της Νάντιας Βαλαβάνη
Αναγκαία μια εφικτή πολιτική πρόταση,που θα ξεκινά από τις
εκρηκτικές ανάγκες των ανθρώπων και θα καθοδηγείται από ένα απελευθερωτικό
όραμα για την κοινωνία
Ζούμε σ’ ένα σκηνικό
διεθνούς κι εσωτερικής ρευστότητας, που ταυτόχρονα θωρακίζει κι αποσταθεροποιεί
τις δυνάμεις που βρίσκονται στην εξουσία στην Ευρώπη, στα εθνικά της κράτη και
στη χώρα μας.
Με την κατάσταση έκτακτης ανάγκης στη Γαλλία και τις
στρατοκρατούμενες Βρυξέλλες στον ανώτατο βαθμό επιφυλακής επ’
αόριστο. Με 60 χώρες να έχουν κηρύξει πόλεμο στο μεσαιωνικό αναχρονισμό
του ISIS, και μερικές δεκάδες να τον στηρίζουν – κάποιες μεταξύ τους
αλληλοκαλυπτόμενες. Ένα πόλεμο ασύμμετρο, μπλεγμένο στο κουβάρι των
ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων που οδήγησαν στη διάλυση μεγάλων οργανωμένων κρατών
στην ευρύτερη περιοχή και στην έκρηξη των προσφυγικών ροών, αλλά και στο γόρδιο
δεσμό των αντιτιθέμενων γεωπολιτικών συμφερόντων: Όπως αυτά αντανακλούν στον
τρόπο της γιγάντωσης του Χαλιφάτου αλά Αλ-Κάιντα νο 2.
Με το Γ’ Μνημόνιο στην Ελλάδα να βαθαίνει την πολιτική
εσωτερικής υποτίμησης: Xαρατσώνοντας με την ανώτατη κλίμακα ΦΠΑ μέχρι και τη μη
καθετοποιημένη παραγωγή βιβλίων των μικρών εκδοτικών επιταχύνοντας τον αφανισμό
τους υπέρ των συγκροτημάτων που στο περιθώριο της κύριας εκδοτικής τους
παραγωγής έχουν και best seller.
Tινάζοντας στον αέρα τη ρύθμιση χρεών 1 εκ. ανθρώπων, ενώ με
τη μνημονιακή διάλυση του ΣΔΟΕ οδηγεί σε μαζικό πλυντήριο «λίστες»,
εξοπλιστικά, μίζες και «μαύρο» πολιτικό χρήμα. Ανοίγοντας δρόμο για
πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας. «Θάβοντας» κτηνοτρόφους κι αγρότες - και μαζί
τους επίσης τις δυνατότητες παραγωγικής ανασυγκρότησης με έμφαση στην πρωτογενή
παραγωγή.
Οργανώνοντας την κατάρρευση συντάξεων που έχουν επωμιστεί ρόλο
ευρύτερης κοινωνικής πολιτικής και την παραπέρα περικοπή του μισθολόγιου
δημοσίων υπαλλήλων και ΔΕΚΟ. Σ’ αυτή την
Ελλάδα, με επαπειλούμενο το σφράγισμα των οδών προς τη Βόρεια Ευρώπη, μπορεί
ανά πάσα στιγμή να εγκλωβιστούν εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες δρομολογώντας
έκτακτες πολιτικές εξελίξεις.
Σ’ αυτό το πλαίσιο
παρακολουθούμε μια επιταχυνόμενη φθορά της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που δεν
αντανακλά ωστόσο ακόμη σε μαζικές μετατοπίσεις μέσα στην κοινωνία.
Επειδή οι παλιές πολιτικές δυνάμεις συν το Ποτάμι αυτής της
καταθλιπτικά μνημονιακής Βουλής, στην οποία η Αξιωματική Αντιπολίτευση δεν
αξιώνεται να οργανώσει ούτε την εκλογή του αρχηγού της, είναι εξαιρετικά
φθαρμένες. Αυτό βέβαια σημαίνει ότι θα είναι από την αρχή υπονομευμένη και η
προετοιμαζόμενη διεύρυνση των κομμάτων σε συγκυβέρνηση με το ΣΥΡΙΖΑ χάρη στο
μνημονιακό βάθος αυτής της Βουλής: Μια νέα κατάσταση που θα περιπλέξει
εξαιρετικά την άσκηση της κυβερνητικής εξουσίας – ή, μάλλον, τον τρόπο
εφαρμογής των μνημονιακών πολιτικών, που είναι ό,τι απέμεινε στην ελληνική
κυβέρνηση από την άποψη της διακυβέρνησης χάρη στη μνημονιακή εξαλλαγή του
ΣΥΡΙΖΑ.
Και βέβαια επειδή δεν προβάλλει αυτή τη στιγμή η Λαϊκή Ενότητα
– ή οποιοσδήποτε άλλος – ως διέξοδος: Από την άποψη μιας εφικτής πολιτικής
πρότασης, που θα ξεκινά από τις εκρηκτικές ανάγκες μιας ζωής που ασφυκτιά μέσα
στη σημερινή επιδεινούμενη μιζέρια - και θα καθοδηγείται από ένα απελευθερωτικό
όραμα για την κοινωνία, τον εργαζόμενο και προπαντός το νέο άνθρωπο. Από την
άποψη μιας πειστικής επίδειξης ικανότητας διακυβέρνησης, που δε θα
χαρακτηρίζεται από τον ερασιτεχνισμό της πρώτης κυβερνητικής περιόδου του
ΣΥΡΙΖΑ, καθώς θα υπάρχει πραγματικό κυβερνητικό πρόγραμμα κι όχι
αυτοσχεδιασμοί. Και φυσικά από την άποψη ενός ελκτικού πολιτικού προφίλ.
Σήμερα στην Πανελλαδική Σύσκεψη μας ενδιαφέρει να
διερευνήσουμε κυρίως αυτό το δεύτερο «επειδή». Μερικές παρατηρήσεις και -
περισσότερο - ερωτήσεις για σκέψη:
Πρώτον, πρόγραμμα σημαίνει πριν απ’ όλα θέσεις εφαρμόσιμες. Πώς π.χ. από τη θέση για διαγραφή του
μεγαλύτερου μέρους του χρέους φτάσαμε στη χθεσινή εισήγηση να ενσωματώνεται η
θέση ΚΚΕ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ για ολική διαγραφή του χρέους, κάτι που δεν έχει υπάρξει
ποτέ στην ιστορία του κόσμου; Καθώς ακόμα και το χρέος που βρήκε και αρνήθηκε
να πληρώσει η Οκτωβριανή Επανάσταση – τονίζω, Επανάσταση – πληρώθηκε τελικά εξ
ολοκλήρου από τη Ρωσική Ομοσπονδία;
Δεύτερο, ένα εναλλακτικό πρόγραμμα αποδέσμευσης από την
Ευρωζώνη είναι θέμα ενός «πονήματος», όπως λέχθηκε από ομιλητή, που θα μας
μοιραστεί ή μιας διεθνούς διάσκεψης επιστημόνων, για να υιοθετήσουμε ό,τι
αποφασίσει; Μήπως είναι κυρίως θέμα μια σοβαρής προγραμματικής συζήτησης μεταξύ
μας;
Όταν μάλιστα ποτέ πριν δεν έχει υπάρξει αποδέσμευση από το
κοινό νόμισμα μιας ολοκλήρωσης, που έχει εισχωρήσει και στο παραμικρό γρανάζι
λειτουργίας της ελληνικής κοινωνίας; Και όταν μάλιστα απευθυνόμαστε σε ένα
κόσμο που χρειάζεται να πείσουμε και πάλι από την αρχή ότι οι ακολουθούμενες
πολιτικές και η κοινωνία μπορούν ν’
αλλάξουν; Με ορατό κίνδυνο, σε
κάποια αυριανή καμπή το GREXIT να σκάσει στα χέρια μιας κυβέρνησης με συμμετοχή
ΣΥΡΙΖΑ με τον πιο χαώδη, άναρχο και
καταστροφικό τρόπο;
Τρίτο, θεωρούμε τελικά ότι χάσαμε τις εκλογές επειδή δεν
προβάλλαμε καθαρά την προοπτική εξόδου από Ευρωζώνη και ΕΕ; Γι’ αυτό συμπληρώθηκε στη χθεσινή εισήγηση η θέση
της προεκλογικής διακήρυξης για δημοψήφισμα για τη θέση της Ελλάδας στην ΕΕ σε
περίπτωση που ορθωθούν ανυπέρβλητα εμπόδια από μέρους της, με τη διευκρίνιση
ότι σε αυτό το δημοψήφισμα η Λαϊκή Ενότητα θα ψηφίσει «όχι»; Δε μπορώ να δω πιο
καθαρό τρόπο υιοθέτησης - από το παράθυρο - της θέσης ΚΚΕ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ για
έξοδο και από την ΕΕ.
Τέταρτο, σε ποιους τελικά απευθυνόμαστε πολιτικά; Στον κόσμο
του ΚΚΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ; Ή στη μεγάλη δεξαμενή των εργαζόμενων και άνεργων
ανθρώπων που απομακρύνονται από τις μνημονιακές πολιτικές των κομμάτων που
υποστήριζαν, πριν απ’ όλα του ΣΥΡΙΖΑ,
αλλά και της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ; Να θυμίσω ότι τελικά και ο κόσμος του ΣΥΡΙΖΑ δεν
έχει πάνω από τρία χρόνια της όποιας αριστερής διαπαιδαγώγησης, καθώς στη
μεγάλη του πλειοψηφία κερδήθηκε μέσα στην τελευταία τριετία από ΝΔ και ΠΑΣΟΚ.
Πέμπτο, διακρίνω μια υποβάθμιση της μεγάλης μάχης και του
αποτελέσματος του ΟΧΙ με κλειστές τράπεζες, μιας παγκόσμιας μοναδικότητας, που
αποτελεί ίσως τη σημαντικότερη αγωνιστική παρακαταθήκη της μεταπολίτευσης και
ταυτόχρονα το κοντινότερο στην αγωνιστική και αυτόβουλη ενεργοποίηση
εκατομμυρίων ανθρώπων σε περιβάλλον σφοδρής κι απροκάλυπτης επίθεσης από μεριάς
του συνόλου των media.
Μια τέτοια υποβάθμιση προκαλεί προφανώς το γεγονός ότι, μετά
από τη μετατροπή του «όχι» σε «ναι» στην πρακτική πολιτική, οι νέοι άνθρωποι
στην πλειοψηφία τους δε συμμετείχαν στην τελευταία εκλογική μάχη, ενώ οι
μεγαλύτεροι ξαναψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ.
Θεωρούμε ότι αυτό είναι άσχετο με τη μειωμένη ελκτική δύναμη
της δικής μας παρουσίας; Μήπως θεωρούμε ότι η δυναμική του ΟΧΙ εξαντλήθηκε και
δε μπορεί να αντληθεί ξανά δύναμη απ’
αυτήν για τη στήριξη μιας – μελλοντικά - ριζικά διαφορετικής προοπτικής;
Αν ωστόσο κάνω λάθος και δεν υποτιμούμε το ΟΧΙ, τότε δε θα έπρεπε να είναι αυτό
που θα μας καθοδηγήσει σε ποιον κόσμο απευθυνόμαστε με στόχο να ενεργοποιηθεί,
άρα και με τι θέσεις και τρόπους;
Έκτο, να θυμίσω το γεγονός ότι το ΟΧΙ διεμβόλισε όλα τα
κόμματα. Αυτό σημαίνει ότι η Λαϊκή Ενότητα ως μέτωπο θα πρέπει να είναι τόσο
ανοιχτή ώστε να συμπεριλαμβάνει, ως μέλη είτε ως συνεργαζόμενους, όχι μόνο
δυνάμεις της ριζοσπαστικής αριστεράς και της αριστερής σοσιαλδημοκρατίας, αλλά
και ριζοσπαστικές δημοκρατικές πατριωτικές δυνάμεις που αντιτίθενται πριν
απ’ όλα στην εξαέρωση της όποιας
κυριαρχίας είχε απομείνει στη χώρα.
Γενικότερα η Λαϊκή Ενότητα θα πρέπει να παλέψει να
συμπεριλάβει ή να συνεργαστεί με όποια σοβαρή πρωτοβουλία κινείται σήμερα σε
αντιμνημονιακή κατεύθυνση, συμπεριλαμβανομένης και της δράσης Δημάρχων που
αποδεσμεύτηκαν από το ΣΥΡΙΖΑ.
Έβδομο, η επιδίωξη μας, η μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας να
βρεθεί στο προσκήνιο, δε σημαίνει ότι συγκροτούμε ένα κινηματικό φορέα
προσανατολισμένο στην ανάπτυξη κοινωνικών αγώνων. Η Λαϊκή Ενότητα πρέπει να
είναι πολιτικό μέτωπο, που ενισχύει όλους τους αγώνες και την πρωτοβουλιακή
οργάνωση τμημάτων της κοινωνίας ενάντια στις μνημονιακές πολιτικές, ξεκινώντας
από το εργατικό και λαϊκό κίνημα, τα δικαιώματα των εργαζομένων αλλά και των
ανέργων για αξιοπρεπή δουλειά: με τρόπο που να ενώνεται κι όχι ν’ αποχωρίζεται απ’ ό,τι ήδη υπάρχει ως συλλογική μορφή
εκπροσώπησης.
Όγδοο, τίποτα δε μπορεί να γίνει χωρίς κοινωνικές συμμαχίες με
τα μεσαία στρώματα αποσπώντας τα από τις εξαρτήσεις τους από την οικονομική
ολιγαρχία. Αυτό είναι πολύ πιο εύκολο σήμερα, που οι μνημονιακές πολιτικές
μεταμφιεσμένες σε εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ, κατατείνουν απροκάλυπτα στο μαζικό «θάνατο
του εμποράκου», στην καταστροφή νέου κύκλου εκατοντάδων χιλιάδων μικρομεσαίων
επιχειρήσεων: αυτών που κυρίως «κρατούν» και τους υπολειπόμενους εργαζόμενους.
Σήμερα, που οι ίδιες πολιτικές υπονομεύουν με σφοδρότητα τους
τομείς ακριβώς που υπάρχει συγκριτικό πλεονέκτημα από την άποψη μιας πολιτικής
παραγωγικής ανασυγκρότησης προς όφελος του λαού και του τόπου: την αγροτική και
γενικότερα πρωτογενή παραγωγή, τον τουρισμό, την ενέργεια, αλλά και τους
τελευταίους επιζώντες ζωτικούς κλάδους της βιομηχανίας, όπως είναι το φάρμακο.
---------------------------
Η χειρότερη προοπτική μέσα απ’
τη σημερινή κατάσταση είναι τυφλά ξεσπάσματα απόγνωσης χωρίς
συγκεκριμένες διεκδικήσεις, που το σύστημα μέσα απ’ όλη τη γκάμα των μέσων που διαθέτει,
καταστολής όσο και συναίνεσης, τελικά θ’
αφομοιώνει χωρίς ορατά ίχνη πίσω τους.
Η καλύτερη προοπτική – και πιστεύω ότι αποτελεί μια απολύτως
ρεαλιστική προοπτική – είναι, μακριά από θέσεις-πολιτικοϊδεολογικά δοκίμια,
αλλά ξεκινώντας από τις συγκεκριμένες ανάγκες των ανθρώπων, μια αντιπολίτευση
που θα προκαλέσει την επιστροφή της Λαϊκής Ενότητας στο κοινοβούλιο: Για την
ενίσχυση των κοινωνικών αγώνων ενάντια στις μνημονιακές πολιτικές, ικανή να
προκαλεί τα black out στην υιοθέτηση κι εφαρμογή τους που πετύχαινε ο
αντιμνημονιακός ΣΥΡΙΖΑ αλλά, σε αντίθεση μαζί του, με την ενεργή συμμετοχή των
ανθρώπων που αφορούν - ξεκινώντας απ’ το
ασφαλιστικό και την προστασία της λαϊκής στέγης.
Στην προοπτική μιας κυβέρνησης – ας πούμε, λαϊκού μετώπου
- ικανής να κάνει αυτό που δεν κατάφερε
να κάνει η πρώτη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ: Απεμπλοκή από τις μνημονιακές πολιτικές,
με όλες τις εναλλακτικές λύσεις σοβαρά μελετημένες και ανοιχτές.
Είμαστε έτοιμοι να τραβήξουμε σε μια τέτοια κατεύθυνση;