Ανεπαρκής να απαντήσει στα μείζονα
ερωτήματα και να αντιμετωπίσει την κριτική περί ανάπηρης Δημοκρατίας και
επιστροφής στη δεκαετία του '60, όπου το κράτος ήταν αγκαλιά με το
παρακράτος, στάθηκε η υπερασπιστική γραμμή του Μαξίμου περί «προσωπικής
ατζέντας Μπαλτάκου» και «άγνοιας Σαμαρά» για τη σχέση και τις
συναντήσεις Μπαλτάκου - Κασιδιάρη. Οι επιπτώσεις για τον πρωθυπουργό και
την ισχνή κυβερνητική πλειοψηφία των 152 βουλευτών είναι βαριές και δεν
αντιμετωπίζονται από την αμήχανη και αφελή υπερασπιστική τακτική του
Μαξίμου περί «άγνοιας Σαμαρά και προσωπικής ατζέντας Μπαλτάκου».
Αμηχανία επικρατεί και στο ΠΑΣΟΚ, όπου ενώ ζητήθηκε έγκαιρα η αποπομπή
Μπαλτάκου, ο Γ. Παπανδρέου και άλλοι βουλευτές θέτουν ευθέως ζήτημα
προστασίας της Δημοκρατίας
Οι επιπτώσεις για την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό προσωπικά από τον αποκαλυπτικό διάλογο του Νο 2 της κυβέρνησης με το Νο 2 της δήθεν αντισυστημικής Χρυσής Αυγής, είναι τεράστιες και αποτελεί ερώτημα το αν θα μπορέσει να σηκώσει το βάρος η σημερινή κυβέρνηση της πλειοψηφίας των 151 ή 152 βουλευτών. Εξ ου και η αμηχανία των πρώτων ωρών όπως και η ανησυχία για την πρόκληση ραγδαίων πολιτικών εξελίξεων, υπό το βάρος των σχετικών αποκαλύψεων.
Το βίντεο αποκαλύπτει με αδιαμφισβήτητο τρόπο ότι η Ν.Δ. επιμένει και μετά την πολιτική δολοφονία του Παύλου Φύσσα να αντιμετωπίζει τη Χρυσή Αυγή ως συγκοινωνούν δοχείο, ως παρακράτος που ευθέως και με περισσή οικειότητα συνεργάζεται με το κράτος παραπέμποντας στις πιο σκοτεινές σελίδες της μεταπολεμικής Ελλάδας.
Το φιλικό και συνωμοτικό συγχρόνως ύφος των Μπαλτάκου και Κασιδιάρη παραπέμπει σε κράτος και παρακράτος, συνεργάτες και όχι σε πολιτικούς αντιπάλους όπως τόσο η Ν.Δ. όσο και η Χρυσή Αυγή επιχειρούν εδώ και χρόνια να πείσουν και να παραπλανήσουν την κοινή γνώμη. Από την άλλη πλευρά, αυτό καθαυτό το βίντεο όχι μόνο δεν αποτελεί δικαίωση της Χρυσής Αυγής, αλλά αποτελεί γροθιά στο στομάχι της σύγχρονης ελληνικής Δημοκρατίας και της κυβέρνησης.
Πρώτον, ο γ.γ. της κυβέρνησης, το θεσμικό Νο 2 κ. Μπαλτάκος, πέραν του ότι καταφέρεται εναντίον του ιδίου του φίλου του και πρωθυπουργού με ακατονόμαστες και άκρως υποτιμητικές εκφράσεις, ανοίγει ευθέως ζήτημα Δημοκρατίας και λειτουργίας της κυβέρνησης. Το βίντεο επιβεβαίωσε πως δεν υπήρχαν απλώς υπόγειες διαδρομές μεταξύ Μαξίμου - Ακροδεξιάς, αλλά πως το ακροδεξιό παρακράτος που έχει αναλάβει κεντρικό ρόλο στην κυβέρνηση «με εντολή Σαμαρά» επικοινωνεί άμεσα με μία οργάνωση με καθαρά παρακρατικά χαρακτηριστικά.
Δεύτερον, εκθέτει ευθέως τον πρωθυπουργό Α. Σαμαρά, τον υπουργό Δικαιοσύνης Χαράλαμπο Αθανασίου και τον υπουργό Δημόσιας Τάξης Ν. Δένδια, ως υπευθύνους, όταν μιλά ευθέως για παρέμβαση στην υπόθεση της Χρυσής Αυγής από την κυβέρνηση και μάλιστα με τη συμβολή της Δικαιοσύνης. Το επιχείρημα του Μαξίμου πως ο γενικός γραμματέας της κυβέρνησης είχε «τεχνικό ρόλο» καταρρίπτεται εκ των πραγμάτων, καθώς ο κ. Μπαλτάκος είχε θεσμικά τη δυνατότητα να αναπέμψει νομοσχέδιο -όπως είχε πράξει με τον αντιρατσιστικό νόμο- και οι αρμοδιότητές του μάλιστα είχαν ενισχυθεί σημαντικά τον Ιανουάριο του 2013, με απόφαση του πρωθυπουργού.
Τρίτον, από πού γνωρίζει ο κ. Μπαλτάκος ότι ο ανακριτής δεν έχει κανένα στοιχείο για τον κ. Κασιδιάρη; Και τι σημαίνει για το σύστημα και τη λειτουργία της ελληνικής Δικαιοσύνης ότι στηρίζει το επιχείρημα της Χρυσής Αυγής περί σκευωρίας, δημιουργώντας ερωτήματα στην κοινή γνώμη και παράλυση στον κρατικό μηχανισμό. Ο κ. Μπαλτάκος άλλωστε ήταν εκτός από άνθρωπος εμπιστοσύνης του κ. Σαμαρά και βασικός εισηγητής όχι μόνο της υιοθέτησης ακραία δεξιών πολιτικών, αλλά και του φλερτ με την ίδια την ηγεσία της Χ.Α. Για το λόγο αυτό είχε βρεθεί κατά καιρούς στο στόχαστρο της κεντρώας και μετριοπαθούς πτέρυγας της Ν.Δ., η οποία έπνεε μένεα χθες στο παρασκήνιο.
Ως μήνυμα του Κώστα Καραμανλή με αποδέκτη όχι μόνο τον κ. Μπαλτάκο, αλλά και τον κ. Σαμαρά, ερμηνεύθηκε το σχόλιο που έκανε ο στενός συνεργάτης του πρώην πρωθυπουργού Ευάγγελος Αντώναρος στο twitter.
«Δεν συνεργαζόμαστε με τα άκρα. Η δήλωση αυτή που έκανα ως κυβερνητικός εκπρόσωπος το 2009 αποτελεί διαχρονικά ακρογωνιαίο λίθο της ιδεολογίας της Ν.Δ. Κι όποιος την αμφισβητεί με λόγια ή με πράξεις δεν έχει καμία θέση στην παράταξη του Κωνσταντίνου Καραμανλή», έγραψε ειδικότερα ο κ. Αντώναρος, απηχώντας τις απόψεις του πρώην πρωθυπουργού.
Επί της ουσίας, το βίντεο αποδομεί και τη Χρυσή Αυγή. Ακυρώνει το δήθεν αντισυστημικό προφίλ της καθώς εμφανίζεται ως βασικός συνομιλητής και συνεργάτης της εξουσίας και μάλιστα στο κορυφαίο επίπεδο, την περίοδο που υποτίθεται ότι «πολεμά» την κυβέρνηση.
Από τις πρώτες ώρες φάνηκε ότι όλη η προσπάθεια του επικοινωνιακού μηχανισμού της κυβέρνησης επικεντρώνεται στο «ξέπλυμα» του πρωθυπουργού Α. Σαμαρά, ώστε να αποφευχθούν κραδασμοί που θα κλονίσουν την εύθραυστη κυβερνητική πλειοψηφία. Τα πράγματα όμως δεν είναι τόσο απλά, ούτε εντός της Ν.Δ., ούτε εντός του έτερου κυβερνητικού ετέρου, του ΠΑΣΟΚ, που υπάρχουν φωνές ακόμα και για αποχώρηση από την κυβέρνηση.
Από τα «δύο άκρα» στις αγκαλίτσες
Η πολιτική δολοφονία του Παύλου Φύσσα από τον χρυσαυγίτη Ρουπακιά είναι το τραγικό γεγονός που ανάγκασε τη Ν.Δ. να αλλάξει γραμμή έναντι της Χρυσής Αυγής. Να εγκαταλείψει την τακτική του πολιτικού φλερτ προς το νεοναζιστικό μόρφωμα και να σκληρύνει, δημοσίως, τη στάση της.
Μέχρι τότε η Νέα Δημοκρατία και οι στενοί συνεργάτες του Α. Σαμαρά (Χρ. Λαζαρίδης, Τ. Μπαλτάκος, Φ. Κρανιδιώτης) αλλά και βουλευτές και στελέχη της Ν.Δ. συντηρούσαν ένα δίαυλο με τους φασίστες της Χρυσής Αυγής, την οποία αντιμετώπιζαν ως συγκοινωνούν δοχείο, ώστε σε περίπτωση που δεν καταφέρουν να επαναπατρίσουν το μεγαλύτερο κομμάτι από τους χιλιάδες ψηφοφόρους της Χρυσής Αυγής, να συνομιλήσουν, εφόσον χρειαστεί, με την ηγεσία της. Μετά την πολιτική δολοφονία του Παύλου Φύσσα από τον χρυσαυγίτη Ρουπακιά, κατόπιν εντολών ο πρωθυπουργός Α. Σαμαράς αναγκάζεται να αλλάξει στρατηγική, να εγκαταλείψει την περίφημη «θεωρία των δύο άκρων», μπροστά στον κίνδυνο να χάσει τον έλεγχο.
Με ήπια αποδοκιμασία, μειωμένα δημοκρατικά αντανακλαστικά κάθε φορά που προέκυπτε ζήτημα παράνομης δράσης των βουλευτών ή των στελεχών της Χρυσής Αυγής, η Ν.Δ. φρόντιζε να καλλιεργεί το κλίμα ώστε με συγκεκριμένες διαρροές και τοποθετήσεις στελεχών πολύ κοντά στον πρωθυπουργό φιλικές προς τη Χρυσή Αυγή να διατηρεί το «φλερτ».
Μία τέτοια δήλωση ήταν του γενικού γραμματέα της κυβέρνησης Τάκη Μπαλτάκου, ο οποίος τον περασμένο Ιούνιο, που η ΔΗΜΑΡ είχε αποχωρήσει και το ΠΑΣΟΚ αμφιταλαντευόταν, σε συζήτηση με δημοσιογράφους είχε χαρακτηρίσει «απευκταίο, αλλά όχι απίθανο το ενδεχόμενο κυβέρνησης της Ν.Δ. με τη συνεργασία της Χρυσής Αυγής μετά τις επόμενες εθνικές εκλογές».
Προκλήθηκε θύελλα, αλλά η επίσημη Ν.Δ. είχε στείλει το μήνυμα εκεί που ήθελε.
Μετά την πολιτική δολοφονία του Παύλου Φύσσα, τα περιθώρια στένεψαν. Ο πρωθυπουργός, προκειμένου να διατηρήσει τον έλεγχο, άλλαξε γραμμή και επισήμως έβαλε απέναντι τη Χρυσή Αυγή. Τόσο με πολιτικές επιθέσεις εναντίον της Χρυσής Αυγής, όπως και με τη χρησιμοποίηση του θεσμικού και νομικού πλαισίου ώστε να αποκαλυφθεί η εγκληματική της δράση, τόσο σε γνωστές υποθέσεις όσο και σε άγνωστες.
Στελέχη στον κύκλο του Α. Σαμαρά, όπως ο Τ. Μπαλτάκος, φρόντιζαν, ακολουθώντας και τις δικές τους ιδεολογικές και πολιτικές πεποιθήσεις, να διατηρούν και να ενισχύουν το ακροδεξιό προφίλ της Ν.Δ., με στόχο να επαναπατρίσουν τους ψηφοφόρους της Χρυσής Αυγής. Σε αυτό το πλαίσιο, κύκλοι της Ν.Δ. αναφέρουν ως προφανές ότι ο κ. Μπαλτάκος έπαιξε ένα πολύ επικίνδυνο παιχνίδι προσπαθώντας, αν όχι σε συνεννόηση με την ανοχή του πρωθυπουργού, να είναι κοντά στον μηχανισμό της Χρυσής Αυγής που -κατά την ανάγνωση του Μαξίμου- είχε εγκλωβίσει υπό το πρίσμα της κρίσης τουλάχιστον 400.000 ψηφοφόρους, εκ των οποίων οι περισσότεροι είναι ψηφοφόροι της Νέας Δημοκρατίας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΜΠΟΥΡΑΚΗΣ
[--->]