Άρθρο της Silvia
Ribeiro σχετικά με τις συγχωνεύσεις των πολυεθνικών εταιρειών. Σε μια παγκόσμια
κρίση που φαίνεται να επιδεινώνεται, που είναι και κρίση υπερπαραγωγής αγαθών
και πρώτων υλών, όταν οι πολυεθνικές συγχωνεύονται, τότε τα κινήματα που
αγωνίζονται κατά των αγροτικών εταιρειών θα πρέπει και αυτά να ενώσουν τις
δυνάμεις τους, και μάλιστα γλήγορα
Ο κανιβαλισμός των πολυεθνικών: τι ακριβώς συμβαίνει
της Silvia Ribeiro
της Silvia Ribeiro
Η συγχώνευση της Monsanto με τη Syngenta, δύο από τις μεγαλύτερες εταιρείες
διαγονιδιακών σπόρων και φυτοφαρμάκων στον κόσμο, έμοιαζε σαν ένα άσχημο όνειρο.
Σήμερα όμως αυτό είναι πιθανό, και είναι μόνο μία από τις θεαματικές
συγχωνεύσεις που δρομολογούνται αυτή τη περίοδο.
Παρά το γεγονός ότι η Syngenta απέρριψε για δεύτερη φορά την προσφορά της Monsanto, επειδή θεώρησε την πρόταση ασύμφορη, δύο άλλοι γίγαντες, η DuPont (ιδιοκτήτρια της Pioneer) και η Dow Chemicals, αποφάσισαν να συγχωνευτούν το Δεκέμβριο του 2015, και Monsanto συνεχίζει τις διαπραγματεύσεις με τη Syngenta. Αυτό είναι απλά ένα κομμάτι του σεναρίου: στα σχέδια των πολυεθνικών εταιρειών βρίσκεται ο ολοένα και μεγαλύτερος έλεγχος των βασικών τομέων της παραγωγής
τροφίμων.
Παρά το γεγονός ότι η Syngenta απέρριψε για δεύτερη φορά την προσφορά της Monsanto, επειδή θεώρησε την πρόταση ασύμφορη, δύο άλλοι γίγαντες, η DuPont (ιδιοκτήτρια της Pioneer) και η Dow Chemicals, αποφάσισαν να συγχωνευτούν το Δεκέμβριο του 2015, και Monsanto συνεχίζει τις διαπραγματεύσεις με τη Syngenta. Αυτό είναι απλά ένα κομμάτι του σεναρίου: στα σχέδια των πολυεθνικών εταιρειών βρίσκεται ο ολοένα και μεγαλύτερος έλεγχος των βασικών τομέων της παραγωγής
τροφίμων.
Το 1981, η οργάνωση ETC (μετέπειτα RAFI) κατήγγειλε ότι οι εταιρείες αγροχημικών αγόραζαν τους σπόρους, και ότι στόχος τους ήταν η ανάπτυξη καλλιεργειών που μπορούν να ανεχθούν τα τοξικά προϊόντα που παρήγαν οι ίδιες, για να δημιουργήσουν εξάρτηση στους αγρότες και να πωλούν περισσότερα δηλητήρια, που είναι και το πιο κερδοφόρο κομμάτι των δραστηριοτήτων τους.
Μας
χαρακτήρισαν κινδυνολόγους, είπαν ότι αυτή η τεχνολογία δεν θα μπορούσε ποτέ να
υπάρξει, μέχρι που το 1995, η βιομηχανία άρχισε να παράγει διαγονιδιακούς
σπόρους, δηλαδή, αυτό ακριβώς το είδος σπόρων.
Τότε, σε όλο τον
κόσμο υπήρχαν πάνω από 7000 εμπορικές εταιρίες σπόρων, οι περισσότερες
οικογενειακού χαρακτήρα και καμία δεν έλεγχε πάνω από το 1 τοις εκατό της παγκόσμιας
αγοράς.Σήμερα, 34 χρόνια μετά, εξι πολυεθνικές εταιρείες ελέγχουν το 63 τοις εκατό της
παγκόσμιας αγοράς σπόρων και το 75% της παγκόσμιας αγοράς φυτοφαρμάκων.
Η Monsanto,η Syngenta, η DuPont, η Dow, η Bayer και η BASF, όλοι παραγωγοί
δηλητήριων, είναι οι έξι γίγαντες που ελέγχουν φυτοφάρμακα, σπόρους και το 100
τοις εκατό των Γενετικά Τροποποιημένων αγροτικών Προιόντων,που είναι η πιο χαρακτηριστική
έκφραση της συγχώνευσης των δύο τομέων επιχειρήσεων και επειδή δεν υπάρχει
σχεδόν καμία άλλη εταιρεία να αγοράσουν, τώρα ασχολούνται με τον κανιβαλισμό. Η
Syngenta είναι η μεγαλύτερη πολυεθνική φυτοφαρμάκων παγκοσμίως, έτσι , ακόμη
και η Κινεζική Εταιρεία φυτοφαρμάκων, ChemChina, της έκανε προσφορά, αλλά δεν κατέληξαν
στην τιμή εξαγοράς.
Η Monsanto επιμένει με την Syngenta επειδή χρειάζεται απεγνωσμένα πρόσβαση σε
νέα φυτοφάρμακα, δεδομένου ότι η ναυαρχίδα των προϊόντων της, το ζιζανιοκτόνο glyphosate (Roundup η εμπορική ονομασία του), περνάει κρίση. Σε δύο δεκαετίες, η μαζική χρήση του glyphosate έχει δημιουργήσει 24 ανθεκτικά ζιζάνια, που προκαλούν τεράστια προβλήματα στους αγρότες. Η αύξηση των περιστατικών καρκίνου,οι αποβολές των εγκύων και οι γενετικές ανωμαλίες σε εκτάσεις που καλλιεργούνται ΓΤΟ στην Αργεντινή,στη Βραζιλία, στην Παραγουάη παίρνουν διαστάσεις επιδημίας.
Το γεγονός ότι τα παιδιά των αγροτών πεθαίνουν δεν φαίνεται να έχει καμία
σημασία για την Monsanto, αλλά ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας δήλωσε το 2015
ότι το glyphosate είναι καρκινογόνο για τα ζώα και κατά πάσα πιθανότητα και για
τον άνθρωπο, και αυτό ήταν ένα χτύπημα. Για το λόγο αυτό και για πολλούς ακόμα, η Monsanto θέλει να αλλάξει τα φυτοφάρμακα, να τα
μετονομάσει για την τεράστια απώλεια γοήτρου, και αν μπορέσει, να αλλάξει έδρα,
ώστε να αποφύγει τους φόρους.
Το glyphosate της Monsanto είναι το φυτοφάρμακο με τις περισσότερες πωλήσεις στην ιστορία της γεωργίας.
Μόνο στις καλλιέργειες ΓΤ καλαμποκιού και σόγιας, η χρήση του έχει αυξηθεί 20 φορές στις Ηνωμένες Πολιτείες σε 17 χρόνια, το ίδιο και στη Βραζιλία και την Αργεντινή και 10 φορές παγκοσμίως.
Όμως,οι πωλήσεις του glyphosate μειώνονται και η Monsanto, χορτάτη λόγω της σχεδόν μονοπωλιακής θέσης της στα ΓΤΟ, δεν έχει κάνει βήματα στην έρευνα για νέα προϊόντα: το 2013, το γενετικά τροποποιημένο καλαμπόκι της με αντοχή στο glyphosate αποτελούσε το 44 τοις εκατό των συνολικών πωλήσεών της, η διαγονιδιακή σόγια με αντοχή στο glyphosate ήταν το 11 τοις εκατό, και πάνω από το 30 τοις εκατό των πωλήσεων της προερχόταν από τις πωλήσεις σκευασμάτων glyphosate (Roundup, Faena, Rival και άλλες εμπορικές ονομασίες).
Το glyphosate δεν έχει πια πέραση, οι επιπτώσεις του είναι πολύ σοβαρές, αλλά το γενετικά τροποποιημένο καλαμπόκι της Monsanto είναι παντρεμένο με αυτό. Γιαυτό και Monsanto ζητά εσπευσμένα να επιτραπεί η σπορά του στο Μεξικό,κάτι που θα της έδινε μια μικρή ανάσα και να πουλήσει τους άχρηστους σπόρους της, μέχρι το ίδιο να συμβεί και εδώ: ζιζάνια ανθεκτικά στο ζιζανιοκτόνο, παραγωγή χαμηλή, σπόροι πολύ πιο ακριβοί που καλύπτονται από δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, επιδημίες καρκίνου και γενετικές ανωμαλίες.
Όλα αυτά με τη μόλυνση από ΓΤΟ αυτής της περιοχής, που αποτελεί το κέντρο προέλευσης του καλαμποκιού στον κόσμο, προκαλώντας τεράστια βλάβη στην πιο μεγάλη γενετική, πολιτιστική και αγροβιοποικιλότητας, κληρονομιά της χώρας. Περιττό να πούμε,ότι υπάρχουν καλύτερες επιλογές για το καλαμπόκι και ότι το Μεξικό δεν έχει ανάγκη τα γενετικά τροποποιημένα φυτά για την κατανάλωση, δεδομένου ότι παράγει πάνω από δύο φορές απ’ όσα μπορεί να καταναλώσει ως χώρα.
Αν, παρ’ όλα αυτά,το Μεξικό εισάγει καλαμπόκι,είναι μόνο επειδή αυτό συμφέρει τις πολυεθνικές εκτροφής ζώων (κυρίως κοτόπουλα και χοίρους).
Η ίδια ποσότητα ζώων θα μπορούσε να παραχθεί σε μικρότερη κλίμακα και από πολλούς μικρούς παραγωγούς με μια ποικιλία χορτονομών και ζωοτροφών, ανάλογα με την περιοχή και τις ανάγκες.
Παρά το γεγονός ότι η Monsanto είναι η πιο κραυγαλέα περίπτωση, όλοι οι γίγαντες των ΓΤΟ κάνουν το ίδιο, με άλλες χημικές ουσίες ιδιαίτερα τοξικές ,αν και όλες βρίσκονται μπροστά στα όρια των φιλοδοξιών τους. Έτσι, εκτός από αυτές τις συγχωνεύσεις που αφορούν τεράστια ποσοστά κάθε κατηγορίας, προβάλλουν νέα επιχειρηματικά σενάρια που βάζουν στο παιχνίδι και άλλους τομείς, όπως τις πολυεθνικές λιπασμάτων και γεωργικών μηχανημάτων.
Η οργάνωση ETC σε νέα
έκθεση της αναλύει την κατάσταση σχετικά με τις συγχωνεύσεις των πολυεθνικών: Breaking
Bad: Big Ag MegaMergers in Play (http://tinyurl.com/nz3g2at),η οποία σύντομα θα είναι διαθέσιμη στα
Ισπανικά.
Το 2013 οι πωλήσεις σπόρων στην παγκόσμια αγορά ήταν 39 δισεκατομμύρια δολάρια, των φυτοφαρμάκων 54 δισεκατομμύρια δολάρια, των γεωργικών μηχανημάτων 116 και των λιπασμάτων 175.
Η τάση αυτή δείχνει ότι οι δύο τελευταίοι τομείς θα καταπιούν τους δύο πρώτους, σε ένα σενάριο ακόμα μεγαλύτερου ολιγοπωλιακού ελέγχου.
Για παράδειγμα, η πολυεθνική γεωργικών μηχανημάτων John Deere έχει υπογράψει συμβάσεις με πέντε από τους έξι γίγαντες ΓΤΟ για να αυξήσει τις πωλήσεις της με ασφαλιστήρια συμβόλαια που υποχρεώνουν τους αγρότες να χρησιμοποιήσουν τους σπόρους, τα φυτοφάρμακα και τα μηχανήματα τους. Τεχνολογίες αυτοματισμού, δρόνοι, αισθητήρες και μετεωρολογικά δεδομένων, όλα αυτά, συγκεντρώνονται και προσφέρονται από τις εταιρείες σε πακέτο.
Εάν θα επιτραπούν αυτές οι συγχωνεύσεις, τότε θα πάμε προς νέα ολιγοπώλια που θα ελέγχουν σπόρους, ποικιλίες, φυτοφάρμακα, λιπάσματα, μηχανήματα, δορυφόρους, ηλεκτρονικά δεδομένα και ασφάλειες.
Και θα βλάπτουν, μολύνοντας ή με άλλο τρόπο, τις πραγματικές επιλογές της διατροφής και του κλίματος: την αποκεντρωμένη, διαφοροποιημένη, παραγωγή των αγροτών,με τους δικούς τους σπόρους, δηλαδή αυτούς που ήδη τρέφουν
το μεγαλύτερο μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού και ψύχουν τον πλανήτη.
- Η Silvia Ribeiro είναι ερευνήτρια της οργάνωσης ETC - www.etcgroup.org
ΠΗΓΗ : http://www.alainet.org/es/articulo/174521
Το 2013 οι πωλήσεις σπόρων στην παγκόσμια αγορά ήταν 39 δισεκατομμύρια δολάρια, των φυτοφαρμάκων 54 δισεκατομμύρια δολάρια, των γεωργικών μηχανημάτων 116 και των λιπασμάτων 175.
Η τάση αυτή δείχνει ότι οι δύο τελευταίοι τομείς θα καταπιούν τους δύο πρώτους, σε ένα σενάριο ακόμα μεγαλύτερου ολιγοπωλιακού ελέγχου.
Για παράδειγμα, η πολυεθνική γεωργικών μηχανημάτων John Deere έχει υπογράψει συμβάσεις με πέντε από τους έξι γίγαντες ΓΤΟ για να αυξήσει τις πωλήσεις της με ασφαλιστήρια συμβόλαια που υποχρεώνουν τους αγρότες να χρησιμοποιήσουν τους σπόρους, τα φυτοφάρμακα και τα μηχανήματα τους. Τεχνολογίες αυτοματισμού, δρόνοι, αισθητήρες και μετεωρολογικά δεδομένων, όλα αυτά, συγκεντρώνονται και προσφέρονται από τις εταιρείες σε πακέτο.
Εάν θα επιτραπούν αυτές οι συγχωνεύσεις, τότε θα πάμε προς νέα ολιγοπώλια που θα ελέγχουν σπόρους, ποικιλίες, φυτοφάρμακα, λιπάσματα, μηχανήματα, δορυφόρους, ηλεκτρονικά δεδομένα και ασφάλειες.
Και θα βλάπτουν, μολύνοντας ή με άλλο τρόπο, τις πραγματικές επιλογές της διατροφής και του κλίματος: την αποκεντρωμένη, διαφοροποιημένη, παραγωγή των αγροτών,με τους δικούς τους σπόρους, δηλαδή αυτούς που ήδη τρέφουν
το μεγαλύτερο μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού και ψύχουν τον πλανήτη.
- Η Silvia Ribeiro είναι ερευνήτρια της οργάνωσης ETC - www.etcgroup.org
ΠΗΓΗ : http://www.alainet.org/es/articulo/174521
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου