Για να ξεκαθαρίσω κάποια πράγματα.
-Ο πατέρας μου με βαριάς μορφής πνευμονική ανεπάρκεια είναι κατάκοιτος και για πάνω από μια πενταετία τώρα παίρνει οξυγόνο για να ζήσει.
Τα τελευταία χρόνια, κάθε τρεις μήνες χρειάζεται να παίρνει έγκριση από τρεις γιατρούς ώστε να συνεχίσει να του χορηγείται το οξυγόνο. Για την έγκριση απαιτείται η υπογραφή τριών γιατρών που βρίσκονται 35 και 55 χιλιόμετρα μακριά από το χωριό μου.
Το ίδιο διάστημα η συμμετοχή του στο κόστος του οξυγόνου αυξήθηκε από 10% σε 25% (ίσως και παραπάνω), ενώ το ίδιο έγινε και με τα υπόλοιπα φάρμακα που παίρνει.
Το ίδιο διάστημα η σύνταξή του μειώθηκε περίπου κατά 50 ευρώ και πλέον κινείται οριακά γύρω στα 600 ευρώ. Προφανώς αυτή είναι η συμβολή του γέροντα στο success story των σαμαροβενιζέλων. Να σημειώσω ότι η σύνταξη των 600 ευρώ είναι αποτέλεσμα υπερβαρέων ενσήμων σε γαλαρίες και νταμάρια μεταλλείων 30 χρόνων, συν κάμποσα ακόμη χρόνια σε έργα οδοποιίας, ως ρητινεργάτης κλπ.
Το ίδιο διάστημα ως θυσία στο βωμό της «διάσωσης» της χώρας του έκοψαν- όπως άλλωστε σε όλους τους συνταξιούχους- την 13η και την 14η σύνταξη. Για να μη μαθαίνει ο γέροντας στην «κραιπάλη», του στέρησαν τη χαρά να κάνει ένα δωράκι στα εγγόνια του στα Χριστούγεννα και να τραπεζώνει τις οικογένειες των παιδιών του με δικά του έξοδα το Πάσχα και τα Χριστούγεννα που μαζευόμαστε όλοι μαζί.
Και η διαφορά;
Το ίδιο διάστημα το βελγικό κράτος του χορηγεί σύνταξη για 103 ημερομίσθια (ναι, εκατόν τρία) που πραγματοποίησε το 1960 στα ανθρακωρυχεία του Βελγίου (πριν 55 χρόνια), ζητώντας απλώς κάθε αρχή του χρόνου μια βεβαίωση από κάποια ελληνική δημόσια αρχή (ΚΕΠ) ότι βρίσκεται εν ζωή…
Τόσο απλά. Χωρίς στο Βέλγιο να έχει επικρατήσει ο σοσιαλισμός….
Ε, λοιπόν, στη ζωή τα θέλω όλα, αλλά ποτέ δεν ήμουνα οπαδός του «όλα ή τίποτε». Ούτε καν στις πιο επαναστατικές περιόδους της ζωής μου, πόσο μάλλον σήμερα που το σφρίγος της νιότης έχει παραχωρήσει τη θέση του στις αρρώστιες της μέσης ηλικίας.
Ναι, η θέση μου είναι ‘’ΔΩΡΕΑΝ ΥΓΕΙΑ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ’’, αλλά κάθε άλλο παρά θεωρώ αμελητέο να επανέλθει η περίθαλψη του γέρου μου- και όλων των κατοίκων της Ελλάδας- στην προτεραία κατάσταση. Δηλαδή:
-Να του χορηγείται το οξυγόνο χωρίς γραφειοκρατικές εξουθενωτικές διατυπώσεις.
-Να μειωθεί η συμμετοχή του στα φάρμακα.
-Να πάψει να πληρώνει το 10ευρω για να γράφει τις συνταγές του.
-Να καταργηθεί το ‘’εισιτήριο’’ των 5 και των 30 ευρώ στα Κέντρα Υγείας και στα δημόσια νοσοκομεία.
Δεν το θεωρώ αμελητέο να του δοθεί η 13η σύνταξη για να μπορέσει να μας κάνει το χριστουγεννιάτικο τραπέζι, ίσως ένα από τα τελευταία μιας ζωής πλούσιας σε δουλειά, αλλά πολύ φτωχής σε αμοιβές.
Δεν το θεωρώ αμελητέο να πάψει να πληρώνει ΕΝΦΙΑ, 500 ευρώ παρακαλώ (δηλαδή κάτι λιγότερο από μια σύνταξη) για ένα σπίτι 50 τετραγωνικών και δυο χωράφια 3 στρεμμάτων συνολικά που έτυχε να βρίσκονται κοντά στο χωριό και υπολογίζονται για οικόπεδα.
Αυτά που λέω για το γέροντα πατέρα μου ισχύουν λίγο πολύ για τους περισσότερους Έλληνες, και πολύ μα πολύ περισσότερο για τους άνεργους, του αμειβόμενους με 250-300 ευρώ, τους ανασφάλιστους που πεθαίνουν δίχως φάρμακα και ιατρική περίθαλψη. Ισχύει τόσο πολύ για όλους αυτούς, που στιγμές- στιγμές σκέφτομαι ότι ο γέρος μου είναι τυχερός που παίρνει μια έστω και ισχνή σύνταξη, που έχει ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι του, μια ηρωίδα σύζυγο να τον φροντίζει και τα παιδιά και τα εγγόνια του να τον αγαπάνε.
Μπορεί κάποιοι να μου πουν ότι «βάζω χαμηλά τον πήχη». Ε, και; Το ζήτημα δεν είναι να τον βάλω σε τέτοιο ύψος που απλούστατα θα καταφέρνω μόνο από κάτω να περνάω. Το ζήτημα είναι το ύψος του πήχη να ανταποκρίνεται στη σημερινή «φυσική κατάστασή» μου.
Θα μιλήσω με βαριές κουβέντες για όλους αυτούς που μετράνε τους όποιους αγώνες και τις ελπίδες μας με το ύψος του πήχη. Όχι με δικές μου «βαριές κουβέντες», αλλά με τα γραπτά του δασκάλου μας, του Δημήτρη Γληνού, όπως τα αποτυπώνει στο «Τι είναι και τι θέλει το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο». Κι αυτό γιατί θεωρώ ότι οι παρακαταθήκες του ΕΑΜ είναι ότι πιο πολύτιμο διαθέτει το λαϊκό μας κίνημα, η ανεκτίμητη κληρονομιά του Κομμουνιστικού Κόμματος που δεν φοβήθηκε ότι θα «μολυνθεί» από τις μάζες και κυριολεκτικά ξεκινώντας από το «τρεις και ο κούκος» έχτισε το πιο λαμπρό οικοδόμημα του 20ου αιώνα, την Εθνική μας Αντίσταση.
Ίσως κάποιοι να μου πουν με ειρωνικό τρόπο ότι προσπαθώ να παραλληλίσω τον Σύριζα με το ΕΑΜ. Μακριά από εμένα τέτοιοι παραλληλισμοί, τέτοιες ανοησίες.
Δεν έχω μάθει να σκέφτομαι με αυτό τον τρόπο, ούτε να κάνω αναχρονιστικούς παραλληλισμούς. Όμως, όταν η ιστορία μας καλεί, οφείλουμε να ακούσουμε το κάλεσμά της, να είμαστε εκεί, να αδράξουμε την ευκαιρία. Και που ξέρεις; Μπορεί στην πορεία να μας δοθεί η ευκαιρία να ‘’ψηλώσουμε τον πήχη’’. Και αν δεν μας δοθεί, πάλι κερδισμένοι θα είμαστε που δώσαμε «τον αγώνα τον καλό», που συμβάλλαμε να βρεθεί στέγη για τους άστεγους, να δοθούν φάρμακα στους άρρωστους, να μειωθεί η ανεργία. Και προπαντός, που συμβάλαμε στο να κερδίσει κάτι από τη χαμένη του αξιοπρέπεια ο λαός μας…
Άλλωστε, στη διακήρυξή του για το ΕΑΜ, ο Δημήτρης Γληνός τοποθέτησε «χαμηλά» τον πρώτο πήχη, τονίζοντας ότι «ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας αρχίζει από την καθημερινή πάλη για το ψωμί, για τα συσσίτια, για τα μεροκάματα και τα φάρμακα». Μεσολαβούν δύο ακόμη βήματα, δύο «ψηλώματα’’ του πήχη, πριν φτάσει ο κομμουνιστής διανοητής να βάλει τον πήχη στο πιο ψηλό σημείο που απαιτούσε η εποχή του, στον ένοπλο αγώνα.
Ο πρώτος σκοπός του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, κατά τον Δημήτρη Γληνό, είναι:
«Η καθημερινή πάλη για να μην τσακιστεί ο λαός κάτω από την πείνα, την αρρώστια και τις υλικές στερήσεις. Όταν αφήσεις το λαό να πεθάνει στους δρόμους, να κουρελιαστεί ψυχικά και σωματικά, και λες έπειτα πως θα κάνεις «στον κατάλληλο καιρό» εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, είσαι ένας συνειδητός απατεώνας και συνεργάτης του εχθρού. Γιατί είναι το ίδιο σαν να λες, πως θα βάλεις ένα κουφάρι για να πολεμήσει.
Ο καθημερινός αγώνας, λοιπόν, αρχίζει από την καθημερινή πάλη για το ψωμί, για τα συσσίτια, για τα μεροκάματα, για τα φάρμακα, ενάντια στην εξαθλίωση του λαού και στη λιμοκτονία του».
