Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ισραήλ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ισραήλ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

ΤΑ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΑ ΨΕΜΑΤΑ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ

                                      

https://www.sinistrainrete.info/.../30400-alessandra...

Φαίνεται ότι κανείς δεν πρόσεξε την έκδοση του βιβλίου των Jean-Piere Bouche και Michel Collon, με τίτλο Israël. Les 100 pires citations (Ισραήλ. Τα 100 χειρότερα αποσπάσματα από κείμενο, ομιλία ή έργο),  που κυκλοφόρησε το 2023  χάρη στην Investig'action, μια πολυμεσική ιστοσελίδα που διαχειρίζεται ο ίδιος ο Collon.

Και φυσικά ο λόγος είναι προφανής: αφού το βιβλίο περιέχει ειδήσεις, φράσεις, εκφράσεις, συλλογισμούς ισραηλινών πολιτικών ηγετών, από τα οποία μπορεί κανείς να διακρίνει τη σαφή διαφορά μεταξύ των επίσημων δηλώσεων και της πραγματικής σκέψης των ιδρυτών, των προέδρων, των υπουργών και των στρατιωτικών του Ισραήλ, οι οποίοι από το 1895 έχουν δηλώσει ξεκάθαρα ποια είναι η στρατηγική και ο τελικός τους στόχος.

Όλα αυτά τα στοιχεία, που συχνά συσκοτίζονται, αναδεικνύουν το ισραηλινό αποικιακρατικό σχέδιο, το οποίο δεν είναι λιγότερο σκληρό από τις προηγούμενες ευρωπαϊκές αποικιακές περιπέτειες.

Θεωρώ σημαντικό να τονίσω καταρχάς ότι ο κύριος στόχος του Collon, όπως εκφράζεται στο σύνθημα της Investig'action, Δεν υπάρχει ειρήνη χωρίς ανεξάρτητη πληροφόρηση (Pas de Paix sans Info Indépendente), είναι να αναλύει μεθοδικά τα περιεχόμενα που μας παρέχουν καθημερινά τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, δείχνοντας πώς αυτά αλλοιώνουν την πραγματικότητα και προσπαθούν να μας χειραγωγήσουν και να διαστρεβλώσουν τα γεγονότα.

Ο Collon είναι ειδικός σε αυτόν τον τομέα, έχοντας μελετήσει όλες τις ιδεολογικές χειραγωγήσεις που συνδέονται με τους «ανθρωπιστικούς» πολέμους, εξαγωγείς δημοκρατίας των τελευταίων δεκαετιών. Αξίζει να αναφερθεί το βιβλίο του για τις εικόνες που διαδόθηκαν στον πόλεμο στην Ουκρανία, στο οποίο δείχνει ότι ουσιαστικά οι διαδικασίες χειραγώγησης και παραποίησης είναι πάντα οι ίδιες.

Μια από τις πλέον τεκμηριωμένες απόψεις είναι ότι οι περίοδοι πολέμου γεννούν πάρα πολλά ψέματα, όπως είχε ήδη τεκμηριώσει ο μεγάλος Γάλλος ιστορικός Marc Bloch στο έργο του Ψευδείς ειδήσεις σε καιρό πολέμου (1921).

Σε μια σελίδα, στην οποία αναφέρεται στην ψυχολογία των μαρτυριών, γράφει: «Ψευδείς ιστορίες έχουν ξεσηκώσει τα πλήθη. Οι ψευδείς ειδήσεις, σε όλες τις διαφορετικές μορφές τους – απλές φήμες, απάτες, θρύλοι – έχουν γεμίσει τη ζωή της ανθρωπότητας. Πώς γεννιούνται; Από ποια στοιχεία αντλούν τη συνοχή τους; Πώς διαδίδονται, κερδίζοντας σε έκταση καθώς περνούν από στόμα σε στόμα ή από γραπτό σε γραπτό; Κανένα ερώτημα δεν αξίζει περισσότερο να απασχολήσει όσους αγαπούν να στοχάζονται την ιστορία». Ο Bloch αυτά τα έγραφε όταν ακόμη τα μέσα μαζικής ενημέρωσης δεν ήταν τόσο διαδεδομένα όπως σήμερα οπότε, εστίαζε περισσότερο την προσοχή του στις ψευδείς ειδήσεις που δημιουργούνταν αυθόρμητα μεταξύ των στρατιωτών.

Σε αυτές τις ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις, κατά τη γνώμη μου, θα πρέπει να προσθέσουμε ότι, αν ο καθένας από εμάς χρειάζεται για να ζήσει μια αντίληψη του κόσμου στον οποίο λειτουργεί, η εξουσία σε όλες τις μορφές της πρέπει πάντα να παρέχει μια αντίληψη που να δικαιολογεί ή τουλάχιστον να μην βλάπτει την ύπαρξή της, όπως είχε ήδη δείξει ειρωνικά ο Jonathan Swift .

Τη θέση αυτή υιοθετούν ο Bouche και ο Collon  γιαυτό και ανατρέχουν απευθείας στις πηγές του σιωνισμού με μια στάση που δεν είναι σε καμία περίπτωση αντισημιτική, πράγμα που θα ήταν παράλογο, δεδομένου ότι από γλωσσική και πολιτιστική άποψη, οι Άραβες και οι Παλαιστίνιοι είναι Σημίτες, αλλά αντισιωνιστική, δηλαδή αντίθετη σε ένα πολιτικό σχέδιο γεμάτο μεσσιανισμό, που πηγάζει από τον εβραϊκό και αγγλοσαξονικό θρησκευτικό φονταμενταλισμό και είναι βαθιά ριζωμένο στην αποικιακή ιδεολογία.

Όπως γνώριζαν καλά οι ιδρυτές της πρώτης υπηρεσίας ιδεολογικής διάδοσης De Propaganda Fide, οι Bouche και Collon υπογραμμίζουν ότι μια αποτελεσματική προπαγάνδα θα πρέπει να απευθύνεται στο συναίσθημα, το οποίο παρακάμπτει τη λογική και την εμποδίζει να αναζητήσει τα στοιχεία που λείπουν και τις βαθιές αιτίες των συγκρούσεων, όταν δεν διαδίδει καθαρά ψέματα, όπως δήλωσε το 1992 ο πρωθυπουργός του Ισραήλ Σαμίρ: «Μπορείς να λες ψέματα για το καλό του Ισραήλ».

Οι αναφορές που περιλαμβάνονται στο βιβλίο προέρχονται από όλες τις πολιτικές δυνάμεις του Ισραήλ (εκτός από το αριστερό κόμμα Μερέτζ), όπως η Εργατική Αριστερά, το Λικούντ, οι Κεντρώες, οι θρησκευόμενοι  σιωνιστές και οι υπερορθόδοξοι εβραίοι.

Αποκαλύπτουν τι κρύβεται πίσω από τα πιο διαδεδομένα στερεότυπα, τα οποία δυστυχώς δεν έχουν καταρριφθεί ούτε καν από τη γενοκτονία που βρίσκεται σε εξέλιξη, όπως «το Ισραήλ είναι η μόνη δημοκρατία στη Μέση Ανατολή», «η βία μας είναι απαραίτητη επειδή πολεμάμε τους τρομοκράτες», «είναι οι Άραβες αυτοί που μας απορρίπτουν» κ.λπ. Τα αποσπάσματα προέρχονται από τα χιλιάδες που υπάρχουν στον ιστότοπο https://palcit.net/, μια βάση δεδομένων που συγκεντρώνει εκφράσεις, σχόλια και απόψεις που σημάδεψαν την σιωνιστική αποικιοποίηση της Παλαιστίνης.

Μια πρώτη πραγματικά διαφωτιστική αναφορά γίνεται στο βιβλίο του Theodor Herzl, Εβραίου-Ούγγρου συγγραφέα, γνωστού ιδρυτή του σιωνιστικού κινήματος, Το Κράτος των Εβραίων, που εκδόθηκε το 1896. Ασφαλώς ο Herzl είχε κάθε λόγο να ανησυχεί για τις συνθήκες των Εβραίων στην Ευρώπη (μεταξύ άλλων, βρισκόταν στο Παρίσι την εποχή της υπόθεσης Ντρέιφους), αλλά σίγουρα οι μέθοδοι που περιγράφει για την απόκτηση γης για τους Εβραίους δεν είναι ηθικά αποδεκτές.  Κρίνετε εσείς: «Θα πρέπει να απαλλοτριώσουμε με ευγένεια την ιδιωτική περιουσία στα εδάφη που θα μας παραχωρηθούν (δεν γινόταν ακόμη λόγος για την Παλαιστίνη, θα μπορούσαν να είναι και στην Ουγκάντα). Θα παροτρύνουμε τον πληθυσμό που δεν έχει μέσα να περάσει τα σύνορα, εξασφαλίζοντάς του εργασία στη χώρα διέλευσης και αποκλείοντάς τον από κάθε εργασία στη χώρα μας. Η απαλλοτρίωση και η εκδίωξη των φτωχών πρέπει να γίνουν με διακριτικότητα και σύνεση».

Είναι πλέον γνωστό ότι κυρίως το Ηνωμένο Βασίλειο υποστήριζε με επιμονή την εκδίωξη των Παλαιστινίων και την ίδρυση ενός εβραϊκού κράτους, όπως προκύπτει από αυτό το σημαντικό απόσπασμα από άρθρο του Ουίνστον Τσώρτσιλ το 1920: «Φυσικά, η Παλαιστίνη είναι πολύ μικρή για να φιλοξενήσει περισσότερο από ένα μέρος της εβραϊκής φυλής, ούτε και  η πλειοψηφία των εθνικών Εβραίων επιθυμεί να πάει εκεί. Αλλά αν, όπως θα μπορούσε κάλλιστα να συμβεί, κάποτε στις όχθες του Ιορδάνη δημιουργηθεί ένα εβραϊκό κράτος υπό την προστασία της βρετανικής κορώνας, που θα μπορούσε να περιλαμβάνει τρία ή τέσσερα εκατομμύρια Εβραίους, αυτό θα ήταν ένα γεγονός επωφελές από κάθε άποψη στην ιστορία και θα ήταν ιδιαίτερα επωφελές για τα συμφέροντα της Βρετανικής Αυτοκρατορίας». Επομένως, το αποικιοκρατικό σχέδιο δεν προήλθε μόνο από τον σιωνισμό, αλλά βρήκε στήριξη στις βρετανικές ιμπεριαλιστικές φιλοδοξίες, που έβαλαν ένα εμπόδιο στον αραβικό κόσμο, εμποδίζοντας την ανάπτυξή του.

Μπορεί να φαίνεται παράξενο, αλλά το σιωνιστικό σχέδιο δεν δυσαρεστούσε καθόλου τη ναζιστική κυβέρνηση, όπως συνάγεται από αυτό το μακρύ απόσπασμα από διπλωματική εγκύκλιο του Vicco Von Bülow-Schwante (1891-1971),του υπεύθυνου για το εβραϊκό ζήτημα στο γερμανικό Υπουργείο Εξωτερικών: «Υπάρχει ένα τμήμα του ιουδαϊσμού που απορρίπτει την πιθανότητα αφομοίωσης των Εβραίων στη χώρα υποδοχής και, ως εκ τούτου, προωθεί τη μετανάστευση και τη συγκέντρωση των Εβραίων που είναι διασκορπισμένοι σε όλο τον κόσμο στην πολιτική τους κοινότητα.

Η ομάδα αυτή, με πρωτεργάτη τον σιωνισμό, είναι αυτή που πλησιάζει περισσότερο τους στόχους της γερμανικής πολιτικής για τους Εβραίους. Η μετανάστευση των Γερμανών Εβραίων από εδώ και στο εξής θα προωθηθεί ενεργά από την εθνικοσοσιαλιστική κυβέρνηση. Συγκεκριμένα, θα διατεθούν συγκεκριμένα ποσά για τη μετεγκατάσταση των Εβραίων που επιθυμούσαν να μεταναστεύσουν. Για το λόγο αυτό, οι γερμανικές αρχές συνεργάζονται πλήρως sine ira et studio ( χωρίς εμπάθεια και θυμό, αλλά και χωρίς εύνοια) με τις εβραϊκές οργανώσεις, ιδίως στην προώθηση της μετανάστευσης στην Παλαιστίνη» (1934).

Εδώ σκιαγραφείται σαφώς η προοπτική της συμφωνίας Haavara (μεταφορά), που συνήφθη το 1933 από τον Eliezer Hoofein,τον διευθυντή της Αγγλο-Παλαιστινιακής Τράπεζας, και το Υπουργείο Οικονομίας του Τρίτου Ράιχ, σύμφωνα με την οποία οι Γερμανοί Εβραίοι, ιδιοκτήτες μεγάλων περιουσιών, θα μπορούσαν να μεταναστεύσουν στην Παλαιστίνη, εάν αγόραζαν μια ορισμένη ποσότητα αγαθών που παράγονταν στη Γερμανία.  Η συμφωνία, η οποία εγκαταλείφθηκε το 1939, εξασφάλισε για ένα σύντομο διάστημα μια διέξοδο για τα γερμανικά προϊόντα.

Υπάρχουν πολλές άλλες μαρτυρίες που αποδεικνύουν την πρόθεση του Ισραήλ, με βάση τον ψευδή μύθο της αποκλειστικής ιδιοκτησίας τους της Παλαιστίνης, να προκαλέσει την έξοδο των Αράβων με όλα τα μέσα, συμπεριλαμβανομένης της αδιάκριτης βίας. Αν σήμερα οι ισραηλινοί ηγέτες σκέφτονται να απελάσουν τους Παλαιστινίους στην Ιορδανία, όπου ήδη ζουν πολλοί, στην Αίγυπτο ή ακόμα και στην Ουγκάντα, στις 15 Ιουνίου 1967, λίγο μετά τον πόλεμο των έξι ημερών, ο πρωθυπουργός Levy Eskhol πρότεινε τη Βραζιλία ως τόπο μετεγκατάστασής τους. Η Βραζιλία εκείνη την εποχή ήταν μια στρατιωτική δικτατορία πρόθυμη να συμμαχήσει με οποιονδήποτε για να παραμείνει στην εξουσία. Το 1969, όμως, η Μοσάντ και ο δικτάτορας της Παραγουάης Alfredo Stroessner συμφώνησαν να απελάσουν στη χώρα της Νότιας Αμερικής 60.000 Παλαιστίνιους σε τέσσερα χρόνια. Πρακτικά όμως, το 1970 έφτασαν μόνο 30 και το σχέδιο δεν προχώρησε.

Όπως είπαμε, η χειραγώγηση βασίζεται κυρίως στο συναίσθημα, στις πιο έντονες εκφάνσεις του, όπως ο τρόμος, ο φρίκη, η αηδία.

Για αυτόν τον λόγο, ένα από τα κλασικά μοτίβα που χρησιμοποιούνται στην πολεμική προπαγάνδα είναι η βία κατά των παιδιών ακόμη και των νεογέννητων. Και όταν δεν υπάρχουν αποδείξεις, έγγραφα, εικόνες, πρέπει να τα επινοήσουν.

Συγκεκριμένα, η βία κατά των παιδιών χρησιμοποιείται από τα ψευδόμενα μέσα ενημέρωσης για να αποδείξουν την πλήρως απάνθρωπη συμπεριφορά των εχθρών τους, εναντίον των οποίων επιτρέπονται τα πάντα και εναντίον των οποίων μπορούν να διαπράξουν οποιαδήποτε θηριωδία, ακόμη και αν έτσι παραβιάζουν τα ίδια δικαιώματα που επικαλούνται εναντίον των εχθρών τους. Αλλά είναι γνωστό ότι η λογική δεν μπορεί να σταματήσει τα συναισθήματα όταν είναι τόσο έντονα.

Ας ξεκινήσουμε με την ανάλυση της περίφημης 7ης Οκτωβρίου, τα γεγονότα της οποίας έχουν ανακατασκευαστεί με αρκετά αληθινό τρόπο, αλλά εξακολουθούν να αμφισβητούνται. Πρώτον, πρέπει να θυμόμαστε ότι ο πρωταγωνιστής της επίθεσης δεν ήταν μόνο η ομάδα της Χάμας, αλλά ότι σε αυτήν συμμετείχαν και όλες οι άλλες ομάδες της παλαιστινιακής αντίστασης, η οποία έχει κάθε δικαίωμα να αντιστέκεται σε έναν στρατό που καταλαμβάνει τα εδάφη του λαού της και που δεν έχει σεβαστεί τις αποφάσεις του ΟΗΕ, ο οποίος τον έχει καλέσει πολλές φορές να αποσυρθεί από αυτά τα εδάφη.

 Η επίθεση δεν στρεφόταν κατά αμάχων ισραηλινών κοινοτήτων, αλλά κατά στρατιωτικών βάσεων και ορισμένων κιμπούτς, όπου συνήθως σταθμεύουν στρατιωτικοί και οι κάτοικοι των οποίων είναι οπλισμένοι. Μόλις πρόσφατα, ο στρατηγός Yoav Gallant, πρώην υπουργός Άμυνας του Ισραήλ, παραδέχτηκε ότι στις 7 Οκτωβρίου διέταξε τους στρατιώτες του να πυροβολήσουν όλους τους παρόντες, εφαρμόζοντας την Οδηγία Αννίβα, επίσημη οδηγία του ισραηλινού στρατού που προβλέπει τη δολοφονία των ίδιων των Ισραηλινών σε περίπτωση σύλληψής τους, προκειμένου να αποφευχθεί το ενδεχόμενο οι Παλαιστίνιοι να ζητήσουν σε αντάλλαγμα τους συμπατριώτες τους που έχουν αδικαιολόγητα φυλακιστεί στο Ισραήλ. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι οι ζημιές σε κτίρια και αυτοκίνητα, που τεκμηριώνονται από τις φωτογραφίες που μας έδειξαν, δύσκολα θα μπορούσαν να έχουν προκληθεί από την παλαιστινιακή αντίσταση, η οποία εκείνη τη στιγμή ήταν εξοπλισμένη μόνο με ελαφρύ οπλισμό.

Ωστόσο, όλα αυτά τα στοιχεία δεν αποκαλύπτονται, ούτε γίνεται αναφορά στις μαρτυρίες των Ισραηλινών που ήταν παρόντες εκείνη την ημέρα, οι οποίοι κατηγορούν τον ισραηλινό στρατό ότι πυροβόλησε εναντίον τους, και η εκδοχή που προβάλλεται είναι αυτή μιας σφαγής που διαπράχθηκε αποκλειστικά από την τρομοκρατική οργάνωση Χαμάς, η οποία προκάλεσε θάνατο και πόνο ακόμη και σε γυναίκες και παιδιά.

Πρόκειται για πληροφορίες που δεν είναι πλέον κάτι νέο, όπως εκείνη που αφορά το γεγονός ότι περίπου οι μισοί από τους νεκρούς ήταν στρατιωτικοί και αστυνομικοί, που δημοσιεύτηκε στην ισραηλινή εφημερίδα Haaretz, και που αγνοήθηκε από τους διάφορους τηλεοπτικούς σχολιαστές, οι οποίοι πρέπει με κάθε κόστος να δικαιολογήσουν την πραγματική γενοκτονία των Παλαιστινίων.

Όσον αφορά το ζήτημα των αποκεφαλισμένων νεογέννητων (να θυμηθούμε τα νεογέννητα που έβγαλαν από τις θερμοκοιτίδες τους οι ιρακινοί στρατιώτες, μια είδηση που αποδείχθηκε ψευδής), οι δύο συγγραφείς του βιβλίου υπογραμμίζουν ότι η είδηση αυτή δόθηκε από τα μέσα ενημέρωσης που ανήκουν στον γαλλο-ισραηλινό δισεκατομμυριούχο Patrick Drahi και την αναπαρήγαγαν κατά λέξη τα άλλα μέσα ενημέρωσης, με αποδεικτικό στοιχείο την κατάθεση ενός ισραηλινού στρατιωτικού, γνωστού για τον ρατσισμό και την αντιπαλαιστινιακή του στάση.

Όλοι γνωρίζουν ότι η τηλεόραση του Drahi αποτελεί μέσο προπαγάνδας της ισραηλινής κυβέρνησης, η οποία χρειάζεται «αποδείξεις» προκειμένου να αυξήσει τις σφαγές αυτών που αποκαλεί «ανθρώπινα ζώα». Παρά τα προβλήματα αυτά, την Τετάρτη 11 Οκτωβρίου, τέσσερις ημέρες μετά την επίθεση, σχεδόν όλες οι ιταλικές εφημερίδες, χωρίς να τις ακολουθήσουν όλες οι ευρωπαϊκές εφημερίδες, έκαναν πρωτοσέλιδο τη σφαγή που πιθανώς έλαβε χώρα σε ένα κιμπούτς στα σύνορα με τη Γάζα, γεμίζοντας τις σελίδες τους με ψευδείς και φρικιαστικές ειδήσεις, όπως ο αποκεφαλισμός 40 παιδιών και οι βιασμοί ισραηλινών γυναικών από τρομοκράτες.

Στη συνέχεια, εκπρόσωποι του ισραηλινού στρατού δήλωσαν ότι δεν έχουν αποδείξεις για τον αποκεφαλισμό ούτε για τους φερόμενους βιασμούς, αλλά η διάψευση πέρασε στο περιθώριο και, από την άλλη πλευρά, ποια εχθρική πράξη θα μπορούσε να δικαιολογήσει τη μη τήρηση του διεθνούς δικαίου, τη γενοκτονία των Παλαιστινίων, τη σκόπιμη δολοφονία αμάχων, μεταξύ των οποίων γυναίκες και παιδιά, τις μαζικές απελάσεις ανθρώπων που στερούνται κάθε μέσου διαβίωσης, πράξεις που διέπραξε το Ισραήλ με την ηθική και υλική υποστήριξη των ΗΠΑ και των υποτελών κρατών τους; Μόλις πρόσφατα, το Υπουργείο Υγείας της Γάζας δημοσίευσε τον κατάλογο με τα ονόματα των 15.613 παιδιών που σκοτώθηκαν μετά τις 7 Οκτωβρίου. Υπολογίζεται ότι κάθε 15 λεπτά ένα παιδί πεθαίνει στη Γάζα και ποιος ξέρει πόσα στα άλλα κατεχόμενα εδάφη.

Τέλος, πιστεύω ότι είναι χρήσιμο να επισημάνω μια κραυγαλέα αντίφαση στη σιωνιστική σκέψη μεταξύ διεκδίκησης της Παλαιστίνης ως πατρίδας και απόρριψης αυτού που μπορούμε να ονομάσουμε «ανατολίτικη ψυχή». Ο  Zeev Jabotinsky  (1880-1940), Ρώσος συγγραφέας, εκπρόσωπος της φιλοφασιστικής πτέρυγας του σιωνισμού γράφει: «Εμείς οι Εβραίοι δεν έχουμε τίποτα κοινό με αυτό που ονομάζεται «Ανατολή», δόξα τω Θεώ.

Στο βαθμό που οι αμαθείς μάζες μας ακολουθούν αρχαίες πνευματικές παραδόσεις και νόμους που αποκαλούν Ανατολή, θα πρέπει να απογαλακτιστούν από αυτά.Πηγαίνουμε στην Παλαιστίνη, πρώτα απ' όλα για το εθνικό μας συμφέρον, [δεύτερον] για να εξαλείψουμε εντελώς κάθε ίχνος της «ανατολίτικης ψυχής». Όσο για τους Άραβες στην Παλαιστίνη, αυτό που κάνουν είναι δική τους υπόθεση· αλλά αν μπορούμε να τους κάνουμε μια χάρη, είναι να τους βοηθήσουμε να απελευθερωθούν από την Ανατολή».

Όπως φαίνεται, από τις μαρτυρίες και των ιστορικά γεγονότα η ειδυλλιακή εικόνα του Ισραήλ που σκιτσάρουν τα δυτικά μέσα ενημέρωσης στερείται κάθε βάσης.

Database of Palestine colonization quotes :

https://palcit.net/

Η ΑΝΤΙΣΙΩΝΙΣΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΣΤΟ ΙΣΡΑΗΛ-- MATZPEN

 

                                      Η Israca ήταν το περιοδικό της Matzpen στο εξωτερικό.


Matzpen (εβραϊκά: מצפן, lit. "Πυξίδα") είναι το όνομα μιας επαναστατικής σοσιαλιστικής και αντισιωνιστικής οργάνωσης, που ιδρύθηκε στο Ισραήλ το 1962 και δραστηριοποιήθηκε μέχρι τη δεκαετία του 1980. Το επίσημο όνομά της ήταν Σοσιαλιστική Οργάνωση στο Ισραήλ, αλλά έγινε ευρύτερα γνωστή ως Matzpen μετά την έκδοση του μηνιαίου εντύπου της.

 

Προέλευση

Η οργάνωση ιδρύθηκε από πρώην μέλη του Ισραηλινού Κομμουνιστικού Κόμματος - Maki - που αντιτάχθηκαν στην αδιαμφισβήτητη υποστήριξη του κόμματος αυτού προς την εξωτερική πολιτική της Σοβιετικής Ένωσης. Προσέφεραν μια πιο ριζοσπαστική ανάλυση και αντίθεση στον Σιωνισμό [ 1]. Μια πρώιμη ανάλυση της αραβοϊσραηλινής σύγκρουσης, που γράφτηκε πριν εγκαταλείψουν το Κομμουνιστικό Κόμμα, από τους Moshe Machover και Akiva Orr (με το ψευδώνυμο, N. Israeli), εμφανίστηκε στα εβραϊκά το 1961 υπό τον τίτλο Shalom, Shalom ve'ein Shalom (שלום, שלום, ואין שלום- Ειρήνη, ειρήνη όταν δεν υπάρχει ειρήνη - η αγγλική μετάφραση ολοκληρώθηκε το 2009- αν και δεν είχε δημοσιευτεί μέχρι τον Αύγουστο του 2016, η μετάφραση είναι διαθέσιμη στο διαδίκτυο). [2] Η Matzpen συγκέντρωσε Εβραίους και Άραβες ακτιβιστές με διαφορετικό παρελθόν σε αριστερές οργανώσεις και ομαδοποιήσεις. Εξέχουσα θέση μεταξύ αυτών κατείχε ο Jabra Nicola, Νικόλα, ένας Παλαιστίνιος-Ισραηλινός διανοούμενος και ακτιβιστής, ο οποίος βοήθησε στη διαμόρφωση του θεωρητικού προσανατολισμού της εκκολαπτόμενης οργάνωσης[3][4], η οποία εξέδιδε ένα ομώνυμο περιοδικό στα εβραϊκά και στα αραβικά. Η οργάνωση αναπτύχθηκε την περίοδο μετά τον πόλεμο των Έξι Ημερών του 1967 και την κατοχή των παλαιστινιακών και αραβικών εδαφών από το Ισραήλ[5].

 

 

Βασικές θέσεις

Σε μια δήλωση με τίτλο "Κάτω η κατοχή", από την 1η Ιανουαρίου 1969, η Matzpen διακρίθηκε - μαζί με το Κομμουνιστικό Κόμμα (Rakah) - ως οι μόνες δυνάμεις που διεξάγουν "συνεπή αγώνα ενάντια στη συνεχιζόμενη κατοχή των εδαφών που κατακτήθηκαν τον Ιούνιο του '67". [6] Αντιμέτωπο με μια κατάσταση στην οποία "το Ισραήλ ελέγχει το σύνολο των εδαφών της Παλαιστίνης την περίοδο της Βρετανικής Εντολής, καθώς και τεράστιες εκτάσεις αιγυπτιακών εδαφών και μια περιοχή στο νότιο τμήμα της Συρίας", η Matzpen διαβεβαίωνε στη "Γενική Διακήρυξη της ISO" το Μάρτιο του 1968, ότι "Είναι δικαίωμα και καθήκον κάθε κατακτημένου και υποταγμένου λαού να αντιστέκεται και να αγωνίζεται για την ελευθερία του. Οι τρόποι, τα μέσα και οι μέθοδοι που είναι απαραίτητα και κατάλληλα για έναν τέτοιο αγώνα πρέπει να καθορίζονται από τον ίδιο το λαό και θα ήταν υποκριτικό για τους ξένους -ιδιαίτερα αν ανήκουν στο καταπιεστικό έθνος- να του κηρύττουν λέγοντας: "Έτσι πρέπει να κάνεις και έτσι δεν πρέπει να κάνεις"". Πρόσθεσε, ότι παρά την αναγνώρισή του "του άνευ όρων δικαιώματος των κατακτημένων να αντιστέκονται στην κατοχή", ως οργάνωση θα μπορούσε να υποστηρίξει πολιτικά "μόνο τις οργανώσεις που, εκτός από την αντίσταση στην κατοχή, αναγνωρίζουν και το δικαίωμα του ισραηλινού λαού για αυτοδιάθεση", ώστε να καταστεί δυνατός "ένας κοινός αγώνας Αράβων και Εβραίων στην περιοχή για ένα κοινό μέλλον"[7].

 

 

Στο πλαίσιο αυτό, στόχος της Matzpen ήταν η δημιουργία ενός ευρύτερου μετώπου ανθρώπων που αντιτίθενται στην κατοχή και τάσσονται υπέρ ενός απο-σιωνισμένου Ισραήλ, το οποίο θα αποτελούσε μέρος μιας σοσιαλιστικής ομοσπονδίας ολόκληρης της Μέσης Ανατολής. Σε αντίθεση με το Κομμουνιστικό Κόμμα και τη Σιωνιστική Αριστερά,η Matzpen επέμενε ότι η κατοχή του 1967 δεν ήταν παρά ένα στάδιο στη μακρά ιστορία του σιωνιστικού εποικισμού και ότι η ανατροπή της θα αποτελούσε αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθήκη για τη συνολική επίλυση των προβλημάτων της Μέσης Ανατολής. Για μια τέτοια λύση θα χρειαζόταν η πολιτική κινητοποίηση των Αράβων, των Εβραίων και άλλων εθνικών μειονοτήτων στην περιοχή. Το πολιτικό πλαίσιο αυτής της κινητοποίησης έγινε γνωστό ως Αραβική Επανάσταση, η οποία συνδύαζε εθνικά και σοσιαλιστικά καθήκοντα στη διαδικασία του αγώνα κατά του σιωνισμού, του ιμπεριαλισμού και της αραβικής αντίδρασης[8]. Για να προωθήσει αυτούς τους στόχους, η Ματζπέν δημιούργησε δεσμούς με οργανώσεις της Νέας Αριστεράς στην Ευρώπη και σε άλλα μέρη του κόσμου, καθώς και με προοδευτικές παλαιστινιακές οργανώσεις, όπως το Δημοκρατικό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης[9][10].

 

Πολλές από τις πρωτότυπες αναλύσεις και δηλώσεις της οργάνωσης συμπεριλήφθηκαν σε μια δημοσιευμένη συλλογή με τον τίτλο The Other Israel: The Radical Case Against Zionism, με την επιμέλεια του Arie Bober (Doubleday, 1972)[11].

 

Το βιβλίο του Bober ήταν μια επισκόπηση των θέσεων που υποστήριζε η Matzpen εκείνη την εποχή σε μια σειρά θεμάτων, και ως εκ τούτου αποτελεί βασική πηγή για την ανάλυση της οργάνωσης σχετικά με την ισραηλινή κοινωνία και την ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση. Στην εισαγωγή του βιβλίου αναφέρει τα εξής:

 

"Το βιβλίο αυτό είναι το αποτέλεσμα της συλλογικής προσπάθειας πέντε ετών μιας μικρής ομάδας Αράβων και Εβραίων πολιτών του Ισραήλ να διεισδύσει στο πυκνό δίχτυ ψευδαισθήσεων και μύθων που κυριαρχεί σήμερα στη σκέψη και τα συναισθήματα των περισσότερων Ισραηλινών και, ταυτόχρονα, καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την επικρατούσα εικόνα του Ισραήλ στον δυτικό κόσμο. Σύμφωνα με το σιωνιστικό παραμύθι, το κράτος του Ισραήλ είναι ένα προκεχωρημένο φυλάκιο δημοκρατίας, κοινωνικής δικαιοσύνης και διαφωτισμού, καθώς και πατρίδα και καταφύγιο για τους διωκόμενους Εβραίους του κόσμου. Αυτό το προκεχωρημένο φυλάκιο, έτσι λέει η ιστορία, αν και επιδιώκει ειλικρινά την ειρήνη με τους γείτονές του βρίσκεται σε κατάσταση διαρκούς πολιορκίας εξαιτίας της απληστίας των Αράβων ηγετών, του εγγενούς "παραλογισμού" του ανατολίτικου μυαλού και της έμφυτης εθνικής ροπής προς το μίσος για τους Εβραίους.

 

"Η πραγματικότητα, αποδεικνύει αυτό το βιβλίο, είναι εντελώς διαφορετική. Το σιωνιστικό κράτος γεννήθηκε με τη βίαιη απαλλοτρίωση και εκδίωξη από τη χώρα τους των Παλαιστινίων Αράβων, και η διαδικασία αυτή συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Σε ανοιχτή συμμαχία με τον δυτικό ιμπεριαλισμό, ιδίως τον ιμπεριαλισμό των Ηνωμένων Πολιτειών, και σε ελάχιστα κρυφή συμπαιγνία με τις πιο αντιδραστικές δυνάμεις του αραβικού κόσμου, το σιωνιστικό κράτος θέτει ενεργά τον εαυτό του ενάντια σε κάθε βήμα, όσο διστακτικό κι αν είναι, που κάνουν οι αραβικές μάζες για να ανακουφίσουν τη δυστυχία αιώνων που τους έχει επιβληθεί από την αποικιοκρατία και τον ιμπεριαλισμό. Μέσα στα εδάφη που κατέλαβε από το 1967, το σιωνιστικό κράτος χρησιμοποιεί ένα σύστημα άμεσης στρατιωτικής καταστολής για να εκδιώξει τους Παλαιστίνιους Άραβες από τα εδάφη τους, να εξασφαλίσει τον εβραϊκό εποικισμό τους και να συντρίψει κάθε έκφραση παλαιστινιακής αντίστασης. Εντός των δικών του συνόρων, το σιωνιστικό κράτος επιδίδεται σε συστηματική εθνική καταπίεση της μειονότητας των Αράβων πολιτών του. Η ίδια η σκουρόχρωμη πλειοψηφία της προνομιούχου εβραϊκής κοινότητας αισθάνεται όλο και περισσότερο το κεντρί των ρατσιστικών διακρίσεων, καθώς η οικονομική ανισότητα αυξάνεται και οι κοινωνικές συνθήκες επιδεινώνονται. Το σιωνιστικό κράτος, μακράν από το να προσφέρει ένα καταφύγιο στους διωκόμενους Εβραίους του κόσμου, οδηγεί τόσο τους νέους μετανάστες όσο και τους παλιούς εποίκους προς ένα νέο ολοκαύτωμα, κινητοποιώντας τους σε μια αποικιοκρατική επιχείρηση και έναν αντεπαναστατικό στρατό ενάντια στον αγώνα των αραβικών μαζών για εθνική απελευθέρωση και κοινωνική χειραφέτηση - έναν αγώνα που δεν είναι μόνο δίκαιος αλλά τελικά θα είναι και νικηφόρος. Αυτή η κατάσταση των πραγμάτων δεν είναι, επιπλέον, καθόλου τυχαία. Ήταν το αναπόφευκτο αποτέλεσμα της επιτυχίας του σιωνιστικού σχεδίου για την ίδρυση ενός εβραϊκού κράτους στην Παλαιστίνη. Και για να αλλάξει αυτή η πραγματικότητα δεν απαιτείται απλώς μια αλλαγή κυβέρνησης ή μια τροποποίηση της μιας ή της άλλης συγκεκριμένης πολιτικής, αλλά ένας επαναστατικός μετασχηματισμός των ίδιων των θεμελίων της ισραηλινής κοινωνίας".

 

 

Το 1970 η οργάνωση άρχισε να περνά από μια διαδικασία ιδεολογικού και οργανωτικού κατακερματισμού, με ορισμένα μέλη να αποχωρούν για να δημιουργήσουν νέες ομάδες, όπως η Avangard με τροτσκιστικό προσανατολισμό, με επικεφαλής τους Menahem Carmi και Sylvain Cypel, και η Ma'avak (Επαναστατική Κομμουνιστική Συμμαχία), με μαοϊκό προσανατολισμό, με επικεφαλής τους Ilan Albert και Rami Livneh. Μια περαιτέρω διάσπαση εντός της τελευταίας οργάνωσης οδήγησε στη δημιουργία της Επαναστατικής Κομμουνιστικής Συμμαχίας - Κόκκινο Μέτωπο, με επικεφαλής τους Udi Adiv και Dan Vered. Η Avangard υπέστη επίσης διασπάσεις, οι οποίες κατέληξαν στο σχηματισμό της Σπαρτακιστικής Λίγκας το 1974 και της ομάδας Nitzotz το 1977[13].

 

Οι θεωρητικές αντιπαραθέσεις που οδήγησαν στις διασπάσεις στη Matzpen είχαν να κάνουν με την εννοιολόγηση των σχέσεων μεταξύ ταξικής πάλης και εθνικισμού στον αγώνα για το σοσιαλισμό. Η Αβανγκάρντ θεωρούσε το Ισραήλ ως μια κανονική καπιταλιστική κοινωνία στην οποία η εργατική τάξη ήταν ο πρωταρχικός επαναστατικός παράγοντας. Ως εκ τούτου, έβλεπε ως στόχο της την κινητοποίηση αυτής της τάξης για τη δημιουργία μιας ισραηλινής σοσιαλιστικής δημοκρατίας. Θεωρούσε ότι η εστίαση της Matzpen στην ισραηλινο-παλαιστινιακή εθνική σύγκρουση και στις αποικιοκρατικές καταβολές της ισραηλινής κοινωνίας αποσπούσε την προσοχή από την ταξική πάλη. Η Ma'avak, αντίθετα, θεωρούσε ότι η Matzpen δεν έδινε αρκετή έμφαση στον αποικιοκρατικό χαρακτήρα της ισραηλινής κοινωνίας και έβλεπε ως στόχο της τη διευκόλυνση του παλαιστινιακού εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα ως απαραίτητο βήμα προς το σοσιαλισμό. Σε αντίθεση και με τις δύο ομάδες, η Matzpen επιβεβαίωσε εκ νέου το συνδυασμό της υποστήριξης των εθνικών και κοινωνικών αγώνων.

 

Το 1972 έγινε μία σημαντική διάσπαση εντός του πυρήνα της βασικής ομάδας της Matzpen, και οι δύο ομάδες διατήρησαν το όνομα Matzpen για τα αντίστοιχα περιοδικά τους, ένα ζήτημα που προκάλεσε έντονες διαφωνίες μεταξύ τους[14].  Πίσω από αυτή την απόφαση ήταν η προφανής αξία της ετικέτας "Matzpen" ως δείκτης ριζοσπαστικής αριστερής πολιτικής [14]. Το μεγαλύτερο μέρος της αρχικής ηγεσίας παρέμεινε σε αυτό που έγινε γνωστό ως Matzpen Τελ Αβίβ, ενώ η άλλη παράταξη έγινε γνωστή ως Matzpen Ιερουσαλήμ. Αυτή η τελευταία ομάδα υιοθέτησε το όνομα Matzpen Marxist, για να ξεχωρίζει από τους αντιπάλους της. Το 1975 άλλαξε το όνομά της σε Επαναστατική Κομμουνιστική Λίγκα, τμήμα της Τέταρτης Διεθνούς, ενώ διατήρησε τον τίτλο Matzpen Marxist στην τακτική της έκδοση. Η ομάδα του Τελ Αβίβ άλλαξε επίσης το όνομά της στη συνέχεια (το 1978) σε Σοσιαλιστική Οργάνωση στο Ισραήλ και απέσυρε το επίθετο "ισραηλινή", προκειμένου να αποφύγει πιθανή συσχέτιση με τον σιωνισμό. Και οι δύο ομάδες διατήρησαν την αρχική διπλή εστίαση της Matzpen στην ταξική και εθνική απελευθέρωση. Οι Machover, Orr και Haim Hanegbi παρέμειναν στην ομάδα με έδρα το Τελ Αβίβ, ενώ η ομάδα με έδρα την Ιερουσαλήμ είχε επικεφαλής τους Arieh Bober και Michel Warschawski (Mikado). Ένα κίνημα νεολαίας γνωστό ως Hafarperet (mole) συνδέθηκε με την τελευταία ομάδα, και δραστηριοποιήθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1970, κυρίως στη Χάιφα.

 

Η δίκη του Κόκκινου Μετώπου

Μια από τις οργανώσεις που προέκυψαν από τη Μάτζπεν, το Κόκκινο Μέτωπο, είχε μια σύντομη ιστορία μόλις ενός έτους. Στα τέλη του 1972 πολλά από τα μέλη του συνελήφθησαν και κατηγορήθηκαν για κατασκοπεία και συνεργασία με τον εχθρό (τη συριακή στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών), με βάση ένα μυστικό ταξίδι που έκαναν κάποιοι από αυτούς στη Δαμασκό. Κανένας από τους ακτιβιστές που συνελήφθησαν και κατηγορήθηκαν δεν ήταν μέλος της Matzpen εκείνη την εποχή ή την εποχή που διέπραξαν τα υποτιθέμενα αδικήματα κατά της κρατικής ασφάλειας. Σε μια πολυδιαφημισμένη δίκη το 1973 πέντε μέλη του Κόκκινου Μετώπου καταδικάστηκαν σε κάποια χρόνια φυλάκισης. Πολλοί από τους κατηγορούμενους δήλωσαν ότι είχαν υποστεί βασανιστήρια και άλλες μορφές σωματικής και ψυχικής βίας από τις ισραηλινές υπηρεσίες ασφαλείας πριν από τη δίκη, για να τους αποσπάσουν ομολογίες[15]. Είναι προφανές ότι κανένας από αυτούς δεν είχε το οποιοδήποτε ενδιαφέρον να συνεργαστεί με το συριακό ή άλλο αραβικό καθεστώς, και το μοναδικό τους ενδιαφέρον ήταν η εγκαθίδρυση δεσμών με άλλες επαναστατικές οργανώσεις στην περιοχή, κυρίως παλαιστινιακές. Οι δηλώσεις πριν από τη δίκη, από τους κορυφαίους κατηγορούμενους - τον Daud Turki και τον Ehud Adiv - μας επιτρέπουν να έχουμε μια σαφή εικόνα του γεγονότος.

 

Ο Turki, Παλαιστίνιος πολίτης του Ισραήλ, προσδιόρισε το στόχο τους ως τον σοσιαλισμό: "ο κοινός στόχος όλων των εργατών, των αγροτών και όσων διώκονται στην ισραηλινή κοινωνία. Οι Εβραίοι έχουν μερίδιο, και πρέπει να έχουν μερίδιο, επειδή είναι μέλη της οργάνωσης σε ισότιμη βάση με μένα, στην εγκαθίδρυση μιας νέας κυβέρνησης και ενός νέου καθεστώτος που θα επιτρέψει τόσο στον εβραϊκό λαό όσο και στον αραβικό λαό να διαδραματίσουν αποτελεσματικό ρόλο στον αγώνα του αραβικού λαού για απελευθέρωση". Ο Turki συνέχισε να επικρίνει τον Σιωνισμό, ο οποίος "αντί να υιοθετήσει, όπως θα έπρεπε, μια ουδέτερη στάση ή μια στάση υποστήριξης του αραβικού αγώνα για εθνική και σοσιαλιστική απελευθέρωση, στάθηκε δίπλα στους εχθρούς αυτού του κινήματος, δίπλα στους Αμερικανούς που καταδιώκουν τον λαό του Βιετνάμ, δίπλα στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό που εκμεταλλεύεται τους λαούς της Λατινικής Αμερικής και τους λαούς της Ασίας και της Αφρικής και στρέφει τον εβραϊκό λαό εναντίον του αραβικού λαού για πάντα. Νομίζω ότι αυτή η στάση ισοδυναμεί με έγκλημα τόσο κατά του εβραϊκού λαού όσο και κατά του αραβικού λαού". Κατά την άποψή του, οι Εβραίοι πρέπει να υποστηρίξουν τον αραβικό αγώνα για απελευθέρωση και όχι έναν αγώνα υποκατάστατο του εθνικισμού, αφού και οι δύο έχουν "κοινό μέλλον και θα μπορούν να ζουν μαζί σε μια ενιαία πατρίδα υπό την κυριαρχία ενός ενιαίου κράτους, ενός κράτους απελευθερωμένου από κάθε ξένη επιρροή και κάθε κοινωνική εκμετάλλευση".

 

 

Την ίδια προσέγγιση επέδειξε και ο Adiv . Αποδεχόμενος ότι "όλες οι τάσεις της Matzpen" είχαν "μια καλή θεωρία",ωστόσο, υποστήριξε ότι τους έλειπε "το κεφάλαιο με τίτλο 'τι πρέπει να γίνει' για να φτάσουμε στην πολυεθνική σοσιαλιστική Μέση Ανατολή για την οποία μιλούν, και στην πολιτική τους δραστηριότητα περιορίζουν τη συζήτηση στο εβραϊκό κράτος του Ισραήλ. Δηλαδή ασχολούνται με το να πείσουν τους Εβραίους και αγνοούν εντελώς τον αγώνα των Αράβων, και ειδικότερα τον αγώνα των Παλαιστινίων Αράβων κατά του σιωνισμού και του κράτους του Ισραήλ". Χρειαζόταν μια αλλαγή εστίασης για να μετατραπεί η εθνική σύγκρουση σε ταξική πάλη. Αυτό θα μπορούσε να γίνει μόνο "αν οι Εβραίοι αποδείξουν στους Άραβες, οι οποίοι πολεμούν τον σιωνισμό εδώ και δεκάδες χρόνια, ότι αυτοί [οι Εβραίοι] είναι με το μέρος τους, ότι είναι διατεθειμένοι να θυσιάσουν ό,τι έχουν, να υποστούν την ίδια "μεταχείριση" και να μοιραστούν τα πάντα μαζί τους. Χωρίς αυτό, κανένας Άραβας δεν θα έχει εμπιστοσύνη ότι ο πιο ειλικρινής Εβραίος επαναστάτης είναι πραγματικά επαναστάτης. Καμία ιδεολογία, ούτε καν η πιο δίκαιη και προοδευτική, δεν μπορεί να πείσει τους Άραβες, αν δεν συνοδεύεται από πράξεις εκ μέρους εκείνων που την ασπάζονται"[16].

 

Πέρα από την οργανωτική ύπαρξη - η κληρονομιά της Matzpen

Με την άνοδο νέων, ζωντανών και λιγότερο ιδεολογικά άκαμπτων κινημάτων διαμαρτυρίας στη δεκαετία του 1980, που αντιτάχθηκαν στη συνεχιζόμενη κατοχή και στον πόλεμο στο Λίβανο (Επιτροπή Αλληλεγγύης με το Πανεπιστήμιο Birzeit, επιτροπές κατά των βασανιστηρίων και των κατεδαφίσεων σπιτιών, Yesh Gvul, Εναλλακτικό Κέντρο Πληροφόρησης, Κέντρο Συμβουλών Εργαζομένων κ.ο.κ.), οι διάφορες παρατάξεις της Matzpen έχασαν μεγάλο μέρος του λόγου ύπαρξής τους. Ο χώρος για αριστερές οργανώσεις, με ολοκληρωμένη πολιτική ατζέντα, συρρικνώθηκε με την αυξανόμενη εστίαση στην κατοχή και τις συνέπειές της. Πολλοί ακτιβιστές αναζήτησαν νέες οργανωτικές μορφές προκειμένου να ενισχύσουν την ικανότητά τους να συμβάλλουν αποτελεσματικά στον πολιτικό αγώνα, χωρίς να κουβαλούν δυσκίνητα ιδεολογικά και οργανωτικά φορτία. Μεγάλο μέρος της ενέργειας του Επαναστατικού Κομμουνιστικού Συνδέσμου, για παράδειγμα, κατευθύνθηκε στη δημιουργία και διατήρηση του Εναλλακτικού Κέντρου Πληροφόρησης, το οποίο ουσιαστικά εξάντλησε την οργανωτική ικανότητα του Συνδέσμου. Το αποτέλεσμα ήταν, οι περισσότερες από τις παρατάξεις της Matzpen να πάψουν να έχουν διακριτή οργανωτική υπόσταση στα τέλη της δεκαετίας του 1980, αν όχι νωρίτερα. Πολλά από τα πρώην μέλη τους, ωστόσο, συνεχίζουν να συμμετέχουν ως αφοσιωμένα άτομα σε διάφορες δραστηριότητες κατά της κατοχής και υπέρ των εργαζομένων και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

 

Το 1995 πρώην μέλη του Derech ha-Nitzotz ίδρυσαν το Κόμμα Εργαζομένων Da'am,[17] το οποίο παραμένει ενεργό μέχρι σήμερα.

 

Το 2003 ο Eran Torbiner γύρισε ένα ντοκιμαντέρ για την ομάδα, με τίτλο "Matzpen". Ένα άλλο ντοκιμαντέρ για την Αβανγκάρντ γυρίστηκε το 2009 από τον Tom Carmi  (γιο δύο πρώην ηγετών της ομάδας) και παρουσιάστηκε στο φεστιβάλ Docaviv του Τελ Αβίβ. Έχει τον τίτλο "Μακριά από το κέντρο της φυλής" και τιμήθηκε με το δεύτερο βραβείο στο διαγωνισμό ταινιών για φοιτητές. Σε αυτά τα ντοκιμαντέρ, καθώς και στα περισσότερα άλλα βιβλία και συνεντεύξεις μελών που κατέληξαν σε διαφορετικές παρατάξεις, οι δογματικές διαφορές που οδήγησαν στην αποκλίνουσα πορεία τους εξαφανίζονται από το οπτικό πεδίο και η έμφαση δίνεται σχεδόν πάντα στις δραστηριότητες κατά της κατοχής, στις αντισιωνιστικές θέσεις, στο αίσθημα της διαφωνίας κ.ο.κ., τα οποία μοιράζονταν όλοι, και όχι σε αυτά που τους χώριζαν.

 

Παρά την απουσία οργανωτικής δραστηριότητας, ορισμένα από τα αρχικά μέλη της Matzpen συνεχίζουν να γράφουν και να δραστηριοποιούνται πολιτικά. Ο Haim Hanegbi και ο Michel Warschawski έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη συγγραφή το 2004,του Olga Document, το οποίο αποτελεί δήλωση της αντισιωνιστικής θέσης και ριζική κριτική των ισραηλινών πολιτικών και πρακτικών, και ο Warschawski δημοσίευσε τα πολιτικά του απομνημονεύματα στα αγγλικά, On the Border (South End Press, 2004- το πρωτότυπο στα γαλλικά το 2002). Επιπλέον, δημοσίευσε, μαζί με τον Λιβανέζο ακαδημαϊκό και ακτιβιστή Gilbert Achcar, ένα βιβλίο με τίτλο The 33-Day War: Israel's War on Hezbollah in Lebanon and Its Consequences (Paradigm Publishers, 2007), στο οποίο καλύπτεται ο πόλεμος με έμφαση τόσο από ισραηλινή όσο και από λιβανέζικη οπτική γωνία. Ο Sylvain Cypel έγραψε μια ιστορική και πολιτική ανάλυση της ισραηλινής κοινωνίας υπό τον τίτλο Walled: Israeli Society at an Impasse (Other Press, 2007- πρωτότυπο στα γαλλικά το 2006). Ο Moshe Machover συνέχισε να δημοσιεύει θεωρητικές εργασίες που αναλύουν το ζήτημα Ισραήλ/Παλαιστίνη στο ευρύτερο πλαίσιο της Μέσης Ανατολής, ενώ το 2009, μαζί με τον Ehud Ein-Gil, δημοσίευσε ένα άρθρο στο βρετανικό περιοδικό Race & Class με τίτλο "Zionism and Oriental Jews: a dialectic of exploitation and co-optation", στο οποίο αναλύουν το ζήτημα των εθνοτικών διαιρέσεων εντός της ισραηλινής κοινωνίας.

