Την επομένη της Πρωτομαγιάς δόθηκε στη δημοσιότητα από το
υπουργείο Οικονομικών το Πρόγραμμα Σταθερότητας (εδώ) που υπέβαλε η Ελλάδα στην
Ευρωπαϊκή Επιτροπή όπου προδιαγράφεται (κι όχι απλώς περιγράφεται) η οικονομική
πολιτική της επόμενης τριετίας. Όλες οι προβλέψεις, πολλές εκ των οποίων
βρίθουν υπεραισιοδοξίας όπως για παράδειγμα ότι το ΑΕΠ θα αυξάνεται κατά 2,3%,
2,1% και 2% για τα έτη 2020, 2021 και 2022, εκτείνονται μέχρι το 2022.
ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΒΑΤΙΚΙΩΤΗΣ
Πριν λοιπόν ασχοληθούμε με τις κατανομές των κονδυλίων
οφείλουμε να αναρωτηθούμε από κι ως που μια κυβέρνηση με εντολή μέχρι τον
Οκτώβριο του 2019 «κλειδώνει», υποβάλλοντας προς έγκριση στις Βρυξέλλες, την
οικονομική πολιτική των επόμενων χρόνων που μπορεί να μην είναι κυβέρνηση.
Πρόκειται για μια διαδικασία εμφανώς αντιδημοκρατική που επιβάλλεται από το
πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου και υπακούει στη νεοφιλελεύθερη λογική
αντιμετώπισης και αδρανοποίησης του «πολιτικού κύκλου».
Εν συντομία, επειδή
εκλογές, κοινωνικές πιέσεις κι άλλα τέτοια …σιχαμερά απρόοπτα για την Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να πιέσουν
στην κατεύθυνση εφαρμογής μια φιλολαϊκής πολιτικής παροχών, έρχεται ο
μακροχρόνιος σχεδιασμός μιας ΜΑΚΡΟ-οικονομικής (με το πρώτο συνθετικό με
κεφαλαία) πολιτικής να θωρακίσει μια κυβέρνηση που θα μπορεί να αντιτείνει
αμυνόμενη ότι η οικονομική πολιτική έχει προαποφασιστεί.
Ο ΣΥΡΙΖΑ επομένως
αναλαμβάνει την τεράστια πολιτική ευθύνη νομιμοποίησης και εξωραϊσμού μιας
διαδικασίας χάραξης οικονομικής πολιτικής που αποτελεί αρχέτυπο των
νεοφιλελεύθερων θεωρητικών οι οποίοι ανήγαγαν σε ύψιστο κίνδυνο για την
οικονομία (δηλαδή το κεφάλαιο) την πολιτική (δηλαδή την παρέμβαση των
κοινωνικών και πολιτικών αγώνων).
Πολάκης ο
…πολύτιμος
Σε αυτό το πλαίσιο όμως είμαστε μάρτυρες μια ουσιώδους
μετάλλαξης και υποβάθμισης της αστικής πολιτικής! Όταν η κατανομή των
σημαντικότερων κονδυλίων του κρατικού προϋπολογισμού προαποφασίζεται ερήμην της
Βουλής και μακριά από το δημόσιο διάλογο τελώντας μόνο υπό την έγκριση και τον
έλεγχο ενός παντελούς ανεξέλεγκτου Δημοσιονομικού Συμβουλίου τότε είναι εμφανές
ότι οι σημαντικότερες παράμετροι της πολιτικής έχουν τεθεί σε έναν αυτόματο
πιλότο, μακριά από την κοινωνία.
Εδώ μάλιστα είναι εντυπωσιακή η σιγή ιχθύος
της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που εμφανίζεται με βάση όλες τις δημοσκοπήσεις
ότι θα κερδίσει τις επόμενες εκλογές.
Είχε επομένως, θεωρητικά μιλώντας, έναν
λόγο παραπάνω να αντιδράσει σε κάθε
προσπάθεια να βρεθεί προ τετελεσμένων και να κληθεί να εφαρμόσει
προαποφασισμένες πολιτικές.
Αντίθετα όμως η Νέα Δημοκρατία, σοφά ποιούσα,
συνέχισε να ασχολείται με τον …Πολάκη! Η
πλήρης έλλειψη αντίδρασης εκ μέρους της απέναντι στο Πρόγραμμα Σταθερότητας του
ΣΥΡΙΖΑ είναι για πολλούς λόγους αποκαλυπτική.
Πρώτο, δείχνει ότι συναινεί στην
αφαίρεση αρμοδιοτήτων από την πολιτική
και τη μετάθεσή τους στους σκοτεινούς διαδρόμους των Βρυξελλών.
Δεύτερο,
δείχνει ότι συμφωνεί με όσα αντιλαϊκά προβλέπει ο ΣΥΡΙΖΑ για την οικονομία τα
επόμενα χρόνια.
Και, τρίτο, και το σημαντικότερο, δείχνει τη βαθιά συμφωνία
ΣΥΡΙΖΑ – ΝΔ στο περιεχόμενο της ακολουθούμενης πολιτικής. Τούτων δοθέντων ο
Πολάκης ακόμη κι αν δεν υπήρχε έπρεπε να εφευρεθεί για να καλύπτει τη συμφωνία
ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ στα πιο ουσιώδη όπως είναι η μείωση στα κονδύλια για παιδεία και
υγεία.
Το Πρόγραμμα Σταθερότητας, επί της ουσίας, είναι φορομπηχτικό
και αντιλαϊκό.
Είναι φορομπηχτικό επειδή προβλέπει την εμφάνιση πρωτογενών
πλεονασμάτων μέχρι το 2022, ύψους 3,5% του ΑΕΠ.
Πρόκειται για κονδύλια που
αφαιρούνται από τις Δημόσιες Επενδύσεις και την κατανάλωση καταδικάζοντας την
απασχόληση και την ευημερία.
Ο ΣΥΡΙΖΑ μάλιστα όχι μόνο αφαιρεί 3,5% του ΑΕΠ
κάθε χρόνο, αλλά επάνω σε αυτή την κλοπή προσθέτει άλλη μία, του
υπερπλεονάσματος: 0,6% για το 2019 (1,14 δισ.), 0,4% για το 2020 (800 εκ.),
0,6% για το 2021 (1,22 δισ.) και 1,1% για το 2022 (2,33 δισ.) με βάση τα οποία
θα ασκήσει μια υποτιθέμενη κοινωνική πολιτική.
Συνολικά πρόκειται για 5,5 δισ.
ευρώ ή 2,7% του ΑΕΠ που θα αφαιρεθούν από το εισόδημα της κοινωνίας για να
διανεμηθούν ξανά. Στην πραγματικότητα θα είναι μια μάχη εντυπώσεων. Μόνο κατ’
ευφημισμόν μπορεί να χαρακτηρισθεί κοινωνική πολιτική γιατί ως προαπαιτούμενο,
όρο εκ των ων ουκ άνευ, έχει την υπερ-φορομπηξία!
Εάν και μόνο εάν υλοποιηθεί
με επιτυχία η υπερ-αφαίμαξη θα μπορούν ΝΔ ή ΣΥΡΙΖΑ να διανείμουν στη συνέχεια
τα ψίχουλα.
Το Πρόγραμμα Σταθερότητας είναι επίσης αντιλαϊκό επειδή
προβλέπει μείωση δαπανών.
Για την υγεία συγκεκριμένα από 5,2% του ΑΕΠ το 2017
θα μειωθούν τα κονδύλια σε 4,7% το 2022, για την παιδεία από 3,9% του ΑΕΠ σε
3,5% και για κοινωνική προστασία από 19,4% του ΑΕΠ σε 17,4%.
Οι συνολικές
δημόσιες δαπάνες σύμφωνα με το Πρόγραμμα Σταθερότητας του ΣΥΡΙΖΑ, που θα το
ζήλευε και η ΝΔ, θα μειωθούν από 47,3%
σε 42,5%. Πρόκειται επομένως για ένα σχεδιασμό που προβλέπει συρρίκνωση του κοινωνικού
κράτους και των σχετικών δαπανών ως ποσοστό του παραχθέντος προϊόντος.
Με άλλα
λόγια, τα κονδύλια που, κατά τεκμήριο, διευκολύνουν τις εργατικές οικογένειες
απαλλάσσοντας τις από ένα σοβαρό κόστος πρόκειται να μειωθούν ως ποσοστό του
ΑΕΠ. Περιττό να ειπωθεί ότι αν μειωθούν τα κονδύλια για σχολεία και την
πρωτοβάθμια υγεία κάποια άλλοι λογαριασμοί θα αβγατύνουν…
Εκεί που
μας χρωστούσαν…
Αντί λοιπόν η κυβέρνηση να απολογηθεί για τη νεοφιλελεύθερη
πολιτική που εφαρμόζει, αναζητώντας το χρίσμα των Ευρωπαίων και διευκολύνοντας
την ΝΔ, στο πλαίσιο άτυπης ενημέρωσης με ημερομηνία 3 Μαΐου το υπουργείο
Οικονομικών επιχειρεί να κάνει το άσπρο …μαύρο.
Με απύθμενο θράσος επιτίθεται
«σε διάφορα μέσα που κάνουν λόγο για μείωση των δαπανών σε υγεία και παιδεία τα
επόμενα χρόνια», αντιτείνοντας ότι «η υποτιθέμενη μείωση των δαπανών σε υγεία
και παιδεία είναι στην πραγματικότητα αύξηση κατά 600 εκ. ευρώ για την υγεία
και πάνω από 400 εκ. ευρώ στην παιδεία. Απλά η αύξηση αυτή είναι μικρότερη από
την αύξηση του ΑΕΠ».
Η ευκλείδειος αριθμητική ισοδυναμεί με πολιτική απάτη και
μαγειρική, γιατί η μείωση των δαπανών ως ποσοστό του ΑΕΠ (που είναι το μέγεθος
το οποίο εξετάζεται σε όλες τις διεθνείς συγκρίσεις, καταδικάζοντας την Ελλάδα
στις χειρότερες θέσεις διεθνώς ως τώρα και σε ακόμη χειρότερες στο μέλλον) δεν
αναιρεί την αύξησή τους ως απόλυτο μέγεθος, όπως υποστηρίζει το υπουργείο.
Αυτή όμως η αριθμητική αύξηση σε απόλυτα
μεγέθη θα υπολείπεται της αύξησης
που θα έχει καταστήσει δυνατή η αύξηση του
κοινωνικού πλούτου! Έτσι, το μεγάλωμα της πίτας κατά πώς λέγεται, με βάση το
σχεδιασμό του ΣΥΡΙΖΑ κι όχι της Δεξιάς, θα επιφέρει μια σχετική επιδείνωση του
μεριδίου των κοινωνικών δαπανών, αποδεικνύοντας ότι το λεγόμενο κοινωνικό
μέρισμα ακόμη κι αν αυξάνεται κατά 1 δισ. μπορεί να μειώνεται σε σχετικούς
όρους…
Τα πράγματα μάλιστα θα εξελιχθούν χειρότερα γιατί οι
προβλεπόμενοι ρυθμοί μεγέθυνσης τελικά θα μείνουν στα χαρτιά. Κι αυτό που στο
τέλος θα ισχύσει θα είναι η μείωση των δαπανών για υγεία και παιδεία από 5,2%
και 3,9% το 2017 σε 4,7% και 3,5% αντίστοιχα…
[---->]