Αναδημοσιεύουμε
κείμενο αποχώρησης από την Οργάνωση Αττικής Μηχανικών ΣΥΡΙΖΑ που
υπογράφεται από 20 συναδέλφους (μεταξύ αυτών και μέλη της συσπείρωσης).
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ Η «ΕΠΑΝΙΔΡΥΣΗ» ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ
Την κραυγή «είναι πραξικόπημα!» εκατομμυρίων ανθρώπων από όλο τον πλανήτη, την διαδέχτηκε στις 13 Ιουλίου η σιωπή.
Οι αλληλέγγυες διεθνείς
δυνάμεις ένοιωσαν τη διάψευση και την καθίζηση στις χώρες τους,
διχάστηκαν, κάποιες βρίσκονται ήδη επικριτικές απέναντι στη μεταστροφή
του ΣΥΡΙΖΑ. Κανείς τους δεν είχε φανταστεί ότι το πραξικόπημα εις βάρος
της ετυμηγορίας του «όχι», θα το εκτελούσε η ίδια η Ελληνική βουλή, με
την προσχώρηση της κυβέρνησης στις μνημονιακές δυνάμεις.
Η προκήρυξη των εκλογών
αποκάλυψε ότι η υπογραφή της συμφωνίας δεν ήταν αποτέλεσμα εκβιασμού∙
ούτε αποτέλεσμα πλημμελούς προετοιμασίας, ούτε αποτέλεσμα λανθασμένης
εκτίμησης για τις «προθέσεις των δανειστών».
Αν κάποιοι αισθάνονταν
«ανέτοιμοι» και αναγκασμένοι να υποχωρήσουν απέναντι σε εκβιαστές, το
πρώτο τους μέλημα, θα ήταν να κρατήσουν ενωμένες τις κομματικές τους
δυνάμεις για να οργανώσουν διέξοδο από την «παγίδα», μαζί με αυτούς που
ψήφισαν «όχι» στην βουλή, που ψήφισαν, όχι μόνον κατά συνείδηση σύμφωνα
με τη συνταγματική επιταγή, αλλά και σύμφωνα με τις προεκλογικές
δεσμεύσεις, τις πολιτικές αποφάσεις και τις ιδρυτικές διακηρύξεις με τις
οποίες ψηφίστηκε ο ΣΥΡΙΖΑ το Γενάρη, όσο και το βροντερό «όχι» του
δημοψηφίσματος.
Αν πράγματι επεδίωκαν
διέξοδο από μια «εκβιαστική» συμφωνία, η Βουλή των εκλογών του Γενάρη,
προσέφερε τους καλύτερους δυνατούς συσχετισμούς, ασφαλώς καλύτερους από
τους συσχετισμούς δυνάμεων που θα φέρουν στο κοινοβούλιο οι εκλογές της
20ης Σεπτέμβρη.
Η αναπόφευκτη πολιτική κρίση, η παράταση της
εκκρεμότητας, η κοινοβουλευτική «ακαταστασία», η «παράταιρη» συμπόρευση
μέρους του κόμματος που πλειοψήφησε με τα μνημονιακά, μόνο τη μνημονιακή
οικοκυρική θα έπρεπε να ανησυχεί.
Όμως αυτή η πολιτική της μνημονιακής
οικοκυρικής δεν συμβαδίζει με την πολιτική της αριστεράς, ιδιαίτερα σε
συνθήκες κηρυγμένου πολέμου.
Η κυβέρνηση δεν
ανατράπηκε «εκ των ένδον», από τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που ψήφισαν
«όχι», αλλά «από τα πάνω»: απέφυγε να θέσει θέμα ψήφου εμπιστοσύνης,
γιατί ήξερε ότι θα την είχε.
Η βουλή του Γενάρη θα
είχε ημερομηνία λήξης μόνον εφόσον έχαναν την πλειοψηφία στη Βουλή τα
«αντισταθμιστικά μέτρα» ή το «παράλληλο πρόγραμμα» των Συριζαίων που
σήμερα δηλώνουν υπερήφανοι με το «ναι». Όμως τέτοια μέτρα και
προγράμματα ούτε υπήρχαν ούτε υπάρχουν.
Η καμαρίλα του Μαξίμου
έριξε την κυβέρνηση με μοναδικό σκοπό να κυβερνήσει αυτοδύναμη ή να
συγκυβερνήσει με τις υπόλοιπες δυνάμεις και το πρόγραμμα του μνημόνιου.
Έριξε την κυβέρνηση για να διεκδικήσει ηγετική θέση ανάμεσά τους, σε
συνεννόηση και με τις ευλογίες της Μέρκελ και των λοιπών εταίρων.
Το
έκανε για να «απαλλάξει» τη βουλή από τους Συριζέους του «όχι» αλλά και
το κόμμα της από τον κόσμο που γέννησε, αγκάλιασε και στήριξε το
ΣΥΡΙΖΑ.
Η ήττα της 12/7, δεν ήταν αποτέλεσμα μιας «σκληρής διαπραγμάτευσης σε ένα συντριπτικά εχθρικό περιβάλλον».
Η απελθούσα κυβέρνηση
διαπραγματεύτηκε χωρίς να κυβερνήσει και κυβέρνησε χωρίς να
διαπραγματευτεί: χωρίς τις κατάλληλες πολιτικές πρωτοβουλίες
(νομοθετικές, διοικητικές κλπ) που θα έπλητταν τους εχθρικούς
συσχετισμούς, για να ενώσει την κοινωνία που καταστρέφεται και
αντιστέκεται και να διχάσει τους αντιπάλους της.
Όποιοι πήραν τέτοιες
πρωτοβουλίες, έστω περιορισμένες είτε ανολοκλήρωτες (Κωνσταντοπούλου,
Βαλαβάνη, Λαφαζάνης, Βαρουφάκης), έγιναν στόχοι πρωτοφανούς λοιδορίας
και χυδαίας συκοφαντίας, ακόμα και από κυβερνητικά στελέχη. Οι
πρωτοβουλίες τους είτε δεν ολοκληρώθηκαν είτε έχει δρομολογηθεί η εν όλω
ή εν μέρει ακύρωσή τους.
Ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να
παραμείνει τρία χρόνια στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, χωρίς να
αντιπολιτεύεται.
Οι δράσεις κάποιων δυνάμεών του μέσα στην κοινωνία
αντιμετωπίστηκαν δύσπιστα, με το ανόητο δίλημμα «κινηματική δράση ή
προετοιμασία για την κυβέρνηση;».
Ο φόβος του άγνωστου φαινόταν να
ακυρώνει την ενθάρρυνση μιας αυθεντικής, δηλαδή ακηδεμόνευτης μαζικής
πρωτοβουλίας, της μοναδικής που θα μπορούσε να προσφέρει
αντιπολιτευτικές λύσεις έγκυρες και αποτελεσματικές όσο και τα αναγκαία
κρίσιμα στηρίγματα σε μια επερχόμενη ανατρεπτική διακυβέρνηση.
Για μια δύναμη της
ριζοσπαστικής αριστεράς που προετοιμάζεται να αναλάβει τη διακυβέρνηση,
είναι ασφαλώς απαραίτητη η εγκατάσταση διαύλων επικοινωνίας με το σύνολο
του εθνικού κοινωνικού κορμού.
Αυτό όμως πόρρω απέχει από το να
αναζητάς στηρίγματα και οδηγίες διακυβέρνησης στις δυνάμεις του
αντιπάλου: τις τράπεζες, τους εργολάβους, τους φαρμακοβιομήχανους κλπ.
