του Αντώνη Ανδρουλιδάκη
Η πανδημία, και πολύ περισσότερο τα ανόητα μέτρα για την
αντιμετώπισης της, άφησε πολλούς ανθρώπους αποπροσανατολισμένους και με την
αίσθηση ότι η ζωή τους βρίσκεται εκτός ελέγχου.
Συχνά στις περιπτώσεις αυτές οι άνθρωποι ανατρέχουμε, μη
συνειδητά, στα “ενθύμια” της παιδικής μας ηλικίας. Σ’ εκείνο το «μαγικό σπαθί»,
στη «μαγική μου χτένα» ή στο «τυχερό μου μπλουζάκι», στον μαγικό τρόπο σκέψης
δηλαδή, που είναι φυσιολογικός και συνηθισμένος στις ηλικίες 2 έως 8 ετών.
Βέβαια, έτσι κι αλλιώς, η Νew Αge εποχή που προηγήθηκε ανήγαγε
τον μαγικό αυτό τρόπο σκέψης σε κυρίαρχο δόγμα της, προωθώντας αντιλήψεις όπως
«έχεις την ικανότητα να αλλάξεις την πραγματικότητα με τη δύναμη της σκέψης», «προκαλείς
(ή/και φταις) για ό,τι σου συμβαίνει», «όλα είναι σημάδια-μηνύματα για σένα»,
«η θετική σκέψη τα καταφέρνει όλα» και λοιπά. Η τόσο διάσημη κοελική μπαρούφα
«αν θέλεις κάτι πάρα πολύ, όλο το σύμπαν συνωμοτεί για να στο προσφέρει», είναι
δείγμα αυτής της κυριαρχίας της μαγικής θετικότητας των «good vibes only» και
της «θετικής ενέργειας», δηλαδή της υποστροφής του ατόμου σ’ ένα παιδικό στάδιο
γνωστικής ανάπτυξης, που όλοι καταλαβαίνουμε γιατί ήταν ζητούμενο της
καταναλωτικής κοινωνίας (και) του μετανεωτερικού καπιταλισμού.
Η μαγική σκέψη αυτού του είδους προσφέρει στο άτομο και μια
αίσθηση μοναδικότητας -επίσης βασικό αιτούμενο της σύγχρονης κουλτούρας- αλλά
και κυρίως μια αίσθηση δύναμης και ελέγχου απέναντι στα πράγματα. Ψευδαίσθηση
βεβαίως αλλά εντούτοις πολύ ανακουφιστική, ιδιαίτερα στις δύσκολες στιγμές που
ο καπιταλισμός ξέρει καλά να «δημιουργεί».
Προς την ίδια κατεύθυνση, ως ανακούφιση στην ακραία και
αιφνιδιαστική αβεβαιότητα που προκάλεσε η πανδημία, τα περιοριστικά μέτρα ή/και
το εμβόλιο «επενδύθηκαν» με μια ανάλογη μαγική δύναμη, που «όλα τα κακά
σκορπάει». Μια μαγική δύναμη επενδυμένη μάλιστα διπλά με την «μαγεία» της
επιστήμης και της τεχνολογίας, που «στην τελική όλα τα μπορεί». Η «επιτροπή των
ειδικών» έγινε η νέα οικουμενική σύνοδος μιας θρησκευτικής αντίληψης της
επιστήμης με τα θέσφατα και αλάθητα της, με το κύρος, τα μυστήρια και την
αυθεντία της.
Το lockdown στην αρχή, αλλά και το εμβόλιο στην συνέχεια,
μοιάζει να έγιναν η νέα μαγική «θετική ενέργεια», που τόσο είχαμε συνηθίσει στο
παρελθόν και τόσο είχαμε ανάγκη και τώρα. Η ατομική, μάλιστα, ευθύνη που οι
μηχανισμοί του κράτους «πούλησαν», για να μην αναλάβουν τις δικές τους ευθύνες,
κούμπωσε μια χαρά με αυτό τον απλοϊκό τρόπο σκέψης. Οι προκαταλήψεις, ο
στερεοτυπικός τρόπος σκέψης και ο «επιστημονικός εγωκεντρισμός των ειδικών» του
συστήματος, που μόνο αυτοί γνώριζαν την αλήθεια, ήταν επίσης από τα κύρια
συστατικά που μπερδεύτηκαν γλυκά στην συνταγή της μαγικής σκέψης.
Οι ηθικολογίες για τους ανεύθυνους «αρνητές», «ψεκασμένους»,
που συμπεριελάμβαναν μάλιστα και κάθε εύλογο σκεπτικιστή, η απαίτηση
παραδειγματικής τιμωρίας των ενόχων-παραβατών και η ενοχοποιητική κοινωνική
μηχανική που εξαπολύθηκε εναντίον των «ανεύθυνων θανατολάγνων», που δεν
ντρέπονταν να θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή των άλλων παραβιάζοντας τα «ιερά μέτρα»,
ήταν επίσης συνεπαγωγές του άκαμπτου αυτού τρόπου σκέψης.
Πρόκειται για το ένα άκρο αυτού του «μαγικού» φάσματος. Στο
άλλο άκρο του βρίσκονται οι δεκάδες θεωρίες συνομωσίας. Γι’ αυτό και η
αμφισβήτηση -του ενός ή του άλλου άκρου- προκαλεί τόσο θυμό στο άτομο αφού
απειλεί τον «εξασφαλισμένο» και «σίγουρο έλεγχο» που παρέχει. Σαν ένα παιδί που
νιώθει εντελώς ανυπεράσπιστο επειδή του πήραν το μαγικό του ραβδί.
Με αυτή τη «λογική» το μαγικό lockdown παρείχε, για έναν ολόκληρο
χρόνο, την ψευδαίσθηση ελέγχου, παρά το ολοφάνερο γεγονός της επαναλαμβανόμενης
αναποτελεσματικότητας του. Καμία λογική έκκληση, καμιά ορθολογική φωνή, ακόμη
κι αν είχε την μέγιστη ισχύ μιας επιστημονικής αυθεντίας, δεν ήταν ικανή να
ακυρώσει την μαγική σκέψη των ακραίων περιοριστικών μέτρων.
Και πάλι με την ίδια «λογική» το εμβόλιο προσφέρεται τώρα ως η
νέα ψευδαισθητική πανάκεια επιστροφής στην κανονικότητα, παρά το γεγονός ότι
α) δεν υπάρχουν σε επάρκεια, β) δεν μειώνουν τη μετάδοση, γ)
ίσως δεν μειώνουν τη νόσηση και δ) μόνο ίσως μειώνουν τη θνητότητα.
Ύστερα από μια ματαιωμένη χρονιά, καθώς οι μαγικές σκέψεις
αντιμετώπισης της πανδημίας μας εγκαταλείπουν σιγά-σιγά, αφήνοντας πίσω τους
μερικές χιλιάδες ανθρώπους νεκρούς, μερικά εκατομμύρια με περισσότερο ή
λιγότερο σοβαρές ψυχικές δυσλειτουργίες και μια κατεστραμμένη οικονομία, με
αναμενόμενες εν τέλει δραματικές συνέπειες στην υγεία που θα εκδηλωθούν σε
βάθος χρόνου, όλο και περισσότεροι άνθρωποι διαμορφώνουν πλέον την πεποίθηση
ότι ούτως ή άλλως η κατάσταση δεν αλλάζει, ανεξάρτητα από την όποια δική τους
συμπεριφορά.
Η βαθιά επίγνωση της ανθρώπινης ευαλωτότητας επανέρχεται με
δραματικό τρόπο στο υπαρξιακό προσκήνιο, μαζί με την αποκάλυψη ότι τα μαγικά
γιατροσόφια δεν λειτουργούν. Οι τελετουργίες του φύλαρχου πάντα σε αγαστή
συνεργασία με τον μάγο της φυλής δεν έπιασαν αυτή τη φορά.
Και κάπως έτσι ο «κοινωνικός ψυχισμός», αιφνιδιασμένος εκ
νέου, μουδιάζει για να μπορέσει να επεξεργαστεί την δυσφορία του ανεξέλεγκτου
και της αναποτελεσματικότητας.
Πρόκειται για μια μορφή «εμπειρικής απόγνωσης», που μπορεί και
να υπονομεύει την «εσωτερική θέση ελέγχου/internal locus control», την
απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάπτυξη ψυχικής ανθεκτικότητας.
Ως εκ τούτου, οι άνθρωποι οδηγούνται σε τρεις πιθανές
συμπεριφορές:
(α) στην κατάθλιψη,
(β) στην αντίδραση/αντίσταση ή
(γ) στην αδιαφορία
Το ποια από τις τρείς εκδοχές θα διαμορφωθεί σε πλειοψηφικό
κοινωνικό ρεύμα είναι ένα μέγιστο πολιτικό διακύβευμα/επίδικο, μάλλον ανοιχτό
ακόμη, που φαίνεται όμως να μην απασχολεί τις κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις-και
αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό.