του Δημήτρη Κοδέλα
Ακούγοντας τον πρωθυπουργό να μιλά για «επανάσταση της δημοκρατίας», για νέα μεταπολίτευση και για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση, θα υπέθετε κανείς ότι αυτό το έθνος πρέπει να διέρχεται μεγάλες στιγμές ανάτασης, κυριαρχίας και δημοκρατίας.
Η διάσταση των διακηρύξεων και της πραγματικότητας είναι χαοτική και η πρακτική του πολιτικού συστήματος γνώριμη, όταν στερείται οποιουδήποτε αφηγήματος που συγκινεί την κοινωνία, να προσπαθεί να το εφεύρει πλαστογραφώντας τη δύσμοιρη πραγματικότητα.
Όμως, η τελευταία είναι πάντα εκεί. Αλήθεια, σε ποια χαραμάδα αυτού του καθεστώτος, όπου τα βασικά στοιχεία της πολιτικής υπαγορεύονται στα ευαγγέλια των μνημονίων, στις κλειστές πόρτες των Eurogroups και στις σουίτες του Hilton, χωρά η «παρέμβαση του λαϊκού παράγοντα», η «διεύρυνση της δημοκρατίας» ή έστω και η ισχυροποίηση του Κοινοβουλίου; Τι έχει απομείνει για να καθορίσει ο «δήμος» όταν το τραπεζικό σύστημα είναι υπό τον έλεγχο του SSM, η δημόσια περιουσία διαχειρίζεται από το νέο Υπερ-Ταμείο, το δημοσιονομικό πλαίσιο τίθεται από τους δανειστές με ασφυκτικό τρόπο και η όποια ρύθμιση του χρέους συνοδεύεται από αέναη επιτροπεία;
Αυτό είναι και το βασικό προσόν του ΣΥΡΙΖΑ έναντι των άλλων.
Μπορεί να εφαρμόζει όλα αυτά και να μιλά για διεύρυνση της δημοκρατίας. Μπορεί να εκχωρεί τη δημόσια περιουσία στο Υπερ-Ταμείο των δανειστών και να μιλά για κατοχύρωση των κοινών αγαθών.
Μπορεί να μιλά για επανάσταση της δημοκρατίας και νέο Σύνταγμα τη στιγμή που έχει κουρελιάσει και αυτό το υπάρχον.
Μπορεί να μιλά για την ισοτιμία της ψήφου και να συμπράττουν όλοι στην ατιμία επί της ψήφου.
Μπορεί να μιλά για δημοψηφίσματα τη στιγμή που, εκκωφαντικά, ακύρωσε αυτό που έγινε.
Μπορεί να μιλά περήφανα για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση τη στιγμή που η χώρα βρίσκεται σε καθεστώς περιορισμένης κυριαρχίας και δημοκρατίας και περιδινείται στον πιο εξευτελιστικό και καθολικό έλεγχο των δανειστών.
Μπορεί, τέλος, ο πρωθυπουργός να στέκεται μπροστά από ένα Κοινοβούλιο που διαρκώς ευτελίζεται και ψηφίζει καθ’ υπόδειξη των δανειστών προαπαιτούμενα, μνημόνια, πολυνομοσχέδια των 7.500 σελίδων και να κάνει διαγγέλματα για τη δημοκρατία!
* * *
Οι τελευταίες πρωτοβουλίες (απλή αναλογική, συνταγματική αναθεώρηση) απλά υποβιβάζουν τις «αρχές» της Αριστεράς και τη δημοκρατία σε εργαλείο χειρισμού της κοινωνίας και δημιουργίας μιας ατζέντας που εκτιμά η κυβέρνηση ότι της δίνει συγκριτικό πλεονέκτημα. Επιστρατεύονται για να δημιουργήσουν νέες αντιθέσεις και τη δυνατότητα νέων πολώσεων και συσπειρώσεων σε ένα πολιτικό σύστημα κατά τα άλλα ενιαίο γύρω από την υποταγή στο ασφυκτικό μνημονιακό καθεστώς και στην αποδοχή ύπαρξης της χώρας ως ιδιότυπης αποικίας των δανειστών της.
Στόχος είναι η καλλιέργεια ενός διπολισμού που θα επιτρέψει την ηγεμονία του ΣΥΡΙΖΑ στον πόλο της Κεντροαριστεράς και τη συνέχιση ύπαρξής του -με τρόπο απλό και αναλογικό- στα σαλόνια της εξουσίας, σε συνεργασία με το παλιό πολιτικό προσωπικό.
Όμως, η πιο επικίνδυνη ίσως προσφορά του Α. Τσίπρα, περισσότερο και από το περιεχόμενο αντιδραστικών προτάσεων (ενίσχυση αρμοδιοτήτων και εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, ακύρωση ψήφου δυσπιστίας κ.ά.), είναι αυτή η παρουσίαση ως «κανονικότητας» και η εμπέδωση ως μοναδικής δυνατότητας, αυτού που συμβαίνει στην χώρα και στις ζωές των ανθρώπων.
Ο ίδιος, μάλιστα, διατύπωσε τη φράση: «Ο μεγάλος γρίφος της πολιτικής είναι με ποιες διαδικασίες, με ποιους μηχανισμούς μπορεί να εξασφαλιστεί αποτελεσματικά η δημοκρατική διαπαιδαγώγηση των πολιτών…». Πράγματι, η κυρίαρχη πολιτική έτσι όπως προβάλλεται και επιβάλλεται έχει στόχο να διαπαιδαγωγήσει την κοινωνία για να μπορέσει η ίδια να συνεχίσει την αναπαραγωγή της. Μόνο που αυτή η διαπαιδαγώγηση έχει τα χαρακτηριστικά πειθάρχησης και σωφρονισμού του λαού, ακρωτηριασμού ελπίδων και προσδοκιών, γι’ αυτό και χαιρετίζεται από τους δυνάστες του.
Παρ’ όλα αυτά, η ανάγκη για πραγματική δημοκρατία σε αυτόν τον τόπο είναι βαθιά, ζωτική και υπαρξιακή. Η ανάγκη να γίνει ο λαός κυρίαρχος σε μια χώρα που τίθεται καθολικό ζήτημα υπόστασής της.
Το παρόν πολιτικό σύστημα, στο σύνολό του, μπορεί μόνο να ακυρώνει, να διαστρέφει, να πλαστογραφεί ή να εχθρεύεται αυτή την ανάγκη. Εκείνη, όμως, θα παραμένει. Και μόνο ο ίδιος ο λαός μπορεί να τη διεκδικήσει.