του Αλέκου Αναγνωστάκη
Η εποχή που η Ευρωπαϊκή Ένωση πλασαριζόταν ως το απαραβίαστο
σύμβολο της νέας Ευρώπης, στη θέση ακόμη και των ιδανικών της Γαλλικής
Επανάστασης, έχει παρέλθει οριστικά. Η ίδια η πορεία της ακολούθησε και
ακολουθεί το σχήμα συγκρότηση – σύγκρουση – νέα παροδική ισορροπία που
προετοιμάζει την επόμενη σύγκρουση αγνώστων επιπτώσεων. (Τέτοιας μορφής ήταν η
έξοδος του Ενωμένου Βασιλείου από την ΕΕ πριν λίγο καιρό).
Το βάθος, η ποιότητα και η έκταση της διπλής κρίσης - ύφεσης,
(υγειονομικής και οικονομικής) που πυροδότησε η πανδημία, φαίνεται πως οδηγούν
σε μια – πρόσκαιρη φυσικά – ισορροπία εντός της ΕΕ με τρία νέα ποιοτικά
χαρακτηριστικά.
Πρώτον, για πρώτη φορά προτείνεται να δανεισθεί η ΕΕ ως αυτό
που είναι: Ως κάτι λιγότερο από συνομόσπονδο κράτος και κάτι «περισσότερο» από
διεθνής οργανισμός, ως ένα εν εξελίξει ιστορικά πρωτόγνωρο μόρφωμα.
Δεύτερον, σπάει το απαγορευτικό κρατικών ενισχύσεων μέσω των
ενισχύσεων της Lufthansa και άλλων αεροπορικών κολοσσών.
Τρίτον, απαρνείται τα «άγια τοις αγίοις», τα περιορισμένα
ελλείμματα που μαζί με τους ισοσκελισμένους αποτέλεσαν βασικό όπλο της δίχως
όρια και τέλος μονόπλευρης λιτότητας σε βάρος της εργατικής τάξης, της νεολαίας
και των συνταξιούχων.
Με απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε πρόταση – σχέδιο της
προτείνεται ο δανεισμός 750 δισεκατομμυρίων ευρών από τις αγορές εξ ονόματος
της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η αποπληρωμή του δανείου θα γίνει με ομόλογα που θα
εκδώσει η Επιτροπή και θα ξεκινά μετά το 2027 σε χρονικό βάθος μέχρι και 30
χρόνια. Για τη χρηματοδότηση των δράσεων προτείνεται η αύξηση των ιδίων πόρων
του κοινοτικού προϋπολογισμού με φόρους περιβαλλοντικούς (επί του εμπορίου
ρύπων και των μη ανακυκλούμενων πλαστικών) και ψηφιακούς (σε ιντερνετικές
εταιρείες που τώρα είναι, ουσιαστικά, σχεδόν αφορολόγητες).
Η πρόταση συνιστά το μεγαλύτερο πρόγραμμα οικονομικής
ανάκαμψης στην ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προκαλώντας τις αγορές που
αντέδρασαν θετικά.
Το ποσό αυτό, εκτός του 1,1 τρις. ευρώ του νέου κοινοτικού
προϋπολογισμού, έρχεται μάλλον να προστεθεί – δεν είναι τελείως ξεκαθαρισμένο -
στα προγράμματα (SURE κ.α.) ύψους 540 δις ευρώ που ανακοινώθηκαν στις 9
Απριλίου. Τελικά η ΕΕ φαίνεται να ρίχνει στο τραπέζι έκτακτη στήριξη - ανάσα
1,290 τρις ευρώ, ποσό που υπολείπεται των ανάλογων προγραμμάτων ΗΠΑ και
Ιαπωνίας. Στην ίδια την πρόταση τονίζεται πως οι επιχορηγήσεις συνιστούν
«επένδυση» για το μέλλον: «Στην ενίσχυση της εσωτερικής αγοράς, στην
ψηφιοποίηση της οικονομίας, στην Πράσινη Συμφωνία και στο σθένος».
Κυβερνήσεις και διεθνή ΜΜΕ υποδέχθηκαν την πρόταση της
Κομισιόν που παρουσίασε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ
Λάιεν με έναν έκδηλο αρχικό ενθουσιασμό, μίλησαν για «Σοκ και δέος, για το …μπαζούκας
των 750 δισ. της Κομισιόν».
Οι πιο επιφυλακτικοί όμως και οι γνωρίζοντες τα τεκταινόμενα
στην ΕΕ μίλησαν για πρόωρους πανηγυρισμούς καθώς ακόμη δεν έχει ειπωθεί τίποτα
για τους όρους που θα συνοδεύουν την εκταμίευση κεφαλαίων.
