Του Χρήστου Λάσκου
Όντας
ένας από τους 19, που στις 13 Αυγούστου υπέγραψα την δήλωση μελών της ΚΕ
αναφορικά με τη «Συμφωνία», πρέπει να πω πως αισθάνομαι πραγματικά
ανακουφισμένος μετά από το σημερινό ρεπορτάζ της «Αυγής», κατά το οποίο,
«σύμφωνα με πληροφορίες ήταν «αυθόρμητη κίνηση» […], [ενώ, κ]υβερνητικές πηγές
σχολίαζαν στην «Αυγή», ότι δεν την θεωρούν, βάσει του περιεχομένου της,
«αντικομματική ενέργεια»».
Μετά από την ευχάριστη αυτή εξέλιξη, λοιπόν, θέλω να
βοηθήσω λίγο τη συζήτησή μας διατυπώνοντας μερικά μικρά σχόλια και
επικαλούμενος την ανάγκη στοιχειώδους ορθολογικότητας.
Θέλω να πω περιμένω
λογικές –όχι αριστερές ή δεξιές- απαντήσεις: και παρακαλώ, ας μην μπούμε τώρα
σε επιστημολογικές παρατηρήσεις περί «της φύσεως της λογικής», της δεδομένης
μεροληπτικότητάς της κτό.
1.
Είναι πανδήμως και παγκοσμίως αποδεκτό πως το Μνημόνιο δεν βγαίνει[1].
Πράγμα που σημαίνει πως συνιστά παραλογισμό μια τακτική «εκμετάλλευσης ρωγμών
και διακένων» για τη βελτίωση της θέσης των κατώτερων τάξεων, των εργαζόμενων,
των φτωχών, των ανέργων, των νέων, όταν η κατά πολύ πιθανότερη εξέλιξη είναι η
διαρκής πίεση της αυστηρά επιτηρούμενης κυβέρνησης για νέα,
«αποτελεσματικότερα», μέτρα.
2.
Αν είναι έτσι –το ότι το Μνημόνιο δεν βγαίνει-, τότε δεν χρειάζεται να είσαι
επαρμένος αριστεριστής, για να καταλαβαίνεις πως η άμεση απεμπλοκή από το
αποτέλεσμα του πραξικοπήματος της 12ης Ιουλίου είναι η μόνη
ορθολογική στάση, πραγματικός μονόδρομος. Όπως σωστά το θέτει το πάντα
μετριοπαθέστατο εντιτόριαλ της ΕφΣυν στις 13 Αυγούστου: «Τα μέτρα […] κάθε άλλο
παρά ήπιο περιβάλλον δημιουργούν για τα επόμενα τρία χρόνια. Η κυβέρνηση, με
όποια μορφή αυτή λάβει, θα είναι υποχρεωμένη να περνά μέτρα από τη Βουλή
υφεσιακά και ξεκάθαρα αδιέξοδα […]
Το ερώτημα είναι αν υπάρχει σχέδιο
«διαφυγής» από το κυβερνητικό επιτελείο […] Το σχέδιο αυτό πρέπει να είναι
πολιτικό και οικονομικό. Κι αν δεν υπάρξει, τότε απλώς μέχρι το 2018 θα ζούμε
αέναα την επανάληψη του ίδιου δράματος: νέα μέτρα, νέες απαιτήσεις από τους
δανειστές, νέα τελεσίγραφα και διαρκής πολιτική αστάθεια χωρίς τέλος».
3.
Πράγμα που κάνει την συζήτηση περί «επίθεσης στην διαφθορά, τη διαπλοκή κτό»,
αντικειμενικά και ανεξαρτήτως προθέσεων, τακτική μπάλας στην εξέδρα. Εκτός του
ό,τι η ταξική πάλη δεν γίνεται να υποκατασταθεί από τη «πάλη ενάντια στη
ρεμούλα», είναι τόσο διαχρονικό –από την αλήστου μνήμης κάθαρση του 1989- και
αποχρωματισμένο κοινωνικοπολιτικά πρόταγμα[2],
που δεν βγάζει πραγματικά νόημα, παρά μόνο στο πλαίσιο της ριζικής σύγκρουσης
με το κεφάλαιο έτσι ώστε να εφαρμοστεί ένα μεγάλο πρόγραμμα αναδιανομής. Το
Μνημόνιο φαντάζομαι δεχόμαστε όλοι πως δεν είναι ευνοϊκό (sic) για κάτι τέτοιο.
4.
Παρόλο που το φαντάζομαι, ωστόσο, δεν το ζω. Γιατί, η συχνή επίκληση, από
μέρους των βασιλικότερων, των «θετικών» δεν είναι παράταιρη, αλλά λογικότατη
συνέπεια της αποδοχής πως δεν γίνεται παρά να εφαρμοστεί το Μνημόνιο.
5.
Με δεδομένα τα παραπάνω, η ιδέα πως «η ανάπτυξη θα φέρει τη λύση» δεν είναι
παρά η ελάχιστα κρυπτόμενη, θεμελιώδης ιδέα του νεοφιλελευθερισμού περί του
trickle down effect, που σε πιο άμεση γλώσσα παραπέμπει την επίλυση των
προβλημάτων των φτωχών και κατεστραμμένων στην «μεγέθυνση της πίτας», ενώ για
την αριστερά πάντοτε η διάσταση της διανομής της ήταν απολύτως ταξικά
προτιμώμενη, ιδίως σε περιόδους κρίσης.
6.
Επειδή, γενικώς, η «ανάπτυξη δεν θα φέρει τη λύση», για να αντιμετωπιστεί η
ανεργία του 30% και η νεανική ανεργία του 60%, μαζί και οι εξευτελιστικές
εισοδηματικές συνθήκες των εκατομμυρίων εργαζόμενων και μη αμειβόμενων, όπως
σωστά λέγαμε επί χρόνια, απαιτούνται ριζικές τομές στην πολιτική και την
οικονομία, με πρώτη την άμεση κατάργηση του μνημονιακού καθεστώτος. Όποιος
θέλει τη σχετική επιχειρηματολογία ας ψάξει σε όλα –μα όλα- τα κομματικά
κείμενα: θα έχει πλούσιο υλικό αναμέτρησης με τους μνημονιακούς.
7.
Οι νέοι, οι άνεργοι, οι φτωχοί δεν πρόκειται, ευτυχώς, να μείνουν «ήσυχοι»
περιμένοντας μια δεκαετία το μεγάλωμα της πίτας. Ήδη ξέρουμε πως σε ποσοστά άνω
του 80% και με μεγάλη συμμετοχή ψήφισαν Όχι στις 5 Ιουλίου. Έχουν δίκιο όσοι
ισχυρίζονται πως δεν ψήφισαν δραχμή –αν και ένα «δεν μας χέζετε με την
ευρωζώνη» περιέχονταν στην ψήφο τους. Οι νέοι, οι άνεργοι και οι φτωχοί ψήφισαν
ζωή, δουλειά και αξιοπρέπεια: υπάρχει, έστω, ίχνος πιθανότητας να τα έχουν
σχετικά σύντομα; Γιατί, ως γνωστόν, δεν χρειάζεται να είσαι μαρξιστής,
αρκεί ο κεϋνσιανισμός για να ξέρεις πως «μακροπρόθεσμα είμαστε όλοι νεκροί».
8.
Με δεδομένο, λοιπόν, πως το σύνολο των κοινωνικών τάξεων και κατηγοριών που
πρέπει να βρίσκονται στο κέντρο του ενδιαφέροντος της ριζοσπαστικής Αριστεράς
δεν θα αργήσουν να φωνάξουν «όχι άλλο σώσιμο», ας απαντήσει, όποιος μπορεί, τι
σημαίνει «να μείνει οπωσδήποτε η Αριστερά στην κυβέρνηση». Όπως σωστά το
τοποθέτησε ο Γιάννης Αλμπάνης στην τελευταία ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ, εφόσον μιλάμε όλοι
για πραξικόπημα, δεν μπορούμε να εφαρμόσουμε το Μνημόνιο: θα ήταν σαν «να
εφάρμοζε ο Αλιέντε το πρόγραμμα του Πινοτσέτ». Για να μη γίνω λαϊκιστής
και θυμίσω πως είναι πολύ πρόσφατη η διαβεβαίωση πως «δεν είμαστε παντός
καιρού».
Αν η
κυβέρνηση δεν έχει άποψη περί αυτών –και δεν την έχω ακούσει, προς το παρόν- θα
είναι υποχρεωμένη, μέχρι να απαξιωθεί και να καταρρεύσει, να ασκεί μια ανάπηρη
δημαγωγία, η οποία θα προσποιείται πως, στα συμφραζόμενα του μεγαλύτερου, ίσως,
σοκ που έχει ζήσει ανεπτυγμένη καπιταλιστική χώρα, μπορούμε να κάνουμε business
as usual, σε συνθήκες οιονεί ομαλότητας, διευθετήσεων, διορθώσεων κλπ.
Δεν
είναι προφανής ο παραλογισμός; Μόνο σε μένα φαίνεται έτσι;
[1] Για την πιο πρόσφατη
αναλυτική παρουσίαση που ξέρω, βλ. Michael Roberts, Greece: It’s
unsustainable, thenextrecession.wordpress.com, 14 August 2015
[2] Κι εδώ αξίζει,
νομίζω, να ειπωθεί πόσο εντύπωση μου έκανε πως η «Κυριακάτικη Αυγή» αφιέρωσε 4
(!!!) ολόκληρες σελίδες της για ένα άρθρο του Ζίζεκ, ο οποίος επιχειρούσε να
πει πόσο σημαντικό και επαναστατικό είναι για μια αριστερή κυβέρνηση να
αναλάβει την υπεράσπιση της αστικής δημοκρατίας, την ίδια στιγμή που καλούσε
τον Τσίπρα να εκμεταλλευθεί όλες τις «δυνατότητες», ακόμη και όσες δίνει η
Λεπέν! Opera buffa.