Η καταστροφολογία της υπερθέρμανσης

Υπάρχει οικολογία που δεν είναι πολιτική; Αν ναι, τότε προς τι ο οικολογικός φονταμεταλισμός που συνοψίζεται στην «υπερθέρμανση του πλανήτη», που δείχνει όλο και πιο λίγη ανοχή σε διαφωνούσες απόψεις, και νομιμοποεί οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές πολιτικές ανισότητας και εκμετάλλευσης, σε βάρος «αναπτυσσόμενων χωρών» του Νότου και των επόμενων γενεών, και πάνω από όλα αυτά να επικρέμονται τρομακτικές προγνώσεις για το επερχόμενο τέλος του κόσμου;;!! 

Διαβάστε την τελευταία παράγραφο του άρθρου του Λεωνίδα Λουλούδη, με τίτλο «Από το φαινόμενο του θερμοκηπίου, στην ‘κλιματική αλλαγή’. Η υπερθέρμανση των σχέσεων Επιστήμης και Πολιτικής», που περιλαμβάνεται στον τόμο Τα αγκάθια του λαού. Τι σκιάζει την αλήθεια στη δημόσια Οικολογία; (εκδ.Αρμός, Απρ.2014). Αναδημοσίευση από τα Ενθέματα



 Η καταστροφολογία της υπερθέρμανσης

 

του Λεωνίδα Λουλούδη

 [Εισαγωγή των Ενθεμάτων] Το απόσπασμα που ακολουθεί αποτελεί την καταληκτήρια παράγραφο στο τελευταίο δημοσιευμένο άρθρο του Λεωνίδα Λουλούδη με τίτλο «Από το “φαινόμενο του θερμοκηπίου” στην “κλιματική αλλαγή”. Η υπερθέρμανση των σχέσεων Επιστήμης και Πολιτικής». Το κείμενο περιλαμβάνεται στον τόμο Τα αγκάθια του καλού. Τι σκιάζει την αλήθεια στη δημόσια Οικολογία, ο οποίος κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Αρμός τον Απρίλιο 2014, λίγο πριν ο Λεωνίδας μπει στο νοσοκομείο.

Πρόκειται για το τελευταίο συλλογικό έργο στο οποίο μετείχε, μαζί με τους Ανδρέα Τρούμπη, Σπύρο Σφενδουράκη, Γιώργο Στάμου, Κώστα Σταμάτη και Στέργιο Πυρίντσο. Στον τόμο αυτό είχε, επίσης, το συντονισμό και την επιμέλεια, έγραψε την εισαγωγή και άφησε το τελευταίο του πνευματικό αποτύπωμα, ένας άνθρωπος παθιασμένος με τα βιβλία, τα περιοδικά και τον γραπτό λόγο.

Το κείμενο, εκτός των άλλων, αποκαλύπτει νομίζω την αιρετική φωνή και την ανατρεπτική ματιά στα πράγματα ενός μαχητή «που αναστάτωσε με τις ιδέες του το ελληνικό πανεπιστήμιο, την Ανανεωτική Αριστερά και την πολιτική οικολογία, επί 40 χρόνια!», όπως έγραψε στον αποχαιρετισμό του ο φίλος του Ανδρέας Τρούμπης.

Δ.Π.

  Ας τελειώσω εδώ. Άρχισα αυτή την μακρά περιδιάβαση στην καταστροφολογία περί της υπερθέρμανσης του πλανήτη με ένα συναφές, περί της αξίας των προγνώσεων, ειρωνικό σχόλιο του Γάλλου σκεπτικιστή Μονταίνι. «Απορούσε», όταν διαπίστωνε την αξιοπερίεργη φύση του ανθρώπου να στρέφεται με εμμονή στο μέλλον αγνοώντας το παρόν.

Αυτά στις παραμονές των Νέων Χρόνων. Να τελειώσω με ένα συμπατριώτη του, κατά μόλις τέσσερις αιώνες νεώτερο. Ο λόγος του, ανένδοτα απαισιόδοξος, στα όρια του κυνισμού λένε οι επιπόλαιοι αναγνώστες του, νομίζω ότι συνοψίζει με τον καλύτερο τόπο ό,τι αποπειράθηκα να υποστηρίξω σε αυτή την κριτική αποτίμηση της τερατολογίας περί της υπερθέρμανσης του πλανήτη.

 

Σε μια αποστροφή της συνομιλίας του με έναν άλλον «δημόσιο κίνδυνο», τον φιλόσοφο Μπερνάρ-Ανρι Λεβύ, θα τον τοποθετήσει, όπως και τον εαυτό του «στον αντίποδα ενός πνευματικού κινήματος σε πλήρη εξέλιξη (και του μόνου που αναπτύσσεται πραγματικά αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη), που βασίζεται στον οικολογικό φονταμενταλισμό και που ανακατώνεται σε άλλους μεν με αριστερίστικη αντιπαγκοσμιοποίηση, σε άλλους δε με New Age ανοησία.