Οι μηχανικοί που αγωνίζονται έχουν πικρή πείρα αυτών των αναζητήσεων: τα
τελευταία 15 χρόνια βλέπουν τα αποθεματικά του ταμείου τους να χάνονται
προκειμένου να σωθεί μια τράπεζα πτώμα (Αττικής), τα τρία τελευταία
χρόνια με πρωτοβουλία του πρώην συμβούλου της τράπεζας αυτής και
αντιπροέδρου της απελθούσας κυβέρνησης, Γιάννη Δραγασάκη.
Στην αναζήτηση
στηριγμάτων διακυβέρνησης σε τέτοιες δυνάμεις θα πρέπει να αναζητηθούν
τα αίτια του κραυγαλέου ελλείμματος δημοκρατίας στο ΣΥΡΙΖΑ.
Η γελοιοποίηση της
λειτουργίας όλων των οργάνων (συμπεριλαμβανομένης της Πολιτικής
Γραμματείας, της Κεντρικής Επιτροπής, του Διαρκούς Συνεδρίου) και των
βάσεων, η υποκατάσταση των τελευταίων από τα «Τμήματα» επεξεργασιών
(επεξεργασιών που με την ανάληψη της διακυβέρνησης κατέληξαν στα
σκουπίδια), η αυτοκρατορική συμπεριφορά του προέδρου, η υποκατάσταση των
«συνιστωσών» από τάσεις περίκλειστες, πάνω απ όλα το κλείσιμο του
κόμματος προς την κοινωνία, αποτέλεσαν τον τρόπο λειτουργίας του ΣΥΡΙΖΑ,
μετά το συνέδριο του 2013.
Η εσωκομματική
δημοκρατία σε μια αριστερή ριζοσπαστική δύναμη, που θέλει και να
αντιπολιτευτεί και ενδεχομένως να κυβερνήσει, αυτή η απαραίτητη
προϋπόθεση για το ρίζωμά της στην κοινωνία που αντιστέκεται, γίνεται
περιττή και επικίνδυνη όταν αρχίσει να αναζητά στηρίγματα στις δυνάμεις
του αντιπάλου.
Μαζί της γίνεται εξίσου περιττή και επικίνδυνη η ίδια η λειτουργία του φορέα.
Όσοι αποφασίζουμε να μη
μετάσχουμε στην μνημονιακή «επανίδρυση» του ΣΥΡΙΖΑ δεν αντιληφθήκαμε
βέβαια μόλις σήμερα την παθογένεια του ΣΥΡΙΖΑ που αποτελεί πλέον
παρελθόν.
Ασφαλώς όσοι συμμετείχαμε σε ένα εγχείρημα με μια τέτοια
κατάληξη έχουμε μέρος μιας ευθύνης που ο απολογισμός ή αναλογισμός της
θα ολοκληρωθεί με τα λόγια και τα έργα που έρχονται για τον καθένα μας
και σύμφωνα με την προσφορά ή τις προσπάθειές του να το αποτρέψει.
Οφείλουμε όμως να
διευκρινίσουμε ότι κριτήριο της ένταξης για τους περισσότερους ήταν η
ένταξη στο εγχείρημα δημιουργίας ενός φορέα κοινωνικής ζώσας αριστεράς
που θα ξεπερνούσε τα ποικίλα στρατηγικά αδιέξοδα των συνιστωσών της,
δίνοντας το λόγο και την εξουσία στο λαό.
Μέχρι σήμερα, αυτό το
εγχείρημα αγκάλιασε ο κόσμος που αντιστέκεται, σε αυτό εναπόθεσε την
ελπίδα του. Και αν ορισμένοι αποφάσισαν τη λήξη του, η ελπίδα και κυρίως
η ανάγκη μιας τέτοιας συνολικής πολιτικής λύσης απέναντι στη μνημονιακή
καταστροφή θα μείνει ανοιχτή. Θα βρίσκεται όμως εκτός του
«επανιδρυμένου» ΣΥΡΙΖΑ.
Για αυτούς που δεν θα
πάψουν να μένουν αμόλυντοι ή απέναντι σε αυτή την πολιτική ανάγκη,
συνεχίζοντας να παριστάνουν τους συμβολαιογράφους (ορθότητας, συνέπειας
κλπ) της ιστορίας (ή της επανάστασης) και επιμένουν να ρωτούν:
«καλά δεν το βλέπατε που θα κατάληγε»;
εμείς θα επιμείνουμε στην απάντηση που έδωσε ο Καμύ, λίγο πριν το θάνατό του, στην ερώτηση εάν ανήκει στη αριστερά:
«Ανήκω στην αριστερά, παρά τη θέλησή μου και παρά τη δική της θέληση».
Με την πρότασή του, για
«έκτακτο συνέδριο τον Σεπτέμβρη», ενώ η ψήφιση του μνημονίου θα είχε ήδη
συντελεστεί, ο Αλέξης Τσίπρας είχε την τελευταία του ευκαιρία, να
εξαπατήσει την Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ που δεν υπάρχει πια (εκ των
υστέρων ομολόγησε ότι, αντί για συνέδριο είχε μόνος του και εκ των
προτέρων αποφασίσει τις εκλογές).
Το πέτυχε, καθώς μέλη της πλειοψηφίας,
εκείνης της ΚΕ, αθέτησαν τη νωπή γραπτή δημόσια έκκλησή τους, να
απορριφθεί από το κόμμα η υπογραφή του μνημόνιου: ορισμένα, πριν καλά
καλά στεγνώσει το μελάνι της υπογραφής τους.
Κι όμως, ο Γιάννης
Δραγασάκης, στην ίδια συνεδρίαση ήταν απόλυτα σαφής για το χαρακτήρα
εκείνου του «έκτακτου» συνεδρίου: ο ΣΥΡΙΖΑ αποτελούσε πρόβλημα και
έπρεπε να «επανιδρυθεί».
Η ωμότητα της δήλωσης
του απελθόντα αντιπροέδρου, δυστυχώς αναδεικνύει την επικαιρότητα του
σχολιασμού του Μπρεχτ, για την εξέγερση στην Ανατολική Γερμανία:
Η ΛΥΣΗ
Ύστερ’ από την εξέγερση της 17 του Ιούνη,
ο γραμματέας της Ένωσης Λογοτεχνών
έβαλε και μοιράσανε στη λεωφόρο Στάλιν προκηρύξεις
που λέγανε πως ο λαός
έχασε την εμπιστοσύνη της κυβέρνησης,
και δεν μπορεί να την ξανακερδίσει
παρά μονάχα με διπλή προσπάθεια. Δεν θα ‘ταν τότε
πιο απλό, η κυβέρνηση
να διαλύσει το λαό
και να εκλέξει έναν άλλον;
(μετ. Μ. Πλωρίτη)
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πλέον
παρελθόν, επομένως και η δική μας ένταξη σε αυτόν. Η πρόταση να ιδρυθεί
ένας άλλος, προφανώς απευθύνεται σε ένα άλλο ακροατήριο, στο οποίο δεν
ανήκουμε.
Από αυτούς που αποχώρησαν από την Οργάνωση Αττικής Μηχανικών ΣΥΡΙΖΑ, υπογράφουν:
Αγραφιώτης Κωστής
Βαταβάλη Φερενίκη
Γεωργουλής Δημήτρης
Ζούλιας Θανάσης
Καραβίτη Εύη
Καρακίτσου Μαργαρίτα
Κατσουρός Μάριος
Λεμάνη Ρένα
Λιαπάτης Πάνος
Μαούνης Αντώνης
Οικονόμου Ουρανία
Πάνου Γιάννης
Παπαθανασόπουλος Πέτρος
Σοφιανόπουλος Σταύρος
Στάικου Αντωνία
Τρουλλινός Γιάννης
Τσαπόγα Μαρίτσα
Τσαπόγας Τάκης
Χαλικιάς Αλέκος
Χρυσός Βασίλης