A΄ Μέρος
του Δημήτρη Α. Τραυλού-Τζανετάτου
«Στην εξέγερση
εναντίον της ρουτίνας η εμφάνιση μιας νέας ελευθερίας είναι απατηλή»… «Ο
ευέλικτος χρόνος είναι ο χρόνος της νέας εξουσίας.»
R. Sennett, Ο ελαστικοποιημένος άνθρωπος – Οι
συνέπειεςτου μετασχηματισμού της εργασίας στον νέο καπιταλισμό, 2011, σ. 91
Εισαγωγή στην προβληματική
1.Ανεξαρτήτως από την εξέλιξη του αφηγήματος της «μεγάλης επανεκκίνησης» των Κ. Schwab και Τ. Malleret και τις πραγματικές, δήλες ή άδηλες, στοχεύσεις του, η πανδημία λειτούργησε αναμφισβητήτως ως επιταχυντής της δυναμικής ψηφιακής αναδιάρθρωσης του καπιταλισμού και συνακόλουθα των εξουσιαστικών σχέσεων παραγωγής και εργασίας. Ειδικότερα στον κόσμο της μισθωτής εργασίας η, αρξάμενη ήδη από την τρίτη και ενισχυθείσα κατά την τέταρτη βιομηχανική επανάσταση, παρέμβαση της μικροηλεκτρονικής και ψηφιακής τεχνολογίας και των αλγόριθμων στην οργάνωση και λειτουργία των σχέσεων εργασίας ανέπτυξε ελέω πανδημίας, μία εκθετική δυναμική. Στο επίκεντρο της δυναμικής αυτής ψηφιακής αναδιοργάνωσης και αναπροσαρμογής της μισθωτής εργασίας στα νέα επιστημονικοτεχνικά δεδομένα, δηλ. της περαιτέρω ελαστικοποίησης, πρεκαριοποίησης και απορρύθμισής της, ήδη από τη μετάβαση στον μεταφορντισμό και τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, ευρισκόμενης σε διαδικασία προϊούσας μετάλλαξης, εργατικοδικαιϊκής προστασίας, βρίσκεται ένας βασικός της πυλώνας του προστατευτικού εργατικού δικαίου: ο δυϊσμός χρόνου εργασίας – ελεύθερου χρόνου, εργασιακού και ιδιωτικού βίου.
Η εξέλιξη αυτή οφείλεται στην,
παρεχόμενη από την μικροηλεκτρονική-ψηφιακή τεχνολογία, δυνατότητα αποσύνδεσης
της εργασίας από τον σταθερό, ενταγμένο στην οργανωτική τεχνοπαραγωγική ενότητα
της επιχείρησης, τόπο παροχής της και μεταφοράς της είτε σε ένα, οργανωμένο από
τον εργοδότη, δορυφορικό γραφείο (Satellitenbűro) είτε στην οικία του εργαζόμενου
(Homeoffice) είτε, τέλος, σε οποιονδήποτε τόπο στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή
(mobile Arbeit – Work Mobile). Η αποσύνδεση αυτή έχει ως αναπόδραστη συνέπεια
την αποσταθεροποίηση του χρόνου εργασίας, δηλαδή ενός όρου εργασίας, ο οποίος
συγκροτεί τον σκληρό πυρήνα της εργατικοδικαιϊκής προστασίας και βασική
προϋπόθεση της κοινωνικής αναπαραγωγής στο πλαίσιο του καπιταλιστικού
συστήματος. Όλες αυτές οι μορφές εργασίας από απόσταση μέσω διαδικτύου
ανέπτυξαν κατά την περίοδο της πανδημίας αξιοπρόσεκτη αυξητική δυναμική, με
αποτέλεσμα η χωροχρονική ρευστοποίηση του δίπολου εργασία και ιδιωτική σφαίρα
να αφορά πλέον σημαντικό μέρος των σχέσεων εξαρτημένης εργασίας.
2. Στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας και του εμπορίου και της συνακόλουθης αύξησης της διασυνοριακής κινητικότητας της εργασίας, ιδιαίτερο ενδιαφέρον και επικαιρότητα εμφανίζει η ενίσχυση της τάσης για μετεγκατάσταση της διαδικτυακής θέσης εργασίας για ένα, μικρότερο ή μεγαλύτερο, διάστημα στην αλλοδαπή. Σημειωτέον ότι η παροχή εργασίας στην αλλοδαπή δεν συνδέεται πάντοτε με μια συγκεκριμένη χώρα.
Αντιθέτως ολοένα και συχνότερα εμφανίζεται η τάση διαδοχικής μετεγκατάστασης σε περισσότερες χώρες. Πρόκειται για το αναπτύσσον ιδιαίτερη γοητεία και δυναμική φαινόμενο των ψηφιακών νομάδων (Digitale Nomaden, Digital Nomad), το οποίο, ενώ αρχικά αφορούσε μια υποβαθμισμένη και επισφαλή κατηγορία εργαζομένων, απότοκο της αποσταθεροποιημένης από τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση αγοράς εργασίας, στη συνέχεια ανέπτυξε μία ιδιαίτερη «ελευθεριακή» δυναμική, χαρακτηριζόμενη από ένα mainstreaming προφίλ, με κυρίαρχο γνώρισμα διατοπική κινητικότητα, συνδυαζόμενη με την αγάπη στην περιπέτεια, τα ταξίδια και την εναλλαγή παραστάσεων και βιοτικών εμπειριών.
Περιλαμβάνει δε στις τάξεις της τόσο
μισθωτούς με ιδιαίτερα προσόντα, υψηλή ειδίκευση καθώς και εξοικείωση με τη
χρήση των νέων ψηφιακών τεχνολογιών όσο και κυρίως ελεύθερους επαγγελματίες και
επιχειρηματίες. Πρόκειται τελικά για ένα φαινόμενο που, παρά την άσκηση
κριτικής, αλλά και αυτοκριτικής και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει, φαίνεται
να συνιστά πια ένα κραταιό, συνυφασμένο με τις σχέσεις παραγωγής και εργασίας
του ψηφιακού καπιταλισμού, μοντέλο κινητής ψηφιακής απασχόλησης και
επιχειρηματικότητας, που βρίσκεται σε ανοδική πορεία.
3.Ωστόσο, τα φώτα της δημοσιότητας τα τελευταία δύο χρόνια της πανδημίας, συγκεντρώνονται σε ένα νέο, υβριδικό μοντέλο κινητής εργασίας: την περιβόητη workation (συντίθεται από τις αγγλικές λέξεις work και vacation). Πρόκειται για μια μορφή ψηφιακής εργασίας, που επιχειρεί να συνδυάσει την παροχή εργασίας με διακοπές κατά κύριο λόγο στην αλλοδαπή. Αυτό δεν σημαίνει, βεβαίως, παροχή εργασίας κατά τη διάρκεια της άδειας αναψυχής, η οποία είναι, ως γνωστόν, θεσμικά αποκλειστικά αφιερωμένη στην ανάπαυση, την αναψυχή και την ανανέωση της εργατικής δύναμης.
Η workation προσφέρει τη δυνατότητα μεταφοράς της διαδικτυακής θέσης εργασίας σε έναν τόπο ή μια χώρα, η οποία προσφέρει στον εργαζόμενο πολλαπλώς καλύτερο και πιο φιλόξενο εργασιακό περιβάλλον από εκείνο του δορυφορικού γραφείου ή της οικίας του και περισσότερες και ποιοτικά αναβαθμισμένες δυνατότητες χαλάρωσης, αναψυχής και αξιοποίησης του ελεύθερου χρόνου.
Τέτοιους εναλλακτικούς τόπους
παροχής εργασίας αποτελούν οι γνωστοί ή και οι λιγότερο γνωστοί τουριστικοί
προορισμοί. Είναι φυσικό ένα τέτοιο εργασιακό μοντέλο να ασκεί στον εργαζόμενο
ιδιαίτερη έλξη και γοητεία. Ενώ από την άλλη πλευρά εμφανίζεται ιδιαιτέρως
αξιοποιήσιμο και επικερδές για την τουριστική βιομηχανία. Σημειωτέον ότι
πρωτοπόρα στην τουριστική αξιοποίησή της ως χώρας υποδοχής του φαινομένου αυτού
υπήρξε η Νορβηγία, η οποία έχει ήδη αναπτύξει 90 καταλύματα εξοπλισμένα με την
αναγκαία για μια σταθερή και απρόσκοπτη ψηφιακή παροχή εργασίας υποδομή τόσο σε
ατομικό όσο και σε συνεργατικό επίπεδο (Co Working Space).
Η Ελλάδα, ως προσφιλής τουριστικός προορισμός με το εξαιρετικό κλίμα και την πανέμορφη φύση της, άρχισε ήδη να λειτουργεί ως χώρα υποδοχής της workation. Τα δε πρωτεία φαίνεται να κατέχει η Κρήτη (βλ. π.χ. πακέτα προσφορών Blue Palace Resort στην Ελούντα), χωρίς βεβαίως να υστερούν και άλλοι σημαντικοί τουριστικοί προορισμοί (Νησιά του Αιγαίου και του Ιονίου, Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Χαλκιδική, κ.λπ.). Είναι δε χαρακτηριστικό της ενισχυμένης ζήτησης το γεγονός ότι η γνωστή πολυεθνική TUI παρέχει ήδη σχετικά πακέτα σε ελληνικούς προορισμούς. Βεβαίως η περαιτέρω ανάπτυξη του «πολλά υποσχόμενου» τομέα αυτού της τουριστικής αγοράς απαιτεί τη δημιουργία, επέκταση και βελτίωση των αναγκαίων υλικοτεχνικών υποδομών, όπως είναι βασικά τα αεροδρόμια, οι σιδηρόδρομοι (;) και τα λιμάνια, αλλά και των δομών δημόσιας περίθαλψης και υγείας που, ιδίως σε κρίσιμες τουριστικά περιοχές, βρίσκονται μεταξύ υπολειτουργίας και αδυναμίας λειτουργίας.
Από την άλλη πλευρά και ο ιδιωτικός
επιχειρηματικός τομέας που συνδέεται με τον τουρισμό, ιδίως τα ξενοδοχεία και
τα πάσης μορφής καταλύματα, οφείλουν να προβούν στις παρεμβάσεις εκείνες που
απαιτούνται για την πλήρη κάλυψη των απαιτήσεων της workation τόσο της
εξατομικευμένης όσο και της συνεργατικής μορφής της (Co Working). Conditio sine
qua non για την επιτυχία του εγχειρήματος αυτού είναι ευνοήτως η διασφάλιση της
ευχερούς, απρόσκοπτης, σταθερής και τελικά αξιόπιστης πρόσβασης στο Internet.
4.Η workation είναι κατά κανόνα είτε βραχύβια, διαρκούσα από λίγες μέρες μέχρι μία εβδομάδα είτε μεσοπρόθεσμη, διαρκούσα μερικές εβδομάδες. Βεβαίως υπάρχουν και περιπτώσεις, κατά τις οποίες το φαινόμενο εξελίσσεται σε βάθος χρόνου, υπερβαίνον ακόμη και το έτος. Εφόσον δε η εργασία δεν παρέχεται αποκλειστικά σε μια συγκεκριμένη χώρα, αλλά σε περισσότερες, αποτελεί πλέον μορφή νομαδικής εργασίας, αφορώσα κυρίως αυτοαπασχολούμενους, ελεύθερους επαγγελματίες και επιχειρηματίες.
Βασική,
εξάλλου, προϋπόθεση προσφυγής στη workation είναι η δυνατότητα ψηφιακής
υποκατάστασης της ζωντανής παρουσίας π.χ. στο γραφείο ή της ζωντανής επαφής με
τον πελάτη. Ως ιδιαιτέρως πρόσφορες να ενταχθούν στο φαινόμενο αυτό είναι
ορισμένες μορφές απασχόλησης που μπορούν να αφορούν τόσο μισθωτούς (ή
κρυπτομισθωτούς) όσο και αυτοαπασχολούμενους, είναι μεταξύ άλλων οι εργασίες
του λογιστή, του δημοσιογράφου, του γραφίστα, του κειμενογράφου, του
προγραμματιστή λογισμικού, κ.λπ. Συνήθως η workation αφορά άτομα νεότερης
ηλικίας με καλή εκπαίδευση και γνώση των νέων τεχνολογιών, παρέχοντα on line
εργασίες στον τομέα των υπηρεσιών.
5.Παρά την αυξητική δυναμική του φαινομένου της workation απουσιάζει παντελώς το όποιο νομοθετικό πλαίσιο που θα προέβλεπε τους στοιχειώδεις κανόνες λειτουργίας και εφαρμογής του. Πολλώ μάλλον δεν αναγνωρίζεται σχετικό δικαίωμα στον εργαζόμενο. Άλλωστε, παρά τη συνεχιζόμενη δικαιοπολιτική συζήτηση και πρόοδο των σχετικών διεργασιών, αρρύθμιστος παραμένει ο βασικός, πρωταρχικός τύπος της κινητής εργασίας και εκκρεμής η αναγνώριση στον εργαζόμενο σχετικού δικαιώματος. Χαρακτηριστικό της σχετικής δυστοκίας παράδειγμα είναι το από το 2020 ευρισκόμενο σε εκκρεμότητα σχετικό νομοσχέδιο στη Γερμανία.
Η έλλειψη, ωστόσο, ενός σχετικού νομοθετικού
πλαισίου δεν έχει εμποδίσει τη σημαντική ανάπτυξη του φαινομένου, του οποίου η
αναγνώριση και λειτουργία επαφίεται στη βούληση των ενδιαφερομένων μερών, όπως
αυτή εκφράζεται σε ατομικό-συμβατικό και συλλογικό-αυτόνομο επίπεδο. Πιο
συγκεκριμένα η υλοποίηση της workation, η οποία βασικά στηρίζεται στη σχετική
επιθυμία του εργαζομένου, απαιτεί τη συναίνεση του εργοδότη, η οποία θα
αποτυπωθεί σε σχετική έγγραφη συμφωνία, περιλαμβάνουσα και τους βασικούς όρους
λειτουργίας της.
Βεβαίως ένα γενικότερο πλαίσιο όρων και κανόνων λειτουργίας της workation μπορεί να προβλέπεται από συλλογική σύμβαση εργασίας ή από συμφωνία εργοδότη και συμβουλίου εργαζομένων ή συναφούς συμμετοχικού οργάνου της επιχείρησης και εργοδότη. Πάντως για την αποφυγή ασαφειών και ερίδων σχετικά με την εφαρμογή και τη λειτουργία του εργασιακού αυτού μοντέλου, κυρίως δε νομικών περιπλοκών και προβλημάτων, πέραν του έγγραφου τύπου, θα ήταν σκόπιμο η σχετική συμφωνία να περιλαμβάνει βασικά ρυθμίσεις για τον τόπο και τη διάρκεια της workation, τον τρόπο κατανομής εργασίας και ελευθέρου χρόνου, την υποχρέωση και τον τρόπο μέτρησης του χρόνου εργασίας, το καθήκον εχεμύθειας και προστασίας των προσωπικών δεδομένων, την τήρηση των όρων υγιεινής και ασφάλειας, την ψηφιακή διαθεσιμότητα, την ανάληψη των σχετικών δαπανών και τη διαδικασία της επιστροφής στη χώρα προέλευσης.
Εξάλλου, επειδή είναι πιθανόν,
ιδίως εφόσον η πραγματοποίηση της workation υπερβαίνει τις τέσσερις εβδομάδες
στην αλλοδαπή χώρα πραγματοποίησής της, να ανακύψουν σημαντικά ζητήματα τόσο
γραφειοκρατικής υφής (άδεια παραμονής και εργασίας) όσο και κυρίως του
εφαρμοστέου εργατικού, κοινωνικοασφαλιστικού και φορολογικού δικαίου,
ιδιαιτέρως χρήσιμη θα ήταν η αντιμετώπισή της στη σχετική συμφωνία.
6.Όπως γίνεται γενικότερα δεκτό, η
workation συνοδεύεται από μία σειρά πλεονεκτημάτων τόσο για τους εργοδότες όσο
και για τους εργαζόμενους.
α. Ως «γνήσιο τέκνο» της,
συνυφασμένης με τον ψηφιακό καπιταλισμό, μορφής αυτής παρεχόμενης από απόσταση
κινητής εργασίας, είναι επόμενο να εμφανίζει μία σειρά πλεονεκτημάτων για τον
εργοδότη και την επιχείρηση. Πιο συγκεκριμένα ως πλεονεκτήματα της εργοδοτικής
πλευράς αναφέρονται βασικά η μείωση του λειτουργικού, και όχι μόνον, κόστους
εργασίας, η μετακύλιση στον εργαζόμενο μέρους του επιχειρηματικού κινδύνου, η
αύξηση της αποδοτικότητας και της δημιουργικότητας της εργασίας, η προσέλκυση
νέων ταλαντούχων εργαζομένων και η πρόσδεσή τους στο επιχειρηματικό συμφέρον, η
ενίσχυση της θέσης και της φήμης της επιχείρησης στην αγορά (Employer
Branding), καθώς και της ανταγωνιστικότητάς της. Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο το
γεγονός ότι μεγάλοι πολυεθνικοί όμιλοι επιχειρήσεων, όπως π.χ. οι γερμανικών
συμφερόντων όμιλοι Bosch, Siemens, Daimler Benz, κ.ά. (Dax – Konzerne),
φαίνεται να ευνοούν το υβριδικό αυτό μοντέλο εργασίας.
Ενδιαφέρον, εξάλλου, εμφανίζουν και τα θεωρούμενα, συχνά κατά
κόρον τονιζόμενα, πλεονεκτήματα για τον εργαζόμενο. Πολλώ μάλλον καθώς είναι
βασικά εκείνος που φαίνεται να επιλέγει το υβριδικό αυτό μοντέλο εργασίας.
Ως βασικό πλεονέκτημα της workation, που ταυτοχρόνως συνιστά
και κίνητρο για την επιλογή της από τον εργαζόμενο, είναι η συμβολή της στην
πραγμάτωση του μοντέλου της Work–Life–Balance, δηλαδή μιας ισορροπημένης
συνύπαρξης εργασίας και ιδιωτικού βίου. Η ευελιξία στη διαχείριση της σχέσης
εργασιακού και ελεύθερου χρόνου που προσφέρει η workation θεωρείται ότι συνιστά
σημαντικό παράγοντα οδηγούντα στην επίτευξη αυτού του στόχου. Σημειωτέον ότι η
διαχείριση αυτή δεν απορρίπτει τον επίμαχο δυϊσμό, βασικό πυλώνα του όλου
συστήματος εργατοδικαιϊκής προστασίας. Αντιθέτως επιδιώκει την, μέσω
προσαρμογής του στις νέες οικονομικοτεχνικές συνθήκες, διασφάλισή του.
