Κρίση χρέους της ευρωζώνης-"Πρέπει να μιλήσουμε για τη Γερμανία"


Από το Eurointelligence ,άρθρο του οικονομολόγου και τραπεζίτη Satyajit Das, συγγραφέα του Extreme Money,που υποστηρίζει ότι η  Γερμανία αυτοπαγιδεύθηκε. Είτε  συνεχίσει να  διασώζει άλλους, είτε διαλύσει την ευρωζώνη,αυτή θα είναι η πιο εκτεθειμένη χώρα.


Μέχρι σήμερα, η Γερμανία έχει ξεπεράσει δίχως απώλειες την ευρωπαϊκή κρίση χρέους.
Η γερμανική οικονομία είναι μία από τις λίγες οικονομίες που αναπτύχτηκαν από το 2008. Εμφανίζει χαμηλή ανεργία και οι εργαζόμενοι της πήραν μισθολογικές αυξήσεις.

Τα επιτόκια των ομολόγων της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, βρίσκονται σε χαμηλά επίπεδα ρεκόρ. Στις 23 Μαΐου 2012, τα ομόλογα διετίας εκδόθηκαν με τοκομερίδιο ίσο με το μηδέν και έδωσαν στους επενδυτές μια απόδοση 0,07% ανά έτος, κάνωντας τους Financial Times να δημοσιεύουν το άρθρο: Ω Schatz: Όχι κουπόνι (το ομόλογο  διετίας του γερμανικού δημοσίου,γνωστό ως Schatz). Λίγες ημέρες αργότερα η απόδοση των ομόλογων ήταν μηδέν τοις εκατό. Αμέσως μετά, η απόδοση των ομολόγων διετίας έγινε αρνητική. Τα χαμηλότερα ποσοστά οφείλονται στο ότι τα γερμανικά ομόλογα θεωρούνται ασφαλή καταφύγια, καθώς οι επενδυτές εγκαταλείπουν τις άλλες ευρωπαϊκές αγορές.



Σε πολιτικό επίπεδο, η θέση της Γερμανίας ποτέ δεν ήταν τόσο σημαντική. Η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ  ιππεύει την Ευρώπη όπως ένας θηλυκός Μπίσμαρκ ( γερμανική εκδοχή) ή ως Γοργόνα (ελληνική εκδοχή).
Η επιτυχία της Γερμανίας οφείλεται σε μια οικονομία που σε μεγάλο βαθμό βασίζεται στον τομέα της μεταποίησης. Οφείλεται όμως και στις  διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις του καγκελάριου Γκέρχαρντ Σρέντερ, κυρίως στην αγορά εργασίας. Η πρόσφατη αύξηση μισθών κατά 4,3% που κατάφερε να πετύχει το συνδικάτο IG Metal είναι η υψηλότερη από το 1992. Εχει ενδιαφέρον να πούμε ότι στις πρόσφατες διαπραγματεύσεις, το Συνδικάτο ελάχιστη  πρόοδο σημείωσε στο θέμα των αυστηρότερων  ελέγχων των συμβάσεων εργασίας, όπως τις εφαρμόζουν οι εργοδότες όσον αφορά την ευελιξία και τη διαχείριση του κόστους.
Αλλά ένα σημαντικό μέρος της ανάπτυξης της γερμανικής οικονομίας οφείλεται στην ίδια την ευρωζώνη.
Με την εισαγωγή του ευρώ οι ευνοϊκές συναλλαγματικές νομισματικές ισοτιμίες  ανέβασαν τεχνητά την αγοραστική δύναμη χωρών όπως η Ιταλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ελλάδα. Το κοινό νόμισμα οδήγησε στη δραστική μείωση των επιτοκίων στις ασθενέστερες  χώρες μέλη της ευρωζώνης, και με την πάροδο του χρόνου σε συμπίεση των σπρεντ δανεισμού. Οι τράπεζες χωρίς να εκτίθενται πλέον στον κίνδυνο της υποτίμησης, ένα μόνιμο χαρακτηριστικό της μεταπολεμικής οικονομικής ιστορίας της νότιας Ευρώπης, δάνειζαν γενναιόδωρα τις χώρες αυτές. Το χρέος τροφοδότησε την κατανάλωση και οι επενδύσεις οδήγησαν την ανάπτυξη.

Οι Γερμανοί εξαγωγείς ήταν οι πιο ευνοημένοι από μια τέτοια ανάπτυξη. Οι γερμανικές τράπεζες και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα συνέβαλαν στη χρηματοδότηση της ανάπτυξης. Αυτή ήταν η ευρωπαϊκή εκδοχή  της  Κιναμέρικα, όπου  η Κίνα χρηματοδοτούσε  τους Αμερικανούς αγοραστές των προϊόντων της, δανείζοντας τα εμπορικά πλεονάσματα της.
Οι Γερμανοί εξαγωγείς επωφελήθηκαν και από το φτηνό ευρώ, έχοντας σημαντικά οφέλη από την ένταξη στο κοινό νόμισμα πιο αδύναμων οικονομιών, όπως η Ιταλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ελλάδα. Αυτό το πλεονέκτημα κόστους βοήθησε την απόδοση των γερμανικών  εξαγωγών προς τις αναδυόμενες αγορές της  Ανατολικής Ευρώπης και της Ασίας.

Αλλά οι καλές εποχές κάποτε τελειώνουν. Το ερώτημα είναι αν η Wirtschaftswunder (το οικονομικό γερμανικό θαύμα μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο), καταλήξει σε Götterdämmerung (Λυκόφως των Θεών) ή σε Weltuntergang (το τέλος του κόσμου).

Γερμανικός φετιχισμός ...

Τα δυνατά σημεία της Γερμανίας, ιδιαίτερα το φετίχ των εξαγωγών της, είναι στην πραγματικότητα και οι αδυναμίες της. Οι εξαγωγές αποτελούν πάνω από το 40% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος ("ΑΕΠ"), σε σύγκριση με το σχεδόν 20% της Ιαπωνίας και το 13% περίπου των Ηνωμένων Πολιτειών. Το πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών της Γερμανίας, που είναι μεγαλύτερο από αυτό της Κίνας, αν υπολογιστεί ως ποσοστό του ΑΕΠ, είναι πηγή υπερηφάνειας. Οι εξαγωγές ήταν αυτές που καθοδήγησαν ένα μεγάλο μέρος της ανάπτυξης στη Γερμανία τα τελευταία χρόνια. Η Γερμανία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από ένα μικρό τομέα της βιομηχανίας, με έμφαση στις επενδύσεις και τα διαρκή αγαθά - αυτοκίνητα, βιομηχανικά μηχανήματα, χημικά, ηλεκτρονικά και ιατρικές συσκευές. Οι τομείς αυτοί αντιπροσωπεύουν το ένα τέταρτο του ΑΕΠ της και τον μεγαλύτερο όγκο των εξαγωγών της.
Παρά τη διεθνή θέση της Deutsche Bank, το τραπεζικό σύστημα της Γερμανίας είναι εύθραυστο. Πολλές γερμανικές τράπεζες έχουν ζητήσει τη βοήθεια της κυβέρνησης στη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Εξαιρετικά κατακερματισμένες (εν μέρει λόγω της μεγάλης συμμετοχής του Δημοσίου) και με χαμηλή κερδοφορία, οι γερμανικές τράπεζες, ειδικά οι Landsbanks που ανήκουν στα γερμανικά ομόσπονδα κρατίδια, αντιμετωπίζουν  προβλήματα. Είναι πολύ εκτεθειμένες προς το Ευρωπαϊκό δημόσιο χρέος, σε ακίνητα και σε δομημένους τίτλους.
Πριν το 2005, οι Landesbank μπορούσαν  να δανειστούν φτηνά, επικαλούμενες την εγγύηση των τοπικών κυβερνήσεων. Η ΕΕ δέχτηκε ότι αυτές οι εγγυήσεις είναι επιδοτήσεις. Πριν καταργηθούν οι εγγυήσεις, οι Landesbank είχαν εκδώσει ένα μεγάλο αριθμό  εγγυημένων δανείων από το κράτος που λήγουν το Δεκέμβριο του 2015. Με περιορισμένη πρόσβαση στις καταθέσεις των πελατών (που κατέχουν κυρίως τράπεζες γνωστές ως Sparkassen) και χωρίς κρατική εγγύηση, η δυνατότητα των Landesbanken να αναχρηματοδοτήσουν χρέος που λήγει, στις διεθνείς αγορές παραμένει αβέβαιη.

Ενώ επιμένει για την υποχρέωση των άλλων χωρών να μειώσουν το δημόσιο χρέος τους, τα επίπεδα του γερμανικού χρέους είναι υψηλά - περίπου το 81% του ΑΕΠ. Η Bundesbank, η γερμανική κεντρική τράπεζα, δήλωσε ότι τα επίπεδα του χρέους θα παραμείνουν πάνω από το 60% για πολλά χρόνια.

Τα δημόσια οικονομικά της Γερμανίας είναι ευάλωτα και λόγω των δημογραφικών της προβλημάτων με ένα πληθυσμό που γερνάει γλήγορα και συρρικνώνεται. Καθώς ένας όλο και μεγαλύτερος αριθμός εργαζομένων βγαίνει σε σύνταξη, τα φορολογικά έσοδα μειώνονται και αυξάνεται το κόστος των συντάξεων και της υγειονομικής περίθαλψης. Παγιδευμένοι λοιπόν ...

Το πιο αδύνατο σημείο της Γερμανίας είναι η οικονομική έκθεσή της στη σημερινή κρίση. Η οικονομική  έκθεση της Γερμανίας προς την Ευρώπη και ιδιαίτερα  τις περιφερειακές οικονομίες που αντιμετωπίζουν δυσκολίες, είναι μεγάλη.
Οι γερμανικές τράπεζες είχαν εκτεθεί γύρω στα  500 δισεκατομμύρια δολάρια του χρέους των περιφερειακών χωρών. Παρά το γεγονός ότι μειώνεται, η έκθεση εξακολουθεί να είναι σημαντική, ειδικά αν πάρουμε υπόψη την άμεση έκθεση τους στις τράπεζες  αυτών των χωρών και την έμμεση έκθεση τους μέσω του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Η μείωση του ρίσκου των ιδιωτικών τραπεζών αντισταθμίστηκε από την αύξηση της έκθεσης του γερμανικού δημοσίου που ανέλαβε ένα μέρος αυτής της έκθεσης. Αυτό έγινε είτε άμεσα είτε έμμεσα μέσω της στήριξης των διαφόρων θεσμών όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και ιδιαίτερα τα κεφάλαια διάσωσης .
Για παράδειγμα, η έκθεση της ΕΚΤ τον Απρίλιο του 2012 προς Ελλάδα, Πορτογαλία, Ιρλανδία, Ισπανία και Ιταλία ήταν  918 δις ευρώ. Η έκθεση αυτή αυξάνεται με ταχείς ρυθμούς, λόγω κυρίως της φυγής κεφαλαίων από τις χώρες αυτές. Στις 21 Μαΐου 2012, οι Financial Times ανέφεραν ότι η ΕΚΤ, μέσω των δανείων έκτακτης βοήθειας (
Emergency Assistance Loan) έχει χρηματοδοτήσει την ελληνική κεντρική τράπεζα με 100 δισεκατομμύρια ευρώ, με αδιαφανή τρόπο.

Οι γερμανικές εγγυήσεις προς το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (
EFSF) ανήλθαν σε 211 δισ. ευρώ.

Αλλά η μεγαλύτερη ενιαία άμεση έκθεση είναι η έκθεση της γερμανικής Bundesbank, άνω των 600 δισ. ευρώ προς τις άλλες κεντρικές τράπεζες της ευρωζώνης μέσω του TARGET2 («Διευρωπαϊκό Αυτοματοποιημένο Σύστημα Ταχείας Μεταφοράς Κεφαλαίων σε Συνεχή Χρόνο»).
Σχεδιασμένο ως ένα σύστημα πληρωμών για να ρυθμίζει  την πολλαπλή ροή κεφαλαίων, οι πλεονασματικές χώρες, όπως η Γερμανία, αναγκάστηκαν να χρησιμοποιήσουν το TARGET2 για να χρηματοδοτήσουν τις ελλειμματικές χώρες. Πριν το 2008, τα ελλείμματα χρηματοδοτούνταν από τις τράπεζες και τους επενδυτές. Με την κρίση, το TARGET2 χρησιμοποιήθηκε  για να καλύψει τις ανάγκες χρηματοδότησης των περιφερειακών χωρών που δεν έχουν πρόσβαση στις αγορές χρήματος προκειμένου  να  χρηματοδοτήσουν  τα εμπορικά  ελλείμματα τους και τη φυγή κεφαλαίων από τις χώρες τους.
Η Γερμανία είναι μακράν ο μεγαλύτερος πιστωτής του συστήματος TARGET2. Κάτω  Χώρες, Φινλανδία και Λουξεμβούργο είναι οι υπόλοιποι πιστωτές, με όλες τις άλλες χώρες της ζώνης του ευρώ να βρίσκονται σε θέση καθαρά  χρεωστική εντός του συστήματος.

Η Γερμανία είναι τώρα παγιδευμένη. Ανεξάρτητα από τη λύση της κρίσης χρέους, η Γερμανία θα υποστεί σοβαρές ζημίες λόγω της έκθεση της – και θα είναι ο μεγαλύτερος χαμένος. Δεν έχει καμία διέξοδο ...

Οι υποστηρικτές της ευρωπαϊκής ενότητας θεωρούν ότι η λύση είναι περισσότερη νομισματική και δημοσιονομική ολοκλήρωση. Υποστηρίζουν ότι το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της Ευρωζώνης βρίσκεται σχεδόν σε ισορροπία, το εμπορικό ισοζύγιο έχει ένα μικρό πλεόνασμα, το συνολικό δημοσιονομικό έλλειμμα είναι χαμηλό και το συνολικό ύψος του χρέους είναι διαχειρίσιμο.

Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση θα χρειαστεί την ανταλλαγή χρέους μέσω της έκδοσης ευρωομολόγων εγγυημένων ταυτόχρονα  ή  χωριστά  από όλα τα κράτη μέλη. Στα τέλη Μαΐου του 2012, ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Hollande πρόβαλε  ένα περίεργο επιχείρημα υπέρ των ευρωομολόγων: "Είναι λογικό κάποιες χώρες να δανείζονται με επιτόκιο 6% και άλλες με μηδενικό, στην ίδια νομισματική ένωση;" Αν και αυτό ακούστηκε ευχάριστα στα αυτιά των  ισπανών και ιταλών ηγετών, η Γερμανία ήταν δικαιολογημένα αντίθετη  να κάνει δεκτή τη συλλογικοποίηση του ευρωπαϊκού δημόσιου  χρέους. Ως η μεγαλύτερη και πιο φερέγγυα χώρα της Ευρωζώνης, η Γερμανία θα πρέπει να φέρει αυτή το μεγαλύτερο οικονομικό βάρος. Με τα ευρωομόλογα, η  έκθεσή της θα αυξηθεί.

Ο διαχειριστής κερδοσκοπικών κεφαλαίων John Hussman συνόψισε με σαφήνεια την ιδέα των ευρωομολόγων (http://www.hussmanfunds.com/wmc/wmc120528.htm): «Είναι σαν να πηγαίνουν εννέα απένταρα παιδιά στον Warren Buffett και να του προτείνουν  να συνεταιριστούν, για να μπορεί  ο καθένας τους  να εκδίδει "Ομόλογα Warren". Το 90% περίπου της ομάδας θα συμφωνήσει με την σοφία αυτής της ιδέας, και ο Γουόρεν θα πρεπε να λογοκριθεί, όπως κάποιος που  "αντιδρά στην επιτυχία του σχεδίου ".

Η έκθεση TARGET2 της Γερμανίας  θα συνέχιζε να αυξάνεται με ρυθμό 80 – 160 δις ευρώ ετησίως για να χρηματοδοτηθεί το  αναμενόμενο έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου της υπόλοιπης Ευρώπης. Η αύξηση στην έκθεση θα μπορούσε να είναι ακόμη μεγαλύτερη αν χρειαζόταν να χρηματοδοτηθεί το  έλλειμμα του προϋπολογισμού των  ασθενέστερων  μελών  της Ευρωζώνης και ο πιο  αδύναμος τραπεζικός τομέας.
Λείπει η πολιτική βούληση για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Η Γερμανία δεν δείχνει πρόθυμη να γίνει αυτή ο τελικός εγγυητής της Ευρωζώνης. Ο Πρόεδρος της Bundesbank, Jens Γουάιντμαν εξέφρασε με σαφήνεια τη θέση του σχετικά με τα ευρωομόλογα: "Δεν μπορείτε να δώσετε σε κάποιον την πιστωτική σας κάρτα χωρίς να έχετε τα μέσα να ελέγξετε τις δαπάνες." Και έδειξε να ανησυχεί και για την περαιτέρω δραστηριοποίηση της ΕΚΤ: "Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει φθάσει στο όριο της εντολής της, κυρίως με τη χρήση μη συμβατικών μέτρων ". Και το σημαντικότερο, όπως είπε ο κ. Weidman στη Le Monde: "Σε τελευταία ανάλυση, τα μέτρα αυτά είναι επικίνδυνα για τους φορολογούμενους, κυρίως της Γαλλίας και της Γερμανίας."

Ετσι, η Ευρώπη μπορεί να αναγκαστεί να ακολουθήσει την τρέχουσα πολιτική των αποσπασματικών λύσεων- λιτότητα  και την πολιτική των νομισματικών διευκολύνσεων από την ΕΚΤ. Καθώς οι οικονομίες που αντιμετωπίζουν δυσκολίες είναι απίθανο, στο εγγύς μέλλον, να έχουν και πάλι πρόσβαση στη χρηματοδότηση στις κεφαλαιαγορές, το χρέος των περιφερειακών χωρών θα κινηθεί προς τα θεσμικά ιδρύματα μέσω των επιχειρήσεων διάσωσης, και τις δημοσιονομικές ρυθμίσεις του συστήματος TARGET2. Στην περίπτωση αυτή, η οικονομική ευθύνη της Γερμανίας θα αυξηθεί.

Στις  περιφερειακές οικονομίες, η συνεχιζόμενη απόσυρση των καταθέσεων από τις εθνικές τράπεζες (μια ορθολογική επιλογή, δεδομένου του νομισματικού κινδύνου και της δέσμευσης τους) μπορεί να χρειαστεί ή ένα σύστημα εγγύησης των καταθέσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο ή την περαιτέρω χρηματοδότηση των τραπεζών.

Τα ποσά είναι σημαντικά. Οι συνολικές τραπεζικές καταθέσεις σε ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ είναι γύρω στα 7.600 δισ. ευρώ, από τα οποία  τα 5.900 δις. των  νοικοκυριών. Στις περιφερειακές χώρες, που είναι πιο επιρρεπείς στη φυγή κεφαλαίων, οι τραπεζικές καταθέσεις των νοικοκυριών είναι 1.800 δισ.. Ένα αξιόπιστο σύστημα ασφάλισης των καταθέσεων θα πρέπει να καλύπτει τις καταθέσεις των νοικοκυριών (ας πούμε μέχρι 100.000 ευρώ), που είναι γύρω στο 72% του συνόλου των καταθέσεων στις χώρες της περιφέρειας. Αυτό προϋποθέτει ένα σύστημα ασφάλισης για περίπου 1.300 δισεκατομμύρια ευρώ σε καταθέσεις.

Κάθε ευρωπαϊκό σύστημα εγγύησης των καταθέσεων ή άλλης χρηματοδότησης των  τραπεζών θα αύξανε την οικονομική ευθύνη της Γερμανίας.Αν δεν επιτευχθεί η ολοκλήρωση, ή αποτύχουν οι επιμέρους λύσεις, κάποιες ευρωπαϊκές χώρες θα πρέπει να αναδιαρθρώσουν  το χρέος τους και, ενδεχομένως, να φύγουν  από το κοινό νόμισμα. Τότε η Γερμανία θα έχει άμεσες απώλειες. Μια στάση πληρωμών της Ελλάδας θα σήμαινε απώλειες για τη Γερμανία γύρω στα 90 δισ. ευρώ . Οι πιθανές απώλειες  για τη Γερμανία θα αύξαιναν  ραγδαία αν περισσότερες χώρες δήλωναν  στάση πληρωμών ή έβγαιναν  από την ευρωζώνη. Και όσος περισσότερος χρόνος περνά πριν την στάση πληρωμών ή την έξοδο από την ευρωζώνη, τόσο πιο μεγάλες θα είναι οι απώλειες για τη Γερμανία, δεδομένου ότι θα αυξανόταν  η  έκθεσή της.

Αν δεν υπάρξει κάποια ανάκαμψη των περιφερειακών οικονομιών, τότε η Γερμανία δεν θα πάρει πίσω τα λεφτά της. Εάν οι τρέχουσες ρυθμίσεις συνεχιστούν ή αν υπάρξει μεγαλύτερη ολοκλήρωση, τότε  η αύξηση των υποχρεώσεων της ή τα επίπεδα του χρέους της θα απορροφήσουν τις  γερμανικές αποταμιεύσεις, παραλύοντας την οικονομία της. Εάν η Γερμανία αποφασίσει να εγκαταλείψει το ευρώ και να επιστρέφει στο μάρκο, τότε θα υποστεί ζημίες ίσες  με την υπάρχουσα έκθεση της, δεδομένου ότι είναι απίθανο οι  άλλες ευρωπαϊκές χώρες να μπορέσουν να εξοφλήσουν τα χρέη τους.
Αλλά θα υπάρξουν και επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία. Η λιτότητα ή η στάση πληρωμών θα βυθίσει  πολλές ευρωπαϊκές οικονομίες στην ύφεση για μεγάλο χρονικό διάστημα. Οι γερμανικές εξαγωγές θα επηρεαστούν δεδομένου ότι  η Ευρώπη αντιπροσωπεύει το 60% περίπου της αγοράς της, και το 40% περίπου, εντός της ζώνης του ευρώ. Σε περίπτωση κατάρρευσης του ευρώ, οι εκτιμήσεις  για την ανάπτυξη της Γερμανίας κυμαίνονται από -1% έως πάνω από  -10%. Να σημειωθεί ότι η γερμανική οικονομία εμφάνισε πτώση κατά περίπου 5% το 2008, η  χειρότερη απόδοση από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, κυρίως λόγω της μείωσης των εξαγωγών της.
Ενδεχόμενες στάσεις πληρωμών ή μερική διάσπαση του ευρώ θα σήμαιναν για τις γερμανικές τράπεζες σημαντικές απώλειες, και τότε θα έπρεπε να τις ενισχύσει το κράτος. Οπότε το κράτος θα αναλάμβανε ακόμα μεγαλύτερες υποχρεώσεις.

Στην περίπτωση της ολοκλήρωσης ή των αποσπασματικών λύσεων, οι επιπτώσεις για τη Γερμανία θα ήταν μικρότερες λόγω της  αποδυνάμωσης  του ευρώ, και οι εξαγωγές της θα συνέχιζαν να είναι ανταγωνιστικές. Αλλά μια στάση πληρωμών και η κατάρρευση του ευρώ θα αύξανε την αξία  του ευρώ, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, και θα υπονόμευε τις γερμανικές εξαγωγές.

Η Γερμανία πιέζεται να αυξήσει  την  οικονομική της ανάπτυξη για να βοηθήσει την υπόλοιπη Ευρώπη. Αυτό όμως θα την υποχρέωνε να ζει με ελλειμματικούς προϋπολογισμούς  και μεγαλύτερο χρέος. Οι μισθολογικές αυξήσεις  θα μεγάλωναν τα  κόστοι και θα  επηρέαζαν  τη διεθνή ανταγωνιστικότητά της. Η μεγαλύτερη κατανάλωση θα μείωνε την αναγκαία εξοικονόμηση κεφαλαίων για χρηματοδότηση, τη χρηματοδότηση των τραπεζών και την παροχή κεφαλαίων προς την υπόλοιπη Ευρώπη.
Στο παρελθόν, η Γερμανία αντιστάθηκε στη μεταφορά ελλειμμάτων του προϋπολογισμού και αύξηση  της εγχώριας κατανάλωσης προκειμένου να διογκώσει την οικονομία. Οι αρχές της λιτότητας, της σύνεσης, το  ισχυρό  νόμισμα  και μια δυσπιστία προς τα οικονομικά του δημόσιου, είναι  βαθιά ριζωμένα στο DNA του έθνους.

Τα προβλήματα της Γερμανίας θα μπορούσαν  να επιδεινωθούν από την επιβράδυνση στις αναδυόμενες αγορές. Η πρόσφατη ανάπτυξη στη Γερμανία βασίζεται στην Ασία, την Ανατολική Ευρώπη και τη Βραζιλία. Η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία VW πουλάει περισσότερα αυτοκίνητα στην Κίνα παρά στη Γερμανία. Η ζήτηση των  αναδυόμενων  αγορών για μηχανήματα υψηλής τεχνολογίας για τη βιομηχανία βοήθησε τις γερμανικές εξαγωγές.
Η διαπραγματευτική θέση της Γερμανίας είναι αδύναμη. Για παράδειγμα, η Ελλάδα οφείλει γύρω στα 400 δισεκατομμύρια σε ιδιώτες  κατόχους ομολόγων, αλλά όλο και περισσότερο σε δημόσιους φορείς, όπως το ΔΝΤ και η ΕΚΤ, κυρίως λόγω των προγραμμάτων διάσωσης.Αν η Ελλάδα βγει από το ευρώ, όπως κάποια πολιτικά κόμματα έχουν απειλήσει, τότε οι συνέπειες για τις  γερμανικές τράπεζες μπορεί να είναι καταστροφικές.

Διπλασιασμός των ζημιών ...

Το 1999, ο υπουργός Οικονομικών Theo Waigel διακήρυξε ότι το ευρώ θα είναι, όπως το γερμανικό μάρκο. Στο βιβλίο του
Fat Years: Why Germany Has a Brilliant Future,Χρόνια αφθονίας: Γιατί η Γερμανία θα έχει ένα λαμπρό μέλλον, (σε συνεργασία με τον δημοσιογράφο κ. Dirk Heilmann), ο Waigel είχε προβλέψει ότι η Γερμανία θα γινόταν η πλουσιότερη χώρα στον κόσμο, σύμφωνα με προβλέψεις για το κατά κεφαλήν εισόδημα του 2030.
Τώρα, το όλο σχέδιο βρίσκεται  μπροστά σε μια απίστευτη κρίση. Όπως σημειώνει ο κ. Lorenzo Bini Smaghi, πρώην μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ: "Η υπόθεση ήταν ότι ... δεν θα υπήρχε κρίση."

Όσο τα κόμματα κατά της λιτότητας αυξάνουν την επιρροή τους στην υπόλοιπη Ευρώπη, τόσο  η βούληση της Γερμανίας να χρηματοδοτήσει κι άλλες επιχειρήσεις διάσωσης  μειώνεται. Οι Γερμανοί φοβούνται, όλο και περισσότερο, μια ατέρμονη δέσμευση να διατηρηθεί το ενιαίο νόμισμα και η ευρωζώνη. Η δυσαρέσκεια είναι εμφανής στον τίτλο της λαϊκής εφημερίδας Bild: "Πουλήστε τα νησιά σας, πτωχευμένοι  Έλληνες. Και την Ακρόπολη, αν νομίζετε". Αλλά ίσως είναι πολύ αργά.
Η προσπάθεια της Γερμανίας να εξισορροπηθούν τα οφέλη του ενιαίου νομίσματος της ευρωζώνης με την παραδοσιακή προτίμηση της στον  νομισματικό  και δημοσιονομικό συντηρητισμό έχει αποτύχει, αφήνοντας τη χώρα με σοβαρά οικονομικά προβλήματα που απειλούν τη μελλοντική της ανάπτυξη.

Οι Γερμανοί πολίτες πρέπει να πληρώσουν δύο φορές για το ευρώ. Στις αρχές του 2000, πλήρωσαν μία φορά με την  εσωτερική υποτίμηση - τη μείωση των πραγματικών μισθών, την ανεργία και τις μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας. Τώρα, πρέπει να πληρώσουν για τις διασώσεις. Όταν η τεχνητή έκρηξη τελειώσει, οι ψηφοφόροι θα ανακαλύψουν ότι προδόθηκαν από τη γερμανική φιλοευρωπαική ελίτ. Τότε, θα υπάρξει μια εξέγερση του εκλογικού σώματος και, όπως και στην υπόλοιπη Ευρώπη, μια ισχυρή πρόκληση από την πλευρά  ριζοσπαστικών πολιτικών δυνάμεων που θα έχει απρόβλεπτες συνέπειες.

Η ιστορία της Γερμανίας είναι γεμάτη από μνημειώδεις ανατροπές και ακραίες καταστάσεις. Στο μυθιστόρημα του Οι Μπούντεμπρουκς του 1901, η ιστορία  μιας πλούσιας οικογένειας  της βόρειας Γερμανίας που βλέπει λίγο-λίγο την περιουσία της να χάνεται, ο Τόμας Μαν, είχε προβλέψει τη σημερινή κατάσταση: "Ξέρω ότι τα εξωτερικά σημάδια και τα  ορατά και απτά σύμβολα της ευτυχίας και της επιτυχίας συχνά φαίνονται μόνο όταν στην  πραγματικότητα έχει κι όλας αρχίσει η παρακμή. Τα εξωτερικά σημάδια του χρόνου χρειάζονται χρόνο για να φτάσουν εκεί -όπως το φως ενός άστρου που είναι πιο φωτεινό όταν πεθαίνει, ή ίσως έχει ήδη πεθάνει ".

Όπως είπε ο Φρειδερίκος Νίτσε: «... η ελπίδα είναι το χειρότερο από όλα τα κακά, γιατί  παρατείνει τα βάσανα του ανθρώπου."

Η Γερμανία δεν μπορεί, όπως πιθανολογείται ευρύτερα, να γίνει ένα ασφαλές καταφύγιο στην ευρωπαϊκή κρίση χρέους.