μελετών Πολιτικής, στο διάστημα από τις 18 Μαρτίου έως και τις 10 Απριλίου, στην κορύφωση των περιοριστικών μέτρων, το άθροισμα του πλούτου των Αμερικανών δισεκατομμυριούχων αυξήθηκε κατά 282 δισ. δολάρια, φτάνοντας στα 3,22 τρισεκατομμύρια δολάρια.

Και βέβαια κάτι αντίστοιχο ισχύει και πέραν των συνόρων της υπερδύναμης. Στη μακρινή Νέα Ζηλανδία ο πλουσιότερος άνθρωπος της χώρας, επενδυτής ονόματι Γκριμ Χαρτ, είδε τον πλούτο του να αυξάνεται κατά σχεδόν 4 δισ. δολάρια στη διάρκεια του έτους και να φτάνει στα 11 δισ. δολάρια. Η πανδημία ενέτεινε μια τάση που είχε εκδηλωθεί τα τελευταία χρόνια.

Σχετική μελέτη του αμερικανικού Pew Research Center επισημαίνει πως οι πλούσιες οικογένειες, και μόνον αυτές, είδαν τον πλούτο τους να αυξάνεται μετά το 2001 και κατά μέσον όρο σε ποσοστό 33%. Κάθε άλλη εισοδηματική ομάδα στις ΗΠΑ, από τα μεσαία εισοδήματα έως και τα χαμηλά, έχει δει την αξία του πλούτου της να μειώνεται από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 και μετά. 
Σε μεγάλο βαθμό αυτό οφείλεται στην άκρως αναπτυξιακή νομισματική πολιτική που έχουν υιοθετήσει οι περισσότερες κεντρικές τράπεζες ανά τον κόσμο, μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση. Το φθηνό χρήμα έχει οδηγήσει σε άνοδο την αξία των περιουσιακών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων των αξιόγραφων και των ακινήτων. 
Και βέβαια δεν μπορεί κανείς να μη συμπεριλάβει στους παράγοντες που διευρύνουν την ανισότητα την υψηλή επαγγελματική κατάρτιση και τεχνογνωσία, καθώς όσοι είναι εξοικειωμένοι με τις νέες τεχνολογίες και τις χρησιμοποιούν στην εργασία τους προσαρμόστηκαν πολύ εύκολα στη νέα πραγματικότητα της τηλεργασίας.