Οι ενθουσιώδεις πρώτες αντιδράσεις των αγορών και των
ευνοημένων χωρών ακολούθησε ο αναμενόμενος προβληματισμός για το αν η πρόταση
αυτή θα περάσει και κατά πόσο θα μεταλλαχθεί προκειμένου να συμφωνήσουν και οι
«27».
Τα κράτη-μέλη της ΕΕ, αναλόγως την πλευρά που βρίσκονται και
πόσο ωφελούνται από την πρόταση, αντέδρασαν με πανηγυρισμούς και επιφύλαξη
αντιστοίχως.
Οι χώρες Ολλανδία, Αυστρία και Σουηδία, θα προτιμούσαν αυτή η
οικονομική στήριξη να γίνει αποκλειστικά μέσω δανείων και όχι μέσω των
προτεινόμενων επιχορηγήσεων ύψους 500 δις ευρώ.
Για «δύσκολες» διαπραγματεύσεις, οι οποίες δεν θα ολοκληρωθούν
στο προσεχές Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, προέβλεψε με τη σειρά της η καγκελάριος,
Άνγκελα Μέρκελ. «Τώρα θα γίνουν διαπραγματεύσεις. Και πάντα - και με το
πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο πάντα είναι έτσι - οι προτάσεις της Επιτροπής
δεν παραμένουν ίδιες μετά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και ακόμη περισσότερο μετά το
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο», ξεκαθάρισε η γερμανίδα Καγκελάριος, διαβεβαιώνοντας
παράλληλα ότι η κυβέρνησή της θα «συνοδεύσει εποικοδομητικά» την πρόταση, αφού
προηγουμένως την εξετάσει ενδελεχώς.
Ακριβώς γι’ αυτό η δήλωση – καλωσόρισμα του Κ. Μητσοτάκη για
«το καθαρό όφελος για την Ελλάδα να ξεπερνά τα 32 δισ. ευρώ, με τα περίπου 22
δισ. ευρώ να δίνονται στη χώρα με τη μορφή επιχορηγήσεων και τα υπόλοιπα
περίπου 9 δισ. ευρώ με τη μορφή δανείων», είναι λόγια δίχως αντίκρισμα. Κι αυτό
γιατί το μεγάλο παζάρι και οι σκληρές διαπραγματεύσεις ξεκινούν με πρώτο
ορόσημο τη 18η Ιουνίου, οπότε συνεδριάζει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Κορυφής.
Το σχέδιο της Κομισιόν για να προχωρήσει πρέπει να λάβει
ομόφωνη στήριξη από τα κράτη μέλη και το Ευρωκοινοβούλιο, προκειμένου να
υλοποιηθεί. Εγχείρημα εξαιρετικά δύσκολο όπως δείχνουν οι εμπειρίες και οι
πρώτες αντιδράσεις κυρίως των οπαδών του δόγματος της λιτότητας και της
πειθαρχίας, οι οποίοι πάντως έδειξαν ότι δεν θέλουν να τραβήξουν στα άκρα το
σκοινί, δείχνοντας διατεθειμένοι για υποχωρήσεις εστιάζοντας στη σχέση μεταξύ
δανείων και επιχορηγήσεων και στα κριτήρια κατανομής που θα καθορίσουν το πόσα
χρήματα θα καταλήξουν σε κάθε χώρα.
Ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών Μπρουνό Λεμέρ κάλεσε όλα τα
κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, «συμπεριλαμβανομένων των τεσσάρων οικονόμων»
(Ολλανδία, Δανία, Αυστρία και Σουηδία), να στηρίξουν το «ιστορικό» σχέδιο
ανάκαμψης υπογραμμίζοντας ότι η ΕΕ είναι «στο ραντεβού της Ιστορίας».
Σε μήνυμά ο Μακρόν χαιρέτισε μια «ουσιαστική ημέρα για την
Ευρώπη», υπενθυμίζοντας ότι η γαλλο-γερμανική συμφωνία που είχε επιτύχει με την
καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ την περασμένη εβδομάδα ήταν η βάση γι' «αυτήν την
πρόοδο». Θετική είναι η αντίδραση και της ιταλικής κυβέρνησης. Η Ιταλία θα
λάβει 173 δισ., από τα οποία τα 82 θα είναι επιχορηγήσεις και τα 91 δισ. θα
είναι δάνεια. «Μας χαρακτήρισαν οραματιστές διότι πιστέψαμε σε αυτό από την
αρχή», τονίζει, μέσω διαδικτύου, ο Ιταλός πρωθυπουργός Τζουζέπε Κόντε.
"Τώρα εναπόκειται στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να αρθεί στο ύψος των
περιστάσεων» σημείωσε ο Κ. Μητσοτάκης. Για καλή βάση για περαιτέρω διαπραγματεύσεις
μίλησε και η Ισπανία, που μπορεί να λάβει συνολικά 140 δισ. ευρώ,
Η Φινλανδία θα ανακοινώσει τη θέση της επί της πρότασης της
Κομισιόν, την επόμενη εβδομάδα.
«Αυτό είναι το σημείο εκκίνησης των διαπραγματεύσεων. Το
θετικό είναι ότι οι πληρωμές από το ταμείο ανάκαμψης έχουν σαφή χρονικό
περιορισμό και αυτό αποτελεί εγγύηση για το ότι δεν θα είναι η αρχή μιας
μόνιμης ένωσης χρέους. Αυτό που πρέπει ακόμη να ξεκαθαριστεί με
διαπραγματεύσεις είναι το μέγεθος και ο διαχωρισμός μεταξύ επιχορηγήσεων και
δανείων», ανέφερε σε δήλωσή του ο Αυστριακός Καγκελάριος Σεμπαστιάν Κουρτς
Στη Σουηδία, που έχει συνασπιστεί με τον μπλοκ των «σκληρών»
της Ευρώπης, ο πρωθυπουργός Kjell Stefan Löfven άσκησε κριτική στην πρόταση της
Κομισιόν αλλά σταμάτησε να απορρίπτει το σχέδιο διάσωσης της ευρωπαϊκής
οικονομίας. «Δεν μπορούμε να διακινδυνεύσουμε την κατάρρευση μεγάλων
οικονομιών» και πρόσθεσε πως «πρέπει να συνεργαστούμε για να βρούμε έναν δρόμο
που θα πάει το ευρωπαϊκό οικοδόμημα μπροστά» δήλωσε.
Ο πρωθυπουργός της Πολωνίας, Mateusz Morawiecki, δήλωσε ότι η
νέα πρόταση για τον προϋπολογισμό και το Ταμείο Ανάκαμψης είναι «ένα καλό
σημείο εκκίνησης» στις προσεχείς διαπραγματεύσεις.
Κάτω από αυτήν την ατμόσφαιρα κινήθηκαν και οι επικεφαλείς των
ομάδων στο ευρωκοινοβούλιο. Θετική υποδοχή το Λαϊκό Κόμμα, θετικά σημεία δίχως
«επιπόλαιους» «πανηγυρισμούς» ο ΣΥΡΙΖΑ και οι περί αυτόν ευρωσοσιαλιστές.
Το πακέτο μέτρων της Κομισιόν ως «απολύτως λάθος και ανόητο»,
απέρριψε ο αντιπρόεδρος της Ομάδας Ταυτότητας και Δημοκρατίας (ID), Γιόρκ
Μέθεν, λέγοντας ότι δεν έχει νομιμοποίηση και ότι του λείπει το αίσθημα ευθύνης
και κοινή οικονομική λογική. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, είπε, θέλει να ξοδέψει
χρήματα «σαν να μην υπάρχει αύριο» και ολοκλήρωσε αναφέροντας ότι το τίμημα
είναι τεράστιο για τους Ευρωπαίους φορολογούμενους.
«Αν πρόκειται να
επιτρέψουμε να δοθούν δάνεια και απευθείας χρηματοδότηση, θα πρέπει να υπάρξουν
σαφείς όροι και προϋποθέσεις», μίλησε το μέλος του προεδρείου των Ευρωπαίων
Συντηρητικών και Μεταρρυθμιστών Τζόαν βαν Όβερτβελντ.
«Αντί να αποχωριστεί οριστικά τις δογματικές αντιλήψεις του
παρελθόντος», το σχέδιο ανάκαμψης σταματά «στα μισά της διαδρομής», τόνισε η
αντιπρόεδρος της Ομάδας της Ευρωπαϊκής Ενωτικής Αριστεράς και, χαιρετίζοντας
τις νέες προτάσεις για τους ίδιους πόρους της ΕΕ, ζήτησε τη διαγραφή του χρέους
που δημιούργησε η κρίση, την παροχή άμεσων δανείων αέναης διάρκειας στα κράτη
μέλη, καθώς και τη θέσπιση κοινωνικών κριτηρίων για την παροχή στήριξης από τα
δημόσια ταμεία.
Ο αντιπρόεδρος πάντως της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Μαργαρίτης
Σχοινάς, μιλώντας για μια «μεγάλη ημέρα για την Ευρώπη» ήταν κατηγορηματικός:
«Σε καμία περίπτωση δεν θα υπάρχει η αιρεσιμότητα έτσι όπως τη ζήσαμε στη
μνημονιακή εποχή. Εδώ έχουμε μια συμμετρική απειλή που μας αγγίζει όλους. Δεν
θα έχουμε μνημονιακή αιρεσιμότητα» σημείωσε χαρακτηριστικά.
