Και δικά τους δικαστήρια θέλουν οι πολυεθνικές

Η πρόβλεψη για εξωδικαστικό μηχανισμό επίλυσης διαφορών στον οποίο θα μπορούν να προσφεύγουν οι ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις, παρακάμπτοντας ουσιαστικά την τακτική δικαιοσύνη στη χώρα, που προβλέπει η συμφωνία για  ζώνη ελεύθερου εμπορίου Ευρώπης- ΗΠΑ,  μπορεί να αποδειχθεί «δούρειος ίππος» για να βρεθούν οι ευρωπαίοι  καταναλωτές σε ομηρία από τις πολυεθνικές.
Ουσιαστικά, με τον τρόπο αυτό η  συμφωνία μπορεί να οδηγήσει σε κατάργηση των περισσότερων πολιτικών ενίσχυσης π.χ. στη γεωργία με επιχείρημα ότι  παρεμποδίζει τις ξένες επενδύσεις. Παράλληλα, ανοίγει ο δρόμος για να καταργηθεί η πολιτική ευρωπαϊκών κρατών να ενισχύσουν συγκεκριμένους τομείς της οικονομίας, του πολιτισμού και της απασχόλησης.
Μάλιστα δεν είναι λίγοι οι αναλυτές που υποστηρίζουν, ότι η συνθήκη στην πραγματικότητα δεν ευνοεί ούτε τις ΗΠΑ ούτε την ΕΕ,  αλλά τις πολυεθνικές, οι οποίες  θα μπορούν να ανατρέπουν, στον όνομα της ελευθερίας του εμπορίου, ακόμα και αποφάσεις των κοινοβουλίων.

Τα εσωτερικά διαιτητικά δικαστήρια  στα οποία θα μπορούν οι μεγάλοι όμιλοι να προσφεύγουν όταν δεν είναι σύμφωνοι με τις εθνικές νομοθεσίες, παρέχουν τη δυνατότητα σε ένα εξωδικαστικό σώμα να αποφασίζει και οι αποφάσεις αυτού του σώματος θα επιβάλλονται λίγο-πολύ στις κυβερνήσεις. Ένα πολύ κλασικό παράδειγμα είναι αυτό που έγινε στην Ουρουγουάη, όπου η Φίλιπ Μόρις μήνυσε την κυβέρνηση, γιατί θέλησε να βάλει στα πακέτα των τσιγάρων προειδοποίηση ότι ο καπνός κάνει κακό στην υγεία.
Αντίστοιχες προσφυγές «απειλούν» ακόμα και τις ισχυρές οικονομίες της ευρωζώνης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, είναι η προσφυγή της σουηδικής εταιρίας Vattenfall κατά της Γερμανίας σε διαιτητικό σώμα, στην Ουάσιγκτον.
Είναι γνωστή και η προσφυγή του πετρελαϊκού ομίλου Lone Pine σε βάρος του Καναδά, επειδή η καναδική κυβέρνηση ήθελε να απαγορεύσει τη μέθοδο Fracking.

 Ειδικά για την Ελλάδα, το άνοιγμα της διατλαντικής αγοράς εγκυμονεί κινδύνους για τα αγροτικά προϊόντα και ιδιαίτερα για τις παραδοσιακές «ονομασίες προέλευσης. Η γαλλική εμπειρία με τα ‘μικρά κρασιά, αλλά και με τους μικρούς παραγωγούς των τυριών, μπορεί να αποτελέσει ένα σαφές δείγμα της απειλής. Κριτική ασκούν πολλοί ευρωβουλευτές και στη σχεδιαζόμενη αμοιβαία αναγνώριση των προδιαγραφών ποιότητας και ελέγχου τροφίμων, που θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα την ελεύθερη εισαγωγή ορμονούχων τροφίμων ή προϊόντων που έχουν υποστεί επεξεργασία με χημικές ουσίες.

