Ακαδημαϊκό το τελευταίο καρφί στο φέρετρο του αιτήματος διαγραφής του χρέους

Νέο πλήγμα, με ακαδημαϊκό επίχρισμα αυτή τη φορά, δέχθηκε το αίτημα διαγραφής του δημόσιου χρέους από την οικονομική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ. Δηλαδή τα στελέχη που, θεωρητικώς, όφειλαν αυτή την περίοδο να τεκμηριώνουν και να διαδίδουν την ψηφισμένη από το συνέδριο του κόμματος θέση για διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους, έτσι, ώστε η υλοποίησή της με την άνοδο του κόμματος στην εξουσία να γίνει με τις μικρότερες δυνατές αναταράξεις και, το σημαντικότερο, να πεισθούν όσο το δυνατόν περισσότεροι εργαζόμενοι για την ανάγκη να παλέψουν γι’ αυτό τον στόχο… Η πραγματικότητα ωστόσο έρχεται να επιβεβαιώσει τα χειρότερα σενάρια.

ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΒΑΤΙΚΙΩΤΗΣ

Η ηγετική ομάδα της Κουμουνδούρου έχει εδώ και καιρό εγκαταλείψει το στόχο της διαγραφής του χρέους, ως ένα απτό δείγμα «στροφής στην υπευθυνότητα» και «ενηλικίωσης» της, ώστε να πείσει τα κέντρα εξουσίας εντός κι εκτός Ελλάδας να της δώσουν το πολυπόθητο χρίσμα. Προς επίρρωση η επαναφορά ως λύσης για το πρόβλημα του δημόσιου χρέους μιας παραλλαγής του σχεδίου PADRE σε άρθρο που δημοσιεύεται στο περιοδικό Θέσεις (Οκτώβριος – Δεκέμβριος 2014), με συγγραφείς τους Δ. Σωτηρόπουλο, Γ. Μηλιό και Σ. Λαπατσιώρα.

 Να θυμίσουμε πως το σχέδιο PADRE, αρκτικόλεξο του τίτλου Πολιτικά Αποδεκτό Σχέδιο Αναδιάρθρωσης του Χρέους στην Ευρωζώνη, δημοσιεύθηκε πρώτη φορά τον Ιανουάριο του 2014 και στον εγχώριο δημόσιο διάλογο εισήχθη για πρώτη φορά από τον Φ. Σαχινίδη που το πρότεινε σε συνέδριο της Ά. Διαμαντοπούλου και στη συνέχεια από τον Γ. Δραγασάκη που το υποστήριξε ως μια ρεαλιστική εναλλακτική με συνέντευξή του τον Σεπτέμβριο. Δεν θα περιληφθεί επομένως και στο απάνθισμα της ριζοσπαστικής σκέψης που ανέδειξε η κρίση… (Εδώ, πρόσφατη κριτική μου στο σχέδιο PADRE)

Η συντηρητική («πολιτικά αποδεκτή» είπαμε…) κατεύθυνση στην οποία διερευνούν λύσεις για το ζήτημα του χρέους τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ αποτυπώνεται από την εισαγωγή κιόλας του κειμένου. Χαρακτηριστικά, αναφέρουν ότι υπάρχουν τρεις επιλογές για το ζήτημα του χρέους, στις οποίες δεν συμπεριλαμβάνεται η διαγραφή κι ας είναι το παράδειγμα της Αργεντινής, της Ρωσίας, του Ισημερινού και της Ισλανδίας, πλέον σημεία αναφοράς στη διεθνή συζήτηση.

Ούτε καν ως λάθος επιλογή δεν την αναφέρουν οι Θέσεις. Μηλιός και λοιποί επομένως αποκλείουν εξ αρχής από την διερεύνησή τους μια επιλογή που αποτελεί, θεωρητικά, την επίσημη επιλογή του κόμματος τους και το πιο ριζοσπαστικό αίτημα που έχει διατυπωθεί παγκοσμίως και στην Ελλάδα.

Μάλιστα, στιγματίζουν και ακυρώνουν την ριζοσπαστική λύση διαγραφής του χρέους, χωρίς καν να την αναφέρουν, ταυτίζοντάς την με την έξοδο από το ευρώ και περιγράφοντάς την ως «λογιστική λύση». Στη συνέχεια της εισαγωγής, μέσω κοινότοπων διαπιστώσεων για τις κρίσεις χρέους και ανέξοδων βερμπαλισμών για την «ανάγκη κινητοποίησης της εργασίας» (με αίτημα άραγε την εφαρμογή του σχεδίου PADRE, χέρι-χέρι με τον Σαχινίδη;) που μπορούν να αποτελέσουν και τέλεια άλλοθι των εν εξελίξει υποχωρήσεων, δεν λείπουν και κινδυνολογίες, ξεσηκωμένες από το πιο συντηρητικό οπλοστάσιο.


 Για παράδειγμα: «μια δραστική μεταβολή στην παρούσα αξία των χρεογράφων όχι μόνο δεν μπορεί να επιλύσει το πρόβλημα του χρέους, αλλά είναι ικανή να υποκινήσει ένα νέο διεθνές χρηματοπιστωτικό επεισόδιο.
 Ένα σημαντικό κούρεμα των κρατικών χρεογράφων θα αφήσει εξαιρετικά εκτεθειμένο τον τραπεζικό τομέα (ανάγκη κεφαλαιοποίησης τραπεζών) και τα ασφαλιστικά ταμεία και θα αναγκάσει το κράτος σε σημαντικές οικονομικές παρεμβάσεις, οι οποίες θα αναιρέσουν το αρχικό κούρεμα και ενδεχομένως θα οδηγήσουν κρίση αξιοπιστίας και άρα σε επιτήρηση»…
Καταστροφικό επομένως το κούρεμα των ομολόγων σύμφωνα με τον Γ. Μηλιό και τους συνεργάτες του, οι οποίοι ακόμη κι αν μεταφέρουν χάριν διαλόγου τη σχετική συζήτηση, χωρίς δηλαδή να την ενστερνίζονται, αρνούνται να μεταφέρουν την εμπειρία άλλων χωρών στις οποίες το κούρεμα των ομολόγων πυροδότησε την ανάπτυξη της οικονομίας, όπως η Αργεντινή ή ο Ισημερινός, προς διάψευση των παραπάνω ισχυρισμών. Να τονιστεί πως η μαγική λέξη της διαγραφής απουσίαζε κι από την παρουσίαση των θέσεων του ΣΥΡΙΖΑ που έκαναν Μηλιός – Σταθάκης στους εκπροσώπους επενδυτικών κεφαλαίων στο Λονδίνο…

Στην ΕΚΤ που ευθύνεται για την κρίση χρέους στην Ελλάδα και την υπόλοιπη ευρω-περιφέρεια εναποθέτουν τις ελπίδες επίλυσης της κρίσης χρέους
Στο εναλλακτικό σενάριο που προτείνουν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, ακυρώνοντας το αίτημα διαγραφής του χρέους, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αποκτά ολόκληρο το χρέος και των 18 χωρών της ευρωζώνης που υπερβαίνει το 50% του ΑΕΠ της κάθε χώρας και το μετατρέπει σε ομόλογα μηδενικού επιτοκίου.
Οι χώρες δεσμεύονται να επαναγοράσουν το χρέος όταν θα έχει μειωθεί στο 20% του ΑΕΠ. Η ουσιώδης ποιοτική μεταβολή που θα έχει συμβεί στο ενδιάμεσο (κι αυτή είναι η βασική ιδέα της εναλλακτικής τους πρότασης) βασίζεται στον τοκισμό του χρέους που αποκτά η ΕΚΤ με επιτόκιο μικρότερο από την μακροχρόνια μεγέθυνση. Συνθήκη που επιτρέπει να ελπίζουμε ότι το χρέος θα συρρικνώνεται ως ποσοστό του ΑΕΠ, οπότε σε αυτό το διάστημα η ανάπτυξη του προϊόντος θα επιτρέψει την ευκολότερη αποπληρωμή του χρέους στο μέλλον.
Η συγκεκριμένη πρόταση είναι μια επιπλέον παραλλαγή του σχεδίου PADRE. Η διαφορά έγκειται στο ότι ενώ οι αρχιτέκτονες του PADRE προτείνουν η ΕΚΤ να αποκτήσει του 50% του χρέους των κρατών μελών της Ευρωζώνης σε συνάρτηση με το μερίδιο τους στο μετοχικό κεφάλαιο της ΕΚΤ, ο Μηλιός κ.α. προτείνουν να αποκτήσει το χρέος που υπερβαίνει το 50% του ΑΕΠ.

Κατά συνέπεια επαναφέρουν την πρόταση που επί της ουσίας υποστήριξε ο Φ. Σαχινίδης, τίποτε πιο ριζοσπαστικό… Αναπαράγουν δηλαδή μια συντηρητική πρόταση κι ας έχουν επικρίνει πολλές φορές την Αριστερά στο άρθρο τους επειδή δεν ξεφεύγει από το «κυρίαρχο πλαίσιο ανάλυσης».

Η πρόταση των Μηλιού – Σωτηρόπουλου – Λαπατσιώρα δεν είναι μόνο δεξιάς καταβολής, από τη στιγμή που την προτείνει κι ο φυσικός αυτουργός του PSI και οικονομικός δολοφόνος Σαχινίδης, είναι επιπλέον και μια πρόταση τεχνοκρατική, που διέπεται ωστόσο από πλήθος αντιφάσεων, στο τεχνικό της μέρος.
 Όπως για παράδειγμα το κόστος που θα επέλθει για την ΕΚΤ (λόγω του ότι θα δανείζεται από τον ιδιωτικό τομέα με επιτόκιο, 3,5%, σημαντικά υψηλότερο από το προεξοφλητικό επιτόκιο του χρέους των χωρών, 1%) και το οποίο αγγίζει τα 1,36 τρισ. ευρώ! Για ποιο λόγο να αναλάβει η ΕΚΤ αυτό το εξωφρενικό κόστος, το οποίο θα τινάξει στον αέρα τον ισολογισμό της που τον Ιούλιο του 2007 ήταν μόλις 1,2 τρισ. ευρώ;

Πολύ περισσότερο αν λάβουμε υπ’ όψη μας ότι «σκοπός τους δεν ήταν ποτέ το χρέος», όπως εύστοχα γράφουν στο άρθρο τους οι τρεις ακαδημαϊκοί, για να ακυρώσουν όμως οι ίδιοι στη συνέχεια αυτή τη σωστή διαπίστωση, εξαντλώντας όλη τους την προβληματική στην μείωση του χρέους, με τεχνικούς, δηλαδή λογιστικούς όρους και με την συγκατάθεση των πιστωτών, στους οποίους ανήκει η ΕΚΤ!
Η αντιμετώπιση δε της ΕΚΤ ως δυνητικού συμμάχου ή ουδέτερου παράγοντα στην προσπάθεια μείωσης του χρέους, η παράβλεψη δηλαδή του αυτοτελούς της ρόλου στην επιβολή της λιτότητας χρησιμοποιώντας τα νομισματικά εργαλεία που διαθέτει όπως αποδεδειγμένα συνέβη την τελευταία τετραετία, είναι η αποκορύφωση της απολίτικης και λογιστικής ανάλυσης.

Οι συγγραφείς ξεχνούν μια μικρή …λεπτομέρεια επίσης: ότι το 74,2% του ελληνικού χρέους είναι μη ομολογιακό και το 68,4% οφείλεται στην Τρόικα. Η ίδια σύνθεση παρατηρείται σε μικρότερο βαθμό και στις άλλες χώρες που δανειοδοτήθηκαν από τον Μηχανισμό (Ιρλανδία, Πορτογαλία, Κύπρος). Πώς θα αναλάβει η ΕΚΤ το χρέος του ΔΝΤ; Το τεχνικό αυτό «προβληματάκι» εμφανίζεται από τη στιγμή που οι συγγραφείς επιμένουν να αναζητούν μια συμμετρική, «ευρωπαϊκή λύση», υποτιμώντας την δομική διαφορά του χρέους της περιφέρειας με αυτό των χωρών του πυρήνα της ευρωζώνης.

Έτσι, θέλοντας να διαφυλάξουν τον πυρήνα της αυθαίρετης, ευρωλάγνας ανάλυσής τους, αναζητούν ομοιόμορφες λύσεις και φτάνουν να παραγνωρίζουν θεμελιώδη δεδομένα.

Το σημαντικότερο ωστόσο δεν είναι ο καθαγιασμός της ΕΚΤ κι η υποτίμηση του ρόλου της. Το σημαντικότερο είναι ότι τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ προτείνουν τελικά να πληρώσουμε το δημόσιο χρέος.
Απλώς αυτό να το πράξει η επόμενη γενιά.
Έτσι αναγνωρίζουν το χρέος και υποκύπτουν στους πιστωτές, αναπαράγοντας την γραμμή υποτέλειας της αστικής τάξης και των κυβερνήσεων Παπανδρέου – Παπαδήμου – Σαμαρά.

Η μόνη διαφορά είναι στο περιτύλιγμα: Εν προκειμένω έχουμε ένα διεθνιστικό, κοσμοπολίτικο για την ακρίβεια, περιτύλιγμα, που όσο ομνύει στα συμφέροντα του κόσμου της εργασίας, τόσο τα ακρωτηριάζει αναγνωρίζοντας ως απώτατο όριο κάθε κριτικής την ευρωζώνη και την ΕΕ.

Οι κραυγαλέες αντιφάσεις της πρότασης των Θέσεων, που υπονομεύουν ακόμη και την τεχνική της συνοχή και πειστικότητα, είναι αποτέλεσμα ενός πλαισίου ανάλυσης και αντιμετώπισης που παραπέμπει την αναγκαία σύγκρουση για την διαγραφή του χρέους στις ελληνικές καλένδες. Ενός πλαισίου που καταδικάζει την λιτότητα χωρίς όμως να απορρίπτει την εφαρμογή των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών, χωρίς να τους αναφέρει καν, για να μην αναγκαστεί να αποκαλύψει και να επικρίνει το ρόλο της ΕΕ.
Ωστόσο, ακόμη κι αν παραβλέψουμε όλα αυτά και υιοθετήσουμε την πρόταση των Σαχινίδη – Μηλιού ως εναλλακτική λύση, υπάρχει ένα καταλυτικό ερώτημα.

Στην …εξαιρετική, την …απίθανη εκείνη περίπτωση που η ΕΚΤ, αψηφώντας το πραγματικό της συμφέρον όπως πιστεύουν οι συγγραφείς, αρνηθεί να επιβαρυνθεί με 1,36 τρισ. ευρώ, τότε ο ΣΥΡΙΖΑ θα προχωρήσει στην μονομερή διαγραφή του χρέους;

Θα αρνηθεί τη λύση που μονομερώς θα επιβάλλουν οι πιστωτές;
Όσο δεν απαντιέται αυτό το ερώτημα, πληθαίνουν οι λόγοι για να πιστεύουμε ότι αυτή η ακατάσχετη προτασιολογία αποσκοπεί στο να περάσει ο χρόνος μέχρι να έρθουν τα τετελεσμένα από τη μεριά της Γερμανίας, οπότε η προσαρμογή στην πραγματικότητα θα εμφανιστεί ως επιβεβλημένη
[--->]