Άρθρο του Αλ. Τσίπρα στη Le Monde: “Η Ευρώπη σε σταυροδρόμι”


“Αν δεν υπάρχει ακόμα συμφωνία, δεν οφείλεται στη δική μας αδιαλλαξία”, τονίζει ο έλληνας Πρωθυπουργός με άρθρο του στη γαλλική εφημερίδα Le Monde 

“Το ζήτημα της Ελλάδας δεν αφορά αποκλειστικά την Ελλάδα, αλλά αποτελεί το επίκεντρο της σύγκρουσης δύο εκ διαμέτρου αντίθετων στρατηγικών για το μέλλον της ευρωπαϊκής ενοποίησης”, επισημαίνει ο έλληνας Πρωθυπουργός.

“Κάποιοι θέλουν να αποδεχτούμε να διορίζονται οι υπουργοί και οι πρωθυπουργοί από τους θεσμούς και οι πολίτες να αποστερούνται από το δικαίωμα του εκλέγειν μέχρι την ολοκλήρωση του προγράμματος. 

Κάτι τέτοιο σημαίνει την ολοκληρωτική κατάργηση της δημοκρατίας στην Ευρώπη, το τέλος κάθε προσχήματος και την αρχή μιας διάσπασης και ενός απαράδεκτου διχασμού της Ενωμένης Ευρώπης. Σημαίνει, εν τέλει, την αρχή για τη δημιουργία ενός τεχνοκρατικού τερατουργήματος, που θα οδηγήσει σε μια Ευρώπη εντελώς ξένη προς τις ιδρυτικές της αξίες”, προειδοποιεί ο Αλ. Τσίπρας και προσθέτει ότι “υπάρχει στρατηγική που επιδιώκει τη διάσπαση και τον διχασμό της Ευρωζώνης και συνακόλουθα της Ε.Ε.

 Πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση είναι η δημιουργία μιας Ευρωζώνης δύο ταχυτήτων, όπου ο σκληρός πυρήνας θα θέτει σκληρούς κανόνες λιτότητας και προσαρμογής και θα διορίζει έναν Υπερυπουργό Οικονομικών της Ευρωζώνης με απεριόριστη εξουσία, με τη δυνατότητα δηλαδή να απορρίπτει ακόμη και προϋπολογισμούς κυρίαρχων κρατών που δεν ευθυγραμμίζονται με τα δόγματα του ακραίου νεοφιλελευθερισμού”.

“Για όσες χώρες αρνούνται να υποκύψουν στην νέα εξουσία η λύση θα είναι απλή: Σκληρή τιμωρία. Υποχρεωτική λιτότητα. Και, ακόμη περισσότερο, περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων, πειθαρχικές κυρώσεις, πρόστιμα, ακόμη και παράλληλο νόμισμα. Έτσι οικοδομείται η νέα ευρωπαϊκή εξουσία με πρώτο θύμα την Ελλάδα η οποία στο μυαλό αρκετών αποτελεί χρυσή ευκαιρία παραδειγματισμού για όλους τους υποψήφιους απείθαρχους” τονίζει.

“Η Ευρώπη βρίσκεται σε σταυροδρόμι. Μετά από τις σοβαρές παραχωρήσεις της ελληνικής κυβέρνησης η απόφαση είναι στα χέρια όχι των θεσμών που άλλωστε -με εξαίρεση την Ευρωπαϊκή Επιτροπή- δεν εκλέγονται και δεν λογοδοτούν στους λαούς, αλλά στα χέρια των ηγετών της Ευρώπης” καταλήγει ο Αλ. Τσίπρας.


Ολόκληρο το άρθρο του Αλ. Τσίπρα

Στις 25 του περασμένου Γενάρη ο ελληνικός λαός πήρε μια γενναία απόφαση. Τόλμησε να αμφισβητήσει το μονόδρομο της σκληρής λιτότητας του μνημονίου και να επιδιώξει μια νέα συμφωνία. Μια νέα συμφωνία που επιτρέπει στην Ελλάδα να επιστρέψει στην ανάπτυξη εντός του ευρώ με ένα οικονομικό πρόγραμμα βιώσιμο, χωρίς τα λάθη του παρελθόντος.
Αυτά τα λάθη, άλλωστε, τα πλήρωσε ακριβά ο ελληνικός λαός, αφού μέσα σε πέντε χρόνια η ανεργία σκαρφάλωσε στο 28% (60% για τους νέους), το μέσο εισόδημα μειώθηκε κατά 40%, ενώ η Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, έγινε η χώρα της Ε.Ε. με τον υψηλότερο δείκτη κοινωνικήςανισότητας.

Και το χειρότερο: Το πρόγραμμα αυτό, παρά τα βαρύτατα πλήγματα στον κοινωνικό ιστό, δεν κατάφερε την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Το δημόσιο χρέος εκτινάχθηκε από το 124% στο 180% του ΑΕΠ, η ελληνική οικονομία -παρά τις βαριές θυσίες του λαού της- παραμένει εγκλωβισμένη σε ένα κλίμα διαρκούς αβεβαιότητας, που γεννούν οι ανέφικτοι στόχοι δημοσιονομικής εξισορρόπησης που την υποχρεώνουν να πορεύεται σε έναν φαύλο κύκλο λιτότητας και ύφεσης.

Βασικός στόχος της νέας ελληνικής κυβέρνησης τους τελευταίους τέσσερις μήνες είναι να δοθεί τέλος σε αυτό τον φαύλο κύκλο, τέλος σε αυτή την αβεβαιότητα. Μια αμοιβαία επωφελής συμφωνία που θέτει ρεαλιστικούς στόχους πλεονασμάτων, ενώ ταυτόχρονα επαναφέρει την ατζέντα της ανάπτυξης και των επενδύσεων, μια οριστική λύση στο ελληνικό ζήτημα, είναι σήμερα πιο ώριμη και πιο αναγκαία από ποτέ.

