Το γεγονός ότι η πραγματική χρηματιστηριακή αξία των τραπεζών τα τελευταία χρόνια κινείται από 1,5 δισ. ευρώ έως 5 δισ. ευρώ και το κράτος, δηλαδή οι πολίτες, έχουμε χρεωθεί με 80 δισ. ευρώ για να τις ανακεφαλαιοποιούμε και να τις σώζουμε, δείχνει από μόνο του ότι το δίλλημα «ευρώ ή δραχμή» απογυμνωμένο από κάθε ουσιαστική αλλαγή πολιτικής, είναι και μάταιο και αποπροσανατολιστικό.
Μιλώντας για τη χρηματιστηριακή αξία των τραπεζών δεν αναφέρομαι στο χθεσινό κατάντημα των τραπεζικών μετοχών. Για παράδειγμα, η αθροιστική χρηματιστηριακή αξία της Εθνικής Τράπεζας, της Eurobank, της Alpha Bank και της Τράπεζας Πειραιώς τον Απρίλιο του 2013 ήταν 1,7 δισ. ευρώ. Σε μία νύχτα η αξία τους εκτινάχτηκε σε πάνω από 26 δισ. ευρώ καθώς ο δημόσιος τομέας προσέφερε στις τράπεζες … βοήθεια 24,5 δισ. ευρώ.
Με το να επιστρέψουμε, λοιπόν, απλώς στη δραχμή δίχως να αλλάξει η κυρίαρχη πολιτική και οι συνειδήσεις των πολιτών το μόνο που θα αλλάξει είναι ότι η χρηματιστηριακή αξία των τραπεζών θα είναι 5 δισ. δραχμές και το κράτος, δηλαδή οι πολίτες, θα φορτώνονται με 80 δισ. δραχμές για να τις σώζουμε.
Νομίζω πως έχει περάσει η ώρα που θα έπρεπε οι εκπρόσωποι του κινήματος της εξόδου από την ευρωζώνη να μας παρουσιάσουν ένα συνολικό πρόγραμμα, μια συνολική πρόταση για το τι ακριβώς επιδιώκουν με την έξοδο από την ευρωζώνη, σε τι ελπίζουν και πώς θα το καταφέρουν. Η «στεγνή» συζήτηση περί ευρώ ή δραχμής δεν λέει κάτι.
Επίσης δεν λέει κάτι η εξήγηση του Λαπαβίτσα: «Λυπάμαι που θα στενοχωρήσω τους καλούς οπαδούς του μονόδρομου, αλλά αναλυτικός σχεδιασμός της εξόδου υπάρχει από καιρό. Η δημόσια κατάθεσή του είναι θέμα πολιτικό και θα γίνει όταν θα το επιλέξει η πλευρά που εδώ και χρόνια επιχειρηματολογεί υπέρ της εξόδου» όπως την καταθέτει στο κείμενό του με τίτλο «Τι είναι και τι δεν είναι το Εναλλακτικό Σχέδιο».
Λυπάμαι κι εγώ που η εξήγηση του Λαπαβίτσα σχετικά με το χρόνο κατάθεσης της πρότασης από την «πλευρά που εδώ και χρόνια επιχειρηματολογεί υπέρ της εξόδου» μου θυμίζει τον Σταύρο Θεοδωράκη και το «Ποτάμι» που έλεγαν ότι έχουν πρόγραμμα αλλά θα μας το αποκάλυπταν μετά τις εκλογές.
Απουσιάζει η σοβαρότητα και η όποια ένδειξη ότι η «πλευρά που εδώ και χρόνια επιχειρηματολογεί υπέρ της εξόδου» διαθέτει κάποια σοβαρή και ολοκληρωμένη πρόταση.
Ως εκ τούτου και εν ολίγοις, το να συνεχίσουμε να ελπίζουμε ότι η λύση θα δοθεί από κόμματα, φορείς και «πλευρές» είναι μία ακραία αυταπάτη.
Η οποιαδήποτε λύση δεν θα έρθει από πάνω, από κάποια κυβέρνηση, αλλά μόνο από κάτω, από τους πολίτες.
Δεν θα προσφερθεί από κάποιον σωτήρα, αλλά μόνο από τη συνειδητοποίηση των πολιτών ότι δεν είναι ο λιτός ή ο πλούσιος βίος προϋπόθεση για την έξοδό μας από τη φούσκα της εφήμερης λάμψης μιας φασίζουσας ευρωπαΐλας.
Απαραίτητη προϋπόθεση είναι ο ουσιαστικός βίος.
Η αλλαγή των φιλοδοξιών και των στόχων μας.
Η κατάργηση της αγωνίας για κοινωνική καταξίωση μέσω της απαξίωσης των πραγματικών ιδανικών που αφορούν στον άνθρωπο.
Όταν αλλάξουμε όνειρα, το ξανασυζητάμε.
[--->]