Συστημικό σοκ




Δημοκρατία εναντίον δικτατορίας των αγορών. Δεν πρόκειται για ιδεολογική διαφορά, αλλά για τα προβλήματα της καθημερινότητας στο σημερινό κόσμο.

Μέσα σ'ενα χρόνο, δύο ευρωπαϊκές χώρες, στους δύο αντίθετους πόλους της καπιταλιστικής ιεραρχίας – η Ελλάδα και η Βρετανία – βρίσκονται τώρα στην ίδια ακριβώς «καταραμένη θέση». Φυσικά, μια ισχυρή και πλούσια χώρα αντιστέκεται καλύτερα από μια φτωχή και αδύναμη, αλλά η πίεση από τις «αγορές» ασκείται και στις δύο με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, επειδή «οι αγορές» είναι μια απρόσωπη οντότητα, ένας τρόπος παραγωγής και διαβίωσης, ιδιαίτερα αυτοματοποιημένος, ή - στην περίπτωση του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος - σχεδόν απόλυτα πληροφορικοποιημένος. Κάθε απόφαση που ίσως  καταστρέψει τη ζωή ενός ολόκληρου πληθυσμού,  βρίσκεται λοιπόν εν μέρει - και νομίζω ότι αυτό είναι και το πιο σημαντικό - σε χέρια που δεν είχαν ποτέ την αίσθηση της αφής, επειδή δεν είναι ανθρώπινα.

Εννοείται ότι υπάρχουν οι κυβερνήσεις, υπάρχει η Ευρωπαϊκή Ένωση (ένα Κράτος υπό διαμόρφωση, όχι ένας «χώρος» για παιχνίδι), οι τεχνογραφειοκράτες των Βρυξελλών, που παίρνουν τις αποφάσεις σύμφωνα με τους προβλεπόμενους από τις Συνθήκες κανόνες. Στα χέρια τους, η  «κλιμάκωση» της βίας των τιμωρητικών αποφάσεων σύμφωνα με την πανάρχαια λογική του συσχετισμού των δυνάμεων. Αδίστακτοι και δολοφονικοί με την Ελλάδα, συγκρατημένοι και συνετοί με τη Βρετανία.

«Οι αγορές», όμως, όχι, μπορεί να μην υπολογίζουν κανέναν, αλλά ακόμη και αυτές πρέπει να λογαριαστούν με τη δύναμη, την οικονομική και χρηματοοικονομική. Και η αγορά του Λονδίνου, το Σίτι, είναι το μέρος όπου γίνονται οι μισές συναλλαγές του παγκόσμιου εμπορίου. Αυτό δεν έχει σχέση με την πολιτική (ημι-αυθαίρετη άσκηση βίας ή διαμεσολάβηση), αλλά με μαθηματικό υπολογισμό. Το αποτελέσμα,βέβαια, είναι σχεδόν το ίδιο.

Για  καλύτερη κατανόηση της λειτουργίας των «αγορών», σας παραπέμπουμε, στην διαφωτιστική ανάλυση του πάντα σαφή
Morya Longo, της εφημερίδας Il Sole24 ώρες (η εφημερίδα της Confindustria, η Ομοσπονδία Ιταλικών Βιομηχανιών η οποία είναι υποχρεωμένη να παρέχει εξαιρετικά αξιόπιστες πληροφορίες στα μέλη της, και όχι καθαρή προπαγάνδα όπως η εφημερίδα La Republica).

Όμως, αυτό που μας ενδιαφέρει εδώ είναι να εμβαθύνουμε τις συνέπειες του Brexit σε πολιτικό και γεωστρατηγικό επίπεδο. Ότι αυτή η ψήφος - αν δεν ανατραπεί από ένα πραγματικά πολύ αυταρχικό πραξικόπημα - σηματοδοτεί την πρώτη πραγματική ρήξη στη διαδικασία οικοδόμησης του «υπερ-Κράτους»  που ονομάζεται Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι κοινός τόπος. Το τι θα συμβεί τώρα, ωστόσο, είναι ένα στοίχημα που θα πρέπει να επαληθευτεί, επειδή κανείς δεν το είχε πάρει σοβαρά υπόψη, ακόμη και όσοι από τα δεξιά έκαναν καμπάνια υπέρ του Brexit .

Ολοι έδειξαν να αντιλαμβάνονται ότι η ΕΕ δεν μπορεί να προχωρήσει μπροστά μόνο με πολιτικές λιτότητας που στραγγαλίζουν την κατώτερη μεσαία τάξη, επειδή η «αντίδραση των λαών» - σε μια οικονομική κρίση και η ελευθερία του εκλέγειν - οδηγεί αναγκαστικά στην εμφάνιση δυνάμεων που πρέπει με κάποιο τρόπο να αντιστοιχούν στην εκτεταμένη δυσφορία, ακόμη και όταν - όπως στην περίπτωση της εθνικιστικής, φασιστικής ή παραφασιστικής δεξιάς  - η αντιστοιχία αυτή είναι καθαρά εργαλειακού τύπου.

Αλλά η ΕΕ οικοδομήθηκε, συνθήκη τη Συνθήκη, για να είναι ακριβώς αυτό εδώ. Και εξοργίζουν - μη γελάτε - οι  διάφοροι Πρόντι και Ντ 'Αλέμα όταν τώρα υποστηρίζουν , «πρέπει να αλλάξουμε την  Ευρώπη», ή τουλάχιστον να αλλάξει αμέσως η οικονομική πολιτική της αναβάλλοντας για καλύτερες μέρες μια 

« μεταρρύθμιση »των Συνθηκών.Σε αυτή την ΕΕ δεν υπάρχει η δυνατότητα για «μεταρρυθμίσεις»,  παρά μόνο από τα πάνω  μετά από απόφαση αυτών που ελέγχουν το παιχνίδι (για να τροποποιηθεί μια βασική Συνθήκη θα πρέπει να υπάρχει ομοφωνία ) ενώ η όποια εκλεγμένη κυβέρνηση από οποιαδήποτε λαϊκή πλειοψηφία, προγραμματικά, «απομονώνεται», αποδυναμώνεται, ανατρέπεται βίαια ή διαφθείρεται.

Και κάτι περισσότερο. Βγήκε στο φως , όπως η λάβα από τα έγκατα της γης, ότι η γραμμή ρήξης, σε κάθε χώρα, είναι και γραμμή ταξικού διαχωρισμού.

Υπέρ της ΕΕ, είναι το μεγάλο πολυεθνικό κεφάλαιο και όλες οι κατηγορίες (επαγγελματιών ή εργαζόμενων), που έχουν υλικό συμφέρον από τη διατήρηση του σημερινού status quo, ή την προώθηση της ολοκλήρωσης. Υλικό συμφέρον βέβαια, δεν σημαίνει μόνο «χρήματα», γι αυτό και όλα τα καθεστωτικά μέσα ενημέρωσης επιμένουν τόσο πολύ για τους σπουδαστές της λεγόμενης «γενιάς του Erasmus» - μια μικρή μειοψηφία της δικής τους γενιάς - για να γλυκάνει το χάπι και να δείξει αυτό που στην πραγματικότητα είναι το καλύτερο πρόσωπο αυτής της «Ευρώπης».

Κατά ψήφισαν όλοι οι «χαμένοι» : οι εργαζόμενοι με τους καθηλωμένους μισθούς και τα προσωρινά δικαιώματα, άνεργοι, συνταξιούχοι, νέοι με χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης και καταδικασμένοι στη διαρκή ανασφάλεια.Αυτοί που κάποτε θα τους λέγαμε «Προλετάριους».

Ένας διαχωρισμός που θα βοηθούσε να ταυτοποιήσουμε τους  δικούς μας» , αλλά που είναι δύσκολο να τον αντιληφθεί ένα μεγάλο μέρος της «αριστεράς» - ακόμα και της «πολύ επαναστατικής» - που μεγάλωσε σε δομές όπου θεωρείται κάτι το «φυσικό» να είναι κανείς πολίτης «υποταγμένος, αλλά ελεύθερος να μετακινείται», χωρίς δικαίωμα λόγου, στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στα μέρη τους, η ιδέα της «ρήξης» δαιμονοποιήθηκε με τα πιο αστεία επιχειρήματα, μέχρι του σημείου που σε ορισμένες ακραίες περιπτώσεις, να φλερτάρουν με την ιδέα της εξάλειψης της καθολικής ψηφοφορίας, επαναφέροντας την ψηφοφορία ανάλογα με την οικονομική θέση ή ακόμα με το I.Q.

Το ερώτημα είναι λοιπόν απλό: με ποιο τρόπο φαντάζεστε ότι θα μπορούσε να επέλθει μια «ριζική αλλαγή» ή μια «επανάσταση»; Παραμένοντας αιώνια στο σημερινό καθεστώς, μέχρις  ότου η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων να καταλάβει ότι «έχουμε δίκιο»; Και ποιο θα μπορούσε να είναι το κοινωνικό υποκείμενο αυτής της κοινωνικής αλλαγής; Η «σκεπτόμενη μεσαία τάξη » ή «αυτοί που δεν κατάλαβαν καλά»;

Ορισμένοι άριστοι αναλυτές των διεθνών σχέσεων έχουν αρχίσει να κάνουν την υπόθεση για ενδεχόμενο ξεκίνημα μιας φάσης «βαλκανιοποίησης» της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και αυτό ανεξάρτητα από την παρουσία – των ανύπαρκτων - «επαναστατικών δυνάμεων» που είναι σε θέση να αναλάβουν κάποιο ηγετικό ρόλο. Αυτό σημαίνει ότι οι «τεκτονικές» αλλαγές στο σύστημα είναι τόσο μεγάλες που μπορούν να συντρίψουν την αρχιτεκτονική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ακόμη και αν κανείς δεν τις θέλει. Είναι η ίδια η δομή που δεν αφήνει το παλιό να πεθάνει και στο νέο να γεννηθεί, στο μέρος αυτό του κόσμου.

Είναι η αρχή μιας αλληλουχίας σεισμικών δονήσεων, «απρόσωπων», που αλλάζουν τη γεωγραφία και την ιστορία, το έδαφος που μας στηρίζει και το οποίο μας είχε γίνει συνήθεια. Αλλά δεν θα είμαστε εμείς, πόσο μάλλον οι «δικοί μας», που μπορεί να νοσταλγήσουμε τον κόσμο που φεύγει.

Κάποτε αυτό το καταλαβαίναμε πριν από τους άλλους, και κοιτάζαμε πως να εκμεταλλευτούμε το χρόνο και την ευκαιρία ...

***** 

Brexit, να πως λειτουργεί η μετάδοση του παγκόσμια

    -του Morya Longo

Ψήφισαν στη Βρετανία. Αλλά αυτοί που πληρώνουν τις συνέπειες, για την ώρα μόνο στις χρηματοπιστωτικές αγορές, είναι όλος ο κόσμος. Όπως ένας ισχυρότατος σεισμός, οι σεισμικές δονήσεις έφτασαν μέχρι την Ιαπωνία και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αλλά κυρίως, χτυπησε σκληρά το Χρηματιστήριο του Μιλάνου: από την περασμένη Πέμπτη, ημέρα του δημοψηφίσματος, τα πραγματικά θύματα του  Brexit ήταν στην πραγματικότητα οι ιταλικές τράπεζες, οι οποίες έχασαν κατά μέσο όρο 27%. Πολύ περισσότερο, παραδόξως, από το -13,9% των αγγλικών.

Αυτή είναι η πιο σκοτεινή όψη των οικονομικών αγορών : είναι τόσο μεγάλες (περίπου 9 φορές μεγαλύτερες από το παγκόσμιο ΑΕΠ) και τόσο γρήγορες (σήμερα ένα μεγάλο κομμάτι των χρηματιστηριακών συναλλαγών πραγματοποιείται με αυτόματους αλγόριθμους) που μπορούν να μεταδώσουν την κρίση μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα από το ένα μέρος του πλανήτη στο άλλο. Ψηφίζουν οι βρετανοί, αλλά πάσχουν οι ιαπωνικές εταιρείες και οι ιταλικές τράπεζες. Όλα αυτά εξαιτίας των χρηματοπιστωτικών αγορών, που τώρα έχουν γίνει μηχανισμοί που αντιδρούν ταχύτατα για να μεταδώσουν τη μόλυνση από τη μία χώρα στην άλλη. Μέχρι την πραγματική οικονομία.

Το παράδοξο με τα νομισματα

Το πρώτο κανάλι μετάδοσης του «ιού» της αβεβαιότητας είναι το νόμισμα. Ότι από την πρώτη μέρα του Brexit η στερλίνα έχασε 10,56% έναντι του δολαρίου είναι κατανοητό: αν φοβάστε διαρροές από τράπεζες ή εταιρείες του Ηνωμένου Βασιλείου (αν υποθέσουμε ότι αυτό θα συμβεί στην πραγματικότητα) και άρα κεφαλαίων, είναι φυσιολογικό το νόμισμα της χώρας να υποτιμηθεί. Κάπως «λιγότερο φυσιολογικό είναι το γεν να ενισχυθεί βίαια έναντι όλων των άλλων νομισμάτων, πλήττοντας την ιαπωνική οικονομία και μια ισχυρή πτώση (-5,64% την ημέρα του δημοψηφίσματος) στο Χρηματιστήριο του Τόκιο.

Θα μπορούσε κανείς να αναρωτηθεί: τι σχέση έχει το γιεν και η Ιαπωνία με το Brexit; Ο λόγος είναι καθαρά οικονομικός. Το γεν παραδοσιακά χρησιμοποιείται από τους διεθνείς επενδυτές ως νόμισμα για το λεγόμενο «carry trade» [*]. Με απλά λόγια: όταν το σενάριο είναι θετικό, πολλοί επενδυτές δανείζονται στην Ιαπωνία (όπου τα επιτόκια είναι πολύ χαμηλά εδώ και δεκαετίες) και με τα χρήματα που δανείζονται αγοράζουν μετοχές ή ομόλογα αλλού. Αυτό, υπό κανονικές συνθήκες, λόγω της υποτίμησης του ιαπωνικού νομίσματος. Έτσι, όταν οι καιροί δεν είναι φυσιολογικοί, όπως τώρα, γίνεται το αντίθετο: όλοι κλείνουν τις συναλλαγές «carry trade», πουλάνε τις μετοχές και ξαναγοράζουν γιεν για την αποπληρωμή των χρεών. Έτσι, το γιεν, με τρόπο μαγικό, γίνεται πιο ακριβό (ανατιμάται).Ετσι ανατιμάται και το δολάριο το οποίο παραδοσιακά θεωρείται ως ένα ασφαλές νόμισμα καταφύγιο.

Η πτώση του Χρηματιστηρίου

Από τα νομίσματα στις αγορές μετοχών η απόσταση είναι μικρή. Οι μετοχές του Ηνωμένου Βασιλείου πέφτουν για προφανείς λόγους: όλοι προβλέπουν ότι η Βρετανία θα υποστεί μια οικονομική επιβράδυνση λόγω Brexit. Αλλά πέφτουν λίγο, αν δούμε ότι από την ημέρα του δημοψηφίσματος το Χρηματιστήριο του Λονδίνου έχασε «μόνο» 3,12% (λιγότερο από το μισό της Φρανκφούρτης). Γιατί; Η απάντηση είναι προφανής: εξαιτίας της στερλίνας. Δεδομένου ότι, όπως προαναφέραμε, η στερλίνα υποτιμήθηκε κατά 10%, και δεδομένου ότι το Χρηματιστήριο του Λονδίνου αποτελείται από πολλές εταιρείες που ζουν από τις εξαγωγές, οι επενδυτές πιστεύουν ότι οι βρετανικές εταιρείες αργά ή γλήγορα θα βγουν κερδισμένες από την υποτίμηση του νομίσματός τους.

Θα μπορούσε κανείς να ρωτήσει ποιος ο λόγος της τόσο βίαιης πτώσης των ευρωπαϊκών Χρηματιστήριων, δεδομένου ότι ακόμη και το ευρώ – στην ουσία – υποτιμήθηκε λίγο. Ο λόγος εδώ έχει να κάνει εν μέρει με τη μεγάλη πολιτική αβεβαιότητα που περιβάλλει το ευρωπαϊκό σχέδιο. Αλλά υπάρχει και ένας άλλος λόγος, πιο «οικονομικός» : οι επενδυτές που τώρα θέλουν να προστατεύσουν τον εαυτό τους από την αβεβαιότητα, μη μπορώντας να πουλήσουν κρατικά ομόλογα των χωρών του Νότου (επειδή προστατεύονται από την ΕΚΤ), πουλάνε μετοχές στη Νότια Ευρώπη. Και κυρίως μετοχές των τραπεζών, που – πέρα από το ότι έχουν διαρθρωτικά προβλήματα - είναι ότι πιο κοντινό πράγμα στα κρατικά ομόλογα και το υπαρκτό ρίσκο κινδύνου της χώρας. Γιαυτό αυτές που έχασαν περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο, αυτές τις μέρες, είναι οι ιταλικές τράπεζες (-27,3% σε τρεις ημέρες, έναντι 16,9% της Γερμανίας και 13,9% της Γαλλίας): επειδή πάνω τους συγκεντρώνεται η οργή όλων εκείνων που θέλουν να «καλυφθούν» από τον ιταλικό κίνδυνο.

Η πραγματική οικονομία

Όπως είναι προφανές, το Brexit ήταν μόνο ένας πυροκροτητής : αυτοί που μετάδωσαν τις αρνητικές συνέπειες του παγκοσμίως είναι μηχανισμοί (συχνά αυτοματοποιημένοι) των χρηματοπιστωτικών αγορών. Μηχανισμοί που κατά καιρούς ενεργοποιούνται, ανεξάρτητα από το λόγο: νωρίτερα φέτος ήταν ο φόβος της Κίνας, στη συνέχεια, του πετρελαίου, τώρα το Brexit. Το ζήτημα είναι κατά πόσο αυτή η χρηματοπιστωτική αναταραχή θα μπορούσε, μακροπρόθεσμα, να επηρεάσει την πραγματική οικονομία. Εάν καταρρεύσει η αξία των τραπεζικών μετοχών στο Χρηματιστήριο, για παράδειγμα, δεν μπορούν να προχωρήσουν σε αυξήσεις κεφαλαίου (και στην Ιταλία υπάρχει ανάγκη) οπότε αναγκάζονται να μειώσουν το δανεισμό στις επιχειρήσεις. Εάν το γεν ανεβαίνει, η ιαπωνική οικονομία υποφέρει. Και πάει λέγοντας: το ντόμινο είναι παγκόσμιο.

Ο λόγος που οι κυβερνήσεις και οι κεντρικές τράπεζες είναι όλοι έτοιμοι να παρέμβουν είναι: για να μην περάσει στην πραγματική οικονομία η καταιγίδα, που μέχρι στιγμής έχει πλήξει μόνο την χρηματιστηριακή αγορά. Όλοι είναι πεπεισμένοι ότι αργά ή γρήγορα οι κεντρικές τράπεζες θα κάνουν κάτι: η αμερικάνικη Fed και η Τράπεζα της Ιαπωνίας για να ανακοπεί η άνοδος των νομισμάτων τους, η Τράπεζα της Αγγλίας για την άμβλυνση των επιπτώσεων του Brexit και η ΕΚΤ για να ανακόψει την παλίρροια στην Ευρώπη. Και οι κυβερνήσεις αναζητούν τρόπους παρέμβασης, για παράδειγμα, για τη στήριξη των τραπεζών. Έτσι, το σενάριο αλλάζει συνεχώς, και η χρηματοοικονομική κερδοσκοπία επίσης. Γι 'αυτό και η κατανόηση των μηχανισμών της οικονομίας γίνεται όλο και πιο σημαντική.