Διάβασα το χθεσινό άρθρο του Σταύρου Λυγερού στη Real News, με τίτλο «Όταν ο ‘μικρός ΣΥΡΙΖΑ’ πυροβολεί τον ‘μεγάλο ΣΥΡΙΖΑ’», με το οποίο επαναφέρει το θέμα της Σουλεϊμάν Σαμπιχά.
Το θέμα κατά την άποψή μου έχει κλείσει. Δεν αρνούμαι να πάρω θέση, το έχω άλλωστε ήδη κάνει, και μάλιστα εγκαίρως. Αλλά η συνεχής αναμόχλευσή του μονάχα την κυβερνητική ατζέντα εξυπηρετεί.
Μου έκανε μεγάλη εντύπωση ότι σ’ αυτό το άρθρο εντόπισα την επανάληψη ενός συνδρόμου πολύ του συρμού, το οποίο αποκαλώ «φούρνο του Χότζα». Σύμφωνα με το σύνδρομο αυτό, ο ΣΥΡΙΖΑ, ένα κόμμα που σύμφωνα με τις περισσότερες δημοσκοπήσεις διεκδικεί την πρώτη θέση στις Ευρωεκλογές, βρίσκεται συνεχώς σε κατάσταση στασιμότητας και πρέπει πάραυτα ν’ αλλάξει πολιτική και να υιοθετήσει την πολιτική που του υπαγορεύεται έξωθεν, αν θέλει να πάρει την εξουσία.
«Η θεμελιώδης αντίφαση του ΣΥΡΙΖΑ» αναφέρει ο Λυγερός, «είναι ότι οι εσωκομματικοί συσχετισμοί στην Κουμουνδούρου αντανακλούν τους συσχετισμούς στην παραδοσιακή εκλογική βάση του 4%. Δεν εκφράζουν, όμως, τους εκλογικούς πρόσφυγες (κυρίως κεντροαριστερούς) που το 2012 έδωσαν το 27%. Η στρατηγική πρόκληση για την Κουμουνδούρου είναι να υπερβεί την παραδοσιακή ιδεολογικοπολιτική περιχαράκωση του μικρού κόμματος διαμαρτυρίας, να αποκτήσει αίσθηση εθνικής ευθύνης και να μετεξελιχθεί σε αξιόπιστο κόμμα εξουσίας».
Η κριτική είναι πάντα χρήσιμη, πολύ περισσότερο για την ελληνική Αριστερά που βρίσκεται σήμερα σε σταυροδρόμι και ετοιμάζεται για τη μεγαλύτερη πρόκληση της ιστορίας της, να διαχειριστεί τις τύχες του τόπου στην τόσο κρίσιμη αυτή συγκυρία. Δεν θα το έκανα ζήτημα, λοιπόν, αν δεν είχα ανιχνεύσει το σύνδρομο που προανέφερα. Δεν έχει σημασία τι λέτε εσείς, ποια είναι η παράδοσή σας, τι λένε οι αποφάσεις των συνεδρίων σας, κάντε αυτό που σας λέω εγώ και να δείτε πώς θα απογειωθείτε αυτομάτως.
Ας δούμε άλλο παράδειγμα έκφρασης του συνδρόμου. Κώστας Λαπαβίτσας, στην ενδιαφέρουσα συνέντευξή του στο ThePressProject και στη Βασιλική Σιούτη την περασμένη εβδομάδα, όπου κατηγορεί τον ΣΥΡΙΖΑ για την απουσία εναλλακτικού σχεδίου σε σχέση με την παραμονή στο ευρώ, και γενικότερα για έλλειψη ριζοσπαστικής πνοής. «Για να πάρει την εξουσία και να αλλάξει τα πράγματα η Αριστερά πρέπει να έχει δυναμική, να διαμορφώνει την ατζέντα, να γεννάει όραμα. Ε, αυτό το πράγμα, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν το έχει καταφέρει και ο λόγος είναι ότι δεν έχει κυριαρχήσει η ριζοσπαστική πλευρά στη διαμόρφωση των θέσεων του».
Διαβάζοντας αυτό το απόσπασμα, αρχικά ψάρωσα. Λες, είπα μέσα μου, να υπάρχει τόσο εύκολος δρόμος να ηγεμονεύσει η αριστερά, κι εκείνη να μην το καταλαβαίνει και να εμμένει σε ηττοπαθείς πολιτικές; Έπειτα όμως είδα μπροστά μου το ίδιο μοτίβο, είδα πάλι το σύνδρομο με τον «φούρνο του Χότζα».
