του Gabriele Germani
Ένα τέλος της χρονιάς περιπετειώδες για την παγκόσμια πολιτική, με τους πρωταγωνιστές να ακονίζουν τα όπλα τους και να ετοιμάζονται να μας δείξουν τον καλύτερο εαυτό τους.
Η Τουρκία, όπως συνηθίζει πλέον, επιδεικνύει μια ζωτικότητα και έναν δυναμισμό που η γηραιά Ευρώπη δεν μπορεί ούτε να ονειρευτεί.
Οι κινητοποιήσεις της κοινωνίας των πολιτών συνεχίζονται, απαιτώντας ακόμη πιο αποφασιστική δράση από την κυβέρνηση για την υποστήριξη της παλαιστινιακής υπόθεσης. Αυξάνονται οι φόβοι ότι θα είναι οι επόμενοι στο στόχαστρο των Ισραηλινών, με δεδομένη την επέκταση της περιοχής που ελέγχει το Τελ Αβίβ στη Συρία και την μη εφαρμογή της εκεχειρίας με τη Χεζμπολάχ. Το Ισραήλ προχωρά στην καταστροφή σπιτιών -ή ακόμη χειρότερα, ολόκληρων χωριών-, αλλά κυρίως παραμένει σε λιβανέζικο έδαφος, κατά παράβαση της συμφωνίας που προέβλεπε την αποχώρηση των IDF εντός των ισραηλινών συνόρων και της Χεζμπολάχ βόρεια του ποταμού Λιτάνι- τα στρατεύματα του Τελ Αβίβ θα έπρεπε επομένως να παραχωρήσουν τον έλεγχο των εδαφών στον λιβανέζικο στρατό.
Αυτή τη στιγμή έχουν σημειωθεί πάνω από διακόσιες σαράντα επιθέσεις από τη λήξη των εχθροπραξιών, με αποτέλεσμα να υπάρχουν νεκροί και τραυματίες.
Στην Άγκυρα αυξάνονται οι φόβοι ότι θα είναι το επόμενο θύμα. Στην πραγματικότητα, το Τελ Αβίβ πραγματοποιεί καθημερινά γενοκτονία στη Γάζα και τη Δυτική Όχθη, κατέχει τον νότιο Λίβανο, βομβαρδίζει και προκαλεί το Ιράν και τη Συρία, τμήματα της οποίας έχει επίσης καταλάβει, βομβαρδίζει την Υεμένη (ο Νετανιάχου έχει δηλώσει ότι θα συνεχίσουν να χτυπούν τη χώρα μέχρι να «εξαλείψουν τον ιρανικό άξονα του κακού»).
Από το Κατάρ έρχεται η είδηση ότι οι προσπάθειες εκεχειρίας με τη Χαμάς έχουν μποϊκοταριστεί: κάθε φορά που μια συμφωνία είναι έτοιμη να κλείσει, ο Νετανιάχου αλλάζει τους όρους.
Η Τουρκία αισθάνεται επίσης ότι απειλείται λόγω της υποστήριξής της προς τη Χαμάς. Πολλοί δυτικοί αναλυτές τείνουν να υποβαθμίζουν τον ρόλο του Ερντογάν στο παλαιστινιακό ζήτημα, επισημαίνοντας ότι πρόκειται περισσότερο για μια πράξη υποκρισίας για να ενώσει την τουρκική κοινωνία απέναντι σε έναν εχθρό, παρά για μια πραγματική πολιτική κατεύθυνση.
Η ανησυχία για το Ισραήλ έχει τη δική της βάση. Μετά την πτώση του Άσαντ, θα περίμενε κανείς να μειωθεί η ανάμειξη του στη Συρία, αντίθετα είδαμε πρώτα να καταλαμβάνεται η ουδέτερη ζώνη του 1974, στη συνέχεια οι νότιες περιοχές που συνορεύουν με την Ιορδανία και τον Λίβανο, και στο μεταξύ να βομβαρδίζει ολόκληρη την επικράτεια καταστρέφοντας το στόλο, τα εργαστήρια και τις αποθήκες όπλων της κυβέρνησης Μπααθ.
Η επιθετικότητα αυτή συνεχίστηκε ακόμη και μετά τη δήλωση του Αλ Τζουλανί (νυν Αλ Σάρα) ότι ο λαός του έχει κουραστεί από τον πόλεμο και δεν σκοπεύει να επιτεθεί στο Ισραήλ. Το θέμα, ωστόσο, δεν είναι ποιος κυβερνά στη Δαμασκό ή ποιες είναι οι προθέσεις τους, αλλά το μεγάλο σχέδιο για τη Μέση Ανατολή που έχουν οραματιστεί στο Τελ Αβίβ: μια Συρία σε κρίση είναι πολύ μεγάλη μπουκιά για να την αφήσουν να τους φύγει.
Ήδη στις 11 Νοεμβρίου, ο υπουργός Εξωτερικών Γκίντεον Σάαρ δήλωσε ότι το Ισραήλ πρέπει να συνεργαστεί με όλες τις μειονότητες στην περιοχή, αναφερόμενος ρητά στους Κούρδους, οι οποίοι είναι γνωστό ότι υποστηρίζονται από τις ΗΠΑ. Στην κατηγορία των μειονοτήτων ανήκουν και οι Δρούζοι, οι οποίοι είναι πιο κοντά στις απαιτήσεις του σιωνισμού και βρίσκονται κυρίως στις νότιες περιοχές, όπου εισχωρεί ο ισραηλινός στρατός.
Το Τελ Αβίβ δεν στοχεύει μόνο να κόψει τον χερσαίο κλοιό μεταξύ του Ιράν και της Χεζμπολάχ ή να εξαλείψει την επιρροή της Τεχεράνης στη Δαμασκό, αλλά να καταλάβει μόνιμα το Γκολάν και να επηρεάσει τις μελλοντικές εξελίξεις στην περιοχή. Τις τελευταίες ημέρες, κυκλοφόρησαν ειδήσεις για ορισμένα χωριά των Δρούζων που φέρονται να έχουν υποβάλει αίτημα να ενταχθούν στο κατεχόμενο Γκολάν, πρακτικά για να προσαρτηθούν στο Ισραήλ- πρόκειται για μεμονωμένες περιπτώσεις και πιθανώς έντεχνα δημιουργημένες, αλλά αυτό μας κάνει να καταλάβουμε το παιχνίδι που παίζεται.
Ο Νετανιάχου φιλοδοξεί να δημιουργήσει μια ομοσπονδιακή Συρία, από την οποία θα καταλάβει κάποια εδάφη, θα καταστρέψει αποθήκες όπλων και έτσι θα αποτρέψει την ειρήνευση, βοηθώντας το σχέδιο καντονοποίησης της χώρας, μέρος του οποίου θα είναι και οι Κούρδοι.
Η προσπάθεια της HTS φαίνεται να πηγαίνει προς την αντίθετη κατεύθυνση. Ο Αλ-Σάρα έχει πράγματι υποσχεθεί πλήρη ειρήνευση, τερματισμό των παρεμβάσεων στις υποθέσεις του Λιβάνου, μη πολεμική στάση με το Ισραήλ και αφοπλισμό όλων των φατριών στο εθνικό έδαφος, συμπεριλαμβανομένων των Κούρδων (δέσμευση που ανέλαβε με τον Τούρκο υπουργό Εξωτερικών).
Στη Συρία βλέπουμε να δρον περισσότερες δυνάμεις εναντίον του άξονα της αντίστασης, αλλά σε διαφορετικά επίπεδα:
Η HTS φαίνεται να θέλει να προτείνει τον εαυτό του ως μια νέα εθνική ενιαία κυβέρνηση, προσπαθώντας ίσως με αυτόν τον τρόπο να αποκτήσει αυτονομία και από τον μεγάλο αδελφό Τουρκία.
Το Ισραήλ δείχνει μεγάλη προσαρμοστικότητα και στοχεύει όλο και πιο ψηλά.
Οι Κούρδοι προσπαθούν να βρουν ένα modus vivendi με την εγγύηση των ΗΠΑ.
Η Τουρκία και ο υποστηριζόμενος από αυτή Συριακός Εθνικός Στρατός (SNA) θέλουν να κλείσουν το κουρδικό ζήτημα. Η Άγκυρα θέλει να αποφύγει με κάθε τρόπο τη διάσπαση της Συρίας.
Οι ΗΠΑ, οι οποίες κι αυτές τις τελευταίες ημέρες πραγματοποίησαν αεροπορικές επιδρομές στην περιοχή Deir ez-Zor για να πλήξουν στόχους που συνδέονται με το Ισλαμικό Κράτος (ISIS).
Ο στρατηγός Πατ Ράιντερ (εκπρόσωπος Τύπου του Πενταγώνου) ανέφερε ότι ο αριθμός των αμερικανικών στρατευμάτων στο Ιράκ και τη Συρία μπορεί να είναι μεγαλύτερος από ό,τι έχει δηλωθεί επίσημα και ότι υπάρχουν τουλάχιστον 1100 επιπλέον στρατιώτες στη Συρία για επιχειρήσεις ασφαλείας, πέραν των 900 γνωστών. Αραβικές πηγές σχολίασαν ότι από την πλευρά των ΗΠΑ αυτό αποτελεί σιωπηρή αναγνώριση των μεγάλων διακυμάνσεων στο προσωπικό που σημειώθηκαν τα τελευταία χρόνια.
Τα λόγια αυτά θα μπορούσαν να διαβαστούν ως προετοιμασία για την προεδρία Τραμπ. Ο Ντόναλντ έχει επανειλημμένα δηλώσει ότι θέλει να αποσύρει στρατεύματα από τη Μέση Ανατολή, ιδίως από τη Συρία. Μια στρατηγική που θα ευνοηθεί από μια αυξημένη διείσδυση των συμμάχων στην περιοχή, της Τουρκίας και του Ισραήλ in primis, αλλά όχι μόνο.
Κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει μια σιωπηρή συμφωνία Άγκυρας-Τελ Αβίβ για να μοιραστούν τα λάφυρα ή να αρνηθεί τη συμμαχία μεταξύ HTS και SNA (άρα και με την Τουρκία). Πολλαπλοί παίκτες ακολουθούν δυναμικά συμφέροντα επί του εδάφους και κινούνται ανάλογα με τις συνθήκες.
Το Ιράν βγαίνει ζημειωμένο από τα πρόσφατα γεγονότα και η παλαιστινιακή υπόθεση υφίσταται ανεκτίμητη ζημιά. Οι πρώτες συναντήσεις της νέας κυβέρνησης στη Δαμασκό έγιναν με την Τουρκία, την Ιορδανία (σύμμαχος των ΗΠΑ) και το Κατάρ (σε άξονα με την Τουρκία). Το τελευταίο, εξέφρασε ενδιαφέρον για τη χρηματοδότηση νέων υποδομών στη Συρία «λιμάνια και αεροδρόμια» και στον ενεργειακό τομέα. Στις 24 Δεκεμβρίου, το τουρκικό υπουργείο Ενέργειας δήλωσε ότι θα αποσταλεί αντιπροσωπεία στη Συρία για να εξετάσει το δίκτυο και τις υποδομές για την αντιμετώπιση της έκτακτης ανάγκης ηλεκτρικής ενέργειας.
Αλλά μεγάλος χαμένος φαίνεται να είναι όχι μόνο το ηττημένο Ιράν, αλλά και η Σαουδική Αραβία: ο πιστός σύμμαχος της Ουάσιγκτον και αντίπαλος του άξονα Τουρκίας-Κατάρ. Το Ριάντ μετά από ένα μακρύ διπλωματικό έργο, υπό την επίβλεψη της Κίνας για το θέμα των σχέσεων με τη Δαμασκό (θυμηθείτε την επιστροφή της Συρίας στον Αραβικό Σύνδεσμο και την πρόσφατη επίσκεψη του Άσαντ στο βασίλειο) θα βρεθεί εκτός παιχνιδιού. Από αυτή την άποψη, ενδιαφέρον παρουσιάζουν πάντα οι δηλώσεις του Πενταγώνου: ο Σαουδάραβας στρατηγός Fayyad Al-Ruwaili σε συνάντηση με τον Αμερικανό στρατηγό CQ Brown λέγεται ότι μίλησε για την περιφερειακή ασφάλεια, αναφερόμενος ιδιαίτερα στις υποθέσεις της Συρίας.
Η αμερικανική επιφυλακτικότητα στο κουρδικό ζήτημα (συμπεριλαμβανομένων ανεπίσημων προειδοποιήσεων προς την Τουρκία και τον SNA να μην περάσουν τον Ευφράτη ποταμό) θα μπορούσε να κάνει κάποιον να υποψιαστεί ένα άλλο σχέδιο. Δεν είναι υποχρεωτικό όλο το αμερικανικό κατεστημένο να συμφωνεί με την ιδέα της ανάθεσης της Συρίας στην Άγκυρα, και ότι αυτό το τμήμα θα μπορούσε να υπολογίζει στους Σαουδάραβες, οι οποίοι επίσης καίγονται αυτή τη στιγμή από την ξαφνική πτώση του Άσαντ.
Ορισμένες δηλώσεις της HTS υποδηλώνουν ότι αν οι καλοκαιρινές εκκλήσεις του Ερντογάν για αποκλιμάκωση είχαν γίνει αποδεκτές από τον Άσαντ, η κατάσταση θα ήταν πιθανώς διαφορετική σήμερα. Πιθανώς μια τουρκο-συριακή συνάντηση θα περιελάμβανε τους ηγέτες της Ιντλίμπ και θα οδηγούσε σε επίλυση των προηγούμενων εντάσεων.
Η επαναπροσέγγιση με τους Σαουδάραβες και η αρνητική στάση στον Ερντογάν συνεπάγονται από την πλευρά του Άσαντ μια ψυχρότητα των σχέσεων με το Ιράν (που έχει ήδη εμπλακεί σε αντιπαράθεση με το Ισραήλ) και μια συνέχιση της αντιπαλότητας έναντι του άξονα Τουρκίας-Κατάρ.
Στο σημείο αυτό, ο κόσμος παραμένει με τα μάτια στραμμένα στον Λευκό Οίκο- η νέα προεδρία Τραμπ θα είναι αυτή που θα σηματοδοτήσει τη μοίρα της Συρίας και θα καθορίσει μια αποφασιστική στιγμή στην περιφερειακή ισορροπία.
Είναι συχνό το λάθος να θεωρούμε τα κράτη ως ενιαίο μπλοκ με ενιαία κατεύθυνση. Αντιθετα, αυτά αποτελούν ένα συνονθύλευμα συμφερόντων, ενίοτε αντικρουόμενων, και η πολυπολική φάση κάνει αυτές τις διαφορές ακόμη πιο εμφανείς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου