Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Χαμάς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Χαμάς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

ΧΑΜΑΣ: ΑΣ ΑΡΧΙΣΟΥΜΕ ΝΑ ΒΑΖΟΥΜΕ ΣΟΒΑΡΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ.

 

της Lavinia Marchetti

Η δημόσια συζήτηση στη Δύση τείνει να περιορίζει τη Χαμάς σε μια ετικέτα, μιας τρομοκρατικής οργάνωσης, παραλείποντας ωστόσο το ιστορικό πλαίσιο, τις κοινωνικές ρίζες και την ιδεολογική πολυπλοκότητα. Αυτή η προσέγγιση, όπως παρατηρεί ο Baconi, «λειτουργεί πολιτικά, αλλά αποτυγχάνει αναλυτικά: ισοπεδώνει ένα πολυδιάστατο φαινόμενο σε μια ηθική κατηγορία, εμποδίζοντας την κατανόηση των συνθηκών που επέτρεψαν τη γέννησή του και τη διατήρησή του» (Baconi T., Hamas Contained, Stanford University Press, 2018, σ. 5).

Μια αυστηρή ιστορική ανάλυση απαιτεί, αντίθετα, να αναρωτηθούμε πώς προέκυψε η Χαμάς, ποιες σχέσεις είχε με το Ισραήλ και με τους περιφερειακούς παράγοντες, πώς συνδύασε τις κοινωνικές, πολιτικές και στρατιωτικές διαστάσεις και πώς οι πολιτικές περιορισμού συνέβαλαν, παραδόξως, στην εδραίωσή της. Το παρόν άρθρο θέτει ορισμένα μη ιδεολογικά ερωτήματα.

 

 

1. Ιδεολογικές ρίζες και κοινωνική εδραίωση

Το Ισλαμικό Κίνημα Αντίστασης, Χαμάς, ιδρύθηκε επίσημα τον Φεβρουάριο του 1988, στους πρώτους μήνες της Πρώτης Ιντιφάντα, ως παλαιστινιακός κλάδος των Αδελφών Μουσουλμάνων.

Η γένεσή του, ωστόσο, είναι παλαιότερη και έχει τις ρίζες της στο Mujamma al Islami (το Ισλαμικό Κέντρο), μια οργάνωση που ιδρύθηκε στη Γάζα το 1973 από τον σεϊχη Ahmad Yassin, η οποία αφιερώθηκε σε εκτεταμένο κοινωνικό και θρησκευτικό έργο. Αυτή η φάση είναι κρίσιμη για την κατανόηση της μελλοντικής πολιτικής νομιμοποίησης της Χαμάς, καθώς το δίκτυο σχολείων, κλινικών, φιλανθρωπικών κέντρων, νεανικών και αθλητικών συλλόγων λειτουργεί ως υλική και συμβολική υποδομή της εξουσίας της.

Όπως υπενθυμίζει ο Cobban, «η Mujamma δεν παρουσιάζονταν ως πολιτικό κόμμα με τη στενή έννοια του όρου, αλλά ως ένα πυκνό πλέγμα κοινοτικών θεσμών. Σε ένα πλαίσιο κατοχής και περιθωριοποίησης, πρόσφερε δωρεάν εκπαίδευση, βασική ιατρική περίθαλψη, επισιτιστική βοήθεια και, πάνω απ' όλα, ένα αίσθημα ότι ανήκουν κάπου. Αυτή η κοινωνική ριζοσπαστικοποίηση, που χτίστηκε σιωπηλά για περισσότερο από μια δεκαετία, εξηγεί γιατί αργότερα η Χαμάς μπόρεσε να αναδυθεί ως πολιτικός και στρατιωτικός παράγοντας με μια ήδη σταθερή λαϊκή βάση» (Cobban H., Khouri R.G., Understanding Hamas, I.B. Tauris, 2010, σ. 34).

Η Χαμάς ορίζεται από την αρχή ως θρησκευτικό και εθνικό κίνημα, αφοσιωμένο στην απελευθέρωση ολόκληρης της Παλαιστίνης, που θεωρείται μουσουλμανικό waqf (βακούφ) , και καθιερώνει τον «τζιχάντ» κατά του σιωνιστικού σχεδίου ως συλλογική υποχρέωση, χωρίς να κάνει διάκριση μεταξύ των εδαφών που καταλήφθηκαν το 1967 και του υπόλοιπου της χώρας. Το καταστατικό του 1988, ιδρυτικό έγγραφο, κωδικοποιεί αυτή την αρχή με θεολογικούς και πολιτικούς όρους.

 

2. Σχέσεις με το Ισραήλ και στρατηγική διαίρεσης

Στη δεκαετία του 1980, οι σχέσεις μεταξύ της Χαμάς και των ισραηλινών αρχών παρουσίαζαν αντιφατικά στοιχεία. Διάφορες μελέτες, ιδίως των Vuillard και Baconi, δείχνουν ότι το Ισραήλ, σε αυτή τη φάση, δεν θεωρούσε τη Χαμάς ως προτεραιότητα και, σε ορισμένες περιπτώσεις, ανέχονταν ή ακόμη και διευκόλυνε τις δραστηριότητές της, βλέποντας σε αυτές ένα αντίβαρο στον κοσμικό εθνικισμό της ΟΑΠ.

Ο Milton Edwards και ο Farrell το τεκμηριώνουν ρητά: «Ισραηλινοί αξιωματούχοι σε τοπικό επίπεδο ενέκριναν την εγγραφή της Mujamma ως νόμιμης φιλανθρωπικής οργάνωσης, επιτρέποντάς της να λειτουργεί χωρίς τους περιορισμούς που επιβάλλονταν στις οργανώσεις που συνδέονταν με την PLO. Η επιλογή αυτή προήλθε από την πεποίθηση ότι ένα ισλαμιστικό κίνημα, επικεντρωμένο σε θρησκευτικές και κοινωνικές δραστηριότητες, δεν θα μπορούσε να αποτελέσει άμεσο στρατηγικό κίνδυνο. Τότε, η προτεραιότητα του Ισραήλ ήταν να διασπάσει το παλαιστινιακό μέτωπο, μειώνοντας τη διαπραγματευτική δύναμη του Αραφάτ και των υποστηρικτών του» (Milton Edwards B., Farrell S., Hamas: The Quest for Power, C. Hurst & Co., 2010, σ. 56).

Σύμφωνα με τον Vuillard, αυτή η «στρατηγική της αμφισημίας» της δεκαετίας του 1980 και του 1990 δεν ήταν περιστασιακή, αλλά μέρος ενός μακροπρόθεσμου σχεδίου με απρόσμενες συνέπειες: «Η προώθηση, ή τουλάχιστον η μη παρεμπόδιση, της ανάπτυξης της Χαμάς θεωρήθηκε μέσο για την αποδυνάμωση της παλαιστινιακής εθνικής συνοχής. Αλλά με την πάροδο του χρόνου, αυτή η πολιτική συνέβαλε στη δημιουργία ενός παράγοντα ικανό να αντισταθεί στρατιωτικά και πολιτικά στην κατοχή με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα από ό,τι είχε προβλεφθεί» (Vuillard Y., Israël Gaza Hamas, Éditions Libertalia, 2024, σ. 102).

 

 

3. Πολιτικές εξελίξεις και κυβέρνηση της Γάζας

Η εκλογική νίκη της Χαμάς τον Ιανουάριο του 2006 σηματοδοτεί μια καμπή. Η οργάνωση, που ήταν ήδη κοινωνικά και στρατιωτικά εδραιωμένη, αποκτά άμεση πολιτική νομιμότητα. Η ρήξη με τη Φατάχ το 2007 οδηγεί σε εδαφική και θεσμική αντιπαράθεση, με τη Χαμάς να κυβερνά τη Γάζα και την Παλαιστινιακή Αρχή να διατηρεί τον έλεγχο της Δυτικής Όχθης.

Όπως σημειώνει η Paola Caridi, «η Χαμάς βρίσκεται ξαφνικά να ασκεί κρατικές λειτουργίες, διαχείριση των συνόρων, είσπραξη φόρων, διοίκηση και δικαιοσύνη, διατηρώντας παράλληλα τον στρατιωτικό της βραχίονα, τις Ταξιαρχίες Ιζζ αλ-Ντιν αλ-Κασάμ. Αυτός ο διπλός ρόλος, κυβέρνηση και ένοπλη οργάνωση, διαμόρφωσε μια πολιτική οντότητα sui generis, στην οποία η λογική της ασφάλειας και της κοινωνικής πρόνοιας αλληλεπικαλύπτονται συνεχώς» (Caridi P., Hamas, Feltrinelli, 2009, σ. 211).

 

 

4. Διπλωματία, συμβιβασμοί και το έγγραφο του 2017

Η πολιτική εξέλιξη της Χαμάς γνωρίζει μια σημαντική καμπή με τη δημοσίευση, την 1η Μαΐου 2017, ενός νέου πολιτικού εγγράφου που, αν και δεν αντικαθιστά επίσημα το Χάρτη του 1988, εισάγει στοιχεία στρατηγικής αναθεώρησης. Το κείμενο επαναπροσδιορίζει τον άμεσο στόχο, την αποδοχή της δημιουργίας ενός παλαιστινιακού κράτους εντός των συνόρων του 1967 ως προσωρινή «φόρμουλα εθνικής συναίνεσης», χωρίς ωστόσο να αναγνωρίζει το κράτος του Ισραήλ. Ο αγώνας στρέφεται ρητά κατά του «σιωνιστικού σχεδίου» και όχι κατά του ιουδαϊσμού ως θρησκείας.

Όπως γράφει η Leila Seurat: «Το έγγραφο αυτό αποτελεί μια τακτική στροφή. Η Χαμάς προσπαθεί να παρουσιαστεί ως νόμιμος πολιτικός παράγοντας, διαχωρίζοντας την αντίθεση στον σιωνισμό από την απόρριψη του ιουδαϊσμού. αποκρούσει τις κατηγορίες για αντισημιτισμό και να δείξει διαθεσιμότητα για εδαφικές παραχωρήσεις. Ωστόσο, το κείμενο επαναβεβαιώνει το δικαίωμα στην ένοπλη αντίσταση, επισημαίνοντας ότι η νέα στάση δεν συνεπάγεται αποστρατιωτικοποίηση ούτε στρατηγική παραίτηση» (Seurat L., The Foreign Policy of Hamas, I.B. Tauris, 2022, σ. 154).

Το έγγραφο, αποτέλεσμα μιας εσωτερικής συζήτησης που κράτησε χρόνια, αποτελεί επίσης ένα μήνυμα προς τους περιφερειακούς παράγοντες με τους οποίους η Χαμάς διατηρεί σχέσεις, την Αίγυπτο, το Κατάρ, την Τουρκία και το Ιράν, και εντάσσεται σε μια ευρύτερη διπλωματική στρατηγική, η οποία αποσκοπεί στην εξισορρόπηση των αναγκών της πολιτικής επιβίωσης με την πίστη στη μαχητική βάση.

 

 

5. Η ισραηλινή τακτική και τα παράδοξα της

Η πιο πρόσφατη βιβλιογραφία έχει επισημάνει ότι, από το 2007, το Ισραήλ ακολουθεί μια πολιτική ανάσχεσης (political containment), η οποία επίσημα αποσκοπεί στον περιορισμό γενικά των επιχειρησιακών δυνατοτήτων της Χαμάς, αλλά στην πράξη έχει συμβάλει στην ενίσχυση της εδραίωσής της.

Ο Tareq Baconi παρατηρεί: «Η ιδέα της ανάσχεσης της Χαμάς σήμαινε, στην πράξη, τη διατήρηση της Λωρίδας της Γάζας  υπό αυστηρότατο αποκλεισμό, επιτρέποντας ταυτόχρονα στη Χαμάς να κυβερνά, να εισπράττει φόρους, να ελέγχει το έδαφος και να διαχειρίζεται τις ροές αγαθών. Αυτή η επιλογή μετέτρεψε τη Χαμάς σε μια de facto αρχή, σταθεροποιώντας την εσωτερική της εξουσία. Ο περιορισμός έγινε ένας μηχανισμός συνδιαχείρισης της πολιορκίας, στον οποίο το Ισραήλ και η Χαμάς, αν και αντίπαλοι, βρήκαν μια μορφή εχθρικής συνύπαρξης» (Baconi T., Hamas Contained: The Rise and Pacification of Palestinian Resistance, Stanford University Press, 2018, σ. 219).

Ο Erik Skare, στην ανάλυσή του, προσθέτει ότι αυτή η πολιτική είχε μακροπρόθεσμα αποτελέσματα: «Ο περιορισμός των βραχυπρόθεσμων ζημιών σήμαινε ότι επιτράπηκε στη Χαμάς να οργανώσει μια αυτόνομη και άρτια οργανωμένη στρατιωτική δύναμη. Όταν, το 2023, η Χαμάς ξεκίνησε μια επιχείρηση μεγάλης κλίμακας, το Ισραήλ βρέθηκε αντιμέτωπο με έναν αντίπαλο που, με την πάροδο του χρόνου, είχε καταφέρει να ενισχύσει την επιθετική του ικανότητα μέσα στο ίδιο το σύστημα περιορισμού» (Skare E., Road to October 7, Verso, 2024, σ. 303).

 

 

6. Η Γάζα υπό πολιορκία και η 7η Οκτωβρίου 2023

Πριν από την 7η Οκτωβρίου 2023, η Λωρίδα της Γάζας ζούσε για δεκαέξι χρόνια σε συνθήκες μόνιμης πολιορκίας. Ο περιορισμός της κυκλοφορίας προσώπων και αγαθών, η χρόνια έλλειψη νερού και ηλεκτρικού ρεύματος, η υψηλή ανεργία και η κατάρρευση των υπηρεσιών υγείας είχαν δημιουργήσει ένα περιβάλλον καθημερινής επιβίωσης.

Η Paola Caridi περιγράφει ως εξής την προϋπάρχουσα κατάσταση: «Η Γάζα είναι μια φυλακή υπό ανοιχτό ουρανό. Τα δύο εκατομμύρια κατοίκων της εξαρτώνται από άδειες και ελέγχους για να βγουν και να επιστρέψουν, ενώ όλες οι υποδομές βρίσκονται υπό συνεχή πίεση. Τα νοσοκομεία λειτουργούν κατά διαστήματα, τα οικοδομικά υλικά υπόκεινται σε εμπάργκο και η άτυπη οικονομία βασίζεται στο λαθρεμπόριο μέσω των τούνελ. Αυτή είναι η πραγματικότητα που προηγείται κάθε έκρηξης βίας, το έδαφος στο οποίο ωριμάζουν οι πολιτικές και στρατιωτικές αποφάσεις» (Caridi P., Hamas, Feltrinelli, 2009, σ. 295).

Στις 7 Οκτωβρίου, η επιχείρηση «Al Aqsa Flood» για ένα σημαντικό μέρος του παλαιστινιακού πληθυσμού ήταν μια πράξη αντι-αποικιακής αντίστασης. Σε ένα σημαντικό απόσπασμα, ο Skare υπογραμμίζει την διαφορά αντιλήψεων: «Αυτό που στη Δύση χαρακτηρίζεται αμέσως ως τρομοκρατία, στη Γάζα και σε μεγάλο μέρος του αραβικού κόσμου ερμηνεύεται ως μια πράξη απελευθέρωσης από μια παρατεταμένη στρατιωτική κατοχή. Αυτή η διαφορετική ερμηνεία δεν είναι μόνο πολιτική, αλλά και επιστημολογική, αφορά το δικαίωμα να ονομάζουμε τη βία, να αποφασίζουμε ποιος είναι ο θύτης και ποιος είναι το θύμα» (Skare E., Road to October 7, Verso, 2024, σ. 412).

 

 

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Η ιστορία της Χαμάς είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τρία δομικά στοιχεία: την ισραηλινή στρατιωτική κατοχή, τον κατακερματισμό του παλαιστινιακού μετώπου και την ικανότητα του κινήματος να ριζώσει κοινωνικά. Σε διάστημα πάνω από τριάντα πέντε χρόνια, η Χαμάς εξελίχθηκε από ένα ισλαμιστικό φιλανθρωπικό δίκτυο σε de facto κυβέρνηση της Λωρίδας της Γάζας, διατηρώντας παράλληλα έναν αυτόνομο στρατιωτικό βραχίονα και μια ευέλικτη διπλωματική στρατηγική.

Όπως συνοψίζει ο Milton Edwards : «Για να κατανοήσουμε τη Χαμάς πρέπει να αντιμετωπίσουμε την αντίφαση ενός κινήματος που είναι ταυτόχρονα ένοπλος παράγοντας και πάροχος υπηρεσιών, εκφραστής μιας θρησκευτικής ιδεολογίας και ρεαλιστής διαπραγματευτής, ανθεκτικός και κυβερνήτης. Η πορεία της αμφισβητεί τις απλοϊκές αναλυτικές κατηγορίες και μας υποχρεώνει να λάβουμε υπόψη το βάρος της ισραηλινής πολιτικής στην διαμόρφωση της μορφής και των δυνατοτήτων δράσης της» (Milton Edwards B., Farrell S., Hamas: The Quest for Power, C. Hurst & Co., 2010, σ. 289).

Η επιχείρηση της 7ης Οκτωβρίου 2023 αποτέλεσε τη σοβαρότερη ρήξη των τελευταίων δεκαετιών, αλλά έχει τις ρίζες της σε μακρές και πολυεπίπεδες ιστορικές δυναμικές. Το να διαβάζουμε τη Χαμάς μόνο μέσα από αυτό το γεγονός, χωρίς να ανακατασκευάζουμε το πλαίσιο, ισοδυναμεί με την παραίτηση από την κατανόηση της φύσης της ισραηλινοπαλαιστινιακής σύγκρουσης και τα μόνιμα δομικά αιτιά της.

Lavinia Marchetti

Πώς δημιουργήθηκε το Ισραήλ και πώς η Παλαιστινιακή Αρχή μετατράπηκε σε εργολάβο της κατοχής

 

Ευρωπαίοι Εβραίοι φτάνουν στη Χάιφα της Παλαιστίνης το 1946  ASSOCIATED PRESS



Ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Βηρυτού, Νικόλας Κοσματόπουλος "φωτίζει" για λογαριασμό των αναγνωστών άγνωστες ιστορικές πτυχές του παλαιστινιακού προβλήματος και αναδεικνύει τη διαχρονική υποκρισία της Δύσης.

Νίκος Γιαννόπουλος

16 Μαΐου 2021 07:08

Μπορεί κανείς να ισχυριστεί (και να τεκμηριώσει τον λόγο του) ότι Ισραήλ και Παλαιστίνη εκκινούν από την ίδια ακριβώς αφετηρία και ότι έχουν ακριβώς την ίδια ευθύνη για το γεγονός ότι η αιματοχυσία συνεχίζεται στην περιοχή τους ακόμα και εν έτει 2021; Η αλήθεια είναι πως όχι. Διότι κατά τους δύο προηγούμενους αιώνες έλαβαν χώρα πολύ σημαντικά ιστορικά γεγονότα, τα οποία οι περισσότεροι είτε αγνοούν είτε δεν προσεγγίζουν σωστά. Στη συζήτηση που είχαμε με τον Νικόλα Κοσματόπουλο, ο Έλληνας καθηγητής στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο της Βηρυτού ξεδίπλωσε αρκετές από τις πτυχές που έχουν επηρεάσει τις σχέσεις των Παλαιστινίων με τους Εβραίους τα τελευταία 200 χρόνια. Από την επιθυμία του Ναπολέοντα για τον εξοβελισμό των Εβραίων από την Ευρώπη, την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ το 1948, τον πόλεμο των επτά ημερών του 1967 και την συμφωνία του Όσλο που αποδείχθηκε πουκάμισο αδειανό μέχρι τη σημερινή κυριαρχία της Χαμάς, τον κυνικό Μπέντζαμιν Νετανιάχου αλλά και την αφελή ελληνική εξωτερική πολιτική.

 

Κ. Κοσματόπουλε, σας ευχαριστώ που δεχθήκατε να κάνουμε αυτήν την κουβέντα. Θα ήθελα να ξεκινήσουμε από την ιστορική αναδρομή του παλαιστινιακού ζητήματος, διότι πολύς κόσμος δεν γνωρίζει τις λεπτομέρειες οι οποίες, ωστόσο, έχουν μεγάλη σημασία...

 

Καταρχάς να πούμε ότι μια σύντομη αναδρομή που θα επιχειρήσω εδώ σίγουρα δεν καλύπτει πολλές πλευρές ενός ιδιαίτερα πολύπλοκου ζήτήματος. Βασικό είναι ότι το ζήτημα ξεκινάει πολύ πριν την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ και της Παλαιστινιακής Νάκμπα - Καταστροφής - το 1948. Με μια έννοια, ξεκινάει με την Ναπολεόντεια κατοχή της Αιγύπτου και της Συρίας το 1798, όταν πρωτοδιατυπώνεται από τον Γάλλο αποικιοκράτη η ιδέα για ένα κράτος των Ευρωπαίων Εβραίων εκτός Ευρώπης. Το συγκεκριμένο πλάνο πρέπει να το κατανοήσουμε στο πλαίσιο τόσο της εξάπλωσης της αποικιοκρατίας στον πλανήτη, όσο και του αντισημιτισμού στη χριστιανική Ευρώπη. Απέναντι σε αυτό το ζήτημα και την ανάδειξη ομογενοποιημένων εθνικών κρατών, οι Εβραίοι θεωρήθηκαν από εθνικές ελίτ ως παρίες, απέναντι στους οποίους τα ευρωπαϊκά κράτη ακολούθησαν διαφορετικές πολιτικές, όπως έχει δείξει ο ιστορικός Έντσο Τραβέρσο στο συγκλονιστικό βιβλίο του για την εβραϊκή νεωτερικότητα.

 

Όταν λέτε διαφορετικές πολιτικές τι εννοείτε;

 Στη Γαλλία, ας πούμε, επικράτησε το δόγμα των Εβραίων του κράτους, η αντίληψη ότι οι Εβραίοι μπορούν να υπηρετήσουν το κράτος σε γραφειοκρατικές θέσεις. Στη Γερμανία-Αυστροουγγαρία υπήρξαν τάσεις αποκλεισμού τους από πολλά στρατηγικά επαγγέλματα, με αποτέλεσμα μέλη των εβραϊκών κοινοτήτων να στραφούν προς τις επιστήμες-θετικές και θεωρητικές- και να μεγαλουργήσουν με κλασικά παραδείγματα τους Φρόυντ κι Αϊνστάιν. Ο ευρωαποικιακός αντισημιτισμός προϋπήρχε της ναζιστικής Γερμανίας. Για πολλούς Ευρωπαίους εθνικιστές της εποχής, οι Εβραίοι αποτελούσαν μία εξίσωση που παρέμενε άλυτη. Ως θύματα του ευρωαποικιακού ρατσισμού, οι Εβραίοι διανοούμενοι συζητούσαν την καλύτερη λύση, με πολλούς από αυτούς να επιλέγουν τον σοσιαλιστικό διεθνισμό ως απάντηση.

 

Ωστόσο, μέσα από την εβραϊκή κοινότητα - ειδικά στον γερμανόφωνο χώρο - ξεπήδησε μία τάση η οποία προώθησε την ιδέα ενός εβραϊκού έθνους, μετατρέποντας έτσι την θρησκεία τους σε μια ιδεατή "κοινότητα αίματος" στα πρότυπα του γερμανικού εθνικισμού. Κι έτσι γεννήθηκε ο σιωνισμός ως ένας συνδυασμός εθνικοποίησης της εβραϊκής θηρσκείας κι ενός αποικιοκρατικού σχεδίου εκτός Ευρώπης στο πλαίσιο της τότε εξελισσόμενης αποικιοκρατικής επέκτασης της Δύσης σε όλον τον κόσμο. Ήδη από το 1870 ο πλανήτης έχει χωριστεί σε ζώνες κυριαρχίας των αποικιοκρατών, Βέλγων, Άγγλων, Γάλλων, Ιταλών, Γερμανών και άλλων. Για τον τόπο στον οποίο θα ιδρυόταν το κράτος υπήρχαν διάφορες προτάσεις. Υπήρξαν προτάσεις για την Νότια Αμερική, μέρη της Αφρικής, αλλά για ιστορικούς-θεολογικούς λόγους προτιμήθηκε η Παλαιστίνη ως η καλύτερη λύση.

 

Πότε αυτό;

 Το 1897 έχουμε την πρώτη ουσιαστική προσπάθεια προς αυτήν την κατεύθυνση με το σιωνιστικό συνέδριο στην Βέρνη της Ελβετίας. Η λύση αυτή άρχισε να προωθείται μεταξύ των εβραϊκών κοινοτήτων, αλλά και των ευρωπαϊκών ελίτ. Οι Σιωνιστές ηγέτες προώθησαν αυτήν την ιδέα σε συνεργασία με την ευρωπαϊκή αποικιοκρατία και την ιδεολογία του εκπολιτισμού των βαρβάρων. Η πιθανότητα ίδρυσης ενός εβραϊκού εθνικού κράτους στην Παλαιστίνη έγινε πολύ περισσότερο ρεαλιστική, όταν κατέρρευσε η Οθωμανική Αυτοκρατορία το 1914 και τις τύχες της ευρύτερης περιοχής της Μέσης Ανατολής ανέλαβαν, ως γνωστόν, οι Αγγλογάλλοι. Η Κοινωνία των Εθνών έδωσε το πληρεξούσιο για την κατοχή της περιοχής. Το 1916 οι δύο μεγάλες δυνάμεις, η Αγγλία και η Γαλλία, έκοψαν και έραψαν τη Μέση Ανατολή ανάλογα με τις σφαίρες επιρροής τους. Η Παλαιστίνη πέρασε στους Άγγλους, η Συρία στους Γάλλους κ.τ.λ.

 

Το 1917 ο Μπαλφούρ, ο επικεφαλής της βρετανικής διπλωματίας, με επίσημη ανακοίνωση παραχωρεί το δικαίωμα για μία εβραϊκή εθνική εστία στη γη της Παλαστίνης. Έχει σημασία να αναφέρουμε ότι ο Μπαλφούρ ήταν ένας αντισημίτης υπουργός. Πάρα πολλοί υποστηρικτές του Σιωνισμού στην Ευρώπη ήταν αντισημίτες και ήθελαν τους Εβραίους εκτός Ευρώπης. Αυτός είναι ο λόγος της παράλογης συμμαχίας αντισημιτών και σιωνιστών που σε διαφορετικές εκφάνσεις υπάρχει ακόμα και σήμερα. Για παράδειγμα, οι πιο φανατικοί σύμμαχοι του Ισραήλ στις ΗΠΑ είναι οι φονταμενταλιστές Προτεστάντες Χριστιανοί που χρηματοδοτούν πολιτικούς, σπιλώνούν αντιπάλους, επιτίθενται στον ΟΗΕ και στηρίζουν τυφλά το Ισραήλ.

 

Τελικώς κάτω από ποιες συνθήκες φτάνουμε στην ίδρυση του κράτους του Ισραήλ το 1948;

 Οι Παλαιστίνιοι, όπως ήταν αναμενόμενο, αντέδρασαν σε αυτό το σχέδιο της ίδρυσης ενός ευρω-αποικιοκρατικού στη γη τους, από πολύ νωρίς. Το 1922 πάντως η Κοινωνία των Εθνών εγκρίνει το αγγλικό σχέδιο και ουσιαστικά του προσφέρει τη μέγιστη δυνατή νομιμοποίηση από τη Δύση. Το 1933 ξεσπούν μεγάλες διαμαρτυρίες κι απεργίες των γηγενών και εν συνεχεία μια μεγαλειώδης παλαιστινιακή εξέγερση, την οποία καταπνίγουν οι Άγγλοι. Το 1938 ένα γκρουπ οπλισμένων σιωνιστών αρχίζει επιθέσεις προς τους Παλαιστίνιους και το 1939 διαλύουν και καταστέλλουν την αραβική εξέγερση που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη από το 1936.

 

Το 1942 διεξάγεται η μεγάλη συνάντηση των σιωνιστών στη Νέα Υόρκη και εκεί οι ΗΠΑ μπαίνουν στο πλάνο της υποστήριξης του σιωνισμού. Το 1946 η Χαγκανά και η Στερνγάνκ - ομάδες οπλιτών- αρχίζουν στρατιωτική δράση εναντίον Άγγλων και Παλαιστινίων ταυτόχρονα. Το 1947 με το ψήφισμα 181 του ΟΗΕ αποφασίζεται η ίδρυση δύο κρατών με την οποία όμως οι Ισραηλινοί παίρνουν γη δυσανάλογα περισσότερη του πληθυσμού τους. Οι Παλαιστίνιοι απορρίπτουν αυτό το πλάνο και το 1948 αρχίζει ένοπλη σύρραξη, στην οποία πρωτοστατούν οργανώσεις-προπομπές του μετέπειτα ισραηλινού στρατού. Κι εδώ μπαίνει σε εφαρμογή το plan dalet, ένα πλάνο εθνοκάθαρσης και μαζικής εκδίωξης του ιθαγενικού πληθυσμού και καταστροφής ολόκληρων χωριών και πόλεων (βλ. Ilan Pappe, The Ethnic Cleansing Of Palestine).

 


Εβραίοι μετανάστες πριν μπουν στο καμπ του Αθλίτ. Τους υποδέχονται Παλαιστίνιοι αστυνομικοί.


Τον Μάιο του 1948 ιδρύεται το κράτος του Ισραήλ το οποίο αναγνωρίζουν αμέσως τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Σοβιετική Ένωση. Κατά τη γνώμη μου, οι Σοβιετικοί έκαναν λάθος στην εκτίμησή τους. O OΗΕ, με το ψήφισμα 194, καθιστά ξεκάθαρο ότι οι Παλαιστίνιοι πρόσφυγες πρέπει να επιστρέψουν στις εστίες τους, αλλά από τότε μέχρι και σήμερα αυτοί οι άνθρωποι παραμένουν πρόσφυγες.

 

Μιλάμε δηλαδή για τρεις, τουλάχιστον, γενιές προσφύγων...

 Υπάρχουν άνθρωποι που γεννήθηκαν και πέθαναν σε στρατόπεδα Παλαιστίνιων προσφύγων. Η Δύση για να αντιμετωπίσει αυτό το πρωτοφανέρωτο προσφυγικό κύμα ίδρυσε την περίφημη UNRWA η οποία αποτελεί το μοντέλο πάνω στο οποίο χτίστηκε η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες.

 

Τι σηματοδοτεί στη συνέχεια ο πόλεμος των έξι ημερών του 1967;

 Ας δούμε πρώτα πώς ήταν ο κόσμος το 1967. Εκείνη την περίοδο καταγραφόταν μία ανάδυση του παγκόσμιου νότου με το αντιαποικιακό κίνημα. Τέτοιου είδους κινήματα είχαμε στην Γκάνα, την Κούβα, την Αλγερία, το Βιετνάμ και αλλού. Υπήρχε, επίσης, το Κίνημα των Αδέσμευτων στο οποίο πρωτοστατούσε η Αίγυπτος του Νάσερ. Την ίδια ώρα το Ισραήλ δεν επιθυμούσε σε καμία περίπτωση το παλαιστινιακό να συνδεθεί με το αντι-αποικιακό πλαίσιο. Από την αρχή της πορείας του κράτους τους, οι Ισραηλινοί θέλησαν να αποσιωπήσουν τους δεσμούς του σιωνισμού με την αποικιοκρατία, αλλά και κάθε σύγκριση μεταξύ του Ισραήλ και του απαρτχάιντ της Νοτίου Αφρικής, την οποία όμως εκείνη την περίοδο έκαναν πολλά αντι-αποικιακά κινήματα.

 

Το 1967 λοιπόν δεν λαμβάνει χώρα μόνο μία σύγκρουση μεταξύ Ισραήλ και Αράβων. Είναι μία σύγκρουση μεταξύ αποικιοκρατίας και αντιαποικιακού κινήματος. Το παλαιστινιακό, έτσι και αλλιώς, είναι ένα παγκόσμιο ζήτημα με πλευρές που αφορούν όλο τον πλανήτη. Υπό αυτήν την έννοια, η νίκη του Ισραήλ το 1967 ήταν μία νίκη της αποικιοκρατίας, σε στρατιωτικό και πολιτικό επίπεδο, εναντίον ενός αντιαποικιακού κινήματος το οποίο συγκροτούσαν η Παλαιστίνη, η Αίγυπτος του Νάσερ και η Συρία.

 

Ως πρόταση έβαζαν ένα κοινό κράτος, Εβραίων, Χριστιανών και Μουσουλμάνων στη γη της Παλαιστίνης. Αυτό προέβλεπε και το προσχέδιο της PLO το 1969, ένα ενιαίο κράτος κόντρα στην πολιτική του Ισραήλ να επιβάλει ένα "εθνοκαθαρτικό" μοντέλο στην περιοχή. Το 1967 τελειώνει η ελπίδα για την αραβική ανεξαρτησία και ένωση την οποία πολέμησαν οι Δυτικοί από την αρχή της. Οι Ευρωπαίοι ήταν ενάντια σε κάθε είδους πολιτικής ένωσης σε μια περιοχή με κοινή γλώσσα και πανταχού παρούσες θρησκείες, παρά το γεγονός ότι στην ήπειρό τους είχαν ήδη ξεκινήσει να εφαρμόζουν το σχέδιο που αργότερα κατέληξε στη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

 

Πώς εξηγείτε την πρωτοκαθεδρία της Χαμάς σήμερα στην Παλαιστίνη; Πώς προκύπτει αυτό ενώ τα προηγούμενα χρόνια η Φατάχ ήταν πολύ μαζική και εξέφραζε την πλειοψηφία;