Μια τέτοια συμφωνία, εξάλλου, θα σημάνει και το τέλος της ευρωπαϊκής οικονομικής κρίσης που ξέσπασε επτά χρόνια πριν, κλείνοντας τον κύκλο της αβεβαιότητας για την Ευρωζώνη.
Σήμερα η Ευρώπη έχει τη δυνατότητα να πάρει αποφάσεις που θα πυροδοτήσουν μια ραγδαία ανάκαμψη της ελληνικής και της ευρωπαϊκής οικονομίας, δίνοντας τέλος στα σενάρια περί Grexit, που εμποδίζουν μια μακροπρόθεσμη σταθεροποίηση της ευρωπαϊκής οικονομίας και μπορούν ανά πάσα στιγμή να κλονίσουν την εμπιστοσύνη, τόσο των πολιτών όσο και των επενδυτών στο κοινό μας νόμισμα.

Λένε, όμως, πολλοί ότι η ελληνική πλευρά δεν βοηθάει σ’ αυτή τη κατεύθυνση γιατί προσέρχεται στις διαπραγματεύσεις αδιάλλακτη και χωρίς προτάσεις.
Είναι πράγματι έτσι;
Επειδή οι στιγμές είναι κρίσιμες, ίσως και ιστορικές, όχι μόνο για το μέλλον της Ελλάδας αλλά και για την πορεία της Ευρώπης, θα ήθελα με τη σημερινή μου παρέμβαση να αποκαταστήσω την αλήθεια και να ενημερώσω υπεύθυνα την παγκόσμια κοινή γνώμη για τις πραγματικές προθέσεις και θέσεις της Ελληνικής Δημοκρατίας.

Η ελληνική κυβέρνηση, στη βάση της απόφασης του Eurogroup της 20ης του Φλεβάρη, έχει καταθέσει ένα ευρύτατο πακέτο μεταρρυθμιστικών προτάσεων, με στόχο μια συμφωνία που θα συνδυάζει τόσο το σεβασμό στην ετυμηγορία του ελληνικού λαού όσο, όμως, και το σεβασμό στους κανόνες και τις αποφάσεις που διέπουν τη λειτουργία της Ευρωζώνης.

Βασική κατεύθυνση των προτάσεών μας είναι η δέσμευση σε χαμηλότερα -και ως εκ τούτου εφικτά- πρωτογενή πλεονάσματα το 2015 και το 2016 και σε υψηλότερα για τα επόμενα χρόνια, δεδομένου ότι προσδοκούμε ανάλογη αύξηση των ρυθμών ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.
Εξίσου βασικό σημείο των προτάσεών μας είναι η δέσμευση για αύξηση των δημοσίων εσόδων, μέσω, όμως, αναδιανομής των βαρών από τα χαμηλά και μεσαία στα υψηλά εισοδήματα, που μέχρι σήμερα απέφευγαν να πληρώσουν το δικό τους μερίδιο για την αντιμετώπιση της κρίσης, καθώς στη χώρα μου προστατεύτηκαν αποτελεσματικά, τόσο από την πολιτική ελίτ, όσο και από τα «στραβά μάτια» της τρόικα.

Από την πρώτη στιγμή της νέας διακυβέρνησης, άλλωστε, δείξαμε αυτές τις προθέσεις και την αποφασιστικότητά μας, νομοθετώντας συγκεκριμένη ρύθμιση που αντιμετωπίζει την απάτη των τριγωνικών συναλλαγών, εντατικοποιώντας τους τελωνειακούς και φορολογικούς ελέγχους, ώστε να περιορίσουμε ουσιαστικά το λαθρεμπόριο και τη φοροδιαφυγή.
Για πρώτη φορά μετά από χρόνια καταλογίσαμε τα  οφειλόμενα χρέη των ιδιοκτητών των μέσων ενημέρωσης προς το ελληνικό δημόσιο.
Η αλλαγή κλίματος στη χώρα είναι σαφής και αποδεικνύεται από το γεγονός ότι και τα δικαστήρια επιταχύνουν το έργο τους για την απονομή δικαιοσύνης σε υποθέσεις μεγάλης φοροδιαφυγής. Οι ολιγάρχες, με άλλα λόγια, που είχαν συνηθίσει στην προστασία του πολιτικού συστήματος έχουν, πλέον, πολλούς λόγους να χάνουν τον ύπνο τους.

Δεν είναι, όμως, μόνο οι βασικές κατευθύνσεις, αλλά και οι εξειδικευμένες προτάσεις που έχουμε καταθέσει στο πλαίσιο των συζητήσεων με τους θεσμούς που έχουν καλύψει ένα τεράστιο μέρος της απόστασης που μας χώριζε πριν από μερικούς μήνες. Συγκεκριμένα, η ελληνική πλευρά έχει αποδεχθεί την υλοποίηση σειράς θεσμικών μεταρρυθμίσεων, όπως η ενίσχυση της ανεξαρτησίας της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (ΓΓΔΕ) και της Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), παρεμβάσεις για την επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης αλλά και παρεμβάσεις στις αγορές προϊόντων ώστε να αρθούν στρεβλώσεις και προνόμια.

Επίσης, παρά την κάθετη αντίθεσή μας στο μοντέλο ιδιωτικοποιήσεων που προωθείται από τους θεσμούς, γιατί δεν δημιουργεί αναπτυξιακή προοπτική και δεν μεταφέρει πόρους στην πραγματική οικονομία, αλλά στο, ούτως ή άλλως, μη βιώσιμο χρέος, αποδεχθήκαμε να ολοκληρώσουμε, με κάποιες μικρές τροποποιήσεις, το πρόγραμμα των ιδιωτικοποιήσεων, αποδεικνύοντας έμπρακτα την διάθεσή μας για βήματα προσέγγισης.

Συμφωνήσαμε, επίσης, να υλοποιήσουμε μια μεγάλη μεταρρύθμιση στο ΦΠΑ απλοποιώντας το σύστημα και ενισχύοντας την αναδιανεμητική διάσταση του φόρου, ώστε να επιτύχουμε αύξηση τόσο της εισπραξιμότητας όσο και των εσόδων.

Καταθέσαμε συγκεκριμένες προτάσεις μέτρων που θα επιφέρουν περαιτέρω αύξηση των εσόδων: Έκτακτη εισφορά στα πολύ υψηλά κέρδη, φόρο στο ηλεκτρονικό στοίχημα, εντατικοποίηση των ελέγχων των μεγαλοκαταθετών / φοροφυγάδων, μέτρα για την είσπραξη ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το δημόσιο, ειδικό φόρο πολυτελείας, διαγωνισμό για τις ραδιοτηλεοπτικές άδειες τις οποίες η τρόικα ξέχασε συμπτωματικά επί πενταετία και άλλα.

Τα μέτρα αυτά όχι μόνο αυξάνουν τα έσοδα, αλλά ταυτόχρονα δεν δημιουργούν υφεσιακό αποτέλεσμα, αφού δεν μειώνουν ακόμη περισσότερο την ενεργό ζήτηση και δεν προσθέτουν περισσότερα βάρη στα χαμηλά και μεσαία κοινωνικά στρώματα.

Συμφωνήσαμε, επιπλέον, να υλοποιήσουμε μια μεγάλη μεταρρύθμιση στο ασφαλιστικό σύστημα. 
Με την ενοποίηση ταμείων και την κατάργηση διατάξεων που κακώς επιτρέπουν τις πρόωρες συνταξιοδοτήσεις, γεγονός που αυξάνει το πραγματικό όριο συνταξιοδότησης. Και όλα αυτά παρά το γεγονός ότι οι απώλειες των ασφαλιστικών ταμείων που έχουν δημιουργήσει το μεσοπρόθεσμο πρόβλημα βιωσιμότητάς τους, οφείλονται κατά κύριο λόγο σε πολιτικές επιλογές για τις οποίες σοβαρότατη ευθύνη φέρουν τόσο οι προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις όσο και κυρίως η τρόικα (μείωση των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων κατά 25 δισ. ευρώ μέσω του PSI αλλά και υψηλότατη ανεργία που οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στο ακραίο πρόγραμμα λιτότητας που εφαρμόζεται στη χώρα από το 2010).

Τέλος, και παρά τη δέσμευσή μας προς τους εργαζόμενους να αποκαταστήσουμε άμεσα την ευρωπαϊκή νομιμότητα στην αγορά εργασίας που αποδιαρθρώθηκε πλήρως την τελευταία πενταετία υπό το πρόσχημα της ανταγωνιστικότητας, αποδεχθήκαμε να υλοποιήσουμε την εργασιακή μεταρρύθμιση μόνο μετά από διαβούλευση με τον ILO, που ήδη έχει τοποθετηθεί θετικά στις προτάσεις της ελληνικής κυβέρνησης.

Με δεδομένα τα παραπάνω εύλογα αναρωτιέται κανείς γιατί αυτή η επιμονή σε μονότονες δηλώσεις θεσμικών αξιωματούχων ότι η Ελλάδα δεν καταθέτει προτάσεις; 
Ποιον σκοπό εξυπηρετεί αυτή η παρατεταμένη στάση ρευστότητας προς την Ελληνική οικονομία, τη στιγμή μάλιστα που η Ελλάδα έχει αποδείξει ότι θέλει να σεβαστεί τις εξωτερικές της υποχρεώσεις, πληρώνοντας από τον Αύγουστο του 2014 περισσότερα από 17 δισ. ευρώ σε τόκους και χρεολύσια (περίπου 10% του ΑΕΠ της) χωρίς καμία απολύτως εξωτερική χρηματοδότηση; 
Και, τέλος, ποια η σκοπιμότητα των συντονισμένων διαρροών ότι δεν είμαστε κοντά σε μια συμφωνία που θα βάλει ένα τέλος στην πανευρωπαϊκή και παγκόσμια οικονομική και πολιτική αβεβαιότητα που συντηρείται εξαιτίας του ελληνικού ζητήματος;

Η ανεπίσημη απάντηση από την μεριά ορισμένων είναι ότι δεν είμαστε κοντά σε συμφωνία επειδή η ελληνική πλευρά εμμένει στις θέσεις της για την αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και αρνείται να προχωρήσει στην περαιτέρω μείωση των συντάξεων.
Οφείλω, λοιπόν, ορισμένες διευκρινήσεις.
Σ’ ό,τι αφορά το πρώτο ζήτημα, η θέση της ελληνικής πλευράς είναι ότι δεν είναι δυνατόν η νομοθεσία προστασίας των εργαζομένων στην Ελλάδα να μην ανταποκρίνεται στα ευρωπαϊκά στάνταρ ή, πολύ περισσότερο, να παραβιάζει κατάφωρα την ίδια την ευρωπαϊκή εργατική νομοθεσία. Αυτό που ζητάμε δεν είναι τίποτα περισσότερο από αυτά που ισχύουν σε όλες τις χώρες της Ευρωζώνης. Και γι’ αυτό άλλωστε, πρόσφατα, προχώρησα και σε κοινή δήλωση για το θέμα με τον Πρόεδρο Ζ. Κλ. Γιούνγκερ.

Σ’ ό,τι αφορά το δεύτερο ζήτημα, αυτό των συντάξεων, η θέση της ελληνικής κυβέρνησης είναι απολύτως τεκμηριωμένη και λογική. Στην Ελλάδα οι συντάξεις έχουν μειωθεί σωρευτικά στα χρόνια του μνημονίου από 20% μέχρι και 48%, ενώ αυτή τη στιγμή το 44,5% των συνταξιούχων παίρνουν σύνταξη κάτω από το σταθερό όριο της σχετικής φτώχειας, ενώ και ένα ποσοστό, περίπου 23,1% των συνταξιούχων, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, ζει σε κίνδυνο φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού.
Είναι, λοιπόν, προφανές ότι αυτή η εικόνα, αποτέλεσμα της μνημονιακής πολιτικής, δεν μπορεί να γίνει ανεκτή όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για οποιαδήποτε πολιτισμένη χώρα.
Ας πούμε λοιπόν τα πράγματα με το όνομά τους.

Η μη επίτευξη συμφωνίας, μέχρι στιγμής, δεν οφείλεται σε μια υποτιθέμενη άτεγκτη, αδιάλλακτη και ακατανόητη στάση της Ελλάδας. Αλλά στην επιμονή ορισμένων θεσμικών παραγόντων να καταθέτουν προτάσεις παράλογες και να δείχνουν παντελή αδιαφορία τόσο στην πρόσφατη δημοκρατική επιλογή του ελληνικού λαού, όσο και στη δημόσια παραδοχή και των τριών θεσμών ότι θα υπάρξει η αναγκαία ευελιξία, ώστε να γίνει σεβαστή η λαϊκή ετυμηγορία.
Για ποιο λόγο όμως αυτή η επιμονή ;
Μια πρώτη αβίαστη σκέψη θα ήταν ότι η επιμονή οφείλεται στην επιθυμία ορισμένων να μη παραδεχθούν τα λάθη τους και να επιβεβαιώσουν εαυτούς παραγνωρίζοντας την αποτυχία τους. 
Εξάλλου, δεν πρέπει να ξεχνάμε τη δημόσια παραδοχή, πριν από λίγα χρόνια, του ΔΝΤ ότι έσφαλε στον υπολογισμό της ύφεσης που θα προκαλούσε το μνημονιακό πρόγραμμα. Ωστόσο θεωρώ ότι αυτή είναι μια ρηχή προσέγγιση. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι το μέλλον της Ευρώπης εξαρτάται από το πείσμα ή την εμμονή κάποιων παραγόντων.

Καταλήγω, λοιπόν, στο συμπέρασμα ότι το ζήτημα της Ελλάδας δεν αφορά αποκλειστικά την Ελλάδα, αλλά αποτελεί το επίκεντρο της σύγκρουσης δύο εκ διαμέτρου αντίθετων στρατηγικών για το μέλλον της ευρωπαϊκής ενοποίησης.

Η πρώτη στρατηγική επιδιώκει την εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης σε ένα πλαίσιο ισότητας και αλληλεγγύης μεταξύ των λαών και των πολιτών της.
Οι υπέρμαχοι αυτής της στρατηγικής ξεκινούν από το δεδομένο ότι δεν είναι δυνατόν να ζητείται από την νέα ελληνική κυβέρνηση να κάνει τα ίδια με την προηγούμενη –η οποία, δεν πρέπει να ξεχνάμε, απέτυχε παταγωδώς. 
Και ξεκινούν από αυτό το δεδομένο, γιατί διαφορετικά θα έπρεπε να καταργήσουμε τις εκλογές σε όσες χώρες βρίσκονται σε πρόγραμμα. Να αποδεχτούμε, δηλαδή, να διορίζονται οι υπουργοί και οι πρωθυπουργοί από τους θεσμούς και οι πολίτες να αποστερούνται από το δικαίωμα του εκλέγειν μέχρι την ολοκλήρωση του προγράμματος.

Καταλαβαίνουν ότι κάτι τέτοιο σημαίνει την ολοκληρωτική κατάργηση της δημοκρατίας στην Ευρώπη, το τέλος κάθε προσχήματος και την αρχή μιας διάσπασης και ενός απαράδεκτου διχασμού της Ενωμένης Ευρώπης. Σημαίνει εν τέλει την αρχή για την δημιουργία ενός τεχνοκρατικού τερατουργήματος, που θα οδηγήσει σε μια Ευρώπη εντελώς ξένη προς τις ιδρυτικές της αξίες.
Η δεύτερη στρατηγική επιδιώκει ακριβώς αυτό: Τη διάσπαση και τον διχασμό της Ευρωζώνης και συνακόλουθα της Ε.Ε.

Πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση είναι η δημιουργία μιας Ευρωζώνης δύο ταχυτήτων, όπου ο σκληρός πυρήνας θα θέτει σκληρούς κανόνες λιτότητας και προσαρμογής και θα διορίζει έναν Υπερυπουργό Οικονομικών της Ευρωζώνης με απεριόριστη εξουσία, με τη δυνατότητα δηλαδή να απορρίπτει ακόμη και προϋπολογισμούς κυρίαρχων κρατών που δεν ευθυγραμμίζονται με τα δόγματα του ακραίου νεοφιλελευθερισμού.