Ίσως κάποιος να μου αντιτείνει ότι σήμερα «δεν έχουμε απελευθερωτικό αγώνα». Σωστό, αλλά ο λαός μας και σήμερα κουρελιάζεται ψυχικά και σωματικά. Η πάλη για το ψωμί, τα συσσίτια, τα μεροκάματα, τα φάρμακα έγινε καθημερινή υπόθεση.
Το ζήτημα δεν είναι να κορνιζάρεις την ιστορία και να την προσκυνάς αναπολώντας το ένδοξο παρελθόν. Το ζήτημα είναι να την κάνεις καθημερινό εργαλείο της πολιτικής πάλης, να αξιοποιείς τα διδάγματά σου για να αναλύεις το σήμερα, να τολμάς να αποτυπώσεις και τα δικά σου χνάρια δίπλα στα ανεξίτηλα αποτυπωμένα χνάρια των προγόνων σου στο κακοτράχαλο μονοπάτι της ιστορίας.
Μια απαραίτητη διευκρίνιση: Στο λεξιλόγιό μου δεν χωράνε εκφράσεις όπως «συνειδητός απατεώνας και συνεργάτης του εχθρού», διότι απλούστατα το σήμερα έχει πολύ περισσότερες αποχρώσεις από το «άσπρο- μαύρο» της Κατοχής. Όχι, σήμερα δεν ισχύει το «όποιος δεν είναι μαζί μου είναι με τον εχθρό μου». Οι επιλογές μας είναι πολύ περισσότερες, ο αγώνας μας για ανάκτηση της αξιοπρέπειάς μας και βελτίωση της καθημερινότητάς μας χωράει πολλά χρώματα.
Σύντροφοι (αλήθεια, πόσα χρόνια έχω να προφέρω αυτή τη λέξη που πυρπολούσε τα όνειρα της νιότης μου;),
-Δεν διαθέτω ούτε αντιστασιακές ούτε αριστερές πατρογονικές περγαμηνές. Τον τίτλο του κομμουνιστή, το δικαίωμα να με αποκαλούν σύντροφο, το απέκτησα μέσα από μία επίπονη πορεία, αφού πρώτα χρειάστηκε να αποβάλλω το αντικομμουνιστικό δηλητήριο που ενστάλαξε μέσα μου η εμφυλιοπολεμική εποχή της δεκαετίας του ’60.
Η επιλογή μου, λοιπόν, ήταν συνειδητή και προϋπέθετε ρήξεις για να γίνει. Σήμερα είμαι ένας από τους μυρίους ανένταχτους της Αριστεράς. Οι λόγοι του «παροπλισμού» μου είναι πολλοί, χωρίς πάντως σε αυτούς να περιλαμβάνεται ο «μικροαστισμός» μου.
Δεν προτίθεμαι να απολογηθώ. Δεν νοιώθω να χρωστάω σε κανέναν. Το ζήτημα για μένα είναι τι θα πράξω εγώ σήμερα. Ναι, λοιπόν, θα σηκωθώ από τον καναπέ, όπου έχω κάτσει όχι μόνο λόγω παροπλισμού, αλλά και για λόγους που σχετίζονται με την υγεία μου.
-Ναι, θα συμμετέχω, έστω και κουτσαίνοντας, στις συγκεντρώσεις των επόμενων ημερών, όχι για να υποστηρίξω την κυβέρνηση του Σύριζα, αλλά για να απαιτήσω από αυτή την κυβέρνηση να κάνει πράξη αυτά που μου έταξε προεκλογικά και να της διαμηνύσω ότι μόνο έτσι θα με έχει στο πλάι της.
-Ναι, θα βγω στους δρόμους, ελπίζοντας ότι δεν θα αναπνεύσω τα χημικά των δακρυγόνων, που κυριολεκτικά μπορεί να είναι μοιραία για τη ζωή μου.
-Ναι, θα διαδηλώσω για την αξιοπρέπειά μου, για τη διατήρηση των ελπίδων μας, για όλα τούτα τα «μικρά» που μας έταξε ο Σύριζα προεκλογικά, τα οποία μπορούν να βελτιώσουν κάπως την καταθλιπτική καθημερινότητά μας.
-Ναι, θα βγω στις πλατείες για να υποστηρίξω το δικαίωμα μιας κυβέρνησης να κυβερνά χωρίς την καθιερωμένη από τους προηγούμενους συγκυβερνήτες «κωλοτούμπα». Το δικαίωμα να διαπραγματεύεται και να μην χαριεντίζεται. Το δικαίωμα να είναι υπόλογη απέναντι στο λαό που την εξέλεξε.
Οι «υψηλοί στόχοι» μπορούν να περιμένουν. Ο λαός μας δεν ψήφισε επανάσταση, ούτε ο νικητής των εκλογών έταξε προεκλογικά έξοδο από το ΝΑΤΟ και την ΕΟΚ, κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Ιδανικά πανανθρώπινα, αλλά πιστεύω όχι της παρούσης στιγμής…
- Εγώ τώρα χρειάζομαι ειδική περίθαλψη σε νοσοκομείο και δεν μπορώ να τη βρω.
- Ένας καλός μου φίλος τώρα χρειάζεται κάποιες ακριβές εξετάσεις και του ζητάνε να αγοράσει ο ίδιος τα απαιτούμενα φάρμακα και να τα πάει στο νοσοκομείο. Σε λίγο καιρό δεν θα τις χρειάζεται γιατί μπορεί να έχει επέλθει το μοιραίο.
-Οι πεινασμένοι τώρα ψάχνουν για αποφάγια στους κάδους απορριμμάτων.
-Τα παιδιά μας τώρα ξενιτεύονται αφήνοντας τη χώρα μας άδεια από γνώσεις και νεανική φρεσκάδα. Η φυγή τους δεν έχει διαστάσεις μόνο συναισθηματικές, αποτελεί φυγή πολύτιμων κεφαλαίων, επενδύσεων που με αιματηρές οικονομίες πραγματοποίησαν οι ελληνικές οικογένειες.
Σήμερα θα αγωνιστώ για το σήμερα. Για να παραμείνει ζωντανή η δυνατότητα για το επόμενο βήμα, για το μεγάλο άλμα, που η πραγματοποίησή του προϋποθέτει να υπάρχουν άνθρωποι ζωντανοί, κοινωνικές σχέσεις γερά χτισμένες στην αλληλεγγύη, λαοί αξιοπρεπείς.
Δεν νοιώθω επαναστάτης. Αλλά υπάρχουν πολλά ‘’μικρά’’ που με καλούν σε εγρήγορση. ‘’Μικρά’’ αλλά τόσο σημαντικά για να κρατηθούμε όρθιοι στις επάλξεις της αξιοπρέπειας.
-Ναι, θα αγωνιστώ για να δώσω την ευχαρίστηση στο γέροντά μου να μας στρώσει ένα από τα τελευταία γιορταστικά τραπέζια της ζήσης του.
-Ναι, θα βγω στο δρόμο για να μπορέσουμε να σκίσουμε το ταμπελάκι στον σκουπιδοτενεκέ που μας καλεί να κρεμάμε απ’ έξω τις σακούλες με τα αποφάγια μας για να μπορέσουν να τα πάρουν οι πεινασμένοι.
-Ναι, θα δώσω τον ωραίο αγώνα της αξιοπρέπειας, της ελπίδας, για να ξαναδώ χαμογελαστούς ανθρώπους στο τραμ.
-Στον άστεγο δεν μπορώ να μιλάω για «υψηλούς στόχους» και στον άνεργο δεν μπορώ να του τάζω μελλοντικούς παραδείσους. Θα βγω και γι’ αυτούς στο δρόμο, αλλά και τα ξενιτεμένα παιδιά μας.
Θα αγωνιστώ
-Για να μην ξαναδώ ελληνική κυβέρνηση να διαπραγματεύεται αν θα βάλει διαφορετικό ΦΠΑ στην τυρόπιτα που μας τη σερβίρουν από την τυρόπιτα που την αγοράζουμε για να τη φάμε όρθιοι στο δρόμο.
-Για να μην ξαναδώ τους Έλληνες «διαπραγματευτές» να χαριεντίζονται με τους απέναντι, να χαράσσουν «κόκκινες γραμμές» για εσωτερική κατανάλωση, να μας κοροϊδεύουν με αριθμημένα «Ζάππεια» και να μας τρομοκρατούν με «χαρτιά υγείας».
Και προπαντός, θα αγωνιστώ γιατί γνωρίζω πολύ καλά ότι «δεν μπορείς να βάλεις ένα κουφάρι να πολεμήσει», όχι για «υψηλά ιδανικά» αλλά ούτε για κάτι το εντελώς ευτελές.
Σε τούτο τον αγώνα, όπως σε κάθε αγώνα, υπάρχει ανοιχτό το ενδεχόμενο της ήττας, ή και της προδοσίας.
Όταν, όμως αγωνίζεσαι, αποκλείεται να καταλήξεις ‘’κουφάρι’’ σε κάποιο χαντάκι της ιστορίας. Παραμένεις ζωντανός για τον επόμενο αγώνα.
Γιατί ένα είναι σίγουρο: Το μέλλον μας επιφυλάσσει πολλούς αγώνες ακόμη, σκληρούς αγώνες, αγώνες γα τα ‘’μικρά’’ αλλά και για τα ‘’πολύ μεγάλα’’.
