Πιο απλά δεν γινόταν να ειπωθεί: «Το νέο πακέτο θα μπορούσε να φτάσει
τα 10 έως 20 δις., σύμφωνα με πηγές του υπουργείου Οικονομικών του
Βερολίνου. Αλλά η γερμανική κυβέρνηση δεν επιθυμεί να περιορίσει τη
βοήθειά της μόνο σε χρήματα. Σχεδιάζει ένα νέο πρόγραμμα για να φέρει
την ελληνική κυβέρνηση και τον μηχανισμό της δημόσιας διοίκησης στις
απαιτήσεις του 21ου αιώνα. Όλα τα υπουργεία πρόκειται να
εμπλακούν». Τα παραπάνω γράφτηκαν στο γερμανικό περιοδικό Σπίγκελ στις 2
Απριλίου 2014, ακριβώς έναν χρόνο πριν. Ανάλογα δε άρθρα, που
προοικονομούσαν νέο, τρίτο δάνειο «διάσωσης» είχαν γραφτεί και
παλιότερα.
Του Λεωνίδα Βατικιώτη
Σε καμία όμως άλλη συγκυρία, εκτός της σημερινής, δεν φαινόταν τόσο
έντονη η ανάγκη για ένα νέο δάνειο. Με άλλα λόγια ποτέ άλλοτε δεν είχαν
διαμορφωθεί οι συνθήκες ώστε ένα τρίτο δάνειο να φαίνεται σανίδα
σωτηρίας για την ελληνική οικονομία.
Οι συνθήκες ωρίμασαν απότομα, για να περιμένουμε σαν μάννα εξ ουρανού
το τρίτο δάνειο, με ευθύνη της ελληνικής οικονομικής ελίτ και των
επιτελείων της ΕΚΤ.
Από κοινού κι εκ του μηδενός έστησαν δύο Συμπληγάδες
πέτρες για έναν και μοναδικό σκοπό: να συνθλίψουν οποιαδήποτε ελπίδα
ριζοσπαστικής πολιτικής περιείχε ο σχηματισμός της νέας ελληνικής
κυβέρνησης και να επιβάλουν την διαιώνιση της πολιτικής της ακραίας
λιτότητας.
Έτσι, από την μια πλευρά, ήταν οι έλληνες επιχειρηματίες που
πρωτοστάτησαν στις μαζικές αναλήψεις με τους τραπεζίτες να είναι αυτοί
που τις περισσότερες φορές σήκωναν το τηλέφωνο, σχημάτιζαν πρώτοι τον
αριθμό κι έδιναν το σήμα της τραπεζικής ανάληψης.
Με τον καιρό ο
μακρινός (για τον Δεκέμβριο του 2014) κίνδυνος της φυγής των κεφαλαίων,
που θα οδηγήσει αρχικά στην επιβολή πλαφόν στις αναλήψεις και τις
μεταφορές κεφαλαίων από τις τράπεζες (όπως απείλησε μέσα Μαρτίου ο Γ.
Ντέιζελμπλουμ) και στη συνέχεια σε bail in, δηλαδή διάσωση των τραπεζών
μέσω της κατάσχεσης μέρους των καταθέσεων όπως έγινε στην Κύπρο, κι
έπειτα σε graccident κι ενδεχομένως σε grexit άρχισε να εμφανίζεται σαν
αυτοεκπληρούμενη προφητεία, παραμένοντας πάντα μια απειλή που πουλάει.
Αυτό ωστόσο που δεν λέγεται είναι πως χωρίς την άνωθεν υπόδειξη ποτέ δεν
θα είχαν εξανεμιστεί από τις τράπεζες 24 δισ. ευρώ, όπως συνέβη μεταξύ
Νοεμβρίου 2014 και Φεβρουαρίου 2015, με τον Δεκέμβρη να κλείνει
μετρώντας απώλειες 4 δισ., τον Ιανουάριο 12 δισ. και τον Φεβρουάριο 8
σχεδόν δισ. ευρώ…
Ακόμη κι έτσι για να ολοκληρωθεί ο εκβιασμός απαιτούταν η βοήθεια της
Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η οποία με ακρίβεια εκτελεστή μεθοδεύει
τον στραγγαλισμό της ελληνικής οικονομίας επιχειρώντας με αυτό τον τρόπο
– επιτυχημένα ως τώρα – να χειραγωγήσει την κυβέρνηση.
Αρχές
Φεβρουαρίου ανακοίνωσε πως παύει να δέχεται τα ελληνικά ομόλογα από τις
τράπεζες ως εγγύηση για να τους χορηγεί ρευστότητα.
Εδώ που τα λέμε δεν
ήταν κι ότι πιο πολύτιμο διέθετε στα ολοκαίνουργια χαρτοφυλάκια της η
ΕΚΤ, αλλά το λούστρο τους δε έσβησε από τα λαχούρια του Βαρουφάκη.
Και
με τις σινιέ γραβάτες του Χαρδούβελη και του Στουρνάρα παλιόχαρτα ήταν,
αλλά τα δέχονταν αδιαμαρτύρητα.
Έκτοτε αρχίζει το μαρτύριο της σταγόνας
με τον
πανάκριβο μηχανισμό παροχής έκτακτης ρευστότητας (ELA), που
καθίσταται πλέον μονόδρομος για τις τράπεζες, να ανοίγει τόσο όσο
απαιτείται για να συνεχίζεται η φυγή καταθέσεων από τις τράπεζες χωρίς
να δημιουργούνται και συνθήκες πανικού ενώ, παράλληλα, να αυξάνεται η
πίεση στην κυβέρνηση να ενταχθεί οργανικά στον αστερισμό της λιτότητας. 5
δις. στις 12 Φεβρουαρίου, 3,5 δις. στις 19 Φεβρουαρίου, 400 εκ. στις 18
Μαρτίου, 1,3 δις. στις 25 Μαρτίου, κ.λπ., κ.λπ.
Η πίεση που ασκείται
στην κυβέρνηση Τσίπρα δεν είναι έμμεση, ούτε κινείται απλώς στο επίπεδο
των εντυπώσεων που δημιουργούν τα δελτία των 8.
Είναι άμεση καθώς η
πιστωτική ασφυξία στις τράπεζες «καίει» ένα χαρτί που
η ίδια η κυβέρνηση
είχε δηλώσει προεκλογικά ότι θα έπαιζε για να προσπεράσει τους συνήθεις
εκβιασμούς των πιστωτών με την καθυστέρηση καταβολής των δόσεων: την
δυνατότητα να απορροφήσουν οι τράπεζες επιπλέον εκδόσεις εντόκων
γραμματίων που θα μπορούσαν να προσφέρουν την ποθούμενη ρευστότητα στο
δημόσιο όχι μόνο για να πληρώσει δικές της υποχρεώσεις (μισθοί,
συντάξεις, προμηθευτές, κ.α.) αλλά ακόμη και τις δόσεις στο ΔΝΤ.
Η
δυνατότητα αυτή
καταργείται από τη στιγμή που οι δανειστές δηλώνουν
καθαρά ότι το όριο των 15 δις. στην αξία των εντόκων γραμματίων σε
κυκλοφορία δεν αυξάνεται, οπότε το μόνο που έχει να κάνει η κυβέρνηση
είναι να τα ανακυκλώνει στις λήξεις τους κι έτσι μένει στο έλεος των
άδειων δημόσιων ταμείων, ενώ οι διοικήσεις των τραπεζών, τυφλά όργανα
της ΕΚΤ, έχουν σαφή εντολή να μην χρηματοδοτούν το ελληνικό δημόσιο.
Παράλληλα η Ελλάδα έχει αποκλειστεί από την αγορά στο πλαίσιο της
πλημμυρίδας ρευστού ύψους 60 δις. ευρώ που απελευθερώνει κάθε μήνα η
ΕΚΤ, με τα μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης. Το τέλειο έγκλημα…
Με αυτές τις κυκλωτικές κινήσεις δεν μεθοδεύεται μόνο η ολοκληρωτική
παράδοση της κυβέρνησης στους πιστωτές. Επιχειρείται να φανεί ως φιλί
ζωής στην ελληνική οικονομία το δάνειο που λυσσάει η Γερμανία να πάρουμε
(και το οποίο πριν τρεις μήνες φάνταζε περιττό) για να είναι σίγουρη
πως θα καταβληθούν «πλήρως και εγκαίρως», όπως αναφέρεται στη συμφωνία
του Γιούρογκρουπ της 20
ης Φεβρουαρίου, οι υποχρεώσεις στους
δανειστές.
Δεδομένου ότι η προφανής λύση (δηλαδή η απελευθέρωση
αφειδώλευτης ρευστότητας στην Ελλάδα από την ΕΚΤ που θα ακύρωνε μονομιάς
τη βάση κάθε φόβου για επανάληψη κυπριακών σεναρίων, επαναφέροντας την
ομαλότητα στην αγορά – χωρίς δηλαδή καν να χρησιμοποιηθεί!) δεν
συζητιέται, το ερώτημα που τίθεται αφορά την εναλλακτική για την
κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ.
Μια εναλλακτική που να λαβαίνει μάλιστα υπ’ όψη
της την αγκύλωση των δύο κομμάτων να παραμείνουν σε ευρώ και ΕΕ και να
μην διαγράψουν το χρέος, παρά την πανηγυρική ήττα που δέχθηκε η γραμμή
διαπραγμάτευσης «ανατρέπουμε την λιτότητα εντός ευρώ και ΕΕ».
Αν λοιπόν η κυβέρνηση θέλει να αποφύγει ένα νέο δάνειο που θα
συνοδεύεται από μνημόνιο, ως συνήθως, και το οποίο θα σημάνει το πρόωρο
τέλος της, τότε δεν έχει παρά να επαναλάβει ότι έκανε κι η Ιρλανδία τον
Δεκέμβριο του 2010, όταν «τύπωσε» 51 δισ. ευρώ, στο πλαίσιο ενός
προγράμματος παροχής έκτακτης ρευστότητας.
Όπως δηλαδή το περιέγραψε, σε
αδρές γραμμές, κι η Ραχήλ Μακρή την προεκλογική περίοδο στο πλαίσιο
τηλεοπτικής της συνέντευξης.
Το μόνο που απαιτείται είναι να ενημερωθεί η
ΕΚΤ.
Όχι να ερωτηθεί! Ούτε καν διαβούλευση δεν προηγήθηκε από την μεριά
της Ιρλανδίας τον Δεκέμβριο του 2010, παρότι μάλιστα τύπωσε 51 δισ.
ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί σχεδόν στο 30% του ΑΕΠ της.
Κι η είδηση
μάλιστα έγινε γνωστή λίγες εβδομάδες αργότερα μέσω του ιρλανδικού
Independent (εδώ το σχετικό δημοσίευμα) και των Financial Times (κι εδώ).
Η βρετανική εφημερίδα μάλιστα, απαλλαγμένη από κάθε υποχρέωση να
ακολουθήσει τον Τύπο της ευρωζώνης φυλάσσοντας σαν κόρη οφθαλμού το
επτασφράγιστο μυστικό, αποκάλυψε από πού αντλεί νομιμοποίηση μια τέτοια
κίνηση, ομολογουμένως πρωτοφανής:
Από το
άρθρο 123 της Συνθήκης της
Λισσαβόνας, ακριβώς αυτό το άρθρο που ευρωλιγούρηδες δημοσιογράφοι,
σταθεροί υμνητές της Τρόικας με όποιο όνομα κι αν κυκλοφορεί, δεν
κουράζονται να προσκυνούν, όπως έκανε για παράδειγμα ο Μπάμπης
Παπαδημητρίου της Καθημερινής στις 12 Μαρτίου (
εδώ
το άρθρο) γράφοντας ότι αποτελεί «στόχο των απανταχού αριστερών και
εθνικιστών. Των κρατιστών και λαϊκιστών κάθε ιδεολογικής αποχρώσεως».
Κι
όμως αυτό το άρθρο, που στην πρώτη του παράγραφο σωστά γράφει ο, πάντα
καλά ενημερωμένος για τα τραπεζικά θέματα, Μπάμπης πως τονίζει ότι ο
Ντράγκι δεν μπορεί να δανείσει τον Βαρουφάκη καθώς απαγορεύει κάθε
είδους πιστωτική διευκόλυνση από την ΕΚΤ ή την κεντρική τράπεζα προς την
κυβέρνηση,
στην δεύτερη παράγραφο δίνει την λύση για να κοπεί ο γόρδιος
δεσμός της τρέχουσας πιστωτικής ασφυξίας. «Η παράγραφος 1 δεν θα ισχύει
για δημόσια πιστωτικά ιδρύματα στα οποία, στο πλαίσιο της προσφοράς
αποθεματικών από τις κεντρικές τράπεζες, θα παρέχεται η ίδια μεταχείριση
από τις εθνικές κεντρικές τράπεζες και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα
σαν να είναι ιδιωτικά πιστωτικά ιδρύματα».
Είναι πασιφανές ότι οι
αρχιτέκτονες της ΕΕ έδιναν από τότε το πράσινο φως για την διάσωση
τραπεζών. Εξ ίσου πασιφανές είναι ότι κι η Ιρλανδία αξιοποίησε το
παραθυράκι του άρθρου 123 για να διαχειριστεί το πρόβλημα ρευστότητας
που της προκάλεσε η εθνικοποίηση των χρεοκοπημένων ιδιωτικών τραπεζών.
Γιατί όμως κι η Ελλάδα σήμερα να μην αξιοποιήσει την παράγραφο 2 του
άρθρου 123 για να χρηματοδοτήσει τις 3 από τις 4 συστημικές τράπεζες,
στις οποίες το ΤΧΣ συνεχίζει να διατηρεί την απόλυτη πλειοψηφία του
μετοχικού τους κεφαλαίου, δηλαδή είναι κρατικές και στον Τύπο και στην
ουσία;
Και να ακολουθήσει μάλιστα τον τύπο, ενημερώνοντας την ΕΚΤ… Κι αν
Πειραιώς και Άλφα Μπανκ δεν είναι διατεθειμένες να δεχθούν τα ευρώ του
Χολαργού ας το πράξει
η νέα πρόεδρος της Εθνικής,
Λούκα Κατσέλη,
αποκηρύσσοντας εμπράκτως με αυτό τον τρόπο το παρελθόν της ως μνημονιακή
υπουργός Οικονομίας και Εργασίας…
Έτσι, Α. Τσίπρας και Π. Καμμένος θα αποφύγουν τον απόλυτο διασυρμό
που θα υποστούν αν υπογράψουν νέο μνημόνιο και δικαιώσουν τη λαϊκή ρήση
«όλοι ίδιοι είναι». Το δίλημμα επομένως που αντιμετωπίζει η νέα
κυβέρνηση είναι Μνημόνιο ή Ιρλανδία… Ας διαλέξει!
[--->]