Joseph Halevi : Η μεγάλη κρίση






1 ) Καθ. Halevi, στην εργασία σας "Η Μεγάλη Ύφεση και η τρίτη κρίση της Οικονομικής Θεωρίας" που συγγράψατε με τον Riccardo Bellofiore, υποστηρίζετε ότι, παράλληλα με την μεγάλη καπιταλιστική κρίση της περιόδου 2007-2008 , έχουμε ν'αντιμετωπίσουμε και την τρίτη κρίση της οικονομικής θεωρίας . Μπορείτε να μας εξηγήσετε εν συντομία , τι εννοείτε ; Ποιες ήταν οι δύο πρώτες κρίσεις;

Η κρίση του 2007 είναι , φυσικά, και μια κρίση όλων αυτών των θεωρητικών προσεγγίσεων που εξυμνούσαν την αποτελεσματικότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ως  πομπούς αξιόπιστων πληροφοριών για να μην πούμε τέλειων. Αλλά αυτό δεν είναι ιδιαίτερα σημαντικό. Η φάση που ξεκινά από το 2007, βάζει σε κρίση και όλες εκείνες τις απόψεις σύμφωνα με τις οποίες από το 1980 και μετά, δηλαδή , από τον Ronald Reagan και τη Margaret Thatcher , το οικονομικό σύστημα θα προχωρούσε με νεοφιλελεύθερες πολιτικές που αποσκοπούν στη μείωση του ρόλου του κράτους σε όφελος της αγοράς .


Κάτι τέτοιο όμως δεν συνέβη, αφού με πολλούς τρόπους το κράτος ή κρατικοί φορείς των οποίων οι αποφάσεις δεν μπορούν να αμφισβητηθούν ( όπως αυτοί της ΕΕ ) ενίσχυσαν τη δράση τους και την παρέμβαση τους σε ζητήματα οικονομίας, παρεμβαίνοντας ενεργά στη μετατόπιση των οικονομικών και κοινωνικών σχέσεων , όχι μόνο προς όφελος του κεφαλαίου γενικά , αλλά και προς όφελος προεπιλεγμένων καπιταλιστικών ομίλων (ο Bellofiore έγραψε αρκετά σχετικά με την ψευδή παράσταση του νεοφιλελευθερισμού από τη μεριά της αριστεράς ) .


Τέλος, αποδείχτηκε λάθος η άποψη ότι η κρίση είναι αποτέλεσμα της συγκράτησης των μισθών και της μισθολογικής στασιμότητας ( στις ΗΠΑ αρχικά και σταδιακά και στην Ευρώπη ) , η οποία ώθησε τα νοικοκυριά στο δανεισμό .Εχω την εντύπωση ότι η δυναμική ήταν διαφορετική . Η στασιμότητα των μισθών και οι αλλαγές στην οικονομία, που πάντα στηρίζονταν στο κράτος μέχρι την παραμικρή λεπτομέρεια,επέτρεψαν να πιαστούν με ένα σμπάρο δυο τρυγόνια. 

Από τη μία πλευρά , η στασιμότητα των μισθών μείωνε την πίεση στο κόστος εργασίας και-κάτι ακόμα πιο σημαντικό από το κόστος εργασίας- μείωνε κυρίως το ενδεχόμενο της οργανωμένης αντίστασης στις αποφάσεις της εργοδοσίας. Στις Ηνωμένες Πολιτείες ,η  μετεγκατάσταση βιομηχανιών , αρχικά προς το Μεξικό και στη συνέχεια μαζικά , προς την Κίνα βάδισαν χέρι-χέρι με την εξασθένηση μισθών και συνδικάτων που ήταν τα κοινωνικά εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν για να περάσουν αυτές οι μετεγκαταστάσεις .
Με άλλα λόγια : οι επιχειρήσεις δεν θα μπορούσαν να μετεγκατασταθούν στο εξωτερικό τόσο εύκολα, αν οι εργαζόμενοι δεν είχαν μπει ήδη σε βαθιά κρίση, τόσο, που να μη μπορούν να προβάλλουν σοβαρή αντίσταση. Από την άλλη, οι αλλαγές στην οικονομία, η επινόηση νέων μορφών πολλαπλασιασμού των τίτλων , που ευνοούνταν από τις πολιτικές των κρατικών οργανισμών , δημιούργησαν αυτό που ο Riccardo Bellofiore ονόμασε ιδιωτικοποιημένο οικονομικό κεϋνσιανισμό. 





Δηλαδή, το χρέος δεν ήταν απλά ένα στοιχείο που εξισορρόπησε τη στασιμότητα των μισθών αλλά κάτι περισσότερο. Το κράτος επέτρεψε στους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς  να αναζητήσουν και να δημιουργήσουν υποκείμενα που θα μπορούσαν να δανειστούν, ακόμα και μεταξύ των χαμηλότερων εισοδηματικά τάξεων οι οποίες διαφορετικά δεν θα μπορούσαν να έχουν πρόσβαση σε μια τόσο μεγάλη μάζα δανείων . 



Μ'αυτό τον τρόπο οι ΗΠΑ στήριξαν την παγκόσμια πραγματική ζήτηση : μέσω της μετεγκατάστασης των επιχειρήσεων στο εξωτερικό και τις εισαγωγές από τον υπόλοιπο κόσμο που ακολούθησαν.Αν προσέξουμε καλύτερα οι χώρες που από το 1985-2007 είχαν ρυθμό ανάπτυξης αντάξιο του ονόματός τους είναι η Κίνα , η Ινδία , τις ΗΠΑ και μερικές άλλες. Στις ΗΠΑ ο ρυθμός αύξησης του κατά κεφαλήν εισοδήματος υπήρξε μέτριος , αλλά ο συνολικός, που περιλαμβάνει την αύξηση του πληθυσμού υπήρξε μεγαλύτερος από ό, τι στην Ευρώπη ή την Ιαπωνία . 





Επομένως, η διαδικασία που οδήγησε στην κρίση του 2007 έδειξε πόσο λάθος ήταν η αντίθεση χρηματιστικού κεφαλαίου προς την πραγματική οικονομία . Η φάση που ξεκίνησε με τις πολιτικές του Ρήγκαν βασίζεται στην ενσωμάτωση των δύο πλευρών μέχρι του σημείου που είναι αδύνατο να μπορεί να γίνει κάποια διάκριση . Οι άλλες δύο κρίσεις είναι αυτή του τέλους του Bretton Wooods το 1971 που συνδέεται με τον πόλεμο του Βιετνάμ , που εκτροχίασε τη δυναμική του μετά το 1945 καπιταλισμού, πάνω στον οποίο στηριζόταν η επέμβαση των ΗΠΑ στο Βιετνάμ , δηλαδή ο στρατιωτικός κεϋνσιανισμός. 


Για το λόγο αυτό , το 1972 η μεγάλη Joan Robinson στην περίφημη ομιλία της  στη συνεδρίαση της American Economic Association στη Νέα Ορλεάνη,  θεωρεί το τέλος του μεταπολεμικού συστήματος του λεγόμενου Bretton Wooods ως τη δεύτερη κρίση της πολιτικής και οικονομικής θεωρίας: δηλαδή του εφαρμοσμένου κεϋνσιανισμού-του στρατιωτικού- και του κευνσιανισμού των πανεπιστημιακών εγχειριδίων που εμφανίζουν την κεϋνσιανή ανεργία ως βραχυπρόθεσμο πρόβλημα. 


Τελικά , η πρώτη κρίση ήταν  αυτή της δεκαετίας του 1930 που οδήγησε στη λεγόμενη κεϋνσιανή επανάσταση αν και από το 1929 ,έχουμε το έργο του πολωνού μαρξιστή Michal Kalecki ,ο οποίος για τα προβλήματα με τα οποία είχε καταπιαστεί ο Κέυνς είχε αναπτύξει περισσότερο σημαντικές θέσεις .

2 ) Ο καπιταλισμός , των τριών τελευταίων δεκαετιών , κινήθηκε στην τροχιά της εργασιακής επισφάλειας, της χρηματιστικοποίησης και αυτό που εσείς, ο Francesco Garibaldo και ο Riccardo Bellofiore ονομάζεται "συγκέντρωση χωρίς συγκεντροποίηση". Κατά τη γνώμη σας, το ευρώ (με τους περιορισμούς του) μπορεί να θεωρηθεί ως απόλυτα οργανικό σ’ αυτό το παγκόσμιο καπιταλιστικό προτσές, δεδομένου ότι μας επιβάλλουν, με τα χέρια δεμένα, αυτές τις διεργασίες ευελιξίας της αγοράς εργασίας και καταστροφής των κοινωνικών δικαιωμάτων; Με λίγα λόγια , το ευρώ ως εργαλείο είναι κάτι πολύ ευρύτερο από την κρίση της ευρωζώνης ;

Δεν πιστεύω καθόλου, ότι το ευρώ είναι ένα σχέδιο με παγκόσμια προοπτική . Γεννήθηκε στην Ευρώπη και ούτε τόσο στην Ευρώπη. Γεννήθηκε στη Γαλλία, η Γερμανία δεν το ήθελε. Και θα πεθάνει μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας ... Το ευρώ δημιούργησε μια πολιτική και οικονομική συναίνεση, όχι μόνο στο στρατόπεδο των ισχυρότερων καπιταλιστικών ομίλων, για ένα ανταγωνισμό μεταξύ αυτών που είχαν τη δύναμη να επιβάλλουν με μεγαλύτερη επιτυχία τον αποπληθωρισμό των μισθών. 


Αυτό είναι το στοιχείο που ενοποιεί τα διάφορα τμήματα του ευρωπαϊκού κεφαλαίου . Αν δεν υπήρχε αυτό,  το ευρώ θα είχε ήδη τιναχτεί στον αέρα από την αντίδραση των άλλων χωρών της ευρωζώνης με τις μονομερείς ενέργειες της Γαλλίας και της Γερμανίας , για παράδειγμα , η ανακοίνωση του Παρισιού και του Βερολίνου στο τέλος του 2002, ότι δεν θέλουν να συμμορφωθούν με τα κριτήρια του Μάαστριχτ. Και πράγματι ,η Ολλανδία και η Αυστρία διαμαρτυρήθηκαν, αλλά η Γαλλία και η Γερμανία ούτε καν τις άκουσαν. Η Ιταλία φυσικά σιώπησε.

3 ) Συνεχίζοντας στο ζήτημα του ευρώ , σήμερα συζητιέται ασφαλώς πολύ περισσότερο από ό, τι πριν λίγα χρόνια . Πολλοί συνεχίζουν να το βλέπουν με ένα επίμονο "εξτρεμισμό" , όπως είπε ο Emiliano Brancaccio , ενώ άλλοι πιστεύουν ότι πρέπει να βγούμε από αυτό , χωρίς όμως να διευκρινίζουν αν θα συνεχίσουν ή όχι να βαδίζουν στα χνάρια της κυρίαρχης οικονομικής σκέψης ή θα επιστρέψουν σε ένα κεϋνσιανισμό κλασσικού τύπου, δηλαδή ,να ασκούν γενικές δημοσιονομικές επεκτατικές πολιτικές  για να στηριχτεί η συνολική ζήτηση . Συγκεκριμένα, με ποιο τρόπο πιστεύετε ότι θα πρέπει να κινηθεί ένα έθνος όπως η Ιταλία , η οποία περιλαμβάνεται χωρίς να το αξίζει μεταξύ των PIIGS (αν και πρόκειται για μια χώρα υψηλής αποταμίευσης των ιδιωτών ) , ώστε να βρεθεί κάποια λύση με τα προβλήματα που προκύπτουν από το ευρώ ; Είναι αρκετό να επιστρέψουμε στον Κέϋνς ή θα πρέπει να προχωρήσουμε περισσότερο; Αν η επιλογή είναι η έξοδος από την ΟΝΕ , πώς θα πρέπει να χειριστούμε αυτή την κατάσταση ;

Δυστυχώς , οι οικονομολόγοι δεν δίνουν καμία σημασία στη νομική πλευρά των οικονομικών συστημάτων, κάτι που θα πρεπε να γνωρίζουν . Δεν μπορεί κανείς να βγει από την ΟΝΕ , αν δεν βγει και από την Ευρωπαϊκή Ένωση . Για να μπορέσει να βγει μόνο από την ΟΝΕ στις Συνθήκες θα έπρεπε να περιλαμβάνεται ο διαχωρισμός της ευρωζώνης από την ΕΕ, κάτι που δεν υπάρχει, όπως δεν υπάρχει καμία ρήτρα εξόδου στα κείμενα νομιμοποίησης της Νομισματικής Ένωσης . 
Θα πρέπει να μελετηθεί η πολιτική οικονομία της ΕΕ και της ΟΝΕ . Αντί γιαυτό, βαδίζουμε με βάση κάποια μοντέλα όλο απριορίστικες κανονιστικές υποθέσεις ( έτσι θα πάει καλά ή έτσι θα πάει άσχημα , κλπ ... ), χωρίς ιδιαίτερη γνώση της ιστορίας και των πολιτικών, των οικονομικών και διακρατικών σχέσεων του συνολικού οικοδομήματος της ΟΝΕ, με την τελευταία να την θέλει όχι τόσο το ευρωπαϊκό κεφάλαιο, όσο το γαλλικό κράτος . Αλλά, η ερώτηση σας περιλαμβάνει διαπιστώσεις που κατά τη γνώμη μου θα πρέπει να τύχουν κριτικών διευκρινίσεων . Δεν καταλαβαίνω τι σημασία μπορεί να έχει η ιδιωτική αποταμίευση όταν στο σύνολο της εξαρτάται πάντα από τον όγκο των επενδύσεων . 

Στην Ιταλία π.χ., η αποταμίευση των νοικοκυριών-το 3,6%  του διαθέσιμου εισοδήματος , σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις του ΟΟΣΑ (OECD Economic Outlook) - κατέρρευσε λόγω της κρίσης που επιδεινώνεται από τις πολιτικές λιτότητας και , ως εκ τούτου , λόγω της σχετικής μείωσης των επενδύσεων . Θα ήθελα επίσης να επισημάνω ότι δεν μπορείτε να επιστρέψετε στον Κέϋνς επειδή στον Κέϋνς δεν φτάσαμε ποτέ παρά μόνο μέσα από τον "στρατιωτικό κευνσιανισμό" της περιόδου 1947-1971 ή ίσως και 47-74 . Τέλος , με ή χωρίς αναφορά στον Κέυνς , ακόμη και μετά το τέλος του Bretton Woods οι ΗΠΑ δεν εγκατέλειψαν ποτέ μια ενεργητική δημοσιονομική πολιτική που ικανοποιούσε τους στόχους των καπιταλιστικών ομίλων που , πότε ο ένας,πότε ο άλλος , ελέγχουν την κυβέρνηση . 

Στη προεδρεία Μπους του Μικρού, η Προεδρία των ΗΠΑ δεν έβαλε ποτέ βέτο στις προτεινόμενες αυξήσεις των ομοσπονδιακών δαπανών των Ρεπουμπλικάνων. Όλες αυτές οι δαπάνες είχαν βέβαια "κεϋνσιανά" αποτελέσματα, ειδικότερα, η περαιτέρω στρατιωτικοποίηση που ξεκίνησε από την κυβέρνηση Ρέιγκαν, αλλά δεν έγιναν με τη λογική της κεϋνσιανής πλήρους απασχόλησης . Βοηθούν , όμως , προκειμένου να αποδειχτεί ότι οι αντιλήψεις σύμφωνα με τις οποίες νεοφιλελευθερισμός σημαίνει λιγότερο κράτος , λιγότερες κρατικές δαπάνες και περισσότερο αγορά είναι λάθος. Είχαμε περισσότερο κράτος και περισσότερο ιδιωτικό κεφάλαιο. 
Η σημερινή αντιθεση  για το ύψος των δαπανών από τους ίδιους Ρεπουμπλικάνους, μοναδικό στόχο έχει το μπλοκάρισμα της λειτουργίας της προεδρίας Ομπάμα . Πρόκειται περί απλού σαμποτάζ. 
Στον Κέυνς δεν μπορούμε να επιστρέψουμε, επειδή  δεν ήμασταν ποτέ κεύνσιανιστές ,και ούτε και θα είμαστε ποτέ. Αυτό το πρόβλεψε ο ίδιος ο Κέυνς σε ένα άρθρο του στο αμερικανικό περιοδικό The New Republic το 1940 . Ο Κέυνς υποστήριξε ότι οι φιλελεύθερες δημοκρατίες δεν θα δεχόντουσαν να αυξήσουν ποτέ τις δημόσιες δαπάνες σε  σημείο που να ήταν δυνατόν να επιβεβαιωθεί η άποψη του για την οικονομία. Στην πράξη , ωστόσο , το σημείο αυτό επιτεύχθηκε και ξεπεράστηκε , χάρη όμως στον πυλώνα που αντιπροσώπευε ο στρατιωτικός κεϋνσιανισμος. 
Σήμερα δεν μπαίνει ζήτημα να πάμε πέρα από τον Κέυνς, αλλά ούτε και να επιστρέψουμε σ'αυτόν , αφού οι ​​πιθανότητες μιας ευρείας διαταξικής κοινωνικής συναίνεσης με άξονα τις λεγόμενες κεϋνσιανές πολιτικές απομακρύνονται όλο και περισσότερο εκτός αν προκύψουν στρατιωτικοί λόγοι παγκοσμίως,λόγοι που να αφορούν τόσο τις ΗΠΑ όσο και την Ευρώπη και την καπιταλιστική Ασία. Προς το παρόν , η κρίση έχει απομακρύνει ακόμα περισσότερο τις πιθανότητες ενός κεϋνσιανού διαταξικού συμβιβασμού. 

Δεν τον πιστεύουν οι  επιχειρηματίες,δεν το πιστεύουν οι "δεξαμενές σκέψεις" ( think tanks),  δεν τον πιστεύουν οι πολιτικοί και οι κεντρικοί τραπεζίτες , κλπ., ενώ η εξαρτημένη εργασία, οι επισφαλώς εργαζόμενοι και οι άνεργοι δεν διαθέτουν κάποια σοβαρή συνεπή πολιτική έκφραση στις κοινοβουλευτικές παρατάξεις. Οπότε, σαν μοναδική υπαρκτή προοπτική για τους εργαζόμενους φαντάζει η μαζική υπερψήφιση σχηματισμών της δεξιάς, όπως π.χ. το Εθνικό Μέτωπο στη Γαλλία .

4 ) Στην πραγματικότητα για τις χώρες που σήμερα μοιράζονται το ενιαίο νόμισμα, αυτό αποτελεί ένα είδος "νέου χρυσού κανόνα", αφού μεταξύ τους ισχύει ένα καθεστώς σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών . Υπό το πρίσμα αυτού πιστεύεται ότι μια πιθανή ρήξη του ευρώ , και , επομένως, μια επιστροφή σε ευέλικτες συναλλαγματικές ισοτιμίες, θα μπορούσε να εξασφαλίσει μεγαλύτερα περιθώρια για δημοσιονομικούς ελιγμούς σε σχέση με την παρούσα δομή της Ευρώπης ; Ποιά είναι τα πλεονεκτήματα ενός καθεστώτος ευέλικτων συναλλαγματικών ισοτιμιών σε σχέση με ένα σταθερό ;

Δεν αντιλαμβάνομαι προς τι, αυτή τη γοητεία με τις υποτιθέμενες θεραπευτικές ιδιότητες των ευέλικτων συναλλαγματικών ισοτιμιών. Αυτό που τρομάζει στο ευρώ δεν είναι η αδυναμία να υποτιμηθεί ή να αναπροσαρμοστεί η αξία του. Το 1953 ο Μίλτον Φρίντμαν έγραψε ένα εκτενές δοκίμιο που δημοσιεύθηκε στο βιβλίο Essays on Positive Economics , όπου εξήρε τις ευέλικτες συναλλαγματικές ισοτιμίες επειδή επέτρεπαν την επίτευξη εξωτερικού ισοζυγίου , ακόμη και όταν οι εγχώριες τιμές σε κάθε χώρα παρέμεναν άκαμπτες. 

Σ’ αυτή τη θεωρητική βάση , οι ευέλικτες συναλλαγματικές ισοτιμίες ταιριάζουν θαυμάσια αφού είναι το μόνο μέσο αντιμετώπισης των πιέσεων από το εξωτερικό. Πράγματι , οι θαυματουργές αρετές των ευέλικτων συναλλαγματικών ισοτιμιών είναι η επίτευξη βέλτιστων καταστάσεων ισορροπίας στον τομέα του εξωτερικού , παρά την ακαμψία των τιμών στο εσωτερικό. Δηλαδή αέρας κοπανιστός 100% ! Ακριβώς όπως αέρας κοπανιστός είναι και η άποψη  περί  βέλτιστων νομισματικών ζωνών στο εσωτερικότων οποίων θα πρέπει να λειτουργούν όλα τα βέλτιστα κατά Pareto σημεία (Paretian Optimality) . 



Εάν εφαρμοζόταν αυστηρά ο ορισμός της βέλτιστης νομισματικής ζώνης τότε,θα βλέπαμε ότι η συντριπτική πλειοψηφία των σημερινών νομισμάτων δεν ανήκουν σε καμία βέλτιστη ζώνη. Το ότι ένα μεγάλο μέρος των οικονομολόγων της αριστεράς συμφωνεί με την άποψη των Friedman - Mundell ( υπερ -νεοκλασική συνεπώς) για το ρόλο των συναλλαγματικών ισοτιμιών και των νομισματικών ζωνών οφείλεται στο γεγονός ότι ακόμη και αυτοί οι κινούνται με βάση κάποια απριορίστικα κανονιστικά μοντέλα χωρίς ίχνος πολιτικής οικονομίας. 



Θα πρότεινα να γυρίσουμε εβδομήντα χρόνια πίσω και να εξετάσουμε τα επιχειρήματα ΕΝΑΝΤΙΑ  στις ευέλικτες συναλλαγματικές ισοτιμίες που χρησιμοποιήθηκαν όταν κατασκεύαζαν το οικοδόμημα του Bretton Woods . 

Κατά τη γνώμη μου ,ως προς αυτό το ζήτημα, αξία έχει η άποψη του Λένιν αναφορικά με την πανάρχαια σύγκρουση μεταξύ ελεύθερου εμπορίου και προστατευτισμού . Ούτε το ένα ούτε το άλλο είπε ο Λένιν , αλλά κρατικό μονοπώλιο στο εξωτερικό εμπόριο. 

Τηρουμένων των αναλογιών , το ίδιο ισχύει και για το νομισματικό σύστημα και τις σχετικές συναλλαγματικές ισοτιμίες. 


Ακριβώς όπως ο ρόλος της Κεντρικής Τράπεζας δεν μπορεί να είναι ανεξάρτητος, έτσι και η δυναμική των συναλλαγματικών ισοτιμιών θα πρέπει να υποτάσσεται στις προτεραιότητες της οικονομικής πολιτικής . Αυτό σε καμία περίπτωση δεν είναι εφικτό στην ΕΕ -ΟΝΕ . Τα πράγματα όμως ,εδώ, γίνονται πολύ πιο περίπλοκα , επειδή δεν γνωρίζουμε την κατάληξη τους, όπως ακριβώς δεν γνωρίζουμε το πως θα επιδράσει μια μεταβολή των σχετικών τιμών στην κατανομή του εισοδήματος , την επιλογή των τεχνικών και πάει λέγοντας . 

Κάτι που οι οικονομικές θεωρίες,όμως, δεν μπορούν να το πουν με βεβαιότητα . Με άλλα λόγια , οι επιπλοκές προκύπτουν από το  ότι δεν υπάρχουν θεωρίες που να μας λένε σε περίπτωση που η συναλλαγματική ισοτιμία ( ή το επιτόκιο , ή οι σχετικές τιμές ) αυξηθεί,αν θα συμβεί αυτό ή το άλλο, και αν μειωθεί θα συμβεί το  x , y , z . 


Αυτό δεν το γνωρίζουμε. Αν κάνουμε πως το γνωρίζουμε αυτό πολύ απλά σημαίνει  ότι παινεύουμε τον εαυτό μας . Κάθε κατάσταση πρέπει να μελετάται περίπτωση προς περίπτωση χωρίς να αρχίζουμε κάνοντας υποθέσεις για τη συμπεριφορά ή εκ των προτέρων τεχνικές εκθέσεις .

5 ) Όσον αφορά την απασχόληση μία πρόταση των οικονομολόγων της Σύγχρονης Θεωρίας του νομίσματος (Modern Money Theory,MMT)  είναι και οι πολιτικές της "εγγυημένης απασχόλησης" (job guarantee) , όπου το κράτος , ως άμεσος χρηματοδότης, γίνεται εργοδότης έσχατης ανάγκης ( ELR ). Αυτή την πρόταση τη βλέπετε θετικά ; Πιστεύεται ότι δέχεται παραπέρα βελτιώσεις ;

Δεν δίνω ιδιαίτερη σημασία σε αυτή την πρόταση . Όταν η πρόταση διατυπώθηκε για πρώτη φορά πριν από 15 χρόνια περίπου, συμμετείχα σε μια συζήτηση με τον Peter Krielser αναφορικά με τα ενδεχόμενα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματά της. Μελετώντας τη συγκεκριμένη μορφή της πρότασης που διατυπώθηκε από τον Randall Wray βρεθήκαμε σε ουσιαστική διαφωνία μαζί του . Κατ’ αρχάς καθιστά την εργασία ένα είδος πολιτικής επιστράτευσης. 



Φέραμε το παράδειγμα του Arbeiter Front (του Μετώπου Εργασίας ) του ναζιστικού καθεστώτος. Επιπλέον , η πρόταση δεν εστιάζεται στις επενδύσεις . Υποστηρίξαμε ότι με τη μαζική ανεργία αυτό που θα έπρεπε να προγραμματίζεται θα έπρεπε να ήταν οι επενδύσεις και όχι η στρατιωτικοποίηση της εργασίας ( WP - 2001 / 02 "Political Aspects of Buffer Stock Employment", Peter Kriesler και Joseph Halevi ) . Με δεδομένη την επισφαλή θέση των συνδικάτων σήμερα – χείριστοι οργανισμοί, συχνά διεφθαρμένοι και μπλεγμένοι στους μαιάνδρους της πολιτικής , είναι παρόλα αυτά, αναγκαίοι : χωρίς αυτά , όπως υποστηρίζει ένα σπουδαίος μαθηματικός οικονομολόγος λίγο νεοκλασικός και λίγο μαρξιστής, ο Michio Morishima ,η καπιταλιστική κοινωνία θα έτεινε προς τη δουλεία – Η σχέση ELR μπορεί να γίνει δίκοπο μαχαίρι . 



Πάντως , αν σήμερα θελήσουμε να αποδώσουμε στο κράτος το ρόλο εργοδότη , αυτός θα πρέπει να είναι ο ρόλος του εργοδότη πρώτης ανάγκης. Οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις έχουν μια τάση προς την πλήρη ανεργία και την ανασφάλεια. Τον ταύρο μπορείς να τον αντιμετωπίσεις μόνο αν τον πιάσεις από τα κέρατα, με αγώνες με ξεκάθαρες ιδέες στο κεφάλι : δηλαδή με  σχεδιασμένη κοινωνικοποίηση των επενδύσεων ( ως προς αυτό υπάρχει ένα ωραίο δοκίμιο του Bellofiore ,το οποίο, δυστυχώς , μόλις δημοσιεύθηκε στο περιοδικό του Μπερτινότι , δηλαδή ενός πολιτικού που έχει κάνει ανεπανόρθωτη ζημιά στο αριστερό κίνημα) και ,αναγκαστικά, με νομισματικές και δημοσιονομικές πολιτικές που εξυπηρετούν αυτό το σκοπό. Ωστόσο, στην Ιταλία,σήμερα, προϋποθέσεις για τετοιους αγώνες  δεν υπάρχουν. Η δημιουργία τέτοιων προϋποθέσεων,στην Ιταλία, περνάει αναγκαστικά μέσα από τη ριζική μεταμόρφωση της CGIL και το ριζικό μετασχηματισμό του Δημοκρατικού Κόμματος. Τα νέα διεκδικητικά πλαίσια θα πρέπει επιπλέον να έχουν εμβαθύνει πολύ στα οικονομικά ζητήματα που μόλις αναφέραμε. Κατι που το θεωρώ αδύνατο .