 

Τον Σεπτέμβριο του 2010 εκδόθηκε στο Ισραήλ ένα νέο βιβλίο για την Matzpen, με τίτλο Matzpen: (Τελ Αβίβ: Resling, 2010). Πρόκειται για την πληρέστερη μέχρι σήμερα αναφορά στην ιστορία της οργάνωσης, βασισμένη σε συνεντεύξεις με πρώην ακτιβιστών και στη μελέτη ντοκουμέντων. Στο άρθρο του με τίτλο "Is Zionism the Problem?" (Είναι ο Σιωνισμός το πρόβλημα;), ο Shaul Magid χαρακτήρισε το βιβλίο του Lutz Fiedler Matzpen. A History of Israeli Dissidence (Edinburgh University Press, 2020) ως "την πιο ολοκληρωμένη ιστορία της αντισιωνιστικής αριστεράς στο Ισραήλ που υπάρχει σήμερα στα αγγλικά"[18].

 

 

Πηγές

 

1. Lutz Fiedler, Matzpen. A Different Israeli History, in: Chen Jian, Martin Klimke, Masha Kirasirova, Mary Nolan, Marilyn Young, Joanna Waley-Cohen (eds.), The Routledge Handbook of the Global Sixties: Between Protest and Nation-Building, London: Routledge, 2018, pp. 457–468. ISBN 9780367580872

 2.Akiva Orr; Moshé Machover. "Peace, Peace When There is No Peace" (PDF). Retrieved 12 August 2016.

 3. Asmar, Fouzi; Davis, Uri; Khader, Naïm (1978). Towards a Socialist Republic of Palestine. Ithaca Press. ISBN 978-0-903729-31-4.

 4. Greenstein, Ran (2011). "A Palestinian Revolutionary: Jabra Nicola and the Radical Left" (PDF). Jerusalem Quarterly. Institute Of Jerusalem Studies (Summer 2011 – Issue 46): 32–48.

 5. Ran Greenstein, "Class, Nation, and Political Organization: The Anti-Zionist Left in Israel/Palestine", International Labor and Working Class History, 75 (Spring 2009): 85–108

6. "Matzpen-The Socialist Organization in Israel". Archived from the original on 23 July 2011. Retrieved 5 February 2010.

 7. "Matzpen-The Socialist Organization in Israel". Archived from the original on 23 July 2011. Retrieved 5 February 2010.

 8. Jabra Nicola and Moshe Machover, "The Palestinian Struggle and Revolution in the Middle East", Matzpen 50, August 1969, "Matzpen-The Socialist Organization in Israel". Archived from the original on 24 July 2011. Retrieved 5 February 2010.

 9. Gresh, Alain; Vidal, Dominique (2004). The new A-Z of the Middle East (2nd, illustrated ed.). I.B.Tauris. p. 112. ISBN 9781860643262. matzpen dflp.

 10. Cobban, Helena (1984). The Palestinian Liberation Organisation: people, power, and politics (Reprint, illustrated ed.). Cambridge University Press. p. 154. ISBN 9780521272162. matzpen dflp.

 11. "Arie Bober (Ed.): The Other Israel (1972)". Archived from the original on 15 September 2007. Retrieved 30 March 2007.

 12. Fiedler, Lutz (2020). Matzpen. A History of Israeli Dissidence. Edinburgh University Press. pp. 281–324. ISBN 9781474451185.

 13. Details in Ran Greenstein, "Socialist Anti-Zionism: A chapter in the history of the Israeli radical left", Socialist History, 35 (2009): 20-39

 14. "The Israeli Left Archives" (PDF).

 15. Statements about the torture, including names of affected people, and a petition by family members and human rights activists are found in both issues of Matzpen 67 published separately by the two factions in January 1973, http://israeli-left-archive.org/greenstone/collect/znews/index/assoc/HASH01e4/5fd5f17b.dir/doc.pdf and "Matzpen-The Socialist Organization in Israel". Archived from the original on 23 July 2011. Retrieved 5 February 2010.

16.  "The Red Front Trial: The Depositions of Turki and Adiv". Journal of Palestine Studies. 2 (4): 144–150. 1973. doi:10.2307/2535650. JSTOR 2535650.

17.  ליטמן, שני (3 February 2009). ""דקארט פירק לי הכל"". Ha'aretz. Retrieved 20 December 2020.

18.  "Israel's Forgotten Anti-Zionist Left". Tablet Magazine. 19 May 2021. Retrieved 1 July 2021.

[----->]

Η ΜΕΓΑΛΎΤΕΡΗ ΦΥΛΑΚΉ ΤΟΥ ΚΌΣΜΟΥ

 

 

Carlo Formenti

Ο εκδότης Fazi εξέδωσε ένα βιβλίο του οποίου ο τίτλος - Η μεγαλύτερη φυλακή του κόσμου, Ιστορία των Κατεχομένων - υποδηλώνει ήδη την άποψη του συγγραφέα για την ισραηλινή πολιτική απέναντι στον παλαιστινιακό λαό. Κι αν ο τίτλος δεν είναι αρκετός, η αφιέρωση διαλύει κάθε αμφιβολία: "Στα παιδιά της Παλαιστίνης, που σκοτώθηκαν, τραυματίστηκαν και έζησαν τραυματικές εμπειρίες στη μεγαλύτερη φυλακή του κόσμου". Μήπως πρόκειται για το έργο ενός κομμουνιστή διανοούμενου προκατειλημμένου κατά του Ισραήλ, ενός εκφραστή της αντισημιτικής δεξιάς, ενός συμπαθούντα τη Χαμάς ή ενός ειρηνιστή; Όχι, ο συγγραφέας του βιβλίου είναι ο Ίλαν Παπέ , ένας επιφανής ισραηλινός ιστορικός (καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Exeter, στην Αγγλία), συγγραφέας ήδη πολλών μπεστ σέλερ, μεταξύ των οποίων "Παλαιστίνη και Ισραήλ: τι να κάνουμε;" (με τον Νόαμ Τσόμσκι).

 

Ο Παπέ είναι σαν τη μύγα μες το γάλα σε μια χώρα όπου οι μόνες δυνάμεις που καταγγέλλουν την ισραηλινή πολιτική στα κατεχόμενα εδάφη ως άδικη, σκληρή, για να μην πω εγκληματική, είναι το μικρό Κομμουνιστικό Κόμμα, μερικά μικροσκοπικά αντισιωνιστικά κινήματα και αυτή η μικρή μειοψηφία των "πεφωτισμένων" διανοουμένων, των οποίων ο ίδιος ο Ίλαν Παπέ είναι εκπρόσωπος. Ωστόσο, το έργο του δεν αποτελεί ούτε ιδεολογικό κήρυγμα ούτε ηθικό (ή ακόμη χειρότερα ηθικιστικό) κήρυγμα, αλλά μάλλον μια αυστηρή έκθεση ιστορικών γεγονότων συνοδευόμενη από εκτενή τεκμηρίωση (πρακτικά κυβερνητικών συνεδριάσεων, απομνημονεύματα των πρωταγωνιστών, εθνικά και διεθνή χρονικά, αποφάσεις στρατιωτικών και πολιτικών δικαστηρίων, κείμενα νόμων, διαταγμάτων, κανονισμών που εκδόθηκαν από τις αρχές κατοχής, δηλώσεις των ηγετών των κομμάτων κ.λπ.). Ένας τόσο τεράστιος όγκος υλικού που όσοι δεν έχουν παρακολουθήσει με ιδιαίτερη προσοχή τα γεγονότα της παλαιστινιακής σύγκρουσης από τον Πόλεμο των Έξι Ημερών (1967) μέχρι σήμερα κινδυνεύουν να χαθούν μέσα σε αυτό (όταν λέω προσοχή, δεν αναφέρομαι τόσο στη μαχητική δραστηριότητα των φιλοπαλαιστινιακών κινημάτων όσο στη συνεχή προσπάθεια τεκμηρίωσης της πραγματικότητας των γεγονότων). Για τον λόγο αυτό, προκειμένου να αφηγηθώ το βιβλίο και να αναδείξω τα σημαντικότερα στοιχεία του, θα οργανώσω την έκθεση κατά θεματικά κεφάλαια.

 

Το Ισραήλ δεν ήθελε πόλεμο και απλώς αντέδρασε στις απειλές των αραβικών χωρών; Είναι ψέμα.

 

Οι πηγές που παραθέτει ο Παπέ δεν συμφωνούν μεταξύ τους, σε σημείο που να μην αφήνουν περιθώρια παρερμηνείας: κανένας από τους πολέμους κατά των Αράβων που διεξήγαγε το Ισραήλ από το 1948 έως σήμερα δεν προέκυψε από την ανάγκη να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις και τις απειλές ενός εχθρού αποφασισμένου να εξαφανίσει το εβραϊκό κράτος από τον χάρτη. Η αλήθεια είναι ότι επρόκειτο μάλλον για ένα εξαιρετικό στρατηγικό σχέδιο,προμελετημένο που ακολούθησε με αδίστακτη αποφασιστικότητα.

 

Μετά την εθνοκάθαρση του 1948 - που πραγματοποιήθηκε με εκφοβισμούς, πολιορκία παλαιστινιακών χωριών, βομβαρδισμούς, αναγκαστική εκδίωξη των τοπικών πληθυσμών (παγιδεύοντας τα χαλάσματα με δυναμίτη για να εμποδίσει την επιστροφή τους) - η ισραηλινή πολιτικοστρατιωτική ελίτ περίμενε μια ευνοϊκή ιστορική ευκαιρία για να βάλει στο χέρι και τη Δυτική Όχθη. Μια αναμονή που κράτησε μετά το 1956,το έτος της αποτυχημένης προσπάθειας της ανατροπής του Νάσερ με την υποστήριξη της Γαλλίας και της Βρετανίας. Δεν είναι τυχαίο, υποστηρίζει ο Παπέ  ότι η συζήτηση για τη διαχείριση των κατεχόμενων αραβικών περιοχών βρισκόταν ακόμη σε εξέλιξη το 1963, όταν διεξήχθη μια άσκηση κατά την οποία προσομοιώθηκαν οι πρώτες ημέρες της κατάληψης της εξουσίας. Στην πραγματικότητα, προσθέτει ο Παπέ, τα έγγραφα επιβεβαιώνουν ότι από τότε είχαν καθοριστεί οι κανόνες συμπεριφοράς για την ενθάρρυνση των συνεργατών και την τιμωρία όσων πρόβαλαν αντίσταση.Τα έγγραφα επιβεβαιώνουν ακόμα ότι η ενδεχόμενη κατοχή νέων εδαφών δεν είχε ποτέ σχεδιαστεί ως ένα παροδικό γεγονός, και στην πραγματικότητα τα μεταγενέστερα ιστορικά γεγονότα επιβεβαίωσαν ότι για το Ισραήλ η απόλυτη κυριαρχία στη Γάζα και τη Δυτική Όχθη είναι αδιαπραγμάτευτη. Για να μην μιλήσουμε για τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τα οποία ποτέ δεν έκρυψαν την ύπαρξη ενός "αυτοκρατορικού" σχεδίου, της δημιουργίας του Μεγάλου Ισραήλ.

 

Στα χρόνια λίγο πριν τον Πολέμο των Έξι Ημερών, καταβλήθηκαν προσπάθειες να προετοιμαστεί η εγχώρια και διεθνής κοινή γνώμη για την επικείμενη σύγκρουση με το φάντασμα του αραβικού "ριζοσπαστισμού" (το καθεστώς Νάσερ στην Αίγυπτο και το καθεστώς Μπάαθ στη Συρία), μια απειλή με την οποία επεδίωκαν να κερδίσουν τη δυτική -ιδίως την αμερικανική- υποστήριξη παρουσιάζοντάς την ως ένα είδος κομμουνισμού με αραβική σάλτσα. Γι' αυτό, το '67, δεν ήταν μόνο ο στρατός έτοιμος για πόλεμο: ο γραφειοκρατικός μηχανισμός που θα διαχειριζόταν τις κατακτήσεις ήταν κι αυτός έτοιμος. Όσον για την αφήγηση της ανάγκης να εξαπολυθεί ένα προληπτικό χτύπημα για να εξουδετερωθούν οι δυνάμεις ενός εχθρού που ετοιμαζόταν να εξοντώσει το Ισραήλ, πρόκειται για ένα ψέμα ανάλογο της υποτιθέμενης επίθεσης των Βιετναμέζων σε αμερικανικά πλοία στον Κόλπο του Τόνκινου και των "αποδείξεων" για όπλα μαζικής καταστροφής των Ιρακινών. Η αλήθεια, υποστηρίζει ο Ίλαν Παπέ , είναι ότι οι ισραηλινές ελίτ γνώριζαν την αραβική στρατιωτική κατωτερότητα και ότι η Συρία και η Αίγυπτος την γνώριζαν εξίσου και ούτε που θα τους περνούσε ποτέ από το μυαλό να επιτεθούν πρώτες.


 

Σιωνισμός: κοινή ιδεολογική μήτρα της Δεξιάς και της Αριστεράς

 Για να κατανοήσουμε σε ποιο βαθμό οι πιο αμφισβητήσιμες πλευρές της ισραηλινής πολιτικής έναντι του παλαιστινιακού λαού είναι το λογικό αποτέλεσμα της σιωνιστικής ιδεολογίας, υποστηρίζει ο Παπέ, θα πρέπει να ανατρέξουμε στο πνεύμα της "μεσσιανικής αποικιοκρατίας" στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα. Το όραμα της επιστροφής στους βιβλικούς χρόνους (και τόπους) είναι η βάση του σιωνισμού. Δημιούργημα μιας αναζήτησης ενός ασφαλούς καταφυγίου ενάντια στον αντισημιτισμό και ενός χώρους που θα διαμόρφωνε τον Ιουδαϊσμό ως έθνος, ο Σιωνισμός δεν θα είχε γνωρίσει τον σημερινό εκφυλισμό του αν, για να πραγματοποιήσει τις νόμιμες φιλοδοξίες του, δεν είχε επιλέξει ένα ήδη κατοικημένο χώρο, γεγονός που τον μετέτρεψε αναπόφευκτα σε ένα αποικιοκρατικό σχέδιο (παρεμπιπτόντως: στην Αμερική και την Αυστραλία παρόμοια σχέδια περιελάμβαναν τη συστηματική εξόντωση των γηγενών πληθυσμών).

 

Η υλοποίηση του σχεδίου σήμαινε τον έλεγχο του μεγαλύτερου μέρους της ιστορικής Παλαιστίνης και τη δραστική μείωση του αριθμού των Παλαιστινίων που ζούσαν εκεί- ο στόχος ήταν, εν ολίγοις, η οικοδόμηση ενός εθνοτικά-θρησκευτικά "καθαρού" εβραϊκού κράτους, η επιθυμία (κρυφή από ορισμένους, διακηρυγμένη από άλλους) ήταν ότι στην αρχαία γη του Ισραήλ θα έπρεπε να υπάρχουν μόνο Εβραίοι. Ως εκ τούτου, η εθνοκάθαρση του 1948 κατέστη δυνατή: 1) από τη βρετανική απόφαση να εγκαταλείψει τα εδάφη που κυβερνούσε επί 30 χρόνια- 2) τον αντίκτυπο του Ολοκαυτώματος στη δυτική κοινή γνώμη- 3) την πολιτική αναταραχή στον παλαιστινιακό αραβικό κόσμο. Αρπάζοντας την ευκαιρία, μια εξαιρετικά αποφασιστική σιωνιστική ηγεσία εκδίωξε μεγάλο μέρος του ντόπιου πληθυσμού καταστρέφοντας τα χωριά και τις πόλεις τους, έτσι ώστε μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα το 80% της υπό βρετανική εντολή Παλαιστίνης να γίνει το εβραϊκό κράτος του Ισραήλ.

 

Αναφερόμενος στις δρακόντειες αποφάσεις σχετικά με τη διαχείριση των κατεχομένων εδαφών που έλαβε η κυβέρνηση που ηγήθηκε της χώρας στον πόλεμο του '67, ο Pappé τονίζει πως αυτή περιλάμβανε όλα τα ιδεολογικά ρεύματα: Εργατικούς, κοσμικούς φιλελεύθερους, θρησκευόμενους και φανατικούς θρησκευόμενους, αντιπροσωπεύοντας έτσι την ευρύτερη δυνατή σιωνιστική συναίνεση. Για τη σκληρότητα των αποφάσεων θα επανέλθουμε αργότερα, αυτό που είναι σημαντικό να τονιστεί καταρχήν είναι η απουσία ουσιαστικών διαφορών μεταξύ δεξιάς και αριστεράς. Μια ενότητα προθέσεων που επικυρώθηκε από το γεγονός ότι ούτε καν η εναλλαγή μεταξύ των Εργατικών (που κυβέρνησαν μέχρι το 1977) και της Δεξιάς (το Λικούντ κυριάρχησε την επόμενη δεκαετία, από το 1977 έως το 1987), δεν επέφερε κάποια ουσιαστική αλλαγή εκτός από την "αφήγηση": οι Εργατικοί ήταν επιδέξιοι στο να εξαπατούν τον κόσμο σχετικά με τις ειρηνευτικές προθέσεις του Ισραήλ (ο Σιμόν Πέρες τα κατάφερε τόσο καλά που του απονεμήθηκε βραβείο Νόμπελ), αλλά δεν άλλαξαν ούτε ίχνος από τη στρατηγική που υιοθετήθηκε το 67. Όσον αφορά το Λικούντ, η μόνη πραγματική αλλαγή συνίστατο στη δημιουργία όλο και στενότερων δεσμών του με το κίνημα των εποίκων (Gush Emunim). Κατά την εν λόγω δεκαετία, οι υπερορθόδοξοι είχαν τη δυνατότητα να δημιουργούν θεοκρατικούς θύλακες με διαφορετικούς κανόνες και νομικές διαδικασίες από εκείνους που ισχύουν στο Ισραήλ. Ο εβραϊκός φονταμενταλισμός εξουσιοδοτήθηκε de facto να παίξει ρόλο στη "στρατιωτικοποίηση" των εποίκων, μέχρι του σημείου να δημιουργηθούν ομάδες αυτοδικίας που πραγματοποιούσαν τιμωρητικές εκστρατείες με την ανοχή του κράτους (από 48 δολοφονίες με δράστες βίαιους εποίκους που δρούσαν σε οργανωμένες συμμορίες, αναφέρει ο Παπέ , μόνο ένας παραπέμφθηκε σε δίκη).

 

Το μαστίγιο και το καρότο. Η μεγαλύτερη φυλακή του κόσμου

 Αλλά,ας έρθουμε στις προκλήσεις που οδήγησαν το Ισραήλ να δημιουργήσει αυτό που ο Παπέ αποκαλεί τη μεγαλύτερη φυλακή όλων των εποχών (αρχικά ενάμισι εκατομμύριο "κρατούμενοι", που αργότερα αυξήθηκε στα 4 εκατομμύρια) και στις μεθόδους με τις οποίες διοικείται και εξακολουθεί να διοικείται. Στην πραγματικότητα, στους κατοίκους της Δυτικής Όχθης και της Γάζας επιλέχθηκε η επέκταση της στρατιωτικής εξουσίας, που είχε ήδη επιβληθεί στην παλαιστινιακή μειονότητα εντός του Ισραήλ και για το λόγο αυτό εμπνεύστηκαν από τους κανονισμούς έκτακτης ανάγκης που είχαν εκδώσει οι Βρετανοί, και τους οποίους οι ίδιοι οι σιωνιστές ηγέτες είχαν χαρακτηρίσει ναζιστικούς. Αρκεί να αναφέρουμε την οδηγία 109 (η οποία επέτρεπε στον στρατιωτικό διοικητή να εκδιώκει τον πληθυσμό), την οδηγία 110 (η οποία του έδινε το δικαίωμα να καλεί κάθε πολίτη σε αστυνομικό τμήμα) και την περιβόητη 111 (η οποία επέτρεπε διοικητικές συλλήψεις επ' αόριστον χωρίς κατηγορία ή δίκη). Ακόμη και το σύστημα στρατολόγησης συνεργατών το αντέγραψαν από αυτό που ακολουθούσε η βρετανική αποικιακή κυβέρνηση στην Αίγυπτο και την Ινδία.

 

Η βασική αντίφαση που κατέστησε αναγκαία την προσφυγή σε αυτή την ανελέητη λύση ήταν το γεγονός ότι τα εδάφη που κατακτήθηκαν το 1967 μπορούσαν να προσαρτηθούν de facto αλλά όχι de jure, και αυτό για δύο λόγους: 1) το διεθνές δίκαιο τα θεωρούσε κατεχόμενα εδάφη, σε αντίθεση με εκείνα που αποκτήθηκαν το 1948, τα οποία αναγνωρίζονταν ως αναπόσπαστο τμήμα του κράτους του Ισραήλ- 2) οι Παλαιστίνιοι δεν μπορούσαν να εκδιωχθούν αλλά ούτε και να ενσωματωθούν ως πολίτες με ίσα δικαιώματα, επειδή ο αριθμός τους και η δημογραφική τους αύξηση θα έθετε σε κίνδυνο την εβραϊκή πλειοψηφία. Η ταυτόχρονη επίτευξη τριών αντιφατικών στόχων - να διατηρηθούν τα εδάφη, να μην εκδιωχθούν οι κάτοικοί τους αλλά και να μην τους χορηγηθεί η ιθαγένεια - ήταν βέβαιο ότι θα δημιουργούσε μια απάνθρωπη πραγματικότητα, δηλαδή μια φυλακή που επιβλήθηκε όχι σε άτομα αλλά σε μια ολόκληρη κοινωνία. Ένας τεράστιος αριθμός προσωπικού ("η γραφειοκρατία του κακού", όπως την αποκαλεί ο Παπέ)  κλήθηκε να διαχειριστεί αυτή τη μεγα-φυλακή, επιφορτισμένος με τη διαχείριση σχεδόν πέντε εκατομμυρίων "κρατουμένων" που ήταν κλειδωμένοι σε περιοχές που κάποτε ήταν τα δικά τους εδάφη.

 

Για να επιτύχουν το έργο τους, οι δεσμοφύλακες κατέφυγαν σε μια πολιτική καρότου και μαστίγιου, επιβραβεύοντας όσους αποδέχονταν τους κανόνες που επέβαλε ο κατακτητής και τιμωρώντας όσους αντιδρούσαν σε αυτούς. Το στρατηγικό όπλο για την αποδυνάμωση των αόριστων προσπαθειών αντίστασης ήταν η εγκατάσταση ενός αυξανόμενου αριθμού Εβραίων εποίκων. Ο τόπος όπου εφαρμόστηκε υποδειγματικά αυτή η στρατηγική ήταν η Ανατολική Ιερουσαλήμ και οι παρακείμενες περιοχές. Η Μεγάλη Ιερουσαλήμ που έγινε η νέα πρωτεύουσα του Ισραήλ δημιουργήθηκε με κλοπή παλαιστινιακής γης από το Κράτος, απαλλοτριώσεις χωρίς αποζημίωση, κατεδαφίσεις σπιτιών και χωριών και την οικοδόμηση νέων συνοικιών που προορίζονται για τους Εβραίους πάνω στα ερείπια. Ήδη το 68, γράφει ο Παπέ , μόνο το 14% της έκτασης της Ανατολικής Ιερουσαλήμ ανήκε στους Παλαιστίνιους, οι οποίοι μόλις ένα χρόνο νωρίτερα ήταν οι αποκλειστικοί ιδιοκτήτες της.

 

Στα υπόλοιπα κατεχόμενα εδάφη, η εγκατάσταση Εβραίων εποίκων βασίστηκε στη "στρατηγική της σφήνας", με στόχο την παρεμπόδιση της χωρικής συνέχειας και της γεωγραφικής ομοιογένειας των κατεχόμενων από τους Παλαιστίνιους περιοχών. Λειτουργεί ως εξής: μια απομακρυσμένη τοποθεσία αποικίζεται, και στη συνέχεια η περιοχή μεταξύ του Ισραήλ και του νέου οικισμού (συμπεριλαμβανομένων των δρόμων που οδηγούν σε αυτόν) διεκδικείται ως αποκλειστικά εβραϊκή. Αυτό δημιουργεί εδαφική συνέχεια μεταξύ των εβραϊκών οικισμών και ασυνέχεια μεταξύ των χωριών και των παλαιστινιακών πόλεων που γίνονται θύλακες απομονωμένοι ο ένας από τον άλλο και "ενσωματωμένοι" σε μια συνεχώς διευρυνόμενη συνέχεια εδαφών που προσαρτώνται στο Ισραήλ.

 

Αφού είπαμε ότι το μαστίγιο είναι πάντα αυτό του 1948 - κατεδαφίσεις σπιτιών, μαζικές συλλήψεις χωρίς δίκη, απαγόρευση κυκλοφορίας, βίαιες επιδρομές σε σπίτια κ.λπ. - τι είναι το καρότο; Η απάντηση παραπέμπει στη χρήση της οικονομίας ως ειρηνευτικού εργαλείου. Η πρόσληψη φτηνού παλαιστινιακού εργατικού δυναμικού, που παρουσιάζεται ως "ανταμοιβή" για την καλή συμπεριφορά (σε πείσμα του γεγονότος ότι οι Παλαιστίνιοι εργάτες δεν πληρώνονται όπως οι Εβραίοι εργάτες, πόσο μάλλον να απολαμβάνουν τα δικαιώματα και την προστασία τους), δημιούργησε μια κατάσταση σχετικής ευημερίας μέχρι το ξέσπασμα των δύο Ιντιφάντα. Ωστόσο, η κατάσταση αυτή δεν επέτρεψε την ανάπτυξη μιας αυτόνομης παλαιστινιακής οικονομίας, δεδομένου ότι υπάρχουν μόνο δύο ροές μεταξύ του Ισραήλ και των Κατεχόμενων εδαφών: της εισόδου ισραηλινών αγαθών και της εξόδου της εργατικής δύναμης των Παλαιστινίων, οπότε η μόνη άλλη πηγή πόρων είναι η διεθνής βοήθεια. Αυτό έφτανε για να κερδίσει το Ισραήλ τη συνεργασία μιας μειοψηφίας πλούσιων Παλαιστινίων (δήμαρχοι, έμποροι, δικηγόροι κ.λπ.), τουλάχιστον μέχρις ότου η συνεργασία σήμαινε ότι δεν θα διακινδύνευαν το τομάρι τους.

 

Οι δύο Ιντιφάντα

 Βασιζόμενη στη σχετική ευημερία των Κατεχόμενων που μόλις αναφέραμε, η ισραηλινή προπαγάνδα αποδίδει το ξέσπασμα της πρώτης Ιντιφάντα στην υποκινούμενη δράση των "τρομοκρατών". αποκρύπτοντας παράλληλα τους λόγους της δυσαρέσκειας του πληθυσμού (περιορισμός σε υπερπληθυσμιακές περιοχές, άρνηση των στοιχειωδών ανθρωπίνων και πολιτικών δικαιωμάτων, εκμετάλλευση του εργατικού δυναμικού κ.λπ.). Η περίφημη πρόκληση του Σαρόν (ο περίπατος στην Εσπλανάδα των Τζαμιών) ήταν μόνο μια συγκυριακή αφορμή που πυροδότησε τη λαϊκή οργή. Μια οργή που, όπως επισημαίνει ο Παπέ , εκφράστηκε αρχικά με ειρηνικές μεθόδους: απεργίες, μποϊκοτάζ ισραηλινών προϊόντων, άρνηση πληρωμής φόρων, στη χειρότερη περίπτωση με πετροπόλεμο, διαδηλώσεις στις οποίες ο στρατός αντέδρασε με πρωτοφανή βία προκαλώντας πολυάριθμους θανάτους και τραυματισμούς (τα δύο πρώτα χρόνια σχεδόν 30.000 παιδιά, το ένα τρίτο από αυτά κάτω των δέκα ετών, χρειάστηκε να αναζητήσουν ιατρική περίθαλψη για τα τραύματά τους), ενώ οι διεθνείς αντιδράσεις δεν ξεπέρασαν την ήπια κριτική για αυτό που κατ' ευφημισμόν ονομάζαν "υπερβολική χρήση βίας". Αυτή η αγριότητα ήταν το καύσιμο που τροφοδότησε τον ριζοσπαστισμό της Χαμάς και οι επιθέσεις της Χαμάς αποτέλεσαν με τη σειρά τους την αφορμή για την περαιτέρω αυστηροποίηση της καταστολής, η οποία, μεταξύ των πολλών μισητών πλευρών της, ήταν και η άρνηση της ελευθερίας της μετακίνησης και κάθε ιδιωτικής πρωτοβουλίας: στην πραγματικότητα, οι άνθρωποι άρχισαν να ζητούν άδειες για τα πάντα, για να εργαστούν, να σπουδάσουν, να χτίσουν και να εμπορευτούν (άδειες που χορηγούνται ή απορρίπτονται κατά την απόλυτη κρίση των γραφειοκρατών).

 

Και ερχόμαστε στη δεύτερη Ιντιφάντα, η οποία ξέσπασε μετά τις "ειρηνευτικές συμφωνίες" του Όσλο (1993). Ο Παπέ αμφισβητεί την αφήγηση των μέσων ενημέρωσης (όχι μόνο των ισραηλινών) που εκείνη την εποχή βασιζόταν σε δύο μυθεύματα: το πρώτο ήταν ότι επρόκειτο για μια γνήσια προσπάθεια ειρήνευσης- η δεύτερη ότι ναυάγησε σκόπιμα από τη στάση του Αραφάτ. Όσον αφορά το πρώτο ψέμα: η ισραηλινή πρόταση συνίστατο στη δημιουργία ενός αποστρατιωτικοποιημένου παλαιστινιακού μίνι-κράτους με πρωτεύουσα το Abu Dis (ένα χωριό κοντά στην Ιερουσαλήμ), το οποίο θα στερούνταν ένα μεγάλο μέρος της Δυτικής Όχθης, το οποίο δεν θα είχε το δικαίωμα να ασκεί ανεξάρτητη οικονομική και εξωτερική πολιτική και το οποίο θα έπρεπε να παραιτηθεί από τη διεκδίκηση του δικαιώματος επιστροφής των προσφύγων του '48. Αυτή η παρωδία, που πλασάρεται ως λύση "δύο κρατών", προέβλεπε ότι το Ισραήλ θα αποφάσιζε μονομερώς τόσο για το πόσα εδάφη θα παραχωρούσε όσο και για το τι θα συνέβαινε στα εν λόγω εδάφη. Όσον αφορά το υποτιθέμενο σαμποτάζ του Αραφάτ: η αλήθεια, υποστηρίζει ο Παπέ,  είναι ότι ορισμένοι όροι που καθορίστηκαν στη διαπραγμάτευση, αρχής γενομένης από τον όρο σύμφωνα με τον οποίο οι παλαιστινιακές αρχές θα έπρεπε να διαχειρίζονται την ασφάλεια των εδαφών, διασφαλίζοντας ότι δεν θα φιλοξενούσαν αντιστασιακές δραστηριότητες, ήταν αδύνατο να τηρηθούν. Αυτή η συνθηκολόγηση και η συνενοχή των αραβικών χωρών που την αποδέχθηκαν, εξόργισαν τον παλαιστινιακό πληθυσμό, ο οποίος θεώρησε τη συμφωνία ως "προδοσία του Όσλο", ενίσχυσε την ηγεμονία της Χαμάς και επανεκκίνησε τις διαμαρτυρίες με πολύ λιγότερο ειρηνικές μορφές από την πρώτη Ιντιφάντα, για την οποία η ισραηλινή αντίδραση ήταν ακόμη πιο βίαιη: όχι αστυνομικές επιχειρήσεις αλλά ένας πραγματικός πόλεμος: αντί να κυνηγούν τρομοκράτες, άρχισαν να χρησιμοποιούν βαρέα όπλα (τανκς και κανόνια) εναντίον του άμαχου πληθυσμού, υιοθετώντας την αρχή της συλλογικής τιμωρίας που εφάρμοζαν οι Ναζί ως αντίποινα μετά από επιθέσεις ανταρτών. Ειδικότερα, μετά την ανάληψη από τη Χαμάς του έλεγχου της Γάζας, η λωρίδα δέχθηκε επανειλημμένα επιθέσεις ως εχθρικό έθνος, μέσω στρατιωτικών επιχειρήσεων μεγάλης κλίμακας από ξηράς, αέρος και θαλάσσης που προκάλεσαν μεγάλες απώλειες μεταξύ των αμάχων. Οι τελευταίες σελίδες του βιβλίου είναι ένα χρονικό αυτού του υφέρποντος πολέμου που σέρνεται από τη δεκαετία του 1990 μέχρι σήμερα (η αρχική έκδοση είναι του 2017).


 

Η ανικανότητα της εγχώριας και διεθνούς κοινής γνώμης

 Αναφερθήκαμε στην ακραία αδυναμία των δυνάμεων της ισραηλινής αντιπολίτευσης, που καταδυναστεύονται  από τη σιωνιστική ιδεολογία με την οποία ταυτίζονται όλα τα μεγάλα κόμματα, δεξιά και αριστερά, κοσμικά και θρησκευτικά, που σκεπάζεται τη φωνή τους από ένα σύστημα ενημέρωσης ομόφωνα ευθυγραμμισμένο με το σχέδιο του Μεγάλου Ισραήλ και αποτελούν μειοψηφία ακόμη και στους τομείς του ακαδημαϊκού και λογοτεχνικού πολιτισμού. Οι δυτικές αντιδράσεις ήταν σχεδόν ανύπαρκτες: στην πρώτη φάση της διαδικασίας - την εθνοκάθαρση του 1948 - η Ευρώπη έπρεπε να εξιλεωθεί για τα εγκλήματα που είχαν διαπραχθεί στο έδαφός της κατά των Εβραίων προκειμένου να επιτύχει ειρήνη και συμφιλίωση, οπότε αποδέχθηκε την εβραϊκή αποικιοκρατία χωρίς να διστάσει καθόλου, τη στιγμή που η διεθνής κοινότητα χαρακτήριζε την αποικιοκρατία ως μισητή κληρονομιά του παρελθόντος. Από το 1967 και μετά, η άνευ όρων υποστήριξη της Δύσης στο Ισραήλ έγινε βασικό στοιχείο του Ψυχρού Πολέμου, καθώς το εβραϊκό κράτος λειτούργησε ως προκεχωρημένο φυλάκιο στον αγώνα κατά των καθεστώτων της περιοχής που συμμάχησαν με τη Μόσχα και, μετά την πτώση της ΕΣΣΔ, κατά των αραβικών χωρών που επέμεναν να αντιτίθενται στη δυτική ηγεμονία (από τον Τζόνσον και μετά, κανένας Αμερικανός πρόεδρος δεν αρνήθηκε να παράσχει στους Ισραηλινούς τα πιο προηγμένα όπλα). Πριν κλείσω, θα ήθελα να επισημάνω ότι παρέλειψα, για λόγους χώρου, μια από τις πιο ενδιαφέρουσες πτυχές του έργου του Παπέ, δηλαδή την ακριβή ανάλυση των νομικών μηχανισμών με τους οποίους το Ισραήλ νομιμοποίησε ακόμη και τις πιο αποτρόπαιες ενέργειες του στρατού του (και των συμμοριών των υπερορθόδοξων εποίκων). Θα περιοριστώ στο να υπενθυμίσω όσα σημειώνει ο συγγραφέας σχετικά με την εμπλοκή του Ανώτατου Δικαστηρίου: καλούμενο να παίξει το ρόλο του εγγυητή, περιορίστηκε στο να νομιμοποιεί τις πράξεις των στρατιωτικών αρχών στα εδάφη, καλύπτοντάς τες με τον μανδύα της νομιμότητας.

 

Μερικές παρατηρήσεις

 Σε δύο περιπτώσεις (αναφέρομαι στην κριτική για τους κανόνες της Βρετανικής Εντολής που εκδόθηκε από τους ίδιους Σιωνιστές οι οποίοι με τη σειρά τους,τους  υιοθέτησαν, και στη μέθοδο της συλλογικής τιμωρίας που πλήττει μια ολόκληρη κοινότητα αντί για τον ένοχο) χρησιμοποίησα το χαρακτηρισμό ναζί. Θα ήθελα να επισημάνω ότι στο βιβλίο του Παπέ, το οποίο είναι μια από τις πιο σκληρές καταγγελίες των ισραηλινών εγκλημάτων που έχω διαβάσει ποτέ, η αντιπαράθεση αυτή ("απαγορευμένη" όχι μόνο λόγω της εβραϊκής ευαισθησίας στη μνήμη του Ολοκαυτώματος, αλλά και την πολιτική ορθότητα που κυριαρχεί στις δυτικές χώρες) δεν προτείνεται ποτέ. Επομένως, εναπόκειται σε μένα να απαντήσω στο ερώτημα αν και σε ποιο βαθμό θεωρώ ότι είναι δικαιολογημένη.

 

Ο κατάλογος των γεγονότων που θα μπορούσαν να με ωθήσουν να αμφισβητήσω την κατηγορία του αντισημιτισμού, η οποία θα έπληττε αμέσως όποιον τολμούσε να το κάνει (στην πραγματικότητα, σήμερα κινδυνεύει κανείς με μια τέτοια κατηγορία για πολύ λιγότερα), είναι μακρύς: εθνοκάθαρση (αν και εδώ διακυβεύεται η θρησκευτική και όχι η εθνοτική καθαρότητα: οι Εβραίοι αφρικανικής καταγωγής, για παράδειγμα, δεν υφίστανται διακρίσεις), βία κατά του άμαχου πληθυσμού (άνδρες, γυναίκες, ηλικιωμένοι και παιδιά), παραβίαση των στοιχειωδέστερων πολιτικών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων, εντατική εκμετάλλευση της εργασίας, παραβίαση του διεθνούς δικαίου κ.λπ. Ωστόσο, ένας βασικός παράγοντας λείπει: δεν υπήρξε συστηματική εξόντωση του παλαιστινιακού λαού. Ετσι, είμαι πολύ λιγότερο σίγουρος ότι η κατηγορία της γενοκτονίας μπορεί να απορριφθεί αν εφαρμόσει κανείς τα κριτήρια εκείνου που επινόησε τον όρο, του Πολωνού νομικού εβραϊκής καταγωγής Ραφαέλ Λέμκιν, ο οποίος μίλησε για την "καταστροφή ενός έθνους ή μιας εθνοτικής ομάδας", εννοώντας όχι μόνο τη φυσική εξόντωση, αλλά και πρακτικές όπως η καταστολή των θεσμών αυτοδιοίκησης, η καταστροφή της κοινωνικής δομής, η στέρηση των μέσων διαβίωσης, η καταστροφή των χώρων λατρείας, ο εξευτελισμός και η ηθική υποβάθμιση. Όπως βλέπουμε, είναι θεμιτό να αμφιβάλουμε για περισσότερα από ένα ζητήματα.

 

Ο σκοπός αυτού του σύντομου σημειώματος, ωστόσο, δεν είναι να δείξει περαιτέρω με το δάχτυλο τις ευθύνες του ισραηλινού κράτους, αλλά να εκθέσει την αφόρητη υποκρισία της δυτικής προπαγάνδας: Ο Μιλόσεβιτς δικάστηκε για εγκλήματα που διαπράχθηκαν κατά τη διάρκεια του πολέμου στην πρώην Γιουγκοσλαβία (με αφορμή τα ευρωπαϊκά γεωπολιτικά συμφέροντα, πρώτα και κύρια τα γερμανικά)- για τα υποτιθέμενα κινεζικά εγκλήματα κατά των λαών του Θιβέτ και των Ουιγούρων, τα δυτικά μέσα ενημέρωσης χύνουν ποταμούς δακρύων κάθε μέρα- τέλος, από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, βιώνουμε την πιο φρενήρη αντιρωσική εκστρατεία από την Οκτωβριανή Επανάσταση. Όσον αφορά το τελευταίο σημείο, θα ήθελα να επισημάνω ότι, ανεξάρτητα από τη νομιμότητα της στρατιωτικής επέμβασης στο Ντόμπας (η οποία, από τη Μόσχα, θα μπορούσε να δικαιολογηθεί, με πιο ισχυρά επιχειρήματα από εκείνα που προέβαλε το Ισραήλ το 1967, ως προληπτική κίνηση για να αποφευχθεί η περικύκλωσή της από το ΝΑΤΟ), η Ρωσία εισέβαλε σε περιοχές που κατοικούνται από ρωσόφωνες μειονότητες που αποτέλεσαν αντικείμενο εθνοκάθαρσης από τις παραφασιστικές πολιτοφυλακές του Κιέβου και όχι, όπως στην περίπτωση των ισραηλινών πολέμων, σε περιοχές που κατοικούνται επί αιώνες από έναν λαό που δεν είχε επιτεθεί ούτε απειλήσει κανέναν. Αν και αυτό δεν αρκεί για να ξυπνήσει κανείς τα φαντάσματα του ναζισμού ή να μιλήσει για γενοκτονία, κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι πρόκειται για επιθετικές ενέργειες αποικιοκρατικού χαρακτήρα, ούτε ότι η Δύση τις αθωώνει εφαρμόζοντας διπλά μέτρα και σταθμά, μια στάση που υπαγορεύεται από το πιο κυνικό γεωπολιτικό συμφέρον και στην οποία οι αρχές και οι αξίες δεν έχουν καμία βαρύτητα.

 [----->]


 

ΕΡΧΕΤΑΙ ΑΠΟ ΜΑΚΡΙΑ Ο ΝΕΟΣ, ΒΡΩΜΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ

 


Αρθρο του δημοσιογράφου Αλμπέρτο Νέγκρι στην ιταλική εφημερίδα Il manifesto, μετά την πρόσφατη  (στις 18/9/2021) αποκάλυψη στην εφημερίδα Nιου Γιορκ Τάιμς,  του τρόπου δολοφονίας του Ιρανού Μοχσέν Φαχριζαντέχ, του επικεφαλής του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν και υφυπουργού άμυνας της χώρας.

https://ilmanifesto.it/arriva-da-remoto-la-nuova-sporca-guerra/?utm_medium=Social&utm_source=Facebook&fbclid=IwAR3RUlZKT9f4JpDsmzSltHvEfL408GUkJ7VQPWbNS0ZaR_iv0evYvtN0vYk#Echobox=1632300287

https://www.nytimes.com/2021/09/18/world/middleeast/iran-nuclear-fakhrizadeh-assassination-israel.html

ΕΝΑΣ ΝΕΟΣ ΒΡΩΜΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ

Στόχος το Ιράν. Ο πόλεμος δίχως τέλος, όπως αυτός μεταξύ ΗΠΑ-Ισραήλ και Ιράν, στην πραγματικότητα όχι μόνο δεν τελειώνει ποτέ αλλά το μόνο που αλλάζει είναι τα σενάρια με τη χρήση τεχνολογιών που μετατρέπουν τα πιθανά πεδία μάχης σε πεδία βολής όπου οι δολοφόνοι δεν είναι πλέον με σάρκα και οστά αλλά διαβολεμένα ηλεκτρονικά μηχανήματα.

Ετσι, ο πόλεμος γίνεται  « καθαρός» κι ας παραμένει πολύ βρώμικος. Ο ισραηλινο-αμερικανικός θάνατος έρχεται τώρα μετά από την εντολή ενός δορυφορικού συστήματος το οποίο βρίσκεται χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, από μη επανδρωμένα αεροσκάφη (δρόνοι)  αλλά και δολοφονικά ρομπότ, προγραμματισμένα ως τη παραμικρή λεπτομέρεια, αλάνθαστα σχεδόν.

Με ένα τηλεχειριζόμενο πολυβόλο που μπορεί να ρίχνει 600 βολές το λεπτό, τοποθετημένο σε φορτηγό, έτσι περιγράφουν οι New York Times τον τρόπο δολοφονίας στις 27 Νοεμβρίου 2020 κοντά στο εξοχικό του στο Absard, ένα χωριό ανατολικά της Τεχεράνης, του Μοχσέν Φαχριζαντέχ (Mohsen Fakhrizadeh) του επικεφαλής του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν και υφυπουργού άμυνας της χώρας.

Η δολοφονία του Φαχριζαντέχ, που προηγήθηκε αυτής του Ιρανού Στρατηγού Κασέμ Σολεϊμανί στις 3 Ιανουαρίου 2020 που δολοφονήθηκε από Αμερικανούς με ένα μη επανδρωμένο αεροσκάφος στη Βαγδάτη, είχε προγραμματιστεί στα τέλη του 2019 και τις αρχές του 2020, από την ανώτατη πολιτική ηγεσία του Ισραήλ και των Ηνωμένων Πολιτειών σε αλλεπάλληλες συναντήσεις του αρχηγού της Mοσάντ Γιόσι Κοέν (Yossi Cohen), του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, του υπουργού Εξωτερικών Μάικ Πομπέο και της επικεφαλής της Cia Τζίνα Χάσπελ. Με λίγα λόγια ένα διευθυντήριο, δολοφόνων με κοστούμι και γραβάτα που έστησαν μαζί Ουάσιγκτον και Τελ Αβίβ μετά την ακύρωση από τον Τραμπ της συμφωνίας του 2015 για τα πυρηνικά, μεταξύ Ομπάμα και Ιράν. Η συμφωνία κορυφής για τη δολοφονία του Ιρανού φυσικού έπρεπε να έχει την απόλυτη την συναίνεση της Ουάσιγκτον επειδή θεωρήθηκε ως μια πράξη πολέμου και το Ισραήλ χρειαζόταν την αμερικανική υποστήριξη σε περίπτωση μετωπικής σύγκρουσης.

Με λίγα λόγια επί Τραμπ, και όπως όλα δείχνουν και με τον Μπάιντεν, ο πόλεμος και η ειρήνη στη Μέση Ανατολή αλλά και στα δικά μας μέρη βρίσκεται στα χέρια της Μοσάντ η οποία πάντα, ή σχεδόν πάντα, έχει τη σύμφωνη γνώμη της Ουάσιγκτον. «Αν κάποιος έρθει για να σε σκοτώσει, σήκω όρθιος και σκότωσέ τον πρώτος εσύ» αναφέρεται  στο Ταλμούδ, το βασικό κείμενο του Ιουδαϊσμού. Από την ίδρυσή του το 1948, το Ισραήλ αυτή τη διδαχή την έκανε σύνθημά του, ίσως λόγω της τραυματικής εμπειρίας του Ολοκαυτώματος και την αίσθηση ότι όλοι οι Εβραίοι κινδυνεύουν. Έτσι η Μοσάντ έχει το ελεύθερο να σκοτώνει κάτι που δεν έχει καμία άλλη υπηρεσία στον κόσμο και αυτό μπορεί να οδηγήσει σε πόλεμο με το Ιράν, με όποιο τρόπο και όποτε αυτό το θελήσει.

Και καμία άλλη χώρα στον κόσμο, εκτός του Ισραήλ, δεν απολαμβάνει  μια τέτοια ατιμωρησία. Αυτό ονομάζεται πολιτική των δύο μέτρων και δύο σταθμών. Η τόσο ακραία ταύτιση μεταξύ Αμερικανών και Ισραηλινών συμφερόντων, στόχων και μεθόδων που ήδη γνωρίζαμε αλλά που γίνεται ενοχλητική και  παίρνει ολοένα και μεγαλύτερες διαστάσεις, συμπίπτει με την αμερικανική αποχώρηση από κάποιες χώρες.

Το Ισραήλ γίνεται όλο και περισσότερο ο χωροφύλακας των ΗΠΑ και σήμερα πλέον είναι ο συντονιστής των επονομαζόμενων «Συμφωνιών του Αβραάμ». Οπως ανακοίνωσε μάλιστα πρόσφατα ο Αμερικανός Υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν , η συμμαχία θα διευρυνθεί· «Θα ενθαρρύνουμε και άλλες χώρες να ακολουθήσουν το παράδειγμα των Εμιράτων, του Μπαχρέιν, του Μαρόκου και να προχωρήσουν σε συμφωνίες με το Ισραήλ».

Και πρόσθεσε ότι « στο Ισραήλ θα πρέπει να συμπεριφέρονται όπως και σε οποιοδήποτε άλλο κράτος». Στην πραγματικότητα το εβραϊκό κράτος διαθέτει ένα τέτοιο οπλοστάσιο, τεχνολογία και ατομικά όπλα που τα κράτη της περιοχής τα συμφέρει να κλείνουν το στόμα τους πριν γίνουν στόχος των ισραηλινών ρομπότ. Δεν μπορείς καν να είσαι ουδέτερος: πρέπει να γίνεις φίλος με το Ισραήλ πριν αυτό σε σκοτώσει.

Οι αποκαλύψεις των New York Times έρχονται λίγες εβδομάδες μετά την επανάληψη των διαπραγματεύσεων για τα πυρηνικά στη Βιέννη οι οποίες είχαν ανασταλεί τον Ιούνιο πριν από την εκλογή του πρόεδρου της Ισλαμικής Δημοκρατίας του υπερσυντηρητικού Εμπραχίμ Ραΐσι. Το σίγουρο είναι ότι αν ένας Ιρανός διαπραγματευτής γίνει κάπως αντιπαθητικός, μετά την δολοφονία του Μοχσέν Φαχριζαντέχ , θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικός και. γενικότερα όταν συνδιαλέγεσαι με Αμερικανούς και Ισραηλινούς θα πρέπει να προσέχεις. Και αυτό δεν είναι καθόλου αστείο.

Ο Φαχριζαντέχ σκοτώθηκε από ένα τηλεχειριζόμενο πολυβόλο τοποθετημένο σε αυτοκίνητο, ενώ σε ένα άλλο είχαν μονταριστεί μηχανισμοί και κάμερες αναγνώρισης προσώπου. Μια τεχνολογία πολύ ακριβής.

Ο Φαχριζαντέχ, ο οποίος συνοδευόταν μπροστά και πίσω από οπλισμένη συνοδεία και θωρακισμένα αυτοκίνητα, συνήθιζε να οδηγεί ο ίδιος το αυτοκίνητό του με δίπλα τη σύζυγό του, η οποία παρέμεινε αλώβητη από τις σφαίρες του ρομπότ πολυβόλου.

Το μόνο λάθος στην όλη επιχείρηση ήταν ότι έμειναν θραύσματα από το ρομπότ και τον εξοπλισμό στον τόπο του εγκλήματος τα οποία θεωρητικά θα έπρεπε να εκραγούν και να αυτοκαταστραφούν.

Θραύσματα μιας εξελιγμένης τεχνολογίας που αποτελούν τα δακτυλικά αποτυπώματα της Mοσάντ. Μια τεχνολογία που δεν έχει τίποτα το ανθρώπινο παρά μόνο την υπολογισμένη ψυχρότητα των πολιτικών αποφάσεων που μπορούν να φέρουν τον κόσμο στο χείλος ενός πολέμου διαρκείας.

 

 
Credit...Darron Mark/Corbis, via Getty Images