Θέλετε κι άλλο παράδειγμα; Άρθρο του Γιώργου Καραμπελιά στο περιοδικό Άρδην-Ρήξη. «Και ακριβώς γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ αποπνέει αυτό το ισχυρό ‘άρωμα’ του εθνομηδενισμού, δεν κατορθώνει να μεταβληθεί σε πραγματικά πλειοψηφική πολιτική δύναμη. Γι’ αυτό και δεν μπορεί να ξεκολλήσει από τα χαμηλά δημοσκοπικά ποσοστά, γι’ αυτό και είναι συνυπεύθυνος, όπως όλοι οι εθνομηδενιστές *, για την γιγάντωση της Χρυσής Αυγής, διότι εγκαταλείπει τον πατριωτισμό και τα εθνικά συμφέροντα στη ρητορική των φασιστών».
(* Εθνομηδενιστής: Ο ευγενικός τρόπος να αποκαλέσεις τον άλλο προδότη της πατρίδας).
Φυσικά, υπάρχουν και πολλοί άλλοι καλοθελητές που έχουν κατά νου ο καθένας από ένα διαφορετικό -αλλά πάντα απόλυτο- φάρμακο κατά της υποτιθέμενης στασιμότητας του ΣΥΡΙΖΑ. Άλλος καλεί τον Τσίπρα να κάνει στροφή προς το κέντρο και άλλος να εντείνει τα ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά του χώρου, τα οποία του εξασφάλισαν τα αυξημένα ποσοστά. Άλλος ζητάει περισσότερη Ευρώπη και ευρώ και άλλος μεγαλύτερο ευρωσκεπτικισμό, σχέδιο Β και δραχμή. Άλλος θέλει περισσότερη κινηματική λογική και άλλος πιο ευέλικτη κοινοβουλευτική στάση.
Πολλά απ’ αυτά μπορεί να είναι σωστά, αρκετά άλλωστε δεν αλληλοαποκλείονται. Το θέμα είναι ότι προβάλλονται ως γιατροσόφια που θα επιδράσουν άμεσα και θα κάμψουν τη στασιμότητα του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία προσωπικά δεν κατανοώ από πού προκύπτει, δεδομένου ότι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, παρά τα διλήμματα που αντιμετωπίζει και τις όποιες ολιγωρίες ή ερασιτεχνισμούς, κρατάει καλά. Διατηρείται σε πολύ υψηλά ποσοστά. Διεκδικεί ευθέως την εξουσία. Βελτιώνει τη διεθνή του θέση, ιδίως με την ανάδειξη του Αλέξη Τσίπρα ως κοινού υποψηφίου της ευρωπαϊκής Αριστεράς για την προεδρία της Κομισιόν. Και, πάνω απ’ όλα, συμμετέχει με ενεργό τρόπο σε όλα τα μεγάλα μέτωπα του καιρού μας, σε χιλιάδες κινητοποιήσεις σε όλη τη χώρα και σε εκατοντάδες δομές αλληλεγγύης και κινήματα.
Η στήλη αυτή, παρά τον υποκειμενισμό της και τον πολιτικό χρωματισμό που ποτέ δεν έκρυψε, δεν έχει διστάσει να ασκήσει συχνά κριτική σε αποφάσεις και παραλείψεις του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και άλλων πολιτικών σχηματισμών, και ασφαλώς θα συνεχίσει να το κάνει. Δεν είμαστε παπαγαλάκια, είμαστε ενεργά πολιτικά υποκείμενα.
Στην κρίσιμη όμως περίοδο που διανύουμε, προσυπογράφω μια αποστροφή από το άρθρο του Λυγερού: «Το ζητούμενο από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι να απαλλάξει τη χώρα από τα δεσμά των μνημονιακών πολιτικών και να οικοδομήσει μια οικονομικά εύρωστη, κοινωνικά δίκαιη και εθνικά ισχυρή Ελλάδα».
Πολύ σωστά, αυτό είναι το ζητούμενο. Το ζητούμενο αυτή τη στιγμή δεν είναι να επιλύσουμε το μειονοτικό, το οποίο με ευθύνη των διαδοχικών κυβερνήσεων ΝΔ και ΠΑΣΟΚ έχει πάρει στραβό δρόμο και μονάχα ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ανοίξει δρόμους για την εξομάλυνσή του, γι’ αυτό άλλωστε και οι επιλογές του πολεμιούνται με τόση ένταση. Το ζητούμενο αυτή τη στιγμή δεν είναι να λύσουμε το Σκοπιανό ούτε καν το Κυπριακό, παρά τη σημασία που έχει το καθένα εξ αυτών. Το ζητούμενο δεν είναι καν να γκρεμίσουμε τον καπιταλισμό, παρότι αυτός βρίσκεται στη ρίζα όλων των προβλημάτων της χώρας, της ηπείρου και του πλανήτη.
Το ζητούμενο σήμερα είναι να ηττηθεί το πολιτικό σύστημα που μας έφερε ως εδώ. Το ζητούμενο είναι να ανατρέψουμε τις μνημονιακές πολιτικές. Το ζητούμενο είναι να προλάβουμε να περισώσουμε ό,τι σώζεται από την ανθρωπιστική καταστροφή, την ανεργία και τη διάλυση του κοινωνικού ιστού. Το ζητούμενο είναι να ξαναστήσουμε στα πόδια τους τα εργασιακά δικαιώματα, το κοινωνικό κράτος, την παιδεία και την υγεία. Το ζητούμενο είναι να ξαναμπεί η χώρα στο δρόμο της ανάπτυξης, αναθεωρώντας με φαντασία, φρόνηση και πειθώ, τόσο τα παραγωγικά όσο και τα καταναλωτικά πρότυπά της. Το ζητούμενο είναι να στριμώξουμε στη γωνία τις ακροδεξιές και ρατσιστικές πρακτικές, τόσο στο πολιτικό πεδίο όσο και στο πεδίο των μηχανισμών του κράτους.
Όλ’ αυτά μπορούν να γίνουν πραγματικότητα μονάχα αν η Αριστερά ενώσει τον κόσμο, αν ξεφύγει από ιδεοληψίες που διχάζουν, από μαγαζάκια, αστερίσκους, υποσημειώσεις, αποκλεισμούς και στενές υποκειμενικές εμμονές, αν διαμορφώσει ένα ευρύ πολιτικό πρόγραμμα με επίκεντρο τη δημοκρατία και τη σωτηρία της χώρας, με βάση το οποίο θα συναρθρωθούν μεγάλες πολιτικές και κοινωνικές συμμαχίες με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον.
Το θέμα κατά την άποψή μου έχει κλείσει. Δεν αρνούμαι να πάρω θέση, το έχω άλλωστε ήδη κάνει, και μάλιστα εγκαίρως. Αλλά η συνεχής αναμόχλευσή του μονάχα την κυβερνητική ατζέντα εξυπηρετεί.
Μου έκανε μεγάλη εντύπωση ότι σ’ αυτό το άρθρο εντόπισα την επανάληψη ενός συνδρόμου πολύ του συρμού, το οποίο αποκαλώ «φούρνο του Χότζα». Σύμφωνα με το σύνδρομο αυτό, ο ΣΥΡΙΖΑ, ένα κόμμα που σύμφωνα με τις περισσότερες δημοσκοπήσεις διεκδικεί την πρώτη θέση στις Ευρωεκλογές, βρίσκεται συνεχώς σε κατάσταση στασιμότητας και πρέπει πάραυτα ν’ αλλάξει πολιτική και να υιοθετήσει την πολιτική που του υπαγορεύεται έξωθεν, αν θέλει να πάρει την εξουσία.
«Η θεμελιώδης αντίφαση του ΣΥΡΙΖΑ» αναφέρει ο Λυγερός, «είναι ότι οι εσωκομματικοί συσχετισμοί στην Κουμουνδούρου αντανακλούν τους συσχετισμούς στην παραδοσιακή εκλογική βάση του 4%. Δεν εκφράζουν, όμως, τους εκλογικούς πρόσφυγες (κυρίως κεντροαριστερούς) που το 2012 έδωσαν το 27%. Η στρατηγική πρόκληση για την Κουμουνδούρου είναι να υπερβεί την παραδοσιακή ιδεολογικοπολιτική περιχαράκωση του μικρού κόμματος διαμαρτυρίας, να αποκτήσει αίσθηση εθνικής ευθύνης και να μετεξελιχθεί σε αξιόπιστο κόμμα εξουσίας».
Η κριτική είναι πάντα χρήσιμη, πολύ περισσότερο για την ελληνική Αριστερά που βρίσκεται σήμερα σε σταυροδρόμι και ετοιμάζεται για τη μεγαλύτερη πρόκληση της ιστορίας της, να διαχειριστεί τις τύχες του τόπου στην τόσο κρίσιμη αυτή συγκυρία. Δεν θα το έκανα ζήτημα, λοιπόν, αν δεν είχα ανιχνεύσει το σύνδρομο που προανέφερα. Δεν έχει σημασία τι λέτε εσείς, ποια είναι η παράδοσή σας, τι λένε οι αποφάσεις των συνεδρίων σας, κάντε αυτό που σας λέω εγώ και να δείτε πώς θα απογειωθείτε αυτομάτως.
Ας δούμε άλλο παράδειγμα έκφρασης του συνδρόμου. Κώστας Λαπαβίτσας, στην ενδιαφέρουσα συνέντευξή του στο ThePressProject και στη Βασιλική Σιούτη την περασμένη εβδομάδα, όπου κατηγορεί τον ΣΥΡΙΖΑ για την απουσία εναλλακτικού σχεδίου σε σχέση με την παραμονή στο ευρώ, και γενικότερα για έλλειψη ριζοσπαστικής πνοής. «Για να πάρει την εξουσία και να αλλάξει τα πράγματα η Αριστερά πρέπει να έχει δυναμική, να διαμορφώνει την ατζέντα, να γεννάει όραμα. Ε, αυτό το πράγμα, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν το έχει καταφέρει και ο λόγος είναι ότι δεν έχει κυριαρχήσει η ριζοσπαστική πλευρά στη διαμόρφωση των θέσεων του».
Διαβάζοντας αυτό το απόσπασμα, αρχικά ψάρωσα. Λες, είπα μέσα μου, να υπάρχει τόσο εύκολος δρόμος να ηγεμονεύσει η αριστερά, κι εκείνη να μην το καταλαβαίνει και να εμμένει σε ηττοπαθείς πολιτικές; Έπειτα όμως είδα μπροστά μου το ίδιο μοτίβο, είδα πάλι το σύνδρομο με τον «φούρνο του Χότζα».
Θέλετε κι άλλο παράδειγμα; Άρθρο του Γιώργου Καραμπελιά στο περιοδικό Άρδην-Ρήξη. «Και ακριβώς γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ αποπνέει αυτό το ισχυρό ‘άρωμα’ του εθνομηδενισμού, δεν κατορθώνει να μεταβληθεί σε πραγματικά πλειοψηφική πολιτική δύναμη. Γι’ αυτό και δεν μπορεί να ξεκολλήσει από τα χαμηλά δημοσκοπικά ποσοστά, γι’ αυτό και είναι συνυπεύθυνος, όπως όλοι οι εθνομηδενιστές *, για την γιγάντωση της Χρυσής Αυγής, διότι εγκαταλείπει τον πατριωτισμό και τα εθνικά συμφέροντα στη ρητορική των φασιστών».
(* Εθνομηδενιστής: Ο ευγενικός τρόπος να αποκαλέσεις τον άλλο προδότη της πατρίδας).
Φυσικά, υπάρχουν και πολλοί άλλοι καλοθελητές που έχουν κατά νου ο καθένας από ένα διαφορετικό -αλλά πάντα απόλυτο- φάρμακο κατά της υποτιθέμενης στασιμότητας του ΣΥΡΙΖΑ. Άλλος καλεί τον Τσίπρα να κάνει στροφή προς το κέντρο και άλλος να εντείνει τα ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά του χώρου, τα οποία του εξασφάλισαν τα αυξημένα ποσοστά. Άλλος ζητάει περισσότερη Ευρώπη και ευρώ και άλλος μεγαλύτερο ευρωσκεπτικισμό, σχέδιο Β και δραχμή. Άλλος θέλει περισσότερη κινηματική λογική και άλλος πιο ευέλικτη κοινοβουλευτική στάση.
