Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα sapientia. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα sapientia. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Εν αναμονή μεγάλων καταιγίδων



Σε κάποιο παλιό βιβλίο για τους ψαράδες του Lofoten διαβάζω:

Όταν αναμένονται μεγάλες καταιγίδες, συμβαίνει πάντοτε το ίδιο, μερικοί ψαράδες δένουν γερά τα καΐκια τους στην παραλία και τρέχουν να προφυλαχτούν στη στεριά, άλλοι πάλι βιάζονται να ξανοιχτούν στη θάλασσα. Τα καΐκια όταν είναι καλοτάξιδα, είναι πιο ασφαλισμένα στη φουρτούνα παρά στην παραλία.

Ακόμα και μέσα στις πιο μεγάλες καταιγίδες μπορούν να σωθούν από το έμπειρο χέρι του καπετάνιου, στην παραλία όμως ακόμα και σε πιο μικρές καταιγίδες θα κομματιαστούν από τα κύματα. Για τους ιδιοκτήτες τους αρχίζει τότε μια πάρα πολύ σκληρή ζωή.



Μπέρολτ Μπρεχτ- Ιστορίες

"Ο κόσμος θα ξεσηκωθεί"!












ΚΩΣΤΑΣ ΧΑΤΖΙΔΗΣ

Αποκλειστική συνέντευξη, εφ’ όλης της ύλης, του κ. Α. Σκευοφύλακα στο Pheme.gr


Ένα από τα εμβληματικότερα πρόσωπα της νεότερης ελληνικής ιστορίας, δεν θα μπορούσε παρά να είναι και ο κ. Α. Σκευοφύλαξ. Ο χειριστής του τανκ που γκρέμισε την πύλη του Πολυτεχνείου.

Έκτοτε βρίσκεται αντιμέτωπος με την ιστορική μνήμη, η οποία σαν τις αρχαίες Ερινύες νοιώθει ακόμη και σήμερα να τον καταδιώκει. Κι ας ήταν νεαρός, μόλις 20 ετών, έφεδρος στρατιώτης. Δεν κρύφτηκε ποτέ πίσω από εντολές, τη χούντα και τους ανωτέρους του. Πίστευε ό,τι έκανε και ανέλαβε τις προσωπικές του ευθύνες.

Μεμιάς, ο Α. Σκευοφύλαξ έγινε όμοιος με σκιά, άνθρωπος χωρίς ιδιότητες, δίχως πρόσωπο. Ακόμη και το επώνυμο του, ιδιαίτερο και σπάνιο όπως ήταν, του έβαζε τρικλοποδιές, καθώς δεν βοηθούσε να ξεχασθεί στο πέρασμα του χρόνου. Κάθε φορά που τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης γινόταν αντιληπτό, ο Α. Σκευοφύλαξ έπρεπε να δίνει εξηγήσεις: "Μακρινός μου ξάδελφος είναι, σκοτώθηκε σε τροχαίο"!

Στη βιοπάλη η ζωή του χάραξε άλλαξε πορεία. Ο Α. Σκευοφύλαξ πέρασε στην άλλη όχθη. Το μίσος που έτρεφε για τους κομμουνιστές, έγινε αναγνώριση για την ανιδιοτέλεια, την αγωνιστικότητα και τον πατριωτισμό τους.

Ώσπου, το 2003, τριάντα χρόνια μετά τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, συνάντησα, μετά από πολύμηνη δημοσιογραφική έρευνα, τον  Α. Σκευοφύλακα. Ήταν τότε που αποφάσισε να σπάσει για πρώτη φορά τη σιωπή του και να μιλήσει για όσα συνέβησαν τη νύχτα της 16ης προς τη  17η Νοεμβρίου στο Πολυτεχνείο.

Σήμερα ο ο χειριστής του τανκ του Πολυτεχνείου μιλάει στο Pheme.gr για την Ελλάδα της τρόικας, δίνει  απάντηση στους επίδοξους παραχαράκτες της ιστορίας που αμφισβητούν ακόμη και την ύπαρξη νεκρών το '73, ενώ δηλώνει ότι βλέπει με θετική ματιά την προοπτική συγκρότησης αριστερής κυβέρνησης.

Σπεύδει, ωστόσο, να προειδοποιήσει για τον επαπειλούμενο κίνδυνο κοινωνικής έκρηξης. Αν δεν αλλάξει κάτι δραστικά, όπως λέει, "ο κόσμος  θα ξεσηκωθεί"!.

 


Ακολουθεί η συνέντευξη του κ. Α. Σκευοφύλακα.
 

Κύριε Σκευοφύλακα το μήνυμα του Πολυτεχνείου είναι επίκαιρο σήμερα ή έχει ξεθωριάσει;
Πάντα θα είναι επίκαιρο. Τώρα με την κρίση υπάρχει μεγάλη αμφισβήτηση για τη γενιά του Πολυτεχνείου. Όλοι γνωρίζουμε ότι πολλά γνωστά στελέχη του Πολυτεχνείου ήταν στα πράγματα όλα αυτά τα χρόνια. Και σήμερα που φτάσαμε στο σημείο μηδέν, δέχονται μεγάλη αμφισβήτηση και κριτική. Σωστά για μένα, οι ευθύνες τους είναι τεράστιες.

Όλα αυτά τα χρόνια ποτέ δεν αποκαλύψατε την πραγματική σας ταυτότητα, ότι ήσασταν ο οδηγός του τανκ που γκρέμισε την πόρτα του Πολυτεχνείου…

Σου είχα πει το 2003 ότι μόνον οι δικοί μου άνθρωποι και η γυναίκα μου γνώριζαν. Και τότε που σου πρωτομίλησα, τα παιδιά μου δεν γνώριζαν το παραμικρό.

Το θυμάμαι. Κάτι άλλο θέλω να ρωτήσω. Όλα αυτά τα χρόνια, από το 1974 μέχρι σήμερα, πήγατε ποτέ στο Πολυτεχνείο;  
Μόνο μια φορά.. Έπεσα πάνω στα γνωστά επεισόδια και σηκώθηκα και έφυγα. Να σου πω όμως κάτι; Δεν μου χρειάζεται να πηγαίνω στο Πολυτεχνείο. Εγώ το Πολυτεχνείο το κουβαλάω μέσα μου. Ο φόρος τιμής είναι  στην καρδιά μου. Δεν ξεχνιέται αυτό. Ό,τι και να γίνει.. Και δευτέρα και τρίτη παρουσία να γίνει, το σταυρό θα τον κουβαλάω στις πλάτες μου. Έτσι το νοιώθω. Μ’ αυτό ζω, μ’ αυτό θα πεθάνω..   

Σήμερα όμως βλέπετε ότι αμφισβητείται η γενιά του Πολυτεχνείου, ακόμη και τα ίδια τα γεγονότα.
Οι αγώνες δεν διαγράφονται επειδή ορισμένοι αποδείχθηκαν λίγοι... Δεν πιστεύω στα πρόσωπα, αλλά στα ιστορικά γεγονότα. Ποιος μπορεί να αμφισβητήσει τους αγώνες των νέων που διεκδίκησαν την ελευθερία και τη Δημοκρατία..

Μην το λέτε. Ξέρετε τι θέσεις εκφράζει η Χρυσή Αυγή για το Πολυτεχνείο.
Μη με μπλέκεις μ’ αυτούς. Σου είπα και τον περασμένο Μάιο που με ρώτησες ότι αυτοί είναι χιτλερικοί. Τι περιμένεις να ακούσεις; Ο καθένας μπορεί να πιστεύει ό,τι θέλει και να λέει ό,τι θέλει. Δημοκρατία δεν έχουμε;


 

Ακούσατε ότι προσφέρουν αμοιβή σε όποιον αποδείξει ότι υπήρξε νεκρός στο Πολυτεχνείο;
Πάλι τα ίδια! Όχι δεν το άκουσα.. Δεν είναι σοβαρά πράγματα αυτά. Ξέρουν πολύ καλά ότι υπήρξαν πολλοί νεκροί το ΄73. Τα ασθενοφόρα πηγαινοέρχονταν, τα νοσοκομεία είχαν γεμίσει νεκρούς και τραυματίες. Έχει σημασία αν ήταν μέσα ή έξω από τα κάγκελα του Πολυτεχνείου; Να μιλάμε σοβαρά. Ή μήπως δεν έχουν ακούσει για τον στρατιωτικό που πυροβόλησε εν ψυχρώ ένα νέο παιδί. Τα γνωρίζουν καλά. Άλλο τι λένε προς τα έξω.

 

Ποια η γνώμη σας για την άνοδο της Χρυσής Αυγής;
Μην επιμένεις... Σου είπα και άλλη φορά, δεν έχω υπάρξει χιτλερικός, μη μ’ ανακατεύεις.


Για τις αυξανόμενες ρατσιστικές επιθέσεις σε βάρος μεταναστών; 
Τι να πω.. Είναι πράγματα αυτά; Ντροπή μου προκαλούν, ντροπή για το κατάντημα μας. Είναι δυνατόν να κυνηγάνε όποιον ξένο βρουν μπροστά τους; "είναι μαύρος, φάτον"! Σ' όλο τον πλανήτη έχει Έλληνες και εμείς συμπεριφερόμαστε μ' αυτόν τον τρόπο; Δεν είναι αντρισμός, ούτε νταηλίκι, να επιτίθενται διάφοροι μαντράχαλοι εναντίον αδύναμων μεταναστών.

Μπορεί η άνοδος της Χρυσής Αυγής, όπως λέγεται, να οδηγήσει σε εμφύλιες συγκρούσεις;
Όχι δεν φοβάμαι κάτι τέτοιο. Δεν το βλέπω.. Πιστεύω ότι, έστω και στο παρά πέντε, όλοι θα λογικευτούν. Δεν είμαστε για τέτοιες περιπέτειες. Παρά τις κορώνες, δεν το θέλει κανείς. Ακόμη και οι θερμοκέφαλοι δεν το θέλουν, ούτε το επιδιώκουν.  Άλλο είναι εκείνο που με προβληματίζει: Το ηφαίστειο του κόσμου που είναι έτοιμο να εκραγεί. Ο Έλληνας μοιάζει με πληγωμένο θηρίο.

Φοβάστε κοινωνική έκρηξη;
Εκεί πάμε.. Πολύ κατήφεια έχει πέσει και οργή. Ο κόσμος θα ξεσηκωθεί. Δεν του μένει τίποτε άλλο. Βλέπει ότι δεν βγαίνει τίποτα μ’ αυτούς που κυβέρνησαν τη χώρα για δεκαετίες. Αν δεν βρει σωτηρία, τι θα κάνει… Θα βγει στον δρόμο, θα ξεσηκωθεί, και τότε κανείς δεν θα τον σταματά.


Η σημερινή κυβέρνηση μπορεί να δώσει λύση;
Δεν το νομίζω. Οι σημερινοί και οι χθεσινοί δεν μπορούν να κάνουν τίποτα. Αυτό έδειξε η κατάσταση. Δεν λέω ότι τα πράγματα είναι εύκολα, αλλά δε φταίει ο κόσμος γι’ αυτό. Εδώ μας έλεγαν ότι θα διαπραγματευτούν και το μόνο που διαπραγματεύτηκαν ήταν νέα, ακόμη πιο σκληρά μέτρα.

Τι έφταιξε κατά τη γνώμη σας και η διαπραγμάτευση έμεινε γράμμα κενό;
Ότι είναι ταγμένοι αλλού. Δεν ξέρω αν μπορούν, δεν ξέρω κι αν θέλουν. Έτσι έμαθαν.. Μπορούν τώρα να αλλάξουν; Και να θέλουν, φοβάμαι δεν μπορούν. 

Η προοπτική να κυβερνήσει ο ΣΥΡΙΖΑ;
Δεν τους ψήφισα.. Τώρα όμως προς τα κει πάω. Αυτή τη φορά θα τους ψηφίσω. Δεν μας έχουν μείνει, άλλωστε, και πολλές επιλογές.

Πιστεύετε ότι είναι έτοιμος ο ΣΥΡΙΖΑ να κυβερνήσει;
Και να μην είναι, θα γίνει. Όλοι έτσι δεν ξεκίνησαν; Ήταν έτοιμο το ΠΑΣΟΚ να κυβερνήσει το ΄81; Έπεσαν απευθείας στα βαθιά, και πρέπει να κολυμπήσουν.

Κάποιοι, ωστόσο, δείχνουν να φοβούνται μια τέτοια εξέλιξη.
Λογικό δεν είναι; Μην ξεχνάς ότι μέχρι πριν τρία χρόνια αυτό το κόμμα είχε 4% και τώρα είναι αξιωματική αντιπολίτευση. Πιστεύω ότι σήμερα ο κόσμος έχει ξεφοβηθεί. Είναι οι συνθήκες τέτοιες.. Βλέπεις το γίνεται, το ένα μνημόνιο μετά το άλλο, τελειωμό δεν έχουν. Ποιος ξέρει, ίσως ήρθε η ώρα για μια αριστερή κυβέρνηση στην Ελλάδα.

Θυμάμαι ότι στην πρώτη συνέντευξη που μου δώσατε το 2003 για την εφημερίδα Το Βήμα, είχατε πει, και προκάλεσε αίσθηση, ότι μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας ψηφίζατε ΚΚΕ.
Αλήθεια είναι πέρα για πέρα. Δεν είχα υπάρξει μέλος του ΚΚΕ, αλλά τους ψήφισα. Όχι από αντίδραση. Είδα ότι δεν ήταν τα πράγματα όπως τα έλεγε η προπαγάνδα της χούντας, "εχθροί του έθνους" και άλλες τέτοιες βλακείες. Στη βιοπάλη που βρέθηκα είδα ότι ήταν οι πιο γνήσιοι πατριώτες. Αυτοί που με ένα ξεθωριασμένο παντελόνι και μ’ ένα τριμμένο πουκάμισο έτρεχαν και νοιάζονταν για τον εργαζόμενο και τον μεροκαματιάρη.


 

Σήμερα, που αποδίδετε την πτώση του ΚΚΕ;
Στην άρνηση να κυβερνήσει. Και αυτή την άρνηση την πλήρωσε ακριβά. Σεβαστή η απόφαση του, και ίσως αποδειχθεί, αύριο μεθαύριο, σωστή. Ο κόσμος όμως δεν μπορεί να περιμένει. Τώρα θέλει βοήθεια, κάπου να ακουμπήσει.    

Παρ’ όλα αυτά, βλέπετε πιθανό το ενδεχόμενο σχηματισμού αριστερής κυβέρνησης.
Ναι, γιατί, όπως σου είπα, ο κόσμος χρειάζεται κάπου να πιστέψει, το έχει ανάγκη. Ψάχνει την ελπίδα, κάτι καινούργιο, για να κάνει μια νέα αρχή.

Τον Ιούνιο όμως ανέδειξε πρώτο κόμμα τη ΝΔ.
Δεν ήταν σίγουρος ο κόσμος ότι μπορούσε να εμπιστευτεί το ΣΥΡΙΖΑ. Υπήρχε μεγάλη ανησυχία, κανονική τρομοκρατία. Δεν ξεπερνάς από τη μια στιγμή στην άλλη τις προκαταλήψεις. Τώρα όμως βλέπω ότι το κλίμα αλλάζει.

Τι εννοείτε;
Στη δουλειά μου ακούω τον κόσμο που παραμιλάει, βράζει ο τόπος. Μετά τα νέα μέτρα είναι πολύ αγανακτισμένος. Αυτή τη φορά θα τους γυρίσει την πλάτη. Η κοινωνία δεν αντέχει άλλο.. Αυτοκτονίες, φτώχια, ανεργία, πείνα, ανέχεια, ο Έλληνας αισθάνεται προδομένος, ταπεινωμένος.

Υπάρχει ελπίδα; Τι πιστεύετε;
Δεν σταματάει η ζωή. Οι Έλληνες είναι περήφανος λαός. Θα βρούμε το δρόμο μας, η Ελλάδα θα σταθεί και πάλι στα πόδια της. Μόνοι μας θα τα καταφέρουμε, με τις δικές μας πλάτες. Μην περιμένουμε τους ξένους. Μόνοι μας πέσαμε, μόνοι θα σηκωθούμε.


[--->]

Τα πλοία


Aπό την Φαντασίαν έως εις το Xαρτί. Eίναι δύσκολον πέρασμα, είναι επικίνδυνος θάλασσα. H απόστασις φαίνεται μικρά κατά πρώτην όψιν, και εν τοσούτω πόσον μακρόν ταξίδι είναι, και πόσον επιζήμιον ενίοτε δια τα πλοία τα οποία το επιχειρούν.
     
 H πρώτη ζημία προέρχεται εκ της λίαν ευθραύστου φύσεως των εμπορευμάτων τα οποία μεταφέρουν τα πλοία. Eις τας αγοράς της Φαντασίας, τα πλείστα και τα καλύτερα πράγματα είναι κατασκευασμένα από λεπτάς υάλους και κεράμους διαφανείς, και με όλην την προσοχήν του κόσμου πολλά σπάνουν εις τον δρόμον, και πολλά σπάνουν όταν τα αποβιβάζουν εις την ξηράν. Πάσα δε τοιαύτη ζημία είναι ανεπανόρθωτος, διότι είναι έξω λόγου να γυρίση οπίσω το πλοίον και να παραλάβη πράγματα ομοιόμορφα. Δεν υπάρχει πιθανότης να ευρεθή το ίδιον κατάστημα το οποίον τα επώλει. Aι αγοραί της Φαντασίας έχουν καταστήματα μεγάλα και πολυτελή, αλλ' όχι μακροχρονίου διαρκείας. Aι συναλλαγαί των είναι βραχείαι, εκποιούν τα εμπορεύματά των ταχέως, και διαλύουν αμέσως. Eίναι πολύ σπάνιον εν πλοίον επανερχόμενον να εύρη τους αυτούς εξαγωγείς με τα αυτά είδη.

      Mία άλλη ζημία προέρχεται εκ της χωρητικότητος των πλοίων. Aναχωρούν από τους λιμένας των ευμαρών ηπείρων καταφορτωμένα, και έπειτα όταν ευρεθούν εις την ανοικτήν θάλασσαν αναγκάζονται να ρίψουν εν μέρος εκ του φορτίου δια να σώσουν το όλον. Oύτως ώστε ουδέν σχεδόν πλοίον κατορθώνει να φέρη ακεραίους τους θησαυρούς όσους παρέλαβε. Tα απορριπτόμενα είναι βεβαίως τα ολιγοτέρας αξίας είδη, αλλά κάποτε συμβαίνει οι ναύται, εν τη μεγάλη των βία, να κάμνουν λάθη και να ρίπτουν εις την θάλασσαν πολύτιμα αντικείμενα.

      Άμα δε τη αφίξει εις τον λευκόν χάρτινον λιμένα απαιτούνται νέαι θυσίαι πάλιν. Έρχονται οι αξιωματούχοι του τελωνείου και εξετάζουν εν είδος και σκέπτονται εάν πρέπη να επιτρέψουν την εκφόρτωσιν· αρνούνται να αφήσουν εν άλλο είδος να αποβιβασθή· και εκ τινων πραγματειών μόνον μικράν ποσότητα παραδέχονται. Έχει ο τόπος τους νόμους του. Όλα τα εμπορεύματα δεν έχουν ελευθέραν είσοδον και αυστηρώς απαγορεύεται το λαθρεμπόριον. H εισαγωγή των οίνων εμποδίζεται, διότι αι ήπειροι από τας οποίας έρχονται τα πλοία κάμνουν οίνους και οινοπνεύματα από σταφύλια τα οποία αναπτύσσει και ωριμάζει γενναιοτέρα θερμοκρασία. Δεν τα θέλουν διόλου αυτά τα ποτά οι αξιωματούχοι του τελωνείου. Eίναι πάρα πολύ μεθυστικά. Δεν είναι κατάλληλα δι’ όλας τα κεφαλάς. Eξ άλλου υπάρχει μία εταιρεία εις τον τόπον, η οποία έχει το μονοπώλιον των οίνων. Kατασκευάζει υγρά έχοντα το χρώμα του κρασιού και την γεύσιν του νερού, και ημπορείς να πίνης όλην την ημέραν από αυτά χωρίς να ζαλισθής διόλου. Eίναι εταιρεία παλαιά. Xαίρει μεγάλην υπόληψιν, και αι μετοχαί της είναι πάντοτε υπερτιμημέναι.

      Aλλά πάλιν ας είμεθα ευχαριστημένοι όταν τα πλοία εμβαίνουν εις τον λιμένα, ας είναι και με όλας αυτάς τας θυσίας. Διότι τέλος πάντων με αγρυπνίαν και πολλήν φροντίδα περιορίζεται ο αριθμός των θραυομένων ή ριπτομένων σκευών κατά την διάρκειαν του ταξιδίου. Eπίσης οι νόμοι του τόπου και οι τελωνειακοί κανονισμοί είναι μεν τυραννικοί κατά πολλά αλλ' όχι και όλως αποτρεπτικοί, και μέγα μέρος του φορτίου αποβιβάζεται. Oι δε αξιωματούχοι του τελωνείου δεν είναι αλάνθαστοι, και διάφορα από τα εμποδισμένα είδη περνούν εντός απατηλών κιβωτίων που γράφουν άλλο από επάνω και περιέχουν άλλο, και εισάγονται μερικοί καλοί οίνοι δια τα εκλεκτά συμπόσια.

      Θλιβερόν, θλιβερόν είναι άλλο πράγμα. Eίναι όταν περνούν κάτι πελώρια πλοία, με κοράλλινα κοσμήματα και ιστούς εξ εβένου, με αναπεπταμένας μεγάλας σημαίας λευκάς και ερυθράς, γεμάτα με θησαυρούς, τα οποία ούτε πλησιάζουν καν εις τον λιμένα είτε διότι όλα τα είδη τα οποία φέρουν είναι απηγορευμένα, είτε διότι δεν έχει ο λιμήν αρκετόν βάθος δια να τα δεχθή. Kαι εξακολουθούν τον δρόμον των. Oύριος άνεμος πνέει επί των μεταξωτών των ιστίων, ο ήλιος υαλίζει την δόξαν της χρυσής των πρώρας, και απομακρύνονται ηρέμως και μεγαλοπρεπώς, απομακρύνονται δια παντός από ημάς και από τον στενόχωρον λιμένα μας.

      Eυτυχώς είναι πολύ σπάνια αυτά τα πλοία. Mόλις δύο, τρία βλέπομεν καθ' όλον μας τον βίον. Tα λησμονώμεν δε ογρήγορα. Όσω λαμπρά ήτο η οπτασία, τόσω ταχεία είναι η λήθη της. Kαι αφού περάσουν μερικά έτη, εάν καμίαν ημέραν - ενώ καθήμεθα αδρανώς βλέποντες το φως ή ακούοντες την σιωπήν - τυχαίως επανέλθουν εις την νοεράν μας ακοήν στροφαί τινες ενθουσιώδεις, δεν τας αναγνωρίζομεν κατ' αρχάς και τυραννώμεν την μνήμην μας δια να ενθυμηθώμεν πού ηκούσαμεν αυτάς πριν. Mετά πολλού κόπου εξυπνάται η παλαιά ανάμνησις και ενθυμώμεθα ότι αι στροφαί αύται είναι από το άσμα το οποίον έψαλλον οι ναύται, ωραίοι ως ήρωες της Iλιάδος, όταν επερνούσαν τα μεγάλα, τα θεσπέσια πλοία και επροχώρουν πηγαίνοντα - τις ηξεύρει πού.

 (από τα Kρυμμένα Ποιήματα 1877; - 1923, Ίκαρος 1993) 


Αφησε το χρόνο να κάνει τη δουλειά του*

"Τι έκανες αυτές τις μέρες; ρώτησα. Τίποτα, είπε, σκεφτόμουν, έβλεπα καμια ταινία.Ποιες ταινίες είδες; Τη Λάμψη (The Shining), είπε. Τρομερή ταινία, είπα, την είδα πριν από χρόνια και μετά δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Κι εγώ, πριν από πολλά χρόνια την είδα, είπε ο Αρτούρο, και όλη τη νύχτα δεν έκλεισα μάτι. Είναι μια θαυμάσια ταινία, είπα. Πράγματι,είναι πολύ ωραία, είπε. Μείναμε σιωπηλοί για κάμποση ώρα κοιτάζοντας τη θάλασσα. Δεν είχε φεγγάρι και τα φώτα της ψαρόβαρκας ούτε καν ξεχώριζαν μέσα στο σκοτάδι. 

Θυμάσαι το μυθιστόρημα που έγραφε ο Τόρανς; είπε ο Αρτούρο ξαφνικά. Ποιος Τόρανς; είπα.
Ο κακός της ταινίας στη Λάμψη, ο Τζακ Νίκολσον. Ναι, βέβαια, αυτός ο μπάσταρδος έγραφε ένα μυθιστόρημα, είπα, αν και για να είμαι ειλικρινής μόλις που το θυμόμουνα.Πάνω από πεντακόσιες σελίδες, είπε ο Αρτούρο, και έφτυσε προς τη θάλασσα. Δεν τον είχα δει ποτέ να φτύνει άλλη φορά. Συγνώμη, αλλά αισθάνομαι να ανακατεύεται το στομάχι μου, είπε. Μην ανησυχείς, είπα. Είχε γράψει πάνω από πεντακόσιες σελίδες επαναλαμβάνοντας άπειρες φορές την ίδια φράση, με όλους τους δυνατούς  τρόπους, πότε με κεφαλαία γράμματα, πότε με  πεζά,σε δίστηλο,υπογραμμισμένα,την ίδια πάντα φράση, ούτε λέξη παραπάνω.

Και ποια ήταν; δε θυμάσαι; όχι, δε θυμάμαι, η μνήμη μου είναι χάλια, το μόνο που θυμάμαι είναι το τσεκούρι και ότι το παιδί και η μάνα στο τέλος της ταινίας σώζονται. «All work and no play makes Jack a dull boy** », είπε ο Αρτούρο.Ηταν τρελός, είπα, και από εκείνη τη στιγμή σταμάτησα να βλέπω τη θάλασσα και έψαξα το πρόσωπο του Αρτούρο, δίπλα μου,που έδειχνε έτοιμος να καταρρεύσει. Ηταν ένα καλό μυθιστόρημα, είπε.Με τρομάζεις,είπα,πως  μπορεί να είναι όμορφο ένα μυθιστόρημα, όπου επαναλαμβάνετε μία και μόνο φράση;

Εγώ, αυτό το λέω έλλειψη σεβασμού προς τον αναγνώστη, η ζωή είναι ήδη πολύ σκατά από μόνη της, χωρίς να  χρειάζεται να αγοράσεις κι ένα βιβλίο από πάνω, ένα βιβλίο που το μόνο που λέει είναι «All work and no play makes Jack a dull boy», είναι σαν να σου σερβίρω τσάι αντί για ουίσκι,είναι απάτη και έλλειψη σεβασμού, δε νομίζεις;  Η λογική σου με τρομάζει, Τερέζα, είπε αυτός."




* No por mucho madrugar amanece más temprano: πρωτότυπος τίτλος

**Σε (πολύ) ελεύθερη απόδοση: η πολλή δουλειά τρώει τον αφέντη

[--->]


Να την η πείνα. Ζώο 
όλο από μάτι και κυνόδοντα. 
Τίποτα δεν την ξεγελά μήτε την ξεστρατίζει. 
Δεν τη χορταίνει το τραπέζι. 
Μήτε που αρκείται σ' ένα γεύμα 
ή σ' ένα δείπνο. 

Πάντοτες προμηνάει το αίμα. 
Βρυχιέται σα λιοντάρι, σφίγγει σαν το βόα, 
σκέφτεται σαν άνθρωπος. 

Το είδος που βρίσκεται δω πέρα 
πιάστηκε στις Ινδίες (στα προάστια της Βομβάης) 
μα βρίσκεται λίγο ως πολύ σε αγρία κατάσταση 
και σ' άλλες περιοχές πολυάριθμες. 

Το νου σας, μην πλησιάζετε. 

Η αληθινή απολογία του Σωκράτη

Απόσπασμα από το έργο του Κώστα Βάρναλη (1934) 




   
Κατ΄ επιθυμίαν του «Δάσκαλου» η έκδοση του 1974 εικονογραφήθηκε από τον Γιάννη Ρίτσο, αν και ο μεγάλος μας ποιητής θεωρούσε ότι σε αυτό το «αριστούργημα της νεοελληνικής πεζογραφίας, όπου αίσθημα, στόχαση, λόγος, δένονται σε μια μοναδική αδιάσπαστη ενότητα», «η γλώσσα είναι τόσο νευρώδης, ακριβόλογη, καίρια, παραστατική που δεν έχει ανάγκη από καμμιάν εικαστική επικουρία, από καμμιάν άλλη παράσταση». 

Γι΄ αφτά που δίδαξα, θα πρεπε να με κάνετε χρυσόνε και να με προσκυνάτε. Γι΄ αφτά που θα ΄κανα, αν εζούσα, θα ΄πρεπε με το δίκιο σας όχι να με σκοτώσετε μοναχά, μα να με κοπανίσετε ζωντανό μέσα στο γουδί, όπως ο τύραννος ο Νέαρχος θα κοπανίσει το Ζήνωνα τον Ελεάτη, για να μάθει να διδάσκει την αρετή όσο θέλει, μα να μη μιλάει για την παλιανθρωπιά των αρχόντων. Θα ΄πρεπε να μου κόψετε τη γλώσσα, καθώς ο βασιλιάς Αντίπατρος θα κόψει τη γλώσσα του Υπερείδη του ρήτορα, για να μάθει, πως μπορεί να προδίνει την πατρίδα του, μα δεν κάνει να βρίζει και τον ξένο μισθοδότη... Θα ΄μουνα πραγματικά επικίντυνος στη δημόσια τάξη, στο «συμφέρον του κρείττονος». Και να ρίχνατε το κουφάρι μου μακριά στον Κορινθιακό ή σε κανένα φαράγγι του Κιθαιρώνα -«μη ταφήναι εν γη αττική!» Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ατιμία και προδοσία από το να λες την αλήθεια!.. 

Θα πήγαινα, που λέτε, στους λαϊκούς μαχαλάδες της Αθήνας, στα βρωμοχώρια της Αττικής από τις Κάβο Κολόνες ίσαμε τα Κούντουρα κι από την Κούλουρη ίσαμε το Καπαντρίτι. Θα κατέβαινα στα σκοτεινά χαμόσπιτα, γεμάτα κοριούς και χτίκιασμα, θα ΄μπαινα στα μικρομάγαζα της φτωχολογιάς, στα καρβουνιάρικα του λιμανιού, γιομάτα λέρα και βόχα. Και θα ΄λεγα: 

«Λέφτεροι πολίτες! Αφτός ο τόπος, κι αν ακόμα βρισκότανε στη Σκυθία, όπου σπάνια ξεμυτίζει ο γήλιος ανάμεσ΄ από μάβρα σύνεφα και πάνου σ΄ άλιωτα χιόνια, πάλε θα ΄τανε ο καλύτερος απ' όλους, γιατί το θέλ' η καρδιά σας. Είναι η πατρίδα. Δικιά σας η πατρίδα, μα τίποτα δικό σας μέσα σ' αφτήνε: χωράφια και παλάτια, καράβια και χρήμα, θεοί κ΄ εξουσία, σκέψη και θέληση -όλα ξένα! Λιγοστοί σας έχετε τόσο μέρος, όσο να τρυπώνετε ζωντανοί και να θάβεστε πεθαμένοι και τόση λεφτεριά, όσο να κάνετε τη φυσική σας ανάγκη στη ρεματιά, όταν δε σας βλέπει χωροφύλακας... Και όταν βυθίζετε το μάτι σας πέρα στο γαλάζιο πέλαγος, οπού πάνε κ΄ έρχονται καΐκια και φρεγάδες κουβαλώντας από το στόμα του Νείλου κι απ΄ τον Κιμμέριο Βόσπορο κι απ΄ τις Ηράκλειες στήλες σιτάρι, χάλκωμα, μετάξι και γυναίκες, περηφανέβεστε, πως είναι δικά σας, γιατί ΄ναι «εθνικά!» Και κανένας δε συλλογάται, πως όλα τ' αγαθά μαζέβονται σε λίγα χέρια. Ατζέμηδες, Μοραίτες, Θηβαίοι και Κορθιανοί σας σκοτώνουνε μια φορά οι ξένοι με τα χέρια τ΄ αδερφικά σας σφίγγουνε το καρύδι του λαρυγγιού σ΄ όλη σας τη ζωή και σας δολοφονούνε κάθε μέρα. Όχι μονάχα τίποτα δικό σας γύρα, μα κι όλος ο εαφτός σας κ΄ η ψυχή σας είναι δικά τους». 

Ύστερα θα πήγαινα στα νταμάρια της Πεντέλης, στις μίνες του Δασκαλειού και του Λάβριου, στους ταρσανάδες του Περαία, στις φάμπρικες, που φκιάνουνε σκουτάρια και λουρίκια του πολέμου -στους δούλους! Θα κατέβαινα στ΄ αμπάρια των καραβιών, όπου χιλιάδες σκεβρωμένοι κουπηλάτες (άσπρα μαλλιά, μέτωπα καμένα με το πυρωμένο σίδερο) βροντάνε ρυθμικά τους χαλκάδες τους και ξεφωνίζουν από τα χτυπήματα του βούρδουλα, σαν τύχει και λιγοθυμίσουν από την κούραση, θα πήγαινα στα μεγάλα τσιφλίκια, σαν του Αλκιβιάδη στον Κουβαρά, όπου ζεμένοι με τα καματερά οργώνουνε τα κατσάβραχα και τα πουρνάρια, θα πήγαινα στην Ακρόπολη, στη Ραμνούντα, στα Κούντουρα, στις Κάβο Κολόνες, όπου σηκώνουνε με τα χέρια τους στον αψηλό ουρανό τους μαρμαρένιους κολοσσούς του πνέματός σας, τους Παρθενώνες. Και θαν τους έλεγα: 

«Θρακιώτες, Ασιάτες, Αφρικανοί και Σκύθες και Ρωμιοί! Οικέτες, θεράποντες, επιστάτες, παιδαγωγοί, τσογλάνια. Μαντινούτες του γυναικωνίτη κι άγιες πόρνες των θεών και των ανθρώπων. Σκλάβοι δημόσιοι και σκλάβ΄ ιδιωτικοί. Η ξετσίπωτη φιλοσοφία δασκαλέβει, πως είσαστε γεννημένο σκλάβοι. Μα μήτε οι θεοί μήτε κ' η φύση διατάξανε το σπέρμα του πατέρα σας να σας γεννήσει τέτιους. Η τύχη σάς έκανε κι η συνήθεια σάς αποτέλειωσε. Είσαστε σκλάβοι εσείς, για να μαστ' εμείς οι λέφτεροι. Σηκώστε το κεφάλι και κοιτάχτε τον ανοιξιάτικο ουρανό. Έχετε ξεχάσει το βάθος και το χρώμα του. Στην πατρίδα σας όμοια γελάνε τ΄ ακρογιάλια κι αστροβολάνε κάμποι και γήλιος. Κάποτες είσαστε και σεις λέφτεροι κι άδικοι, για να γίνετ΄ εδώ σκλάβοι κι αδικημένοι -σεις, οι προγονοί σας, αδιάφορο! Είσαστε το μεγάλο ψυχομέτρι. Νιώστε τη δύναμη σας κ΄ ενωθείτε με τους αδικημένους λέφτερους. Να σηκώσετε μοναχά τα σφυριά, τα δρεπάνια, τα πελέκια, τα κρικέλια σας και θα γίνει κουρνιαχτός ολάκερ΄ η δημοκρατία των «αρίστων». Να τους πάρετε τ΄ αγαθά και να τους βάνετε να δουλέβουνε, για να τρώνε». 

-«Και να καθόμαστ΄ εμείς», θ΄ απαντούσανε μερικοί μαθημένοι να σέρνονται σα ραγιάδες στην κοιλιά μπροστά στους δυνατούς και να ξεκοιλιάζουνε τους αδύνατους. 

-«Όχι», θα φώναζα εγώ. «Θα δουλέβουνε κ΄ αφτοί και σεις. Κοινή δουλειά, κοινά τ΄ αγαθά κι η λεφτεριά...» 

 -«Αμ τότες ας λείπει τέτια λεφτεριά. Δε μας κάνει...» 

 -«Μην πειράζεστε! Σαν έρτει κείν' η ώρα, θα μπείτε σε δρόμο να γίνετε άνθρωποι» να λυτρώσετε, θέλοντας και μη, το σώμα σας, την ψυχή σας και το πνέμα σας». 


-«Ποιοι, μωρέ, θα μας βάλουνε σε δρόμο;» πάλε θα ξεφωνούσανε. 


-«Οι Σκύθες!». 


Μια βροντερή φωνή πετάχτηκε ξαφνικά, σα ρουκέτα: «Τέλειωσε το νερό!» Είταν ο κλητήρας. Οι δικαστάδες τινάχτηκαν άπανον μ΄ ορμή ξεφωνίζοντας και βλαστημώντας και τρέξαν όλοι πατείς με πατώ σε κατά την πόρτα. Δεν είτανε πυρκαϊά. Δεν είτανε σεισμός. Τρέχανε, στριμωγνόντανε, χτυπιόντουσαν αναμεταξύ τους ποιος θα πάει πρώτος στο ταμείο να πάρει το μιστό του! Ακόμα κ΄ οι κλητήρες ορμήσανε κατά την πόρτα για την ίδια δουλειά κι αφήσανε το Σωκράτη μοναχό του πάνου στο βήμα να πικρογελά. Και κείνος, με την παντοτινή του γαλήνη στην ψυχή και στο πρόσωπο, κατεβαίνοντας από το βήμα παρακάλεσε τον Πλάτωνα, που στεκότανε σαστισμένος εκεί κοντά, να τον οδηγήσει στη φυλακή: «Δεν ξέρω, καημένε, μήτε που βρίσκεται μήτε κι από ποιο δρόμο πάνε!»

Πηγή: Κώστας Βάρναλης, η Αληθινή Απολογία του Σωκράτη, 4η Έκδοση, Κέδρος, Αθήνα, 1974, σελ. 95-99.


18/6/12

[--->] 

Sapientia


"Υπάρχει μια ηλικία, όπου διδάσκεις αυτό που ξέρεις· έρχεται όμως κατόπιν μια άλλη, όπου διδάσκεις αυτό που δεν ξέρεις : αυτό λέγεται αναζήτηση.Έρχεται ίσως τώρα η ηλικία μιας άλλης εμπειρίας: η ηλικία όπου ξεμαθαίνεις, όπου αφήνεις να δουλεύει το απρόβλεπτο ξαναπλάσιμο που η λήθη επιβάλλει στο καταστάλαγμα των γνώσεων, των διαφόρων μορφών κουλτούρας, των διαφόρων πεποιθήσεων που πέρασες.Αυτή η εμπειρία έχει, θαρρώ, ένα όνομα τρανό και απαρχαιωμένο που θα τολμήσω να το πάρω εδώ δίχως κόμπλεξ, στο σταυρικό ακριβώς σημείο της ετυμολογίας του: Sapientia: καμιά εξουσία, μια στάλα γνώση, μια στάλα σύνεση, και όσο πιο πολύ καλό γούστο."  

 Roland Barthes, "Μάθημα".