Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ρωσία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ρωσία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

ΕΝΑΣ ΧΡΟΝΟΣ ΠΟΛΕΜΟΥ ΣΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ

 

Η ΦΎΣΗ ΚΑΙ Ο ΣΚΟΠΌΣ ΤΟΥ ΠΟΛΈΜΟΥ ΑΠΌ ΡΩΣΙΚΉ ΚΑΙ ΔΥΤΙΚΉ ΣΚΟΠΙΆ.

 

http://italiaeilmondo.com/2023/02/01/un-anno-di-guerra-in-ucraina-riepilogo-ragionato-di-roberto-buffagni/?fbclid=IwAR29vyCdX9tO2UeQPDfnFUKVn-vClFcO4RDblHKgC5Dkj1ihxRTJspPai7k

 

Roberto Buffagni

Όσον αφορά την αιτιολόγηση του πολέμου στην Ουκρανία, συμμερίζομαι την ιστορική ερμηνεία του καθηγητή John Mearsheimer. Ο πόλεμος είναι το αποτέλεσμα της επέκτασης του ΝΑΤΟ προς ανατολάς και της επιθυμίας των ΗΠΑ να δημιουργήσουν ένα δυτικό στρατιωτικό προπύργιο στα ρωσικά σύνορα με την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ: μια στρατηγική που η Ρωσία θεωρεί τελείως απαράδεκτη από την εποχή της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι το 2008, όταν το ΝΑΤΟ ανακοίνωνε την πρόθεσή του να εντάξει τη Γεωργία και την Ουκρανία στην Ατλαντική Συμμαχία.

 

Από το 2008 μέχρι το 2022, οι ΗΠΑ ενσωμάτωσαν σταδιακά την Ουκρανία στο ΝΑΤΟ, στην πράξη, όχι εκ του νόμου. Το 2014 άσκησαν πιέσεις προκειμένου να αποσταθεροποιηθεί η νεοεκλεγμένη κυβέρνησή της και εγκατέστησαν ένα φιλικό προς αυτές καθεστώς, ενώ τα επόμενα χρόνια έφεραν τις ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις στο επίπεδο ετοιμότητας του ΝΑΤΟ. Το 2014, η Ρωσία προσάρτησε την Κριμαία χωρίς πόλεμο.

 

Ωστόσο, το 2021 υπήρξε σημαντική επιτάχυνση της ντε φάκτο ένταξης της Ουκρανίας στον ατλαντικό στρατιωτικό οργανισμό: σημαντικές προμήθειες όπλων, μεγάλες κοινές στρατιωτικές ασκήσεις και, τον Νοέμβριο του ίδιου έτους, ανανεώθηκε η διμερής σύμβαση ΗΠΑ-Ουκρανίας, επιβεβαιώνοντας την κοινή πρόθεση να ενταχθεί η Ουκρανία στο ΝΑΤΟ, αυτή τη φορά de jure.

 

Σύμφωνα με αυτή την αιτιολογική ερμηνεία, από την πλευρά της Ρωσίας, ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι πόλεμος προληπτικός για την υπεράσπιση ζωτικών ρωσικών συμφερόντων, όχι ιμπεριαλιστικός πόλεμος προσάρτησης/κατάκτησης τον οποίον αν κερδίσει μπορεί να οδηγήσει σε περαιτέρω εδαφική επέκταση στην Ευρώπη. Όμως,η τελευταία ερμηνεία  είναι ο ορισμός της φύσης και των σκοπών της ρωσικής επέμβασης που υιοθετείται από τα δυτικά κράτη.

 

 

ΠΡΏΤΗ ΦΆΣΗ ΤΟΥ ΠΟΛΈΜΟΥ (24 ΦΕΒΡΟΥΑΡΊΟΥ ΩΣ ΤΗΝ ΆΝΟΙΞΗ ΤΟΥ 2022). ΡΩΣΙΚΉ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΉ ΚΛΙΜΆΚΩΣΗ: ΕΙΣΒΟΛΉ ΣΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΊΑ. ΠΟΛΙΤΙΚΉ ΚΛΙΜΆΚΩΣΗ ΤΩΝ ΔΥΤΙΚΩΝ: ΑΠΌΡΡΙΨΗ ΟΠΟΙΑΣΔΗΠΟΤΕ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΉΣ ΔΙΑΠΡΑΓΜΆΤΕΥΣΗΣ.

 

Τον Δεκέμβριο του 2022, η Ρωσία, η οποία τους προηγούμενους μήνες είχε αναπτύξει στρατιωτικές δυνάμεις στα ουκρανικά σύνορα έτοιμες να επέμβουν, πρότεινε στις ΗΠΑ μια διπλωματική λύση, με την ασυνήθιστη διατύπωση ενός σχεδίου συνθήκης το οποίο δημοσιοποιήθηκε. Τα κύρια αιτήματα της Ρωσίας ήταν, βασικά: Ουδέτερη Ουκρανία και αποτελεσματική εφαρμογή των συμφωνιών του Μινσκ για την προστασία των ρωσόφωνων πληθυσμών του Ντονμπάς, όπου μαίνεται εμφύλιος πόλεμος από το 2014, με την ανεπίσημη υποστήριξη της ουκρανικής και της ρωσικής κυβέρνησης. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν απάντησαν στην πρόταση με τρόπο που να ικανοποιεί τους Ρώσους (ανέβαλαν, καθυστέρησαν, κατέφυγαν σε "στρατηγική ασάφεια" (“strategic ambiguity”).

 

Στις 24 Φεβρουαρίου 2022, η Ρωσία επέμβηκε στρατιωτικά στην Ουκρανία. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε με βεβαιότητα για ποιο λόγο επέλεξε αυτή τη χρονική στιγμή. Ίσως, αλλά αυτό είναι μόνο το λογικό μου συμπέρασμα, διότι σύμφωνα με τις πληροφορίες που είχε στην κατοχή της η Ρωσική Ομοσπονδία, πίστευε ότι ο ουκρανικός στρατός επρόκειτο να επέμβει εναντίον των πολιτοφυλακών του Ντονμπάς, καθώς είχε αναπτύξει τον κύριο όγκο των στρατευμάτων στις οχυρωμένες αμυντικές θέσεις που κατασκευάστηκαν εκεί με την πάροδο των ετών, προκειμένου να αποτραπεί πιθανή ρωσική στρατιωτική επέμβαση και να γίνει πολύ πιο δύσκολη, δαπανηρή, αβέβαιη.

 

Οι Ρώσοι επεμβαίνουν με ένα στρατιωτικό σώμα περίπου 180-200.000 ανδρών, και υστερούν αριθμητικά έναντι του ουκρανικού στρατού σε αναλογία περίπου 3:1, αν και τα εγχειρίδια τακτικής προβλέπουν αντίστροφη αναλογία επιτιθέμενου/αμυνόμενου (τουλάχιστον 3:1 υπέρ του επιτιθέμενου, για να αντισταθμιστεί το πλεονέκτημα της άμυνας).

Οι Ρώσοι επεμβαίνουν σε πέντε κατευθύνσεις τόσο στη νοτιοανατολική όσο και στη βορειοδυτική Ουκρανία. Οι επιθέσεις στα βορειοδυτικά είναι δευτερεύουσας σημασίας επιθέσεις, μια μεγάλη κίνηση  αντιπερισπασμού προκειμένου να  εγκλωβίσει ουκρανικά στρατεύματα για την άμυνα του Κιέβου και των άλλων κέντρων που επηρεάζονται από την επίθεση, και να μην ενισχύσουν το πεδίο των μαχών στη νοτιοανατολική Ουκρανία, στο Ντονμπάς, που είναι και ο βασικός στόχος της Ρωσικής επίθεσης. Ερμηνεύοντας τον ρωσικό ελιγμό με αυτόν τον τρόπο, συμφωνώ με την ερμηνεία που δίνει ο "Marinus", πιθανότατα το ψευδώνυμο του υποστράτηγου (εν αποστρατεία) Paul Van Riper, του Σώματος Πεζοναυτών, στη μελέτη που δημοσιεύθηκε στα τεύχη Ιουνίου και Αυγούστου 2022 της "Marine Corps Gazette.

 

Μέσα σε τρεις ,τέσσερις εβδομάδες, η ρωσική κίνηση αντιπερισπασμού στέφθηκε από επιτυχία. Μέχρι το τέλος Μαρτίου, τα ρωσικά στρατεύματα που είχαν πραγματοποιήσει δευτερεύουσας σημασίας επιθέσεις στα βορειοδυτικά αποσύρθηκαν, ενώ ο κύριος όγκος των ρωσικών δυνάμεων αναπτύχθηκε στο μεγαλύτερο μέρος του Ντονμπάς, προκαλώντας βαριές απώλειες, κυρίως υλικές, στον ουκρανικό στρατό χάρη στη σαφή υπεροχή του σε πυροβολικό και πυραύλους. Οι Ρώσοι αποφεύγουν συστηματικά να εμπλέξουν τον άμαχο πληθυσμό, δεν χτυπούν τις υποδομές διπλής χρήσης, πολιτική και στρατιωτική (π.χ. το δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας) και, εν ολίγοις, η επίθεση παίρνει τη μορφή "ένοπλης διπλωματίας": οι Ρώσοι προσπαθούν να επιτύχουν, με μέτρια στρατιωτική πίεση, τους στόχους που δεν κατάφεραν να επιτύχουν μετά από διπλωματικές πιέσεις αρκετών ετών.

 

Μέχρι τα τέλη Μαρτίου 2022, φάνηκε πως η ρωσική " διπλωματία των όπλων" μπορούσε να πετύχει: από τις 24 Φεβρουαρίου μέχρι τα τέλη Μαρτίου, πραγματοποιούνται επτά διπλωματικές συναντήσεις μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, και στα τέλη Μαρτίου, ο πρόεδρος Ζελένσκι δηλώνει επίσημα σε ανεξάρτητα ρωσικά μέσα ενημέρωσης ότι είναι έτοιμος να διαπραγματευτεί την ουδετερότητα της Ουκρανίας και την επίλυση του προβλήματος των ρωσόφωνων πληθυσμών του Ντονμπάς.

 

Πρώτη πολιτική κλιμάκωση των δυτικών

 

Αλλά στις 7 Απριλίου 2022, ο Βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον επισκέπτεται τον Ουκρανό πρόεδρο και δηλώνει επίσημα ότι "η Ουκρανία "ανέτρεψε όλα τα προγνωστικά [“defied the odds”] και απώθησε τις ρωσικές δυνάμεις στις πύλες του Κιέβου, το μεγαλύτερο στρατιωτικό κατόρθωμα του 21ου αιώνα". Από εκείνη τη στιγμή παύει να υπάρχει οποιαδήποτε διπλωματική σχέση μεταξύ της Ουκρανίας και της Ρωσίας .

 

Η ερμηνεία  που έδωσαν οι δυτικοί ότι " η μικρή Ουκρανία νίκησε τη μεγάλη Ρωσία στο πεδίο των μαχών " βασίζεται σε μια ανάγνωση των πρώτων εβδομάδων του πολέμου ριζικά διαφορετική από αυτή που πρότεινα παραπάνω.

 

Σύμφωνα με αυτή την ερμηνεία, ο στόχος των Ρώσων ήταν η κατάληψη του Κιέβου και η "αλλαγή καθεστώτος", η ανατροπή της ουκρανικής κυβέρνησης και η αντικατάστασή της από μια φιλορωσική κυβέρνηση-μαριονέτα, ενώ οι επιθέσεις στα βορειοδυτικά των ρωσικών στρατευμάτων ήταν οι κύριες επιθέσεις που απέτυχαν και όχι δευτερεύουσες επιθέσεις στο πλαίσιο ενός ευρύτερου πολέμου αντιπερισπασμού. Αυτή είναι μια πιθανή ερμηνεία, η οποία, αν ανταποκρίνεται στην αλήθεια, δείχνει μια σοβαρή στρατιωτική και πολιτική ανεπάρκεια από την πλευρά της Ρωσικής Ομοσπονδίας: είναι αδύνατο να επιτευχθούν τόσο φιλόδοξοι στόχοι με τόσο μικρή ανάπτυξη δυνάμεων και μια τόσο χαμηλή ένταση της σύγκρουσης.

 

Σ΄ αυτή την ερμηνεία των στρατιωτικών εξελίξεων, είτε είναι λάθος είτε σωστή, είτε γίνεται καλόπιστα είτε με δόλο βασίζονται τυφλά οι πιο ακραίοι κύκλοι του δυτικού στρατοπέδου και της ουκρανικής κυβέρνησης. Στη Δύση παγιώνεται η βεβαιότητα ότι είναι δυνατόν να υπάρξει μια αποφασιστική στρατιωτική ήττα της Ρωσίας και ότι είναι ρεαλιστικό να υπάρξουν μαξιμαλιστικοί στρατηγικοί στόχοι, όπως η "αιμορραγία" της Ρωσίας και η πολιτική αποσταθεροποίησή της μέσω στρατιωτικών πιέσεων, οικονομικών κυρώσεων και ενεργοποίηση των φυγόκεντρων τάσεων στο εσωτερικό της. Απώτερος στόχος: η αποπομπή της Ρωσίας από τις τάξεις των μεγάλων δυνάμεων, η εγκαθίδρυση μιας φιλοδυτικής κυβέρνησης και, ενδεχομένως, ο πολιτικός κατακερματισμός της Ρωσικής Ομοσπονδίας.

 

Αυτούς τους μαξιμαλιστικούς στόχους επιβεβαίωσαν επίσημα στις 24 Απριλίου οι υπουργοί Εξωτερικών και Άμυνας των ΗΠΑ. Οι ευρωπαϊκές χώρες και οι χώρες του ΝΑΤΟ, με εξαίρεση την Τουρκία και την Ουγγαρία, συντάσσονται και ψηφίζουν με συντριπτική κοινοβουλευτική πλειοψηφία υπέρ των σκληρών οικονομικών κυρώσεων κατά της Ρωσίας και της αποστολής όπλων στην Ουκρανία. Οι ιστορικά ουδέτερες Σουηδία και η Φινλανδία ανακοινώνουν την πρόθεσή τους να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ. Η ρωσική " διπλωματία των όπλων" απέτυχε.

 

ΔΕΎΤΕΡΗ ΦΆΣΗ ΤΟΥ ΠΟΛΈΜΟΥ (ΆΝΟΙΞΗ - ΜΈΣΑ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΟΎ 2022). ΡΩΣΙΚΉ ΚΑΤΆΚΤΗΣΗ ΤΟΥ ΝΤΟΝΜΠΑΣ. Η ΠΡΟΫΠΌΘΕΣΗ ΠΙΘΑΝΗΣ ΟΥΚΡΑΝΙΚΉΣ ΝΊΚΗΣ.

 

Συνεχίζεται με επιτυχία η ρωσική κατάκτηση του Ντονμπάς, με σφοδρές μάχες μέσα στις πόλεις, από σπίτι σε σπίτι στη Μαριούπολη και αλλού. Τα ρωσικά στρατεύματα που παίρνουν μέρος είναι κυρίως πολιτοφύλακες του Ντονμπάς, εθελοντικοί σχηματισμοί Τσετσένων και η ομάδα Βάγκνερ. Οι μονάδες του ρωσικού τακτικού στρατού δρουν κυρίως (και όχι μόνο) υποστηρικτικά, με πυροβολικό, πυραύλους και κέντρο επιχειρήσεων. Ο ρωσικός στρατός συνεχίζει να μην έχει στόχο τις υποδομές διπλής χρήσης,πολιτικές και στρατιωτικές.

 

Η αναλογία μεταξύ ουκρανικών και ρωσικών απωλειών είναι σαφώς σε βάρος των Ουκρανών, τόσο λόγω της υπεροχής της ρωσικής δύναμης πυρός όσο και επειδή οι ουκρανικές στρατιωτικές επιχειρήσεις επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από την ανάγκη δικαιολόγησης στις δυτικές κυβερνήσεις και την κοινή γνώμη, η κολοσσιαία και σχεδόν ομόφωνη πολιτική και οικονομική υποστήριξη προς την Ουκρανία, η οποία έχει σοβαρές πολιτικές και οικονομικές επιπτώσεις στις ευρωπαϊκές χώρες, ιδίως τη Γερμανία, η οποία αποκλείεται από την παροχή φθηνής ρωσικής ενέργειας πάνω στην οποία βασιζόταν ο οικονομικό της πλούτο εδώ και δεκαετίες.

 

 

Με λίγα λόγια, οι Ουκρανοί αναγκάζονται να "πουλήσουν" αποτελέσματα στο πεδίο των πολεμικών επιχειρήσεων, αντίσταση χωρίς συμβιβασμούς και συνεχή επιθετικότητα. Αυτή είναι η πολιτική βιωσιμότητα μιας υποχρεωτικής υποστήριξης από τους δυτικούς: η προοπτική μιας μελλοντικής ουκρανικής στρατιωτικής νίκης επί της Ρωσίας.

 

Φυσικά, η θαρραλέα ουκρανική αντίσταση δεν μπορεί να αποδοθεί μόνο σε αυτό: για ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού, η σύγκρουση με τη Ρωσία έχει μετατραπεί σε έναν πόλεμο εθνικής απελευθέρωσης, στον οποίο προστίθεται ένας εμφύλιος πόλεμος και ένας πόλεμος δι' αντιπροσώπων των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ κατά της Ρωσίας.

 

 Βασική προϋπόθεση μιας ουκρανικής στρατιωτικής νίκης.

 Ωστόσο, η δυνατότητα μιας αποφασιστικής στρατιωτικής νίκης της Ουκρανίας επί της Ρωσίας βασίζεται σε μια υπόθεση.

 

Πρόκειται για μια υπόθεση που λειτουργεί ως η κατευθυντήρια αρχή της στρατηγικής αποτροπής,η στρατηγική των αδύναμων έναντι των ισχυρών ( La stratégie du faible au fort), του Γάλλου στρατηγούς Gallois εν όψει της δημιουργίας της πυρηνικής αποτρεπτικής δύναμης της Γαλλίας: να καταστεί ασύμφορη για τον ισχυρότερο η σχέση κόστους/οφέλους της νίκης επί της ασθενέστερης δύναμης.

 

Σύμφωνα με τον Gallois, αν μια μεγάλη πυρηνική δύναμη επιτεθεί στη Γαλλία, θα μπορούσε να καταστρέψει τελείως τη χώρα, αλλά η ενεργοποίηση της πυρηνικής αποτρεπτικής της ισχύος θα προκαλούσε μη αποδεκτή πολιτικά ζημιά στον ισχυρότερο.

 

Με λίγα αλλά ξεκάθαρα λόγια: για να νικήσει, η ασθενέστερη δύναμη θα πρέπει να διασφαλίσει ότι η νίκη δεν θα κοστίσει στην ισχυρότερη έναν μη αποδεκτό ολοκληρωτικό πόλεμο. Και εδώ η Ουκρανία είναι η αδύναμη και η Ρωσία η ισχυρή.

 

Ακόμη και με τη βοήθεια της Δύσης, οι στρατηγικοί πόροι της Ουκρανίας (πληθυσμός, λανθάνουσα οικονομική δύναμη, έκδηλη στρατιωτική δύναμη, κινητοποιημένα στρατεύματα και δυνατότητα κινητοποίησης στρατευμάτων, στρατηγικό βάθος) εξακολουθούν να είναι τάξεις μεγέθους μικρότεροι από τους στρατηγικούς πόρους της Ρωσίας, διότι η Ρωσία έχει 145 εκατομμύρια κατοίκους, μπορεί να κινητοποιήσει έως και 25 εκατομμύρια άνδρες, διαθέτει τεράστιους φυσικούς πόρους και ικανότητα μεταποίησής, μεγάλη στρατιωτική βιομηχανική βάση και στρατηγικό βάθος 11 διαφορετικών ωριαίων ζωνών. ("Στρατηγικό βάθος" είναι ο χώρος εντός του οποίου ένας επιτιθέμενος στρατός μπορεί να υποχωρήσει, να αναδιοργανωθεί και να κινηθεί για αντεπίθεση, όπως έκαναν οι Σοβιετικοί μετά την καταστροφική σειρά επιδρομών της Βέρμαχτ στην αρχή της επιχείρησης Μπαρμπαρόσα).

 

Επαναλαμβάνω: μια πολύ ασθενέστερη δύναμη μπορεί να νικήσει μια πολύ ισχυρότερη δύναμη μόνο αν κάνει τη σχέση κόστους/οφέλους της νίκης δυσμενή για την ισχυρή δύναμη.

 

Έτσι νίκησαν τις ΗΠΑ στο Βιετνάμ και στο Αφγανιστάν (και έτσι νίκησαν οι Αφγανοί την ΕΣΣΔ). Το γεγονός είναι ότι αν αυτές οι δύο μεγάλες δυνάμεις είχαν αποφασίσει να δεσμεύσουν πλήρως τα στρατηγικά τους μέσα, το Βιετνάμ και το Αφγανιστάν δεν θα μπορούσαν να αποφύγουν μια ολοκληρωτική ήττα. Όμως, οι ΗΠΑ και η ΕΣΣΔ δεν το έκαναν γιατί θεωρούσαν έναν τέτοιο πόλεμο πολιτικά μη βιώσιμο: πολύ υψηλές απώλειες, απαράδεκτη μακροπρόθεσμη πολιτική, οικονομική και στρατιωτική δέσμευση, αυξανόμενη εσωτερική αντίθεση στον πόλεμο κ.ο.κ. Εν ολίγοις, οι ΗΠΑ και η ΕΣΣΔ αποφάσισαν να χάσουν επειδή εκτίμησαν ότι γι' αυτούς η αναλογία κόστους/οφέλους της ήττας ήταν πιο συμφέρουσα από την αναλογία κόστους/οφέλους της νίκης.

 

Το διακύβευμα για τη Ρωσία

 

Σήμερα όμως οι στρατηγικοί στόχοι που έχουν επίσημα διακηρυχθεί από την κυβέρνηση των ΗΠΑ και επαναπροωθεί το ΝΑΤΟ και οι ευρωπαϊκές χώρες είναι μαξιμαλιστικοί: αφαίμαξη και μόνιμη αποδυνάμωση της οικονομικής και στρατιωτικής ισχύος της Ρωσίας, αποσταθεροποίηση της κυβέρνησης, ενεργοποίηση των φυγόκεντρων τάσεων στο εσωτερικό της Ρωσικής Ομοσπονδίας, αποπομπή της Ρωσίας από το στρατόπεδο των μεγάλων δυνάμεων, πιθανός εδαφικός κατακερματισμός της. Ιδιαίτερα τρομακτικό για τη Ρωσία - η οποία ιστορικά συγκροτήθηκε ως πολυεθνική, πολυεθνική και πολυθρησκευτική αυτοκρατορία - είναι το ενδεχόμενο ενεργοποίησης των εθνικών, θρησκευτικών και φυγόκεντρων δυνάμεων, σε ένα σενάριο παρόμοιο με αυτό της Γιουγκοσλαβίας τη δεκαετία του 1990.

 

Με λίγα λόγια, οι διακηρυγμένοι στόχοι της Δύσης αποτελούν υπαρξιακή απειλή για τη ρωσική κυβέρνηση, το κράτος, την κοινωνία και τα έθνη. Επομένως, οι Ρώσοι ηγέτες πείθουν τους εαυτούς τους ότι στον ουκρανικό πόλεμο διακυβεύεται απόλυτο διακύβευμα και επομένως είναι κυριολεκτικά πρόθυμοι να κάνουν τα πάντα για να τον κερδίσουν, και το λένε επανειλημμένα στα πρακτικά.  Πράγματι, θα είναι πρόθυμοι, ακόμη και υποχρεωμένοι, να κάνουν πλήρη χρήση όλων των ρωσικών στρατηγικών πόρων για να κερδίσουν τον πόλεμο: να κερδίσουν την Ουκρανία και, τελικά, αν πρόκειται για άμεση σύγκρουση, να κερδίσουν και το ΝΑΤΟ.

 

Αυτό μηδενίζει την πιθανότητα μελλοντικής ουκρανικής νίκης: ότι για τη Ρωσία η νίκη επί της Ουκρανίας δεν θα άξιζε έναν πόλεμο μέχρι το πικρό τέλος της νίκης. Για να κατακτήσουν τον "ρωσικό κόσμο", η Ουκρανία και οι δυτικοί σύμμαχοί της θα πρέπει να κερδίσουν μια αποφασιστική νίκη επί μιας Ρωσικής Ομοσπονδίας πρόθυμης, ή μάλλον υποχρεωμένης, να δεσμεύσει πλήρως, για όσο διάστημα χρειαστεί, όλους τους στρατηγικούς της πόρους: με λίγα λόγια, θα πρέπει να κάνουν τη Ρωσία να συνθηκολογήσει.

 

Ταυτόχρονα, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι δυτικοί σύμμαχοί τους, με τη δημόσια δέσμευσή τους σε μαξιμαλιστικούς στόχους, κλείνουν τα διπλωματικά περιθώρια ελιγμών και ανεβάζουν το πολιτικό διακύβευμα στα ύψη για τις κυρίαρχες τάξεις τους, οι οποίες κινδυνεύουν να παρασυρθούν από μια ήττα- παρόλο που μια δυσμενής έκβαση του πολέμου δεν βλάπτει, ως τέτοια, τα ζωτικά συμφέροντα των εθνών τους, κανένα από τα οποία δεν κινδυνεύει να αποσταθεροποιηθεί από μια ήττα της Ουκρανίας.

 

Το μόνο έθνος στο δυτικό στρατόπεδο που διακινδυνεύει τα πάντα είναι η Ουκρανία, η οποία με τη συνέχιση του πολέμου μπορεί να περιμένει μόνο τρομερές καταστροφές και μια πιθανή ήττα.

 

ΤΡΊΤΗ ΦΆΣΗ ΤΟΥ ΠΟΛΈΜΟΥ (ΤΈΛΗ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΟΎ - ΦΘΙΝΌΠΩΡΟ 2022). ΕΠΙΤΥΧΊΑ ΤΗΣ ΟΥΚΡΑΝΙΚΉΣ ΑΝΤΕΠΊΘΕΣΗΣ. ΡΩΣΙΚΉ ΠΟΛΙΤΙΚΉ ΚΛΙΜΆΚΩΣΗ: ΠΡΟΣΆΡΤΗΣΗ ΤΕΣΣΆΡΩΝ ΕΠΑΡΧΙΏΝ ΤΟΥ ΝΤΟΝΜΠΆΣ. ΡΩΣΙΚΉ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΉ ΚΛΙΜΆΚΩΣΗ: ΒΟΜΒΑΡΔΙΣΜΌΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΏΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΏΝ ΣΤΌΧΩΝ ΔΙΠΛΉΣ ΧΡΉΣΗΣ. ΠΌΛΕΜΟΣ ΕΛΙΓΜΏΝ ΚΑΙ ΠΌΛΕΜΟΣ ΦΘΟΡΆΣ.

 

Οι ρωσικές δυνάμεις σταθμεύουν στο Ντονμπάς, καταλαμβάνοντας σχεδόν το 20% του συνολικού ουκρανικού εδάφους και αναπτύσσονται σε μια γραμμή μετώπου γύρω στα 1.500 χιλιόμετρα. Ο ουκρανικός στρατός αναδιοργανώνεται, επεκτείνοντας την κινητοποίηση με την επιστράτευση εφέδρων και την επέκταση της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας μέχρι την ηλικία των 60 ετών, προμηθεύεται νέο οπλισμό από τη Δύση (μεγάλο μέρος του οποίου είναι πρώην σοβιετικός) για να αντικαταστήσει αυτόν που καταστράφηκε στις προηγούμενες φάσεις της σύγκρουσης, η χώρα παρεμβαίνει με εντονότερη εμπλοκή του επιτελείου διοίκησης του ΝΑΤΟ και πιο τριχοειδή διάρθρωση των λειτουργιών ISR (Intelligence, Surveillance and Reconnaissance)... και τον Σεπτέμβριο του 2022 ξεκινά αντεπίθεση, κυρίως προς την κατεύθυνση του Χαρκόβου.

 

Η ουκρανική αντεπίθεση είναι επιτυχής. Οι Ρώσοι υποχρεώνονται να υποχωρήσουν σε όλο το μέτωπο, υποχωρώντας λίγο πολύ με ομαλό τρόπο. Ο λόγος: η ρωσική κουβέρτα είναι πολύ κοντή. Οι ρωσικές μονάδες έχουν κατακτήσει τεράστιες εκτάσεις που δεν μπορούν να τις κρατήσουν με τον μικρό αριθμό στρατευμάτων που συμμετέχουν στην "ειδική στρατιωτική επιχείρηση". Επομένως, πρέπει να αντισταθούν αποχωρώντας όσο το δυνατόν πιο ομαλά, μειώνοντας τις διαστάσεις του μετώπου, τα εδάφη που πρέπει να υπερασπιστούν και οχυρώνοντας τα για να εγκατασταθούν, αναδιαμορφώνοντας και ενισχύοντάς τον στρατιωτικό μηχανισμό.

 

Η Ρωσία προσαρμόζεται στη νέα πραγματικότητα επί του εδάφους. Ο γενικός διοικητής των επιχειρήσεων στην Ουκρανία, στρατηγός Surovikin, προτείνει στη Δούμα, η οποία ψηφίζει ομόφωνα, τη μερική κινητοποίηση 300.000 εφέδρων. Οι στρατιωτικές βιομηχανίες κινητοποιούνται επίσης και θα αρχίσουν να εργάζονται σε τρεις οκτάωρες βάρδιες.

 

Ρωσική πολιτική κλιμάκωση: προσάρτηση των τεσσάρων περιφερειών του Ντονμπάς

 

Η κυβέρνηση το προτείνει στη Δούμα, και αυτή ψηφίζει ομόφωνα τον Οκτώβριο, την προσάρτηση τεσσάρων περιοχών του Ντονμπάς: του Ντονέτσκ, του Λουγκάνσκ, της Ζαπορίζια και της Χερσώνας, μετά από δημοψήφισμα που οργανώθηκε από τις ρωσικές αρχές κατοχής.

 

Πρόκειται για την πιο αποφασιστική στιγμή της πολιτικής κλιμάκωσης του πολέμου, διότι με αυτήν η Ρωσία καίει τα πλοία της, δεν μπορεί δηλαδή να κάνει πίσω, και δηλώνει σιωπηρά την αποφασιστικότητά της να δεσμεύσει όλους τους στρατηγικούς της πόρους μέχρι το τέλος προκειμένου να νικήσει την Ουκρανία και τους συμμάχους της. Για να κάνει πίσω η Ρωσία και να επιστρέψει στην Ουκρανία τα εδάφη που έχουν γίνει πλέον και επίσημα εθνικό έδαφος της Ρωσικής Ομοσπονδίας, η Ουκρανία και οι σύμμαχοί της θα πρέπει να προκαλέσουν μια αποφασιστική ήττα στη Ρωσική Ομοσπονδία και να την αναγκάσουν να συνθηκολογήσει.

 

Στρατιωτική κλιμάκωση των Ρώσων. Βομβαρδισμός στρατιωτικών και πολιτικών στόχων διπλού σκοπού.

 

Η Ρωσία αναδιαμορφώνει τον στρατιωτικό μηχανισμό γύρω από τη μονάδα διοίκησης και εδραιώνει τις θέσεις της στο μέτωπο, ενώ η κινητοποίηση των εφέδρων πραγματοποιείται εν μέσω διαφόρων δυσκολιών (είναι η πρώτη κινητοποίηση μετά από ογδόντα χρόνια και ο ρωσικός διοικητικός και υλικοτεχνικός μηχανισμός δεν είναι έτοιμος- ενώ χιλιάδες Ρώσοι εγκαταλείπουν τη χώρα προκειμένου να αποφύγουν τη στράτευση).

 

Ο διοικητής, στρατηγός Surovikin αποφασίζει την κλιμάκωση των στρατιωτικών επιχειρήσεων. Για πρώτη φορά βομβαρδίζονται αδυσώπητα πολιτικοί και στρατιωτικοί στόχοι διπλής χρήσης, ιδίως το ουκρανικό δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά και γενικότερα υποδομές όπως σιδηροδρόμοι, εργοστάσια, αποθήκες στρατιωτικού και πολιτικού εξοπλισμού κ.λπ. Η Ρωσία δεν βομβαρδίζει αμάχους, όμως βομβαρδίζοντας υποδομές, θέτει σε κίνδυνο την κανονική πορεία της καθημερινής ζωής και προφανώς προκαλεί "παράπλευρες απώλειες", απώλειες αμάχων που πλήττονται κατά λάθος από τους πυραύλους της και τα ουκρανικά αντιαεροπορικά πυρά.

 

Ο στρατηγός Σουρόβικιν παίρνει την πολιτικά δύσκολη και αντιδημοφιλή αλλά σωστή απόφαση να εγκαταλείψει τη Χερσώνα, ένα σημαντικό κέντρο που προσαρτήθηκε επίσημα στο ρωσικό εθνικό έδαφος, και αποσύρει τα στρατεύματα στη νότια όχθη του ποταμού Δνείπερου. Η επιχειρησιακή απόφαση καθιστά δυνατή τη μη σπατάλη δυνάμεων με την αποφυγή μιας αντεπίθεσης σε ένα ευαίσθητο σημείο, αλλά τη συγκέντρωση των προσπαθειών στο Ντονμπάς. Αυτό θα έχει ευεργετικά αποτελέσματα στο πεδίο των μαχών.

 

Πόλεμος ελιγμών, πόλεμος φθοράς. Το ιστορικό παράδειγμα της επιχείρησης Μπαρμπαρόσα

 

Ο "πόλεμος ελιγμών", στα γερμανικά Bewegungskrieg (πόλεμος κινήσεων), είναι το συμμετρικά αντίθετο του "πολέμου φθοράς", Stellungskrieg, (πόλεμος θέσεων). Κάθε πόλεμος συνδυάζει, σε διαφορετικές αναλογίες, ελιγμούς και φθορά. Ο πόλεμος φθοράς αποσκοπεί στη σταδιακή εξάντληση των μαχητικών δυνατοτήτων του εχθρού με την παρατεταμένη και συνεχή εφαρμογή μεγαλύτερης πίεσης- ο πόλεμος ελιγμών αποσκοπεί στην ταχεία καταστροφή των μαχητικών δυνατοτήτων του εχθρού με τον εντοπισμό ή τη δημιουργία και την επιδέξια εκμετάλλευση του Schwerpunkt, του ζωτικής σημασίας και ασθενώς αμυνόμενου κρίσιμου σημείου του εχθρικού σχηματισμού, εναντίον του οποίου θα εξαπολυθεί μια ταχεία και αποφασιστική επίθεση.

 

Το πλεονέκτημα του πολέμου ελιγμών έναντι του πολέμου φθοράς είναι προφανές: ο ελιγμός δίνει τη δυνατότητα μιας γρήγορης και αποφασιστικής νίκης, αλλά βάζει σε κίνδυνο τη δυνατότητα μιας εξίσου γρήγορης και αποφασιστικής ήττας, επειδή η επίθεση ενέχει πάντα κινδύνους και ο εχθρός μπορεί πάντα να ανταπαντήσει.

 

Όπως επισημαίνει ο Clausewitz, δεν υπάρχει "επιστήμη της νίκης" και η λογική του πολέμου στην πραγματικότητα δεν είναι γραμμική αλλά παράδοξη, όπως δείχνει η ρωμαϊκή ρήση "si vis pacem para bellum" (Αν θες ειρήνη να ετοιμάζεσαι για πόλεμο) . Ο πόλεμος ελιγμών προτιμάται από στρατούς που μειονεκτούν ξεκάθαρα στον πόλεμο φθοράς: είναι στρατοί μικρότεροι και με λιγότερες υλικές ή υλικοτεχνικές δυνατότητες από τον εχθρό.

 

Σε αυτή τη φάση, η ουκρανική σύγκρουση, η οποία στις δύο προηγούμενες φάσεις ήταν ένας συνδυασμός πολέμου ελιγμών και πολέμου φθοράς, σταθεροποιείται με τη μορφή του "πολέμου φθοράς", το είδος της σύγκρουσης όπου η ανισότητα των στρατηγικών πόρων μεταξύ των αντιπάλων είναι αυτό που βαραίνει περισσότερο. Πράγματι, σ’ ένα πόλεμο φθοράς, αυτό που μετράει περισσότερο για τη νίκη είναι η αντίστοιχη ικανότητα βιώσιμης παραγωγής ανθρώπινων και υλικών πόρων. Και σ’ αυτόν τον τομέα η Ρωσία έχει το μεγαλύτερο σχετικό πλεονέκτημα έναντι της Ουκρανίας.

 

Το πλεονέκτημα των Ρώσων ενισχύεται από ένα ουσιαστικό πολιτικό γεγονός: η Ουκρανία εξαρτάται πλήρως από τη δυτική υποστήριξη και οι δυτικοί ηγέτες πρέπει να δικαιολογήσουν το αυξανόμενο πολιτικό και οικονομικό κόστος αυτής της υποστήριξης στο κοινό και τους ψηφοφόρους τους. Έτσι, οι Ουκρανοί αναγκάζονται για πολιτικούς λόγους να στέλνουν συνεχώς στρατεύματα στο μέτωπο, ακόμη και ανεπαρκή ή ανέτοιμα, διατηρώντας τη σύγκρουση ζωντανή, ανανεώνοντας το θαυμασμό της Δύσης για την αντοχή τους και ενισχύοντας την πεποίθηση ότι η τελική νίκη της Ουκρανίας είναι δυνατή.

Από στρατιωτική άποψη, οι Ουκρανοί πρέπει να κάνουν ένα διάλειμμα, να αναδιοργανώσουν τις εφεδρείες τους, να τις ενισχύσουν , να τις εκπαιδεύσουν και να εξοικονομήσουν άνδρες και εξοπλισμό για μελλοντικές αντεπιθέσεις. Πράγματι, μια δύναμη με σαφώς υποδεέστερους στρατηγικούς πόρους σε σχέση με τον εχθρό της μπορεί να ελπίζει ότι θα τον νικήσει μόνο με έναν πόλεμο επιδέξιων, επιθετικών και γρήγορων ελιγμών, ιδιαίτερα γρήγορων: σε έναν πόλεμο φθοράς, ο χρόνος λειτουργεί υπέρ της δύναμης με τους περισσότερους στρατηγικούς πόρους.

 

Αυτές οι θεμελιώδεις εκτιμήσεις υπαγόρευσαν τον τρόπο με τον οποίο αναπτύχθηκε και οργανώθηκε ο πρωσικός και αργότερα ο γερμανικός στρατός, δηλαδή οι δάσκαλοι του επιθετικού πολέμου και του πολέμου γρήγορων ελιγμών.

 

Τόσο η Πρωσία όσο και η Γερμανία ‘ηταν υποχρεωμένες να πάρουν υπόψη τη δική τους γεωπολιτική θέση: ότι ήταν εκτεθιμένες σε πολλά μέτωπα στο κέντρο της Ευρώπης,ότι τα σύνορά τους ήταν απροστάτευτα από φυσικά εμπόδια, ότι διέθεταν περιορισμένους φυσικούς και ανθρώπινους πόρους- γι' αυτό και αποφάσισαν να λύσουν αυτή τη δύσκολη εξίσωση αναπτύσσοντας έναν στρατιωτικό μηχανισμό εξαιρετικά προετοιμασμένο να διεξάγει γρήγορους πολέμους ελιγμών με μεγάλη επιθετικότητα και επιδεξιότητα. Παραδείγματα επιτυχιών γερμανικού τύπου είναι ο αριστοτεχνικός κεραυνοβόλος πόλεμος (Blitzkrieg) εναντίον της Πολωνίας και της Γαλλίας στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.

 

Ωστόσο, η αποτυχία της επιχείρησης Μπαρμπαρόσα ήταν και αυτή παραδειγματική. Η Γερμανία εισβάλλει στην ΕΣΣΔ, επί έξι μήνες πετυχαίνει συντριπτικές νίκες, ωστόσο δεν καταφέρνει να προκαλέσει την πολιτική και κοινωνική κατάρρευση του εχθρού και φτάνει στα όρια των υλικοτεχνικών της δυνατοτήτων. Η ΕΣΣΔ δεν συνθηκολογεί, αναδιοργανώνεται και αρχίζει να παράγει όλο και μεγαλύτερες ανθρώπινους και υλικούς πόρους περισσότερους από όσους μπορεί να παράγει η Γερμανία. Θα χρειαστούν τέσσερα χρόνια σκληρών μαχών, αλλά η μοίρα της Γερμανίας είναι προδιαδεγραμμένη.

 

Αξίζει να σημειωθεί ότι την εποχή της Επιχείρησης Μπαρμπαρόσα όλα τα γενικά επιτελεία του κόσμου, θαμπωμένα από τις λαμπρές επιτυχίες της Γερμανίας, θεωρούσαν δεδομένη τη νίκη της Βέρμαχτ. Αυτό όμως θα μπορούσε να είχε συμβεί μόνο αν η ΕΣΣΔ είχε καταρρεύσει στους πρώτους μήνες των καταστροφικών ηττών. Η Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα ήταν επομένως ένα στρατηγικό στοίχημα, στο οποίο η τελική νίκη εξαρτιόταν εξ ολοκλήρου από την κατάρρευση της πολιτικής, στρατιωτικής και κοινωνικής συνοχής του εχθρού. Η γερμανική Ανώτατη Διοίκηση, από την πλευρά της, δεν έλαβε υπόψη της τόσο τους στρατηγικούς πόρους της ΕΣΣΔ όσο και, κυρίως, την ικανότητά της να δημιουργήσει νέες εφεδρείες για το χρονικό διάστημα που θα ήταν απαραίτητο για τη νικηφόρα ολοκλήρωση του πολέμου.

 

Το ίδιο λάθος έκανε η ανώτατη διοίκηση των δυτικών στην ουκρανική σύγκρουση.

 

Έχουν υποτιμήσει κατάφωρα τους υπάρχοντες πόρους της Ρωσίας: το σφάλμα των δυτικών στρατιωτικών υπηρεσιών πληροφοριών εξηγεί τις συνεχείς διακηρύξεις ότι "η Ρωσία πρόκειται να ξεμείνει από βλήματα πυραύλων και πυροβολικού". Αυτή η παραπληροφόρηση γίνεται σταδιακά όλο και πιο τραγελαφική και δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα- η Δύση υποτίμησε πολύ την ικανότητα της Ρωσίας να δημιουργήσει βραχυπρόθεσμα και μεσομακροπρόθεσμα νέους ανθρώπινους και υλικούς πόρους : εξ ου και η λανθασμένη εκτίμηση των επιπτώσεων των οικονομικών κυρώσεων στη Ρωσία, που εσφαλμένα πίστευαν ότι πολύ γλήγορα θα περιέπιπτε σε κατάσταση αδυναμίας. Όπως και υποτίμησαν πλήρως την πολιτική και κοινωνική συνοχή της ρωσικής εξουσίας, τη θέλησή της να αγωνιστεί και να κινητοποιηθεί: αυτό εξηγεί και τις όλο και πιο αστείες ανακοινώσεις περί επικείμενης ανατροπής της ρωσικής κυβέρνησης από τμήματα της άρχουσας τάξης.

 

ΤΈΤΑΡΤΗ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΤΙΚΉ ΦΆΣΗ ΤΟΥ ΠΟΛΈΜΟΥ (ΤΈΛΗ ΦΘΙΝΟΠΏΡΟΥ 2022 - ΧΕΙΜΏΝΑΣ 2022/23). ΔΎΟ ΟΜΑΔΕΣ ΣΤΗΝ ΗΓΕΣΊΑ ΤΩΝ ΗΠΑ: ΚΛΙΜΆΚΩΣΗ Ή ΑΠΟΚΛΙΜΆΚΩΣΗ; ΤΡΕΙΣ ΣΗΜΑΝΤΙΚΈΣ ΕΞΕΛΊΞΕΙΣ. ΕΚΤΙΜΉΣΕΙΣ ΤΩΝ ΟΥΚΡΑΝΙΚΏΝ ΚΑΙ ΡΩΣΙΚΏΝ ΑΠΩΛΕΙΏΝ. ΠΡΟΒΛΈΨΕΙΣ. Η ΔΙΠΛΉ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΉ ΠΑΓΊΔΑ.

 

Θεωρώ την τρέχουσα φάση του πολέμου μετασχηματιστική, διότι μόνο στη φάση αυτή  αναδεικνύεται η φύση του ως διπλή στρατηγική παγίδα. Στην τέταρτη φάση του πολέμου έχουμε τρία σημαντικά γεγονότα.

 

Σαμποτάζ του Nordstream 2

 

Τον Νοέμβριο του 2022, υποβρύχιο σαμποτάζ καθιστά άχρηστο τον Nordstream 2, τον αγωγό που κατασκευάστηκε για να μεταφέρει ρωσικό μεθάνιο στη Γερμανία μέσω της Βαλτικής Θάλασσας, παρακάμπτοντας την Ουκρανία. Η έρευνα σταματάει αμέσως, λόγω της πολιτικής αδυναμίας να ταυτοποιηθούν οι δράστες: με τη λογική  του ποιος ωφελείται οι ΗΠΑ θεωρούνται ως υπεύθυνες του σαμποτάζ.

 

Πολύ πιθανόν η επιχείρηση να είναι το αποτέλεσμα συνεργασίας του Βρετανικού Βασιλικού Ναυτικού και των Πολωνικών ειδικών δυνάμεων. Οι συνέπειες από το σαμποτάζ: η γερμανική άρχουσα τάξη ανησυχεί όλο και περισσότερο για τις καταστροφικές μακροπρόθεσμες επιπτώσεις (προοδευτική αποβιομηχάνιση της Γερμανίας) και την διακοπή  της προμήθειας φθηνής ρωσικής ενεργειας.

 

Το σαμποτάζ του αγωγού είναι μια πραγματική πράξη πολέμου κατά της Γερμανίας, με στόχο τον εκφοβισμό της προκειμένου να ευθυγραμμιστεί με τη στρατηγική της μετωπικής σύγκρουσης με τη Ρωσία που αποφάσισαν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Ο εκφοβισμός πετυχαίνει. Η Γερμανία εκφοβίζεται. Το μόνο ευρωπαϊκό κράτος που δεν ακολουθεί τη γραμμή των ΗΠΑ είναι η μικροσκοπική Ουγγαρία- στο ΝΑΤΟ, το μόνο κράτος με υψηλό βαθμό πολιτικής αυτονομίας είναι η Τουρκία.

 

Δηλώσεις του στρατηγού Μίλεϊ, Αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Στρατού των ΗΠΑ.

Τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο του 2022, ο στρατηγός Μαρκ Μίλεϊ, Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού των ΗΠΑ, με ανεπίσημες δηλώσεις, ζητά την έναρξη διπλωματικών διαπραγματεύσεων με τη Ρωσία και δηλώνει ότι "δεν μπορεί να ζητάμε τίποτα περισσότερο από τους Ουκρανούς".

 

Οι ανεπίσημες δηλώσεις του Μίλεϊ, είναι μια σαφής ένδειξης ότι στα κέντρα λήψης αποφάσεων των ΗΠΑ συγκρούονται δύο μεγάλες παρατάξεις: η μία με κέντρο το διακομματικό κατεστημένο που διαχειρίζεται την εξωτερική πολιτική, υπέρ της συνέχισης του πολέμου στην Ουκρανία μέχρι τέλους, και η άλλη, που εκφράζεται στο Πεντάγωνο, υπέρ της αποκλιμάκωσης της σύγκρουσης.

 

Το γεγονός ότι ο Μίλεϊ,  ανακοινώνει δημοσίως τις θέσεις του δείχνει ότι στη συζήτηση εντός της αμερικανικής διοίκησης η θέση του Πενταγώνου αποτελεί μειοψηφία και ότι η σύγκρουση μεταξύ των δύο θέσεων είναι πολύ έντονη.

 

Ως μία επιπλέον απόδειξη της ύπαρξης αυτών των ομαδοποιήσεων εντός της αμερικανικής ηγεσίας, είναι μια πολύ πρόσφατη μελέτη της RAND Corporation (Avoiding a Long War: US Policy and the Trayectory of the Russia-Ukraine Conflict), η οποία αναλύει, από την οπτική της εξυπηρέτησης των συμφερόντων των ΗΠΑ, την αμερικανική πολιτική της σύγκρουσης Ρωσίας-Ουκρανίας. αναλύει, από τη σκοπιά των εθνικών συμφερόντων των ΗΠΑ, τα κόστη από την παράταση του πολέμου στην Ουκρανία και συνιστά την αποκλιμάκωση και την προσεκτική καθιέρωση μιας διπλωματικής διαδικασίας που θα οδηγήσει σε λήξη της σύγκρουσης μέσω διαπραγματεύσεων. Η RAND Corporation είναι μια σημαντική και γνωστή δεξαμενή σκέψηςη οποία από την ίδρυσή της πραγματοποιεί αναλύσεις και έρευνες κυρίως για το Πεντάγωνο.

 

Αναδιαμόρφωση της δομής της ρωσικής στρατιωτικής διοίκησης, ανακοίνωση μεταρρύθμισης των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων

 

Τον Ιανουάριο του 2023, η ρωσική κυβέρνηση αναδιαμόρφωσε τη στρατιωτική διοίκηση των επιχειρήσεων στην Ουκρανία και ανακοίνωσε μια γενικότερη διαρθρωτική μεταρρύθμιση των ενόπλων δυνάμεών της. Ο στρατηγός Gerasimov, Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων, αναλαμβάνει τη γενική διοίκηση των επιχειρήσεων στην Ουκρανία, ενώ ο στρατηγός Surovikin επανέρχεται στον προηγούμενο ρόλο του ως διοικητής των αεροδιαστημικών δυνάμεων.

 

Η ρωσική κυβέρνηση επαναδημιουργεί τις στρατιωτικές περιφέρειες της Μόσχας και της Αγίας Πετρούπολης που είχαν καταργηθεί μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, διατάσσει το συγκρότηση μιας νέας μονάδας στρατού στην Καρέλια στα φινλανδικά σύνορα και τη δημιουργία δώδεκα νέων μεραρχιών. Ανακοινώνει επίσης ότι μέχρι το 2026 θα αυξήσει τον αριθμό του μόνιμου στρατιωτικού προσωπικού της σε 1,5 εκατομμύριο άνδρες.

 

Οι κορυφαίοι ηγέτες της Ρωσίας αρχίζουν να δηλώνουν δημοσίως ότι ο συνεχιζόμενος πόλεμος στην Ουκρανία είναι στην πραγματικότητα ένας πόλεμος μεταξύ της Ρωσίας και του ΝΑΤΟ. Οι πρωτοφανείς αυτές δημόσιες δηλώσεις έχουν επίσης, όπως πάντα σε ένα πόλεμο, μια προπαγανδιστική αξία, αλλά υπό το πρίσμα των συνεχιζόμενων στρατιωτικών μεταρρυθμίσεων, υποδηλώνουν με υψηλό βαθμό αληθοφάνειας ότι οι Ρώσοι ιθύνοντες προετοιμάζονται για το χειρότερο σενάριο άμεσης επέμβασης των δυτικών δυνάμεων στην ουκρανική σύγκρουση.

 

Ο πόλεμος φθοράς συνεχίζεται. Εκτιμήσεις των ουκρανικών και των ρωσικών απωλειών

Εν τω μεταξύ, ο πόλεμος φθοράς συνεχίζεται. Συνεχίζονται οι επιθέσεις με ρουκέτες κατά ουκρανικών πολιτικών και στρατιωτικών υποδομών διπλής χρήσης. Ο ρωσικός στρατιωτικός μηχανισμός εδραιώνεται στις αμυντικές θέσεις που κατέλαβε και τις οποίες ενίσχυσε μετά την αναδίπλωσή του.

 

Συνεχίζεται και τελειοποιείται η εκπαίδευση των εφέδρων, και η διοικητική μέριμνα προσαρμόζεται σταδιακά στην άφιξη ενισχύσεων και στη συνέχιση των έντονων και συνεχών πυραυλικών επιθέσεων. Οι ρωσικές μονάδες εξαπολύουν επιθέσεις κατά των ουκρανικών αμυντικών γραμμών, με μειωμένη χρήση στρατευμάτων και πολύ μεγάλη και παρατεταμένη προετοιμασία του πυροβολικού, για να περιορίσουν όσο το δυνατόν περισσότερο τις απώλειές τους ενώ οι Ουκρανοί παραμένουν παγιδευμένοι από την πολιτική ανάγκη να επιτεθούν το συντομότερο δυνατό προκειμένου να δικαιολογήσουν την υποστήριξη των Δυτικών.

 

Είναι αδύνατο, όσο διαρκεί ο πόλεμος, να έχουμε αξιόπιστα στοιχεία για τις απώλειες των δύο πλευρών. Καθώς γράφω, στα τέλη Ιανουαρίου 2023, δυτικές πηγές, όπως η Strategic Forecasting, μια κορυφαία ιδιωτική υπηρεσία πληροφοριών που συνήθως συνεργάζεται με τη CIA, αναφέρουν περισσότερους από 300.000 νεκρούς Ουκρανούς και συνολικές απώλειες περίπου 400.000 ανδρών.

 

Οι τελευταίες ανεπίσημες δυτικές εκτιμήσεις για τις ρωσικές ανεπανόρθωτες απώλειες αναφέρουν 20.000 νεκρούς και 30.000 σοβαρά τραυματίες. Με όλες τις αναγκαίες επιφυλάξεις, είναι πολύ πιθανό η αναλογία των ουκρανικών απωλειών προς τις ρωσικές να είναι 10:1.

 

Στις μεγάλες μάχες του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, η αναλογία των απωλειών μεταξύ ηττημένου και νικητή ήταν περίπου 1,3-1,5 προς 1. Ο ουκρανικός στρατός δεν φαίνεται να μπορεί να προετοιμάσει στο εγγύς μέλλον μια ευρεία κλίμακας αντεπίθεση: λόγω των υψηλών απωλειών του, ιδιαίτερα σε ανώτερους αξιωματικούς και υπαξιωματικούς- λόγω της έλλειψης πολεμικού υλικού, παρά τις συνεχείς παραδόσεις όπλων από τους Δυτικούς- λόγω της αυξανόμενης αποδιοργάνωσης των στρατιωτικών διοικητικών δομών του- και, λόγω της αυξανόμενης και προοδευτικής υποβάθμισης των οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών σε όλη την Ουκρανία.

 

Επιχειρησιακές επιλογές της ρωσικής Ανώτατης Διοίκησης. Προβλέψεις.