 Πρέπει, αρχικά, να πάμε λίγο πίσω, στο 1987 έτος κατά το οποίο λαμβάνει χώρα η πρώτη Ιντιφάντα. Λίγο πιο πίσω, το 1982, οι Παλαιστίνιοι μαχητές αποχώρησαν από τη Βηρυτό κι έφτασαν στην Τυνησία. Και εκεί που όλοι νόμιζαν ότι το παλαιστινιακό ζήτημα έχει τελειώσει με οριστική ήττα των Παλαιστίνιων (οι Ισραηλινοί ήδη πανηγύριζαν για την τριχοτόμηση του παλαιστινιακού πληθυσμού) άρχισε η Ιντιφάντα από τους Παλαιστίνιους στο εσωτερικό της χώρας και στα κατεχόμενα. Άρχισαν, εν συνεχεία, οι διαπραγματεύσεις οι οποίες τελικά οδήγησαν στην προβληματική συμφωνία του Όσλο, το 1993, με την οποία κάτω από το βάρος της γεωπολιτικής αλλαγής (με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης), οι Παλαιστίνιοι αναγνωρίζουν το κράτος του Ισραήλ, ενώ οι ίδιοι αποδέχονται ένα αρχιπέλαγος εδαφών και μια αόριστη υπόσχεση δημιουργίας κράτους στο μέλλον. Ήταν μια συμφωνία ειρήνης που απλά συνέχιζε τον πόλεμο με άλλα μέσα.

 

Ο Γιάσερ Αραφάτ, ο Γιτζάκ Ράμπιν και ο Σιμόν Περές φωτογραφίζονται με τα βραβείο Νόμπελ Ειρήνης στο Οσλο στις 10 Δεκεμβρίου του 1994.

 

Γιατί το λέτε αυτό;

Διότι οι Ισραηλινοί ζήτησαν από τους Παλαιστίνιους να αναγνωρίσουν το κράτος του Ισραήλ χωρίς να τους δίνουν το δικαίωμα να ιδρύσουν το δικό τους κράτος. Την ίδια στιγμή, έλεγξαν την πολιτική του ηγεσία μέσα από χρηματοδοτήσεις και άνοιξαν το δρόμο για συνεχόμενους εποικισμούς μέσα από την καντονοποίηση της Δυτικής Όχθης. Τελικά δημιούργησαν μια βιομηχανία "ειρήνης", μέσα από την οποία η Παλαιστινιακή Αρχή μετατραπήκε σε εργολάβο της ισραηλινής κατοχής. Δόθηκαν, για παράδειγμα, πολλά κονδύλια για τη δημιουργία της παλαιστινιακής αστυνομίας, η οποία κατα κόρον χρησιμοποιήθηκε κατά των Παλαιστινίων. Η Παλαιστινιακή Αρχή φυλάκισε-και έχει ακόμα στις φυλακές-Παλαιστίνιους αγωνιστές απαλλάσσοντας από τον κόπο και τα έξοδα την κατοχική δύναμη. Ένα γνωστό σενάριο σε αποικιοκρατικές καταστάσεις αλλού.

 

Άρα, κάπως έτσι αυξάνεται και η δημοφιλία της Χαμάς στον πληθυσμό...

 

Ακριβώς. Η Χαμάς προκύπτει ως ένα ανεξάρτητο αδιάφθορο κίνημα εναντίον της συνεργασίας της Παλαιστινιακής Αρχής με το Ισραήλ και κερδίζει τις εκλογές του 2006. Οι εκλογές όμως, αν και ήταν οι δημοκρατικότερες που είχαν γίνει ποτέ στον αραβικό κόσμο, δεν αναγνωρίζονται από την Δύση και η διάσπαση παίρνει χαρακτηριστικά ένοπλης ενδοπαλαιστινιακής διαμάχης. Η Δύση ανακηρύσσει τον νικητή των εκλογών τρομοκράτη κι ανέχεται το εμπάργκο της Γάζας που συνεχίζεται μέχρι και σήμερα, αποκόπτοντας την περιοχή από την Δυτική Όχθη και τον υπόλοιπο πλανήτη ουσιαστικά.

 

Στη Δυτική Όχθη ο Αμπάς εξελίσσεται ουσιαστικά σε μία μαριονέττα του Ισραήλ συνεχίζοντας το μοντέλο υποκατάστασης της κατοχής. Την ίδια στιγμή, το Ισραήλ - και τώρα μερικές χώρες στη Δύση- πολέμησαν με νύχια και με δόντια το μη βίαιο κίνημα του BDS - Μποϋκοτάζ, Κυρώσεις, Αποεπενδύσεις - φράζοντας έτσι τον δρόμο προς κάθε ειρηνική διαμαρτυρία. Αν θυμάστε, ελεύθεροι σκοπευτές σημάδευαν γόνατα και γυμνά στήθη στις ειρηνικές πορείες της Παρασκευής όλον τον προηγούμενο καιρό.

 

Για τα γεγονότα που εξελίσσονται τώρα στην περιοχή, μία εξήγηση έχει να κάνει με τα αδιέξοδα που αντιμετωπίζει ο Νετανιάχου στην εσωτερική πολιτική σκηνή του Ισραήλ. Απειλείται και με φυλάκιση καθώς έχει εμπλακεί σε σημαντικές υποθέσεις διαφθοράς. Άρα ωθεί την κατάσταση στα άκρα. Είναι επαρκής αυτή η εξήγηση;

 

Μερικώς μόνο. Η πολιτική του Νετανιάχου σίγουρα παίζει έναν κομβικό ρόλο, πρόκειται για έναν κυνικό πολιτικό ο οποίος καταφεύγει στον εθνικισμό, όπως συχνά κάνουν πολιτικοί για να αποπροσανατολίσουν. Είναι όμως μόνο μέρος του προβλήματος.

Είναι βασικό ότι οι πληθυσμοί που αυτήν τη στιγμή ξεσηκώνονται, όχι μόνο στην Ιερουσαλήμ, αλλά και αλλού στο Ισραήλ, έχουν απομονωθεί πολιτικά κι έχουν εξωθηθεί στη φτώχεια. Ζουν στην καθημερινότητά τους το απαρτχάιντ μέσα από πολιτικές οι οποίες, για παράδειγμα, προβλέπουν υποχρηματοδότηση των αραβικών σχολείων του Ισραήλ. Γειτονιές Παλαιστινίων στις λεγόμενες mixed cities σπρώχνονται επίσης στη βία και στην ανομία και διαμορφώνονται έτσι συνθήκες αμερικανικών γκέτο, όπου κυριαρχεί η ενδοπαλαιστινιακή βία, Παλαιστινίων εναντίον Παλαιστινίων.

 

Στη δε Ιερουσαλήμ συνεχίζεται ο εποικισμός κανονικά. Απλώς αυτήν τη φορά ξεχείλισε το ποτήρι και γίνονται αυτά που γίνονται. Ο καταδικασμένος Πρωθυπουργός του Ισραήλ θέλησε να προσεταιριστεί τους ακροδεξιούς εθνικιστές. Μία επίθεση κατά των Παλαιστινίων φέρνει ψήφους και στήριξη από το εθνικιστικό στρατόπεδο. Ωστόσο, και ο υποτιθέμενος φιλελεύθερος ηγέτης, Μπένυ Γκαντς λέει ότι η Γάζα πρέπει να ισοπεδωθεί. Αυτή η ρητορική δηλαδή, της εθνοκάθαρσης, δεν αφορά μόνο τον Νετανιάχου. Τα τελευταία χρόνια έχει επεκταθεί σε μεγάλο πολιτικό φάσμα στη χώρα.

 

Από την άλλη, παρατηρούμε για πρώτη φορά Παλαιστίνιους να ξεσηκώνονται με ένα κοινό πλαίσιο ιστορικής ανάλυσης το οποίο λέει: Είμαστε πρόσφυγες στην ίδια μας τη χώρα, είμαστε θύματα ενός απαρτχάιντ, μιας συνεχιζόμενης Νάκμπα. Υπάρχει μία ποιοτική αλλαγή στο πώς αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους ως δεύτερης και τρίτης διαλογής πολίτες του κράτους. Οι Παλαιστίνιοι που ζουν εντός καταλαβαίνουν ότι πλέον δεν έχουν τίποτα να χωρίσουν σε σχέση με τους εκτός των τειχών. Βλέπουν, αντίθετα, ότι όλοι είναι θύματα του θεσμικού ρατσισμού του ισραηλινού κράτους.

 

Θα ήθελα να κλείσουμε με τη στάση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στο ζήτημα τα τελευταία 40 χρόνια. Φτάσαμε από τον πολιτικό "έρωτα" του Ανδρέα Παπανδρέου για τον Γιάσερ Αραφάτ στα τριεθνή σχήματα με το Ισραήλ με στόχο, προφανώς, την απομόνωση της Τουρκίας. Έλληνες Υπουργοί σήμερα δηλώνουν δημοσίως ότι στηρίζουν απόλυτα το Ισραήλ. Πώς έχει γίνει αυτό; Πώς την κρίνετε την ελληνική εξωτερική πολιτική σε αυτό το ζήτημα;

 

Σίγουρα είναι αφελής σε πολλαπλές αναγνώσεις. Καταρχάς, αποξενώνει μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας στις χώρες της περιοχής. Πρόκειται για πολιτική που στοχεύει μόνο στις ελίτ. Η κυβέρνηση λέει ότι την ενδιαφέρουν μόνο οι κυβερνήσεις - οι περισσότερες δικτατορίες- και οι αραβικές οικονομικές ελίτ. Η πολιτική αυτή είναι καθαρά κυνική και αντίθετη σε κάθε έννοια διεθνούς δικαίου. Μπορεί να γυρίσει μπούμερανγκ σε περιπτώσεις στις οποίες η Ελλάδα θα ζητήσει την εφαρμογή του διεθνούς δικαίου για την ίδια.

 

Είναι τραγικό λάθος να ανοίξει μέτωπο με τον Παγκόσμιο Νότο ο οποίος υπερασπίζεται αναφανδόν το δίκαιο στο ζήτημα της Παλαιστίνης. Θα την χαρακτήριζα ακόμα ως μια επικίνδυνη πολιτική, με ανυπολόγιστες συνέπειες για την ειρήνη στην περιοχή. Ο συναγελασμός και η ανοικτή στρατιωτική συνεργασία με χώρες που πρωτοστατούν σε επιθετικούς πολέμους όπως το Ισραήλ, η Σαουδική Αραβία, και τα Εμιράτα είναι πραγματικά αυτοκτονική και βολονταριστική. Είναι πολύ σαθρά τα θεμέλια αυτών των συνεργασιών. Ούτε το Ισραήλ ούτε οι ΗΠΑ πρόκειται να βάλουν πλάτη σε μία ενδεχόμενη σύγκρουση με την Τουρκία. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να υπάρξει πόλεμος με την Τουρκία, και ακόμα περισσότερο μια τρελή κούρσα εξοπλισμών δύο χωρών σε βαθιά οικονομική κρίση, είναι πραγματικά καταστροφικό για τους λαούς της περιοχής.

 

Η δυνατότητα να μπορείς να μιλάς με όλους είναι πολύ σημαντική, ιδιαίτερα στη Μέση Ανατολή. Πρέπει να επιδιώξουμε μία δίκαιη λύση του Παλαιστινιακού, μέσα από την προώθηση του διεθνούς δικαίου, των αποφάσεων του ΟΗΕ και του κοινού περί δικαιοσύνης αισθήματος. Οτιδήποτε άλλο είναι επικίνδυνοι λεονταρισμοί χωρίς συναίσθηση της εκρηκτικότητας της κατάστασης και του απρόβλεπτου μέλλοντος.

  

Ο Νικόλας Κοσματόπουλος είναι κοινωνικός ανθρωπολόγος, επίκουρος καθηγητής στο τμήμα Πολιτικής στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο της Βυρητού.

[----->]