Του Θέμη Τζήμα
Θυμόμαστε (ελπίζουμε) όλοι, πως όταν ξεκίνησε η σημερινή φάση
του πολέμου στην Ουκρανία, αν αρνιόσουν ορισμένες «αλήθειες» ήσουν πράκτορας
του Πούτιν. Η πρώτη ήταν ότι ο Πούτιν είναι δικτάτορας, τύραννος, παρανοϊκός
και ετοιμοθάνατος. Η δεύτερη ήταν ότι η Ουκρανία κέρδιζε τον πόλεμο. Και η
τρίτη συνίστατο στο ότι οι κυρώσεις της Δύσης θα γονάτιζαν τη ρωσική οικονομία
και θα προκαλούσαν εσωτερική εξέγερση, η οποία θα οδηγούσε στην ανατροπή του
Ρώσου προέδρου «από μέσα».
Κάποιοι εξ ημών υπερηφάνως φέραμε και τότε την κατηγορία περί
«πρακτόρων του Πούτιν», διότι αποτελεί τίτλο τιμής όταν τον απευθύνουν οι
διεθνολογούντες με βάση τα non paper της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Αθήνα. Σήμερα
λοιπόν, που ιδίως οι δύο εκ των τριών «αληθειών» αναιρούνται ακόμα και για το
CNN, επιτρέψτε μας να προβούμε σε μια παρακινδυνευμένη ομολογουμένως εικασία:
ότι ένας από τους στρατηγικούς στόχους της Μόσχας, όσο περνάει ο καιρός είναι η
νέα, άνευ όρων παράδοση του Βερολίνου, για την οποία εμείς ιδίως οι Έλληνες θα
έχουμε κάθε λόγο να χαιρόμαστε.
Ξεκινάμε από την είδηση: η Γερμανία, αυτή η ίδια χώρα η οποία
ήταν προετοιμασμένη για την περίπτωση ρήξης με τη Ρωσία ως προς την παροχή
φυσικού αερίου, όπως όλοι οι έγκριτοι «ανταποκριτές» μας πληροφορούσαν, πλέον
περνά στο επίπεδο του συναγερμού και προειδοποιεί για επιπτώσεις κλίμακας
Lehman Brothers.
Να μας συμπαθούν οι φωστήρες των οικονομικών πολιτικών της
Γερμανίας και της Ε.Ε. αλλά σε περίπτωση πλήρους διακοπής της παροχής ορυκτών
καυσίμων από τη Ρωσία προς την Ε.Ε., οι επιπτώσεις τύπου Lehman Brothers μάλλον
θα ωχριούν μπροστά στο τι θα συμβεί. Η κρίση η οποία οξύνθηκε με την κατάρρευση
της Lehman Brothers «αντιμετωπίστηκε» με το ξαναφούσκωμα της φούσκας μέσα από
πάμφθηνο χρήμα. Στη σημερινή περίπτωση τα χρήματα της ΕΚΤ ή της FED είναι εν
πολλοίς άχρηστα. Αν δεν βρίσκεις την πρώτη ύλη, την ενέργεια ή την βρίσκεις σε
ανεπαρκή βαθμό και σε πανάκριβες τιμές θα πρέπει να κατεβάσεις επίπεδο ως προς
τη βιομηχανική σου ανάπτυξη. Καθόλου καλό…
Το πρόβλημα το οποίο δεν συνειδητοποίησαν εγκαίρως οι
καριερίστες των Βρυξελλών και οι αντίστοιχοί τους σε κάθε πρωτεύουσα της Ε.Ε.
είναι ότι, πρώτον, η ανάπτυξη των μεγάλων βιομηχανικών κρατών της Ευρώπης
βασίστηκε στη λεηλασία πρώτων υλών, γιατί ακριβώς δεν τις διαθέτουν σε επάρκεια
ικανή να υποστηρίξει βιομηχανικές οικονομίες.
Η αποικιοκρατία και ο ιμπεριαλισμός αποτέλεσαν πολύ «καλές»
επιλογές, όσο μπορούσαν να τις υποστηρίξουν οι στρατιωτικοί μηχανισμοί των
ευρωπαϊκών κρατών. Από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και έπειτα τα εν λόγω κράτη ήταν
υποχρεωμένα να ποιούν την ανάγκη φιλοτιμία και να διασφαλίζουν τις αναγκαίες
οικονομικές και επομένως διεθνοπολιτικές σχέσεις, χάρη στην ισχύ των ΗΠΑ και σε
περιφερειακές συνεργασίες τους.
Η μετασοβιετική Ρωσία αποτέλεσε μια πραγματική ευλογία για τα
κράτη της Ε,Ε. Δεν είναι όμως, πολύ σοφό να κλέβεις εν ψυχρώ αυτόν που σου
πουλάει σταθερά φτηνή ενέργεια, ούτε να στέλνεις οπλισμό για να σκοτωθούν οι
στρατιώτες του.
Δεύτερον, δεν συνειδητοποίησαν οι ηγεσίες μας, ότι δεν
βρισκόμαστε ούτε στην τελευταία δεκαετία του 20ου αιώνα, ούτε στην πρώτη του
21ου. Πλέον, η Ρωσία, η Κίνα, οι υπόλοιποι BRICS αλλά και άλλες αναδυόμενες
δυνάμεις διαθέτουν επαρκή ωριμότητα και ικανότητα, ώστε να συναλλάσσονται
μεταξύ τους, χωρίς να είναι αναγκαίο να εξαρτώνται από το δυτικό
χρηματοπιστωτικό κύκλωμα.
Έτσι, η αμερικανοκρατούμενη Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία
και λοιποί πυροβόλησαν στην καρδιά των βιομηχανικών αστικών τους τάξεων,
στερώντας τους το ένα πράγμα που τα λεφτά τους δεν μπορούν να αγοράσουν ή
τουλάχιστον όχι σε επάρκεια, αν ο κατέχων δεν θέλει να το δώσει: την πρώτη ύλη,
τα καύσιμα, την ενέργεια.
Η Ρωσία με την υποστήριξη της Κίνας ξέρει ότι οι κυρώσεις
μεσοπρόθεσμα μετρούν προς όφελός της. Φαίνεται ήδη η κοινωνική, οικονομική και
πολιτική κόπωση στην Ευρώπη. Οι εξελίξεις στη Γαλλία είναι συνταρακτικές για
όσους είχαν ψευδαισθήσεις, δηλαδή για πάρα πολλούς, ιδίως στη διαβρωμένη από το
νεοφιλελευθερισμό και το νατοϊσμό αριστερά: ο «δημοκράτης» Μακρόν, προτείνει
συνεργασία στη Λεπέν. Στη Βουλγαρία, ο ελεγχόμενος από τις ΗΠΑ πρωθυπουργός
κατέρρευσε. Στην Ιταλία έχουμε πολιτική κρίση. Στην Εσθονία το ίδιο. Και κάτι
μας λέει ότι το ελληνικό κατεστημένο θα κάνει το λάθος να επιβάλλει κυβερνήσεις
συνεργασίας, όπως ακριβώς τις θέλει η ξένη εξάρτηση και η ολιγαρχία – οι οποίες
κυβερνήσεις συνεργασίας, θα συμπαρασύρουν στο χρονοντούλαπο της ιστορίας όλες
τις δυνάμεις που θα συμπαραταχθούν.
Ο πραγματικός στόχος όμως της Ρωσίας είναι η βιομηχανική
καρδιά της Ευρώπης: η άνευ όρων συνθηκολόγηση της Γερμανίας, αν είναι δυνατόν
χωρίς να πέσει ούτε μια τουφεκιά. Όχι γιατί η Ε.Ε. ως τέτοια είναι τόσο
σημαντική, παρότι προφανώς δεν είναι ασήμαντη. Αλλά κυρίως επειδή η
«συνθηκολόγηση» της Γερμανίας, δηλαδή η εγκατάλειψη των κυρώσεων και των
επιθετικών ενεργειών εναντίον της Ρωσίας θα συμπαρασύρει τη Γαλλία και την
Ιταλία και θα σηματοδοτήσει ένα βαθύ ρήγμα στο εσωτερικό της Δύσης και τον
περιορισμό των ΗΠΑ στον αγγλοσαξωνικό κόσμο.
Ως εκ τούτου, η Ρωσία θα αποπειραθεί, έχοντας την κινεζική
υποστήριξη, να συρρικνώσει και στην πραγματικότητα να εκκαθαρίσει την επιρροή
των ΗΠΑ στην Ευρώπη, προβάλλοντας τα συμφέροντα των αστικών τάξεων των εν λόγω
οικονομιών, σε μια ιστορική αντιστροφή όσων έπραξαν οι ΗΠΑ μέσα από τους δύο
παγκοσμίους πολέμους. Το ίδιο θα επιχειρηθεί στην Ασία, με απόληξη τον χώρο της
Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής. Κατόπιν, το στοίχημα «Αφρική» θα
είναι πολύ ευκολότερο να κερδηθεί.
Φυσικά αυτό δεν είναι ούτε εύκολο, ούτε και θα αποτελέσει το
«τέλος της ιστορίας». Νέα ζητήματα θα ανακύψουν. Ωστόσο εξηγεί γιατί η Ρωσία θα
κάνει τα πάντα ώστε να γονατίσει τη βιομηχανική καρδιά της Ευρώπης, η οποία
πέρα από διαχρονικό έπαθλο ισχυροτέρων δυνάμεων, πρόδωσε τη στρατηγική σχέση με
τη Ρωσία, μέσα σε λίγες εβδομάδες.
Απέναντι σε μια τέτοια πιθανή εξέλιξη, οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο
Βασίλειο θα επιχειρήσουν πρώτον να ελέγξουν τη Μέση Ανατολή και τις
πετρελαιοπαραγωγούς χώρες, οι οποίες ωστόσο δεν έχουν κανένα λόγο να
εγκαταλείψουν τη Ρωσία και την Κίνα, τουλάχιστον ολοκληρωτικώς. Επομένως θα
δούμε επιχειρήσεις αλλαγής καθεστώτων και πολεμικούς τυχοδιωκτισμούς. Δεύτερον
και κυρίως, ΗΠΑ και Ηνωμένο Βασίλειο, χρειάζονται μια ευθεία μετωπική
αντιπαράθεση με τη Ρωσία και με την Κίνα. Ο αρχηγός του βρετανικού Γενικού
Επιτελείου έχει προϊδεάσει επ’ αυτού. Η απόφαση, όμως, πολιτικώς είναι πολύ
δύσκολη.
Κανένας ευρωπαϊκός λαός δεν δείχνει διατεθειμένος να
συμμετέχει σε έναν ολοκληρωτικό πόλεμο, συμπεριλαμβανομένου του ουκρανικού.
Η «Δύση» στερεύει κοινώς, από λύσεις. Θέλει άλλοι να πολεμούν
για αυτήν, θέλει να τιμωρεί, αλλά να μην τιμωρείται, θέλει να επιτίθεται, αλλά
να μην της αντεπιτίθενται, θέλει να υποκρίνεται και ο υπόλοιπος κόσμος να
πιάνεται κορόιδο εις το διηνεκές. Ο κόσμος δεν δουλεύει πλέον έτσι.
Ας περιμένουμε λοιπόν μια νέα «μάχη του Βερολίνου», με
ηττώμενους προς ώρας τη Γερμανία και τη Δύση. Είναι άλλωστε, δύσκολο πρώτα να
αυτοπυροβολείσαι και μετά να πετυχαίνεις τον αντίπαλο.