Η έκφραση «αμοιβαία επωφελής συμφωνία» έχει πλέον καθιερωθεί στη δημοσιογραφική γλώσσα. Το να εξακολουθεί όμως σήμερα κανείς να επικαλείται μια συμφωνία επωφελή και για τα δύο μέρη είναι ή ρητορικό σχήμα λόγου υπαγορευόμενο από διαπραγματευτική τακτική, κάτι κατανοητό, ή επικίνδυνη εθελοτυφλία και αφέλεια.
Δυνατότητα για μια τέτοιου τύπου συμφωνία θα υπήρχε αν η αφαίμαξη της ελληνικής κοινωνίας και η λεηλασία των κοινών ήταν αποτέλεσμα μιας λανθασμένης ανάλυσης με στόχο την δημοσιονομική εξυγίανση και την ταχύτερη αποπληρωμή του χρέους. Μόνο σ’ αυτή την περίπτωση η κοινωνική καταστροφή που προκλήθηκε θα μπορούσε να θεωρηθεί μιας δυστυχής αλλά όχι προμελετημένη συνέπεια του ‘λάθους’.
Σε άρθρο μου στην «Εφ.Συν.» της 10ης Φλεβάρη έχω αναλυτικά αναφερθεί στους λόγους για τους οποίους αυτή η αντίληψη είναι παραπλανητική και οδηγεί μοιραία σε επικίνδυνα συμπεράσματα. Εδώ θα υπενθυμίσω απλά και μόνο το περιβόητο λάθος πολλαπλασιαστή που ο επικεφαλής οικονομολόγου του ΔΝΤ Ολιβιέ Μπλανσάρ υποχρεώθηκε να αποκηρύξει δημοσίως τον Ιανουάριο του 2013.
Η ομολογία του ωστόσο ότι οι περικοπές των κρατικών δαπανών συνεπάγονται σε συνθήκες ύφεσης υπερτριπλάσια μείωση του ΑΕΠ από αυτήν που ο ίδιος υπολόγιζε (από 0,5 τελικά περάσαμε στην περίπτωση της Ελλάδας στο 1,7) όχι μόνο δεν μεταφράστηκε σε μια διορθωτική αλλαγή ρότας αλλά ούτε καν σε μια έστω και περιορισμένη χαλάρωση της λιτότητας.
Όταν οι ‘θεσμοί’ αναγνωρίζουν το λάθος σε σχέση με τον διακηρυγμένο στόχο και συνεχίζουν απτόητοι να απαιτούν γη και ύδωρ εφαρμόζοντας την ίδια συνταγή, τότε οφείλουμε και εμείς να βγάλουμε τα συμπεράσματά μας. Απέναντί μας δεν βρίσκονται κακώς πληροφορημένοι και αποπροσανατολισμένοι εταίροι αλλά αδίστακτοι αντίπαλοι που για την μεγιστοποίηση των κερδών τους δεν ορρωδούν μπροστά σε τίποτα.
Ο μόνος τρόπος για να τους αποσπάσουμε μια στοιχειωδώς επωφελή για την ελληνική κοινωνία συμφωνία είναι να διαφανεί ότι κινδυνεύουν τα συμφέροντά τους.
Για αυτό και το «take it or leave it» πρέπει να αλλάξει στρατόπεδο τώρα. Το πλαίσιο συμφωνίας που γίνεται αποδεκτό από την κυβέρνηση πρέπει να προταθεί ως μη διαπραγματεύσιμο–πόσω μάλλον που έχουν ήδη γίνει ουσιαστικές και ανησυχητικές υποχωρήσεις με σημαντικότερη αυτήν που αφορά τον τομέα των ιδιωτικοποιήσεων. Ως εδώ και μη παρέκει.
Ας μου επιτραπεί να ανοίξω εδώ μια παρένθεση για να αναφερθώ έστω και επιγραμματικά στις υπό εξέλιξη ιδιωτικοποιήσεις, και συγκεκριμένα στη παράδοση των περιφερειακών αεροδρομίων στην Fraport, του Ελληνικού στον Λάτση και του ΟΛΠ στην Cosco, ή άλλον ενδιαφερόμενο.
Παρά τις προσπάθειες της κυβέρνησης να επιβάλλει ευνοϊκότερους όρους, στο τέλος αυτής της διαδικασίας οι υποδομές της χώρας στο σύνολό τους θα έχουν παραδοθεί για τις επόμενες δεκαετίες σε ιδιώτες, με ό, τι αυτό συνεπάγεται.
Δεν αμφιβάλουμε πως η κυβέρνηση αναγκάστηκε να υποχωρήσει υπό το κράτος ασφυκτικών πιέσεων. Επομένως δεν θα είχε νόημα να αναλωθούμε σε καταγγελίες περί αθέτησης υποσχέσεων, αναξιοπιστίας και τα λοιπά συναφή.
Σε τελευταία ανάλυση ένας τέτοιος καταγγελτικός λόγος υπάγεται και αυτός στην λογική της ανάθεσης.
Και μ’ αυτήν ακριβώς πρέπει να έρθουμε σε ρήξη. Τοπικοί φορείς, αυτοδιοίκηση, συλλογικότητες επιμελητήρια, και εργαζόμενοι στις υπό εκποίηση δομές ας δηλώσουμε έμπρακτα ότι σαν κοινωνία δεν είμαστε διατεθειμένοι να αποδεχτούμε σαν τετελεσμένο γεγονός τις υπό εξέλιξη ιδιωτικοποιήσεις.
Στο χέρι μας είναι να το κάνουμε αυτό σαφές σε πιστωτές και σε όποιους άλλους επίδοξους αγοραστές. Οφείλουμε στους εαυτούς μας και στις επόμενες γενιές να μην αφήσουμε τη χώρα παραδομένη στην Fraport, την Cosco, τον Λάτση και τους ομοίους τους. Και αυτό το χρέος μετράει περισσότερο για μας από τα επιτόκια και τα χρεολύσια.
Επανέρχομαι στην πορεία των διαπραγματεύσεων. Έστω και υπό μορφή προειδοποίησης, ας γίνει σαφές ότι ούτε η δόση της 5ης Ιουνίου ούτε καμία από τις επόμενες πρόκειται να αποπληρωθούν αν δεν γίνουν αποδεκτοί οι όροι που βάζει η ελληνική κυβέρνηση.
Ούτως ή άλλως λεφτά δεν υπάρχουν και υπουργοί έχουν ήδη δηλώσει ότι η κυβέρνηση δεν προτίθεται να κάνει στάση πληρωμών στο εσωτερικό για να διασφαλίσει την ομαλή εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους.
Μια μερική στάση πληρωμών βρίσκεται βέβαια ήδη σε εξέλιξη καθώς αναβάλλονται συστηματικά οι αποπληρωμές των προμηθευτών του δημοσίου.
Πάντως η δόση της 5ης Ιουνίου δεν πρέπει να καταβληθεί ακόμα και αν βρεθούν τα χρήματα. Η σημερινή συγκυρία είναι εξαιρετικά ευνοϊκή για μια τέτοια επίδειξη αποφασιστικότητας.
Τον τελευταίο μήνα τα επιτόκια των δεκάχρονων γαλλικών ομολόγων διπλασιάστηκαν ενώ στα αντίστοιχα γερμανικά παρατηρήθηκε αύξηση ρεκόρ των επιτοκίων σε βάθος εικοσαετίας.
Τα επιτόκια παραμένουν ασφαλώς ιδιαίτερα χαμηλά αλλά, δεδομένου του συνολικού όγκου του χρέους των δύο αυτών χωρών, ένας διπλασιασμός ή τριπλασιασμός των επιτοκίων μεταφράζεται σε απώλειες δισεκατομμυρίων.
Ταυτόχρονα οι καταλυτικές πολιτικές αλλαγές στην Ισπανία μετά τις δημοτικές εκλογές πυροδοτούν άνοδο των ισπανικών επιτοκίων. Επί πλέον το ενδεχόμενο ενός Brexit επιδεινώνει το κλίμα αστάθειας και γενικευμένης ανησυχίας για το μέλλον της Ευρώπης.
Επομένως η «νευρικότητα» των αγορών και οι αυτοεκπληρούμενες προφητείες των καταστροφολόγων που έχουν μέχρι σήμερα χρησιμοποιηθεί επωφελώς από τους επονομαζόμενους εταίρους, δηλαδή από τους αντίπαλούς μας, θα μπορούσαν να στραφούν εναντίον τους. Ήρθε η στιγμή η τελεσιγραφική τακτική του «αυτό ή τίποτα» να αλλάξει πλευρά. Θέλει αρετή και τόλμη…
*Αρχισυντάκτρια του περιοδικού αληthεια
[--->]
Εκτός του Ελληνικού,δεν πρόκειται για ιδιωτικοποιήσεις αλλά για''κρατικοποιήσεις''.