Το δίκαιο εμπόριο

Η «βιομηχανοποιημένη» αγροτική παραγωγή των Αμερικανών με οικονομίες κλίμακας και υψηλή παραγωγικότητα, δεν προκαλεί ανησυχία μόνο στους Ευρωπαίους καλλιεργητές που επιμένουν σε πιο παραδοσιακά μέσα παραγωγής, αλλά και στις οργανώσεις που έχουν εξειδικευθεί στο δίκαιο και αλληλέγγυο εμπόριο (fair trade).
Οι οργανώσεις αυτές προσφέρουν διέξοδο σε μικρούς παραγωγούς και οικογενειακές επιχειρήσεις από αναπτυσσόμενες χώρες, κυρίως στην Αφρική και τη Λατινική Αμερική, που έχουν τη δυνατότητα να εμπορεύονται τα προϊόντα τους χωρίς την ασφυκτική πίεση του ανταγωνισμού και με εγγυημένο ένα αξιοπρεπές ποσοστό κέρδους που τους επιτρέπει να ζουν από την εργασία τους. Τα πιο δημοφιλή προϊόντα «δίκαιου εμπορίου» είναι ο καφές, το τσάϊ, το κακάο, εξωτικά φρούτα και άλλα τρόφιμα, ρούχα ή ακόμη και χειροποίητα έπιπλα. Οι μικροί παραγωγοί στις αναπτυσσόμενες χώρες ανησυχούν ιδιαίτερα για τις διαπραγματεύσεις Ευρώπης- ΗΠΑ, με στόχο μία κοινή ζώνη ελεύθερων συναλλαγών (ΤΤΙP), που θα καταργεί τους εμπορικούς δασμούς για αμερικανικά αγροτικά προϊόντα στην Ευρώπη και αντιστρόφως.
Εάν συμβεί αυτό, τότε θα καταργηθούν και τα όποια προνόμια παραχωρούσε μέχρι σήμερα η Ευρώπη στις αναπτυσσόμενες χώρες για να διευκολύνει τις εξαγωγές τους στις ευρωπαϊκές αγορές.

Ο πολιτισμός
Μπορεί όλη η φιλοσοφία της κριτικής στην περίφημη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου ΗΠΑ-ΕΕ να  εντοπίζεται στην ποιότητα ζωής και στον περιορισμό των δικαιωμάτων των ευρωπαίων καταναλωτών, αλλά ελάχιστα έχουν λεχθεί για τις καταστροφικές επιπτώσεις που θα έχει  στη δυνατότητα των ευρωπαϊκών κρατών να ενισχύσουν συγκεκριμένους τομείς της οικονομίας, του πολιτισμού και της απασχόλησης και να λειτουργούν ως ρυθμιστικοί παράγοντες της αγοράς και της κοινωνίας.
Στην πραγματικότητα, η συμφωνία παραδίδει τις κοινωνίες στους επενδυτές.
Για παράδειγμα, μία τέτοια συμφωνία θα μπορούσε να εξαφανίσει τον ευρωπαϊκό κινηματογράφο και να τον παραδώσει στο Χόλιγουντ.
Φανταστείτε έναν Αμερικανό παραγωγό ταινιών, που θα στραφεί εναντίον  στον επιδοτούμενο ευρωπαϊκό (γερμανικό ή γαλλικό ή και ακόμα ελληνικό) κινηματογράφο. Σύμφωνα με τους όρους της συμφωνίας, θα δικαιούται να απαιτήσει είτε την καταβολή ανάλογων επιδοτήσεων με τους ευρωπαίους είτε να ζητήσει να επιστραφούν τα χρήματα των επιδοτήσεων που έχουν δοθεί για ένα ευρωπαϊκό φιλμ.
Ανάλογες επιπτώσεις θα μπορούσε να έχει στο θέατρο, ακόμα και στην προσπάθεια των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων να ενισχύσουν μέσω επιδότησης της εργασίας συγκεκριμένες ομάδες πληθυσμού ή και -ακόμα- δραστηριότητες μέσω επιδοτούμενων δράσεων.
[--->]
Share