Αυτό σημαίνει ότι ο πραγματοποιούμενος επαναπροσδιορισμός του επίμαχου διπόλου, αναχαιτίζοντας τον εγγενή κίνδυνο επιβάρυνσης της εργασιακής διαδικασίας και ταυτόχρονης απίσχνασης του ελεύθερου χρόνου, στοχεύει στην επίτευξη μιας ομαλής συμβίωσης των απειλούμενων με πλήρη ρευστοποίηση βιοτικών αυτών σφαιρών. Μια τέτοια, φιλική προς την Work–Life–Balance, διαχείριση θα αποτελούσε π.χ. η ανά 4ωρο εναλλαγή εργασίας και ελεύθερου χρόνου, προσαρμοζόμενη τόσο στις απαιτήσεις της νέας μορφής εργασίας όσο και στις ανάγκες του εργαζομένου. Ένα τέτοιο ελαστικό σχήμα θα μπορούσε, θεωρητικά τουλάχιστον, να αποτελέσει ένα δίκαιο συγκερασμό, ανταποκρινόμενο στη στόχευση της Work–Life–Balance.
Εξάλλου ως πλεονεκτήματα για τον εργαζόμενο αναφέρονται
επίσης η οφειλόμενη στην πολλαπλή βελτίωση του κλίματος ενίσχυση της έφεσης για
απερίσπαστη, άνετη και αποδοτική εργασία, καθώς και η δυνατότητα δημιουργικής
επικοινωνίας και ανταλλαγής απόψεων με ομότεχνους ή και άλλων παρεμφερών
ειδικοτήτων συναδέλφους της ίδιας ή και άλλης επιχείρησης σ’ ένα κατάλληλα
διαμορφωμένο χώρο με δυνατότητα χρήσης κοινών τεχνικών υποδομών
(Co–Working–Space).
β. Βεβαίως, καθώς κάθε νόμισμα έχει δύο όψεις, το επίμαχο εργασιακό μοντέλο συνοδεύεται και από μια σειρά μειονεκτημάτων και κινδύνων. Ως προς μεν τον εργοδότη, ιδίως εκείνον ο οποίος είναι επιφυλακτικός έναντι πειραματισμών και ανάληψης καινοφανών κινδύνων, αναφέρονται βασικά ο φόβος απώλειας του αποτελεσματικού ελέγχου ως προς την εκπλήρωση από τον εργαζόμενο των συμβατικών του υποχρεώσεων τόσο των γενικών όσο και των αφορουσών τη λειτουργία της workation. Ιδιαίτερη σημασία στο πλαίσιο αυτό αποκτά το ζήτημα της μέτρησης του πραγματικού χρόνου εργασίας.
Τούτο δε καθώς οι παντοειδείς πειρασμοί που προσφέρει η αλλοδαπή χώρα θα
μπορούσαν να οδηγήσουν σε χαλάρωση της εργασιακής ηθικής και της έφεσης για
εργασία, με αποτέλεσμα όχι μόνο την ποιοτική (μείωση αποδοτικότητας και
παραγωγικότητας), αλλά και την ποσοτική της υποβάθμιση. Πάντως στην πράξη ο
φόβος αυτός δεν φαίνεται να επαληθεύεται. Αντιθέτως, όπως θα δειχθεί παρακάτω,
το ευνοϊκό μεν, πλην όμως αχαρτογράφητο, εργασιακό περιβάλλον, σε συνδυασμό με
το αυξημένο αίσθημα ευθύνης για την έγκαιρη και επιτυχή εκπλήρωση των
εργασιακών υποχρεώσεων και τη μη διάψευση της επιδειχθείσας από τον εργοδότη
εμπιστοσύνης, συνεπάγεται ενίσχυση της έφεσης για εργασία, μάλιστα σε συνθήκες έντασης
και αυξημένης πίεσης. Ως μειονέκτημα για τον εργοδότη σημειώνεται επίσης το
πρόβλημα επικοινωνίας και συντονισμού μεταξύ των εργαζομένων στη χώρα
προέλευσης και στη χώρα υποδοχής, με πιθανό τον αρνητικό αντίκτυπο στους
πρώτους και συνακόλουθα τη δημιουργία ενός τοξικού εργασιακού κλίματος στην
επιχείρηση.
Μειονεκτήματα, ωστόσο, και κίνδυνοι ανακύπτουν ιδίως για τους
εργαζομένους που ενδίδουν στον συρμό και τη γοητεία της workation. Εν πρώτοις
πρέπει να επισημανθεί ως εξόχως ενδιαφέρον όσο και παράδοξο το γεγονός όχι
μόνον της εκ των ένδον αμφισβήτησης της ικανότητας της workation να συμβάλει
στην πραγματοποίηση της Work–Life–Balance, αλλά, πολύ περισσότερο της θεώρησής
της ως παράγοντα ανάσχεσης της επιδιωκόμενης ισορροπίας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα
τη μετατροπή του βασικού πλεονεκτήματος της workation σε μειονέκτημα.
Ως χαρακτηριστική εκδήλωση της εχθρικής προς τη Work–Life–Balance λειτουργίας της workation θεωρείται η επιβάρυνση της εργασίας τόσο η ποσοτική, μέσω της τάσης υπέρβασης των ανώτατων ορίων εργασίας (π.χ. πραγματοποίηση υπερωριών και μάλιστα απλήρωτων) όσο και ποιοτική (αυξανόμενη εντατικοποίηση συνοδευόμενη από stress). Είναι δε ευνόητο ότι η κατάσταση αυτή επηρεάζει δυσμενώς την αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά. Έτσι η άμβλυνση του εργασιακού καταναγκασμού και του στρες και η διασφάλιση μεγαλύτερης ελευθερίας και αυτονομίας στη διαχείριση της σχέσης εργασίας και ελεύθερου χρόνου, που υπόσχεται η workation, δεν φαίνεται να επαληθεύεται στην πράξη.
Αντιθέτως ενισχύεται το καθεστώς εργασιακής έντασης
και πίεσης σε βάρος του ελεύθερου χρόνου. Αυτό οφείλεται στη συνέργεια μιας
σειράς παραγόντων που συνδέονται με τη φύση και τις ιδιαίτερες απαιτήσεις και
συνθήκες, εντός των οποίων καλείται να λειτουργήσει το επίμαχο μοντέλο
εργασίας. Στους παράγοντες αυτούς σημαντικός είναι ο ρόλος του αυξημένου
αισθήματος ευθύνης και φροντίδας για την εκπλήρωση των συμβατικών υποχρεώσεων
των εργαζομένων και την τήρηση της εργατικής νομοθεσίας στο καινοφανές καθεστώς
μιας μεγαλύτερης αυτονομίας, αλλά και ενισχυμένης σχέσης εμπιστοσύνης με τον
εργοδότη.
Εξάλλου στη δυναμική αποσταθεροποίησης του σχήματος
Work-Life-Balance σε βάρος του ελεύθερου χρόνου σημαντική είναι η συμβολή της
αυξημένης ψηφιακής προσβασιμότητας του εργοδότη στον εργαζόμενο, η οποία, όπως
καταδείχνεται από σχετικές έρευνες, λαμβάνει χώρα ακόμη και στις πιο ευαίσθητες
στιγμές αξιοποίησης και απόλαυσής του. Πολλώ μάλλον όταν το κρίσιμο αυτό ζήτημα
δεν έχει αντιμετωπιστεί από την υπογραφείσα για τη workation σύμβαση. Τέλος,
αξίζει να αναφερθούν και τα προβλήματα που ανακύπτουν όταν υπάρχει διαφορά ώρας
μεταξύ χώρας υποδοχής της workation και χώρας προέλευσης και εγκατάστασης του
εργοδότη.
Διαβάστε το Μέρος Β’
Από την αυτοδιάθεση στην αυτοεκμετάλλευση;