Γυναίκα χωρίς πέπλο

 

Oι αξιωματούχοι της γαλλικής αποικιακής διοίκησης στην Αλγερία, αφοσιωμένοι καθώς ήταν στην καταστροφή της ιδιαιτερότητας του λαού, και υπό το καθεστώς οδηγιών να επιφέρουν, με οποιοδήποτε κόστος, την αποσύνθεση των μορφών ύπαρξης που θα μπορούσαν, άμεσα ή έμμεσα, να φέρουν στον νου μια εθνική πραγματικότητα, επικέντρωσαν τις προσπάθειές τους στο χιτζάμπ. [...] Στο αρχικό στάδιο, υπήρξε μια καθαρή και απλή υιοθέτηση του γνωστού σλόγκαν "Ας κερδίσουμε τις γυναίκες και τα υπόλοιπα θα έρθουν." [...] 

Αυτό έφερε την αποικιακή διοίκηση στη θέση να ορίσει ένα ακριβές πολιτικό δόγμα: "αν θέλουμε να καταστρέψουμε τη δομή της αλγερινής κοινωνίας, την ικανότητά της για αντίσταση, τότε πρέπει πρώτα από όλα να κατακτήσουμε τις γυναίκες. Πρέπει να πάμε και να τις βρούμε, πίσω από το χιτζάμπ, εκεί όπου κρύβονται, και μέσα στα σπίτια, όπου τις κρύβουν οι άντρες." 

Έτσι, η αποικιακή δράση επικεντρώθηκε στην κατάσταση της γυναίκας. Η κυρίαρχη διοίκηση ανέλαβε με πάσα επισημότητα να υπερασπιστεί αυτή τη γυναίκα, την οποία παράσταινε ως ευτελισμένη, απομονωμένη, κλεισμένη σε ένα είδος μοναστήρι. 

Η αποικιοκρατία περιέγραψε τις τεράστιες δυνατότητες που έχει η γυναίκα, την οποία δυστυχώς ο Αλγερινός μετέτρεψε σε ένα αδρανές, άνευ χρηματιστικής σημασίας, απανθρωποποιημένο αντικείμενο. Η συμπεριφορά του Αλγερινού έτυχε αυστηρής αποκήρυξης και περιγράφηκε ως μεσαιωνική, βάρβαρη. Με ατέρμονη επιστημονικότητα, προετοιμάστηκε μια γενική καταδίκη της "σαδιστικής και βαμπιρικής" αλγερινής συμπεριφοράς απέναντι στις γυναίκες. Γύρω απ΄ την οικογενειακή ζωή του Αλγερινού, ο κατακτητής σώρευσε μια ολόκληρη μάζα από κρίσεις, αξιολογήσεις, αιτίες, ανέκδοτα και ηθικώς ωφέλιμα παραδείγματα, προσπαθώντας έτσι να εγκλείσει τον Αλγερινό σε ένα κύκλο ενοχών.

 

Φύτρωσαν εταιρίες συμπαράστασης στις αλγερινές γυναίκες. Οργανώθηκαν θρήνοι. "Θέλουμε να κάνουμε τον Αλγερινό να ντρέπεται για τη μοίρα που επιφυλάσσει στις γυναίκες." Ήταν μια περίοδος συναρπαστική, μια περίοδος όπου μπήκε σε εφαρμογή μια ολόκληρη τεχνική διείσδυσης, στα πλαίσια της οποίας ορδές από κοινωνικούς λειτουργούς και φιλάνθρωπες κυρίες όρμηξαν στους αραβικούς συνοικισμούς.

 

Πρώτα, πολιορκήθηκαν οι φτωχές και πεινασμένες. Κάθε κιλό σιμιγδάλι που μοιράστηκε, συνοδευόταν από μια δόση αγανάκτησης ενάντια στο χιτζάμπ και τον εγκλεισμό. Η αγανάκτηση έδινε τη θέση της στις πρακτικές συμβουλές. Οι γυναίκες της Αλγερίας έπρεπε να παίξουν έναν "λειτουργικό, κεντρικό ρόλο" στον μετασχηματισμό της μοίρας τους. Πιέστηκαν να πουν όχι στην προαιώνια υποταγή. Τους περιέγραψαν τον τεράστιο ρόλο που καλούνταν να παίξουν. Σ' αυτή τη μάχη, η αποικιακή διοίκηση επένδυσε πολύ χρήμα. Αφού τέθηκε ότι η γυναίκα ήταν το κέντρο της αλγερινής κοινωνίας, κατεβλήθη κάθε προσπάθεια να αποκτηθεί έλεγχος πάνω της. [...] Η μεταστροφή της γυναίκας, το να κερδηθεί από τις ξένες αξίες, να αποκολληθεί από το στάτους που είχε, ήταν ταυτόχρονα επίτευξη μιας πραγματικής εξουσίας πάνω στον άντρα, ένα πρακτικό και αποτελεσματικό μέσο αποδόμησης της κουλτούρας της Αλγερίας.

 

Ακόμη και σήμερα, το 1959, το όνειρο μιας πλήρους υπόταξης της αλγερινής κοινωνίας με μέσο τις "χωρίς χιτζάμπ γυναίκες που βοηθούν και προστατεύουν τον κατακτητή" συνεχίζει να στοιχειώνει τις αποικιακές αρχές.

 

Όσο για τους Αλγερινούς, αποτελούν στόχο κριτικής των Ευρωπαίων ομολόγων τους, αλλά συχνότερα των αφεντικών τους. Δεν υπάρχει ευρωπαίος εργαζόμενος που, στα πλαίσια των σχέσεων στους χώρους εργασίας, να μην θέτει στον Αλγερινό τα τελετουργικά ερωτήματα: "Η γυναίκα σου, φοράει χιτζάμπ; Γιατί δεν την παίρνεις σινεμά, στο μποξ, στο καφέ;"

 

Τα αφεντικά απ' την Ευρώπη δεν περιορίζονται στην ύπουλη ερώτηση ή στην πρόσκληση με κλείσιμο του ματιού. Χρησιμοποιούν την πανουργία για να στριμώξουν τον Αλγερινό, να τον πιέσουν να πάρει επώδυνες αποφάσεις. Στις γιορτές, Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά, το αφεντικό προσκαλεί τον Αλγερινό υπάλληλο και τη γυναίκα του. Η πρόσκληση δεν είναι συλλογική. Κάθε Αλγερινός καλείται στο γραφείο του διευθυντή και λαμβάνει ονομαστική πρόσκληση να έρθει με "τη μικρή του οικογένεια". "Αφού η εταιρεία είναι μια μεγάλη οικογένεια, δεν θα ήταν ωραία κάποιοι να μην έρθουν με τις γυναίκες τους, βλέπετε;" 

 

Μπροστά από αυτή την επίσημη πρόσκληση, ο Αλγερινός αντιμετωπίζει διλήμματα. Αν πάει με τη γυναίκα του, παραδέχεται την ήττα, σημαίνει πως "εκπορνεύει τη γυναίκα του", την επιδεικνύει, εγκαταλείπει ένα μοντέλο αντίστασης. Από την άλλη, αν πάει μόνος αρνείται να δώσει ικανοποίηση στο αφεντικό. Δηλαδή, ρισκάρει να χάσει τη δουλειά του. Η μελέτη μιας τυχαίας περίπτωσης--η περιγραφή των παγίδων που στήνει ο Ευρωπαίος για να αναγκάσει τον Αλγερινό να εκτεθεί, να δηλώσει: "η γυναίκα μου φοράει χιτζάμπ, δεν θα βγει έξω", ή αλλιώς να προδώσει: "αφού θες να τη δεις, να' τη"--θα έφερνε στην επιφάνεια τον σαδιστικό και διεστραμμένο χαρακτήρα αυτών των επαφών και σχέσεων και θα έδειχνε, σε μικροκλίμακα, την τραγωδία της αποικιακής κατάστασης στο ψυχολογικό επίπεδο, τον τρόπο με τον οποίο συγκρούονται δύο συστήματα, το έπος της αποικιοκρατούμενης κοινωνίας, με τους ιδιαίτερους τρόπους ύπαρξης της, απέναντι στο πρόσωπο της αποικιοκρατικής λερναίας ύδρας.

 

Φραντς Φανόν, "Η Αλγερία χωρίς το πέπλο της", ΜΙΑ ΘΝΗΣΚΟΥΣΑ ΑΠΟΙΚΙΟΚΡΑΤΙΑ, 1959

ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗΣ ΠΡΟΣΩΠΟΥ: Η ΥΠΟΘΕΣΗ KLETTE ΣΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ

 

Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση της Γερμανίας θέλει να δώσει το ελεύθερο στις αστυνομικές και μεταναστευτικές αρχές να συλλέγουν και να εκμεταλλεύονται κάθε φωτογραφία προσώπου στο διαδίκτυο. Το AlgorithmWatch κρούει τον κώδωνα του κινδύνου μπροστά σαυτή τη νέα μορφή μαζικής επιτήρησης, κάνοντας λόγο για απειλή κατά της ιδιωτικής ζωής. Αντί η γερμανική κυβέρνηση να πιέζει για απεριόριστη παρακολούθηση, θα πρέπει να εφαρμόζει τους υφιστάμενους νόμους και να απαγορεύσει τις μηχανές αναζήτησης αναγνώρισης προσώπου. http://xn--netzpolitik-6ei8d.org/ γράφει σχετικά.

Η Pia Sombetzki είναι υπεύθυνη πολιτικής και υποστήριξης (Policy & Advocacy Manager) στο AlgorithmWatch, μια μη κυβερνητική οργάνωση που ρυθμίζει τη χρήση αλγορίθμων στη Γερμανία, ιδίως στον δημόσιο τομέα.

 

Τι κοινό έχουν εκατομμύρια Γερμανοί και ένα πρώην μέλος της  RAF;

Πιθανότατα από μια τουλάχιστον φωτογραφία χαμηλής ποιότητας στο Facebook και μια ανάρτηση με μόνο τρία likes συνελήφθη τον Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους η Daniela Klette, πρώην μέλος της RAF, μετά από περισσότερα από 30 χρόνια διαφυγής. Πώς όμως την εντόπισαν μετά από τόσα χρόνια;

 

Οι δημοσιογράφοι βοηθούν την αστυνομία

Μια ερευνητική ομάδα του καναλιού ARD, με επικεφαλής τον Khesrau Behroz, βρέθηκε πολύ κοντά στην Klette στη διάρκεια μιας έρευνας για το podcast Legion: Most Wanted, τον Δεκέμβριο του 2023. Η ομάδα είχε την υποστήριξη του ερευνητικού δίκτυου Bellingcat, το οποίο χρησιμοποίησε τη βάση δεδομένων αναγνώρισης προσώπου PimEyes για να την εντοπίσει. Σε λιγότερο από 30 λεπτά, βρέθηκαν εικόνες της Klette σε έναν ιστότοπο ενός συλλόγου Capoeira στη συνοικία Kreuzberg του Βερολίνου.

Σε αντίθεση με την κοινή πεποίθηση, η Klette δεν ζούσε στην παρανομία, αλλά συμμετείχε ενεργά στη δημόσια ζωή. Λίγο μετά τη δημοσίευση αυτής της έρευνας, συνελήφθη και από τότε προκύπτουν πολλά ερωτήματα σχετικά με τις μεθόδους έρευνας.

Είχε διαφύγει κάτι στην αστυνομία; Θα μπορούσε η Klette να είχε βρεθεί νωρίτερα, αφού κυκλοφορούσε ελεύθερα στο Βερολίνο; Τα συνδικάτα της αστυνομίας υποστήριξαν ότι αν μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν εργαλεία όπως το PimEyes, η σύλληψη της θα είχε γίνει πολύ νωρίτερα.

 

Βάσεις δεδομένων προσώπου και νομιμότητα

Στο διαδίκτυο μπορούμε να εντοπιστούμε όλοι, είτε το  αντιλαμβανόμαστε είτε όχι. Εταιρείες όπως η Clearview AI και η PimEyes έχουν δημιουργήσει βάσεις δεδομένων με φωτογραφίες δημοσιευμένες που δίνουν τη δυνατότητα να αναζητούμε πρόσωπα.. Ωστόσο, οι πρακτικές αυτές είναι παράνομες, όπως αποδεικνύεται από τα πολλά πρόστιμα που έχουν επιβληθεί με την πάροδο του χρόνου. Για παράδειγμα, στην Clearview AI επιβλήθηκε πρόσφατα πρόστιμο ύψους 30,5 εκατομμυρίων ευρώ για τη δημιουργία παράνομης βάσης δεδομένων.

Ετσι,όταν οι αστυνομικές ενώσεις απαιτούν να τους επιτραπεί η χρήση τέτοιων εργαλείων, υποστηρίζουν σιωπηρά μια παράνομη πρακτική.

 

Το μέλλον της βιομετρικής επιτήρησης;

Οι εκκλήσεις για περισσότερες εξουσίες για  χρήση της βιομετρικής επιτήρησης δεν είναι κάτι καινούργιο. Στις διαδηλώσεις της G20 το 2017, γύρω στα 100.000 άτομα παρακολουθήθηκαν μέσω του λογισμικού Videmo 360, το οποίο παρακολουθούσε τις κινήσεις τους επί ημέρες χωρίς αυτοί να το γνωρίζουν.

Αυτού του είδους η επιτήρηση υπονομεύει τα θεμελιώδη δικαιώματα των ανθρώπων, συμπεριλαμβανομένης της πληροφοριακής αυτοδιάθεσης και της ανωνυμίας και ακόμη χειρότερα, τα βιομετρικά προφίλ των εμπλεκομένων παραμένουν σε βάσεις δεδομένων της αστυνομίας.

 

Η υπόθεση Porcha Woodruff στις ΗΠΑ

Οι κίνδυνοι της αναγνώρισης προσώπου είναι εμφανείς στην περίπτωση της Porcha Woodruff, μιας Αφροαμερικανίδας η οποία το 2023 συνελήφθη στο Ντιτρόιτ ενώ ήταν οκτώ μηνών έγκυος. Η αστυνομία χρησιμοποίησε τεχνολογία αναγνώρισης προσώπου για να συγκρίνει την εικόνα της υπόπτου με τη βάση δεδομένων. Το αποτέλεσμα; Η Woodruff συνελήφθη κατά λάθος και υποβλήθηκε σε 11 ωρη ανάκριση.

Αυτό δείχνει πώς η τεχνολογία αναγνώρισης προσώπου μπορεί να βλάψει αθώους ανθρώπους, ιδίως τους μαύρους,για τους οποίους τα ποσοστά ψευδών θετικών αποτελεσμάτων είναι υψηλότερα.

 

Η επέκταση των αστυνομικών εξουσιών

Παρά τις αντιρρήσεις, η Γερμανίδα υπουργός Εσωτερικών, Nancy Faeser, αποδέχθηκε τα αιτήματα για περισσότερες εξουσίες στην αστυνομία. Η δέσμη μέτρων ασφαλείας της περιλαμβάνει τη χρήση της αναγνώρισης προσώπου, επεκτείνοντας τις εξουσίες της αστυνομίας για έρευνες, ώστε να συγκρίνει βιομετρικά δεδομένα με φωτογραφίες δημόσια προσβάσιμες στο διαδίκτυο. Οι εξουσίες αυτές δεν θα καλύπτουν μόνο τους υπόπτους, αλλά και τα θύματα, τους μάρτυρες και τους αιτούντες άσυλο.

Η δέσμη μέτρων ασφαλείας που προτείνει η κυβέρνηση περιλαμβάνει τη χρήση επεμβατικών τεχνολογιών, οι οποίες θα επιτρέπουν την παρακολούθηση των κινήσεων, της φωνής, ακόμη και των μοτίβων ομιλίας των ανθρώπων. Πρόκειται για μια νέα μορφή επιτήρησης μεγάλης κλίμακας. Δεν πρόκειται πλέον μόνο για την αποθήκευση τηλεπικοινωνιακών δεδομένων, αλλά για εξαιρετικά ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα.

Εάν εφαρμοσθούν αυτές οι τεχνολογίες επιτήρησης, αθώοι άνθρωποι θα μπορούσαν να θεωρηθούν ύποπτοι λόγω λανθασμένων ενδείξεων στις βάσεις δεδομένων προσώπου. Οι προσωπικές τους φωτογραφίες, που μπορεί να τραβήχτηκαν κατά τη διάρκεια των διακοπών τους, θα μπορούσαν να καταλήξουν σε μια ‘’σκοτεινή’’ βάση δεδομένων χωρίς αυτοί να το γνωρίζουν.

[---->]

ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ MIA ΑΛΛΗ ''ΕΘΝΙΚΗ ΓΙΟΡΤΗ''

 

του Rodrigo Rivas

https://www.marx21.it/.../a-proposito-della-cosiddetta.../

I ΕΙΣΑΓΩΓΉ, ΠΡΏΤΟ ΜΈΡΟΣ: «ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉ ΕΙΣΒΟΛΉ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΈΝΟΥΣ ΚΑΤΕΕΧΟΜΕΝΟΥΣ».

Στις 12 Οκτωβρίου 1492 άρχισε η εισβολή των Ευρωπαίων στην Αμερική.

Πεντακόσια τριάντα δύο χρόνια αργότερα, μη ενημερωμένοι κύκλοι εξακολουθούν να την αποκαλούν «ανακάλυψη», χωρίς να αντιλαμβάνονται ότι ακόμη και η ισπανική βασιλική αυλή έχει αντικαταστήσει τον όρο με τον όρο «συνάντηση των λαών», μια άλλη παρεξηγημένη έννοια.

Μια γενοκτονία δεν είναι ποτέ συνάντηση. Με πολλή καλή θέληση  θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε «πικρή σύγκρουση», «encontronazo» στην Καραϊβική.

Ή, μήπως και οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι του 20ού αιώνα είναι «συναντήσεις μεταξύ λαών».  Υποθέτω ότι στο Marzabotto, το θέατρο της μεγαλύτερης σφαγής αμάχων στην Ιταλία από τα γερμανικά Waffen SS. και όχι μόνο εκεί, κάποιος μπορεί να τσαντιστεί.

Στις 12 Οκτωβρίου 1492, άνοιξε ένα από τα πιο σκοτεινά κεφάλαια της ιστορίας.

Η συστηματική εξόντωση του ιθαγενικού πληθυσμού, η καταναγκαστική εργασία από τους Ισπανούς αποικιοκράτες (mita),η δουλεία  (encomienda) ,οι εισαγόμενες ασθένειες και η πολιτισμική σύγκρουση παρήγαγαν σφαγή.

Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1700, είχαν επιβιώσει περίπου 3,5 εκατομμύρια ιθαγενείς από τα 70-90 εκατομμύρια που υπολογίζονταν το 1492.

Η δραστική μείωση του ιθαγενικού πληθυσμού πυροδότησε ένα άλλο έγκλημα: τη διακίνηση και την υποδούλωση ανθρώπων που είχαν απαγάγει στην Αφρική για να μετατραπούν σε εργατικό δυναμικό στις φυτείες.

Μεταξύ 1500 και 1600, όχι λιγότεροι από 12 εκατομμύρια άνθρωποι μεταφέρθηκαν δια της βίας από την Αφρική, στους οποίους θα πρέπει να προστεθούν τα θύματα των επιδρομών και των πολέμων που εξαπολύθηκαν για την απόκτηση αυτού του «ανθρώπινου κεφαλαίου» (για περισσότερες πληροφορίες βλέπε Basil Davidson, «Black Mother: Black Africa and the Slave Trade», 1997).

Σύμφωνα με τον Aimée Césaire, ποιητή και πολιτικό με καταγωγή από τη Μαρτινίκα, «ο ναζισμός εφάρμοσε στην Ευρώπη αποικιοκρατικές μεθόδους που μέχρι τότε προορίζονταν αποκλειστικά για τους ιθαγενείς της Λατινικής Αμερικής, τους Άραβες της Αλγερίας, τους κουλί της Ινδίας και τους μαύρους της Αφρικής» («Discours sur le colonialisme», Για την αποικιοκρατία, 1955). Σύμφωνα με τον ψυχίατρο Frantz Fanon, επίσης από τη  Μαρτινίκα , «τι είναι ο φασισμός αν όχι αποικιοκρατία που εφαρμόζεται σε μια παραδοσιακά αποικιοκρατική χώρα;» («Οι καταραμένοι της γης», 1961).

Η προσέγγισή τους εξισώνει χοντρικά το Ολοκαύτωμα με την αποικιοκρατία, αλλά περιέχει μια γόνιμη διαπίστωση: τη γενετική σχέση μεταξύ των ναζιστικών εγκλημάτων και του αυτοκρατορικού παρελθόντος της Ευρώπης.

Ο Umberto Eco επισημαίνει: «Ο ουρ-φασισμός, ο αιώνιος φασισμός, αναπτύσσεται και επιδιώκει τη συναίνεση εκμεταλλευόμενος και επιδεινώνοντας τον φυσικό φόβο της διαφοράς.

Το πρώτο κάλεσμα ενός φασιστικού ή πρωτοφασιστικού κινήματος είναι ενάντια στους εισβολείς.

Ο ουρ-φασισμός είναι επομένως εξ ορισμού ρατσιστικός».

(Πανεπιστήμιο Κολούμπια, 25 Απριλίου 1995. Στο «Πέντε ηθικά κείμενα»).

Αν ο Cédaire, ο Fanon και ο Eco έχουν δίκιο, τότε ο Hernán Cortés, ο Francisco Pizarro και η παρέα του ήταν φασίστες  προτού καν επινοηθεί ο όρος.

Ωστόσο, η υπερβατικότητα του γεγονότος είναι αναμφισβήτητη. Δεδομένου ότι, εκτός από βίαιοι, οι Ευρωπαίοι ήταν και παράφρονες φορείς των αξιών της εκκολαπτόμενης καπιταλιστικής κοινωνίας, η εισβολή δρομολόγησε την παγκοσμιοποίηση.

Η ιστορική υπεραξία που δημιουργήθηκε επέτρεψε την ανάπτυξη του σύγχρονου καπιταλισμού στη Δυτική Ευρώπη και οδήγησε στη διαίρεση του κόσμου όπως τον ξέρουμε (για περισσότερα βλέπε Michael Barratt Brown, «Economic History of Imperialism», 1977).

Αν οι περισσότεροι Ευρωπαίοι και οι άρχουσες τάξεις της Λατινικής Αμερικής μπορούν να γιορτάσουν την 12η Οκτωβρίου, οι ιθαγενείς, οι μαύροι και οι φτωχοί δεν έχουν τίποτα να γιορτάσουν. Αυτοί που δεν γιορτάζουν δεν είναι απλώς «οι κομμένοι μαθητές της τρίτης γυμνασίου», όπως γράφουν οι άγρυπνοι Σόλωνες σε αυτές τις εγκαταλελειμμένες από τη θεά Αθηνά χώρες, αλλά το 90% του πληθυσμού.

Παρ' όλα αυτά, αυτό το «μικρό ανθρώπινο γένος», όπως το αποκαλούσε ο Μπολιβάρ, διεκδικεί όλη την κληρονομιά της: τη νεωτερικότητα που ήρθε ως προσάρτημα από την Ευρώπη, και την αντίσταση κατά των καταπιεστών που υπάρχει εδώ και πάνω από πέντε αιώνες (για τους αγώνες των ιθαγενών βλέπε José Bengoa, «Viaje a Caral: Crónicas acerca de la larga historia de América y la resistencia de los pueblos indígenas», Journey to Caral. Χρονικά για τη μακρά ιστορία της Αμερικής και την αντίσταση των ιθαγενών λαών, 2024).

Δεν πρόκειται να κρίνουμε τα γεγονότα του 16ου, του 18ου ή ακόμη και του 20ού αιώνα με τις αντιλήψεις του 21ου αιώνα, αλλά μάλλον να κατανοήσουμε πώς αρθρώθηκε η αποικιοκρατία και η βιομηχανική-οικονομική εξάρτηση μετά την πολιτική ανεξαρτησία της Λατινικής Αμερικής και, επειδή οι καταπιεστές ευδοκιμούν στην άγνοια, παραθέτω ένα απόσπασμα από το χρονικό που γράφτηκε το 1542 από έναν εξαιρετικό μάρτυρα, τον επίσκοπο της Τσιάπας, Bartolomé de las Casas.

«Στο νησί της Ισπανιόλα (που σήμερα χωρίζεται ανάμεσα στην Αϊτή και τη Δομινικανή Δημοκρατία), οι χριστιανοί με τα άλογά τους, τα σπαθιά και τις λόγχες τους, άρχισαν να προβαίνουν σε σφαγές και σκληρότητες.

Εισέβαλαν στα χωριά και δεν άφηναν ούτε παιδιά, ούτε γέρους, ούτε έγκυες γυναίκες, ούτε γυναίκες που γεννούσαν, που να μην τους ξεκοίλιαζαν και να μην τους έκαναν κομμάτια, σαν πρόβατα στα μαντριά τους.

Έβαζαν στοιχήματα για το ποιος θα έκοβε έναν άνθρωπο στη μέση με ένα μαχαίρι ή ποιος θα του έκοβε το κεφάλι ή θα τον ξεκοίλιαζε.

Επαιρναν τα βρέφη από τα βυζιά των μανάδων τους, τα έπιαναν από τα πόδια και έσπαζαν τα κεφάλια τους στα βράχια.

Άλλοι τα κουβαλούσαν στους ώμους τους στα ποτάμια και, καθώς βυθίζονταν στο νερό, γελώντας και πειράζοντάς τα, τους έλεγαν: «Κάνε μπουρμπουλίθρες».

Ή διαπερνούσαν βρέφη με τα σπαθιά τους μαζί με τις μανάδες τους και όλους όσους ήταν κοντά τους.

Επιπλέον έφτιαχναν κρεμάλες με τα πόδια τους να ακουμπούν σχεδόν στη γη, και ανά δεκατρείς κάθε φορά, άναβαν φωτιά και τους έκαιγαν ζωντανούς ως ένδειξη τιμής και πίστης προς τον Λυτρωτή μας και τους δώδεκα αποστόλους.

Άλλους τους έκαιγαν αφού τους έδεναν ή τύλιγαν ολόκληρο το σώμα τους με ξερά άχυρα, τα οποία στη συνέχεια άναβαν.

Σε άλλους, σε όλους εκείνους που τους έπιαναν αιχμάλωτους για να τους χρησιμοποιήσουν ως ζωντανά παραδείγματα, τους έκοβαν τα χέρια και αφού τα έδεναν πάνω τους, τους έλεγαν: Τραβάτε τώρα να πείτε τα νέα σας στους  ανθρώπους που έχουν καταφύγει στα βουνά.

Συνήθως,τους άρχοντες και τους ευγενείς τους σκότωναν με αυτόν τον τρόπο: έφτιαχναν σωρούς από ξύλα πάνω σε δρεπάνια, τους έδεναν από πάνω και άναβαν μια απαλή φωτιά από κάτω τους, έτσι ώστε, σιγά-σιγά, ουρλιάζοντας σαν εμμονικοί από τα βασανιστήρια, σε απόγνωση, να βγουν οι ψυχές τους.

Μια φορά είδα ότι ενώ κρατούσαν και έκαιγαν σ' αυτές τις ψησταριές τέσσερις ή πέντε αξιωματούχους και άρχοντες, επειδή αυτοί ούρλιαζαν πολύ δυνατά και στενοχωρούσαν τον αξιωματικό ή δεν τον άφηναν να κοιμηθεί, αυτός έδινε εντολή να τους πνίξουν.

Ο επίτροπος, ο οποίος ήταν χειρότερος κι από τον δήμιο που τους έκαιγε, αρνήθηκε να τους πνίξει και με τα ίδια του τα χέρια έβαλε μικρά ξυλάκια στο στόμα τους για να μην βγάλουν άχνα, και άναψε τη φωτιά μέχρι να ψηθούν σιγά σιγά όπως αυτός ήθελε.

Όλα αυτά που μόλις σας διηγήθηκα τα έχω δει με τα ίδια μου τα μάτια και πολλά, ακόμα».

Την 1 Οκτωβρίου 2024, η Κλαούντια Σεϊνμπάουν, η πρόεδρος του Μεξικού, δεν προσκάλεσε τον Φίλιππο ΣΤ΄, βασιλιά της Ισπανίας, στην εκπομπή Μαντό «επειδή ήταν αγενής». Αργότερα έγραψε στο Χ: «Ο Κολόμβος ανακάλυψε την Αμερική για τους Ευρωπαίους, αλλά στην ήπειρό μας και συγκεκριμένα σε αυτό που σήμερα αποκαλούμε Μεξικό, υπήρχαν σπουδαίοι πολιτισμοί και κουλτούρες για τις οποίες αισθανόμαστε υπερήφανοι. Κανείς δεν μας ανακάλυψε».

Η ισπανική γλώσσα είναι η δεύτερη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο. Το Μεξικό είναι η σημαντικότερη ισπανόφωνη χώρα από άποψη πληθυσμού και οικονομίας, αλλά, στην Ιταλία, το χαστούκι της Κλαούντια δεν έχει γίνει αντιληπτό από τα μέσα ενημέρωσης.

Στην Ισπανία, εκτός από τους Podemos,όλοι οι άλλοι, από τους κομμουνιστές (πρώην και νυν) μέχρι τους φασίστες ,τα πολιτικά κόμματα διαμαρτυρήθηκαν έντονα. Η αντίδραση αυτή, όντας ομόφωνα προσηλωμένη στην ιδέα της προόδου και στην αιώνια αντίληψή τους περί φυλετικής ανωτερότητας. αξίζει να συμπεριληφθεί στην επόμενη έκδοση της παγκόσμιας εγκυκλοπαίδειας του αίσχους.

Στην ΕΕ, το βασίλειο της σιωπής, όταν δεν τους κεντρίζουν οι ΗΠΑ, κανείς δεν είπε τίποτα, ούτε καν ο «Manolito», ο Ισπανός «σοσιαλιστής» που είναι υπεύθυνος για την εξωτερική πολιτική της ΕΕ.

Τον αποκαλώ «Manolito» γιατί αυτός ο γιος Ισπανών δημοκρατικών προσφύγων που ασχολήθηκαν με το εμπόριο στο Μπουένος Άιρες, μου θυμίζει το πονηρό παιδί με τα μαλλιά καρφάκια που πουλάει ληγμένα τρόφιμα μισοτιμής στο κόμικς της Μαφάλντα...

Δεν υπάρχουν μόνο στην Ισπανία φαινομενικά φυσιολογικοί άνθρωποι αγκυλωμένοι στην εποχή που τους αποικιοκράτες τους κουβαλούσαν οι ιθαγενείς  με αιώρες ή ρικσάκια όπως το 1899, όταν ο Rudyard Kipling  διέδιδε ατιμώρητα το παραλήρημά του για το «Χρέος του λευκού ανθρώπου, White man’s burden.».

Ο Kipling έχαιρε μεγάλης εκτίμησης στους κύκλους της εξουσίας, όπως αποδεικνύεται από το κίνητρο με το οποίο η κριτική επιτροπή του απένειμε το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1907: «Λαμβάνοντας υπόψη τη δύναμη της παρατήρησης, την πρωτοτυπία της φαντασίας, τη δύναμη των ιδεών και το αξιοσημείωτο ταλέντο της αφήγησης που χαρακτηρίζουν τις δημιουργίες αυτού του παγκοσμίου φήμης συγγραφέα».

Ο Charles McGrath γράφει στο The New Yorker: «Ο Kipling έχει χαρακτηριστεί ποικιλοτρόπως,αποικιοκράτης, σοβινιστής, ρατσιστής, αντισημίτης, μισογύνης, πολεμοκάπηλος και δεξιός ιμπεριαλιστής- και, αν και ορισμένοι μελετητές έχουν υποστηρίξει ότι οι απόψεις του ήταν πιο περίπλοκες από ό,τι του έχουν αποδοθεί, σε κάποιο βαθμό ήταν πραγματικά όλα αυτά τα πράγματα» («Rudyard Kipling in America»).

Η μνησικακία είναι κατανοητή: ο Kipling  ανέπτυξε μια θεωρία ότι «μόνο κατώτερες φυλές γεννιούνται πέρα από τη Μάγχη».

Ο Kipling ήταν αναμφίβολα ένας ταλαντούχος συγγραφέας. Αυτό αποδεικνύεται από το «Βιβλίο της ζούγκλας» και αρκετά ποιήματα, με πρώτο και καλύτερο το «If».

Δεν ξέρω αν ακόμη και μεταξύ των νοσταλγών της «ανακάλυψης της Αμερικής» και του «Χρέος του λευκού ανθρώπου»  υπάρχουν ποιητές που δεν έχουν σχέση με την ποίηση. Αυτό για το οποίο όμως είμαι σίγουρος, είναι ότι δεν έχω ακούσει να έχουν κάποιο ταλέντο.

Από την άλλη, δεν μπορεί να είναι εύκολο να τοποθετήσεις το Mac σε τραπεζάκι ροκοκό, να συμβιβάσεις το βραδινό 'ουίσκι με πάγο’ με το πρωινό κακάο σε σκόνη, το πάθος για τον Elon Musk με το σχέδιο της ελιάς στο μάγουλο, το προσεκτικό βάψιμο του μαλλιού σε στυλ Donald και το σνιφάρισμα του καπνού σε σκόνη...

Δυστυχώς, η άγνοια, η αγυρτεία, η ανοησία και το πνευματικό γήρας είναι ευρέως διαδεδομένα και, φοβάμαι, μεταδοτικά.

Κλείνω παραθέτοντας ιστορίες που θα ευχαριστούσαν τον Salgari και σίγουρα τον Paco Taibo II , τις οποίες αφηγείται ο ποιητής Luis Palés Matos  και τραγουδά ο Ray Brown , και οι δύο περήφανοι Πορτορικανοί.

Το «Aires bucaneros», ο αέρας των πειρατών, απεικονίζει την περίπλοκη ιστορία που δημιουργεί μια εθνική Πορτορικάνικη ταυτότητα που χαρακτηρίζεται από βαθιές αφρικανικές ρίζες, αποκαθιστώντας, όπως κάνει ο Nicolás Guillén στην Κούβα, τα χαρακτηριστικό των  Αντιλλών σε όσμωση με τα  αφρικάνικα.

Η Αφροαντιλάνικη ταυτότητα  τους συνδυάζει τα ονοματοποιητικά και μουσικά χαρακτηριστικά που χαρακτηρίζουν τη μαύρη ποίηση με την εξέγερση κατά της αποικιακής υποταγής που επέβαλαν οι Ηνωμένες Πολιτείες.

Σε όσους ενδιαφέρονται για αυτά τα ζητήματα, προτείνω το 'Sacra ira' και το 'Preludio en boricúa'. Το Boricúa είναι το πατριδωνυμικό του Borinquen, το όνομα του νησιού κατά τους ιθαγενείς που σήμερα ονομάζουμε Πουέρτο Ρίκο, το οποίο στη λατινοαμερικανική λυρική γίνεται 'Borinquén, η γη της Εδέμ'.

Λογοτεχνικός πρωτοπόρος της αντίθεσης «στην αμερικανοποίηση», ο Πορτορικάνος ποιητής Luis  Palés Matos λυτρώνει την πραγματικότητα που περιέβαλε (και περιβάλλει) την κοινωνία του Πουέρτο Ρίκο, η οποία καραδοκούσε (και καραδοκεί) διαρκώς.

Από το μακροσκελές κείμενο, στα ισπανικά στο βίντεο που συνοδεύει τη μουσική, έχω μεταφράσει την αρχή και το τέλος.

Οι λαϊκοί ήρωες των πειρατών; Γιατί όχι;

Εξαρτάται από το ιστορικό πλαίσιο.

Ο Paco Taibo II μας έδωσε το 2010 το απολαυστικό «Οι τίγρεις της Μαλαισίας επιστρέφουν. Πιο αντιιμπεριαλιστικές από ποτέ». Πρωταγωνιστούν, ο Sandokan, ο Yanez , και οι τίγρεις, αλλά ακόμη και ένας βετεράνος της Παρισινής Κομμούνας και ο Δόκτωρ Mortimer του Conan Doyle.

Αυτό το θυμήθηκα ενώ περπατούσα στα ερείπια του Portobelo  που καταστράφηκε από τον πειρατή Henry Morgan το 1668.

Ο Morgan λεηλάτησε την αποικία για περίπου δύο μήνες. Εκτός από φήμη, κέρδισε και 200.000 ισπανικά νομίσματα και, αργότερα, μια ισόβια αμοιβή από τον ίδιο τον αρχηγό των πειρατών ενώ στο Λονδίνο, ο Κάρολος Β' Στιούαρτ, βασιλιάς της Αγγλίας, της Σκωτίας και της Ιρλανδίας, τον διόρισε «κυβερνήτη της Τζαμάικα».

Μπροστά από το Portobelo βρίσκεται το νησί Francis Drake . Εδώ πέθανε ηρωικά ο πειρατής που, ως καλός Άγγλος, δεν μπορούσε παρά να πεθάνει από δυσεντερία ή, πιο χυδαία ειπωμένο, από διάρροια.

[----->]