Πολλά απ’ αυτά μπορεί να είναι σωστά, αρκετά άλλωστε δεν αλληλοαποκλείονται. Το θέμα είναι ότι προβάλλονται ως γιατροσόφια που θα επιδράσουν άμεσα και θα κάμψουν τη στασιμότητα του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία προσωπικά δεν κατανοώ από πού προκύπτει, δεδομένου ότι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, παρά τα διλήμματα που αντιμετωπίζει και τις όποιες ολιγωρίες ή ερασιτεχνισμούς, κρατάει καλά. Διατηρείται σε πολύ υψηλά ποσοστά. Διεκδικεί ευθέως την εξουσία. Βελτιώνει τη διεθνή του θέση, ιδίως με την ανάδειξη του Αλέξη Τσίπρα ως κοινού υποψηφίου της ευρωπαϊκής Αριστεράς για την προεδρία της Κομισιόν. Και, πάνω απ’ όλα, συμμετέχει με ενεργό τρόπο σε όλα τα μεγάλα μέτωπα του καιρού μας, σε χιλιάδες κινητοποιήσεις σε όλη τη χώρα και σε εκατοντάδες δομές αλληλεγγύης και κινήματα.
Η στήλη αυτή, παρά τον υποκειμενισμό της και τον πολιτικό χρωματισμό που ποτέ δεν έκρυψε, δεν έχει διστάσει να ασκήσει συχνά κριτική σε αποφάσεις και παραλείψεις του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και άλλων πολιτικών σχηματισμών, και ασφαλώς θα συνεχίσει να το κάνει. Δεν είμαστε παπαγαλάκια, είμαστε ενεργά πολιτικά υποκείμενα.
Στην κρίσιμη όμως περίοδο που διανύουμε, προσυπογράφω μια αποστροφή από το άρθρο του Λυγερού: «Το ζητούμενο από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι να απαλλάξει τη χώρα από τα δεσμά των μνημονιακών πολιτικών και να οικοδομήσει μια οικονομικά εύρωστη, κοινωνικά δίκαιη και εθνικά ισχυρή Ελλάδα».
Πολύ σωστά, αυτό είναι το ζητούμενο. Το ζητούμενο αυτή τη στιγμή δεν είναι να επιλύσουμε το μειονοτικό, το οποίο με ευθύνη των διαδοχικών κυβερνήσεων ΝΔ και ΠΑΣΟΚ έχει πάρει στραβό δρόμο και μονάχα ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ανοίξει δρόμους για την εξομάλυνσή του, γι’ αυτό άλλωστε και οι επιλογές του πολεμιούνται με τόση ένταση. Το ζητούμενο αυτή τη στιγμή δεν είναι να λύσουμε το Σκοπιανό ούτε καν το Κυπριακό, παρά τη σημασία που έχει το καθένα εξ αυτών. Το ζητούμενο δεν είναι καν να γκρεμίσουμε τον καπιταλισμό, παρότι αυτός βρίσκεται στη ρίζα όλων των προβλημάτων της χώρας, της ηπείρου και του πλανήτη.
Το ζητούμενο σήμερα είναι να ηττηθεί το πολιτικό σύστημα που μας έφερε ως εδώ. Το ζητούμενο είναι να ανατρέψουμε τις μνημονιακές πολιτικές. Το ζητούμενο είναι να προλάβουμε να περισώσουμε ό,τι σώζεται από την ανθρωπιστική καταστροφή, την ανεργία και τη διάλυση του κοινωνικού ιστού. Το ζητούμενο είναι να ξαναστήσουμε στα πόδια τους τα εργασιακά δικαιώματα, το κοινωνικό κράτος, την παιδεία και την υγεία. Το ζητούμενο είναι να ξαναμπεί η χώρα στο δρόμο της ανάπτυξης, αναθεωρώντας με φαντασία, φρόνηση και πειθώ, τόσο τα παραγωγικά όσο και τα καταναλωτικά πρότυπά της. Το ζητούμενο είναι να στριμώξουμε στη γωνία τις ακροδεξιές και ρατσιστικές πρακτικές, τόσο στο πολιτικό πεδίο όσο και στο πεδίο των μηχανισμών του κράτους.
Όλ’ αυτά μπορούν να γίνουν πραγματικότητα μονάχα αν η Αριστερά ενώσει τον κόσμο, αν ξεφύγει από ιδεοληψίες που διχάζουν, από μαγαζάκια, αστερίσκους, υποσημειώσεις, αποκλεισμούς και στενές υποκειμενικές εμμονές, αν διαμορφώσει ένα ευρύ πολιτικό πρόγραμμα με επίκεντρο τη δημοκρατία και τη σωτηρία της χώρας, με βάση το οποίο θα συναρθρωθούν μεγάλες πολιτικές και κοινωνικές συμμαχίες με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον.