του Andrea Zhok
Στην ανάλυση των ταραχών στη Γαλλία (που από χθες επεκτάθηκε
και στη Λωζάνη), συνεχίζει να
ενεργοποιείται επίμονα ένας παραπλανητικός ερμηνευτικός μηχανισμός. Συνεχίζουν να αντιπαρατίθενται δύο αναγνώσεις που
παραδοσιακά συνδέονται με την "αριστερά" και τη "δεξιά".
Η πρώτη είναι μια οικονομιστική ανάγνωση που βλέπει στην
εξέγερση μια αμφισβήτηση της κατάστασης φτώχειας και εκμετάλλευσης.
Η δεύτερη είναι μια εθνοπολιτισμική ανάγνωση που βλέπει στην
εξέγερση μια αμφισβήτηση του ντόπιου πολιτισμού και της κουλτούρας από μια
διαφορετική εισαγόμενη κουλτούρα, που συνδέεται με τους μετανάστες.
Το γεγονός ότι χρησιμοποιούνται αυτές οι δύο ερμηνείες ως
αντιθετικές και ως εναλλακτικές είναι ένα ακόμη παράδειγμα του γεγονότος ότι
σήμερα οι κατηγορίες που καλλιεργούνται μονομερώς από τη δεξιά και την αριστερά
είναι παρωχημένες και άχρηστες. Είναι επίσης ένα σημάδι της ολοένα και πιο
διαδεδομένης φτώχειας της θεωρίας ότι δεν καταφέρνουμε να ξεφύγουμε από τα
αφηρημένα απλουστευτικά σχήματα.
Με την
υιοθέτηση αυτής της διπλής ανάγνωσης πολλά πράγματα παραμένουν κρυμμένα και συγκεκαλυμμένα.
Πρώτον, η διαφορετική αυτή ερμηνεία δεν παίρνει υπόψη της το
γεγονός ότι το χρήμα, η οικονομική επιτυχία, σε κοινωνίες όπως αυτές του
σύγχρονου φιλελεύθερου καπιταλισμού, αντιπροσωπεύει την πρώτη μορφή κοινωνικής
αναγνώρισης. Κάποιος αναγνωρίζεται ως πλήρης και νόμιμος εκπρόσωπος της
κοινωνίας στο βαθμό που διαθέτει ένα συγκεκριμένο εισόδημα. Αν λοιπόν, το να
βρίσκεται κανείς στην πλευρά της οικονομικής αποτυχίας, της σχετικής φτώχειας,
συμπίπτει, λίγο ή πολύ, με το να είναι μη ιθαγενής (μετανάστης), είναι σαφές
ότι θα αυτοπροσδιορίζεται ως ομάδα σε κατάσταση μόνιμης κατωτερότητας ως
εθνοτικά ή θρησκευτικά "άλλος" (στο βαθμό που αυτή η λογική είναι
εντελώς συγκυριακή).
Δεύτερον, αυτή η αμφίπλευρη ανάγνωση δεν βλέπει ότι το χρήμα
στις κοινωνίες μας δεν είναι ουσιαστικά ένα μέσο βιοπορισμού, αλλά ένα μέσο
(και σύμβολο) εξουσίας. Στην αξιακή διαμόρφωση των φιλελεύθερων δημοκρατιών, το
πρόβλημα δεν είναι ποτέ η απόλυτη φτώχεια, αλλά η σχετική φτώχεια. Είναι
χαρακτηριστικό ότι αυτές οι εξεγέρσεις προωθούνται συνήθως από μετανάστες
δεύτερης γενιάς. (Αυτός, παρεμπιπτόντως, είναι ο λόγος για τον οποίο αυτό το
στάδιο της υποβάθμισης δεν έχει εμφανιστεί ακόμη στην Ιταλία αφού ακόμη έχουμε
να κάνουμε κυρίως με μετανάστες πρώτης γενιάς). Οι μετανάστες πρώτης γενιάς
προέρχονται από διαφορετικά αξιακά πλαίσια που τους σπρώχνουν να εστιάζουν την
προσοχή τους στην απόλυτη φτώχεια, μια παράμετρο στην οποία η μετάβαση από μια
αναπτυσσόμενη χώρα σε μια βιομηχανική χώρα αποτελεί γενικά πρόοδο: έχεις
λιγότερες πιθανότητες να πεθάνεις από πείνα στα γαλλικά προάστια από ό,τι στις
φτωχές περιοχές της Βόρειας Αφρικής. Αλλά μόλις αφομοιωθούν οι δυτικές
"αξίες", το να είσαι σταθερά στην πλευρά των ηττημένων στον χαρούμενο
φιλελεύθερο ανταγωνισμό θεωρείται πολύ απλά ως απαράδεκτη κατάχρηση.
Τρίτον, η ανάγνωση αυτή ξεχνά ένα άλλο θεμελιώδες γεγονός, το
οποίο έχει αναδειχθεί εδώ και καιρό στις κοινωνικοοικονομικές αναλύσεις, δηλαδή
το γεγονός ότι το σύστημα αξιών που βασίζεται στο ανταγωνιστικό μοντέλο του
Homo Oeconomicus, δηλαδή στο άτομο που καθοδηγείται μονοσήμαντα από τη
μεγιστοποίηση του ατομικού συμφέροντος, δημιουργεί συστηματικά και αναγκαστικά
"παράσιτα" (free riders,χαραμοφάηδες).
Αυτό επειδή οι κοινωνικοί κανόνες έχουν δύο πιθανές φύσεις:
μπορεί να είναι κανόνες που καθοδηγούνται από το κέρδος ή κανόνες που
καθοδηγούνται από μια κοινή αξία (ηθικοί κανόνες).
Στα φιλελεύθερα-δημοκρατικά μοντέλα, οι κανόνες που
καθοδηγούνται από το κέρδος είναι κυρίαρχοι, σχεδόν μονοπωλιακοί, και οι
κανόνες αυτοί ουσιαστικά λένε πως είναι χρήσιμο για όλους να τηρούν ορισμένους
κανόνες (είναι χρήσιμο να πληρώνουν φόρους γιατί έτσι υπάρχουν δημόσιες
υπηρεσίες, είναι χρήσιμο να πληρώνουν το εισιτήριο του λεωφορείου γιατί έτσι
υπάρχουν δημόσιες συγκοινωνίες κ.λπ.) Μόνο που, αν το κίνητρο είναι η
χρησιμότητα, μπορεί η χρησιμότητά μου να αυξάνεται κι άλλο αν μπορώ να
παραβιάζω ιδιωτικά τον κανόνα: αν δεν πληρώσω φόρους, οι υπηρεσίες συνεχίζουν
να υπάρχουν επειδή πληρώνουν οι άλλοι, και εγώ έχω μόνο πλεονεκτήματα. Συνεπώς,
έχω κίνητρο να ακολουθήσω τους κανόνες που βασίζονται στο κέρδος μόνο εφόσον η
ζημιά που μπορώ να πάθω από την παραβίασή τους είναι χειρότερη από τα οφέλη που
προκύπτουν από την παραβίασή τους. Αυτό όμως έχει μια άμεση συνέπεια: όσο
λιγότερα έχω να χάσω, τόσο περισσότερο θα τείνω να παραβιάζω αυτούς τους
κανόνες. Αυτό σημαίνει ότι οι παραβιάσεις των κανόνων που βασίζονται στο κέρδος
σε μια φιλελεύθερη κοινωνία θα έχουν την τάση να αυξάνονται εκρηκτικά όταν υπάρχουν
περισσότεροι άνθρωποι που έχουν λίγα ή τίποτα να χάσουν.
Ταυτόχρονα, οι κανόνες με βάση το κέρδος που χαρακτηρίζουν τη
Δύση έρχονται σε σύγκρουση - και μοιραία χάνουν - με τους ηθικούς κανόνες που
εξαρτώνται από την παράδοση ή την κοινοτική βάση. Και αυτό ισχύει ιδιαίτερα σε
λαϊκά περιβάλλοντα, και πολύ περισσότερο σε λαϊκά περιβάλλοντα με υπερ
φιλελεύθερες πολιτισμικές καταβολές (π.χ. ισλαμικές, αλλά αυτό ισχύει για κάθε
θρησκεία και κάθε κοινοτική κουλτούρα).
Οι κανόνες του χρήσιμου μπορούν να παραβιάζονται κανονικά, αν
μας χρησιμεύει σε κάτι. Οι ηθικοί κανόνες, ωστόσο, καθορίζουν την προσωπικότητά
σας, τη θέση σας, και δεν μπορούν να
παραβιαστούν ανάλογα με τη σκοπιμότητα. Αυτό δημιουργεί ένα διπλό δίπολο: από
τη μια οι "δικοί μας" κανόνες της περιθωριακής υποομάδας,
απαραβίαστοι και συχνά ενισχυμένοι με δραστικές κυρώσεις, και από την άλλη οι
κανόνες "του συστήματος", διαπραγματεύσιμοι και κατά βάση
πλασματικοί.
Και εδώ είναι που το εκτός Δύσης (εκτός φιλελευθερισμού)
υπόβαθρο συμπίπτει και πάλι με την
συγκυριακή πραγματικότητα αυτών των εκτός κάστας ομάδων.
Οι μετανάστες δεύτερης γενιάς ζουν τυπικά σε μια κατάσταση
διχασμένων αξιών. Από τη μία, η παράδοση από την οποία προέρχονται λόγω
καταγωγής, κοινοτική και θρησκευτική, συν το αναγκαστικά κοινοτικό περιβάλλον
στο οποίο ζουν στις συνοικίες της περιφέρειας των πόλεων, τους παρέχει μια
διάσταση του ανήκειν και ηθικούς κανόνες που πρέπει να σέβονται μέσα στην ίδια
τους την ομάδα, στις ίδιες τους τις συνοικίες. (Δεν χρειάζεται να φανταστεί
κανείς ιδιαίτερα περίπλοκα πράγματα, αλλά όλες αυτές οι περιφερειακές
υποκουλτούρες δημιουργούν κώδικες και κανόνες εσωτερικής πίστης και συνύπαρξης,
η παραβίαση των οποίων τιμωρείται όχι από τα δικαστήρια, αλλά με πολύ πιο ωμά
μέσα). Από την άλλη πλευρά, η έκθεση στην κυρίαρχη φιλελεύθερη κουλτούρα στην
οποία είναι βυθισμένοι δημιουργεί έναν χώρο πλασματικών κανόνων (οι νόμοι του
κράτους) στους οποίους δεν αναγνωρίζουν καμία εξουσία και τους οποίους όποιος
είναι ικανός να τους παραβιάσει κερδίζοντας ενθαρρύνεται να το κάνει.
Είναι σε αυτό το περιβάλλον που μπορεί να γεννηθεί και, ως
υποπροϊόν ο ισλαμικός εξτρεμισμός που είδαμε να λειτουργεί στις επιθέσεις στη
Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, το Βέλγιο, την Ισπανία κ.λπ.. Εδώ, σε όσους
στρέφονται προς το Ισλάμ,το Ισλάμ αναλαμβάνει το ρόλο ενός εσωτερικού
κανονισμού, σε ηθική βάση, της κοινότητας σε αντίθεση με τους πλασματικούς
κανόνες του κράτους. Αλλά θα ήταν λάθος μας να σκεφτούμε ότι εδώ βρισκόμαστε
μπροστά σε μια αντίθεση μεταξύ "ισλαμικής θρησκείας" και "δυτικών
αξιών". Όσοι τροφοδοτούν αυτή την ανάγνωση θεωρώντας την ως μια επανέκδοση
του ματς "Χριστιανισμός εναντίον Ισλάμ" δημιουργούν ξανά, άθελά τους
ίσως, μια λανθασμένη ανάγνωση που μεγεθύνει τον εθνοπολιτισμικό παράγοντα για
να κρύψει τον κοινωνικοοικονομικό.
Το λάθος αυτής της ανάγνωσης βρίσκεται σε μια συγκεκριμένη
δυτική ιδεολογία, που τροφοδοτείται εργαλειακά επειδή είναι οικονομικά χρήσιμη:
η ιδεολογία αυτή φαντάζεται ότι δεν υπάρχουν πραγματικά πολιτισμικές,
εθνοτικές, παραδοσιακές διαφορές που να έχουν αυτόνομη σημασία- φαντάζεται ότι
όλες αυτές θα εξαφανιστούν αυτόματα όταν έρθουν σε επαφή με τον ανώτερο
οικουμενιστικό πολιτισμό της Δύσης. Αυτή η αυτάρεσκη και αυτοδικαιωμένη
ιδεολογία προώθησε, και συνεχίζει να προωθεί, τους μεταναστευτικούς μηχανισμούς
ως οικονομικό αγαθό (και βραχυπρόθεσμα είναι) που προορίζεται να παράγει μια
αρμονική κοινωνία διάστικτη από πολυπολιτισμική ζωντάνια.
Αυτή η ειρηνική, αλαζονική και υποκριτική άποψη κρύβει
συστηματικά κάτω από το χαλί ένα θεμελιώδες γεγονός, ότι δηλαδή ακριβώς στις
κοινωνίες μας οι μηχανισμοί του ανταγωνισμού της αγοράς δημιουργούν δομικά
κατακερματισμό, αποκλεισμό και εκμετάλλευση και ότι η μετανάστευση χρησιμεύει
κυρίως ως ρυθμιστικός παράγοντας άμβλυνσης αυτής της δυναμικής για τους
ενταγμένους ("Θέλεις να έχεις μια σύνταξη; Χρειαζόμαστε νέο αίμα για να
δουλέψει με χαμηλές απαιτήσεις". - "Θέλετε το παιδί σας να έχει τις
προοπτικές που είχατε εσείς; Χρειαζόμαστε κάποιον να μαζεύει ντομάτες και να
αδειάζει βόθρους χωρίς να τραβάει την προσοχή").
Φυσικά, πρόκειται για πλασματικές, πρόσκαιρες λύσεις, που δεν
αλλάζουν σε τίποτα τη δομική τάση του συστήματος, η οποία βαδίζει προς τη
συγκέντρωση εξουσίας-χρήματος σε λίγα χέρια και την προλεταριοποίηση όλο και
μεγαλύτερων τμημάτων του πληθυσμού.
Όμως ο καπιταλισμός - και οι φιλελεύθερες δημοκρατικές
κοινωνίες των οποίων αποτελεί τη ραχοκοκαλιά - ζουν βραχυπρόθεσμα και για ένα
σύντομο χρονικό διάστημα. Και όλα τα άλλα είναι πλήξη, μέχρι να σου κάψουν το
αυτοκίνητο.
https://www.facebook.com/andrea.zhok.5