Για όσες χώρες δε αρνούνται να υποκύψουν στην νέα εξουσία η λύση θα είναι απλή: Σκληρή τιμωρία. Υποχρεωτική λιτότητα. Και, ακόμη περισσότερο, περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων, πειθαρχικές κυρώσεις, πρόστιμα, ακόμη και παράλληλο νόμισμα. Έτσι οικοδομείται η νέα ευρωπαϊκή εξουσία με πρώτο θύμα την Ελλάδα η οποία στο μυαλό αρκετών αποτελεί χρυσή ευκαιρία παραδειγματισμού για όλους τους υποψήφιους απείθαρχους.

Το πρόβλημα, όμως, που δεν φαίνεται να λαμβάνει υπόψη της η δεύτερη αυτή στρατηγική είναι το υψηλό ρίσκο που επωμίζεται και τους τεράστιους κινδύνους που εγκυμονεί. Διότι όχι μόνο διακινδυνεύει να αποτελέσει την αρχή του τέλους για το εγχείρημα της ενωμένης Ευρώπης, μετατρέποντας την ευρωζώνη από νομισματική ένωση σε ζώνη συναλλαγματικών ισοτιμιών, αλλά επίσης πυροδοτεί και μια διαδικασία οικονομικής και πολιτικής αβεβαιότητας που είναι πολύ πιθανό να μετασχηματίσει πλήρως τις οικονομικές και πολιτικές ισορροπίες σε ολόκληρη τη Δύση.
Η Ευρώπη, λοιπόν, βρίσκεται σε σταυροδρόμι. Μετά από τις σοβαρές παραχωρήσεις της ελληνικής κυβέρνησης η απόφαση είναι στα χέρια όχι των θεσμών που άλλωστε -με εξαίρεση την Ευρωπαϊκή Επιτροπή- δεν εκλέγονται και δεν λογοδοτούν στους λαούς, αλλά στα χέρια των ηγετών της Ευρώπης.

Ποια στρατηγική θα επικρατήσει; Εκείνη του ρεαλισμού για μια Ευρώπη της αλληλεγγύης, της ισότητας και της δημοκρατίας ή η στρατηγική της ρήξης και της διχοτόμησης;
 
Αν κάποιοι, πάντως, νομίζουν ή, θέλουν να πιστεύουν, ότι η απόφαση αυτή αφορά αποκλειστικά και μόνο την Ελλάδα διαπράττουν μεγάλος λάθος. Θα τους πρότεινα απλώς να ξαναδιαβάσουν το αριστούργημα του Χέμινγουεϊ: «Για ποιον χτυπά η καμπάνα;».
left.gr

Εξέπνευσε και ο τέταρτος τραυματίας των ΕΛΠΕ

Ακόμα έναν νεκρό μετρούν οι εργαζόμενοι στα Ελληνικά Πετρέλαια καθώς έφυγε από τη ζωή ο τέταρτος σοβαρά τραυματίας από το δυστύχημα της 8ης Μαΐου στις βιομηχανικές εγκαταστάσεις του Ασπροπύργου, ο Κώστας Μαγγούρας. 
[--->]

TTIP: Στην Βουλή το Σύνταγμα των Πολυεθνικών

Ενημέρωση στην Επιτροπή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων. Συνεχίζονται οι μυστικές διαπραγματεύσεις. Αποζημιώσεις στις εταιρίες εάν …αλλάξει κάποιος νόμος. «Επιφυλακτικός» δήλωσε ο Γ.Σταθάκης, για καταστροφική συμφωνία μίλησαν Πετράκος, Κοδέλας, Λαπαβίτσας «Πιο πολύ με ανησυχούν αυτές οι διαπραγματεύσεις παρά εκείνες για την συμφωνία (σ.σ με τους δανειστές)».

Η φράση αυτή ανήκει στον αναπληρωτή υπουργό ΠΑΠΕΝ Γιάννη Τσιρώνη και ειπώθηκε στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής, όπου συζητήθηκε η Συμφωνία για το Διατλαντικό Εμπόριο και τις Επενδύσεις (ΤΤΙΡ).
Για όποιον γνωρίζει το εικαζόμενο περιεχόμενο των συζητήσεων που γίνονται τα τελευταία χρόνια -σε καθεστώς άκρας μυστικότητας- ανάμεσα στις ΗΠΑ (κυρίως) και την Ευρωπαϊκή Ένωση ο ισχυρισμός δεν είναι καθόλου μα καθόλου υπερβολικός.

Όμως όπως ο ίδιος παρατήρησε για το θέμα «ο Τύπος, τηρεί σιγή ιχθύος». Έτσι μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συζήτηση – όπως η χθεσινή- δεν θα «χωρέσει» στην ειδησεογραφία, έστω κι αν αυτό διακυβεύεται είναι το αν τα επόμενα χρόνια οι λαοί της Ευρώπης και της Β.Αμερικής, θα βρεθούν απέναντι σε καταστάσεις που θα κάνουν τον Βόλφανγκ Σόϊμπλε να μοιάζει αρνάκι και την νεοφιλελεύθερηΜπούντεσμπανκ …φιλανθρωπικό ίδρυμα!

Η ενημέρωση που έκανε για το θέμα ο υπουργός Οικονομίας Γιώργος Σταθάκης,είχε ιδιαίτερα εντυπωσιακά στοιχεία, δημιουργεί όμως παράλληλα ερωτηματικά.
 Από την μία επιβεβαίωσε τον προσανατολισμό για ένα υπερεθνικό καθεστώς όπου η διατήρηση ενός ευνοϊκού περιβάλλοντος για τις επενδύσεις των πολυεθνικών θα είναι η …υπέρτατη υποχρέωση κάθε εθνικού κράτους, από την άλλη όμως αποτίμησε την όλη διαδικασία ως πεδίο παρέμβασης προκειμένου να επιτευχθούν αλλαγές.

Γι αυτό το λόγο επισήμανε ότι η κυβέρνηση αντιμετωπίζει το θέμα με «ισχυρές επιφυλάξεις» ενώ εκτίμησε ότι η διαπραγμάτευση παρουσιάζει καθυστερήσεις.

Διαφορετική θέση είχαν βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που μίλησαν για «ποδηγέτηση κρατών», «καταστροφική συμφωνία» χωρίς «κανένα απολύτως όφελος για την χώρα».

Θετική προσέγγιση όσον αφορά την συμφωνία είχαν οι εκπρόσωποι της Ν.Δ, Γιάννης Τραγάκης, του ΠΑΣΟΚ Οδυσσέας Κωσνταντινόπουλος και του Ποταμιού Σπύρος Δανέλης αν και επίσης αναφέρθηκαν στο ενδεχόμενο ανατροπών στο ισχύον εργασιακό μοντέλο.

Κατηγορηματικά αντίθετος ήταν ο εκπρόσωπος του ΚΚΕ, Νίκος Καραθανασόπουλος.

«Η θεματική και τα αντικείμενα καθώς και οι νέοι κανόνες που εισάγονται για πρώτη φορά έχουν τεράστια σημασία και για την Ευρώπη και για τους κοινωνικούς και οικονομικούς τομείς» επισήμανε ο Γιώργος Σταθάκης επισημαίνοντας ότι το πλαίσιο συνοδεύεται για πρώτη φορά σε θεσμικό επίπεδο από ιδιαίτερο καθεστώς προστασίας των ξένων επενδυτών».

Πιο συγκεκριμένα ανέφερε ότι «δεν είναι απλές συμφωνίες εμπορικές» αντίθετα «περιλαμβάνει θέματα για τις δημόσιες προμήθειες, θέματα που αφορούν πνευματικά δικαιώματα, μεγάλη γκάμα προϊόντων που φέρουν διακριτικές ενδείξεις» (πχ προστατευόμενη ονομασία προέλευσης).
Επίσης σημείωσε πως με όσα προωθούνται «μια εταιρία μπορεί να στραφεί κατά ενός κράτους και να ζητήσει αποζημιώσεις ή αλλαγές στο ρυθμιστικό πλαίσιο που επηρεάζει τις επενδύσεις της εταιρίας».
Παραδειγματικά είπε ότι «η πιο απλή είναι να ζητάς αποζημιώσεις για το δημόσιο χρέος μιας χώρας» εφόσον αυτό καταστεί επιζήμιο για τα εταιρικά συμφέροντα φτάνει όμως στο σημείο να ζητήσει αποζημίωση μια εταιρεία εφόσον αλλάξουν οι περιβαλλοντικοί ή οι κοινωνικοί κανόνες!

Όπως είπε ο υπουργός Οικονομίας, αυτή η συζήτηση με αυτό το αντικείμενο, «γίνεται υπό συνθήκες απόλυτης μυστικότητας. Χωρίς δυνατότητα πρόσβασης ακόμη και ευρωπαϊκών θεσμών»! Μάλιστα αξίζει να σημειώσουμε ότι η όλη διαπραγμάτευση ξεκίνησε το 2013 και σύμφωνα με όσα υποστήριξε ο υπουργός, έχουν πραγματοποιηθεί έως τώρα 9 γύροι.

Παράλληλα, ο Γιωργος Σταθάκης, περιέγραψε το περιβάλλον της διαπραγμάτευσης ως έναν πεδίο που «κάθε χώρα πιέζει για την ενσωμάτωση των δικών της συμφερόντων» ενώ έχουν κατατεθεί σειρά εθνικών ενστάσεων.

Επί παραδείγματι ανέφερε ότι η Γερμανική πλευρά πιέζει για «απελευθέρωση των δημόσιων προμηθειών» ενώ οι κατατεθειμένες ενστάσεις της ελληνικής πλευράς αφορούν τις ονομασίες προέλευσης προϊόντων.
 Όσον αφορά τις προτεραιότητες της κυβέρνησης αναφέρθηκε στην κατοχύρωση «του αυτονόητου δικαιώματος κάθε κράτους να ρυθμίζει όποιον τρόπο επιθυμεί» τα κανονιστικά του πλαίσια «χωρίς να εγείρονται ενστάσεις από ιδιώτες για αποζημιώσεις» και το όποιο σχετικό δικαίωμα να περιοριστεί «μόνο στην περίπτωση καταχρηστική συμπεριφοράς ενός κράτους».

Αυτό όμως την ίδια στιγμή που – όπως επισήμανε ο υπουργός- υφίσταται ζήτημα σχετικά με το ποιος θα αποφασίζει όταν υπάρξει σύγκρουση συμφερόντων σημειώνοντας ότι «γίνεται προσπάθεια να παρακαμφθούν τα εθνικά δικαστήρια». Τέλος ο Γ.Σταθάκης σημείωσε ότι πρόκειται για μεικτή συμφωνία, που πρέπει να επικυρωθεί από τα εθνικά κοινοβούλια.

Ιδιαίτερα ανήσυχος εμφανίστηκε ο αναπληρωτής υπουργός Περιβάλλοντος Γ.Τσιρώνης αναφέροντας ότι «αν βγούμε στον δρόμο και ρωτήσουμε δεν θα ξέρει κανείς τι είναι αυτή η συμφωνία» υποστηρίζοντας ότι αν ολοκληρωθεί η διαπραγμάτευση «θα δημιουργήσει τετελεσμένα». Μάλιστα είπε χαρακτηριστικά πως με βάση όσα προγραμματίζονται είναι πιθανό για θέματα περιβάλλοντος μια επιχείρηση ή μια εταιρία να ρυθμίζει αυτή τους κανόνες!

Για τα μεταλλαγμένα προϊόντα επισήμανε ότι ενώ γίνεται προσπάθεια να υπάρξει ανάχωμα, με την συμφωνία θα είναι δυνατόν τα προϊόντα αυτά να «ξεπεράσουν τους φραγμούς ποιότητας» που ισχύουν με βάση τους κανόνες της Ε.Ε και να καταλάβουν μεγάλο μέρος της αγοράς αφού θα είναι φθηνότερα από τα ελληνικά προϊόντα.

Για «πλήρη καθολική ποδηγέτηση κρατών» έκανε λόγο στην τοποθέτηση του ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Δ. Κοδέλας, σημειώνοντας πως «θα γκρεμιστούν τα βασικά εργασιακά δικαιώματα».

Ο κυβερνητικός βουλευτής Θ.Πετράκος εκτίμησε ότι οι διαπραγματεύσεις «βρίσκονται στην τελική ευθεία» μιλώντας για «ρυθμίσεις προς όφελος των πολυεθνικών και τους ιδιωτικού κεφαλαίου» προσθέτοντας πως «επιχειρείται άλωση κάθε προστατευτικού κανόνα». Μάλιστα σημείωσε ότι «η συμφωνία επιχειρείται να μην περάσει ούτε από τα εθνικά κοινοβούλια, ούτε το ευρωκοινοβούλιο» διερωτώμενος: «Αν είναι καλή η συμφωνία, γιατί δεν δίνεται στην δημοσιότητα;».

Επίσης ο βουλευτής Κ.Λαπαβίτσας τόνισε ότι είναι μύθος ο ισχυρισμός ότι υφίσταται δασμολογικό πρόβλημα που εμποδίζει το εμπόριο σημειώνοντας πως η συμφωνία αυτή θα έχει αρνητικά αποτελέσματα στο ΑΕΠ και την απασχόληση ενώ «είναι απολύτως χωρίς κανένα πλεονέκτημα για την Ελλάδα».
Από την πλευρά της Νέας Δημοκρατίας, ο βουλευτής Γιάννης Τραγάκης, υποστήριξε ότι η κυβέρνηση Σαμαρά, πέτυχε να «χαρακτηριστεί ως μεικτή» η συμφωνία ώστε να επικυρωθεί από τα εθνικά κοινοβούλια λέγοντας πως θα αυξήσει τον όγκο των εμπορικών συναλλαγών ενισχύοντας την ευρωπαϊκή οικονομία με 575 δις ευρώ ετησίως. Παρόλα αυτά επισήμανε ότι «τα αποτελέσματα δεν μπορούν να χαρακτηριστούν θετικά», εστιάζοντας ιδιαίτερα στο θέμα της προστασίας των προϊόντων με ονομασία προέλευσης.

«Δεν θα πρέπει να απορρίψουνε τη συμφωνία εκ των προτέρων αλλά να στηρίξουμε τις  θέσεις μας και τα ελληνικά συμφέροντα στις διαπραγματεύσεις και να αξιολογήσουμε το τελικό αποτέλεσμα συνολικά πριν εισηγηθούμε την έγκριση ή απόρριψή της» είπε ο εκπρόσωπος του Ποταμιού Σπ.Δανέλλη.

Υπέρ μίας «συμμαχίας με χώρες του Νότου» ως να υπάρξει παρέμβαση στις διαπραγματεύσεις τάχθηκε ο εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ Οδ.Κωνσταντινόπουλος.

«Οικονομικό ΝΑΤΟ» χαρακτήρισε την συμφωνία ο Νίκος Καραθανασόπουλος εκ μέρους του ΚΚΕ, λέγοντας πως «η διαδικασία αυτή εντάσσεται στο παιχνίδι της διαπάλης και της όξυνσης των αντιθέσεων ανάμεσα σε ΗΠΑ, Κίνα, BRICS, για το πού θα προσανατολιστεί η ροή των επενδύσεων και του εμπορίου» προσθέτοντας ότι «θα έχει σοβαρές επιπτώσεις για την εργατική τάξη που θα δει μεγαλύτερη απαξίωση της εργατικής της δύναμης και κατάργηση των εναπομεινάντων δικαιωμάτων της σε Ασφαλιστικό, συλλογικές συμβάσεις κλπ».

[--->]

Grexit; Ένα προηγούμενο που μπορεί να επαναληφθεί.Λόγια του Ντράγκι




Daniela Πάλμα και Guido Iodice

Πολλοί σχολιαστές αναρωτιούνται τους τελευταίους μήνες για τις πιθανές συνέπειες μιας αθέτησης πληρωμών και την έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ.Για κάποιους, αυτό δεν θα ήταν και το τέλος του ενιαίου νομίσματος και υπογραμμίζουν  ότι σήμερα κάτι τέτοιο δεν θα προκαλούσε αλυσιδωτές αντιδράσεις στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα (κάτι που θα μπορούσε να είχε συμβεί το 2010), επειδή σήμερα το ελληνικό δημόσιο χρέος βρίσκεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στα χέρια των ''θεσμών'' (Ευρωπαϊκός Μηχανισμός  Σταθερότητας (ESM) ,ΕΚΤ και ΔΝΤ). Αυτό αποδεικνύεται από το ότι δεν επικράτησε κάποιος πανικός στις αγορές χρήματος κατά τις διαπραγματεύσεις της νέας ελληνικής κυβέρνησης και της (πρώην) Τρόικας.

Ο συλλογισμός αυτός έχει κάποια λογική βάση, αλλά φαίνεται να υποτιμά τον
εύθραυστο χαρακτήρα της Ευρωζώνης . Όλοι γνωρίζουν ότι, αν το ευρώ εξακολουθεί να υπάρχει είναι επειδή η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα παρενέβη με το πρόγραμμα OMT τον Ιούλιο του 2012, και τώρα με την αποκαλούμενη ποσοτική χαλάρωση, διασφαλίζοντας τη σταθερότητα του κοινού νομίσματος. Αλλά μια στάση πληρωμών της Ελλάδας, θα έστελνε στις αγορές το αντίθετο μήνυμα. Αν η Ελλάδα αφεθεί να πτωχεύσει, οι αγορές θα αρχίσουν να αναρωτιούνται ''ποιος έχει τώρα σειρά να πτωχεύσει ή να εγκαταλείψει το ευρώ;''. Ότι ακριβώς έγινε το 2008 στις ΗΠΑ με την μη διάσωση της Lehman Brothers. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια νέα κρίση δημόσιου χρέους (και μια νέα πιστωτική κρίση), με τη διαφορά όμως, ότι αυτή τη φορά η ΕΚΤ θα άφηνε να πτωχεύσει  και να βγει από το ευρώ μια χώρα της οποίας ήταν πιστωτής, και ως εκ τούτου οι αγορές θα μπορούσαν να χάσουν την εμπιστοσύνη τους στην "ανταλλαξιμότητα" του κοινού νομίσματος, και μπορεί να άρχιζε μια  διαδικασία ανεξέλεγκτης διάλυσης.

Αυτό ο Μάριο Ντράγκι το δήλωσε καθαρά στο Ελσίνκι τον περασμένο Νοέμβριο (σημειώστε ότι η Φινλανδία είναι μία από τις χώρες που θα ήθελε το Grexit). Στην ομιλία του ο Ντράγκι αποσαφήνισε και ανέπτυξε την περιβόητη ομιλία στο Λονδίνο του 2012, ότι ''θα κάνουμε ό,τι χρειάζεται για να διατηρήσουμε το ευρώ'', το οποίο, μετά το Ελσίνκι, έγινε θα κάνουμε τα πάντα για να διατηρηθεί η ευρωζώνη, "Αν μια χώρα μπορεί ενδεχομένως να βγει  από την νομισματική ένωση, - δήλωσε ο πρόεδρος της ΕΚΤ – τότε δημιουργείται ένα προηγούμενο και μπορεί να επαναληφθεί και από άλλους. Η κατάσταση αυτή, με τη σειρά της, θα μπορούσε να υπονομεύσει την ανταλλαξιμότητα του νομίσματος, αφού οι τραπεζικοί λογαριασμοί και οι άλλες χρηματοοικονομικές συμβάσεις οποιασδήποτε χώρας θα έμεναν εκτεθειμένες στον κίνδυνο της μετονομασίας. Επομένως, θα πρέπει να είναι σαφές ότι η επιτυχία της νομισματικής ένωσης σε οποιοδήποτε χώρα μέλους της, εξαρτάται από την επιτυχία της σε όλα τα μέρη της. Το ευρώ είναι και θα πρέπει να είναι ανέκκλητο σε όλα τα κράτη μέλη που το έχουν υιοθετήσει, όχι μόνο επειδή αυτό γράφεται στις συνθήκες, αλλά επειδή σε αντίθετη περίπτωση δεν μπορεί να υπάρξει ένα νόμισμα πραγματικά κοινό. " Ενα "τυχαίο" πιστωτικό γεγονός σε μια χώρα της Ευρωζώνης, και ακόμη χειρότερα η έξοδό της από το ευρώ, θα μπορούσε να πυροδοτήσει καταστάσεις δυνητικά ανεξέλεγκτες.

Οι αισιόδοξοι λοιπόν στο Βερολίνο θα πρέπει να σκεφτούν ότι, ακόμη και αν η πιθανότητα μετάδοσης του κινδύνου σε άλλες χώρες, από ενδεχόμενη έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ είναι πολύ μικρή, το διακύβευμα θα ήταν τόσο υψηλό ώστε η ανάληψη ενός τέτοιου ρίσκου, θα ήταν πραγματικά κάτι ανεύθυνο. Η  δέσμευση για τη μη διάλυση του ευρώ, με λίγα λόγια, είναι μια υποχρέωση που έχουν τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και οι ίδιοι οι πιστωτές. Μια υποχρέωση που η Ελλάδα, παρά το μικρό μέγεθος της και τα όριά της, δείχνει πρόθυμη να εκμεταλλευτεί προς όφελός της.

''Πρόβλεψη'' (όχι μόνο για τα λεφτά):



Απώτερος, ανομολόγητος πολιτικός  στόχος της  τελικής συμφωνίας από τους ‘’εταίρους’’ η σταθεροποίηση  αν  όχι  ενίσχυση  των  δυνάμεων της αντιπολίτευσης.
Αφού τους ψυχολόγησαν,τους μέτρησαν-πανεύκολα- και τους βρήκανε της πλάκας.

υ.γ1..ξέρετε και ξέρουμε ότι κατά την κρίση των ανθρώπων το δίκαιο λογαριάζεται  όταν υπάρχει ίση δύναμη για την επιβολή του κι ότι,  όταν αυτό δε συμβαίνει, οι δυνατοί κάνουν ό,τι τους επιτρέπει  η δύναμή τους κι οι αδύναμοι υποχωρούν κι αποδέχονται. (Διάλογος Μηλίων και Αθηναίων,
Θουκυδίδης,Ξυγγραφή, βιβλίο πέμπτο, κεφ. 84-116).

υ.γ2..Και η απαραίτητη ηθικολογική πλευρά του ζητήματος (για τους απανταχού καλομαθημένους) : Πρώτα δείχνουμε τους εαυτούς μας και μετά τους άλλους