Η μεγαλύτερη ευελιξία στην αγορά εργασίας δημιουργεί πράγματι περισσότερες θέσεις εργασίας;



Τι δείχνουν τα στοιχεία

των Emiliano Brancaccio, Nadia Garbellini e Raffaele Giammetti

Δημοσιευμένες επιστημονικές εργασίες των πιο σημαντικών διεθνών θεσμών καταρρίπτουν το επιχείρημα ότι η απορρύθμιση της αγοράς εργασίας συμβάλει στη δημιουργία θέσεων εργασίας και τη μείωση της ανεργίας. Η εμπειρική βιβλιογραφία μας δείχνει ότι η μείωση του δικτύου προστασίας των εργαζομένων δεν συνδέεται στατιστικά με την αύξηση της απασχόλησης, αλλά με την αύξηση των ανισοτήτων.

Η απελευθέρωση των απολύσεων και οι άλλες μορφές απορρύθμισης της εργασίας ευνοούν τις προσλήψεις; Αρκετά μέλη της κυβέρνησης και των ΜΜΕ ισχυρίζονται ότι η αύξηση της απασχόλησης που καταγράφηκε τους τελευταίους μήνες στην Ιταλία οφείλεται στην μεγαλύτερη ευελιξία στις συμβάσεις εργασίας μετά την εφαρμογή του εργασιακού νόμου ( Jobs Act). Η θέση αυτή, όπως θα δούμε, δεν επιβεβαιώνεται από την πλειονότητα των επιστημονικών μελετών στον τομέα αυτό. Μια πρώτη αμφιβολία για μια υποτιθέμενη σχέση μεταξύ μεταρρύθμισης εργασίας και απασχόλησης προκύπτει αν συγκριθούν τα επίσημα στοιχεία που αφορούν την Ιταλία με των άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Από την έναρξη ισχύος του νέου νόμου (Jobs Act) , η αύξηση της εξαρτημένης εργασίας υπήρξε πολύ μικρότερη από τη μέση αύξηση της απασχόλησης στην ευρωζώνη. Στο ίδιο χρονικό διάστημα, επίσης, η Ιταλία δεν φαίνεται να πλησιάζει ιδιαίτερα τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (στοιχεία Eurostat Ameco). Με άλλα λόγια, σε χώρες όπου τα τελευταία δύο χρόνια δεν άλλαξε η εργατική νομοθεσία, οι θέσεις εργασίας αυξήθηκαν πολύ περισσότερο από ό, τι στην Ιταλία.

Το αποτέλεσμα αυτής της απλής σύγκρισης δεν είναι τυχαίο. Μετά από είκοσι χρόνια σχετικών ερευνών, οι οικονομικές αναλύσεις με τη μεγαλύτερη επιρροή δεν έδειξαν να υπάρχει κάποια ιδιαίτερη στατιστική σχέση μεταξύ επισφαλούς εργασίας και απασχόλησης.
Οικονομολόγοι και θεσμικά όργανα που επί μακρόν υποστήριζαν θερμά τις πολιτικές απορρύθμισης της εργασίας, αναγκάστηκαν να παραδεχτούν ότι δεν είναι αρκετά τα στοιχεία για να υποστηριχτεί ότι αυτές οι πολιτικές ευνοούν τις προσλήψεις.

Ορισμένες αναφορές θα βοηθήσουν τον αναγνώστη να πειστεί από μια τέτοια προσέγγιση της επιστημονικής έρευνας. Το 2006, σε αφιέρωμα πολύ γνωστού περιοδικού για το θέμα, ο πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ Olivier Blanchard δήλωνε ότι «οι διαφορές στα καθεστώτα προστασίας της απασχόλησης δείχνουν να μην συσχετίζονται ιδιαίτερα με τις διαφορετικά ποσοστά ανεργίας των διάφορων χωρών» [1]. Σε ανάλογο συμπέρασμα καταλήγει και ο Tito Βoeri, ο οποίος μετά από διεξοδική ανάλυση των μελετών για το θέμα μαζί με τον Jan van Ours (The Economics of Imperfect Labor Markets, Οικονομικά της Εργασίας, Ανάλυση ατελών αγορών) που δημοσιεύθηκε το 2008, επισημαίνει ότι από δεκατρείς ερευνητικές εργασίες σχετικά με το στοκ των μισθωτών και των ανέργων που εξέτασαν, μόνο η μία έδειχνε να υπάρχει κάποια σχέση μεταξύ μείωσης του δείκτη προστασίας και αύξηση της απασχόλησης, ενώ άλλες εννέα κατέληγαν σε ασαφή συμπεράσματα και τρεις κατέληγαν κυριολεκτικά στο συμπέρασμα ότι η μεγαλύτερη εργασιακή ανασφάλεια συνδέεται στατιστικά με τη μείωση της απασχόλησης και την αύξηση της ανεργίας [2].

Ακόμη μεγαλύτερη σημασία έχουν οι παραδοχές εκείνων των διεθνών θεσμών που επί χρόνια καλούσαν τις κυβερνήσεις να προχωρήσουν στο δρόμο της ευέλικτης εργασίας. Στην έκθεση για την απασχόληση ( Employment Outlook) του 1999, ο ΟΟΣΑ επισημαίνει την έλλειψη συσχέτησης μεταξύ κανόνων προστασίας των εργαζομένων και ποσοστών ανεργίας [3]. Το τεστ του ΟΟΣΑ στη συνέχεια το αναπαρήγαγαν πολλοί με ενημέρωση των στοιχείων, και πάντα έδινε το ίδιο αποτέλεσμα. [4]

Το γράφημα που ακολουθεί αναπαράγει την εμπειρική ανάλυση του ΟΟΣΑ και την επεκτείνει  σε δεδομένα σχετικά με το χρονικό διάστημα 1985-2013 (Σχήμα 1). Στον κάθετο άξονα έχει μεταφερθεί το μέσο ποσοστό ανεργίας κάθε χώρας. Στον οριζόντιο άξονα, το μέσο επίπεδο του δείκτη προστασίας της απασχόλησης σε διάφορες χώρες όπως τον υπολογίζει ο ΟΟΣΑ. Αν υπήρχε μια αξιοσημείωτη στατιστική σχέση μεταξύ των δύο μεταβλητών, τότε τα αντιπροσωπευτικά σημεία της υπό εξέταση χώρας θα έπρεπε να συγκεντρώνονται γύρω από μια αύξουσα ευθεία (ΣτΜ, μια ευθεία που έχει σταθερό ρυθμό) από αριστερά προς τα δεξιά, που δείχνει μια σχέση μεταξύ επιπέδων πιο υψηλών του δείκτη προστασίας των εργαζομένων και επίπεδα πιο υψηλά της ανεργίας. Ωστόσο, όπως φαίνεται στο γράφημα, τα σημεία διασπείρονται στο διάγραμμα,κάτι που δείχνει την απουσία στατιστικής σχέσης μεταξύ προστασίας της εργασίας και  ανεργία.

Σχ. 1 -Το τεστ του ΟΟΣΑ για την ευελιξία και την ανεργία, που αναπαράγεται με ενημερωμένα στοιχεία (Πηγή: D. Suppa, Appendice, in E. Brancaccio, Anti-Blanchard, 2η έκδοση., Franco Angeli, Milano 2016, στοιχεία του ΟΟΣΑ





Πρόσφατα, η Έκθεση για την Παγκόσμια Ανάπτυξη (World Development Report) που δημοσιεύθηκε το 2013 από την Παγκόσμια Τράπεζα κατάληξε στο εξής συμπέρασμα: «Νέα δεδομένα και πιο αυστηρές μέθοδοι οδήγησαν σε ένα κύμα εμπειρικών μελετών τις δύο τελευταίες δεκαετίες, αναφορικά με τις επιπτώσεις της απορύθμισης της εργασίας, [...] Με βάση τις νέες αυτές έρευνες, οι συνέπειες της μεγαλύτερης ευελιξίας της εργασίας παγκοσμίως, είναι μικρότερες από την ένταση που υπαγορεύεται από το διάλογο. Στο μεγαλύτερο μέρος τους, οι εκτιμήσεις αυτές δείχνουν να είναι επουσιώδεις ή περιορισμένης εμβέλειας [5].Έρχεται όμως και πάλι, η Έκθεση για την παγκόσμια οικονομία (World Economic Outlook) του ΔΝΤ το 2016 για να υπογραμμίσει ότι «οι μεταρρυθμίσεις που διευκολύνουν την απόλυση των εργαζομένων αορίστου χρόνου έχουν, κατά μέσο όρο, σημαντικές στατιστικά επιπτώσεις στην απασχόληση και στις άλλες μακροοικονομικές μεταβλητές» [6].

Στο ίδιο μήκος κύματος και Απασχόληση του ΟΟΣΑ Outlook 2016, η οποία έχει ως εξής: «Η πλειοψηφία των εμπειρικών μελετών που αναλύουν τις μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις των μεταρρυθμίσεων της ευελιξίας της εργασίας, δείχνουν ότι έχουν μηδενική ή περιορισμένη επίπτωση στα επίπεδα απασχόλησης σε μακροπρόθεσμη βάση »[7]. Τέλος, με ειδική αναφορά στον Jobs Act, μελέτη των Sestito και Viviano που δημοσιεύτηκε από την Τράπεζα της Ιταλίας το 2015, αποδίδει στην μεγαλύτερη ελευθερία στις απολύσεις που εισήγαγε η νέα νομοθεσία μόνο το πέντε τοις εκατό της συνολικής αύξησης των συμβάσεων αορίστου χρόνου [8]. Μια πιθανή εξήγηση είναι ότι η προσωρινότητα των συμβάσεων είναι πιθανό να οδηγεί τις επιχειρήσεις να προσλαμβάνουν εργαζόμενους σε περιόδους οικονομικής ανάκαμψης, αλλά τους επιτρέπει να απαλλάσσονται εύκολα από αυτούς σε περιόδους κρίσης: τελικά, μεταξύ δημιουργίας και καταστροφής θέσεων εργασίας το καθαρό αποτέλεσμα της απορρύθμισης στην απασχόληση αποδεικνύεται ότι είναι σχεδόν μηδενικό.


Η επισφάλεια, αντίθετα, μπορεί να φέρει χειροπιαστά αποτελέσματα στην διαπραγματευτική ισχύ των εργαζομένων, και έτσι να συμπιέζει τους μισθούς και να διευρύνει τις ανισότητες των εισοδημάτων. Τη θέση αυτή υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, ο οικονομολόγος Richard Freeman του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, και πρόσφατα βρήκε ανταπόκριση και σε αρκετές εμπειρικές μελέτες [9]. Από μία ανάλυση για τις χώρες του ΟΟΣΑ την περίοδο 1991-2013 που παρουσιάστηκε πρόσφατα στην Ανώτατη Σχολή Δικαστικών Λειτουργών, διαπιστώσαμε ότι μία μονάδα λιγότερο στα επίπεδα προστασίας της εργασίας δεν έχει καμία ιδιαίτερη σχέση με τη συνολική αύξηση του ΑΕΠ, ενώ στατιστικά συνδέεται με ένα μερίδιο του εθνικού εισοδήματος που διατίθεται για μισθούς, μικρότερο κατά μέσο όρο περίπου μισή ποσοστιαία μονάδα.

Επιπλέον, διαπιστώσαμε ότι τυχόν κλυδωνισμοί στην εργατική νομοθεσία που να μειώνουν τους δείκτες προστασίας των εργαζομένων κατά περίπου μισή μονάδα, στα επόμενα πέντε χρόνια στατιστικά σχετίζονται με σωρευτικές μειώσεις του μερίδιου που διατίθεται για τους μισθούς μέχρι και τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες συνολικά και αυξήσεις αντίστοιχα του μεριδίου του εισοδήματος που διατίθεται σε κέρδη και προσόδους [10]. Προφανώς, οι μεταρρυθμίσεις της αγοράς εργασίας δεν συνδέονται με την αύξηση της απασχόλησης και το εθνικό εισόδημα, αλλά μάλλον με τις συνέπειες της διανεμητικής σύγκρουσης για την κατανομή αυτού του τελευταίου.


Σημειώσεις
 
1] Blanchard, O. (2006). European Unemployment: The Evolution of Facts and Ideas, Economic Policy, 45.
[2] Boeri, T., van Ours J. (2008). Economia dei mercati del Lavoro imperfetti, Egea, Milano.
[3] OECD (1999), Employment Outlook, June.
[4] Suppa, D. (2016). Appendice statistica, in E. Brancaccio, Anti-Blanchard. Un approccio comparato allo studio della macroeconomia. Seconda edizione, Franco Angeli, Milano.
[5] World Bank (2013), World Development Report 2013: Jobs. Washington D.C.: World Bank Publications.
[6] International Monetary Fund (2016), Time for a supply side boost? Macroeconomic effects of labor and product market reforms in advanced economies. In World Economic Outlook 2016. Washington, DC: IMF.
[7] OECD (2016), OECD Employment Outlook 2016 (Paris: OECD).
[8] Sestito, P., Viviano, E. (2015). Hiring incentives and/or firing cost reduction? Evaluating the impact of the 2015 policies on the Italian labour market, Banca d’Italia, Occasional Papers, n. 325.
[9] Freeman, R. (2008). Labor market institutions around the world. London, LSE CEP Discussion Paper No 844. Cfr. anche Campos, N.F. and J.B. Nugent (2015), The Freeman Conjecture, IZA/World Bank Conference on Employment and Development: Technological Change and Jobs, Bonn.
[10] Brancaccio, E., Garbellini, N., Giammetti, R. (2016), Labour deregulation, gdp growth and functional income distribution, di prossima pubblicazione (draft presentato al seminario “La riforma del mercato del lavoro tra diritto ed economia”, Scuola Superiore della Magistratura, Scandicci (FI), 26 ottobre). Cfr. anche, Brancaccio, E., Garbellini, N., Giammetti, R. (2017), Dagli slogan alle evidenze: una rassegna sugli effetti delle deregolamentazioni del lavoro, in Buffa, F. (a cura di) (2017), La nuova disciplina del mercato del lavoro, Key Editore, Roma.



Ο ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΑΣ ΚΟΝΤΟΝΗΣ


Του Γιώργου Αλεξάτου            

Το παιδί ανακρίνεται, μέσω ψυχολόγων και άλλων ειδικών της Αντιτρομοκρατικής. Αυτός είναι και ένας από τους πιο σοβαρούς λόγους που έχει τεθεί υπό κράτηση και σε αυστηρή απομόνωση.

Αυτό, καλύτερα από καθέναν και καθεμιά μας, το ξέρει ο ίδιος ο Σταύρος Κοντονής. Και έχει πλήρως την ευθύνη για την εισαγωγή μεθόδων που χρησιμοποιήθηκαν εκτεταμένα από το ναζιστικό καθεστώς και από τις χούντες της Χιλής και της Αργεντινής.

Το παιδί χρησιμοποιείται από τους βρώμικους μηχανισμούς του βαθέος κράτους για τη συγκέντρωση στοιχείων από την καθημερινότητα της ζωής στο σπίτι του. Με ό,τι συνεπάγεται αυτό για τον ψυχισμό του.

Κοντονή άσε τα δικολαβίστικα : Να παραδοθεί άμεσα το εξάχρονο παιδί της Ρούπα στη γιαγιά του και τη θεία του.



Μανώλης Γλέζος:  "Τρομοκράτης" έξι ετών

Ακόμα και στα χρόνια του εμφυλίου και αργότερα, στο μετεμφυλιακό αυταρχικό κράτος που με ευκολία έστηνε στρατοδικεία και καταδίκαζε σε θάνατο τους αντιπάλους του, υπήρχε σεβασμός  στη μητρότητα και στα ανήλικα παιδιά των αγωνιστών που σερνόντουσαν στις φυλακές και τα εκτελεστικά αποσπάσματα.
 
 Ποια λογική και ποια ηθική οδήγησαν, στο σημερινό εξευτελισμό του σύγχρονου Ελληνικού κράτους;
 
 Ζηλέψαμε τον Ερντογάν; 
 Πήραμε τη θέση του Κρέοντα;
 
Από την σημερινή αχαρακτήριστη συμπεριφορά των κρατικών λειτουργών
εκείνων που φέρονται με αυτό τον τρόπο και αυτές τις αποφάσεις σε  ένα εξάχρονο παιδί, το παιδί της Πόλας Ρούπα, ευθέως πλήττεται η αξιοπιστία και η ηθική υπόσταση των μηχανισμών εκείνων που ισχυρίζονται ότι εκπροσωπούν τη νομιμότητα το κράτος, την κοινωνία , όλους μας.
 
 Οι πρακτικές αυτές δεν συνάδουν με τις παραδόσεις μας, την Συνταγματική νομιμότητα, την Ηθική, την Ανθρώπινη Κοινωνία όλη.
 
 Να παραδοθεί άμεσα το εξάχρονο παιδί στη γιαγιά του και τη θεία του. 
 
 Ήδη η πολύωρη κράτησή του αποτελεί ντροπή για όλους μας.


                                                                   Μανώλης Γλέζος
                                                                      5-1-2017 

Ανεξέλεγκτη Αρχή Δημοσίων Εσόδων




Τις χειρότερες μέρες υποτέλειας και διεθνούς κηδεμονίας που έχει ζήσει η Ελλάδα, όταν συγκεκριμένα με τον περίφημο νόμο ΒΦΙΘ’ της 26ης Φεβρουαρίου 1898 επιβλήθηκε ο διεθνής οικονομικός έλεγχος «επί πασών των προσόδων του κράτους», θυμίζει ο νόμος για τη σύσταση της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, που θα ξεκινήσει να εφαρμόζεται την 1η Ιανουαρίου 2017. Ο νόμος ψηφίστηκε την Κυριακή 22 Μαΐου 2016 κι ήταν από τα προαπαιτούμενα για να εγκριθεί την Άνοιξη η υποδόση των 7,5 δισ. ευρώ. Η κυβέρνηση επέλεξε η ενεργοποίηση αυτού του μέτρου όπως και πολλών άλλων που ψηφίστηκαν τότε, κυρίως φορολογικών, να συμπέσει με τον ερχομό του νέου έτους…

Του Λεωνίδα Βατικιώτη 

Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων αντικαθιστά και αποτελεί μετεξέλιξη της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, η οποία θα καταργηθεί. Αντικείμενό της θα είναι «ο προσδιορισμός, η βεβαίωση και η είσπραξη των φορολογικών, τελωνειακών και λοιπών δημοσίων εσόδων» (άρθρο 1.1). Στην πράξη μετατρέπει τα δημόσια έσοδα σε «μαύρο κουτί» για την εκλεγμένη κυβέρνηση και τη νομοθετική εξουσία, την ίδια ώρα που παραδίνονται αυτούσια στους πιστωτές, καθώς ΕΕ και ΔΝΤ με θεσμικό-επίσημο τρόπο θα γνωρίζουν καλύτερα από κάθε έλληνα πολίτη και φορολογούμενο οποιαδήποτε σχετική λεπτομέρεια! Δεν πρόκειται για υπερβολή…

Η διοίκηση της νέας Ανεξάρτητης Αρχής θα ασκείται από το συμβούλιο Διοίκησης που θα είναι πενταμελές, αποτελούμενο από τον πρόεδρο και τέσσερα ακόμη τακτικά μέλη και τον διοικητή. Πλάι τους προστίθεται ένας ακόμη μανδαρίνος ο «Εμπειρογνώμονας».
 Αναφέρεται συγκεκριμένα: «Κατά τα πρώτα 5 έτη λειτουργίας της Αρχής, στο Συμβούλιο Διοίκησης θα παρέχει εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες, σε ζητήματα βέλτιστων διεθνών πρακτικών, Εμπειρογνώμονας, με εμπειρία σε ζητήματα φορολογικής διοίκησης που έχει αποκτηθεί στο εξωτερικό. Ο Εμπειρογνώμονας, ο οποίος δύναται να συμμετέχει στις συνεδριάσεις του Συμβουλίου Διοίκησης χωρίς δικαίωμα ψήφου, έχει τα ίδια δικαιώματα πρόσβασης στα έγγραφα και στοιχεία της αρχής με τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης, καθώς και τις ίδιες υποχρεώσεις» (άρθρο 8.3).

Πριν δούμε καλύτερα την (προνομιακή) πρόσβαση του Εμπειρογνώμονα «στα έγγραφα και στοιχεία της αρχής» αξίζει να σταθούμε στην προέλευσή του, καθώς «ο Εμπειρογνώμονας ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, βάσει καταλόγου τριών υποψηφίων, τον οποίο καταρτίζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή» (άρθρο 10.5).

 Επί της ουσίας δηλαδή θα αποφασίζουν οι Βρυξέλλες ποιος θα είναι ο Εμπειρογνώμονας της Αρχής Δημοσίων Εσόδων. Και δε θα είναι ο μόνος για τον οποίο θα αποφασίζουν. «Αποκλειστικά για τα πρώτα επτά έτη λειτουργίας» αναφέρει ο νόμος, στην Επιτροπή Επιλογής που θα επιλέγει τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης θα συμμετέχουν και «δύο εκπρόσωποι που θα υποδεικνύονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή». Ομολογουμένως ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ απέφυγαν να αποτελείται η Επιτροπή «εξ ενός μέλους δι’ εκάστην των μεσολαβουσών Δυνάμεων» όπως προέβλεπε από το πρώτο του άρθρο ο νόμος για τη σύσταση του Διεθνούς Ελέγχου.

 Κι αυτό όμως που κατάφεραν δεν είναι λιγότερο απαξιωτικό για το κύρος μιας κυρίαρχης χώρας, όπως υποτίθεται είναι η Ελλάδα. Στην πράξη η Ελλάδα μετατρέπεται σε κράτος περιορισμένης κυριαρχίας, στο πλαίσιο ενός ιδιότυπου νεοαποικιακού υπερνεοφιλελεύθερου καθεστώτος.

Προς επίρρωση, οι ακρογωνιαίοι λίθοι αυτού του καθεστώτος που σε ό,τι αφορά την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων είναι η ασυδοσία κι ένας βαθύς αυταρχισμός που καταστρατηγεί βασικές δημοκρατικές ελευθερίες, οι οποίες διέπουν τη λειτουργία κάθε άλλης δημόσιας υπηρεσίας.

 Ενδεικτικά: Ενώ «δύνανται να μεταβιβάζονται και να περιέρχονται στην Αρχή περαιτέρω αρμοδιότητες που κατά την κείμενη νομοθεσία ασκούνται από τον Υπουργό Οικονομικών ή τον αρμόδιο Αναπληρωτή Υπουργό ή Υφυπουργό Οικονομικών ή τους Προϊσταμένους των οργανικών μονάδων του Υπουργείου Οικονομικών», ταυτόχρονα όπως προβλέπεται σε άλλο άρθρο «οι αρμοδιότητες που περιέρχονται στην Αρχή ή στα όργανα αυτής καθώς και αυτές που έχουν ήδη μεταβιβασθεί δεν μπορούν να αναμεταβιβασθούν στον υπουργό Οικονομικών ή στον Αναπληρωτή Υπουργό ή στον Υφυπουργό Οικονομικών ή σε άλλα κυβερνητικά όργανα».

 Δημοσιονομικό Χότελ Καλιφόρνια η Αρχή Δημοσίων Εσόδων μπορεί μόνο να μεγεθύνεται, με βάση το νόμο που περισσότερο από το λιγότερο κράτος λατρεύει την Μεγάλη Αρχή Δημοσίων Εσόδων. Με αυτή την πρόβλεψη εξασφαλίζεται ο μη αντιστρεπτός χαρακτήρας του γιγαντισμού της.

 Έτσι, μια πιθανή αριστερή μελλοντική αντιμνημονιακή κυβέρνηση που θα θελήσει να ξηλώσει το μνημονιακό παρακράτος, κατά την προσφιλή έκφραση σημερινού υπουργού, θα αδυνατεί να αποδυναμώσει την Αρχή Δημοσίων Εσόδων και να επαναφέρει σε ένα καθεστώς δημόσιας λογοδοσίας τα φορολογικά έσοδα.