 

Με λίγα λόγια, στην τέταρτη φάση του πολέμου καθίσταται σαφές ότι ο ρωσικός στρατιωτικός μηχανισμός έχει φτάσει, ή πρόκειται να φτάσει, στις αναγκαίες και ικανές συνθήκες προκειμένου να δώσει στη σύγκρουση την κατεύθυνση που επιθυμεί η στρατιωτική και πολιτική ηγεσία του.

 

Φυσικά, μόνο η ρωσική Ανώτατη Διοίκηση γνωρίζει, η θα γνωρίζει ποια είναι αυτή η κατεύθυνση, αλλά αυτή τη στιγμή φαίνεται πως είναι ικανή:

 

Πρώτον: Να συνεχίσει τον πόλεμο φθοράς, ασκώντας τη μέγιστη δυνατή πίεση στον ουκρανικό στρατιωτικό μηχανισμό και την ουκρανική κοινωνία και οικονομία: χρησιμοποιώντας με φειδώ τον πολυτιμότερο πόρο της, τους στρατιώτες. Από πολιτική άποψη το ανθρώπινο δυναμικό είναι το πολυτιμότερο περιουσιακό στοιχείο της Ρωσίας, για προφανείς λόγους που ενισχύονται από τις επερχόμενες ρωσικές προεδρικές εκλογές το 2024. Είναι το πολυτιμότερο περιουσιακό στοιχείο της Ρωσίας και σε στρατιωτικό επίπεδο, και κυρίως οι βετεράνοι, οι οποίοι πρέπει να εκπαιδεύσουν τους εφέδρους, αφού οι έφεδροι δεν έχει άμεση εμπειρία από έναν πόλεμο τόσο μεγάλης έντασης (κανένας στον κόσμο δεν έχει, εκτός από εκείνους που έλαβαν μέρος σε αυτόν, στο ένα ή το άλλο στρατόπεδο).

 

Δύο: Να προχωρήσει σε επίθεση μεγάλης κλίμακας, σε μία ή περισσότερες κατευθύνσεις. Προβλέψιμοι στρατηγικοί στόχοι: η σταδιακή εξουδετέρωση της μαχητικής ικανότητας του ουκρανικού στρατού- η ανακατάληψη εδαφών των τεσσάρων περιφερειών που προσαρτήθηκαν στη Ρωσία και περιήλθαν στην Ουκρανία μετά τη ρωσική αναδίπλωση- η κατάληψη και προσάρτηση της Οδησσού και ολόκληρης της περιοχής της Νοβοροσίας στη Ρωσία, προκειμένου να αποκλειστεί η πρόσβαση της Ουκρανίας στη θάλασσα.

 

Στις εκτιμήσεις της ρωσικής Ανώτατης Διοίκησης είναι πιθανό να υπάρχουν και όχι σε δεύτερη επίπεδο, προβλέψεις για την αντίδραση της Δύσης στην δύο ρωσικές επιχειρησιακές αποφάσεις. Η συνέχιση του πολέμου φθοράς επιτρέπει στους δυτικούς ηγέτες να αναβάλουν τις πολιτικοστρατηγικές αποφάσεις τους για κλιμάκωση ή αποκλιμάκωση και ίσως ωφελεί την παράταξη της αποκλιμάκωσης, δίνοντάς της χρόνο να οργανωθεί καλύτερα, να βρει συμμάχους και να κάνει γνωστά τα επιχειρήματά της.

 

Το να περάσουν στην επίθεση τους υποχρεώνει να επιλέξουν γρήγορα, πολύ γρήγορα, σε περίπτωση που η επίθεση έχει γρήγορα επιτυχία. Η αμερικανική ομάδα της αποκλιμάκωσης παραμένει μειοψηφία: η κατάσταση επί του πεδίου την ευνοεί, αλλά δεν έχει την ανοιχτή υποστήριξη τουλάχιστον ενός από τους σημαντικότερους ευρωπαίους συμμάχους.

 

Κατά τη γνώμη μου, τη Ρωσία δεν τη συμφέρει να επιταχύνει τη σύγκρουση, τόσο λόγω του ρίσκου από μια ενδεχόμενη αποτυχία, και το ανθρώπινο κόστους - που πάντα συνδέεται με επιθέσεις μεγάλης κλίμακας, όσο για να μη δώσει το δικαίωμα στο αμερικανικό  "κόμμα του πολέμου μέχρι το τέλος", το οποίο, εκμεταλλευόμενο ένα συναισθηματικό σοκ, θα μπορούσε να ξεκινήσει μια άμεση και επίσημη εμπλοκή δυτικών δυνάμεων στον πόλεμο, για παράδειγμα, με τη δράση ενός "συνασπισμού των προθύμων" όπως πρότεινε το Νοέμβριο του 2022 ο στρατηγός (ε.α.) David Petraeus. Δηλαδή, με πολωνικά, ρουμανικά, με στρατεύματα των χωρών της Βαλτικής, τα οποία θα επέμβουν με τις δικές τους σημαίες, αλλά όχι ως μέλη του ΝΑΤΟ, μετά από αίτημα στρατιωτικής βοήθειας της ουκρανικής κυβέρνησης: ένα νομικό τέχνασμα προκειμένου να αποφευχθεί μια άμεση σύγκρουση μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας, η οποία θα κινδύνευε να εμπλέξει τις ΗΠΑ.

 

Επομένως, αν πρέπει να διακινδυνεύσω μια πρόβλεψη, νομίζω ότι η Ρωσία θα συνεχίσει τον πόλεμο φθοράς για πολύ περισσότερο χρόνο.

 

Αποφασιστική νίκη της Ουκρανίας. Αποφασιστική νίκη με άμεση επέμβαση των Δυτικών. Δυνατότητες και πιθανότητες

 

Σε τελική ανάλυση, ένα χρόνο μετά την έναρξη του πολέμου, είναι σαφές ότι μια αποφασιστική στρατιωτική νίκη των Ουκρανών επί της Ρωσίας είναι ουσιαστικά αδύνατη, ωστόσο η βοήθεια των δυτικών μπορεί να συνεχιστεί, ή ακόμη και να αυξηθεί. Η κατάσταση μπορεί να αλλάξει μόνο με την άμεση εμπλοκή των δυτικών στρατευμάτων.

 

Εχουν αρχίσει,ωστόσο, να υπάρχουν αμφιβολίες και μεταξύ των πολιτικο-στρατιωτικών ηγετών ότι η άμεση εμπλοκή των στρατευμάτων της Δύσης στον πόλεμο δεν αρκεί για να εξασφαλίσει αποφασιστική νίκη επί της Ρωσίας. Και περισσότερο απ' όλους, αμφιβάλλει ο στρατός: γι' αυτό και η αμερικανική ομάδα αποκλιμάκωσης εκφράζεται στο Πεντάγωνο.

 

 

1.     Ο σημερινός στρατιωτικός μηχανισμός του ΝΑΤΟ, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών, δεν είναι σχεδιασμένος και έτοιμος για ένα συμβατικό πόλεμο υψηλής έντασης ενάντια σε έναν εχθρό ικανός να τον διεξάγει, όπως η Ρωσία. Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, όλες οι χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ μείωσαν δραστικά τις ένοπλες δυνάμεις τους, διέλυσαν μεγάλο μέρος των υλικοτεχνικών τους εγκαταστάσεων, κατεύθυναν την κατασκευή και την εκπαίδευση των ενόπλων δυνάμεών τους και την παραγωγή των στρατιωτικών βιομηχανιών τους σε συγκρούσεις μικρής διάρκειας εναντίον σαφώς υποδεέστερων εχθρών στον "Παγκόσμιο Νότο"- μια καθόλα λογική απόφαση, μέχρις ότου το ΝΑΤΟ ήλθε σε αντιπαράθεση με τη Ρωσία, η οποία στην πραγματικότητα δεν το απειλούσε καθόλου.

 

2.     Η Ρωσία, από την πλευρά της, έχει οργανώσει τις ένοπλες δυνάμεις και τη στρατιωτική της βιομηχανία για έναν αμυντικό πόλεμο εναντίον του ΝΑΤΟ, κάτι που έχει να κάνει με την ιστορική παράδοση μιας χώρας που ήταν υποχρεωμένη να αντιμετωπίζει πάντα και να αποκρούει μεγάλες εισβολές στο έδαφός της. Μέχρι στιγμής έχει δώσει προτεραιότητα στην άμυνα έσχατης ανάγκης, την πυρηνική τριάδα, αλλά όπως δείχνει ο πόλεμος στην Ουκρανία, δεν έχει εγκαταλείψει τη συμβατική ετοιμότητα την οποία και ενισχύει. Επιπλέον έχει ανακτήσει μια σχετική υπεροχή έναντι των ΗΠΑ σε κρίσιμους τομείς όπως οι πύραυλοι και η αεράμυνα και θα χρειαστούν χρόνια για να αντισταθμίσουν το μειονέκτημα.

3.     Ο επανεξοπλισμός της Δύσης είναι πολύ δύσκολος, το αποτέλεσμά αβέβαιο, το χρονοδιάγραμμά μακρύ. Η χρηματοδότηση, ακόμη και η μαζική χρηματοδότηση, δεν είναι αρκετή: τα χρήματα μπορούν να αγοράσουν μόνο ό,τι υπάρχει ήδη, και αυτό που ήδη υπάρχει δεν είναι αρκετό. Για να υπάρξει αυτό που λείπει, η στρατηγική συλλογικής ασφάλειας του ΝΑΤΟ θα πρέπει πρώτα να καθοριστεί πολιτικά, μια διαδικασία πολύ περίπλοκη και δύσκολη,και  λόγω του κατακερματισμού των κέντρων λήψης αποφάσεων.

 

Αν ο κύριος εχθρός του ΝΑΤΟ είναι η Ρωσία, τότε είναι απαραίτητο, τουλάχιστον για αρχή: να υπάρξει ένας μεγάλος αριθμός μαχητικών-βομβαρδιστικών για την υποστήριξη του πεζικού που θα μπορούν να επιβιώσουν από τις ρωσικές πυραυλικές άμυνες- να κατασκευαστεί η αναγκαία υλικοτεχνική υποδομή για τις στρατιωτικές δυνάμεις σε περίπτωση κρίσης, με τον αντίστοιχο σχεδιασμό- να ξεκινήσει ένα μεγάλο πρόγραμμα ολοκληρωμένης αεράμυνας του ευρωπαϊκού εδάφους- να ξεκινήσει ένα τεράστιο πρόγραμμα στρατολόγησης και εκπαίδευσης στρατευμάτων, ιδίως αξιωματικών και υπαξιωματικών.

 

Από την άποψη αυτή, είναι καλό να έχουμε κατά νου ότι η άρνηση της υποχρεωτικής επιστράτευσης από τις χώρες του ΝΑΤΟ είχε σαν αποτέλεσμα την απώλεια τεράστιων εκπαιδευμένων εφεδρειών που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σε περίπτωση ανάγκης. Βασικά, σε περίπτωση ενός πολέμου που θα μας αφορά, που θα διαρκεί πολύ και θα έχει μεγάλες απώλειες, κινητοποιήσεις όπως αυτές της Μόσχας και της Ουκρανίας είναι σχεδόν αδύνατες για τις δυτικοευρωπαϊκές χώρες. Ακολουθεί ένα μακρύ κ.λπ..

4.     Προφανώς, μια άμεση εμπλοκή της Δύσης στον πόλεμο θα εμπόδιζε τις Ηνωμένες Πολιτείες να επικεντρωθούν στον περιορισμό της επιρροής της Κίνας, θα παγίωνε τη συμμαχία της τελευταίας με τη Ρωσία, θα εξέθετε τις Ηνωμένες Πολιτείες σε έναν πιθανό διμέτωπο εναντίον δύο μεγάλων πυρηνικών δυνάμεων και θα αύξανε σταδιακά τον κίνδυνο χρήσης πυρηνικών όπλων στη σύγκρουση.

 

5.     Όσο πιο άμεση και έντονη είναι η συμβατική σύγκρουση μεταξύ δύο μεγάλων πυρηνικών δυνάμεων, όπως η Ρωσία και οι Ηνωμένες Πολιτείες, τόσο πιο πιθανό είναι ο αντίπαλος που θεωρεί ότι είναι εκτεθειμένος σε μια πιθανή αποφασιστική ήττα να σκεφτεί σοβαρά τη χρήση πυρηνικών όπλων.

 

Το ίδιο φυσικά θα συνέβαινε σε περίπτωση μιας άμεσης σύγκρουσης μεταξύ των δυτικών δυνάμεων και της Ρωσίας, όπου οι απώλειες των δυτικών θα ανέρχονταν σε δεκάδες χιλιάδες, ένα ανθρώπινο κόστος που δύσκολα θα μπορούσε να δικαιολογηθεί πολιτικά.

 

Διπλή στρατηγική παγίδα

 

Με τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς, και επιμένοντας να συμπεριληφθεί η Ουκρανία, οι Ηνωμένες Πολιτείες στήνουν μια στρατηγική παγίδα στη Ρωσία, υποχρεώνοντάς την να επιλέξει μεταξύ δύο πολύ επικίνδυνων εναλλακτικών, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα : είτε να αποδεχθεί ότι απαγορεύεται να έχει μια σφαίρα επιρροής και την απειλητική παρουσία ενός στρατιωτικού προπύργιου της Δύσης στο κατώφλι της ευρωπαϊκής Ρωσίας, είτε να επέμβει στρατιωτικά, αναλαμβάνοντας το σοβαρό ρίσκο μιας σύγκρουσης με το ΝΑΤΟ και βάζοντας σε κίνδυνο τις δικές της πολιτικές και οικονομικές σχέσεις με την Ευρώπη. Αυτή είναι η πρώτη "παγίδα" της στρατηγικής στην οποία η Ρωσία μπήκε με τα μάτια ανοιχτά αφού μετά από δεκατέσσερα χρόνια προσπάθησε να την αποφύγει.

 

Ωστόσο, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν υποτιμήσει σοβαρά τη στρατιωτική, οικονομική, πολιτική και κοινωνική αντοχή και τις δυνατότητες αντίδρασης της Ρωσίας και έχουν υπερεκτιμήσει τόσο την αποτρεπτική αξιοπιστία των δικών τους δυνάμεων όσο και τις πραγματικές στρατιωτικές και οικονομικές δυνατότητες και το δυναμικό τους και τώρα αναγκάζονται να επιλέξουν μεταξύ δύο εναλλακτικών, και οι δύο πολύ επικίνδυνες μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα.

 

Η πρώτη εναλλακτική λύση είναι η μείωση των απωλειών, η αποκλιμάκωση της ουκρανικής σύγκρουσης που μεταφράζεται σε σαφή πολιτική-διπλωματική ήττα, ισχυρή αποτρεπτική δυσφήμιση, πιθανότητα σοβαρών ρηγμάτων στο σύστημα συμμαχιών και σοβαρές αντιδράσεις στο εσωτερικό τους, π.χ. πλήρη απονομιμοποίηση της άρχουσας τάξης.

 

Η δεύτερη εναλλακτική λύση είναι η φυγή προς τα εμπρός, μια κλιμάκωση διαρκείας της σύγκρουσης, με ενδεχόμενη –και μάλλον πιθανή, επειδή είναι απαραίτητη - άμεση εμπλοκή δυτικών στρατευμάτων, το ρίσκο ενός συμβατικού πολέμου υψηλής έντασης για τον οποίο οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ δεν είναι έτοιμοι, την πιθανή μελλοντική εμπλοκή και της αμερικανικής επικράτειας και, προοπτικά, η αυξανόμενη πιθανότητα πυρηνικού εκφυλισμού της σύγκρουσης.

 

Αυτή είναι η δεύτερη παγίδα αυτής της στρατηγικής που τώρα όμως πέφτουν οι ΗΠΑ που την είχαν στήσει: μπήκαν στην παγίδα με κλειστά μάτια και μόλις τώρα αρχίζουν να τη βλέπουν.

 

 

Σημειώσεις

 

[1] Charap, Samuel και Miranda Priebe, Avoiding a Long War: US Policy and the Trajectory of the Russia-Ukraine Conflict. Santa Monica, CA: RAND Corporation, 2023. https://www.rand.org/pubs/perspectives/PEA2510-1.html

 

 Περίληψη του εγγράφου της δεξαμενής σκέψης Rand Corporation : "Στη συζήτηση για τον πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας στην Ουάσιγκτον το κυρίαρχο ζήτημα είναι ο τρόπος που μπορεί να τελειώσει. Ενημερωτικά, αυτή συζήτηση, αυτή η προοπτική αυτή διακρίνει τους τρόπους με τους οποίους ο πόλεμος θα μπορούσε να εξελιχθεί και το πώς οι εναλλακτικές κατευθύνσεις θα επηρεάσουν τα συμφέροντα των ΗΠΑ".

 

Οι συγγραφείς υποστηρίζουν ότι, πέρα από το ότι μειώνονται στο ελάχιστο οι κίνδυνοι σοβαρής κλιμάκωσης, τα συμφέροντα των ΗΠΑ θα εξυπηρετηθούν καλύτερα αν αποφύγουν ένα παρατεταμένο πόλεμο. Τα κόστη και τα ρίσκα ενός παρατεταμένου πόλεμου στην Ουκρανία είναι μεγάλα και ξεπερνούν τα πιθανά οφέλη μιας τέτοιας πορείας για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αν και η Ουάσιγκτον δεν μπορεί να καθορίσει τη διάρκεια του πολέμου, μπορεί όμως να πάρει μέτρα που να καθιστούν πιο πιθανή μια ενδεχόμενη λήξη της σύγκρουσης μέσω διαπραγματεύσεων. Με βάση τη στη βιβλιογραφία τερματισμού του πολέμου, οι συγγραφείς διακρίνουν ως βασικά εμπόδια στις συνομιλίες Ρωσίας-Ουκρανίας την αμοιβαία αισιοδοξία για το μέλλον του πολέμου και την αμοιβαία απαισιοδοξία για τις συνέπειες που θα έχει η ειρήνη. Η προοπτική αναδεικνύει τέσσερα πολιτικά εργαλεία που οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν για να αντιμετωπίσουν αυτά τα προβλήματα: να αποσαφηνίσουν τα σχέδια μελλοντικής στήριξης της Ουκρανίας, να δεσμευτούν για την ασφάλεια της Ουκρανίας, να δώσουν διαβεβαιώσεις για την ουδετερότητα της Ουκρανίας και να θέσουν όρους για την άρση των κυρώσεων κατά της Ρωσίας".

 

https://rebelion.org/resumen-razonado-de-un-ano-de-guerra-en-ucrania/