Η Ελλάδα αιχμάλωτη


του Gabriele Pastrello
 27 Μαϊου 2012
Ονομάζεται zugzwang, (Τσούγκτσβανγκ) και είναι ένας ευρέως διαδεδομένος όρος στη σκακιστική βιβλιογραφία. Η λέξη χρησιμοποιείται για να περιγραφεί αποκλειστικά μία ειδική κατάσταση επάνω στη σκακιέρα.Είναι η στιγμή που ο ένας από τους δύο αντιπάλους, λόγω των απειλών που δέχτηκε, βρίσκεται ξαφνικά στη δύσκολη θέση να μην μπορεί να κάνει καμιά απολύτως ικανοποιητική κίνηση, δηλαδή ενώ είναι η σειρά του να παίξει, οποιο πιόνι ή κομμάτι μετατοπίσει, καταστρέφει αμέσως μια εύθραυστη ισορροπία στην άμυντική τακτική του, με αποτέλεσμα να χάσει τη παρτίδα. Με λίγα λόγια, τη παρτίδα τη χάνει εξαιτίας της αναγκαστικής κίνησης που υποχρεώνεται να κάνει. Αυτό μοιάζει με τη σημερινή θέση της Ελλάδας, να μείνει ή να φύγει  από το ευρώ. Αν μείνει και τηρήσει τις συμφωνίες, όπως της ζητούν να κάνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η καγκελάριος  Άνγκελα Μέρκελ, τότε αυτό πολύ απλά θα σημάνει τη σταδιακή εξαθλίωση της. 

Σε συνθήκες ευρωπαϊκής και παγκόσμιας ύφεσης, η πολιτική μείωσης του λόγου χρέους προς ΑΕΠ δεν οδηγεί παρά στην αύξηση του λόγου αυτού. Το χρέος, στην πραγματικότητα, δεν μπορεί παρά να αυξάνεται, αφού το έλλειμμα του ελληνικού δημοσίου δεν μπορεί παρά να χρηματοδοτείται με ευρωπαϊκά κονδύλια από το ευρωπαϊκό ταμείο στήριξης.

 Η άλλη εναλλακτική λύση, η έξοδος της Ελλάδας από τη ζώνη του ευρώ δεν είναι ούτε αυτή σπαρμένη με ροδοπέταλα. Η επιστροφή στη δραχμή, θα οδηγούσε στη  μεγάλη υποτίμηση της κάτι που πολύ  γρήγορα θα μεταφραζόταν σε υψηλό πληθωρισμό. Επισης, λόγω της μεγάλης φοροδιαφυγής, που είναι πιο μεγάλη από αυτή της Ιταλίας, θα είχαμε μια δυναμική υπερπληθωρισμού, όπως στη Γερμανία των  αρχών της δεκαετίας του 1920. Παίρνοντας μάλιστα υπόψη και το χαμηλό ειδικό βάρος του τομέα των εξαγωγών της Ελλάδας, τα πλεονεκτήματα μιας ενδεχόμενης εξόδου της θα μπορούσαν να μην είναι και τόσο  μεγάλα.

 Δηλαδή,εαν η Ελλάδα δεν είχε ενταχθεί στο ευρώ, θα μπορούσε να έχει πλεονεκτήματα, σε περίπτωση που εγκαταλείψει το ευρώ φαίνεται πως θα έχει μόνο μειονεκτήματα. Μια λύση θα μπορούσε να είναι αυτή που προτείνει  το κόμμα της αριστεράς,ο  ΣΥΡΙΖΑ: παραμονή στη ζώνη του ευρώ, αλλά επαναδιαπραγμάτευση των  όρων των συμφωνιών. Η γραμμή αυτή μοιάζει, ωστόσο, να βρίσκει ένα φαινομενικά ανυπέρβλητο εμπόδιο. Δεδομένου ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να δανειστεί από τις χρηματαγορές, η βιωσιμότητα του δημοσιονομικού ελλείμματος, σήμερα, εξαρτάται από τη διαθεσιμότητα του Ευρωπαϊκού Ταμείου στήριξης, με την προϋπόθεση ότι θα τηρούνται οι δεσμεύσεις.

 Έτσι, αν η ελληνική κυβέρνηση καταγγείλει τις συμφωνίες αυτές, ένας οποιοσδήποτε  αξιωματούχος του Ταμείου θα μπορούσε να κλείσει τη στρόφιγγα, και να μην επιτρέψει στην ελληνική κυβέρνηση να  κάλυψη τις τρεχούσες ανάγκες της. 

Το θέμα είναι από μόνο του απαράδεκτο, αλλά θα μπορούσε και να συμβεί. Μόνο μια πολιτική απόφαση θα μπορούσε να υποχρεώσει την Ελλάδα να εγκαταλείψει το ευρώ αναστέλλοντας τη χρηματοδότησης  της . Αν όμως η διακοπή της χρηματοδότησης γίνει  αυτόματα, τότε η έξοδος θα μπορούσε να είναι υποχρεωτική πολύ πριν επαναληφθεί ο πολιτικός  διάλογος. 

Είναι αλήθεια ότι η ΕΚΤ, ή μάλλον το σύστημα των ευρωπαϊκών κεντρικών τραπεζών, θα μπορούσε να παρέμβει. Εγινε μεγάλη συζήτηση για το ότι η  ΕΚΤ δεν έχει τις αρμοδιότητες του δανειστή έσχατης ανάγκης. Τονίστηκε ότι υπερχρεωμένες χώρες όπως οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, δεν αντιμετωπίζουν τα προβλήματα των  Ελλήνων  ή των Ισπανών επειδή έχουν το δικό τους νόμισμα: ότι, η  κεντρική τράπεζα τους μπορεί να παρέμβει για να ηρεμήσει τις αγορές. 

Δεν είναι αλήθεια εκατό τοις εκατό ότι η ΕΚΤ δεν διαθέτει  αυτό το εργαλείο. Αυτό που πραγματικά  απαγορεύεται είναι η άμεση χρηματοδότηση των ελλειμμάτων του δημοσίου. Ωστόσο, ο Ντράγκι, τον Δεκέμβριο του 2011, με το τριετές πρόγραμμα αναχρηματοδότησης του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος, αυτό το παραβίασε. 
Είναι αλήθεια ότι οι τράπεζες σήμερα δεν έχουν κέρδη, αλλά θυμηθείτε ότι η άλλη επιλογή που είχαν ήταν η άμεση οικονομική κατάρρευση τους. Το πρόγραμμα αυτό δεν θα μπορούσε να εφαρμοστεί στην Ελλάδα, υπάρχει όμως ένα μέτρο, όχι και τόσο γνωστό, το  οποίο  θα μπορούσε να βοηθήσει: ο έκτακτος μηχανισμός παροχής ρευστότητας (emergency liquidity assistance,Ela). 

Αυτό μπορεί να τον αποφασίσει  μόνο μία εθνική κεντρική τράπεζα, στην περίπτωση μας η ελληνική κεντρική τράπεζα, ενώ η ΕΚΤ θα χρειαζόταν να δώσει μόνο τη συγκατάθεσή της. Καμία σχέση λοιπόν με την απόφαση Ντράγκι. 

Χρήση αυτού του μηχανισμού έγινε το 2010 στην Ιρλανδία όταν κεφάλαια σε ευρώ κατέφευγαν στη Γερμανία και ο Ela παρείχε ρευστότητα  στις ιρλανδικές τράπεζες  για να μην καταρρεύσουν. Από τον Ντράγκι, ο οποίος από τον Δεκέμβριο του 2011 ήταν αποφασισμένος, να εφαρμόσει μια γραμμή διάσωσης του ευρώ, μπορούμε να περιμένουμε ότι θα χορηγηθεί έκτακτη  ενίσχυση  στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, κάτι που θα απομακρύνει τον κίνδυνο της αναγκαστικής εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ, και την δημιουργία ενός  φαινόμενου ντόμινο που θα οδηγούσε στη διάλυση του ευρώ. 

Αυτό θα μεγέθυνε σε ευρωπαϊκό επίπεδο τα προβλήματα που θα αντιμετώπιζε η Ελλάδα βγαίνοντας από το ευρώ. Το έκτακτο αυτό μέτρο θα έδινε τη δυνατότητα να ανοίξει εκ νέου ένας πολιτικός διάλογος. Αν ο Ολάντ και ο Μόντι έχουν ιδέες και χαρακτήρα, τότε  θα μπορούσαν να φέρουν προς συζήτηση μια διαφορετική ευρωπαϊκή πολιτική για την  Ελλάδα, και γενικότερα μια πολιτική που δεν θα  κυριαρχείται πλέον από την υστερία της λιτότητας. 

Στην Ελλάδα θα πρέπει να παραχωρηθεί ένα δημοσιονομικό μορατόριουμ, και η μερική διαγραφή του χρέους της. Εχοντας αυτά στα χέρια της, μια  ελληνική κυβέρνηση θα μπορούσε να αγοράσει χρόνο και να καταρτίσει ένα συνολικό σχέδιο εκκίνησης  της οικονομίας της.

[--->]            [--->]