[--->]
-Ο πατέρας μου με βαριάς μορφής πνευμονική ανεπάρκεια είναι κατάκοιτος και για πάνω από μια πενταετία τώρα παίρνει οξυγόνο για να ζήσει.
Τα τελευταία χρόνια, κάθε τρεις μήνες χρειάζεται να παίρνει έγκριση από τρεις γιατρούς ώστε να συνεχίσει να του χορηγείται το οξυγόνο. Για την έγκριση απαιτείται η υπογραφή τριών γιατρών που βρίσκονται 35 και 55 χιλιόμετρα μακριά από το χωριό μου.
Το ίδιο διάστημα η συμμετοχή του στο κόστος του οξυγόνου αυξήθηκε από 10% σε 25% (ίσως και παραπάνω), ενώ το ίδιο έγινε και με τα υπόλοιπα φάρμακα που παίρνει.
Το ίδιο διάστημα η σύνταξή του μειώθηκε περίπου κατά 50 ευρώ και πλέον κινείται οριακά γύρω στα 600 ευρώ. Προφανώς αυτή είναι η συμβολή του γέροντα στο success story των σαμαροβενιζέλων. Να σημειώσω ότι η σύνταξη των 600 ευρώ είναι αποτέλεσμα υπερβαρέων ενσήμων σε γαλαρίες και νταμάρια μεταλλείων 30 χρόνων, συν κάμποσα ακόμη χρόνια σε έργα οδοποιίας, ως ρητινεργάτης κλπ.
Το ίδιο διάστημα ως θυσία στο βωμό της «διάσωσης» της χώρας του έκοψαν- όπως άλλωστε σε όλους τους συνταξιούχους- την 13η και την 14η σύνταξη. Για να μη μαθαίνει ο γέροντας στην «κραιπάλη», του στέρησαν τη χαρά να κάνει ένα δωράκι στα εγγόνια του στα Χριστούγεννα και να τραπεζώνει τις οικογένειες των παιδιών του με δικά του έξοδα το Πάσχα και τα Χριστούγεννα που μαζευόμαστε όλοι μαζί.
Και η διαφορά;
Το ίδιο διάστημα το βελγικό κράτος του χορηγεί σύνταξη για 103 ημερομίσθια (ναι, εκατόν τρία) που πραγματοποίησε το 1960 στα ανθρακωρυχεία του Βελγίου (πριν 55 χρόνια), ζητώντας απλώς κάθε αρχή του χρόνου μια βεβαίωση από κάποια ελληνική δημόσια αρχή (ΚΕΠ) ότι βρίσκεται εν ζωή…
Τόσο απλά. Χωρίς στο Βέλγιο να έχει επικρατήσει ο σοσιαλισμός….
Ε, λοιπόν, στη ζωή τα θέλω όλα, αλλά ποτέ δεν ήμουνα οπαδός του «όλα ή τίποτε». Ούτε καν στις πιο επαναστατικές περιόδους της ζωής μου, πόσο μάλλον σήμερα που το σφρίγος της νιότης έχει παραχωρήσει τη θέση του στις αρρώστιες της μέσης ηλικίας.
Ναι, η θέση μου είναι ‘’ΔΩΡΕΑΝ ΥΓΕΙΑ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ’’, αλλά κάθε άλλο παρά θεωρώ αμελητέο να επανέλθει η περίθαλψη του γέρου μου- και όλων των κατοίκων της Ελλάδας- στην προτεραία κατάσταση. Δηλαδή:
-Να του χορηγείται το οξυγόνο χωρίς γραφειοκρατικές εξουθενωτικές διατυπώσεις.
-Να μειωθεί η συμμετοχή του στα φάρμακα.
-Να πάψει να πληρώνει το 10ευρω για να γράφει τις συνταγές του.
-Να καταργηθεί το ‘’εισιτήριο’’ των 5 και των 30 ευρώ στα Κέντρα Υγείας και στα δημόσια νοσοκομεία.
Δεν το θεωρώ αμελητέο να του δοθεί η 13η σύνταξη για να μπορέσει να μας κάνει το χριστουγεννιάτικο τραπέζι, ίσως ένα από τα τελευταία μιας ζωής πλούσιας σε δουλειά, αλλά πολύ φτωχής σε αμοιβές.
Δεν το θεωρώ αμελητέο να πάψει να πληρώνει ΕΝΦΙΑ, 500 ευρώ παρακαλώ (δηλαδή κάτι λιγότερο από μια σύνταξη) για ένα σπίτι 50 τετραγωνικών και δυο χωράφια 3 στρεμμάτων συνολικά που έτυχε να βρίσκονται κοντά στο χωριό και υπολογίζονται για οικόπεδα.
Αυτά που λέω για το γέροντα πατέρα μου ισχύουν λίγο πολύ για τους περισσότερους Έλληνες, και πολύ μα πολύ περισσότερο για τους άνεργους, του αμειβόμενους με 250-300 ευρώ, τους ανασφάλιστους που πεθαίνουν δίχως φάρμακα και ιατρική περίθαλψη. Ισχύει τόσο πολύ για όλους αυτούς, που στιγμές- στιγμές σκέφτομαι ότι ο γέρος μου είναι τυχερός που παίρνει μια έστω και ισχνή σύνταξη, που έχει ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι του, μια ηρωίδα σύζυγο να τον φροντίζει και τα παιδιά και τα εγγόνια του να τον αγαπάνε.
Μπορεί κάποιοι να μου πουν ότι «βάζω χαμηλά τον πήχη». Ε, και; Το ζήτημα δεν είναι να τον βάλω σε τέτοιο ύψος που απλούστατα θα καταφέρνω μόνο από κάτω να περνάω. Το ζήτημα είναι το ύψος του πήχη να ανταποκρίνεται στη σημερινή «φυσική κατάστασή» μου.
Θα μιλήσω με βαριές κουβέντες για όλους αυτούς που μετράνε τους όποιους αγώνες και τις ελπίδες μας με το ύψος του πήχη. Όχι με δικές μου «βαριές κουβέντες», αλλά με τα γραπτά του δασκάλου μας, του Δημήτρη Γληνού, όπως τα αποτυπώνει στο «Τι είναι και τι θέλει το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο». Κι αυτό γιατί θεωρώ ότι οι παρακαταθήκες του ΕΑΜ είναι ότι πιο πολύτιμο διαθέτει το λαϊκό μας κίνημα, η ανεκτίμητη κληρονομιά του Κομμουνιστικού Κόμματος που δεν φοβήθηκε ότι θα «μολυνθεί» από τις μάζες και κυριολεκτικά ξεκινώντας από το «τρεις και ο κούκος» έχτισε το πιο λαμπρό οικοδόμημα του 20ου αιώνα, την Εθνική μας Αντίσταση.
Ίσως κάποιοι να μου πουν με ειρωνικό τρόπο ότι προσπαθώ να παραλληλίσω τον Σύριζα με το ΕΑΜ. Μακριά από εμένα τέτοιοι παραλληλισμοί, τέτοιες ανοησίες.
Δεν έχω μάθει να σκέφτομαι με αυτό τον τρόπο, ούτε να κάνω αναχρονιστικούς παραλληλισμούς. Όμως, όταν η ιστορία μας καλεί, οφείλουμε να ακούσουμε το κάλεσμά της, να είμαστε εκεί, να αδράξουμε την ευκαιρία. Και που ξέρεις; Μπορεί στην πορεία να μας δοθεί η ευκαιρία να ‘’ψηλώσουμε τον πήχη’’. Και αν δεν μας δοθεί, πάλι κερδισμένοι θα είμαστε που δώσαμε «τον αγώνα τον καλό», που συμβάλλαμε να βρεθεί στέγη για τους άστεγους, να δοθούν φάρμακα στους άρρωστους, να μειωθεί η ανεργία. Και προπαντός, που συμβάλαμε στο να κερδίσει κάτι από τη χαμένη του αξιοπρέπεια ο λαός μας…
Άλλωστε, στη διακήρυξή του για το ΕΑΜ, ο Δημήτρης Γληνός τοποθέτησε «χαμηλά» τον πρώτο πήχη, τονίζοντας ότι «ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας αρχίζει από την καθημερινή πάλη για το ψωμί, για τα συσσίτια, για τα μεροκάματα και τα φάρμακα». Μεσολαβούν δύο ακόμη βήματα, δύο «ψηλώματα’’ του πήχη, πριν φτάσει ο κομμουνιστής διανοητής να βάλει τον πήχη στο πιο ψηλό σημείο που απαιτούσε η εποχή του, στον ένοπλο αγώνα.
Ο πρώτος σκοπός του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, κατά τον Δημήτρη Γληνό, είναι:
«Η καθημερινή πάλη για να μην τσακιστεί ο λαός κάτω από την πείνα, την αρρώστια και τις υλικές στερήσεις. Όταν αφήσεις το λαό να πεθάνει στους δρόμους, να κουρελιαστεί ψυχικά και σωματικά, και λες έπειτα πως θα κάνεις «στον κατάλληλο καιρό» εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, είσαι ένας συνειδητός απατεώνας και συνεργάτης του εχθρού. Γιατί είναι το ίδιο σαν να λες, πως θα βάλεις ένα κουφάρι για να πολεμήσει.
Ο καθημερινός αγώνας, λοιπόν, αρχίζει από την καθημερινή πάλη για το ψωμί, για τα συσσίτια, για τα μεροκάματα, για τα φάρμακα, ενάντια στην εξαθλίωση του λαού και στη λιμοκτονία του».
Ίσως κάποιος να μου αντιτείνει ότι σήμερα «δεν έχουμε απελευθερωτικό αγώνα». Σωστό, αλλά ο λαός μας και σήμερα κουρελιάζεται ψυχικά και σωματικά. Η πάλη για το ψωμί, τα συσσίτια, τα μεροκάματα, τα φάρμακα έγινε καθημερινή υπόθεση.
Το ζήτημα δεν είναι να κορνιζάρεις την ιστορία και να την προσκυνάς αναπολώντας το ένδοξο παρελθόν. Το ζήτημα είναι να την κάνεις καθημερινό εργαλείο της πολιτικής πάλης, να αξιοποιείς τα διδάγματά σου για να αναλύεις το σήμερα, να τολμάς να αποτυπώσεις και τα δικά σου χνάρια δίπλα στα ανεξίτηλα αποτυπωμένα χνάρια των προγόνων σου στο κακοτράχαλο μονοπάτι της ιστορίας.
Μια απαραίτητη διευκρίνιση: Στο λεξιλόγιό μου δεν χωράνε εκφράσεις όπως «συνειδητός απατεώνας και συνεργάτης του εχθρού», διότι απλούστατα το σήμερα έχει πολύ περισσότερες αποχρώσεις από το «άσπρο- μαύρο» της Κατοχής. Όχι, σήμερα δεν ισχύει το «όποιος δεν είναι μαζί μου είναι με τον εχθρό μου». Οι επιλογές μας είναι πολύ περισσότερες, ο αγώνας μας για ανάκτηση της αξιοπρέπειάς μας και βελτίωση της καθημερινότητάς μας χωράει πολλά χρώματα.
Σύντροφοι (αλήθεια, πόσα χρόνια έχω να προφέρω αυτή τη λέξη που πυρπολούσε τα όνειρα της νιότης μου;),
-Δεν διαθέτω ούτε αντιστασιακές ούτε αριστερές πατρογονικές περγαμηνές. Τον τίτλο του κομμουνιστή, το δικαίωμα να με αποκαλούν σύντροφο, το απέκτησα μέσα από μία επίπονη πορεία, αφού πρώτα χρειάστηκε να αποβάλλω το αντικομμουνιστικό δηλητήριο που ενστάλαξε μέσα μου η εμφυλιοπολεμική εποχή της δεκαετίας του ’60.
Η επιλογή μου, λοιπόν, ήταν συνειδητή και προϋπέθετε ρήξεις για να γίνει. Σήμερα είμαι ένας από τους μυρίους ανένταχτους της Αριστεράς. Οι λόγοι του «παροπλισμού» μου είναι πολλοί, χωρίς πάντως σε αυτούς να περιλαμβάνεται ο «μικροαστισμός» μου.
Δεν προτίθεμαι να απολογηθώ. Δεν νοιώθω να χρωστάω σε κανέναν. Το ζήτημα για μένα είναι τι θα πράξω εγώ σήμερα. Ναι, λοιπόν, θα σηκωθώ από τον καναπέ, όπου έχω κάτσει όχι μόνο λόγω παροπλισμού, αλλά και για λόγους που σχετίζονται με την υγεία μου.
-Ναι, θα συμμετέχω, έστω και κουτσαίνοντας, στις συγκεντρώσεις των επόμενων ημερών, όχι για να υποστηρίξω την κυβέρνηση του Σύριζα, αλλά για να απαιτήσω από αυτή την κυβέρνηση να κάνει πράξη αυτά που μου έταξε προεκλογικά και να της διαμηνύσω ότι μόνο έτσι θα με έχει στο πλάι της.
-Ναι, θα βγω στους δρόμους, ελπίζοντας ότι δεν θα αναπνεύσω τα χημικά των δακρυγόνων, που κυριολεκτικά μπορεί να είναι μοιραία για τη ζωή μου.
-Ναι, θα διαδηλώσω για την αξιοπρέπειά μου, για τη διατήρηση των ελπίδων μας, για όλα τούτα τα «μικρά» που μας έταξε ο Σύριζα προεκλογικά, τα οποία μπορούν να βελτιώσουν κάπως την καταθλιπτική καθημερινότητά μας.
-Ναι, θα βγω στις πλατείες για να υποστηρίξω το δικαίωμα μιας κυβέρνησης να κυβερνά χωρίς την καθιερωμένη από τους προηγούμενους συγκυβερνήτες «κωλοτούμπα». Το δικαίωμα να διαπραγματεύεται και να μην χαριεντίζεται. Το δικαίωμα να είναι υπόλογη απέναντι στο λαό που την εξέλεξε.
Οι «υψηλοί στόχοι» μπορούν να περιμένουν. Ο λαός μας δεν ψήφισε επανάσταση, ούτε ο νικητής των εκλογών έταξε προεκλογικά έξοδο από το ΝΑΤΟ και την ΕΟΚ, κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Ιδανικά πανανθρώπινα, αλλά πιστεύω όχι της παρούσης στιγμής…
- Εγώ τώρα χρειάζομαι ειδική περίθαλψη σε νοσοκομείο και δεν μπορώ να τη βρω.
- Ένας καλός μου φίλος τώρα χρειάζεται κάποιες ακριβές εξετάσεις και του ζητάνε να αγοράσει ο ίδιος τα απαιτούμενα φάρμακα και να τα πάει στο νοσοκομείο. Σε λίγο καιρό δεν θα τις χρειάζεται γιατί μπορεί να έχει επέλθει το μοιραίο.
-Οι πεινασμένοι τώρα ψάχνουν για αποφάγια στους κάδους απορριμμάτων.
-Τα παιδιά μας τώρα ξενιτεύονται αφήνοντας τη χώρα μας άδεια από γνώσεις και νεανική φρεσκάδα. Η φυγή τους δεν έχει διαστάσεις μόνο συναισθηματικές, αποτελεί φυγή πολύτιμων κεφαλαίων, επενδύσεων που με αιματηρές οικονομίες πραγματοποίησαν οι ελληνικές οικογένειες.
Σήμερα θα αγωνιστώ για το σήμερα. Για να παραμείνει ζωντανή η δυνατότητα για το επόμενο βήμα, για το μεγάλο άλμα, που η πραγματοποίησή του προϋποθέτει να υπάρχουν άνθρωποι ζωντανοί, κοινωνικές σχέσεις γερά χτισμένες στην αλληλεγγύη, λαοί αξιοπρεπείς.
Δεν νοιώθω επαναστάτης. Αλλά υπάρχουν πολλά ‘’μικρά’’ που με καλούν σε εγρήγορση. ‘’Μικρά’’ αλλά τόσο σημαντικά για να κρατηθούμε όρθιοι στις επάλξεις της αξιοπρέπειας.
-Ναι, θα αγωνιστώ για να δώσω την ευχαρίστηση στο γέροντά μου να μας στρώσει ένα από τα τελευταία γιορταστικά τραπέζια της ζήσης του.
-Ναι, θα βγω στο δρόμο για να μπορέσουμε να σκίσουμε το ταμπελάκι στον σκουπιδοτενεκέ που μας καλεί να κρεμάμε απ’ έξω τις σακούλες με τα αποφάγια μας για να μπορέσουν να τα πάρουν οι πεινασμένοι.
-Ναι, θα δώσω τον ωραίο αγώνα της αξιοπρέπειας, της ελπίδας, για να ξαναδώ χαμογελαστούς ανθρώπους στο τραμ.
-Στον άστεγο δεν μπορώ να μιλάω για «υψηλούς στόχους» και στον άνεργο δεν μπορώ να του τάζω μελλοντικούς παραδείσους. Θα βγω και γι’ αυτούς στο δρόμο, αλλά και τα ξενιτεμένα παιδιά μας.
Θα αγωνιστώ
-Για να μην ξαναδώ ελληνική κυβέρνηση να διαπραγματεύεται αν θα βάλει διαφορετικό ΦΠΑ στην τυρόπιτα που μας τη σερβίρουν από την τυρόπιτα που την αγοράζουμε για να τη φάμε όρθιοι στο δρόμο.
-Για να μην ξαναδώ τους Έλληνες «διαπραγματευτές» να χαριεντίζονται με τους απέναντι, να χαράσσουν «κόκκινες γραμμές» για εσωτερική κατανάλωση, να μας κοροϊδεύουν με αριθμημένα «Ζάππεια» και να μας τρομοκρατούν με «χαρτιά υγείας».
Και προπαντός, θα αγωνιστώ γιατί γνωρίζω πολύ καλά ότι «δεν μπορείς να βάλεις ένα κουφάρι να πολεμήσει», όχι για «υψηλά ιδανικά» αλλά ούτε για κάτι το εντελώς ευτελές.
Σε τούτο τον αγώνα, όπως σε κάθε αγώνα, υπάρχει ανοιχτό το ενδεχόμενο της ήττας, ή και της προδοσίας.
Όταν, όμως αγωνίζεσαι, αποκλείεται να καταλήξεις ‘’κουφάρι’’ σε κάποιο χαντάκι της ιστορίας. Παραμένεις ζωντανός για τον επόμενο αγώνα.
Γιατί ένα είναι σίγουρο: Το μέλλον μας επιφυλάσσει πολλούς αγώνες ακόμη, σκληρούς αγώνες, αγώνες γα τα ‘’μικρά’’ αλλά και για τα ‘’πολύ μεγάλα’’.
[--->]