Πλέον, η μεταφορά των εσόδων που θα μαζεύουν οι εφορίες και τα τελωνεία στην Ασύδοτη Αρχή Δημοσίων Εσόδων συμπίπτει με το χτίσιμο ενός αδιαφανούς τείχους που απαγορεύει οποιοδήποτε έλεγχο. «Ο πρόεδρος, τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης, ο Εμπειρογνώμονας και ο Διοικητής κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους…  δεν υπόκεινται σε ιεραρχικό έλεγχο ούτε σε διοικητική εποπτεία από κυβερνητικά όργανα ή άλλες διοικητικές αρχές ή άλλον δημόσιο ή ιδιωτικό οργανισμό» (άρθρο 3).
Στο εξής ο υπουργός θα είναι σε τόσο δυσχερή θέση έναντι της Αρχής ώστε δεν θα έχει καν πρόσβαση στο υλικό της, στο οποίο όμως θα έχουν απεριόριστη πρόσβαση τα στελέχη της. Αναφέρει ο νόμος: «Ο Υπουργός δεν δύναται, για συγκεκριμένες υποθέσεις ή περιπτώσεις, να υποβάλει προς την αρχή αίτημα παροχής πληροφοριών ή να παρέχει δεσμευτικές οδηγίες, του παρέχονται όμως υποχρεωτικά από αυτήν συγκεντρωτικά στοιχεία που απαιτούνται για την άσκηση των αρμοδιοτήτων του» (άρθρο 5.3).

 Με βάση τούτο το άρθρο ο υπουργός υποβαθμίζεται καθώς οι μοναδικές πληροφορίες που θα λαμβάνει θα είναι όσες φτάνουν σήμερα στα μέιλ των δημοσιογράφων με στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων από την επεξεργασία των ετήσιων φορολογικών δηλώσεων οι οποίες αφορούν στατιστικά με ποσοστά δηλωθέντος εισοδήματος κατά εισοδηματική ομάδα, φόρο ανά επαγγελματική κατηγορία, κ.α. 

Η ανυποληψία στην οποία περιέρχεται η κυβέρνηση είναι τέτοια ώστε σε περίπτωση διχογνωμίας μεταξύ του υπουργού και του επικεφαλής της Αρχής, νικάει πάντα η Αρχή. Αναφέρεται συγκεκριμένα: «Σε περίπτωση διαφωνίας του Υπουργού Οικονομικών με τον Διοικητή της Αρχής, σχετικά με την εφαρμογή της φορολογικής πολιτικής, το ζήτημα παραπέμπεται από τον Υπουργό Οικονομικών στο Συμβούλιο Διοίκησης της Αρχής» (άρθρο 5.4). Έτσι, ο υπουργός πάντα χάνει.

Ο αυταρχισμός που εισάγεται είναι πρωτοφανής, ακυρώνοντας θεσμοθετημένες διαδικασίες της δημόσιας διοίκησης που αν δεν εγγυώνται την αξιοκρατία, μετά βεβαιότητας περιορίζουν την ευνοιοκρατία.
 Προβλέπει για παράδειγμα ο νόμος ότι ο διοικητής (που μετατρέπεται σε μεσαιωνικό ηγεμόνα) «επιλέγει και τοποθετεί τους προϊσταμένους των οργανικών μονάδων κάθε επιπέδου της Αρχής και αποφασίζει την πρόωρη λήξη της θητείας τους και την απαλλαγή ή μετακίνησή τους» (14.3α). Επιπλέον «καθορίζει ή ανακαθορίζει τις ημέρες και ώρες εισόδου του κοινού στις υπηρεσίες της Αρχής, χωρίς να απαιτείται η προβλεπόμενη από τις κείμενες διατάξεις εξουσιοδότηση του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, και κατά παρέκκλιση νομοθετικών διατάξεων που ορίζουν την χωρίς κανένα χρονικό ή άλλο περιορισμό είσοδο μελών συγκεκριμένων επαγγελματικών ομάδων στα δημόσια καταστήματα, κάθε εργάσιμη ημέρα και ώρα» (άρθρο 14.4δδ). 

Μεθερμηνευόμενο το τελευταίο σημαίνει πως η αλλαγή του συνδικαλιστικού νόμου ξεκίνησε με την δημιουργία ενός συνδικαλιστικού άβατου, δηλαδή την απαγόρευση εισόδου της ΑΔΕΔΥ ή άλλων συνδικαλιστών στην Αυθαίρετη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, όπου δεν θα ισχύει ό,τι ισχύει στο δημόσιο ενώ την ίδια ώρα τα ιδιωτικά συμφέροντα θα κάνουν πάρτι.

 Γιατί, ενώ για λόγους σύγκρουσης συμφέροντος απαγορεύεται να αναλάβει τη θέση του Διοικητή πολιτικός δεν απαγορεύεται ο Διοικητής να έχει περάσει από ιδιωτική εταιρεία που παρείχε λογιστικοελεγκτικές υπηρεσίες. Αναφέρει συγκεκριμένα ο νόμος ότι «δεν μπορεί να διοριστεί Διοικητής πρόσωπο, το οποίο είναι ή έχει διατελέσει μέλος του Ελληνικού ή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της κυβέρνησης ή των εκτελεστικών οργάνων πολιτικού κόμματος, κατά την τρέχουσα ή την προηγούμενη κοινοβουλευτική περίοδο ή έχει ανακηρυχθεί υποψήφιος βουλευτής» (13.5), αποτρέποντας κατ’ αυτόν τον τρόπο επιστήμονες με υψηλό επίπεδο γνώσεων από την πολιτική δραστηριοποίηση που αυτομάτως θέτει εμπόδια στην καριέρα ενός επαγγελματία!

Την ίδια ώρα ο νόμος αφήνει ορθάνοιχτες τις πύλες στην άσκηση επιρροής καθώς «ο Διοικητής οφείλει, πριν από την ανάληψη των καθηκόντων του να παύσει οποιαδήποτε έννομη σχέση με επιχείρηση/εταιρεία/νομική οντότητα, από την οποία μπορεί να προκληθεί σύγκρουση συμφέροντος» (13.6α).

 Τίποτε παραπάνω! Ωστόσο, αν ο νομοθέτης ήθελε να αποκλείσει το ενδεχόμενο ο Διοικητής της Ανεξάρτητης Αρχής να γίνει βαποράκι ιδιωτικών συμφερόντων, παραπέμποντας στις ελληνικές καλένδες αιτήματα ελέγχου μεγάλων εταιρειών για παράδειγμα, όφειλε να εξαιρέσει κάθε βιογραφικό με προϋπηρεσία σε παρεμφερή εταιρεία.

Συνολικά, η δημιουργία της Ασύδοτης Αρχής Δημοσίων Εσόδων προσθέτει ένα ακόμη λιθαράκι στο τείχος του αίσχους που ορθώνουν οι περίφημες ανεξάρτητες αρχές απέναντι στο δημόσιο έλεγχο, μετατρέποντας το κράτος σε πεδίο δόξης λαμπρό για τα ιδιωτικά συμφέροντα, τους δανειστές και τους διεθνείς οργανισμούς (ΕΕ, ΔΝΤ) και ταυτόχρονα σε απαγορευμένη ζώνη για το συνδικαλισμό ή τη διαφάνεια.

Η Ανεξέλεγκτη Αρχή Δημοσίων Εσόδων προστίθεται στις τουλάχιστον 7 μη συνταγματικά κατοχυρωμένες και τις άλλες 5 συνταγματικά κατοχυρωμένες ανεξάρτητες αρχές που συστηματικά αποσπούν από τον έλεγχο των πολιτών κρίσιμα πεδία της Πολιτικής, κατ’ εφαρμογήν μιας σκληρής νεοφιλελεύθερης αντίληψης που θεωρεί πως οι πολιτικοί πρέπει να μένουν μακριά από τις πιο νευραλγικές υποθέσεις του κράτους, οι οποίες πρέπει να ασκούνται από τεχνοκράτες, εν κρυπτώ! 

Ένα ακόμη κατόρθωμα του Τσίπρα που θα ζήλευε κι ο Παπαδήμος…