Κι εδώ που τα λέμε, γιατί να χρειαστούν, αν χρειαστούν, νέο
μνημόνιο, εφ’ όσον υπάρχει το «καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας»; Τα πράγματα
είναι ακόμη χειρότερα. Τα μνημόνια ήρθαν για να επιβάλλουν όχι απλά λιτότητα,
αλλά απόλυτες περικοπές μισθών και συντάξεων. Και το πέτυχαν.
Ήρθαν για να επιβάλλουν μέτρα στην οργάνωση της εργασίας, το
χρόνο εργασίας, τις ιδιωτικοποιήσεις ευρέως φάσματος, το χτύπημα των
συνδικαλιστικών δικαιωμάτων και των δημοκρατικών κατακτήσεων, την ενσωμάτωση προς
όφελος του κεφαλαίου των νέων αυτοματοποιημένων μηχανών.
Για να επιβάλλουν πάνω απ’ όλα τους όρους διευρυμένης
αναπαραγωγής του κεφαλαίου και ανάτασης της χτυπημένης κερδοφορίας του. Κι αυτό
φυσικά δεν συνεπάγεται διαρκείς απόλυτες μειώσεις μισθών, αντιθέτως συνεπάγεται
αιώνιους μηχανισμούς εκμετάλλευσης και καθυπόταξης. Και γι’ αυτό έχουν «τόσο»
μα τόσο προπονήσει και προσαρμόσει τα αστικά κόμματα ώστε αυτά να κάνουν πλέον
την αυτοκριτική τους που δεν είχαν ως δικά τους τα μνημονιακά μέτρα.
Διαπραγματεύονται λοιπόν αναμεταξύ τους για το ποιος και πόσα
θα πληρώσει - και μάλιστα από την υπεραξία των εργαζομένων – το λάδωμα της
καπιταλιστικής μηχανής.
Γι’ αυτό και δεν βιάζονται: «Είναι σαφές ότι οι
διαπραγματεύσεις θα είναι δύσκολες και δεν θα ολοκληρωθούν στο προσεχές
Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Ο στόχος πρέπει να είναι να βρούμε το φθινόπωρο αρκετό
χρόνο προκειμένου να διαβουλευθούν τα θέματα τα εθνικά κοινοβούλια και το
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ώστε όλα να μπορούν να τεθούν σε ισχύ την 1.1.2021»,
δήλωσε η κυρία Μέρκελ κατά την διάρκεια συνέντευξης Τύπου, ενώ τόνισε ότι οι
διαδικασίες θα συμπέσουν χρονικά με την περίοδο της γερμανικής Προεδρίας του
Συμβουλίου της Ε.Ε., το β΄ εξάμηνο του τρέχοντος έτους.
Η ίδια η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κάλεσε τους
Ευρωπαίους να «παραμερίσουν τις παλιές προκαταλήψεις» και να στηρίξουν το
σχέδιό της. «Είναι μία επείγουσα και εξαιρετικού χαρακτήρα ανάγκη για μία
επείγουσα και εξαιρετικού χαρακτήρα κρίση... Η κρίση την οποία καλούμαστε τώρα
να αντιμετωπίσουμε είναι τεράστια... Αλλά η ευκαιρία για την Ευρώπη είναι
επίσης τεράστια, όπως και η ευθύνη μας για να πράξουμε αυτό που πρέπει στην
κατάσταση αυτή».
Η προειδοποίηση είναι σαφής. Αν η ΕΕ δεν προχωρήσει στη λήψη
συγκεκριμένων αποφάσεων και δράσεων κινδυνεύει να υποβαθμιστεί σε ένα ανούσιο
και υπό προθεσμία φόρουμ με ένα υπερδιογκωμένο γραφειοκρατικό μηχανισμό 45000
περίπου υπαλλήλων.
Γι αυτό και τελικά οι αστικές κυβερνήσεις της ΕΕ θα
αποφασίσουν. Η μάχη επομένως είναι μπροστά μας.
Η έκβαση της, η έκβαση της μάχης ανάμεσα στην αστική πολιτική
και τα εργατικά δικαιώματα θα κριθεί τελικά από την πολιτική συγκέντρωσης
δυνάμεων που θα ακολουθήσουν τα δυο μέρη, από τους συσχετισμούς. Στην ικανότητα
επομένως των δυνάμεων της μαχόμενης Αριστεράς να γίνουν έναν με το λαό και τα
αντικειμενικά συμφέροντα του. Στην αναγκαιότητα, σε αυτή τη συνταρακτική εποχή
– μεταίχμιο, τα πράγματα να πάνε αλλιώς και να πάνε νικηφόρα για τις δυνάμεις
της εργασίας!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου