Έφερα στον Κάφκα κάτι βιβλία
καινούργια που δανείστηκα από τη βιβλιοθήκη Νουγκεμπάουερ για να του τα δείξω.
Ξεφυλλίζοντας ένα τόμο με σχέδια
του Γκεόργκ Γκροστζ είπε:
—
Είναι η παλιά εικόνα της πρωτεύουσας: Ο χοντρός κύριος
με το ημίψηλο που κάθεται πάνω στο χρήμα των φτωχών.
— Μα είναι μόνο μια αλληγορία,
παρατήρησα. Ο Κάφκα σούφρωσε τα φρύδια.
—
Είπατε μόνο ! Η αλληγορία γίνεται μέσα στη σκέψη των ανθρώπων
ένα αντίγραφο της πραγματικότητας, πράγμα που φυσικά είναι λάθος. Αλλά ήδη μια
τέτοια εικόνα οδηγεί σε πλάνη.
— Νομίζετε, λοιπόν, κύριε, ότι αυτή
η εικόνα είναι ψεύτικη.
—
Δε θα έλεγα ακριβώς πως είναι ψεύτικη. Είναι ψεύτικη
και μαζί σωστή. Σωστή μόνο προς μια κατεύθυνση. Ψεύτικη στο μέτρο που αποφασίζει πως μια μερική άποψη είναι άποψη
γενική. Ο χοντρός με το ημίψηλο ζει σε βάρος των φτωχών που καταπιέζει,
αυτά είναι σωστό. Όμως, αν ο χοντρός αντιπροσωπεύει τον καπιταλισμό, τότε αυτό
δεν είναι απόλυτα σωστό. Ο χοντρός κυριαρχεί στους φτωχούς σ' ένα καθορισμένο
σύστημα, όμως δεν είναι το ίδιο το σύστημα. Αντίθετα, είναι κι αυτός
αλυσοδεμένος, πράγμα που δε δείχνει το σχέδιο, η εικόνα δεν είναι πλήρης. Γι’
αυτό το λόγο δεν είναι καλή. Ο καπιταλισμός είναι ένα σύστημα από εξαρτήσεις
που πάνε απ' το εσωτερικό προς το εξωτερικό, κι απ' το εξωτερικό προς το
εσωτερικό, από πάνω προς τα κάτω, κι από κάτω προς τα πάνω. Το καθετί
εξαρτάται, το καθετί συνδέεται. Ο καπιταλισμός είναι μια κατάσταση κοσμική και
ψυχική.
—
IIώς θα τον παριστάνατε, λοιπόν;
Ο Δρ Κάφκα κούνησε τους ώμους και
χαμογέλασε θλιμμένα:
—
Δεν ξέρω. Εμείς οι Εβραίοι δεν είμαστε, για να λέμε
την αλήθεια, ζωγράφοι. Δεν ξέρουμε να παρουσιάζουμε τα πράγματα με τρόπο
στατικό. Τα βλέπουμε πάντοτε να ξεχύνονται, να κινούνται, να μεταμορφώνονται.
Είμαστε παραμυθάδες.
Η είσοδος κάποιου υπαλλήλου έκοψε
τη συζήτηση. Όταν αυτός ο απρόσκλητος επισκέπτης βγήκε απ' το γραφείο, θέλησα
να ξαναπιάσω το ενδιαφέρον θέμα που είχαμε αρχίσει. Όμως ο Κάφκα είπε
συμπερασματικά:
—
Ας τα αφήσουμε αυτά. Ο παραμυθάς δεν ξέρει να μιλάει
γι’ αυτή τη δουλειά του. Ή λειτουργεί σαν παραμυθάς ή σωπαίνει. Αυτό είναι όλο. 'Η ο κόσμος του αντηχεί μέσα του ή
ο κόσμος αυτός βουλιάζει στη σιωπή.Ο κόσμος μου λίγο λίγο παύει ν’ αντηχεί. Σβήνω.
Γκούσταβ
Γιάνους, Κουβεντιάζοντας με τον Κάφκα