Τέος Ρόμβος: Γεώργιος Νέγρος, ο τίγρης του Αιγαίου


 

Σαν την άμπωτης με σκεπάζουν οι ενθύμησες και φουρτουνιάζω εντός
μου. Καθισμένος εκειδά κατάπλωρα εγρατζουνούσα το μαντολίνο,
εσιγανοτραγουδούσα και εστοχαζόμουνα τη γυναικεία μορφή, την
τρυφεράδα, τη γλύκα τη θηλυκιά οπού τόσο εστερήθην. 
Παίρνει να χαράζει και εξέκρινα τα ρόδινα βουνόπουλα, τους
ορμίσκους και τα κορφόπουλα της Σάμος, ήκουσα το μέρουπα να
γλυκολαλεί, τα μάτια μου βαραίνουν, θα συνεχίσω άλλην ώρα. Μα
πριν αποκοιμηθώ, ετρύπωσε εις το νου το νταχτιρντί όπου
ετραγουδούσε η λατρεμένη γυναίκα. 

Ήρθες; Ύπνο; Καλώς ήρθες.
Να και το σκαμνί και κάτσε. 
Να κι ο κρέβατος και πέσε, 
Να κουκιά κοκάλιζέ τα, 
Να ξεγνέσω, να ροκιάσω, 
Και να 'ρθω να σ' αγκαλιάσω.

Όλα είναι ενθύμησες.


[--->]

Γιώργος Σταμάτης: Γιατί δεν είναι δυνατή μια «αριστερή» κεϋνσιανή οικονομική πολιτική;


Από τις αρχές της δεκαετίας του '70 η ανεργία αυξάνεται. Οι καπιταλιστές και οι κυ­βερνήσεις εκμεταλλεύονται την κατάσταση για να επιτύχουν μειώσεις μισθών, πολι­τική, συνδικαλιστική και εργασιακή πειθάρχηση των εργαζομένων και απορύθμιση της αγοράς εργασίας.
 
Δεν είναι λίγοι εκείνοι οι οικονομολόγοι, όπως π.χ. τα μέλη της "Memorandum Groppe" στη Γερμανία και οι «Ευρωπαίοι Οικονομολόγοι για την Πλήρη Απασχόληση», οι οποίοι συνιστούν στις κυβερνήσεις την άσκηση μιας κεϋνσιανής οικονομικής πολιτικής για την καταπολέμηση της ανεργίας και την επίτευξη πλήρους απασχόλησης.

Σε τι συνίσταται μια τέτοια πολιτική; Απλά ειπωμένο, συνίσταται κυρίως σε αυξήσεις των δαπανών του Δημοσίου του ύψους και της διάρκειας που είναι αναγκαία για την απά­λειψη της ανεργίας.
Για τις ανάγκες της πραγμάτευσης του ζητήματος, αν είναι δυνατή μια τέτοια οικονομι­κή πολιτική, θα διακρίνουμε τέσσερα είδη δαπανών του Δημοσίου: α) Καταναλωτικές και επενδυτικές δαπάνες για αγαθά και υπηρεσίες, β) δαπάνες για προσωπικό, γ) μεταβιβαστικές πληρωμές και δ) πληρωμές τόκων1.
 
Οι αυξήσεις καθενός από τα τέσσερα παραπάνω είδη των δημοσίων δαπανών είναι δύο κατηγοριών: εφάπαξ αυξήσεις δαπανών και διαρκείς αυξήσεις δαπανών. Εφάπαξ αύξηση δαπανών είναι κάθε αύξηση δαπανών η οποία γίνεται για μια και μόνη περίοδο.

Αυτό ση­μαίνει ότι το Δημόσιο αυξάνει τις δαπάνες του σε μια περίοδο κατά ένα ορισμένο ποσό και την αμέσως επόμενη περίοδο τις μειώνει κατά το ίδιο ποσό. Διαρκής είναι κάθε αύξηση δα­πανών η οποία δε γίνεται, όπως μια εφάπαξ αύξηση, για μια και μόνη περίοδο, αλλά γίνε­ται για μια περίοδο και για όλες τις επόμενες περιόδους.

Αυτό σημαίνει ότι το Δημόσιο αυ­ξάνει τις δαπάνες του σε μια περίοδο κατά ένα ορισμένο ποσό, αλλά δεν τις μειώνει την αμέσως επόμενη περίοδο κατά το ίδιο ποσό, παρά τις κρατά σ' αυτό το αυξημένο ύψος τους και σε όλες τις επόμενες περιόδους.

Κάθε αύξηση των δαπανών του Δημοσίου, για αγαθά και υπηρεσίες που παράγει φυσικά ο ιδιωτικός τομέας της οικονομίας, σημαίνει ισόποση αύξηση της ζήτησης γι' αυτά τα αγαθά και αυτές τις υπηρεσίες και, συνεπώς, ισόποση αύξηση της παραγωγής των ιδίων αυτών αγαθών και υπηρεσιών κι έτσι και του εθνικού προϊόντος στην περίοδο που έγινε αυτή η αύξηση των δημοσίων δαπανών.

Αυτή η αύξηση της παραγωγής των αγαθών και υπηρεσιών που παράγει ο ιδιωτικός τομέα; της οικονομίας δεν προϋποθέτει βέβαια κατ' ανάγκην και μια αύξηση της απασχόλησης και μια μείωση της ανεργίας. Διότι είναι δυνα­τόν οι καπιταλιστές που θα παράξουν αυτά τα αγαθά και αυτές τις υπηρεσίες να διαθέτουν υπο-απασχολούμενο εργατικό δυναμικό ή, αν δε διαθέτουν υπο-απασχολούμενο εργατικό δυναμικό, να προσφύγουν σε υπερωρίες ή και σε υπερεργασία (= εργασία σε ημέρες αργίας) του ήδη υπάρχοντος πλήρως απασχολούμενου εργατικού δυναμικού τους.

Χάριν απλού­στευσης όμως του πράγματος, εμείς θα δεχθούμε εδώ και στα ακόλουθα ότι για να πραγμα­τοποιήσουν οι καπιταλιστές την εν λόγω αύξηση της παραγωγής τους είναι αναγκασμένοι να προσλάβουν επιπρόσθετους εργαζομένους. Υπ' αυτήν λοιπόν την παραδοχή, κάθε αύξη­ση των δαπανών του Δημοσίου για αγαθά και υπηρεσίες αυξάνει την απασχόληση και ενδε­χομένως μειώνει την ανεργία.

Μια αύξηση της απασχόλησης δε μειώνει βέβαια κατ' ανά­γκην την ανεργία. Και πάλι όμως χάριν απλούστευσης του πράγματος θα δεχθούμε εδώ ότι κάθε αύξηση της απασχόλησης μειώνει την ανεργία. Θα δεχθούμε δηλ. ότι, συνεπεία της αύ­ξησης των εν λόγω δαπανών του Δημοσίου, η απασχόληση αυξάνεται ποσοστιαία περισσό­τερο από το εργατικό δυναμικό ή, απλούστερα, ότι το εργατικό δυναμικό παραμένει αμετά­βλητο, οπότε και κάθε αύξηση της απασχόλησης είναι ταυτόσημη με μια ισόποση μείωση της ανεργίας.


Η παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών και συνεπώς η απασχόληση δεν αυξάνονται όμως κατ' ανάγκην μόνον στην περίοδο στην οποία αυξήθηκαν οι εν λόγω δαπάνες, αλλά δύνα­νται να αυξάνονται και σε όλες τις επόμενες περιόδους.