Ο Ρηγκαν στο Πεκίνο




του  Carlo Formenti 

«Ο Άνταμ Σμιθ στο Πεκίνο» είναι ο τίτλος ενός βιβλίου του Giovanni Arrighi πριν από λίγα χρόνια, όπου προβλήθηκε το επιχείρημα ότι η Κίνα διατηρεί, παρά την πολιτικές απελευθέρωσης της αγοράς, χαρακτηριστικά που τη διαφοροποιούν από τις «καθαρά» καπιταλιστικές χώρες: η προτίμηση της για παραγωγές έντασης της εργασίας που εξασφαλίζουν υψηλά επίπεδα απασχόλησης και μια πολιτική που επιδιώκει ισορροπημένη σταθερότητα ακόμα και σε βάρος μιας περιοδικής επιβράδυνσης της ανάπτυξης, πέρα, φυσικά, από το στρατηγικό ρόλο της κρατικής παρέμβασης στην οικονομία.


Η Γαλλίδα οικονομολόγος Mylène Gaulard - στο βιβλίο της « Ο Καρλ Μαρξ στο Πεκίνο», παράφραση του τίτλου του Arrighi, - ωστόσο, υποστηρίζει ότι σήμερα τα πράγματα έχουν αλλάξει αρκετά, σε σημείο που η σημερινή κρίση στην Κίνα να ακολουθεί τη δυναμική της κρίσης που αναστάτωσε την παγκόσμια οικονομία το 2008 : η κρίση την οποία προετοίμασαν η απώλεια της ανταγωνιστικότητας του παραγωγικού συστήματος λόγω της αύξησης των μισθών, και η ταχεία αύξηση του χρέους –δημόσιου και ιδιωτικού -, ξέσπασε - όπως ακριβώς και στη Δύση - όταν έσκασε η φούσκα μιας κερδοσκοπικής αγοράς ακινήτων που αναπτύχτηκε πολύ γρήγορα και άναρχα.

Αυτό που δίνει ένα μέτρο του πόσο λίγα έχουν απομείνει από την παλιά Κίνα είναι η συνταγή που το κόμμα και η κυβέρνηση με επικεφαλής τον Πρόεδρο Xi Jinping είναι έτοιμοι να εγκρίνουν, σύμφωνα με άρθρο της εφημερίδας The New York Times, για την αντιμετώπιση της κατάστασης. Εμπνευσμένες από τη θεωρία της «προσφοράς» (που νομιμοποίησε τις πολιτικές του Ρόναλντ Ρίγκαν και της Μάργκαρετ Θάτσερ) οι νέες μεταρρυθμίσεις θα βασίζονται στη μείωση της φορολόγησης των επενδυτών, την οικονομική απορρύθμιση και στο ριζικό ψαλίδισμα των δημοσίων επενδύσεων. Αν αυτό ισχύει, υπάρχουν μελέτες που υπολογίζουν ότι με τέτοια μέτρα θα χαθούν τρία εκατομμύρια  θέσεις εργασίας στη χαλυβουργία και στην εξορυκτική βιομηχανία, αλλά ο συνολικός αριθμός θα μπορούσε να είναι πολύ μεγαλύτερος.

Είναι αλήθεια ότι το διάστημα 1997-2007 χάθηκαν τριάντα εκατομμύρια θέσεις εργασίας, αλλά αυτό συνέβη σε μια εποχή όπου η εντατική οικονομική ανάπτυξη επέτρεψε τη γρήγορη απορρόφηση του εργατικού δυναμικού που εκδιώχθηκε από τους κλάδους που αντιμετώπιζαν κρίση. Αντίθετα οι απολυμένοι εργαζόμενοι σήμερα κινδυνεύουν να βρεθούν σε απελπιστική κατάσταση, ακόμη και χωρίς κανένα σχεδόν κοινωνικό δίκτυο ασφαλείας. Αν προστεθεί ότι τα τελευταία χρόνια οι εργασιακές συγκρούσεις αυξήθηκαν κατακόρυφα, με χιλιάδες απεργίες να πλήττουν κυρίως τις πολυεθνικές εταιρείες που βρίσκονται στις λεγόμενες ειδικές ζώνες (που δημιουργήθηκαν στα τέλη της δεκαετίας του 70 και στις αρχές του 80 για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων στην κινεζική επικράτεια), είναι προφανές ότι αν τα πράγματα πάνε προς αυτή την κατεύθυνση κάτι τέτοιο συνεπάγεται τον κίνδυνο πρόκλησης κοινωνικών αναταραχών με απρόβλεπτες διαστάσεις.

Άλλωστε, μέχρι τώρα οι πρωταγωνιστές των αγώνων είναι κυρίως νέοι σε ηλικία εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα που μετανάστευσαν από τις αγροτικές περιοχές, ενώ οι εργαζόμενοι στις κρατικές επιχειρήσεις – μεγαλύτεροι σε ηλικία, με πιο «εγγυημένη» θέση εργασίας και λιγότερη εκμετάλλευση - έμειναν στην άκρη. Τώρα που το τσεκούρι κρέμεται κυρίως πάνω από τα κεφάλια τους, με το κλείσιμο εκατοντάδων «εργοστάσιων ζόμπι» (όπως ονομάζονται οι μη παραγωγικές επιχειρήσεις που κρατιούνται στα πόδια τους μόνο με τις κρατικές επιδοτήσεις), όμως, αναμένεται να κατέβουν και αυτοί στους δρόμους.

Συνεπώς, γίνεται κατανοητό γιατί το καθεστώς προσπαθεί να καθησυχάσει την κοινή γνώμη δίνοντας την υπόσχεση ότι η «θεραπεία» θα είναι λιγότερο δραστική και επώδυνη από ότι προβλέπεται. Αυτό θα το δούμε, αλλά σίγουρα θα πρόκειται για μεγάλη ειρωνεία της ιστορίας, αν η φιλελεύθερη αντεπανάσταση που ξεκίνησε από τον Ρήγκαν και τη Θάτσερ, και η οποία απόβαλλε εκατομμύρια δυτικούς βιομηχανικούς εργάτες και μετέφερε τις θέσεις εργασίας στην Κίνα, καταφέρει να αναβιώσει το φάντασμα της σοσιαλιστικής επανάστασης τη στιγμή που φαινόταν έτοιμο να σβήσει οριστικά.

από http://blog-micromega.blogautore.espresso.repubblica.it



Δεν υπάρχουν σχόλια: