Ο Μανόλης
Γλέζος με τον Γερμανό Πρέσβη, Πέτερ Σόοφ (Peter Schoof) στο Δίστομο, 10.6.2017
Το κείμενο της Έμμυς Χριστούλα : "Για το Δίστομο", αναρτήθηκε στο facebook στις 13.6.2017
ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΣΤΟΜΟ
Δίστομο 1944.
«Αντίκρισα στη μέση του σπιτιού την αδελφή μου ανάσκελα, γυμνή από τη μέση και κάτω. Το φουστάνι της ήταν γυρισμένο προς τα πάνω και σκέπαζε το σχισμένο και κομματιασμένο στήθος της, το πρόσωπό της ήταν παραμορφωμένο, όλο το σώμα της κατακομματιασμένο. Μα το χειρότερο και φρικαλεότερο θέαμα ήταν, όταν από τη στάση του σώματός της κατάλαβα ότι οι Γερμανοί είχαν βιάσει το άψυχο κορμί της. Δίπλα της βρισκόταν το τεσσάρων μηνών κοριτσάκι της λογχισμένο, με σπασμένο το κεφαλάκι του, και στο στόμα του είχε τη ρώγα του στήθους της μάνας του που είχαν κόψει εκείνοι οι κανίβαλοι», περιγράφει διασωθείς από τη ναζιστική θηριωδία.
Δίστομο 2017. Ο γερμανός πρέσβης, ως εκπρόσωπος του γερμανικού κράτους, επιχειρεί να καταθέσει στεφάνι στη μνήμη των σφαγιασθέντων.
Μια πράξη ύψιστου συμβολισμού και ως τέτοια πλήρως ανοικτή για να πάρει θέση κανείς.
Πρόκειται για μια συμβολική πράξη αναγνώρισης της θηριωδίας, η οποία ακολουθεί ή συντελείται παράλληλα με την έμπρακτη μεταμέλεια όπως αυτή ορίζεται από τις διεθνείς συνθήκες;
Πρόκειται για την κορύφωση απόδοσης τιμής, αφού έχει προηγηθεί η εκπλήρωση των οφειλών της Γερμανίας, όπως συνέβη με όλες τις τότε κατεχόμενες χώρες; Πρόκειται για καταδίκη του παρελθόντος, η οποία συνυφαίνεται μόνον με την αποκατάσταση του δικαίου ;
Πρόκειται για έμπρακτη καταδίκη του ναζισμού που επιβάλλει στον ενεστώτα χρόνο τουλάχιστον το σεβασμό της δημοκρατίας και της εθνικής ανεξαρτησίας μας ;
Πρόκειται για ιστορική αναθεώρηση του ρόλου του γερμανικού ιμπεριαλισμού, η οποία συναρτάται ευθέως με τη στάση του στη σύγχρονη ιστορία;
Όχι.
Η μεθοδολογία του γερμανικού διευθυντηρίου, που αποτυπώνει με ακρίβεια και συνέπεια τις επιδιώξεις της γερμανικής αστικής τάξης, είναι σαφής.
Είναι η μεθοδολογία του κατακτητή, η οποία άνοιξε το δρόμο για το νεοκατοχικό καθεστώς που έχει επιβάλλει
Αφού λοιπόν προηγήθηκε με αριστοτεχνικό τρόπο η καλλιέργεια της συλλογικής ενοχής με την απόλυτη σύμπραξη του ελληνικού πολιτικού συστήματος και των ΜΜΕ, αφού ακολούθησε η ενστάλαξη του φόβου στο λαό μας με την απόλυτη ευθύνη της παρούσας κυβέρνησης, το Δίστομο αποτέλεσε τη λαμπρή ευκαιρία για το επόμενο στάδιο, το τελικό στάδιο : την ταπείνωση.
Χωρίς διόλου να υποτιμώ την ενοχή και το φόβο, εκτιμώ ότι αυτό που επιχειρείται μέσω της ταπείνωσης είναι αυτό το ΄΄ κάτι πιο βαθύ που μας λερώνει΄΄, γιατί συνδέεται ευθέως με την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Αποτελεί συνταγή πλήρους εξανδραποδισμού ακριβώς γιατί καθιστά απολύτως αδύνατη την ανάκτησή της
Και είναι ταπείνωση, βαθιά και απόλυτη, την ίδια στιγμή που αρνείσαι να αναγνωρίσεις τις συνέπειες των απεχθών πράξεών σου, να ξεπλένεσαι με την κατάθεση ενός στεφάνου.
Η δε ταπείνωση, όπως γράφει κι ένας καλός φίλος, συντελείται πάντα σε δημόσιο χώρο, τον οποίο επιχειρεί και να συρρικνώσει.
Όπως περιγράφει ο Σεφέρης γύρω από κάθε λέξη, κοινή χιλιοειπωμένη, υπάρχει πάντα ένα ιδιαίτερο συναισθηματικό στεφάνι. Αυτό είναι το βάρος της.
Δίστομο. Αυτή είναι η λέξη. Αυτή είναι η λαμπρή ευκαιρία, ώστε η ταπείνωση να είναι συντριπτική και ο εξευτελισμός να είναι τέλειος.
Δημόσιος χώρος που επιχειρείται να συρρικνωθεί για να χωρέσει στην απίστευτη υποτακτικότητα όλων των κυβερνήσεων που δεν τόλμησαν να αξιώσουν, να διεκδικήσουν, να απαιτήσουν.
Ιστορικός χώρος που επιχειρείται να αποχαρακτηριστεί αφού αυτός που επιστρέφει, το περιώνυμο ΄΄παιδί του εγκληματία΄΄ - εγώ θα επιμείνω να χαρακτηρίζω τους ανθρώπους όχι με βάση τις γενιές, αλλά την ιδιότητα που φέρουν και τα συμφέροντα που υπηρετούν - επιστρέφει για να καταστήσει σαφές ότι οι υποχρεώσεις της Γερμανίας νομικά έχουν κλείσει, ηθικά δε, εξαντλούνται σε ένα στέφανο.
Τέλος πολιτικός χώρος, αφού παραμερίζονται με ΄΄ευγένεια΄΄ προδομένες λέξεις όπως κατοχικό δάνειο, πολεμικές αποζημιώσεις, νεοκατοχικό καθεστώς, προτεκτοράτο, εισβάλλει η νέα τάξη πραγμάτων που για να επιβληθεί ανακαλύπτει τα ανιστόρητα σχήματα που μιλούν για το τέλος της ιστορίας.
Στο Δίστομο λοιπόν η Ζωή Κωνσταντοπούλου επιχείρησε να μην επιτρέψει στο γερμανό Πρέσβη να μας ταπεινώσει. Επιχείρησε να προστατεύσει το Δίστομο ως δημόσιο, ιστορικό και πολιτικό χώρο. Κυρίως να αποσείσει το όνειδος της ταπείνωσης, μέσω μιας ιδιότυπης κάθαρσης.
Και τη λέω ιδιότυπη γιατί επιχείρησε να την πραγματώσει όχι όπως την έχουμε γνωρίσει έως τώρα, όπου το αποτέλεσμα φαίνεται εγγυημένο από τη θεική τάξη, την πρωτοπορία, τους μηχανισμούς. Αυτούς τους φωτισμένους, τους κατόχους της μίας και μοναδικής αλήθειας που διακηρύττουν την ορθοδοξία.
Επιχείρησε με διακινδύνευση, αφού δεν είχε καμία εγγύηση θεικής – κομματικής ασυλίας, στοχεύοντας να αποκαλυφθεί μια νέα οπτική της αντίστασης, να ανασυσταθούν πολιτικά εργαλεία που διατηρούν ακόμη το νόημά τους, κυρίως να υπενθυμίσει την ανάγκη του πολύμορφου αγώνα.
Δεν είναι άλλωστε η πρώτη φορά που μια ενέργεια δεν εμπεριέχει το στοιχείο της κινηματικής διάστασης, αλλά της προσωπικής στάσης και απόφασης ενός πολιτικού υποκειμένου, οι οποίες όμως τροφοδοτούν το κίνημα. Τέτοιες προσωπικές αποφάσεις γνωρίζουμε αρκετές σε περιόδους που κοιλοπονά η ιστορία. Ο Παναγούλης, ο Γεωργάκης και ο Χριστούλας δεν έδρασαν μαζικά, ούτε βέβαια εν ονόματι, ούτε αυτόκλητα. Έδρασαν στο πλαίσιο μιας ανάγκης κοινωνικά και ιστορικά επιβεβλημένης, κατά την άποψή τους, με στόχο να μετατρέψουν το αδύνατο σε ώριμη δυνατότητα.
Ακολουθεί το επεισόδιο με τον Μανώλη Γλέζο.
Θέτω λοιπόν κάποια ερωτήματα.
Ποιος έχει το δικαίωμα να αποκρύβει το συγκρουσιακό χαρακτήρα μιας πράξης ώστε να τη φέρει στα πρότυπα μιας καθωσπρέπει ΄΄φιλίας΄΄, επιβολής το λέω εγώ, υπηρετώντας έναν πολιτικό πολιτισμό πλήρως αφυδατωμένο από την ιστορική αλήθεια ;
Ποιος έχει το δικαίωμα να βρίσκεται υπεράνω κάθε κριτικής, εντός του πανύψηλου θώκου που ο ίδιος έχει χτίσει με την πολιτική του δράση ;
Ποιος έχει το δικαίωμα να μετατρέπει την ωστική απελευθερωτική δύναμη της δικής του πράξης σε ασήκωτο βάρος ;
Ποιός έχει το δικαίωμα να μετατρέπει την εθνική αντίσταση σε αβλαβές εικόνισμα και να μας αποστερεί από την εξαίσια επαναστατική της κληρονομιά ;
Ποιος έχει το δικαίωμα επειδή διαφωνεί με τις γόνιμες αιρέσεις να μας επιβάλλει την πολιτική ορθοδοξία ;
Ποιος έχει το δικαίωμα μέσα από την αυτοδίκαια ηγετική του θέση να παρεμποδίζει πράξεις κοινωνικής και πολιτικής χειραφέτησης ;
Ποιος έχει το δικαίωμα να ονοματίζει σύνεση και σοβαρότητα τον πασιφισμό ;
Ποιος έχει το δικαίωμα να μας στερήσει από ένα υψηλού συμβολισμού αποτέλεσμα;
Και αυτονόητα θέτω και το τελευταίο ερώτημα : Κι αν τελικά ο πρέσβης εμποδιζόταν να καταθέσει το στεφάνι;
Ρωτώ υπήρχε έστω και η ελάχιστη πιθανότητα να περνάγαμε από το Εγώ στο Εμείς;
Εγώ λέω ότι υπήρχε, καθότι όλοι γνωρίζουμε ότι έχουμε ανάγκη από μια απτή νίκη, έστω συμβολική, παρόλα αυτά πραγματική και συντελεσμένη, ώστε να ενδυναμωθούμε.
Aπό μια απτή νίκη που θα σπάσει την αλυσίδα των αναπόδραστων ηττών και θα ερεθίσει το παγωμένο κέντρο της μνήμης
Από μια απτή νίκη που θα μετασχηματίσει το θύμα σε πολιτικό υποκείμενο που ξέρει να κερδίζει, έστω και στα σημεία.
Παρόλα αυτά η πράξη αυτή παρήγαγε ένα σοβαρό αποτέλεσμα. Εξέθεσε όσους αρχίζουν να σκέφτονται σοβαρά τη βασική ιδέα που προωθείται τούτη τη στιγμή τόσο από την εγχώρια και όχι μόνον αστική τάξη, όσο και από τα ΜΜΕ, η οποία συμπυκνώνεται με θρασύτητα στο εθνικής στρατηγικής σλογκανάκι ΄΄μόνον όλοι μαζί μπορούμε΄΄.
Ξεχνάνε βέβαια ότι μπορούν αυτοί που θέλουν και τους το επιβάλλει η ταξική τους θέση και η συνείδησή τους.
Μπορούν αυτοί που διαβάζουν διαφορετικά την ιστορία, διαλύουν το χυλό, και θέτουν τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο Μητσοτάκη και τον Πέτρουλα ή τον Τεμπονέρα. Ανάμεσα στον κυρ Παντελή και τους νέους που τους έλεγε αλήτες. Ανάμεσα στους οικονομικούς δολοφόνους του χρηματοπιστωτικού συστήματος και τα εκατομμύρια των ευρωπαίων νεόπτωχων. Ανάμεσα στη τζάμπα μαγκιά της τηλεοπτικής φλυαρίας και τη δράση. Ανάμεσα στον Τσολάκογλου και τους αντάρτες. Ανάμεσα στον Παπαδήμο και στον Χριστούλα. Ανάμεσα στο ιερατείο της επανάστασης και τη φρεσκάδα του επαναστάτη ή του επαναστατημένου. Ανάμεσα στο κόμμα – θεό, ή τον ήρωα - ιδιοκτήτη της ιστορίας και την ίδια την ιστορία. Ανάμεσα στους θύτες και στα θύματα. Ανάμεσα στον πρέσβη ενός συστήματος – δυνάστη και το γερμανικό λαό. Ανάμεσα στη Ρόζα που καλούσε σε αντίρρηση συνείδησης για στρατιωτικές υπηρεσίες και σε άρνηση εκτέλεσης οδηγιών και στο γερμανικό εθνικισμό.
Πρόκειται για διαχωριστικές γραμμές που είτε κάποιοι άθελά τους τις παραβιάζουν, είτε τις μέμφονται ως ιδεοληπτικές και διχαστικές, είτε καμώνονται πως δε υπάρχουν, βρίσκονται πάντα εκεί διαχωρίζοντας την προιστορία του βάρβαρου καπιταλισμού και όποιων φασιστικών εκδοχών του από την κυρίως ειπείν ιστορία της νυν και αεί αντιστεκόμενης και εξανθρωπισμένης ανθρωπότητας.
Δίστομο 1944.
«Αντίκρισα στη μέση του σπιτιού την αδελφή μου ανάσκελα, γυμνή από τη μέση και κάτω. Το φουστάνι της ήταν γυρισμένο προς τα πάνω και σκέπαζε το σχισμένο και κομματιασμένο στήθος της, το πρόσωπό της ήταν παραμορφωμένο, όλο το σώμα της κατακομματιασμένο. Μα το χειρότερο και φρικαλεότερο θέαμα ήταν, όταν από τη στάση του σώματός της κατάλαβα ότι οι Γερμανοί είχαν βιάσει το άψυχο κορμί της. Δίπλα της βρισκόταν το τεσσάρων μηνών κοριτσάκι της λογχισμένο, με σπασμένο το κεφαλάκι του, και στο στόμα του είχε τη ρώγα του στήθους της μάνας του που είχαν κόψει εκείνοι οι κανίβαλοι», περιγράφει διασωθείς από τη ναζιστική θηριωδία.
Δίστομο 2017. Ο γερμανός πρέσβης, ως εκπρόσωπος του γερμανικού κράτους, επιχειρεί να καταθέσει στεφάνι στη μνήμη των σφαγιασθέντων.
Μια πράξη ύψιστου συμβολισμού και ως τέτοια πλήρως ανοικτή για να πάρει θέση κανείς.
Πρόκειται για μια συμβολική πράξη αναγνώρισης της θηριωδίας, η οποία ακολουθεί ή συντελείται παράλληλα με την έμπρακτη μεταμέλεια όπως αυτή ορίζεται από τις διεθνείς συνθήκες;
Πρόκειται για την κορύφωση απόδοσης τιμής, αφού έχει προηγηθεί η εκπλήρωση των οφειλών της Γερμανίας, όπως συνέβη με όλες τις τότε κατεχόμενες χώρες; Πρόκειται για καταδίκη του παρελθόντος, η οποία συνυφαίνεται μόνον με την αποκατάσταση του δικαίου ;
Πρόκειται για έμπρακτη καταδίκη του ναζισμού που επιβάλλει στον ενεστώτα χρόνο τουλάχιστον το σεβασμό της δημοκρατίας και της εθνικής ανεξαρτησίας μας ;
Πρόκειται για ιστορική αναθεώρηση του ρόλου του γερμανικού ιμπεριαλισμού, η οποία συναρτάται ευθέως με τη στάση του στη σύγχρονη ιστορία;
Όχι.
Η μεθοδολογία του γερμανικού διευθυντηρίου, που αποτυπώνει με ακρίβεια και συνέπεια τις επιδιώξεις της γερμανικής αστικής τάξης, είναι σαφής.
Είναι η μεθοδολογία του κατακτητή, η οποία άνοιξε το δρόμο για το νεοκατοχικό καθεστώς που έχει επιβάλλει
Αφού λοιπόν προηγήθηκε με αριστοτεχνικό τρόπο η καλλιέργεια της συλλογικής ενοχής με την απόλυτη σύμπραξη του ελληνικού πολιτικού συστήματος και των ΜΜΕ, αφού ακολούθησε η ενστάλαξη του φόβου στο λαό μας με την απόλυτη ευθύνη της παρούσας κυβέρνησης, το Δίστομο αποτέλεσε τη λαμπρή ευκαιρία για το επόμενο στάδιο, το τελικό στάδιο : την ταπείνωση.
Χωρίς διόλου να υποτιμώ την ενοχή και το φόβο, εκτιμώ ότι αυτό που επιχειρείται μέσω της ταπείνωσης είναι αυτό το ΄΄ κάτι πιο βαθύ που μας λερώνει΄΄, γιατί συνδέεται ευθέως με την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Αποτελεί συνταγή πλήρους εξανδραποδισμού ακριβώς γιατί καθιστά απολύτως αδύνατη την ανάκτησή της
Και είναι ταπείνωση, βαθιά και απόλυτη, την ίδια στιγμή που αρνείσαι να αναγνωρίσεις τις συνέπειες των απεχθών πράξεών σου, να ξεπλένεσαι με την κατάθεση ενός στεφάνου.
Η δε ταπείνωση, όπως γράφει κι ένας καλός φίλος, συντελείται πάντα σε δημόσιο χώρο, τον οποίο επιχειρεί και να συρρικνώσει.
Όπως περιγράφει ο Σεφέρης γύρω από κάθε λέξη, κοινή χιλιοειπωμένη, υπάρχει πάντα ένα ιδιαίτερο συναισθηματικό στεφάνι. Αυτό είναι το βάρος της.
Δίστομο. Αυτή είναι η λέξη. Αυτή είναι η λαμπρή ευκαιρία, ώστε η ταπείνωση να είναι συντριπτική και ο εξευτελισμός να είναι τέλειος.
Δημόσιος χώρος που επιχειρείται να συρρικνωθεί για να χωρέσει στην απίστευτη υποτακτικότητα όλων των κυβερνήσεων που δεν τόλμησαν να αξιώσουν, να διεκδικήσουν, να απαιτήσουν.
Ιστορικός χώρος που επιχειρείται να αποχαρακτηριστεί αφού αυτός που επιστρέφει, το περιώνυμο ΄΄παιδί του εγκληματία΄΄ - εγώ θα επιμείνω να χαρακτηρίζω τους ανθρώπους όχι με βάση τις γενιές, αλλά την ιδιότητα που φέρουν και τα συμφέροντα που υπηρετούν - επιστρέφει για να καταστήσει σαφές ότι οι υποχρεώσεις της Γερμανίας νομικά έχουν κλείσει, ηθικά δε, εξαντλούνται σε ένα στέφανο.
Τέλος πολιτικός χώρος, αφού παραμερίζονται με ΄΄ευγένεια΄΄ προδομένες λέξεις όπως κατοχικό δάνειο, πολεμικές αποζημιώσεις, νεοκατοχικό καθεστώς, προτεκτοράτο, εισβάλλει η νέα τάξη πραγμάτων που για να επιβληθεί ανακαλύπτει τα ανιστόρητα σχήματα που μιλούν για το τέλος της ιστορίας.
Στο Δίστομο λοιπόν η Ζωή Κωνσταντοπούλου επιχείρησε να μην επιτρέψει στο γερμανό Πρέσβη να μας ταπεινώσει. Επιχείρησε να προστατεύσει το Δίστομο ως δημόσιο, ιστορικό και πολιτικό χώρο. Κυρίως να αποσείσει το όνειδος της ταπείνωσης, μέσω μιας ιδιότυπης κάθαρσης.
Και τη λέω ιδιότυπη γιατί επιχείρησε να την πραγματώσει όχι όπως την έχουμε γνωρίσει έως τώρα, όπου το αποτέλεσμα φαίνεται εγγυημένο από τη θεική τάξη, την πρωτοπορία, τους μηχανισμούς. Αυτούς τους φωτισμένους, τους κατόχους της μίας και μοναδικής αλήθειας που διακηρύττουν την ορθοδοξία.
Επιχείρησε με διακινδύνευση, αφού δεν είχε καμία εγγύηση θεικής – κομματικής ασυλίας, στοχεύοντας να αποκαλυφθεί μια νέα οπτική της αντίστασης, να ανασυσταθούν πολιτικά εργαλεία που διατηρούν ακόμη το νόημά τους, κυρίως να υπενθυμίσει την ανάγκη του πολύμορφου αγώνα.
Δεν είναι άλλωστε η πρώτη φορά που μια ενέργεια δεν εμπεριέχει το στοιχείο της κινηματικής διάστασης, αλλά της προσωπικής στάσης και απόφασης ενός πολιτικού υποκειμένου, οι οποίες όμως τροφοδοτούν το κίνημα. Τέτοιες προσωπικές αποφάσεις γνωρίζουμε αρκετές σε περιόδους που κοιλοπονά η ιστορία. Ο Παναγούλης, ο Γεωργάκης και ο Χριστούλας δεν έδρασαν μαζικά, ούτε βέβαια εν ονόματι, ούτε αυτόκλητα. Έδρασαν στο πλαίσιο μιας ανάγκης κοινωνικά και ιστορικά επιβεβλημένης, κατά την άποψή τους, με στόχο να μετατρέψουν το αδύνατο σε ώριμη δυνατότητα.
Ακολουθεί το επεισόδιο με τον Μανώλη Γλέζο.
Θέτω λοιπόν κάποια ερωτήματα.
Ποιος έχει το δικαίωμα να αποκρύβει το συγκρουσιακό χαρακτήρα μιας πράξης ώστε να τη φέρει στα πρότυπα μιας καθωσπρέπει ΄΄φιλίας΄΄, επιβολής το λέω εγώ, υπηρετώντας έναν πολιτικό πολιτισμό πλήρως αφυδατωμένο από την ιστορική αλήθεια ;
Ποιος έχει το δικαίωμα να βρίσκεται υπεράνω κάθε κριτικής, εντός του πανύψηλου θώκου που ο ίδιος έχει χτίσει με την πολιτική του δράση ;
Ποιος έχει το δικαίωμα να μετατρέπει την ωστική απελευθερωτική δύναμη της δικής του πράξης σε ασήκωτο βάρος ;
Ποιός έχει το δικαίωμα να μετατρέπει την εθνική αντίσταση σε αβλαβές εικόνισμα και να μας αποστερεί από την εξαίσια επαναστατική της κληρονομιά ;
Ποιος έχει το δικαίωμα επειδή διαφωνεί με τις γόνιμες αιρέσεις να μας επιβάλλει την πολιτική ορθοδοξία ;
Ποιος έχει το δικαίωμα μέσα από την αυτοδίκαια ηγετική του θέση να παρεμποδίζει πράξεις κοινωνικής και πολιτικής χειραφέτησης ;
Ποιος έχει το δικαίωμα να ονοματίζει σύνεση και σοβαρότητα τον πασιφισμό ;
Ποιος έχει το δικαίωμα να μας στερήσει από ένα υψηλού συμβολισμού αποτέλεσμα;
Και αυτονόητα θέτω και το τελευταίο ερώτημα : Κι αν τελικά ο πρέσβης εμποδιζόταν να καταθέσει το στεφάνι;
Ρωτώ υπήρχε έστω και η ελάχιστη πιθανότητα να περνάγαμε από το Εγώ στο Εμείς;
Εγώ λέω ότι υπήρχε, καθότι όλοι γνωρίζουμε ότι έχουμε ανάγκη από μια απτή νίκη, έστω συμβολική, παρόλα αυτά πραγματική και συντελεσμένη, ώστε να ενδυναμωθούμε.
Aπό μια απτή νίκη που θα σπάσει την αλυσίδα των αναπόδραστων ηττών και θα ερεθίσει το παγωμένο κέντρο της μνήμης
Από μια απτή νίκη που θα μετασχηματίσει το θύμα σε πολιτικό υποκείμενο που ξέρει να κερδίζει, έστω και στα σημεία.
Παρόλα αυτά η πράξη αυτή παρήγαγε ένα σοβαρό αποτέλεσμα. Εξέθεσε όσους αρχίζουν να σκέφτονται σοβαρά τη βασική ιδέα που προωθείται τούτη τη στιγμή τόσο από την εγχώρια και όχι μόνον αστική τάξη, όσο και από τα ΜΜΕ, η οποία συμπυκνώνεται με θρασύτητα στο εθνικής στρατηγικής σλογκανάκι ΄΄μόνον όλοι μαζί μπορούμε΄΄.
Ξεχνάνε βέβαια ότι μπορούν αυτοί που θέλουν και τους το επιβάλλει η ταξική τους θέση και η συνείδησή τους.
Μπορούν αυτοί που διαβάζουν διαφορετικά την ιστορία, διαλύουν το χυλό, και θέτουν τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο Μητσοτάκη και τον Πέτρουλα ή τον Τεμπονέρα. Ανάμεσα στον κυρ Παντελή και τους νέους που τους έλεγε αλήτες. Ανάμεσα στους οικονομικούς δολοφόνους του χρηματοπιστωτικού συστήματος και τα εκατομμύρια των ευρωπαίων νεόπτωχων. Ανάμεσα στη τζάμπα μαγκιά της τηλεοπτικής φλυαρίας και τη δράση. Ανάμεσα στον Τσολάκογλου και τους αντάρτες. Ανάμεσα στον Παπαδήμο και στον Χριστούλα. Ανάμεσα στο ιερατείο της επανάστασης και τη φρεσκάδα του επαναστάτη ή του επαναστατημένου. Ανάμεσα στο κόμμα – θεό, ή τον ήρωα - ιδιοκτήτη της ιστορίας και την ίδια την ιστορία. Ανάμεσα στους θύτες και στα θύματα. Ανάμεσα στον πρέσβη ενός συστήματος – δυνάστη και το γερμανικό λαό. Ανάμεσα στη Ρόζα που καλούσε σε αντίρρηση συνείδησης για στρατιωτικές υπηρεσίες και σε άρνηση εκτέλεσης οδηγιών και στο γερμανικό εθνικισμό.
Πρόκειται για διαχωριστικές γραμμές που είτε κάποιοι άθελά τους τις παραβιάζουν, είτε τις μέμφονται ως ιδεοληπτικές και διχαστικές, είτε καμώνονται πως δε υπάρχουν, βρίσκονται πάντα εκεί διαχωρίζοντας την προιστορία του βάρβαρου καπιταλισμού και όποιων φασιστικών εκδοχών του από την κυρίως ειπείν ιστορία της νυν και αεί αντιστεκόμενης και εξανθρωπισμένης ανθρωπότητας.