We are people, not statistics. Fight #austerity, support #Greece on 15th February

Τα υπερκέρδη τους


  
Πώς η γερμανική μηχανή έβγαλε μέχρι και 80 δισ. ευρώ από την κρίση χρέους. Η "καραμέλα" ότι οι Γερμανοί φορολογούμενοι πληρώνουν τα "σπασμένα"

*Του Τάσου Ζάχου
Η «διάσωση» της Ελλάδας, αλλά και άλλων ευρωπαϊκών χωρών του Νότου θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως η καλύτερη επένδυση για τη Γερμανία. Όμως κάποιοι ακόμα και σήμερα στην Ελλάδα, μετά από έξι χρόνια ύφεσης που οδήγησαν σε απώλεια του 25% του εθνικού μας πλούτου, εξακολουθούν να ανησυχούν πιο πολύ και από τους Γερμανούς πολιτικούς για το «κόστος» που πρέπει να επωμιστεί ο Γερμανός φορολογούμενος.

Η θεωρεία της γερμανικής κυβέρνησης ότι η Καγκελαρία κάνει χάρη στην Ελλάδα και στους «νωθρούς» Νοτιοευρωπαίους και συνεχίζει να δανείζει ένα «βαρέλι δίχως πάτο», δυστυχώς έχει βρει ανταπόκριση στους πολίτες της Γερμανίας που τοποθετούνται πολύ επιθετικά εναντίον της χώρας μας σε διάφορες δημοσκοπήσεις.

Μάλιστα ο Σόιμπλε, έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού του τον Γερμανό ψηφοφόρο, έφτασε στο σημείο να πει ότι ο Γερμανός φορολογούμενος θα πληρώσει μια ενδεχόμενη αύξηση του κατώτατου μισθού στην Ελλάδα – το μοναδικό ίσως μέτρο της νέας κυβέρνησης χωρίς δημοσιονομικό κόστος – και έτσι πρέπει να συνεχίσουμε να παίρνουμε όσα  μας επιτρέπουν και να μη ζητάμε περισσότερα.

Διαβάστε ακόμη: Πόσο κοντά είμαστε σε συμφωνία με τους δανειστές;

Πρόκειται σαφώς για ένα αυθαίρετο συμπέρασμα, ενώ το απόσπασμα αναπαράγουν και σχολιαστές σε δικά μας ΜΜΕ με σχόλια του τύπου: « ο Γερμανός καλείται να πληρώσει τα σπασμένα του Έλληνα ξανά».
Την Παρασκευή ο γνωστός Αμερικανός νομπελίστας Οικονομίας, Πολ Κρούγκμαν, σε άρθρο του για την Ελλάδα στους New York Times αναφέρει ότι «οι Γερμανοί πολιτικοί δεν εξήγησαν ποτέ στους πολίτες τους τα “μαθηματικά”, αλλά επέλεξαν τον εύκολο δρόμο της ηθικολογίας για την ανευθυνότητα των δανειζομένων».

Τι εννοεί όμως ο Κρούγκμαν;

Κρίση χρέους: η καλύτερη επένδυση του Βερολίνου

Αν μιλήσουμε λοιπόν με αριθμούς θα δούμε ότι η Γερμανία είναι σαφώς ο μεγάλος νικητής από την κρίση χρέους τα τελευταία χρόνια. Πώς προκύπτει αυτό;
Κατ’ αρχάς τα δάνεια που Μέρκελ και Σόιμπλε έδωσαν στην Ελλάδα και σε άλλες υπερχρεωμένες χώρες του Νότου δεν είναι ευγενικές χορηγίες. Η συνολική έκθεση της Γερμανίας στην Ελλάδα υπολογίζεται στα 56 δισ. ευρώ (μέσω διμερών συμφωνιών και του ευρωπαϊκού μηχανισμού στήριξης EFSF, δείτε περισσότερα εδώ),  χρήματα που αναμένεται να επιστρέψουν πίσω στην γερμανική οικονομία στο ακέραιο και με τόκο, καθώς απομακρύνεται το ενδεχόμενο για «κούρεμα» του ελληνικού χρέους.

Μάλιστα οι Γερμανοί το 2012 στην πρώτη αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους (γνωστή και ως PSI) πίεσαν, ώστε να υποστούν απώλειες οι ιδιώτες που είχαν ελληνικά ομόλογα στα χέρια τους και αφού οι γερμανικές τράπεζες είχαν ξεφορτωθεί σε μεγάλο βαθμό τα ελληνικά «σκουπίδια». Έτσι και έγινε, με τους επενδυτές,  ανάμεσα τους και Έλληνες μικροομολογιούχοι, να χάνουν πάνω από το 50% των χρημάτων τους που είχαν δανείσει στο ελληνικό κράτος και τη Γερμανία φυσικά να μη χάνει ούτε ευρώ από τον υπερδανεισμό των χωρών του Νότου, που είναι οι καλύτεροι πελάτες των προϊόντων τους.
Μάλιστα το 2012 ο επικεφαλής (Γερμανός) του EFSF, Κλάους Ρέγκλινγκ, σε μια κρίση ειλικρίνειας δήλωνε στο γερμανικό περιοδικό Focus: «Τα πακέτα διάσωσης δεν έχουν κοστίσει μέχρι στιγμής ούτε ένα ευρώ στο Γερμανό φορολογούμενο. Στη Γερμανία έχει επικρατήσει η πεποίθηση ότι κάθε χρηματική βοήθεια προς την Ελλάδα επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό, γιατί χρηματοδοτείται από τα χρήματα των Γερμανών φορολογουμένων. Αυτό είναι λάθος καθώς τα χρήματα αυτά είναι δάνεια που πρέπει να αποπληρωθούν».

Διαβάστε ακόμη: Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ θα υποκύψει στις διεθνείς πιέσεις

Ο μεγαλύτερος «τοκογλύφος» της Ευρώπης

Όμως η αποπληρωμή των δανείων από την Ελλάδα με τόκο (δείτε σχετικά εδώ), είναι το μικρότερο κέρδος για το Βερολίνο. Τα μεγάλα κέρδη προκύπτουν από τη μεταφορά χρημάτων των επενδυτών στα «χαμηλού κινδύνου» γερμανικά ομόλογα λόγω της κρίσης στην Ευρωζώνη. Ειδικά  μετά το 2009, οι αποδόσεις των γερμανικών ομολόγων έφτασαν στον «πάτο», ενώ σε κάποιες περιπτώσεις (π.χ 5ετή γερμανικά ομόλογα) σε αρνητικά επιτόκια.


Δηλαδή η Γερμανία όχι μόνο δεν πληρώνει για να δανειστεί, αλλά την πληρώνουν οι επενδυτές, ώστε να εξασφαλίζουν τα χρήματα τους λόγω της αβεβαιότητας που επικρατεί στη ζώνη του ευρώ.
Έτσι η Γερμανία έχει καταγράψει πολύ μεγάλα κέρδη από τα πακέτα στήριξης προς την Ελλάδα, καθώς στη χώρα εισρέουν ποσά που πιέζουν τα επιτόκια δανεισμού της προς τα κάτω. Κι αυτό γιατί η Γερμανία δανείζεται χρήμα με μικρότερο επιτόκιο και στη συνέχεια δανείζει τα ίδια χρήματα στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες με  μεγαλύτερο επιτόκιο, λειτουργώντας επί της ουσίας τοκογλυφικά. Μάλιστα πρόκειται για χρήματα που «έκαναν φτερά» από τράπεζες χωρών του νότου – ανάμεσα τους και «μαύρο» χρήμα- και μεταφέρθηκαν σε ασφαλέστερα μέρη όπως η Ελβετία και το Λουξεμβούργο του κ. Γιούνκερ, επιστρέφοντας στα γερμανικά ταμεία, μέσω της αγοράς γερμανικών ομολόγων από τις τράπεζες αυτές.

Ενδεικτικά με βάση επίσημα στοιχεία που δημοσίευσε το γερμανικό περιοδικό Spiegel τον Αύγουστο του 2013, από απάντηση του γερμανικού ΥΠΟΙΚ σε ερώτηση που κατέθεσε τότε βουλευτής των Σοσιαλδημοκρατών, τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού απέφεραν στο Βερολίνο επιπλέον έσοδα ύψους 40,9 δισεκατομμυρίων ευρώ! (2010 – 2014).
Αυτά τα κέρδη εμφανίζονται στο γερμανικό προυπολογισμό ως «διαφορά επιτοκίων». και ανέρχονται από 8 έως 17 δισ. ευρώ το έτος. Απίστευτο ποσό που οι μεγαλύτερες εταιρείες του κόσμου πασχίζουν μαζί να βγάλουν κάθε έτος…

Μάλιστα σύμφωνα με έρευνα που δημοσίευσε το London School of Economics από το 2009 και μετά, λόγω διαφοράς επιτοκίων, το όφελος αυτό φτάνει τα 80 δισ. ευρώ*.

«Η κρίση που ταλανίζει την Ευρωζώνη τα τελευταία πέντε χρόνια, έχει προκαλέσει την κατακόρυφη άνοδο της μεταβλητότητας στην αγορά κρατικών ομολόγων, με τις υπερχρεωμένες χώρες στην περιφέρεια της Ευρωζώνης να εμφανίζουν τα υψηλότερα ποσοστά. Αποτέλεσμα της αυξημένης μεταβλητότητας ήταν να επικρατήσει η αντίληψη ότι τα γερμανικά ομόλογα αποτελούν ένα “ασφαλές καταφύγιο” για όσους επιθυμούν να επενδύσουν σε κρατικό χρέος, γεγονός που οδήγησε τις αποδόσεις των γερμανικών ομολόγων σε πρωτοφανή χαμηλά επίπεδα. Το ποσό που έχει εξοικονομηθεί την τελευταία πενταετία εξ’ αιτίας αυτής της θετικής για τη γερμανική κυβέρνηση εξέλιξη υπολογίζεται, σύμφωνα με οικονομολόγο του Kiel Institute for the World Economy, ότι ξεπερνάει τα 80 δισ. ευρώ» αναφέρει σχετικά η έρευνα.

Πηγή: Thomson Reuters Datastream
Και δεν είναι μόνο αυτό. Το όφελος που προκύπτει από τα χαμηλά επιτόκια, αλλά και τα απροσδόκητα υψηλά φορολογικά έσοδα του γερμανικού δημοσίου, είχαν επίσης ως αποτέλεσμα να προχωρήσει η Γερμανία σε μικρότερο δανεισμό από ότι υπολόγιζε το οικονομικό της επιτελείο. Έτσι μεταξύ 2010 και 2012 ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δανείστηκε συνολικά 73 δισ. ευρώ λιγότερα από ότι προέβλεπε ο αρχικός σχεδιασμός. Το δε κόστος της ευρωκρίσης ανέρχεται μέχρι στιγμής και σύμφωνα με το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών μόλις στα 599 εκατομμύρια ευρώ…
Στα παραπάνω πρέπει να προσθέσουμε και το χαμηλότερο κόστος δανεισμού των γερμανικών εταιρειών που έχουν πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών τους σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Μάλιστα υπολογίζεται ότι το όφελός τους τα τελευταία πέντε χρόνια ξεπερνάει τα 60 δισ. ευρώ.

Και ένα μικρό παράδειγμα

Την ώρα που η Ελλάδα δεν μπορεί να βγει στις αγορές και οι αποδόσεις των επιτοκίων της κυμαίνονται σε διψήφια ποσοστά, η Γερμανία χρησιμοποιεί την κρίση στην ευρωζώνη, για να αναχρηματοδοτήσει το χρέος της που λήγει μετά το 2024, δίνοντας στους επενδυτές που προτιμούν την «ασφάλεια» των Γερμανικών ομολόγων αποδόσεις χαμηλότερες από την παραγωγικότητα της Γερμανίας και ίσως και από τον μελλοντικό πληθωρισμό, που θα προκύψει αναπόφευκτα στα πλαίσια των διεθνών οικονομικών κύκλων.
Συγκεκριμένα τα δεκαετή ομόλογα εκδόσεως Γερμανίας από το 2009 έως το 2014 εκδόθηκαν με επιτόκιο από 3,75% έως 1%. Τα τριανταετή ομόλογα Γερμανίας όμως που λήγουν από το 2024 έως και το 2046 έχουν κουπόνια με επιτόκιο από 6,25% έως 2,5%.
Στην ουσία οι νεοεισερχόμενοι επενδυτές αγοράζουν «ασφάλεια» με επιτόκια 3,75% έως 1% για να μπορεί η Γερμανία να αποπληρώνει παλαιότερα πολυετή ομόλογα με επιτόκια από 6,25% έως 2,5%!

Δείτε το σχετικό pdf

Συνοψίζοντας…

Αν μιλήσουμε με απλά μαθηματικά, ο Γερμανός φορολογούμενος μόνο «ηττημένος» δεν βγαίνει από την κρίση. Το γεγονός ότι όλα αυτά τα υπερκέρδη δεν «περνούν» στον Γερμανό πολίτη, που έχει να δει αύξηση στις αποδοχές του εδώ και δέκα χρόνια, είναι ένα άλλο ζήτημα που έχει να κάνει με τον τρόπο που λειτουργεί το γερμανικό κεφάλαιο και η γερμανική «ηθική», η οποία εξασφαλίζει την εργασία, με «πετσοκομένες» όμως αμοιβές.
Από όλα τα παραπάνω είναι σαφές ότι η Ελλάδα είναι «απειλή», καθώς σε ένα ενδεχόμενο «κούρεμα» του χρέους μας η Γερμανία θα αναγκαστεί για πρώτη φορά στην κρίση να υποστεί απώλειες της τάξης των 23 δισ. ευρώ (αν υποθέσουμε ότι αυτό θα γινόταν για το 50% των ελληνικών δανείων).
Αλλά είπαμε, τα μαθηματικά δεν είναι δημοφιλής επιστήμη στην πολιτική, ούτε στη δημοσιογραφία…

* Ο Τάσος Ζάχος είναι αρχισυντάκτης του περιοδικού Fortune και του FortuneGreece.com
**Πηγή: Boysen-Hogrefe Jens (2013) “Low bond yields have saved the German government €80 billion in interest since 20009”, London School of Economics.
[--->]


Να και κάτι που θα μπορούσε να ''ευχαριστήσει'' τη Γερμανία:Αν όχι τώρα,πότε;

Οι πολεμικές αποζημιώσεις και το αναγκαστικό κατοχικό ''Δάνειο''.Ο Σαμαράς τους πήγε δώρο την απαλλαγή της Σήμενς, εσείς μήπως να τους θυμίζατε τα παλιά ''δανεικά και αγύριστα'';

Για σκεφτείτε το, πριν πάτε στο λάκκο των λεόντων

υ.γ.πέρα από το ''αποτυχημένο'' (απόλυτα πετυχημένο) πρόγραμμα διάσωσης τους

Για αρχή


Σπύρος Σαγιάς: Ο γενικός γραμματέας της επιχειρηματικής ελίτ

Μια –δυσάρεστη για τους περισσότερους- έκπληξη περίμενε τους ψηφοφόρους και τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ την ημέρα της ορκωμοσίας του Αλέξη Τσίπρα ως νέου πρωθυπουργού της χώρας. Όπως φάνηκε στους τηλεοπτικούς δέκτες, τον Πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ συνόδευε, προς έκπληξιν πολλών, ο δικηγόρος Σπύρος Σαγιάς, που θα τοποθετούνταν Γενικός Γραμματέας της κυβέρνησης –υπεύθυνος δηλαδή για όλο το κυβερνητικό νομοθετικό έργο. Πολλοί τον γνώριζαν ως πολιτικό φίλο και συνεργάτη διακεκριμένων στελεχών του ΠΑΣΟΚ από την εποχή του Σημίτη. Άλλοι ως δικηγόρο της αποκρατικοποίησης του ΟΣΕ, του Ελληνικού, του ΟΛΠ, εσχάτως και ως δικηγόρο της COSCO.

Ποια ήταν η διαδρομή του Σπύρου Σαγιά, από σύμβουλος των υπουργών του ΠΑΣΟΚ στις αρχές της δεκαετίας του ’90 ως την σημερινή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ;
Ποιοι τον έφεραν σε επαφή με την ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ;
Τι σχέσεις έχουν με τον νέο ΓΓ της κυβέρνησης ο Π. Καμμένος και ο Δ. Αβραμόπουλος;
Με ποια κριτήρια ο Αλέξης Τσίπρας διορίζει σε μια τόσο νευραλγική θέση έναν νομικό που δούλεψε στο πλευρό υπουργών που «κατέστρεψαν την χώρα», όπως ο ίδιος έχει κατ’ επανάληψη δηλώσει;
Τι ρόλο θα παίξει στην πρώτη κυβέρνηση με κορμό την Αριστερά ένας μεγαλοδικηγόρος ειδικός σε θέματα αποκρατικοποιήσεων και συνεργάτης όλης σχεδόν της επιχειρηματικής ελίτ της χώρας;

Ο Λευτέρης Χαραλαμπόπουλος παρακολουθεί μια ιστορία που, μέσα στην ευφορία της νέας διακυβέρνησης, πέρασε στα ψιλά. Μόνο που η τοποθέτηση Γενικού Γραμματέα της κυβέρνησης είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να την παίρνουμε αψήφιστα…
Διαβάστε στο UNFOLLOW 38 (τεύχος Φεβρουαρίου), που κυκλοφορεί στα περίπτερα, το ρεπορτάζ  «Σπύρος Σαγιάς: Ο γενικός γραμματέας της επιχειρηματικής ελίτ», του Λευτέρη Χαραλαμπόπουλου.


Ελλάδα: ένα περίπλοκο παιχνίδι



Του Ζακ Σαπίρ
Ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε τις ελληνικές εκλογές στις 25 Ιανουαρίου. Έχουν περάσει λίγες μέρες, οπότε   μπορούμε τώρα να αρχίσουμε να αναλύουμε τα γεγονότα. Μετά από μια εβδομάδα εκπλήξεων από  μια κυβέρνηση που εφαρμόζει το πρόγραμμά της (και που κρατά τις υποσχέσεις της),μετά τις πρώτες ενέργειες του επιτελείου του Αλέξη Τσίπρα (και του νέου Υπουργού Οικονομικών του), μετά τον υποβιβασμό της "τρόικας », τη συμμαχία ΔΝΤ,  Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και  Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στη θέση  των υπό κατάργηση  εργαλείων [1], ας προχωρήσουμε σε μια ανάλυση  της  στρατηγικής  του ΣΥΡΙΖΑ.

Η στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ
Η στρατηγική του συνοψίζεται σε ένα σημείο. Ο Τσίπρας θέλει να έχει κάποια περιθώρια ελιγμών στον προϋπολογισμό της  Ελλάδας. Για τον σκοπό αυτό θέλει να "ανακτήσει" 6-8 δισεκατομμύρια ευρώ περίπου, που σήμερα διατίθενται για την εξόφληση των τόκων του ελληνικού χρέους. Τα χρήματα αυτά τα θέλει  για να υλοποιήσει τα  μέτρα  που μπορούν να βοηθήσουν τον ελληνικό λαό να μην υποκύψει.
 Πρόκειται για  μια πραγματικότητα  τραγική, αλλά αρκετά προφανή. Η μείωση των δαπανών για τόκους είναι απαραίτητη και θα επιτρέψει στην κυβέρνηση να θεσπίσει ένα πρόγραμμα εξόδου από τη λιτότητα. Αυτός είναι ο λόγος  που ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε τη μερική διαγραφή του χρέους, ή τουλάχιστον  μια συμφωνία παράτασης των πληρωμών  20-30 χρόνια, μία από τις προτεραιότητές του. 
Γνωρίζουμε  ότι, ως προς αυτό, η Ελλάδα  έχει την υποστήριξη τόσο των οικονομολόγων,  όσο και της  κυβέρνηση των ΗΠΑ. Γνωρίζουμε επίσης ότι τα αποθέματα της Ελλάδα δεν επαρκούν ώστε να μπορέσει η χώρα να πληρώσει τους πιστωτές στις αρχές Ιουλίου. Συνολικά, η Ελλάδα θα πρέπει να πληρώσει 23 δισεκατομμύρια  ευρώ. Δεδομένου ότι ο Τσίπρας απέρριψε την τελευταία δόση του σχεδίου ενίσχυσης της  "τρόικας", αυτό σημαίνει ότι μια συμφωνία θα πρέπει να υπογραφεί  πριν από το καλοκαίρι.
Αλλά η ελληνική κυβέρνηση θα αντιμετωπίσει ένα πολύ σκληρό μέτωπο  χωρών με επικεφαλής τη Γερμανία. Γνωρίζουμε ότι η τελευταία, σύμφωνα με τις δηλώσεις της καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ, αντιτίθενται σθεναρά σε οποιαδήποτε διαγραφή του χρέους. Ωστόσο, αυτό αφήνει την πόρτα ανοιχτή  στην κατάληξη μιας συμφωνίας. Είναι σαφές ότι η συζήτηση θα επικεντρωθεί στη φύση και τη διάρκεια της.
Είναι βέβαιο ότι ο Αλέξης Τσίπρας θα συνδέσει το θέμα της χώρας του με  τη γενική αναθεώρηση των πολιτικών λιτότητας. Έτσι, συγκρούεται μετωπικά με τη γερμανική πολιτική που ισχυρίζεται ότι, η λιτότητα είναι η μόνη σωτηρία. Αυτό σημαίνει ότι η σύγκρουση με τη Γερμανία, και  τους συμμάχους της, είναι αναπόφευκτη και είναι σαφές ότι σε αυτή τη σύγκρουση θα υπάρξει ένας νικητής και ένας ηττημένος. Το διακύβευμα είναι υψηλό για τον Αλέξη Τσίπρα, αλλά και για την Άνγκελα Μέρκελ. 
Αν η Μέρκελ  υποστεί μια ήττα, και  λυγίσει μπροστά στη θέληση  άλλων χωρών, όχι μόνο θα εξασθενούσε πολύ η πολιτική της θέση στη Γερμανία, αλλά θα επηρεαζόταν σε μεγάλο βαθμό και η αξιοπιστία των θέσεων της. Αν υποχωρήσει  σε αυτό το κρίσιμο σημείο, ποια θα ήταν τα επιχειρήματα της  Γερμανίας για να μην αφήσει να μετατραπεί σταδιακά η ευρωζώνη σε  ένωση μεταφοράς πόρων; Αλλά αν ήταν ο Αλέξης Τσίπρας αυτός που θα υποχωρούσε, τότε θα κατέστρεφε το πολιτικό του μέλλον, και αυτό του ΣΥΡΙΖΑ και θα έμενε  το πεδίο ελεύθερο στην άκρα  δεξιά.

Διαπραγμάτευση και θεωρία των  παιγνίων.
Σήμερα βλέπουμε να "παίζεται" ένα παιχνίδι μπλόφα  στη μπλόφα. Το δίδυμο Τσίπρα-Βαρουφάκη (Υπουργός Οικονομικών) παίζει θαυμάσια  το ρόλο  του "καλού  και του κακού μπάτσου ". Το ίδιο και η  Άνγκελα Μέρκελ, που παίζει θαυμάσια το χαρτί του ανένδοτου σκληρού αν και είναι  σαφές ότι υπάρχουν πολλά περιθώρια ελιγμών σε όλα αυτά. Και πρέπει να γνωρίζουμε ότι η Θεωρία των Παιγνίων είναι ένα μόνο από τα δυνατά σημεία του Υπουργού Οικονομικών [2].Ο  Βαρουφάκης υποστηρίζει  ότι οι τρέχουσες διαπραγματεύσεις μπορούν να εκφραστούν ως  μία εκδοχή του "διλήμματος των φυλακισμένων". Αλλά αυτό το παιχνίδι μπορεί να μετατραπεί σε ένα  πολύ γνωστό μοντέλο  της θεωρίας των παιγνίων,  το "παιχνίδι του δειλού"  ((game of chicken, στα αγγλικά το κοτόπουλο έχει τη φήμη του δειλού, όπως το κουνέλι, ΣτΜ) [3].

Αυτό το σχήμα  σχηματοποιεί  μια σκηνή οικεία στους λάτρεις  του σινεμά ((Επαναστάτης χωρίς αιτία. Δύο  οδηγοί ανταγωνίζονται ο ένας εναντίον του άλλου  σε ένα αγώνα  "κόντρας" αυτοκινήτων με τα αυτοκίνητα να κινούνται με μεγάλη ταχύτητα μετωπικά. Όποιος στρίψει πρώτος το τιμόνι, φοβούμενος  τη σύγκρουση, χάνει. Είναι  "κότα" . Αν κανένας δεν υποχωρήσει και δεν στρίψει, τα δύο οχήματα θα συγκρουστούν, και θα υπάρξουν δύο νεκροί ... Αυτό το παιχνίδι, εάν δεν επαναληφθεί (και δεν υπάρχει εμπειρία), και αν δεν συμβεί κάτι απρόσμενο, αναγνωρίζει μόνο την ολοκληρωτική νίκη του ενός επί "του άλλου. Αυτό διαφέρει  αρκετά  από το δίλημμα του φυλακισμένου, και δείχνει  κάποιο  ενδιαφέρον για σιωπηρή συνεργασία . [4]
Μπορούμε να πούμε  πως, αναλογιζόμενοι  τις συνέπειες σε περίπτωση "υποχώρησης" , τόσο ο Τσίπρας  όσο και η Μέρκελ θα μπορούσαν να συγκρουστούν μετωπικά, και να τραβήξουν την αντιπαράθεση ως το τέλος. Επομένως, ο κίνδυνος  να μην καταλήξουν  οι διαπραγματεύσεις σε ένα  συμβιβασμό, αλλά η κάθε πλευρά  να  μην αποκλίνει καθόλου από τις θέσεις  της, είναι μεγάλος.

Τι θα σημάνει όμως μια μετωπική σύγκρουση, στην περίπτωση της Ελλάδας ; Αν η Γερμανία αρνηθεί  να παραδεχτεί  ότι η λιτότητα δεν λειτουργεί, είτε για ιδεολογικούς λόγους είτε για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα της, που σημαίνει  και την άρνηση  της να ενδώσει στην Ελλάδα, ως Ελλάδα (θυμάστε τα προσβλητικά λόγια  για  τους "συλλέκτες ελιών"), και αν  από την πλευρά της Αθήνας υπάρχει μια άρνηση να ενδώσει  γιατί αυτό θα σήμαινε το τέλος της εμπειρίας του ΣΥΡΙΖΑ, η ιδέα μιας μετωπικής σύγκρουσης έχει νόημα. Σε αυτή την περίπτωση, από σήμερα μέχρι τον Ιούλιο δεν θα υπάρξει κάποια λύση και η Ελλάδα πρέπει να χρεοκοπήσει. Η αντίδραση της ΕΚΤ θα είναι να κόψει τη χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών, η οποία θα οδηγήσει στην απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να κινητοποιήσει την ελληνική Κεντρική Τράπεζα, για να μην σταματήσει η πίστωση προς τις τράπεζες και, η Ελλάδα θα βγει από το ευρώ.



Αμφισβήτηση ή ρήξη
Σε αυτό το παιχνίδι στρατηγικής, είναι βέβαιο ότι η Ελλάδα σκόπιμα επέλεξε  μια στρατηγική  του Τόμας Σέλινγκ, ενός από τους θεμελιωτές  της Θεωρίας των παιγνίων, αλλά και  της  θεωρίας της Πυρηνικής Αποτροπής, ή "καταναγκαστικής ανεπάρκειας" [5].Ο  όρος "καταναγκαστική ανεπάρκεια" επινοήθηκε από τον L. Wilmerding το 1943 για να περιγράψει μια κατάσταση στην οποία  παίκτες επιβαρύνονται με δαπάνες χωρίς να έχουν εξασφαλίσει πρώτα  τα  χρήματα, γνωρίζοντας ότι ηθικά η κυβέρνηση δεν θα μπορέσει να αρνηθεί να τους  χρηματοδοτήσει  [6]. 
Η συμβολή του Σέλινγκ είναι ότι απέδειξε πως είναι δυνατό να γενικεύσουμε αυτή την κατάσταση και η θέση  αδυναμίας να μετατραπεί σε μέσο καταναγκασμού σε άλλους.
 Έδειξε επίσης ότι θα ήταν λογικό για έναν παίκτη  που γνωρίζει  από πριν ότι βρίσκεται σε θέση αδυναμίας, να ενισχύσει  την αδυναμία του,για να την χρησιμοποιήσει  με καλύτερες προϋποθέσεις  σε μια διαπραγμάτευση. Σε αντίθεση με τον Τζακ Λόντον, στο σημείο αυτό μπορούμε να μιλάμε για μια "δύναμη των αδυνάτων" [7]. 

Μ’ αυτή την έννοια μπορεί κανείς να κατανοήσει την άρνηση της ελληνικής κυβέρνησης να δεχθεί  να πάρει από την "τρόικα"  την  τελευταία δόση του πακέτου στήριξης ύψους 7 δισεκατομμυρίων ευρώ. Εννοείται ότι απορρίπτοντας τη νομιμότητα της λεγόμενης  "τρόικας", δεν θα μπορούσε,φυσικά,  να επωφεληθεί. Αλλά, η χειρονομία αυτή  σπρώχνει εθελοντικά  την Ελλάδα προς το χείλος του γκρεμού, και ταυτόχρονα δείχνει την αποφασιστικότητά της να φτάσει ως το βάθος (όπως  όταν ο Κορτέζ έκαψε τα πλοία του πριν  κατακτήσει το Μεξικό) κάτι που  αυξάνει την  πίεση στην Γερμανία. Αυτό ονομάζεται πλήρης  "καταναγκαστική ανεπάρκεια".

Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν συνειδητοποιήσει τη σοβαρότητα της κατάστασης. Είναι γνωστό ότι ο Μπαράκ Ομπάμα  κάλεσε την  Άνγκελα Μέρκελ στην Ουάσιγκτον για τις 9 Φεβρουαρίου [8]. Στην ημερήσια διάταξη της συνάντησης , θα είναι, φυσικά, το πρόβλημα της Ελλάδας. Σημειώστε ότι αυτό αποδεικνύει τη συνεχή εμπλοκή  των ΗΠΑ στις ευρωπαϊκές υποθέσεις. Όλοι όσοι ουρλιάζουν ότι το ευρώ θα  μας έκανε  ανεξάρτητους από το δολάριο καλά θα κάνουν να αναλογιστούν τη σημασία αυτής της συνάντησης. Η "ευρωπαϊκή" πολιτική σε μεγάλο βαθμό αποφασίζεται  στην Ουάσιγκτον. Και αυτό είναι  απόλυτα λογικό, αφού  το ευρώ αποτελεί την τελευταία γραμμή άμυνας του δολαρίου. Αν το ευρώ  καταρρεύσει,  το δολάριο θα βρεθεί ακάλυπτο  απέναντι  στη διεθνή κερδοσκοπία.

Πιθανόν  λοιπόν  η Μέρκελ να αναγκαστεί  σε υποχώρηση. Αν το κάνει, όμως,θα  ξεκινήσει  μια διαδικασία  με κίνδυνο  να χάσει τελείως  τον έλεγχο της κατάστασης, τόσο στην Ευρώπη όσο και στη Γερμανία. Στην Ευρώπη,η υποχώρηση της έναντι της  Ελλάδας  θα ενθαρρύνει άμεσα νέες απαιτήσεις.
 Τότε,η αξιοπιστία της γερμανικής θέσης θα καταρρακωθεί, και η Γερμανία θα αναγκαστεί να κάνει κι άλλες  παραχωρήσεις που θα αυξήσουν αναπόφευκτα  το κόστος της συμβολής της στην Ευρώπη. Αυτό θα σηματοδοτήσει την δημιουργία της περιβόητης "Ένωσης μεταφοράς πόρων", που αποτελεί τον εφιάλτη  μεγάλου μέρους της γερμανικής ηγεσίας. Αλλά, και στο εσωτερικό της χώρας της, η Άνγκελα  Μέρκελ θα χάσει το πλεονέκτημα της "σκληρής"  της  θέσης και θα υπόκειται σε πολλαπλές πιέσεις είτε από τους ίδιους τους ψηφοφόρους της ,είτε από τους πολιτικούς συμμάχους της, για να μην αναφέρουμε το κόμμα που είναι κατά του ευρώ,το AFD,που παραμονεύει.
Το μόνο που απομένει, λοιπόν στη Μέρκελ είναι να επιλέξει  μεταξύ  ανυποληψίας, στη χώρα της  και στο εξωτερικό, και τη ρήξη.

Η αρχή  του  τέλους;
Την κόντρα είναι φυσικό να την  παρακολουθούν  γενικότερα  και  άλλες χώρες. Οι γαλλικές αρχές ονειρεύονται να παίξουν το ρόλο του μεγάλου διαμεσολαβητή  αυτής της προαναγγελθείσας σύγκρουσης . Αλλά εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με ένα συνέδριο του Σοσιαλιστικού κόμματος. "Σύνθεση"  μεταξύ εντελώς  αντίθετων  συμφερόντων δεν μπορεί να υπάρξει. Η  Γαλλία  είναι όμηρος  μιας θρησκευτικού χαρακτήρα  πίστης στη ευρωζώνη , που ενώνει  ένα μέρος της πολιτικής μας τάξης. Είναι βέβαιο ότι στην απέλπιδα προσπάθεια να βρεθεί μια "σύνθεση", ο Φρανσουά Ολάντ θα χάσει την αξιοπιστία του. Και  είναι πραγματικά  συμβολικό το γεγονός ότι η Γερμανία συζητά με τις Ηνωμένες Πολιτείες και όχι με τη Γαλλία. Η τελευταία δεν μετράει. Και αυτό είναι ένα από τα διδάγματα της κρίσης και της ανόδου  του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία.

Βρισκόμαστε ίσως στην αρχή του τέλους, τόσο στην Ευρώπη όσο και στη Γαλλία. Και η προοπτική αυτή τρομοκρατεί και συναρπάζει τους πολιτικούς φορείς.


[2] Βλέπε Varoufakis Y., Rational Conflict. Oxford, Blackwell, 1991 ou encore, du même auteur (avec Hargreaves-Heap S.) Game Theory: A critical text. London and New York, Routledge, 2004

[3] Sugden, R., The Economics of Rights, cooperation and welfare, 2η έκδοση, Palgrave Macmillan, Λονδίνο-Νέα Υόρκη 2005

[4] Skyrms, B., Evolution of the Social Contract. New York, Cambridge University Press, 1996.

[5] Τ Schelling, Evolution of the Social Contract, Harvard University Press, Cambridge (Mass.), 1960.

[6] Kiewiet, D., Roderick McCubbins et Mathew D. The logic of delegation: congressional parties and the appropriations process, Chicago (Ill.), University of Chicago Press. 1991, pp. 213–249.

[7] Τ Schelling, The Strategy of conflict, ό.π.. σ. 37.