Αυτό το κίνημα στόχο έχει να συνδέσει τον άνθρωπο με το Σύμπαν, να του δώσει τη θέση του στις «φυσικές ισορροπίες» (και κυρίως να τον προστάξει να μείνει σε αυτές»· αντίθετα, δεν έχει σχεδόν τίποτα να πει σχετικά με ό,τι θα μπορούσε να συνδέσει τους ανθρώπους μεταξύ τους. Κατά βάθος, είναι ένα είδος νέου πανθεϊσμού.

 

Δεν είναι άλλος από τον άγνωστο στους πολλούς ποιητή, αν και πασίγνωστο και τόσο πολιτικά αντιπαθή στην «προοδευτική» διανόηση, μυθιστοριογράφο Μισέλ Ουελμπέκ. Αν και θαυμάζω τη σκέψη του, δεν θα ήθελα να ενστερνιστώ, προς το παρόν τουλάχιστον, και την άλλη ιδέα του, περί της «μη αναστρεψιμότητας κάθε διαδικασίας κατάπτωσης, άπαξ και ξεκινήσει»[1].

 Έστω και αν, μια από τις πλέον έγκυρες φωνές της θεωρίας περί λαϊκισμού, εκείνη του Πιέρ-Αντρέ Ταγκυέφ, δεν αφήνει, επί του προκείμενου περιθώρια αισιοδοξίας. Στους νέους προλεταριακούς λαϊκισμούς που σαρώνουν την Ευρώπη σήμερα, συμπεριλαμβάνει εκείνους, οι οποίοι «συνδέονται με τα κινήματα της «αντιπαγκοσμιοποίησης», των οποίων ο λόγος διαμαρτυρίας και διεκδίκησης διασταυρώνεται περισσότερο ή λιγότερο με τον οικολογισμό, τον ηθικισμό της «αλληλεγγύης» και την καταγγελία της «φιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης».[2]

 

Το παρόν κείμενο αποτελεί, με όλες τις υποκειμενικές αδυναμίες του γράφοντος, μια ελάχιστη συμβολή στην ελπίδα ότι η προϊούσα, όντως, διαδικασία παρακμής της πολιτικής οικολογίας μπορεί να αναστραφεί. Και αυτή η παρέμβαση δεν θέλει να είναι μόνο, χωρίς διόλου να την υποτιμώ, μια συνηγορία στην έκκληση Λογικής που απευθύνεται από τον Nigel Lawson.

Αφομοιώνοντας δικές του σκέψεις, προσθέτω ότι υπάρχουν τρεις πολύ πρακτικοί λόγοι για τους οποίους το παράδειγμα της «υπερθέρμανσης του πλανήτη» αξίζει τη μεγαλύτερη δυνατή προσοχή μας.

Πρώτον, εισάγει έναν ηγεμονικό ανορθολογισμό και για την κατίσχυσή του την οργανωμένη έλλειψη ανοχής σε κάθε διαφωνούσα άποψη.

Δεύτερον, νομιμοποιεί χωρίς τεκμηρίωση άνισες οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές σε βάρος των σημερινών γενεών και προς όφελος των επόμενων γενεών (κυρίως μέσω της επικράτησης, μετά από την περιβόητη Έκθεση Brundtland, του δόγματος της «αειφορίας» στους κύκλους της οικολογικής ορθοδοξίας).

 Τρίτον, νομιμοποιεί με τεχνοκρατικές, δήθεν επιβεβαιώσεις, την ποδηγέτηση των αναπτυσσομένων χωρών στα ιδιαίτερα συμφέροντα και την επεκτατική στρατηγική του αναπτυγμένου Βορρά. Εκεί, για παράδειγμα, όπου δεν υπάρχει πόσιμο νερό, διατροφική επάρκεια και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, η δογματική επιμονή στη δημιουργία αιολικών πάρκων, προκειμένου να σωθεί ο πάσχων από θέρμες πλανήτης Γη, μόνο ως κρύο, σε πείσμα της «υπερθέρμανσης», ανέκδοτο θα μπορούσε να εκληφθεί. Ιδιαίτερα όταν συνεκφέρεται με τρόμου σημαντικές προγνώσεις για το επερχόμενο τέλος του κόσμου.

 

[1] Μισέλ Ουελμπέκ και Μ.-Α. Λεβύ, Δημόσιος κίνδυνος, Εστία, Αθήνα 2010, σ. 157 και 107.

 

[2] Πιέρ-Αντρέ Ταγκυέφ «Ο λαϊκισμός στην Ευρώπη», Νέα Εστία, τχ. 1816, 2008, σ. 871.

 

[--->]

 

Αρθρο του Λεωνίδα Λουλούδη : «Το φαινόμενο του Τρομοκηπίου», Athens Review of Books, ,23ο τεύχος (Νοέμβριος 2011)